Remove ads
χώρα της Βόρειας Αφρικής From Wikipedia, the free encyclopedia
Το Μαρόκο είναι μια αραβική, μουσουλμανική χώρα της Βόρειας Αφρικής. Το πολίτευμά του είναι η Συνταγματική Μοναρχία και έχει έκταση 446.550 τ.χλμ. και πληθυσμό 36.828.330 κατοίκους,[2] σύμφωνα με την απογραφή του 2024. Βρίσκεται στη βορειοδυτική άκρη της Αφρικής και συνορεύει ανατολικά με την Αλγερία, νότια με τη Μαυριτανία και βόρεια με την Ισπανία. Δυτικά βρέχεται από τον Ατλαντικό ωκεανό, ενώ στον βορρά από τη Μεσόγειο. Στο βόρειο άκρο του βρίσκεται η μια πλευρά από τα στενά του Γιβραλτάρ, σε απόσταση 14,33 χλμ. από την Ισπανία. Το Μαρόκο διοικεί το μεγαλύτερο μέρος της Δυτικής Σαχάρας, που όμως από το 1976 έχει ανακηρυχτεί ανεξάρτητο κράτος και αναγνωρίζεται από 46 κράτη στον κόσμο. Πρωτεύουσα του Μαρόκου είναι το Ραμπάτ.
Βασίλειο του Μαρόκου
المملكة المغربية | |||
---|---|---|---|
| |||
Εθνικό σύνθημα: Allāh, al Waţan, al Malik" (Θεός, Έθνος, Βασιλιάς) | |||
Η θέση του Μαρόκου (πράσινο) | |||
Ραμπάτ 34°01′31″N 6°50′10″W | |||
Μεγαλύτερη πόλη | Καζαμπλάνκα | ||
Αραβικά, Βερβερικά | |||
Συνταγματική Μοναρχία | |||
Βασιλιάς Πρωθυπουργός | Μοχάμεντ ΣΤ΄ Αζίζ Αχανούς | ||
Ανεξαρτησία Από τη Γαλλία Ισχύον Σύνταγμα | 2 Μαρτίου 1956 10 Μαρτίου 1972 αναθεωρήθηκε 4 Σεπτεμβρίου 1992, τροποποιήθηκε τον Σεπτέμβριο του 1996 και την 1η Ιουλίου 2011 [1]. | ||
• Σύνολο • % Νερό • Σύνορα Ακτογραμμή | 446.550 km2 (58η) 0,06 2.017,9 km 1.835 km | ||
Πληθυσμός • Απογραφή 2024 • Πυκνότητα | 36.828.330[2] (41η) 82,5 κατ./km2 (133η) | ||
ΑΕΠ (ΙΑΔ) • Ολικό (2016) • Κατά κεφαλή | 281,793 δισ. $[3] (57η) 8.330 $[3] (115η) | ||
ΑΕΠ (ονομαστικό) • Ολικό (2016) • Κατά κεφαλή | 103,615 δισ. $[3] (60η) 3.063 $[3] (106η) | ||
ΔΑΑ (2021) | 0,683[4] (123η) – μεσαίος | ||
Νόμισμα | Ντιράμ (MAD) | ||
• Θερινή ώρα | GMT (UTC +0) (UTC +1) | ||
Internet TLD | .ma | ||
Οδηγούν στα | δεξιά | ||
Κωδικός κλήσης | +212 | ||
Σημείωση: Από τα στοιχεία εξαιρείται η Δυτική Σαχάρα, στο μεγαλύτερο μέρος της οποίας το Μαρόκο ασκεί de facto κυριαρχία. Στον χάρτη η περιοχή σημειώνεται με γραμμές |
