Πρωτεύουσα της Σουηδίας From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Στοκχόλμη (σουηδικά: Stockholm, προφέρεται: [ˈstɔkːˈɔlm] ( ακούστε))[5] είναι η πρωτεύουσα της Σουηδίας και η μεγαλύτερη σε πληθυσμό αστική περιοχή στις Βόρειες Χώρες· 975.000 άνθρωποι ζουν στον δήμο, 1,6 εκατομμύρια στην αστική περιοχή και 2,4 εκατομμύρια στην ευρύτερη μητροπολιτική περιοχή. Η πόλη εκτείνεται σε δεκατέσσερα νησιά, εκεί όπου η λίμνη Μέλαρεν εισρέει στη Βαλτική Θάλασσα. Έξω από την πόλη στα ανατολικά, και κατά μήκος της ακτής, βρίσκεται η αλυσίδα νησιών του αρχιπελάγους της Στοκχόλμης. Η περιοχή έχει κατοικηθεί από τη Λίθινη Εποχή, την 6η χιλιετία π.Χ. και ιδρύθηκε ως πόλη το 1252 από τον Σουηδό ηγεμόνα Μπίργιερ Γιαρλ. Είναι επίσης έδρα της περιφέρειας της Στοκχόλμης.
Στοκχόλμη | |||
---|---|---|---|
| |||
Χώρα | Σουηδία | ||
Διοικητική υπαγωγή | δήμος της Στοκχόλμης | ||
Ίδρυση | 1187[1] | ||
Προστάτης | Ερρίκος Θ´ της Σουηδίας | ||
Διοίκηση | |||
• Δήμαρχος | Karin Wanngård (από 2022) | ||
• Μέλος του/της | C40 Cities Climate Leadership Group International Cities of Refuge Network[2] | ||
Έκταση | 187,16 km² | ||
Πληθυσμός | 984.748 (31 Δεκεμβρίου 2022)[3][4] | ||
Ταχ. κωδ. | 100 00–200 00 | ||
Τηλ. κωδ. | 08 | ||
Ζώνη ώρας | UTC+01:00 (επίσημη ώρα) UTC+02:00 (θερινή ώρα) | ||
Ιστότοπος | Επίσημος ιστότοπος | ||
Σχετικά πολυμέσα | |||
Η Στοκχόλμη είναι το πολιτιστικό, ενημερωτικό, πολιτικό και οικονομικό κέντρο της Σουηδίας. Η περιφέρεια της Στοκχόλμης αντιπροσωπεύει περισσότερο από το ένα τρίτο του ΑΕΠ της χώρας[6] και ανήκει στις 10 πρώτες περιοχές της Ευρώπης ως προς το κατά κεφαλήν ΑΕΠ[7]. Είναι μια σημαντική παγκόσμια πόλη[8][9] και το κύριο κέντρο εδρών των εταιρειών της περιοχής της Σκανδιναβίας[10]. Η πόλη φιλοξενεί μερικά από τα κορυφαία πανεπιστήμια της Ευρώπης, όπως η Σχολή Οικονομικών της Στοκχόλμης, το Ινστιτούτο Καρολίνσκα και το Βασιλικό Ινστιτούτο Τεχνολογίας (KTH).[11][12] Διοργανώνει κάθε χρόνο τις τελετές απονομής και τα συμπόσια των βραβείων Νόμπελ στο Μέγαρο Μουσικής και στο Δημαρχείο της. Ένα από τα πιο βραβευμένα μουσεία της πόλης, το Μουσείο Βάσα, δέχεται τους περισσότερους επισκέπτες από τα μη-καλλιτεχνικά μουσεία σε όλη τη Σκανδιναβία.[13][14] Το μετρό της Στοκχόλμης, που λειτούργησε το 1950, είναι γνωστό για τη διακόσμηση των σταθμών του και έχει ονομαστεί η μεγαλύτερη πινακοθήκη τέχνης στον κόσμο.[15][16][17]
Η Στοκχόλμη είναι έδρα της σουηδικής κυβέρνησης και των περισσότερων υπηρεσιών της[18], συμπεριλαμβανομένων των ανώτατων δικαστηρίων[19][20] και των επίσημων κατοικιών του Σουηδού μονάρχη και του Πρωθυπουργού. Η κυβέρνηση έχει την έδρα της στο κτίριο Ρούσενμπαντ, το Ρίκσνταγκ εδρεύει στο Κτίριο του Κοινοβουλίου, ενώ η κατοικία του πρωθυπουργού είναι στο Σάγκερσκα χούσετ.[21][22][23] Τα Ανάκτορα της Στοκχόλμης είναι η επίσημη κατοικία και ο κύριος χώρος εργασίας του Σουηδού μονάρχη, ενώ τα Ανάκτορα Ντρότνινγκχολμς, Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς στα περίχωρα της Στοκχόλμης, χρησιμεύει ως ιδιωτική κατοικία της Βασιλικής Οικογένειας.[24][25]
Το όνομα «Στοκχόλμη» σημαίνει "Κορμο-νησίδα". Σύμφωνα με ένα μύθο του 17ου αιώνα ο πληθυσμός του οικισμού Μπίρκα των Βίκινγκ αποφάσισε να ιδρύσει ένα νέο οικισμό και για να προσδιορίσει την τοποθεσία του άφησε ένα κορμό δένδρου δεμένο με χρυσό να παρασυρθεί στη λίμνη Μέλαρεν. Ο κορμός προσάραξε στο σημερινό Ρινταρχόλμεν, όπου σήμερα βρίσκεται ο Πύργος του Μπίργιερ Γιαρλ, ένα κτίριο, ως εκ τούτου, που εξακολουθεί να αναφέρεται συχνά εσφαλμένα ως το παλαιότερο κτίριο στη Στοκχόλμη.[26] Η πιο τεκμηριωμένη εξήγηση για το όνομα είναι κορμοί στο στενό που διέρχεται βόρεια της σημερινής παλιάς πόλης, που εξετάσεις χρονολόγησής τους στα τέλη της δεκαετίας του 1970 τους χρονολογούν περί το 1000. Αν και δεν υπάρχουν στερεά αποδεικτικά στοιχεία, συχνά θεωρείται ότι το Κάστρο των Τριών Στεμμάτων, που προηγήθηκε των σημερινών Ανακτόρων της Στοκχόλμης, προήλθε από αυτές τις ξύλινες κατασκευές και ότι η μεσαιωνική πόλη επεκτάθηκε γρήγορα γύρω από αυτό στα μέσα του 13ου αιώνα.[27] Σε ένα ευρύτερο ιστορικό πλαίσιο η Στοκχόλμη μπορεί να θεωρηθεί ως πρωτεύουσα της Περιοχής της Λίμνης Μέλαρεν και ως εκ τούτου η προέλευσή της μπορεί να αναχθεί σε τουλάχιστον δύο πολύ παλιότερες πόλεις: την Μπίρκα (π. 790-975) και τη Σιγκτούνα, που εξακολουθεί να υπάρχει αλλά κυριάρχησε στην περιοχή περί το 1000-1240 - πρωτεύουσα που απλώς έχει αλλάξει θέση σε αρκετές περιπτώσεις.[28]
Η πόλη λέγεται πως ιδρύθηκε από τον Μπίργκερ Γιαρλ με σκοπό την προστασία της Σουηδίας από εκ θαλάσσης εισβολές ξένων ναυτικών και την αποφυγή λεηλασιών πόλεων όπως η Σιγκτούνα στη λίμνη Μέλαρεν. Η πρωιμότερη αναφορά της Στοκχόλμης σε γραπτό κείμενο, σε επιστολές του Μπίργιερ Γιαρλ και του Βασιλιά Βάλντεμαρ, χρονολογείται από το 1252, όταν αποτελούσε σημαντικό σημείο για το εμπόριο σιδήρου από τα ορυχεία του Μπέργκσλαγκεν. Ωστόσο οι επιστολές αυτές δεν παρέχουν πληροφορίες για την εμφάνιση της πόλης και τα γεγονότα κατά τις επόμενες δεκαετίες παραμένουν συγκεχυμένα. Το πρώτο κτήριο στη Στοκχόλμη ήταν ένα οχυρό που αποσκοπούσε στον έλεγχο της κίνησης μεταξύ της Βαλτικής Θάλασσας και της Μέλαρεν. Ενώ η απουσία ενός κάθετου πολεοδομικού σχεδίου στη μεσαιωνική Στοκχόλμη φαίνεται να δείχνει μια αυθόρμητη ανάπτυξη, είναι γνωστό ότι οι Γερμανοί έμποροι που προσκλήθηκαν από το Μπίργκερ γιαρλ διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην ίδρυση της πόλης[29][30]. Κάτω από την ηγεσία του Μάγκνους Λαντούλος (Magnus Ladulås) η Στοκχόλμη αναπτύχθηκε σε σημαντική εμπορική πόλη τις επόμενες δεκαετίες. Το 1270 η Στοκχόλμη εμφανίζεται σε ιστορικά έγγραφα ως πόλη και το 1289 περιγράφηκε ως η πολυπληθέστερη πόλη στη Σουηδική περιοχή. Κάτω από κάθε περίσταση, στα τέλη του 13ου αιώνα, η Στοκχόλμη γρήγορα μεγάλωσε και έγινε όχι μόνο η μεγαλύτερη πόλη της Σουηδίας, αλλά και το ντε φάκτο σουηδικό πολιτικό κέντρο και βασιλική κατοικία. Έτσι, από την ίδρυσή της, η Στοκχόλμη ήταν η μεγαλύτερη και σπουδαιότερη σουηδική πόλη, άρρηκτα εξαρτώμενη από τη σουηδική κυβέρνηση.[31] Ωστόσο μέχρι και τις βασιλείες του Ερρίκου ΙΔ΄ και του Ιωάννη Γ΄ τον 16ο αιώνα, οπότε η σουηδική κυβέρνηση μετακινείτο συχνά μαζί τους αλλού (βλ. παρακάτω), η πόλη εξακολουθούσε να μην είναι αυτό που θα μπορούσε να ονομαστεί εθνική πρωτεύουσα με σύγχρονους όρους[32].