Αν και η περιοχή κατοικείται από την Παλαιολιθική Εποχή, το πρώτο μαροκινό κράτος ιδρύθηκε από τον Ιδρίς Α΄ το 788. Στη συνέχεια διοικήθηκε από μια σειρά ανεξάρτητων δυναστειών, φτάνοντας στο ζενίθ της ως περιφερειακή δύναμη τον 11ο και 12ο αιώνα, υπό τις δυναστείες των Αλμοραβιδών και των Αλμοαδών, όταν έλεγχε το μεγαλύτερο μέρος της Ιβηρικής Χερσονήσου και του Μαγκρέμπ.[5] Τον 15ο και τον 16ο αιώνα, το Μαρόκο αντιμετώπισε εξωτερικές απειλές για την κυριαρχία του, με την Πορτογαλία να καταλαμβάνει κάποια εδάφη και την Οθωμανική Αυτοκρατορία να καταπατά εδάφη του στα ανατολικά. Οι δυναστείες των Μαρινιδών και των Σααντί κατά τα άλλα αντιστάθηκαν στην ξένη κυριαρχία και το Μαρόκο ήταν το μόνο βορειοαφρικανικό έθνος που γλίτωσε από την οθωμανική κυριαρχία. Η δυναστεία των Αλαουϊτών, που κυβερνά τη χώρα μέχρι σήμερα, κατέλαβε την εξουσία το 1631 και κατά τους επόμενους δύο αιώνες επέκτεινε τις διπλωματικές και εμπορικές σχέσεις με τον δυτικό κόσμο. Η στρατηγική θέση του Μαρόκου κοντά στην είσοδο της Μεσογείου προσέλκυσε ανανεωμένα το ευρωπαϊκό ενδιαφέρον. Το 1912, η Γαλλία και η Ισπανία χώρισαν τη χώρα σε αντίστοιχα προτεκτοράτα, διατηρώντας μια διεθνή ζώνη στην Ταγγέρη. Μετά από ταραχές και εξεγέρσεις κατά της αποικιοκρατίας, το 1956 το Μαρόκο ανέκτησε την ανεξαρτησία του και επανενώθηκε.
Μετά την ανεξαρτησία, το Μαρόκο παρέμεινε σχετικά σταθερό. Έχει την πέμπτη μεγαλύτερη οικονομία στην Αφρική και ασκεί σημαντική επιρροή τόσο στην Αφρική όσο και στον αραβικό κόσμο. Θεωρείται μεσαία δύναμη στις παγκόσμιες υποθέσεις και είναι μέλος του Αραβικού Συνδέσμου, της Ένωσης για τη Μεσόγειο και της Αφρικανικής Ένωσης.[6] Το Μαρόκο είναι μια ενιαία ημισυνταγματική μοναρχία με εκλεγμένο κοινοβούλιο. Η εκτελεστική εξουσία ασκείται από τον βασιλιά του Μαρόκου και τον πρωθυπουργό, ενώ η νομοθετική εξουσία ανήκει στα δύο σώματα του κοινοβουλίου: τη Βουλή των Αντιπροσώπων και τη Βουλή των Συμβούλων. Η δικαστική εξουσία ανήκει στο Συνταγματικό Δικαστήριο, το οποίο μπορεί να ελέγχει την εγκυρότητα των νόμων, των εκλογών και των δημοψηφισμάτων.[7] Ο βασιλιάς έχει τεράστιες εκτελεστικές και νομοθετικές εξουσίες, ιδιαίτερα σε στρατιωτικές, εξωτερικές και θρησκευτικές υποθέσεις και μπορεί να εκδώσει διατάγματα που ονομάζονται νταχίρ, τα οποία έχουν ισχύ νόμου, και μπορεί επίσης να διαλύσει το κοινοβούλιο μετά από διαβούλευση με τον πρωθυπουργό και τον πρόεδρο του συνταγματικού δικαστηρίου.