Κατά την περίοδο της Ένωσης του Κάλμαρ (1397-1523) ο έλεγχος της Στοκχόλμης ήταν ζωτικής σημασίας για όποιον επιδίωκε να ελέγξει το βασίλειο, και έτσι η πόλη πολιορκήθηκε επανειλημμένα από διάφορες σουηδικές και δανικές παρατάξεις. Το 1471 ο Στεν Στούρε ο Πρεσβύτερος νίκησε τον Χριστιανό Α΄ της Δανίας στη Μάχη του Μπρούνκεμπεργκ, αλλά έχασε πάλι την πόλη από τον Χανς της Δανίας το 1497. Ο Στεν Στούρε κατάφερε να ανακτήσει την εξουσία το 1501, που είχε ως συνέπεια έναν αποκλεισμό από τη Δανία, το 1502-1509 και τελικά μια σύντομη ειρήνη. Ο γιος του Χανς, Χριστιανός Β΄ της Δανίας, τελικά την κατέκτησε το 1520 και αποκεφάλισε πολλούς κορυφαίους ευγενείς και προύχοντες της Στοκχόλμης στο αποκαλούμενο Λουτρό Αίματος της Στοκχόλμης. Όταν ο Βασιλιάς Γουσταύος Βάσα πολιόρκησε και κατέλαβε την πόλη τρία χρόνια αργότερα, γεγονός που έθεσε τέρμα στην Ένωση του Κάλμαρ και τον Σουηδικό Μεσαίωνα, σημείωσε ότι τα μισά κτίρια στην πόλη είχαν εγκαταλειφθεί.[33]
Στα τέλη του 15ου αιώνα ο πληθυσμός της Στοκχόλμη μπορεί να εκτιμηθεί σε 5.000-7.000 άτομα, γεγονός που την καθιστούσε σχετικά μικρή πόλη σε σύγκριση με πολλές άλλες ευρωπαϊκές πόλεις της εποχής. Από την άλλη πλευρά ήταν πολύ μεγαλύτερη από οποιαδήποτε άλλη πόλη στη Σουηδία. Πολλοί από τους κατοίκους της ήταν Γερμανοί και Φινλανδοί, με τους πρώτους να αποτελούν μια πολιτική και οικονομική ελίτ της πόλης.[34]
Κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα οι εξαγωγές γίνονταν κυρίως από Γερμανούς εμπόρους που ζούσαν στις πλατείες Κόρνχαμνστοργκ ("Πλατεία του Λιμανιού του Σταριού") και Γιέρντοργκετ ("Πλατεία του Σιδήρου") στη νότια γωνιά της πόλης. Οι αγρότες της περιοχής τροφοδότησαν την πόλη με τρόφιμα και πρώτες ύλες, ενώ οι βιοτέχνες παρήγαγαν χειροποίητα προϊόντα και περισσότεροι έμεναν στην κεντρική πλατεία Στόρτοργκετ ή στους παλαιότερους δύο δρόμους της Στοκχόλμης, τα ονόματα των οποίων εξακολουθούν να αντανακλούν το εμπόριο τους: Κεπμανγκάταν (" Εμπορική οδός ") και Σκόμακαργκαταν ("Οδός των Υποδηματοποιών "), στο κεντρικό τμήμα της πόλης. Άλλες ομάδες ζούσαν στους ανατολικούς ή δυτικούς δρόμους, Βεστερλωνγκάταν και Εστερλώνγκαταν..[35]
Μετά την πολιορκία της Στοκχόλμης από τον Γουσταύο Βάσα, αυτός αποκατέστησε τα αστικά προνόμια, με τα οποία είχαν ευεργετηθεί οι αστοί της πόλης. Ο βασιλιάς διατήρησε τον έλεγχό του πάνω στην πόλη ελέγχοντας τις εκλογές των δημοτικών συμβούλων και των δικαστών. Μέχρι τα μέσα του αιώνα αυξήθηκε ο αριθμός των υπαλλήλων προκειμένου να καταστεί η διοίκηση της πόλης πιο επαγγελματική και να διασφαλιστεί το ελεγχόμενο από το κράτος εμπόριο. Έτσι η Στοκχόλμη έχασε μεγάλο μέρος της ανεξαρτησίας που είχε κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα και έγινε πολιτικά και οικονομικά προσδεδεμένη στο κράτος.[36] Κατά τη διάρκεια της βασιλείας των γιων του (1561-1611) το δημοτικό συμβούλιο παρέμεινε εποπτευόμενο από ένα βασιλικό εκπρόσωπο και τόσο οι δικαστές όσο και οι δημοτικοί σύμβουλοι διορίζονταν από τον βασιλιά.[37]
Ο Γουσταύος Βάσα κάλεσε τον κληρικό Ολαους Πέτρι (1493-1552) να γίνει γραμματέας της πόλης της Στοκχόλμης. Με τη συνεργασία τους οι νέες ιδέες της Προτεσταντικής Μεταρρύθμισης μπόρεσαν να υλοποιηθούν γρήγορα και τα κηρύγματα στην εκκλησία γίνονταν στα Σουηδικά από το 1525 και τα Λατινικά καταργήθηκαν το 1530. Συνέπεια αυτής της εξέλιξης ήταν η ανάγκη για ξεχωριστές εκκλησίες για τους πολλούς Γερμανούς και Φιλανδόφωνους πολίτες και τη δεκαετία του 1530 δημιουργήθηκαν οι γερμανικές και φινλανδικές ενορίες που εξακολουθούν να υπάρχουν. Ο βασιλιάς ωστόσο δεν ήταν ευνοϊκά διακείμενος προς τις παλαιότερες εκκλησίες της πόλης και διέταξε την κατεδάφιση των εκκλησιών και των μοναστηριών στους λόφους γύρω από την πόλη, μαζί με πολλά φιλανθρωπικά ιδρύματα.[38]
Επειδή η Στοκχόλμη είχε τείχος ήταν απαλλαγμένη από τον φόρο που πλήρωναν άλλες σουηδικές πόλεις. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Γουσταύου Βάσα ενισχύθηκαν οι οχυρώσεις της πόλης και στο Αρχιπέλαγος της Στοκχόλμης κατασκευάσθηκε το (φρούριο) Βάξχολμ για να προστατεύει την είσοδο από τη Βαλτική. Ενώ η μεσαιωνική δομή της Στοκχόλμης παρέμεινε κυρίως αναλλοίωτη τον 16ο αιώνα, η κοινωνική και οικονομική σημασία της πόλης αυξήθηκε στον βαθμό που κανένας βασιλιάς δεν μπορούσε να επιτρέψει στην πόλη να καθορίσει το δικό της θρησκευτικό δόγμα - με σημαντικότερο προϊόν εξαγωγής το σίδηρο και σημαντικότερο προορισμό το Λύμπεκ.[39] Κατά τη διάρκεια της βασιλείας των γιων του Βάσα το εμπόριο οδήγησε πολλούς Σουηδούς να εγκατασταθούν στην πόλη, αλλά το εμπόριο και το κεφάλαιο που χρειαζόταν για τον έλεγχό του ήταν σε μεγάλο βαθμό στα χέρια του βασιλιά και των Γερμανών εμπόρων από το Λύμπεκ και το Ντάντσιχ. Καθ 'όλη αυτή την περίοδο η Σουηδία ελάχιστα μπορούσε να διεκδικήσει το επίπεδο της κυβέρνησης και της γραφειοκρατίας που απαιτείτο για μια πρωτεύουσα με τη σύγχρονη έννοια, αλλά η Στοκχόλμη ήταν το ισχυρότερο προπύργιο του βασιλείου και η κύρια κατοικία του βασιλιά. Καθώς οι φιλοδοξίες του Ερρίκου ΙΔ΄ ήταν αντίστοιχες με εκείνες των πριγκίπων της Αναγέννησης στην υπόλοιπη Ευρώπη, δημιούργησε τη μεγαλύτερη αυλή που του επέτρεπαν τα οικονομικά του και το βασιλικό κάστρο ήταν επομένως ο μεγαλύτερος εργοδότης της πόλης.[37]
Περί το 1560-80 οι περισσότεροι από τους πολίτες, περίπου 8.000 άνθρωποι, ζούσαν ακόμη στο Σταντσχόλμεν. Αυτό το κεντρικό νησί ήταν την εποχή αυτή πυκνοχτισμένο και η πόλη επεκτεινόταν στις λοφοσειρές γύρω από την πόλη. Η Στοκχόλμη δεν είχε ιδιωτικά μέγαρα αυτή την εποχή και τα μοναδικά μεγαλύτερα κτίρια ήταν το κάστρο, η εκκλησία και το πρώην Φραγκισκανικό μοναστήρι στο Ρινταρχόλμεν. Οι γύρω λοφοσειρές, μη διαθέτοντας κανένα κτίριο με ξύλινο σκελετό, χρησιμοποιούντο ως επί το πλείστον για δραστηριότητες που είτε απαιτούσαν πολύ χώρο, παρήγαγαν οσμές, είτε μπορούσαν να προκαλέσουν πυρκαγιά. Παρόλο που μερικοί αστοί είχαν δεύτερες κατοικίες έξω από την πόλη, ο πληθυσμός που ζούσε στις λοφοσειρές, ίσως το ένα τέταρτο του πληθυσμού της πόλης, ήταν κυρίως φτωχός, συμπεριλαμβανομένου του βασιλικού προσωπικού που καταλάμβανε τους λόφους βόρεια της πόλης.[37]
Μετά τον Τριακονταετή Πόλεμο (1618-1648) η Σουηδία ήταν αποφασισμένη να μην επαναλάβει ποτέ την αμηχανία που ακολούθησε μετά τον θάνατο του Γουσταύου Β΄ Αδόλφου (1594-1632) όταν η Στοκχόλμη, μεσαιωνικού ακόμη χαρακτήρα, δίσταζε να προσκαλέσει ξένους ηγέτες, φοβούμενη ότι η αξιοθρήνητη της εμφάνιση θα μπορούσε να υπονομεύσει το κύρος του έθνους. Ως εκ τούτου η Στοκχόλμη βίωσε πολλά φιλόδοξα πολεοδομικά σχέδια εκείνη την εποχή, από τα οποία εξακολουθούν να υπάρχουν εκείνα για τις λοφοσειρές γύρω από τη σημερινή παλιά πόλη. Σύμφωνα με τον μερκαντιλισμό της εποχής το εμπόριο και η βιομηχανία συγκεντρώθηκαν στις πόλεις, όπου ήταν ευκολότερο να ελέγχονται, και η Στοκχόλμη ήταν κεντρικής σημασίας. Σε επιστολή του το 1636 ο Καγκελάριος Άξελ Ούξενχανα (1583-1654) έγραψε ότι η ανάπτυξη της σουηδικής πρωτεύουσας ήταν προϋπόθεση για την εξουσία και την ισχύ του έθνους και ότι αυτό θα έφερνε όλες τις άλλες πόλεις στα πόδια τους. Η αυξημένη κρατική παρέμβαση στο επίπεδο των πόλεων δεν ήταν μόνο στη Σουηδία αυτή την εποχή, αλλά ήταν πιθανότατα πιο σημαντική στην περίπτωση της Στοκχόλμης από οπουδήποτε αλλού στην Ευρώπη. Για τον σκοπό αυτό η κυβέρνηση της πόλης μεταρρυθμίστηκε και οι πρώην εθελοντές δικαστές σταδιακά αντικαταστάθηκαν από επαγγελματίες με θεωρητική εκπαίδευση.[40]
Η διαδικασία αναμόρφωσης της Στοκχόλμης ξεκίνησε από μια μεγάλη πυρκαγιά το 1625 που κατέστρεψε το νοτιοδυτικό τμήμα της σημερινής παλιάς πόλης. Μετά από αυτό δημιουργήθηκαν δύο νέοι δρόμοι- λεωφόροι - η Στόρα Νυγκάταν και η Λίλα Νυγκάταν - και κατά μήκος της ανατολικής προκυμαίας το μεσαιωνικό τείχος αντικαταστάθηκε από μια σειρά επιβλητικών μεγάρων - το Σκέπσμπρον.[41]
Για τις κορυφογραμμές που περιβάλλουν την πόλη - Νόρμαλμ, Έστερμαλμ, Κουνγκσχόλμεν και Σέντερμαλμ - δημιουργήθηκαν νέα αστικά σχέδια για τη δημιουργία ευθείων και φαρδειών αρτηριών. Το έργο υλοποιήθηκε τόσο επιμελώς, ώστε σε πολλά μέρη της πόλης δεν υπάρχουν ίχνη των προηγούμενων μεσαιωνικών δομών. Πολλοί από τους δρόμους της εποχής αυτής εξακολουθούν να υπάρχουν και σε άλλους έχουν πραγματοποιηθεί μερικές μικρές τροποποιήσεις.[42][43][44]
Ο πληθυσμός αυξήθηκε από λιγότερο από 10.000 στις αρχές του 17ου αιώνα σε πάνω από 50.000 στα μέσα της δεκαετίας του 1670. Το εισόδημα της πόλης αυξήθηκε από 18.595 ντάλερ το 1635-36 σε 81.480 ντάλερ το 1644. Το 1642 περίπου το 60% του ποσού αυτού δαπανήθηκε για την κατασκευή έργων.[40]
Άλλες σουηδικές πόλεις αποστερήθηκαν τα εξαγωγικά τους προνόμια με τον λεγόμενο "Βοθνιακό Εμπορικό Καταναγκασμό" (Bottniska handelstvånget). Στις περισσότερες σουηδικές πόλεις είχε χορηγηθεί εμπορικό μονοπώλιο σε μια περιορισμένη γύρω τους περιοχή, αλλά για τη Στοκχόλμη τα περισσότερα από τα εδάφη που περιβάλλουν τον Βοθνιακό Κόλπο ανήκαν στην εμπορική περιφέρεια της πόλης. Ωστόσο το κρατικό μονοπώλιο δεν ήταν το μόνο πράγμα που ευνόησε τη Στοκχόλμη εκείνη την εποχή. Ήταν ένα από τα καλύτερα φυσικά λιμάνια της εποχής και κατά τη διάρκεια του 17ου αιώνα αμέτρητοι ξένοι επισκέπτες μαγεύονταν από τη θέα των μεγάλων πλοίων «με 60 ή 70 κανόνια» αγκυροβολημένα κατά μήκος της ανατολικής αποβάθρας δίπλα στο βασιλικό κάστρο.[45]
Σε αντίθεση με άλλες σουηδικές πόλεις, που ήταν όλες αυτάρκεις, η Στοκχόλμη ήταν εξ ολοκλήρου εξαρτώμενη από τη διαμετακόμιση αγαθών μέσω της πόλης - είχε, για παράδειγμα, περίπου τον ίδιο αριθμό ζώων κτηνοτροφίας με την Ουψάλα, που είχε μόνο το ένα δέκατο του πληθυσμού της πρωτεύουσας. Όλα τα εμπορεύματα που έμπαιναν στη Στοκχόλμη έπρεπε να περάσουν από έναν από τους έξι τελωνειακούς σταθμούς και περίπου τα τρία τέταρτα από αυτά εξάγονταν από την πόλη. Τα μισά από αυτά που απέμεναν, κυρίως αλιευτικά προϊόντα, προέρχονταν από τη Βαλτική και το καλαμπόκι προερχόταν από την περιοχή της λίμνης Mέλαρεν. Ωστόσο, κατά το δεύτερο μισό του αιώνα, η ταχέως αναπτυσσόμενη πρωτεύουσα δεν μπορούσε να τροφοδοτηθεί μόνο από την περιοχή της λίμνης Mέλαρεν και ως εκ τούτου εξαρτιόταν από καλαμπόκι εισαγόμενο από τις επαρχίες[46].
Η Σουηδία είχε διαδραματίσει παθητικό ρόλο στο διεθνές εμπόριο κατά τον 16ο αιώνα. Έμποροι και πλοία από τη Γερμανία έλεγχαν την εξαγωγή σουηδικών πρωτογενή προϊόντων, όπως σίδηρο, ακατέργαστο χαλκό και το βούτυρο. Αυτές οι εξαγωγές θεωρούντο σε μεγάλο βαθμό ως μέσο για την εξασφάλιση της εισαγωγής αγαθών που δεν διέθετε η Σουηδία, όπως αλάτι, κρασί και είδη πολυτελείας απαραίτητα στην αυλή. Με την εισαγωγή ενός μερκαντιλιστικού δόγματος γύρω στο 1620 το εμπόριο έγινε βασικό πηγή των κυβερνητικών εσόδων και στη συνέχεια η σουηδική οικονομία επικεντρώθηκε στις εξαγωγές όχι πρώτων υλών αλλά επεξεργασμένων προϊόντων. Καθ' όλη την περίοδο αυτή (περίπου 1590-1685) το μερίδιο της Στοκχόλμης στην εθνική οικονομία παρέμεινε σταθερό γύρω στα δύο τρίτα, αλλά κατά το πρώτο μισό του 17ου αιώνα οι εξαγωγές τετραπλασιάστηκαν και οι εισαγωγές πενταπλασιάστηκαν. Οι περισσότερες εξαγωγές γίνονταν στην Ολλανδία στα μέσα του 17ου αιώνα και στο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας στις αρχές του 18ου αιώνα[46].