Το πλήρες αραβικό όνομα της χώρας είναι al-Mamlakah al-Maghribiyyah (المملكة المغربية) που σημαίνει «βασίλειο της Δύσης», όπου «η Δύση» στα αραβικά είναι Al-Gharb (الغرب). Κατά τον Μεσαίωνα, οι Άραβες ιστορικοί και γεωγράφοι αναφέρονταν κάποιες φορές στο Μαρόκο ως al-Maghrib al-Aqṣá (المغرب الأقصى, που σημαίνει «Άπω Δύση») για να το ξεχωρίσουν από τις γειτονικές ιστορικές περιοχές al-Maghrib al-Awsaṭ (المغرب الأوسط, σημαίνει «Μέση Δύση») και al-Maghrib al-Adná (المغرب الأدنى, σημαίνει «Εγγύς Δύση»).[8]
Το ελληνικό όνομα "Μαρόκο" προέρχεται από το ιταλικό Marocco και αυτό με τη σειρά του από το Μαρακές, το μεσαιωνικό λατινικό όνομα της πρώην πρωτεύουσας των Αλμοραβιδών και των Αλμοχάδων.[9] Στην περσική γλώσσα η χώρα λέγονταν Marrakesh μέχρι τα τέλη του 20ού αιώνα, όπως και στα αραβικά της Μέσης Ανατολής. Στην τουρκική γλώσσα ήταν γνωστό ως Fas, από την αρχαία πρωτεύουσα Φεζ.
Η λέξη «Marrakesh» προέρχεται από τη βερβερική φράση Mur N'Akush που σημαίνει «χώρα του Θεού».
Η περιοχή του σημερινού Μαρόκου έχει κατοικηθεί τουλάχιστον από την παλαιολιθική εποχή, ξεκινώντας κάπου μεταξύ 190.000 και 90.000 π.Χ. Μια πρόσφατη δημοσίευση πρότεινε ότι υπάρχουν στοιχεία για ακόμη παλαιότερη ανθρώπινη κατοίκηση στην περιοχή: απολιθώματα Homo sapiens που ανακαλύφθηκαν στα τέλη της δεκαετίας του 2000 κοντά στην ακτή του Ατλαντικού στο Τζεμπέλ Ιρούντ χρονολογήθηκαν στα 315.000 χρόνια πριν.[10] Κατά την Ανώτερη Παλαιολιθική, το Μαγκρέμπ ήταν πιο εύφορο από ό,τι είναι σήμερα, θυμίζοντας σαβάνα, σε αντίθεση με το σύγχρονο άνυδρο τοπίο.[11] Πριν από είκοσι δύο χιλιάδες χρόνια, τον προϋπάρχοντα Ατερικό πολιτισμό διαδέχθηκε ο Ιβηρομαυριτανικός πολιτισμός, ο οποίος μοιραζόταν ομοιότητες με τους ιβηρικούς πολιτισμούς, και τον διαδέχθηκε ο πολιτισμός του Λάγυνου στο Μαρόκο.
Στην αρχή της περιόδου της Κλασικής Αρχαιότητας, η Βορειοδυτική Αφρική και το Μαρόκο εντάχθηκαν στον ευρύτερο αναδυόμενο μεσογειακό κόσμο από τους Φοίνικες, οι οποίοι ίδρυσαν εκεί εμπορικές αποικίες και οικισμούς, οι πιο ουσιαστικοί από τους οποίους ήταν η Τσελάχ, η Λιξός και η Μογκαντόρ,[12] η οποία ιδρύθηκε ως φοινικική αποικία ήδη από τον 6ο αιώνα π.Χ.[13]
Το Μαρόκο έγινε αργότερα μέρος της Καρχηδονιακής αυτοκρατορίας. Το παλαιότερο γνωστό ανεξάρτητο μαροκινό κράτος ήταν το βασίλειο των Βερβερίνων της Μαυριτανίας, υπό τον βασιλιά Μπάγκα.[14] Αυτό το αρχαίο βασίλειο (δεν πρέπει να συγχέεται με το σύγχρονο κράτος της Μαυριτανίας) άκμασε γύρω στο 225 π.Χ. ή παλαιότερα.