Τον 17ο αιώνα η κλωστοϋφαντουργία αναπτύχθηκε με την ίδρυση των κλωστοϋφαντουργιών Paulinska manufakturerna (1673-1776) και Barnängens manufaktur (1691-1826), που έγιναν δύο από τις μεγαλύτερες πηγές απασχόλησης στη σουηδική πρωτεύουσα κατά τη διάρκεια ολόκληρου του 18ου αιώνα.[47]
Μετά τη Μεγάλη Οργή και τη Συνθήκη του Νύσταντ το 1722 ο ρόλος της Σουηδίας ως μείζονος ευρωπαϊκής δύναμης έλαβε τέλος και οι δεκαετίες που ακολούθησαν έφεραν ακόμα περισσότερες καταστροφές. Ο Μαύρος Θάνατος και τα δεινά που προκάλεσε ο Μεγάλος Βόρειος Πόλεμος έκαναν τη Στοκχόλμη πρωτεύουσα ενός συρρικνούμενου έθνους, απελπισία που θα βάθαινε ακόμα περισσότερο όταν η Σουηδία έχασε τη Φινλανδία το 1809. Παρά τη μερική ανζωογόνηση της Σουηδίας με την ένωση με τη Νορβηγία το 1814, την περίοδο 1750-1850 η Στοκχόλμη ήταν μια τελματωμένη πόλη, με φθίνοντα πληθυσμό και εκτεταμένη ανεργία, σημαδεμένη ι από κακή υγεία, φτώχεια, αλκοολισμό και μεγάλη θνησιμότητα. Η περιοχή της Mέλαρεν έχασε την επιρροή της προς όφελος της νοτιοδυτικής Σουηδίας και, καθώς ο πληθυσμός και η ευημερία μειώθηκαν στην πρωτεύουσα, υπήρξε ισοπέδωση κοινωνικών τάξεων[49]. Οι πόλεμοι και ο αλκοολισμό οδήγησαν σε λειψανδρία την περίοδο, με τις χήρες να είναι εξαπλάσιες των χήρων το 1850. Η Στοκχόλμη χαρακτηριζόταν από την απουσία παιδιών, που οφειλόταν στους πολλούς άγαμους και την υψηλή παιδική θνησιμότητα. Η μέση διάρκεια ζωής περιορίστηκε στα 44, αλλά εκείνοι που επιβίωναν της παιδικής ηλικίας ήταν πιθανό να ζήσουν όσο και οι άνθρωποι σήμερα, εκτός από εκείνους που από τη γέννησή τους εργάζονταν σκληρά.[48]
Για αυτή την εποχή μπορεί να γίνει η εξής διαστρωμάτωση σε τρεις κοινωνικές ομάδες:
Οι γυναίκες συνδέονταν με την κατάσταση του συζύγου τους. Ωστόσο καθώς οι τεχνίτες βίωσαν την κατάρρευση του καθεστώτος τους με την εισαγωγή της βιομηχανίας, η προλεταριακή τάξη αυξήθηκε. Υπήρξε επίσης ένας οικονομικός διαχωρισμός στην πόλη, με τη σημερινή παλιά πόλη και τα χαμηλότερα μέρη του Nόρμαλμ να είναι τα πλουσιότερα (πάνω από 150% πάνω από τον μέσο όρο), ενώ τα προάστια (σήμερα μέρος της κεντρικής Στοκχόλμης) ήταν φτωχά (50% κάτω του μέσου όρου).[48]
Κατά τον 18ο αιώνα το μερκαντιλιστικό μοντέλο, που εισήχθη τον προηγούμενο αιώνα, αναπτύχθηκε περαιτέρω, με την εγχώρια παραγωγή να προωθείται με δάνεια και επιδοτήσεις και η εισαγωγή να περιορίζεται με δασμούς σε πρώτες ύλες που δεν διέθετε στη Σουηδία με διόδια. Την εποχή αυτή έγινε η άνοδος της λεγόμενης "Αριστοκρατίας του Σκέπσμπρο" (Skeppsbroadeln), των πλούσιων χονδρεμπόρων του Σκέπσμπρον που έκαναν περιουσίες προσφέροντας ράβδους σιδήρου στη διεθνή αγορά και ελέγχοντας τις βασιλικά εγκεκριμένες εταιρείες.[51] Η πιο επιτυχημένη από αυτές ήταν η Σουηδική Εταιρεία της Ανατολικής Ινδίας (1731-1813) που είχε την έδρα της στο Γκέτεμποργκ, αλλά είχε μεγάλη σημασία για τη Στοκχόλμη λόγω των ναυπηγείων, των εμπορικών καταστημάτων και των εξωτικών προϊόντων που εισήγαγε η εταιρεία. Επιπλέον, προτού αυτά τα πλοία εγκαταλείψουν τη Στοκχόλμη προσλάμβαναν περίπου 100-150 άνδρες ανά πλοίο, οι περισσότεροι στην πόλη, και καθώς ένα ταξίδι στην Κίνα απαιτούσε 1-2 χρόνια, η εταιρεία είχε τεράστια επίδραση στη Στοκχόλμη εκείνη την εποχή.[52]
Κατά τον 18ο αιώνα αρκετές καταστροφικές πυρκαγιές κατέστρεψαν ολόκληρες συνοικίες, με αποτέλεσμα την εισαγωγή κατασκευαστικών κωδίκων, που βελτίωσαν την πυρασφάλεια απαγορεύοντας τα ξύλινα κτίρια και εξωραίζοντας περαιτέρω την πόλη εφαρμόζοντας τα πολεοδομικά σχέδια του 17ου αιώνα. Στην παλιά πόλη τα νέα βασιλικά ανάκτορα ολοκληρώθηκαν σταδιακά και το εξωτερικό της εκκλησίας Storkyrkan προσαρμόστηκε προς αυτά. Οι εξειδικευμένοι καλλιτέχνες και τεχνίτες που εργάζονταν για τη βασιλική αυλή σχημάτισαν μια ελίτ που βελτίωσε σημαντικά τα καλλιτεχνικά στάνταρντ της πρωτεύουσας[50].
Κατά την πεφωτισμένη απόλυτη μοναρχία του Γουσταύου Γ΄ η Στοκχόλμη κατάφερε να διατηρήσει τον ρόλο του ως πολιτικού κέντρου της Σουηδίας και να αναπτυχθεί πολιτισμικά.
Ο βασιλιάς είχε μεγάλο ενδιαφέρον για την ανάπτυξη της πόλης. Δημιούργησε την πλατεία Γκούσταβ Αντολφ και εγκαινίασε εκεί τη Βασιλική Όπερα το 1782 - σύμφωνα με τις αρχικές προθέσεις του Τέσιν του Νεότερου για μια μνημειακή πλατεία βόρεια του ανακτόρου. Η πρόσοψη του Ανακτόρου Αρβφουρστενς στην απέναντι πλευρά είναι πανομοιότυπη με την προσφάτως αντικατεσταθείσα πρόσοψη της όπερας[50].
Η νεοκλασική γέφυρα Nόρμπρο, που σχεδιάστηκε από τον Ερικ Πάλμστεντ (1741-1807) και ολοκληρώθηκε σε δέκα χρόνια. Ήταν ένα πολύ φιλόδοξο έργο που προκάλεσε τη σταδιακή έξοδο του κέντρου της πόλης από τη μεσαιωνική πόλη[53].
Είναι ακόμα δημοφιλείς οι ζωηρές και συχνά μπουρλέσκ περιγραφές της Στοκχόλμης από τον τροβαδούρο και συνθέτη Καρλ Μίκαελ Μπέλμαν.
Η περίοδος τελείωσε όταν ο Βασιλιάς Γουσταύος Δ΄ Αδόλφος εκθρονίστηκε το 1809 με πραξικόπημα. Η απώλεια της Φινλανδίας την ίδια χρονιά σήμανε ότι η Στοκχόλμη έπαψε να αποτελεί το γεωγραφικό κέντρο του Σουηδικού βασιλείου[53].
Για τη Στοκχόλμη οι αρχές του 19ου αιώνα σήμαιναν ότι τα μόνα τα σχέδια μεγάλης κλίμακας που έμελλαν να υλοποιηθούν ήταν εκείνα των στρατιωτικών, που ευνοούσαν ένα πιο άκαμπτο κλασικισμό, την τοπική σουηδική εκδοχή του Αυτοκρατορικού ρυθμού (στη Σουηδία ονομάστηκε Καρλ Γιόχανστιλ από τον Βασιλιά Κάρολο ΙΔ΄ Ιωάννη). Οι αρχιτέκτονες που κυριαρχούσαν τότε, ο Φρέντρικ Μπλομ και ο Καρλ Κρίστοφερ Γκέρβελ, έπαιρναν εντολές από τους στρατιωτικούς. Λόγω της γενικής στασιμότητας πραγματοποιήθηκαν λίγες άλλες κατασκευές - κατά μέσον όρο δέκα μικρότερες οικιστικές κατασκευές ετησίως - προσθήκες που μπορούσαν εύκολα να ενταχθούν στα φιλόδοξα πολεοδομικά σχέδια του 17ου αιώνα[53].
Κατά το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα το πραγματικό εισόδημα μειώθηκε φτάνοντας σε χαμηλό όλων των εποχών το 1810, όταν αντιστοιχούσε περίπου στο μισό εκείνου του 1730. Οι δημόσιοι υπάλληλοι ήταν εκείνοι που επηρεάστηκαν χειρότερα[49]. Το Νόρσεπινγκ έγινε η μεγαλύτερη βιομηχανική πόλη της Σουηδίας και το Γκέτεμποργκ εξελίχθηκε στο βασικό εμπορικό λιμάνι λόγω της θέσης του στη Βόρεια Θάλασσα.
Οι περισσότεροι άνθρωποι ζούσαν ακόμη στη σημερινή Παλιά Πόλη, με ανάπτυξη κατά μήκος της ανατολικής ακτής. Ο πληθυσμός αυξήθηκε επίσης στους γύρω λόφους, περισσότερο στην πλούσια συνοικία Nόρμαλμ και λιγότερο στη φτωχή συνοικία Σέντερμαλμ.[48] Ωστόσο πολλοί από τους λόφους γύρω την πόλη ήταν φτωχογειτονιές κυρίως αγροτικού χαρακτήρα χωρίς νερό και απόχέτευση και συχνά αποδεκατιζόμενες από τη χολέρα[53].
Το δεύτερο μισό του αιώνα η Στοκχόλμη ανέκτησε τον ηγετικό οικονομικό της ρόλο. Νέες βιομηχανίες αναδύθηκαν και η Στοκχόλμη μεταμορφώθηκε σε σημαντικό κέντρο εμπορίου και υπηρεσιών, καθώς και σε βασική πύλη εισόδου της Σουηδίας.
Ο πληθυσμός αυξήθηκε κατά πολύ, ιδιαίτερα λόγω μετανάστευσης. Το τέλος του αιώνα λιγότερο από το 40% των κατοίκων είχαν γεννηθεί στη Στοκχόλμη. Συνοικίες άρχισαν να επεκτείνονται πέρα από τα σύνορα της πόλης, ενώ, επίσης, δημιουργήθηκαν πυκνοκατοικημένες φτωχές περιφέρειες αλλά και νέες περιφέρειες στην ύπαιθρο και την παραλία.
Ενώ οι ατμομηχανές εισήχθησαν στη Στοκχόλμη το 1806 με το εργοστάσιο Ελντκβαρν, μόνο στα μέσα του 19ου αιώνα ξεκίνησε η εκβιομηχάνιση. Τα δύο εργοστάσια, Λούντβιγκσμπεργκ και Μπόλιντερ, που κατασκευάστηκαν τη δεκαετία του 1840, τα ακολούθησαν πολλά άλλα και η οικονομική ανάπτυξη που επιτεύχθηκε οδήγησε στη δημιουργία περίπου 800 νέων κτιρίων μεταξύ 1850 και 70 - πολλά από τα οποία στη συνοικία Κλάρα, που μεταγενέστερα κατεδαφίστηκαν με την Ανάπλαση του Nόρμαλμ.[53]
Τις δεκαετίες του 1850 και του 1860 εισήχθησαν έργα αερίου, αποχέτευσης και ύδρευσης. Πολλοί δρόμοι επιστρώθηκαν, μεταξύ αυτών και οι Σκέπσμπρον και Στραντβέγκεν, ενώ ο σιδηρόδρομος έφερε τη Στοκχόλμη πιο κοντά στην ηπειρωτική Ευρώπη - γεγονός που οδήγησε επίσης στη δημιουργία του πρώτου προαστίου Λιλιεχόλμεν, όπου βρίσκονταν σιδηροδρομικά εργοτάξια. Καθώς η σιδηροδρομική γραμμή επεκτάθηκε περαιτέρω προς βορρά, ο Κεντρικός Σταθμός της Στοκχόλμης εγκαινιάστηκε το 1871. Τα πρώτα τραμ τραμ εισήχθησαν το 1877. Πολύ πριν από το σιδηρόδρομο οι ατμομηχανές γενικεύθηκαν στα σκάφη, με αποτέλεσμα να χτιστούν πολλές παραθεριστικές κατοικίες γύρω από τη Στοκχόλμη. Αλλά η εκρηκτική αστική ανάπτυξη ήταν επίσης σαφής στην κεντρική Στοκχόλμη, όπου χτίστηκαν αρκετά επιφανή Νεοαναγεννησιακά κτίρια, όπως η Ακαδημία Μουσικής και το Θέατρο Σέντρα.[53]
Το 1866 μια επιτροπή με επικεφαλής τον Άλμπερτ Λιντχάγκεν εκπόνησε ένα πολεοδομικό σχέδιο για τις λοφοσειρές (malmarna), σχεδιασμένο να προσφέρει στους πολίτες φως, καθαρό αέρα και πρόσβαση στη σουηδική φύση μέσω πάρκων και φυτειών. Για τον σκοπό αυτό πρότεινε ένα σύστημα δρόμων περιπάτου με αποκορύφωμα τη Σβεαβέγκεν, μια λεωφόρο μήκους 2 χλμ. και πλάτους 70 μ., εμπνευσμένη από τα Ηλύσια Πεδία. Το 1877-80 νέα πολεοδομικά σχέδια εγκρίθηκαν τελικά για την κεντρική Στοκχόλμη, που προετοίμασαν επαρκώς την πόλη για τη μεγάλη επέκταση που ακολούθησε.[53] Τη δεκαετία του 1880 προστέθηκαν πάνω από 2.000 κτίρια στις λοφοσειρές και ο πληθυσμός αυξήθηκε από 168.000 σε 245.000[54]. Στα τέλη του αιώνα λιγότερο από το 40% των κατοίκων είχαν γεννηθεί στη Στοκχόλμη.
Ενώ αυτή η ζήτηση για στέγαση αντιμετωπίστηκε κυρίως από ιδιώτες επιχειρηματίες που βασίστηκαν σε καθαρή κερδοσκοπία, τα πλάτη των δρόμων και τα ύψη των κτιρίων ρυθμίζονταν αυστηρά από τα νέα σχέδια πόλης που εξασφάλιζαν ότι η πόλη που αναπτυσσόταν είχε ομοιόμορφο σχεδιασμό. Μια τάση που ξεκίνησε από την Κατοικία Μπύνσοβ στο Στραντβέγκεν, τη δεκαετία του 1880, επέφερε πολλά μνημειακά κτίρια από τούβλα, όπως το Γκάμλα Ρικσακίρβετ και το κτίριο Νόρστεντ στο Ρινταρχόλμεν. Πριν από το τέλος της δεκαετίας τα περισσότερα νέα κτίρια ήταν εξοπλισμένα με ηλεκτρισμό και ολοένα και συχνότερα με τηλέφωνο. Τη δεκαετία του 1890 η Νεοαναγεννησιακή αρχιτεκτονική με επιχρίσματα αντικαταστάθηκε από κατασκευές από τούβλα και φυσική πέτρα, εμπνευσμένες κυρίως από τη Γαλλική Αναγεννησιακή αρχιτεκτονική. Γύρω από τα εργοστάσια έξω από το τελωνείο της Στοκχόλμης, αναπτύχθηκαν παραπήγματα, των οποίων οι συνθήκες υγιεινής ξεπερνούσαν κάθε περιγραφή. Πριν από τα τέλη του αιώνα όμως, αυτά μετατράπηκαν σε δημοτικές κοινότητες, γεγονός που διευκόλυνε τη ρύθμιση της υγιεινής και των κατασκευών, και από την αρχή του αιώνα η επέκταση συνεχίστηκε πολύ πέρα από τα όρια της πόλης, με προάστια επαύλεων με κατασκευές από ιδιώτες, τόσο καθαρά κερδοσκοπικές όσο και με πιο ποιοτικές φιλοδοξίες. Με τον νέο αιώνα εισήχθη η Αρ Νουβό με το Κτίριο του Κεντρικού Ταχυδρομείου από το Μπόμπεργκ(1898-1904) και το Νεομπαρόκ με το Ρίκσνταγκ (Κοινοβούλιο) (1894-1906). Καθ 'όλη τη δεκαετία του 1910 τα τραμ ήταν ηλεκτροκίνητα και αυτοκίνητα κυκλοφορούσαν στους δρόμους της Στοκχόλμης.[54]
Την περίοδο αυτή η Στοκχόλμη αναπτύχθηκε περαιτέρω ως πολιτιστικό και εκπαιδευτικό κέντρο. Τον 19ο αιώνα ιδρύθηκαν στη Στοκχόλμη πολλά επιστημονικά ιδρύματα, όπως το Ινστιτούτο Καρολίνσκα. Η Διεθνής Γενική Εκθεση Τεχνών και Βιομηχανίας της Στοκχόλμης πραγματοποιήθηκε στο νησί Γιουργκέρντεν το 1897.
Στα τέλη του 20ου αιώνα, η Στοκχόλμη έγινε μια σύγχρονη, τεχνολογικά προηγμένη και εθνικά διαφορετική πόλη. Τον αιώνα αυτό πολλές βιομηχανίες μετατοπίστηκαν από δραστηριότητές έντασης εργασίας σε τομείς υψηλής τεχνολογίας και υπηρεσιών που βασίζονται περισσότερο στη γνώση.
Η πόλη συνέχισε να επεκτείνεται και δημιουργήθηκαν νέες συνοικίες, μερικές με υψηλά ποσοστά μεταναστών. Εν τω μεταξύ η κεντρική πόλη (Norrmalm) βίωσε τη μεταπολεμική περίοδο ένα κύμα εκσυγχρονισμού, αντικείμενο τόσο επικρίσεων όσο και θαυμασμού, την Ανάπλαση του Νόρμαλμ, που κατοχύρωσε το γεωγραφικό κέντρο της πόλης ως πολιτικό και επιχειρηματικό κέντρο του μέλλοντος.
Το 1923 η δημοτική κυβέρνηση της Στοκχόλμης μεταφέρθηκε σε νέο κτίριο, το Δημαρχείο της Στοκχόλμης. Η Διεθνής Έκθεση της Στοκχόλμης διοργανώθηκε το 1930. Το 1967 η πόλη της Στοκχόλμης ενσωματώθηκε στην ομώνυμη περιφέρεια.
Το 1986 ο Πρωθυπουργός Ούλοφ Πάλμε πυροβολήθηκε στον δρόμο και ο δολοφόνος δεν βρέθηκε ποτέ. Τον Σεπτέμβριο του 2003 η υπουργός εξωτερικών Άννα Λιντ τραυματίστηκε θανάσιμα σε μια επίθεση με μαχαίρωμα που έλαβε χώρα στο εμπορικό κέντρο Νορντίνσκα Κομπανίετ.
Επίσης, η Στοκχόλμη ονομάστηκε Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης το 1998.
Η Στοκχόλμη βρίσκεται στην ανατολική ακτή της Σουηδίας, εκεί όπου η λίμνη γλυκού νερού Μέλαρεν - η τρίτη μεγαλύτερη λίμνη της Σουηδίας - εκρέει στη Βαλτική Θάλασσα. Τα κεντρικά τμήματα της πόλης αποτελούνται από δεκατέσσερα νησιά που είναι συνέχεια του αρχιπελάγους της Στοκχόλμης. Το γεωγραφικό κέντρο της πόλης βρίσκεται στο νερό, στον κόλπο Ρινταφγέρντεν. Πάνω από το 30% της έκτασης πόλης αποτελείται από πλωτές οδούς και ένα άλλο 30% αποτελείται από πάρκα και χώρους πρασίνου.
Στο ανατολικό άκρο της Κεντρικής Σουηδικής πεδιάδας, η θέση της πόλης αντικατοπτρίζει τον πρώιμο προσανατολισμό του σουηδικού εμπορίου προς την περιοχή της Βαλτικής.
Η Στοκχόλμη ανήκει στο μεγαοικοσύστημα των Εύκρατων δασών φυλλοβόλων. Η μέση ετήσια θερμοκρασία είναι 7.6 °C και η μέση βροχόπτωση 531 mm τον χρόνο. Τα φυλλοβόλα δάση έχουν τέσσερις ξεχωριστές εποχές, την άνοιξη, το καλοκαίρι, το φθινόπωρο και τον χειμώνα. Το φθινόπωρο τα φύλλα αλλάζουν χρώμα και τους χειμερινούς μήνες τα δέντρα χάνουν τα φύλλα τους.
Ο Δήμος της Στοκχόλμης είναι διοικητική μονάδα που ορίζεται από γεωγραφικά σύνορα. Η ημιεπίσημη ονομασία του δήμου είναι η Πόλη της Στοκχόλμης (Stockholms stad στα Σουηδικά). [36] Ως δήμος ο Δήμος της Στοκχόλμης υποδιαιρείται σε συνοικιακά συμβούλια, που έχουν αρμοδιότητα για τα δημοτικά σχολεία, τις κοινωνικές υπηρεσίες, τις υπηρεσίες αναψυχής και τις πολιτιστικές υπηρεσίες στις αντίστοιχες περιοχές τους. Ο δήμος περιγράφεται συνήθως με βάση τα τρία κύρια μέρη του: Ινερστάντεν (Κέντρο της Στοκχόλμης), Σέντερορτ (Νότια Στοκχόλμη) και Βέστερορτ (Δυτική Στοκχόλμη). Οι περιοχές αυτών των τμημάτων είναι:
Το κλίμα της Στοκχόλμης εμπίπτει στην κατηγορία του υγρού ηπειρωτικού.
Η Στοκχόλμη έχει ωκεάνιο κλίμα (Κέππεν)[55][56] με υγρές ηπειρωτικές επιρροές, αν και οι χειμώνες είναι ψυχροί και τα καλοκαίρια είναι ήπια, δίνοντας έτσι υβριδικά χαρακτηριστικά στο κλίμα της.[57]
Λόγω του μεγάλου γεωγραφικού πλάτους της πόλης η διάρκεια της ημέρας ποικίλλει σε μεγάλο βαθμό από περισσότερες από 18 ώρες στα τέλη Ιουνίου έως μόλις 6 ώρες στα τέλη Δεκεμβρίου. Οι νύχτες από τα τέλη Μαΐου μέχρι τα μέσα Ιουλίου είναι φωτεινές ακόμη και όταν είναι συννεφιασμένες. Η Στοκχόλμη έχει σχετικά ήπιο καιρό σε σύγκριση με άλλες τοποθεσίες σε παρόμοιο γεωγραφικό πλάτος ή ακόμα πιο νότιες. Με μέσο όρο λίγο πάνω από 1.800 ώρες ηλιοφάνειας ετησίως, είναι επίσης μια από τις πιο ηλιόλουστες πόλεις στη Βόρεια Ευρώπη, έχοντας περισσότερη ηλιοφάνεια από το Παρίσι, το Λονδίνο[58] και μερικές άλλες μεγάλες νοτιότερες ευρωπαϊκές πόλεις. Λόγω της επίδρασης της αστικής θερμονησίδας και των επικρατούντων ανέμων από την ξηρά κυρίως παρά από τη θάλασσα κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, η Στοκχόλμη έχει τον θερμότερο Ιούλιο από όλες τις σκανδιναβικές πρωτεύουσες Η Στοκχόλμη έχει ετήσια μέση χιονοκάλυψη μεταξύ 75 και 100 ημερών.[58]
Οι μέσες υψηλές θερινές θερμοκρασίες την ημέρα είναι 20-25 °C και οι χαμηλές περίπου 13 °C, αλλά οι θερμοκρασίες μπορεί να φθάσουν τους 30 °C μερικές ημέρες. Ημέρες με άνω των 30 °C εμφανίζονται κατά μέσο όρο 1,55 ετησίως (1992-2011).[59] Ημέρες με 25 °C ως 30 °C είναι σχετικά συχνές ειδικά τον Ιούλιο και τον Αύγουστο. Οι νυκτερινές χαμηλές θερμοκρασίες άνω των 20 °C είναι σπάνιες και οι ζεστές καλοκαιρινές νύχτες κυμαίνονται γύρω στους 17 έως 18 °C. Οι χειμώνες γενικά έχουν νεφελώδη καιρό με τις περισσότερες κατακρημνίσεις να πέφτουν τον Δεκέμβριο και τον Ιανουάριο (σαν βροχή ή σαν χιόνι). Οι μέσες θερμοκρασίες χειμώνα κυμαίνονται από -3 έως -1 °C και σε ορισμένες περιπτώσεις πέφτουν κάτω από τους -20 °C στα προάστια. Η άνοιξη και το φθινόπωρο είναι γενικά δροσερά ως ήπια.
Ο κλιματικός πίνακας που ακολουθεί παρουσιάζει στοιχεία για την περίοδο από το 1981 έως το 2010, αν και η επίσημη περίοδος αναφοράς Κέπεν ήταν 1961-1990. Σύμφωνα με τις τρέχουσες μετρήσεις η θερμοκρασία έχει αυξηθεί κατά τα έτη 1991-2009 σε σχέση με την τελευταία σειρά. Η αύξηση αυτή είναι κατά μέσο όρο περίπου 1,0 °C για όλους τους μήνες. Η θέρμανση είναι πιο έντονη τους χειμερινούς μήνες, με αύξηση άνω των 2,0 °C τον Ιανουάριο[60]. Για τις μετρήσεις 2002-2014 διαπιστώθηκαν περαιτέρω αυξήσεις, αν και ορισμένοι μήνες όπως ο Ιούνιος ήταν σχετικά χωρίς μεταβολή.
Η υψηλότερη θερμοκρασία που σημειώθηκε ποτέ στη Στοκχόλμη ήταν 36 °C στις 3 Ιουλίου 1811. Η χαμηλότερη ήταν -32 °C στις 20 Ιανουαρίου 1814.[61] Η θερμοκρασία δεν έπεσε κάτω από -25,1 °C (-13,2 °F) από τις 10 Ιανουαρίου 1987..[62][63]
Η ετήσια βροχόπτωση είναι 531 χιλιοστά με περίπου 170 υγρές ημέρες και ελαφριά έως μέτρια καθ 'όλη τη διάρκεια του έτους. Η κατακρήμνιση δεν είναι ομοιόμορφα κατανεμημένη καθ 'όλη τη διάρκεια του έτους. Στο δεύτερο εξάμηνο του έτους είναι 50% μεγαλύτερη από το πρώτο εξάμηνο. Οι χιονοπτώσεις συμβαίνουν κυρίως από τον Δεκέμβριο μέχρι τον Μάρτιο, αλλά μερικές φορές και στα τέλη Οκτωβρίου καθώς και τον Απρίλιο.
Στη Στοκχόλμη μπορεί να παρατηρηθεί περιστασιακά το βόρειο σέλας.
Κλιματικά δεδομένα Στοκχόλμη, 1981–2010 (Κατακρημνίσεις και Ηλιοφάνεια 1961–1990, Ακρότατα 1901–σήμερα)[64] | |||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Μήνας | Ιαν | Φεβ | Μάρ | Απρ | Μάι | Ιούν | Ιούλ | Αύγ | Σεπ | Οκτ | Νοε | Δεκ | Έτος |
Υψηλότερη Μέγιστη °C (°F) | 11.0 | 12.2 | 17.8 | 26.1 | 29.0 | 32.2 | 34.6 | 35.4 | 25.5 | 20.2 | 14.0 | 12.7 | 35,4 |
Μέση Μέγιστη °C (°F) | 0.5 | 0.6 | 3.9 | 9.9 | 16.4 | 20.1 | 23.0 | 21.4 | 15.8 | 9.9 | 4.8 | 1.7 | 10,7 |
Μέση Μηνιαία °C (°F) | −1.6 | −1.7 | 1.2 | 6.0 | 11.7 | 15.7 | 18.8 | 17.6 | 12.7 | 7.7 | 3.0 | −0.3 | 7,6 |
Μέση Ελάχιστη °C (°F) | −3.7 | −3.9 | −1.5 | 2.1 | 7.0 | 11.3 | 14.5 | 13.8 | 9.6 | 5.5 | 1.2 | −2.3 | 4,5 |
Χαμηλότερη Ελάχιστη °C (°F) | −28.2 | −25.5 | −22 (−8) |
−11.5 | −4.5 | 1.0 | 6.0 | 4.8 | −1.5 | −9 | −17 (1) |
−21 (−6) |
−28,2 |
Υετός mm (ίντσες) | 39 | 27 | 29 | 29 | 32 | 55 | 65 | 59 | 52 | 49 | 47 | 45 | 531 |
Μέσες ημέρες κατακρημνίσεων (≥ 1.0 mm) | 9 | 7 | 7 | 6 | 6 | 9 | 9 | 9 | 8 | 9 | 10 | 10 | 100 |
Μέσες μηνιαίες ώρες ηλιοφάνειας | 40 | 72 | 135 | 185 | 276 | 292 | 260 | 221 | 154 | 99 | 54 | 33 | 1.821 |
Πηγή: Météo Climat [65], SMHI[66] and Weather Atlas[67] |
Η θέση της Στοκχόλμης, νότια του 60ου βόρειου παράλληλου, σημαίνει ότι ο αριθμός των ωρών της ημέρας είναι σχετικά μικρός κατά τη διάρκεια του χειμώνα - περίπου έξι ώρες - ενώ τον Ιούνιο και το πρώτο εξάμηνο του Ιουλίου οι νύχτες είναι σχετικά σύντομες και περίπου 18 ώρες ημέρα. Γύρω από το θερινό ηλιοστάσιο ο ήλιος δεν φθάνει ποτέ περισσότερο από 7,3 μοίρες κάτω από τον ορίζοντα.[68] Αυτό δίνει στον ουρανό ένα λαμπερό μπλε χρώμα το καλοκαίρι, όταν ο ήλιος έχει δύσει, γιατί δεν σκοτεινιάζει περισσότερο από το λυκαυγές. Επίσης κοιτάζοντας ευθεία προς το ζενίθ λίγα αστέρια είναι ορατά μετά τη δύση του ήλιου. Αυτό δεν πρέπει να συγχέεται με τον ήλιο του μεσονυχτίου, που εμφανίζεται βόρεια του Αρκτικού Κύκλου, περίπου 7 βαθμούς βορειότερα.
Το Δημοτικό Συμβούλιο της Στοκχόλμης (Σουηδικά: Stockholms kommunfullmäktige) είναι η τοπική συνέλευση. Οι 101 σύμβουλοί του εκλέγονται ταυτόχρονα με τις γενικές εκλογές, για το Riksdag και τα περιφερειακά συμβούλια. Το Συμβούλιο συνεδριάζει δύο φορές κάθε μήνα στο Δημαρχείο της Στοκχόλμης και οι συνελεύσεις είναι ανοιχτές στο κοινό. Τα θέματα επί των οποίων αποφασίζουν οι σύμβουλοι έχουν γενικά ήδη συνταχθεί και συζητηθεί από διάφορα συμβούλια και επιτροπές.[69]
Η εκλεγμένη πλειοψηφία έχει ένα Δήμαρχο και οκτώ Αντιδήμαρχους. Ο Δήμαρχος και κάθε Αντιδήμαρχος της πλειοψηφία είναι επικεφαλής ενός τμήματος, αρμόδιου για ένα συγκεκριμένο αντικείμενο, όπως ο Πολεοδομικός Σχεδιασμός. Η αντιπολίτευση έχει επίσης τέσσερις Αντιδήμαρχους, αλλά δεν διαθέτουν εκτελεστική εξουσία. Μαζί ο Δήμαρχος και οι 12 Αντιδήμαρχοι σχηματίζουν το Συμβούλιο των Δημάρχων και προετοιμάζουν τα θέματα για τη Δημοτική Εκτελεστική Επιτροπή. Ο Δήμαρχος κατέχει ιδιαίτερη θέση μεταξύ των Αντιδημάρχων, προεδρεύοντας τόσο του Συμβουλίου των Δημάρχων όσο και της Δημοτικής Εκτελεστικής Επιτροπής[69].
Η Δημοτική Εκτελεστική Επιτροπή (Σουηδικά: Kommunstyrelsen) εκλέγεται από το Δημοτικό Συμβούλιο και μπορεί να θεωρηθεί ως το ισοδύναμο ενός υπουργικού συμβουλίου. Γνωμοδοτεί για όλα τα θέματα που αποφασίζει το Συμβούλιο και φέρει τη γενική ευθύνη για την παρακολούθηση, την αξιολόγηση και την εκτέλεση των αποφάσεών του. Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι επίσης υπεύθυνο για τη δημοσιονομική διαχείριση και τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη. Η Δημοτική Εκτελεστική Επιτροπή αποτελείται από 13 μέλη, που αντιπροσωπεύουν τόσο την πλειοψηφία όσο και την αντιπολίτευση. Οι συνεδριάσεις του δεν είναι ανοικτές στο κοινό[69].
Μετά τις δημοτικές εκλογές της Στοκχόλμης το 2018, η πλειοψηφία των εδρών στο δημοτικό συμβούλιο κατέχεται επί του παρόντος από κεντροδεξιά πλειοψηφία και Δήμαρχος της Στοκχόλμης (Finansborgarråd) είναι η Ανα Κένιγκ Γέρλμιρ από το Κόμμα Μετριοπαθών.
Η συντριπτική πλειονότητα των κατοίκων της Στοκχόλμης εργάζεται στον κλάδο των υπηρεσιών, που αντιπροσωπεύει περίπου το 85% των θέσεων εργασίας στην πόλη. Η σχεδόν ολική απουσία βαριάς βιομηχανίας (και μονάδων παραγωγής ενέργειας από ορυκτά καύσιμα) καθιστά τη Στοκχόλμη μία από τις καθαρότερες μητροπόλεις του κόσμου. Την τελευταία δεκαετία δημιουργήθηκε σημαντικός αριθμός θέσεων εργασίας σε εταιρείες υψηλής τεχνολογίας. Οι μεγάλοι εργοδότες περιλαμβάνουν τις IBM, Ericsson και Electrolux. Ένα σημαντικό κέντρο Τεχνολογίαw πληροφοριών βρίσκεται στο Κίστα, στη βόρεια Στοκχόλμη.
Η Στοκχόλμη είναι το οικονομικό κέντρο της Σουηδίας. Σημαντικές σουηδικές τράπεζες, όπως oi Swedbank, Handelsbanken και SEB, έχουν την έδρα τους στη Στοκχόλμη, όπως και οι μεγάλες ασφαλιστικές εταιρείες Skandia, Folksam και Trygg-Hansa. Η Στοκχόλμη φιλοξενεί επίσης το κύριο χρηματιστήριο της Σουηδίας, το Χρηματιστήριο της Στοκχόλμης (Stockholmsbörsen). Επιπλέον περίπου το 45% των σουηδικών εταιρειών με περισσότερους από 200 εργαζομένους έχουν την έδρα τους στη Στοκχόλμη[70]. Η πασίγνωστη H&M λιανικής πώλησης ρούχων έχει επίσης την έδρα της στην πόλη. Τα τελευταία χρόνια ο τουρισμός παίζει σημαντικό ρόλο στην οικονομία της πόλης. Η περιφέρεια της Στοκχόλμης κατατάσσεται ως ο δέκατος τουριστικός προορισμός στην Ευρώπη, με πάνω από 10 εκατομμύρια διανυκτερεύσεις ετησίως. Μεταξύ 44 ευρωπαϊκών πόλεων στη Στοκχόλμη σημειώθηκε η 6η μεγαλύτερη αύξηση του αριθμού των διανυκτερεύσεων κατά την περίοδο 2004-2008[71].
Οι μεγαλύτερες εταιρείες στη Στοκχόλμη, ανά αριθμό εργαζομένων (2017)[72]
Η έρευνα και η τριτοβάθμια εκπαίδευση για τις επιστήμες άρχισαν στη Στοκχόλμη τον 18ο αιώνα, με την ιατρική εκπαίδευση και διάφορους ερευνητικούς οργανισμούς όπως το Αστεροσκοπείο της Στοκχόλμης. Η ιατρική εκπαίδευση διαμορφώθηκε τελικά το 1811 ως Ινστιτούτο Καρολίνσκα. Το Βασιλικό Ινστιτούτο Τεχνολογίας (Kungliga Tekniska högskolan ή KTH) ιδρύθηκε το 1827 και είναι σήμερα το μεγαλύτερο τεχνολογικό ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης της Σκανδιναβίας με 13.000 σπουδαστές. Το Πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης, που ιδρύθηκε το 1878 με το πανεπιστημιακό καθεστώς να της χορηγείται το 1960, είχε 52.000 φοιτητές το 2008. Περιλαμβάνει επίσης πολλά ιστορικά ιδρύματα, όπως το Αστεροσκοπείο, το Σουηδικό Μουσείο Φυσικής Ιστορίας και ο βοτανικός κήπο Bergianska trädgården. Η Οικονομική Σχολή της Στοκχόλμης, που ιδρύθηκε το 1909, είναι ένας από τους λίγους ιδιωτικούς φορείς τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στη Σουηδία.
Στις καλές τέχνες τα εκπαιδευτικά ιδρύματα περιλαμβάνουν τη Βασιλική Σχολή Μουσικής, που η ιστορία της ανάγεται στο ωδείο που ιδρύθηκε ως τμήμα της Βασιλικής Σουηδικής Μουσικής Ακαδημίας το 1771, τη Βασιλική Πανεπιστημιακή Σχολή Καλών Τεχνών, που έχει παρόμοια ιστορική σχέση με τη Βασιλική Σουηδική Ακαδημία Τεχνών και την ίδρυση της το 1735 και τη Σουηδική Εθνική Ακαδημία Mίμησης και Ηθοποιίας, που είναι η συνέχεια της σχολής του Βασιλικού Δραματικού Θεάτρου, όπου κάποτε μαθήτευσε η Γκρέτα Γκάρμπο. Άλλες σχολές είναι η σχολή ντιζάιν Κόνστφακ, που ιδρύθηκε το 1844, η Πανεπιστημιακή Σχολή Οπερας (ιδρύθηκε το 1968, αλλά με παλαιότερες ρίζες), η Πανεπιστημιακή Σχολή Χορού και η Stockholms Musikpedagogiska Institut (Πανεπιστημιακή Σχολή Μουσικής Εκπαίδευσης).
Η Πανεπιστημιακή Σχολή Σέντερτερν ιδρύθηκε το 1995 ως πολυθεματικό ίδρυμα για τη Νότια Μητροπολιτική Στοκχόλμη, για να εξισορροπήσει τα πολλά ιδρύματα που βρίσκονται στο βόρειο τμήμα της περιφέρειας.
Άλλα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης είναι:
Το μεγαλύτερο παράπονο των φοιτητών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στη Στοκχόλμη είναι η έλλειψη φοιτητικών καταλυμάτων, η δυσκολία στην εξεύρεση άλλων καταλυμάτων και τα υψηλά ενοίκια.[73][74].
Έτος | Πληθ. | ±% |
---|---|---|
1252 | 100 | — |
1289 | 3.000 | +2900.0% |
1460 | 6.000 | +100.0% |
1500 | 7.000 | +16.7% |
1523 | 3.000 | −57.1% |
1582 | 9.000 | +200.0% |
1600 | 9.000 | +0.0% |
1635 | 16.000 | +77.8% |
1650 | 30.000 | +87.5% |
1685 | 60.000 | +100.0% |
1700 | 40.000 | −33.3% |
1725 | 48.800 | +22.0% |
1750 | 58.400 | +19.7% |
1775 | 72.300 | +23.8% |
Έτος | Πληθ. | ±% |
---|---|---|
1800 | 75.800 | — |
1810 | 65.600 | −13.5% |
1820 | 75.700 | +15.4% |
1830 | 80.400 | +6.2% |
1840 | 83.600 | +4.0% |
1850 | 93.070 | +11.3% |
1860 | 109.878 | +18.1% |
1870 | 133.597 | +21.6% |
1880 | 167.868 | +25.7% |
1890 | 245.331 | +46.1% |
1900 | 300.523 | +22.5% |
1910 | 343.832 | +14.4% |
1920 | 419.788 | +22.1% |
1930 | 502.203 | +19.6% |
1940 | 590.543 | +17.6% |
1950 | 744.562 | +26.1% |
1960 | 808.603 | +8.6% |
1970 | 744.911 | −7.9% |
1980 | 647.214 | −13.1% |
1990 | 674.452 | +4.2% |
2000 | 750.348 | +11.3% |
2010 | 847.073 | +12.9% |
Στην περιοχή της Στοκχόλμης κατοικεί περίπου το 22% του συνολικού πληθυσμού της Σουηδίας και παράγεται περίπου το 29% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της[75]. Η γεωγραφική έννοια της "Στοκχόλμης" έχει αλλάξει διαχρονικά. Στην αρχή του 19ου αιώνα η Στοκχόλμη συνίστατο σε μεγάλο βαθμό στην περιοχή που σήμερα είναι γνωστή ως Κέντρο της Πόλης, περίπου 35 km2 ή το ένα πέμπτο της σημερινής έκτασης του δήμου. Τις επόμενες δεκαετίες ενσωματώθηκαν αρκετές άλλες περιοχές (όπως ο Δήμος Μπρένκιρκ το 1913, οπότε είχε 25.000 κατοίκους και το Σπόνγκα το 1949). Τα όρια του δήμου ορίστηκαν το 1971, με εξαίρεση τη Χάνστα, που την αγόρασε ο Δήμος της Στοκχόλμης το 1982 από τον Δήμο Σολέντουνα και σήμερα είναι προστατευόμενος βιότοπος[76].
Από τον πληθυσμό 935.619 το 2016, 461.677 ήταν άνδρες και 473.942 γυναίκες. Η μέση ηλικία είναι 40 έτη. Το 40,1% του πληθυσμού είναι μεταξύ 20 και 44 ετών. 382.887 άτομα, ή το 40,9% του πληθυσμού, ηλικίας άνω των 15 ετών ήταν άγαμοι. 259.153 άτομα, ή το 27,7% του πληθυσμού, έγγαμοι. 99.524, ή 10.6% του πληθυσμού, διαζευγμένοι. 299.925 άτομα, ή το 32,1% των κατοίκων της Στοκχόλμης, έχουν μεταναστευτική ή μη σουηδική καταγωγή.[78]
Τον Οκτώβριο του 2018 στη Στοκχόλμη υπήρχαν 201.821 άτομα γεννημένα στο εξωτερικό. Η μεγαλύτερη ομάδα αυτών είναι οι Φινλανδοί (17.000), ακολουθούν οι Ιρακινοί (16.275), οι Πολωνοί (11.994) και οι Ιρανοί (11.429).
Οι κάτοικοι της Στοκχόλμης είναι γνωστοί ως "stockholmare". Οι γλώσσες που ομιλούνται στη Μείζονα Στοκχόλμη εκτός από τα Σουηδικά περιλαμβάνουν τα Φινλανδικά, μία από τις επίσημες μειονοτικές γλώσσες της Σουηδίας και τα Αγγλικά, καθώς και Βοσνιακά, Συριακά, Αραβικά, Τουρκικά, Κουρδικά, Περσικά, Ολλανδικά, Ισπανικά, Σερβικά και Κροατικά.
Ολόκληρη η μητροπολιτική περιοχή της Στοκχόλμης αποτελείται από 26 δήμους και έχει πληθυσμό άνω των 2,2 εκατομμυρίων,[79] γεγονός που την καθιστά την πολυπληθέστερη πόλη των Βόρειων Χωρών.[80]. Η αστική περιοχή της Στοκχόλμης, που ορίζεται μόνο για στατιστικούς σκοπούς, είχε συνολικό πληθυσμό 1.630.738 το 2015. Στους ακόλουθους δήμους, ορισμένες από τις περιοχές περιλαμβάνονται στην αστική περιοχή της Στοκχόλμης, αν και όχι όλες:
|
Πέρα από το γεγονός πως είναι μια μεγάλη πόλη με δραστήρια πολιτιστική ζωή, η Στοκχόλμη ως πρωτεύουσα στεγάζει επίσης πολλούς από τους εθνικούς πολιτιστικούς θεσμούς της Σουηδίας, συμπεριλαμβανομένων θεάτρων, όπερας και μουσείων. Υπάρχουν δύο αξιοθέατα χαρακτηριζόμενα από την UNESCO ως μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς: το Παλάτι Ντροττνινγκχόλμ και ένα μεγάλο κοιμητήριο, το Σκογκσκυρκογκέρντεν, που περιλαμβάνουν μερικά γνωστά παραδείγματα της αρχιτεκτονικής του Γκούνναρ Άσπλουντ. Το έτος 1998 η Στοκχόλμη ορίστηκε Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης.
Οι συγγραφείς που συνδέονται με τη Στοκχόλμη συμπεριλαμβάνουν τον ποιητή και τραγουδοποιό Καρλ Μίκαελ Μπέλμαν (1740-1795), τον μυθιστοριογράφο και θεατρικό συγγραφέα Όγκουστ Στρίντμπεργκ (1849-1912) και τον μυθιστοριογράφο Χιάλμαρ Σέντερμπεργκ (1869-1941).
Ο Mάρτιν Μπεκ είναι ένας μυθιστορηματικός Σουηδός αστυνομικός ντεντέκτιβ από τη Στοκχόλμη, που είναι ο κύριος χαρακτήρας μιας σειράς 10 μυθιστορημάτων των Μάι Σγέβαλ και Περ Βάλεε, με συλλογικό τίτλο "Η ιστορία ενός Εγκλήματος" και συνήθως με δράση στη Στοκχόλμη.
Άλλοι συγγραφείς με σημαντική κληρονομιά στη Στοκχόλμη ήταν ο Νομπελίστας Eϊβιντ Γιόνσον (1900-1976) και ο λαϊκός ποιητής και συνθέτης Εβερτ Tάουμπε (1890-1976). Ο μυθιστοριογράφος Περ Αντερς Φόγκελστρεμ (1917-1998) έγραψε μια δημοφιλή σειρά ιστορικών μυθιστορημάτων που περιγράφουν τη ζωή στη Στοκχόλμη από τα μέσα του 18ου μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα.
Η Στοκχόλμη είναι μια από τις ομορφότερες πόλεις της Βόρειας Ευρώπης, με παλάτια, κήπους, κτήρια τετραώροφα μέχρι πενταόροφα πραγματικά κομψοτεχνήματα, με εκκλησίες επιβλητικού μεγέθους και ένα πλήθος από Μουσεία και γέφυρες που τη χαρακτηρίζουν «Βενετία του Βορρά», και δικαιολογημένα, αφού είναι κτισμένη πάνω σε 14 νησίδες όπου η λίμνη Μέλαρεν συναντάται με τον κόλπο Σάλτσιεν. Έντονη νυκτερινή ζωή δεν έχει. Αντ΄ αυτής, όμως, προσφέρει μια γαλήνια ηρεμία που βρίσκουν άνθρωποι 70 περίπου διαφορετικών φυλών που την κατοικούν, εκτός από τους γηγενείς κατοίκους. Σημαντικότερο σημείο είναι το ξενοδοχείο Grand Hotel στο οποίο και γίνονται οι απονομές των 6 βραβείων Νόμπελ (εκτός εκείνου της ειρήνης, που γίνεται στο Όσλο), κάθε χρόνο στις 10 Δεκεμβρίου από τον Βασιλέα.
Το παλαιότερο τμήμα της πόλης είναι το Γκάμλα σταν (Παλιά Πόλη), που βρίσκεται στα αρχικά μικρά νησιά των παλαιότερων οικισμών της πόλης (Σταντσχόλμεν, Ρινταρχόλμεν και Χέλγκεντσχολμεν - οι ονομασίες αυτές έχουν ως δεύτερο συνθετικό τη λέξη χόλμεν-holmen που σημαίνει νήσος) και αποτελεί δείγμα της μεσαιωνικής μορφής των δρόμων. Εδώ βρίσκονται και τα σπουδαιότερα κτήρια της πόλης, μάλιστα στην τρίτη νήσο, το Χέλγκεντσχολμεν, ο Βασιλιάς Μπίργιερ Γιαρλ δημιούργησε το 1252 τον πυρήνα της πόλης, που το 1436 έγινε πρωτεύουσα της Σουηδίας. Εδώ είναι και η ιστορική πλατεία Στόρτοργκετ που τον Νοέμβριο του 1520, ενώ είχε γεμίσει με κόσμο για να παρακολουθήσει τη στέψη του Δανού Βασιλιά Χριστιανού Β΄, στον θρόνο της Σουηδίας, σφάχθηκαν 80 Σουηδοί ευγενείς από τους Δανούς στρατιώτες, γεγονός που απετέλεσε την απαρχή του αγώνα της ανεξαρτησίας. Ανάμεσα σε εκείνους που σφαγιάσθηκαν ήταν και ο πατέρας του Γουσταύου Βάσα, που το 1523 κατάφερε να την απελευθερώσει και να στεφθεί αυτός Βασιλιάς. Από τότε ξεκίνησε και η νέα εποχή της πόλης και η χρυσή εποχή για τη Σουηδία.
Ορισμένα αξιοσημείωτα κτίρια του Γκάμλα σταν είναι η μεγάλη Γερμανική εκκλησία (Tyska kyrkan) και πολλά αρχοντικά και ανάκτορα: το Ρίνταρχουσετ (ο Οίκος των Ευγενών) και τα ανάκτορα Μπόντε, Τεσίν και Ούξενχανα.
Το παλαιότερο κτίριο στη Στοκχόλμη είναι το Ρίνταρχολμσκίρκαν από τα τέλη του 13ου αιώνα. Μετά από μια πυρκαγιά το 1697, όταν το αρχικό μεσαιωνικό κάστρο καταστράφηκε, το παλάτι της Στοκχόλμης ανεγέρθηκε σε ρυθμό μπαρόκ. Ο Καθεδρικός ναός Στόρκυρκαν, έδρα του επισκόπου της Στοκχόλμης, βρίσκεται δίπλα στο κάστρο. Ιδρύθηκε τον 13ο αιώνα, αλλά εξωτερικά έχει μπαρόκ επένδυση, που χρονολογείται από τον 18ο αιώνα.
Ήδη από τον 15ο αιώνα η πόλη είχε επεκταθεί έξω από τα αρχικά όριά της. Ορισμένα προ-βιομηχανικά κτίρια μικρής κλίμακας από την εποχή αυτή εξακολουθούν να υπάρχουν στο Σέντερμαλμ. Κατά τον 19ο αιώνα και την εποχή της εκβιομηχάνισης η Στοκχόλμη μεγάλωσε γρήγορα, με σχέδια και αρχιτεκτονική εμπνευσμένα από τις μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις, όπως το Βερολίνο και η Βιέννη. Αξιοσημείωτα έργα αυτής της χρονικής περιόδου είναι δημόσια κτίρια όπως η Βασιλική Σουηδική Όπερα και ιδιωτικά, όπως οι πολυτελείς κατοικίες στο Στράντβεγκεν.
Τον 20ο αιώνα μια εθνικιστική ώθηση ανέδειξε ένα νέο αρχιτεκτονικό ρυθμό, εμπνευσμένο από τη μεσαιωνική και αναγεννησιακή κληρονομιά καθώς και τις επιρροές του ρυθμού Γιούγκεντ / Αρ Νουβό. Ένα σημαντικό τοπόσημο της Στοκχόλμης, το Δημαρχείο, ανεγέρθηκε το 1911-1923 από τον αρχιτέκτονα Ράγκναρ Εστμπεργκ. Άλλα αξιοσημείωτα έργα αυτών των χρόνων είναι η Δημόσια Βιβλιοθήκη της Στοκχόλμης και το Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς Σκογκσκυρκογκάρντεν.
Τη δεκαετία του 1930, καθώς η πόλη μεγάλωνε, την ανάπτυξή της χαρακτήρισε ο μοντερνισμός. Νέες οικιστικές περιοχές ξεπήδησαν, όπως εκείνη στο Γκέρντετ, ενώ στην ανάπτυξη προστέθηκαν και οι βιομηχανίες, όπως η KF στο Κβαρνχόλμεν του δήμου Νάκα. Τη δεκαετία του 1950 η ανάπτυξη των προαστίων εισήλθε σε νέα φάση με την κατασκευή του μετρό της Στοκχόλμης. Οι νεωτεριστικοί οικισμοί Βέλινγκμπι και Φάρστα έλαβαν διεθνείς επαίνους. Τη δεκαετία του 1960 αυτή η ανάπτυξη των προαστίων συνεχίστηκε, αλλά με την αισθητική της εποχής, τα βιομηχανικά κτίρια και οι μαζικής παραγωγής πολυκατοικίες υπέστησαν σφοδρή κριτική.
Την ίδια στιγμή που έγινε αυτή η προαστιακή ανάπτυξη, οι πιο κεντρικές περιοχές της κυρίως πόλης ανασχεδιάστηκαν, γνωστές ως Norrmalmsregleringen. Ο Σέργκελς Τοργκ, με τους πενταόροφους πύργους γραφείων του, δημιουργήθηκε στη δεκαετία του 1960 και ακολούθησε η πλήρης εκκαθάριση μεγάλων εκτάσεων για να δοθεί χώρος για νέα αναπτυξιακά έργα. Τα πιο αξιοσημείωτα κτίρια από την περίοδο αυτή περιλαμβάνουν το συγκρότημα του Οίκου του Πολιτισμού, το Δημοτικό Θέατρο και η Riksbank (Κεντρική Τράπεζα) στο Σέργκελς Τοργκ, σχεδιασμένη από τον αρχιτέκτονα Πέτερ Κέλσινγκ.
Τη δεκαετία του 1980 άρχισαν να αμφισβητούνται οι ιδέες σχεδιασμού του μοντερνισμού, με αποτέλεσμα προάστια με πυκνότερο σχεδιασμό, όπως το Σκάρνπεκ. Τη δεκαετία του 1990 αυτή η ιδέα προωθήθηκε περαιτέρω με την ανάπτυξη μιας παλιάς βιομηχανικής περιοχής κοντά στην κυρίως πόλη, με αποτέλεσμα ένα είδος μείξης νεωτερικού και αστικού σχεδιασμού στη νέα περιοχή του Χάμαρμπι Σγέσταντ.
Ο Δήμος έχει διορίσει ένα επίσημο «συμβούλιο ομορφιάς» που ονομάζεται «Skönhetsrådet» για να προστατεύσει και να διατηρήσει την ομορφιά της πόλης.[82]
Η αρχιτεκτονική της Στοκχόλμης (μαζί με το Βίσμπυ, στο Γκότλαντ [83]) ) αποτέλεσε έμπνευση για τον Ιάπωνα σκηνοθέτη anime Χαγιάο Μιγιαζάκι, καθώς επιζητούσε μια εξιδανικευμένη πόλη ανέγγιχτη από Παγκόσμιο Πόλεμο. Το δημιούργημά του, ονόματι Κορίκο, αντλεί άμεσα από την αίσθηση του Μιγιαζάκι για τη Στοκχόλμη ως καλά δομημένης αρχιτεκτονικής ενότητας, ζωτικότητας, ανεξαρτησίας και ασφάλειας.[84]
Η Στοκχόλμη είναι μία από τις πόλεις με τα περισσότερα μουσεία στον κόσμο, με περίπου 100 μουσεία, που τα επισκέπτονται εκατομμύρια άνθρωποι κάθε χρόνο.[85]
Το Μουσείο Βάσα (Σουηδικό: Vasamuseet) είναι ένα ναυτικό μουσείο στο Γιουργκόρντεν, που εμφανίζει το μοναδικό σχεδόν τελείως άθικτο πλοίο του 17ου αιώνα που έχει ποτέ σωθεί, το πολεμικό πλοίο Βάσα με 64 κανόνια, που βυθίστηκε το 1628 στο παρθενικό του ταξίδι.
Το Nationalmuseum (Εθνικό Μουσείο) στεγάζει τη μεγαλύτερη συλλογή έργων τέχνης στη χώρα: 16.000 έργα ζωγραφικής και 30.000 αντικείμενα χειροτεχνίας. Η συλλογή χρονολογείται από τον 16ο αιώνα και από τότε έχει διευρυνθεί με έργα καλλιτεχνών όπως ο Ρέμπραντ και ο Αντουάν Βαττώ και αποτελεί βασικό κομμάτι της καλλιτεχνικής κληρονομιάς της Σουηδίας που εκδηλώνεται στα έργα των Αλεξάντερ Ρόσλιν, Άντερς Ζορν, Γιόχαν Τόμπιας Σέργκελ, Καρλ Λάρσον, Καρλ Φρέντρικ Χιλ και Ερνστ Γιόσεφσον. Από το 2013 έως το 2018 το μουσείο έκλεισε λόγω αποκατάστασης του κτιρίου[86].
Το Moderna Museet (Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης) είναι το εθνικό μουσείο σύγχρονης τέχνης της Σουηδίας. Έχει έργα γνωστών σύγχρονων καλλιτεχνών όπως ο Πικάσο και ο Σαλβαδόρ Νταλί.
Το Σκάνσεν είναι συνδυασμένο υπαίθριο μουσείο και ζωολογικός κήπος, που βρίσκεται στο νησί Γιουργκόρντεν. Ιδρύθηκε το 1891 από τον Αρτουρ Χαζέλιους (1833-1901) για να δείξει τον τρόπο ζωής στα διάφορα μέρη της Σουηδίας πριν από τη βιομηχανική εποχή.
Άλλα σημαντικά μουσεία :
Η Στοκχόλμη διαθέτει μια ζωντανή σκηνή τέχνης με πολλά διεθνώς αναγνωρισμένα κέντρα τέχνης και εμπορικές γκαλερί. Μεταξύ άλλων ιδιωτικές πρωτοβουλίες, όπως η Bonniers Konsthall και η Magasin 3, και ιδρύματα που υποστηρίζονται από το κράτος, όπως η Tensta Konsthall και η Index, εκθέτουν κορυφαίους διεθνείς και εθνικούς καλλιτέχνες. Τα τελευταία χρόνια δημιουργήθηκε μια περιοχή με γκαλερί γύρω από το Hudiksvallsgatan, όπου βρίσκονται κορυφαίες γκαλερί όπως οι Andréhn-Schiptjenko και Brändström & Stene. Άλλες σημαντικές εμπορικές γκαλερί περιλαμβάνουν τη Nordenhake, τη Milliken Gallery και τη Galleri Magnus Karlsson.
Τα προάστια της Στοκχόλμης είναι μέρη με ποικίλο πολιτιστικό υπόβαθρο. Ορισμένες περιοχές στα εσωτερικά προάστια, συμπεριλαμβανομένων των περιοχών Skärholmen, Tensta, Jordbro, Fittja, Husby, Brandbergen, Rinkeby, Rissne, Kista, Hagsätra, Hässelby, Farsta, Rågsved, Flemingsberg και το εξωτερικό προάστιο Södertälje, έχουν υψηλά ποσοστά μεταναστών πρώτης ή δεύτερης γενιάς. Αυτοί προέρχονται κυρίως από τη Μέση Ανατολή (Ασσύρια, Σύροι, Τούρκοι και Κούρδοι) και Βόσνιοι και Σέρβοι, αλλά υπάρχουν και μετανάστες από την Αφρική, τη Νοτιοανατολική Ασία και τη Λατινική Αμερική.[87][88] Άλλα τμήματα των εσωτερικών προαστίων, όπως τα Täby, Danderyd, Lidingö, Flysta και καθώς και μερικά από τα προάστια που αναφέρονται παραπάνω, έχουν πλειοψηφία Σουηδών.
Διακεκριμένα μεταξύ των πολλών θεάτρων της Στοκχόλμης είναι το Βασιλικό Δραματικό Θέατρο (Kungliga Dramatiska Teatern), ένα από τα πιο γνωστά θέατρα της Ευρώπης, και η Βασιλική Σουηδική Όπερα, που εγκαινιάστηκε το 1773.
Άλλα αξιοσημείωτα θέατρα είναι το Δημοτικό Θέατρο της Στοκχόλμης (Stockholms stadsteater), η Λαϊκή Όπερα (Folkoperan), το Σύγχρονο Θέατρο Χορού (Moderna dansteatern), το Κινέζικο Θέατρο, το Θέατρο Göta Lejon, το θέατρο Mosebacke και το θέατρο Όσκαρ.
Το Gröna Lund είναι ένα πάρκο ψυχαγωγίας που βρίσκεται στο νησί Γιουργκόρντεν. Αυτό το πάρκο ψυχαγωγίας έχει πάνω από 30 ατραξιόν και πολλά εστιατόρια. Είναι δημοφιλές τουριστικό αξιοθέατο και δέχεται καθημερινά χιλιάδες επισκέπτες. Είναι ανοιχτό από τα τέλη Απριλίου ως τα μέσα Σεπτεμβρίου. Το Gröna Lund λειτουργεί επίσης ως χώρος συναυλιών.
Η Στοκχόλμη είναι το κέντρο των μέσων ενημέρωσης της Σουηδίας Διαθέτει τέσσερις ημερήσιες εφημερίδες σε εθνικό επίπεδο και είναι επίσης η κεντρική έδρα των χρηματοδοτούμενων από το δημόσιο ραδιόφωνου (SR) και τηλεόρασης (SVT). Επιπλέον όλα τα άλλα μεγάλα τηλεοπτικά κανάλια έχουν την έδρα τους στη Στοκχόλμη, όπως: TV3, TV4 και TV6. Όλα τα μεγάλα περιοδικά βρίσκονται επίσης στη Στοκχόλμη, όπως και ο μεγαλύτερος εκδότης λογοτεχνίας, ο όμιλος Bonnier. Το πιο ευπώλητο βιντεοπαιχνίδι του κόσμου Minecraft δημιουργήθηκε στη Στοκχόλμη από το Μάρκους 'Νοτς' Πέρσον το 2009 και η εταιρεία του Mojang εδρεύει εκεί.
Τα δημοφιλέστερα αθλήματα με θεατές είναι το ποδόσφαιρο και το χόκεϊ επί πάγου. Οι τρεις πιο δημοφιλείς ποδοσφαιρικοί σύλλογοι της Στοκχόλμης είναι οι AIK, Τζουργκάρντεν IΦ και Χάμαρμπυ ΙΦ, που όλοι παίζουν στην πρώτη κατηγορία, την Άλσβενσκαν. Η AIK παίζει στο εθνικό γήπεδο ποδοσφαίρου της Σουηδίας, το Friends Arena στο Σόλνα, με χωρητικότητα 54.329. Οι Τζουργκάρντεν IΦ και Χάμαρμπυ παίζουν στο Tele2 Arena στο Γιοχάνεσσοφ, με χωρητικότητα 30.000 θεατών.
Και τα τρία είναι πολυ-αθλητικά σωματεία και έχουν ομάδες χόκεϊ επί πάγου (η Τζουργκάρντεν IΦ παίζει στην πρώτη κατηγορία, η AIK στη δεύτερη και η Χάμαρμπυ στην τρίτη), καθώς και ομάδες μπάντυ, μπάσκετ, το φλόρμπολ και άλλων αθλημάτων, συμπεριλαμβανομένων και ατομικών.
Η πόλη φιλοξένησε τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1912. Από τότε χρονολογείται το Stockholms Olympiastadion, που έχει έκτοτε φιλοξένησε πολυάριθμα αθλητικά γεγονότα, κυρίως ποδόσφαιρου και στίβου. Άλλοι σημαντικοί αθλητικοί χώροι είναι το Friends Arena, το νέο εθνικό στάδιο ποδοσφαίρου, το Stockholm Globe Arena, ένας αθλητικός χώρος για πολλά αθλήματα και ένα από τα μεγαλύτερα σφαιρικά κτίρια στον κόσμο, και το γειτονικό κλειστό γήπεδο Hovet.
Εκτός από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1912 η Στοκχόλμη φιλοξένησε τους Ολυμπιακούς Αγώνες Ιππασίας του 1956 και το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Ποδοσφαίρου 1992. Η πόλη ήταν επίσης δεύτερη στην επιλογή για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004, μετά την Αθήνα, που τους διοργάνωσε. Η Στοκχόλμη φιλοξένησε το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου 1958. Η Στοκχόλμη είναι από κοινού υποψήφια με το Ορε για τους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του 2026 που ανταγωνίζονται την άλλη κοινή υποψηφιότητα Μιλάνου / Κορτίνα ντ' Αμπέτσο της Ιταλίας και αν επιλεγεί θα είναι η δεύτερη πόλη που θα διοργανώσει Θερινούς και Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες μετά το Πεκίνο και αν επιλεγεί για τους Χειμερινούς Παραολυμπιακούς Αγώνες του 2026 θα είναι επίσης η δεύτερη πόλη που θα φιλοξενήσει τόσο Θερινούς όσο και Χειμερινούς Παραολυμπιακούς μετά το Πεκίνο και με το Ορε θα φιλοξενήσει και τις τρεις χειμερινές εκδηλώσεις, Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες, Χειμερινούς Παραολυμπιακους Αγώνες και Παγκόσμιους Χειμερινούς Αγώνες Special Olympics, που θα φιλοξενήσει το Ορε το 2021 μαζί με το Έστερσουντ. Η Στοκχόλμη επελέγη για τους Χειμερινούς Ολυμπιακούς του 2022 αλλά απέσυρε την υποψηφιότητά της το 2014 λόγω οικονομικών προβλημάτων.
Η Στοκχόλμη φιλοξένησε όλες εκτός από μία τις διοργανώσεις των Βόρειων Χωρών (1901-1926), χειμερινή εκδήλωση πολλών αθλημάτων, που προηγήθηκε των Χειμερινών Ολυμπιακών.
Το 2015 δημιουργήθηκε η ομάδα ράγκμπι Stockholms Kungar. Είναι η πρώτη ομάδα ράγκμπι της Στοκχόλμης και θα αγωνισθεί στο Εθνικό πρωτάθλημα ράγκμπι της Σουηδίας.
Κάθε χρόνο η Στοκχόλμη φιλοξενεί το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Κολύμβησης-Δρόμου ÖTILLÖ.[89]
Η Στοκχόλμη φιλοξενεί το Οπεν της Στοκχόλμης, ένα επαγγελματικό τουρνουά αντισφαίρισης της ATP από το 1969. Από το 1995 το τουρνουά φιλοξενείται στο Kungliga tennishallen.[90]
Η Στοκχόλμη είναι μία από τις καθαρότερες πρωτεύουσες του κόσμου. Η πόλη έλαβε το Ευρωπαϊκό Βραβείο Πράσινης Πρωτεύουσας για το 2010 από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ηταν η πρώτη «πράσινη πρωτεύουσα» της Ευρώπης.[93] Οι πόλεις των υποψηφίων αξιολογήθηκαν με διάφορους τρόπους: την κλιματική αλλαγή, τις τοπικές μεταφορές, τις δημόσιες περιοχές πρασίνου, την ποιότητα του αέρα, τον θόρυβο, τα απόβλητα, την κατανάλωση νερού, την επεξεργασία λυμάτων, τη βιώσιμη εκμετάλλευση της γης, τη βιοποικιλότητα και την περιβαλλοντική διαχείριση.[94] Από τις 35 συμμετέχουσες πόλεις επιλέχθηκαν οκτώ φιναλίστ: Στοκχόλμη, Άμστερνταμ, Μπρίστολ, Κοπεγχάγη, Φράιμπουργκ, Αμβούργο, Μίνστερ και Όσλο[95]. Μερικοί από τους λόγους για τους οποίους η Στοκχόλμη κέρδισε το Ευρωπαϊκό Βραβείο Πράσινης Πρωτεύουσας 2010 ήταν: το ολοκληρωμένο διοικητικό της σύστημα, που διασφαλίζει ότι οι περιβαλλοντικές πτυχές εξετάζονται στους προϋπολογισμούς, τον επιχειρησιακό προγραμματισμό, την υποβολή εκθέσεων και το διαρκή έλεγχο, η μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατά 25% ανά κάτοικο σε δέκα χρόνια · και η απόφασή της να απαλλαγεί από τα ορυκτά καύσιμα μέχρι το 2050.[94]. Η Στοκχόλμη έχει από καιρό επιδείξει μέριμνα για το περιβάλλον. Το σημερινό περιβαλλοντικό πρόγραμμα της πόλης είναι το πέμπτο από την υιοθέτηση του πρώτου στα μέσα της δεκαετίας του 1970.[96] Το 2011 η Στοκχόλμη παρέδωσε τον τίτλο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Πρωτεύουσας στο Αμβούργο της Γερμανίας[95].
Στις αρχές του 2010, η Στοκχόλμη ξεκίνησε το πρόγραμμα Επισκέψεων Επαγγελματικής Μελέτης,[97] προκειμένου να μοιραστεί τις βέλτιστες πράσινες πρακτικές της. Το πρόγραμμα παρέχει στους επισκέπτες τη δυνατότητα να μάθουν να αντιμετωπίζουν μεταξύ άλλων προβλήματα όπως η διαχείριση αποβλήτων, ο πολεοδομικός σχεδιασμός, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και το βιώσιμο και αποδοτικό σύστημα μεταφορών.[93]
Σύμφωνα με το Παρατηρητήριο Ευρωπαϊκών Πόλεων 2010[98] Η Στοκχόλμη είναι η καλύτερη πόλη όσον αφορά την απαλλαγή από τη ρύπανση. Περιβαλλόμενη από 219 προστατευόμενους βιότοπους, η Στοκχόλμη διαθέτει περίπου 1.000 χώρους πρασίνου, που αντιστοιχούν στο 30% της περιοχής της πόλης.[99] Ιδρυμένο το 1995, το Βασιλικό Εθνικό Δημοτικό Πάρκο είναι το πρώτο νομικά προστατευόμενο "εθνικό αστικό πάρκο" στον κόσμο.[100][101] Το νερό στη Στοκχόλμη είναι τόσο καθαρό ώστε οι άνθρωποι μπορούν να βουτήξουν και να ψαρεύουν στο κέντρο της πόλης. Πραγματικά τα νερά του κέντρου της Στοκχόλμης χρησιμεύουν ως τόποι αναπαραγωγής για πολλά είδη ψαριών, μεταξύ άλλων πέστροφας και του σολομού. Όσον αφορά τις εκπομπές CO2 ο στόχος της κυβέρνησης είναι η Στοκχόλμη να είναι ελεύθερη από CO2 πριν από το 2050.[99]
Η Στοκχόλμη είχε προβληματικά επίπεδα σωματιδίων (PM10) εξαιτίας των χειμωνιάτικων ελαστικών με καρφιά αλλά από το 2016 τα επίπεδα είναι κάτω από τα όρια, μετά από απαγορεύσεις συγκεκριμένων οδών. Αντιθέτως το σημερινό πρόβλημα (2016) είναι τα οξείδια του αζώτου που εκπέμπονται από τα πετρελαιοκίνητα οχήματα. Το 2016 τα μέσα επίπεδα αστικού περιβάλλοντος ήταν: NO2 11 μg / m3, NOx 14 μg / m3, PM10 12 μg / m3, PM2,5 4,9 μg / m3, αιθάλη 0,4 μg / m3, πολύ λεπτά σωματίδια 6200 / cm3, CO 0,2 mg / m3, SO2 0,4 μg / m3, όζον 51 μg / m3. Για τον δρόμο (τη Χορσγκάταν με πυκνή κυκλοφορία) τα μέσα επίπεδα ήταν: NO2 43 μg / m3, NOx 104 μg / m3, PM10 23 μg / m3, PM2,5 5,9 μg / m3, αιθάλη 1,0 μg / m3, πολύ λεπτά σωματίδια 17100 / cm3, CO 0,3 mg / m3, όζον 31 μg / m3[102]
Η Στοκχόλμη διαθέτει εκτεταμένο σύστημα δημόσιων μεταφορών, που αποτελείται από το Μετρό της Στοκχόλμης (Σουηδικά: Tunnelbanan), με επτά γραμμές (10, 11, 13, 14, 17, 18, 19), τον προαστιακό σιδηρόδρομο (Σουηδικά: Pendeltågen), που κινείται στο κρατικό σιδηροδρομικό δίκτυο με τέσσερις γραμμές (35, 36, 37, 38), τέσσερις γραμμές τραμ (7, 12, 21 και 22), τη στενού πλάτους 891 χιλ. σιδηροδρομική γραμμή Ρόσαγκσμπαναν, με τρεις γραμμές (27, 28, 29) στα βορειοανατολικά, τον τοπικό σιδηρόδρομο Σαλτσιέμπαναν, με δύο γραμμές (25, 26) στα νοτιοανατολικά, μεγάλο αριθμό λεωφορείων και το φέρρυ Τζουργκάρντεν στο κέντρο της πόλης. Η συντριπτική πλειοψηφία των χερσαίων δημόσιων συγκοινωνιών στην περιφέρεια της Στοκχόλμης (εξαιρουμένων των λεωφορείων και των τρένων εξπρές του αεροδρομίου και λίγων εμπορικά βιώσιμων λεωφορειακών γραμμών) οργανώνεται υπό τον κοινό φορέα "Τοπικές Μεταφορές της Μείζονος Στοκχόλμης" (Storstockholms Lokaltrafik, SL), που ανήκει εξ ολοκλήρου στο Δημοτικό Συμβούλιο της Στοκχόλμης. Από τη δεκαετία του 1990 η λειτουργία και η συντήρηση των υπηρεσιών δημόσιων συγκοινωνιών της SL ανατίθενται σε ανεξάρτητες εταιρείες που υποβάλλουν προσφορές, όπως η MTR, που λειτουργεί σήμερα το μετρό. Την κυκλοφορία των πλοίων στο αρχιπέλαγος διαχειρίζεται η Waxholmsbolaget, που ανήκει εξ ολοκλήρου στο Περιφερειακό Συμβούλιο.
Η SL διαθέτει ένα κοινό σύστημα εισιτηρίων σε ολόκληρη την περιφέρεια της Στοκχόλμης, που επιτρέπει την εύκολη διακίνηση με διαφορετικά μέσα μεταφοράς. Τα εισιτήρια είναι δύο κύριων τύπων, ενιαίο εισιτήριο και κάρτες, που επιτρέπουν και τα δύο απεριόριστες διαδρομές της SL σε όλη την περιφέρεια της Στοκχόλμης για όλη τη διάρκεια ισχύος του εισιτηρίου.
Με εκτιμώμενο κόστος 16,8 δισεκατομμυρίων SEK (επίπεδο τιμών Ιανουαρίου 2007), που ισούται με 1,6 δισεκατομμύρια ευρώ, το Citybanan (Γραμμή της Πόλης), ένα περιβαλλοντικά πιστοποιημένο έργο, περιλαμβάνει μια σήραγγα του προαστιακού σιδηρόδρομου (σε βράχο και νερό) μήκους 6 χλμ. κάτω από τη Στοκχόλμη, με δύο νέους σταθμούς (Stockholm City και Stockholm Odenplan) και μια σιδηροδρομική γέφυρα μήκους 1,4 χλμ. στο Οστα. Το Citybanan κατασκευάστηκε από τη Σουηδική Διοίκηση Μεταφορών σε συνεργασία με τον Δήμο της Στοκχόλμης, το Περιφερειακό Συμβούλιο της Στοκχόλμης και την SL. Δεδομένου ότι ο κεντρικός σταθμός της Στοκχόλμης είναι υπερφορτωμένος, ο σκοπός αυτού του έργου ήταν να διπλασιαστεί η χωρητικότητα της γραμμής της πόλης και να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα των υπηρεσιών. Οι εργασίες ξεκίνησαν τον Ιούλιο του 2017..[103][104]
Μεταξύ του Ρινταρχόλμεν και του Σέντερ Μέλαρστραντ, η Γραμμή της Πόλης περνάει από μια βυθισμένη σήραγγα από σκυρόδεμα.[103] Ως πράσινο έργο, η City Line περιλαμβάνει τον καθαρισμό των λυμάτων, τη μείωση του θορύβου τη χρήση συνθετικού ντήζελ, που παρέχει στους χρήστες καθαρό αέρα και την ανακύκλωση των ανασκαφέντων πετρωμάτων[103].
Η Στοκχόλμη βρίσκεται στη συμβολή των Ευρωπαϊκών διαδρομών Ε4, Ε18 και Ε20. Στη νότια, τη δυτική και τη βόρεια πλευρά του κέντρου της πόλης υπάρχει ένας ημιτελής περιφερειακός αυτοκινητόδρομος. Το βόρειο τμήμα της περιφερειακής οδού άνοιξε για κυκλοφορία το 2015 ενώ το τελικό υποθαλάσσιο ανατολικό τμήμα συζητείται ως μελλοντικό έργο. Ένας αυτοκινητόδρομος παράκαμψης της κυκλοφορίας μεταξύ Βόρειας και Νότιας Σουηδίας, ο Förbifart Στοκχόλμη, κατασκευάζεται επί του παρόντος. Τα πολλά νησιά και οι πλωτές οδοί καθιστούν τις επεκτάσεις του οδικού συστήματος τόσο περίπλοκες και δαπανηρές, και οι νέοι αυτοκινητόδρομοι συνήθως κατασκευάζονται ως συστήματα σηράγγων και γεφυρών.
Η Στοκχόλμη διαθέτει ένα σύστημα τελών συμφόρησης, τον φόρο συμφόρησης στη Στοκχόλμη[105], που χρησιμοποιείται σε μόνιμη βάση από την 1η Αυγούστου 2007 [106][107], αφού είχε δοκιμαστική περίοδο επτά μηνών κατά το πρώτο εξάμηνο του 2006.[108] Το κέντρο της πόλης βρίσκεται εντός της ζώνης φόρου συμφόρησης. Όλες οι είσοδοι και έξοδοι αυτής της περιοχής διαθέτουν μη επανδρωμένα σημεία ελέγχου που λειτουργούν με αυτόματη αναγνώριση πινακίδας κυκλοφορίας. Όλα τα οχήματα που εισέρχονται ή εξέρχονται από την περιοχή του φόρου συμφόρησης, με λίγες εξαιρέσεις, πρέπει να πληρώσουν 10-20 SEK (1,09-2,18 EUR) ανάλογα με την ώρα της ημέρας μεταξύ 06:30 και 18:29. Το μέγιστο ποσό φόρου ανά όχημα ανά ημέρα είναι 60 SEK (6,53 EUR).[109] Payment is done by various means within 14 days after one has passed one of the control points; one cannot pay at the control points.[110]
Η Στοκχόλμη διαθέτει τακτικά δρομολόγια πλοίων προς το Ελσίνκι και το Τούρκου στη Φινλανδία (κοινώς ονομαζόμενα "Finlandsfärjan"), το Τάλιν στην Εσθονία, τη Ρίγα της Λετονίας, τα Νησιά Ώλαντ και την Αγία Πετρούπολη. Το μεγάλο αρχιπέλαγος της Στοκχόλμης εξυπηρετείται από τα σκάφη αρχιπελάγους του Waxholmsbolaget (που ανήκουν στο Περιφερειακό Συμβούλιο της Στοκχόλμης και επιδοτούνται από αυτό).
Από τον Απρίλιο ως τον Οκτώβριο, κατά τη διάρκεια των θερμότερων μηνών, είναι δυνατή η ενοικίαση δημοτικών ποδηλάτων, αγοράζοντας μια κάρτα ποδηλάτου στο διαδίκτυο ή από σημεία πώλησης.[111] Οι κάρτες επιτρέπουν στους χρήστες να νοικιάζουν ποδήλατα από οποιοδήποτε στάση Δημοτικών Ποδηλάτων, που υπάρχουν σε όλη την πόλη και να τα επιστρέφουν σε οποιαδήποτε άλλη στάση.[112] Υπάρχουν δύο τύποι καρτών: η εποχιακή (ισχύει από την 1η Απριλίου έως τις 31 Οκτωβρίου) και η τριήμερη. Όταν λήξει η ισχύς τους, μπορούν να επανενεργοποιηθούν και συνεπώς είναι επαναχρησιμοποιήσιμες.[113] Τα ποδήλατα μπορούν να χρησιμοποιηθούν μέχρι τρεις ώρες ανά ενοικίαση και μπορούν να ενοικιαστούν από Δευτέρα έως Κυριακή από τις 6 π.μ. έως τις 10 μ.μ.[112]
Η σιδηροδρομική σύνδεση Arlanda Express συνδέει το Αεροδρόμιο Αρλάντα με το κέντρο της Στοκχόλμης. Με χρόνο 20 λεπτών το τρένο είναι το ταχύτερο μέσο μετάβασης στο κέντρο της πόλης. Ο Κεντρικός Σταθμός του Αρλάντα εξυπηρετείται επίσης από προαστιακό, περιφερειακό και υπεραστικό σιδηρόδρομο.
Επιπλέον υπάρχουν επίσης γραμμές λεωφορείου, οι Flygbussarna, που εκτελούν δρομολόγια μεταξύ του κέντρου της Στοκχόλμης και όλων των αεροδρομίων.
Ο Κεντρικός Σταθμός της Στοκχόλμης έχει σιδηροδρομικές συνδέσεις με πολλές σουηδικές πόλεις, καθώς και με το Όσλο της Νορβηγίας και την Κοπεγχάγη της Δανίας. Η δημοφιλής σύνδεση X 2000 με το Γκέτεμποργκ διαρκεί τρεις ώρες. Τα περισσότερα τρένα τα λειτουργεί η SJ AB.
Η Στοκχόλμη εμφανίζεται συχνά ψηλά σε διεθνείς κατατάξεις, μερικές από τις οποίες αναφέρονται παρακάτω:
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.