Η Μαυριτανία έγινε υποτελές βασίλειο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας το 33 π.Χ. Ο αυτοκράτορας Κλαύδιος προσάρτησε τη Μαυριτανία απευθείας το 44 μ.Χ., καθιστώντας τη ρωμαϊκή επαρχία που κυβερνάται από έναν αυτοκρατορικό κυβερνήτη.
Κατά τη διάρκεια της λεγόμενης «κρίσης του 3ου αιώνα», τμήματα της Μαυριτανίας ανακατακτήθηκαν από βερβερικές φυλές. Ως αποτέλεσμα, στα τέλη του 3ου αιώνα, η άμεση ρωμαϊκή κυριαρχία είχε περιοριστεί σε μερικές παράκτιες πόλεις, όπως το Σέπτουμ (Θέουτα). Όταν, το 429 μ.Χ., η περιοχή καταστράφηκε από τους Βάνδαλους, η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία έχασε τις υπόλοιπες κτήσεις της στη Μαυριτανία και οι τοπικοί Μαυρο-Ρωμαίοι βασιλείς ανέλαβαν τον έλεγχό τους. Στη δεκαετία του 530, η Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, υπό τον έλεγχο του Βυζαντίου, αποκατέστησε την άμεση αυτοκρατορική κυριαρχία του Σέπτουμ και την Τίγγιδα (σύγχρονη Ταγγέρη), οχύρωσε την Τίγγιδα και έχτισε εκκλησία.
Η μουσουλμανική κατάκτηση του Μαγκρέμπ, που ξεκίνησε στα μέσα του 7ου αιώνα, ολοκληρώθηκε από το Χαλιφάτο των Ομεϋαδών στις αρχές του επόμενου αιώνα, μεταφέροντας την αραβική γλώσσα και το Ισλάμ στην περιοχή. Αν και μέρος της ευρύτερης Ισλαμικής Αυτοκρατορίας, το Μαρόκο οργανώθηκε αρχικά ως υποτελής επαρχία της Ιφρικίγια, με τους τοπικούς κυβερνήτες να διορίζονται από τον μουσουλμάνο κυβερνήτη στο Καϊρουάν.[15]
Οι αυτόχθονες Βερβερικές φυλές υιοθέτησαν το Ισλάμ, αλλά διατήρησαν τους εθιμικούς τους νόμους. Πλήρωναν επίσης φόρους και φόρο τιμής στη νέα μουσουλμανική διοίκηση.[16] Το πρώτο ανεξάρτητο μουσουλμανικό κράτος στην περιοχή του σύγχρονου Μαρόκου ήταν το Βασίλειο του Νέκορ, ένα εμιράτο που ιδρύθηκε από τον Σαλίχ Α΄ ιμπν Μανσούρ το 710, ως υποτελές κράτος του Χαλιφάτου των Ομαγιάδων. Μετά το ξέσπασμα της εξέγερσης των Βερβέρων το 739, οι Βέρβεροι σχημάτισαν άλλα ανεξάρτητα κράτη όπως η Μικνάσα της Σιτζιλμάσα και η Μπαργκαβάτα.
Σύμφωνα με τον μεσαιωνικό μύθο, ο Ιντρίς ιμπν Αμπντάλα κατέφυγε στο Μαρόκο μετά τη σφαγή της φυλής του από τους Αββαδίσες στο Ιράκ. Έπεισε τις φυλές των Βερβέρων να διακόψουν την υποτέλειά τους στους μακρινούς Αββασίδες χαλίφηδες στη Βαγδάτη και ίδρυσε τη δυναστεία των Ιδρισιδών το 788. Οι Ιδρισίδες ίδρυσαν τη Φεζ ως πρωτεύουσά τους και το Μαρόκο έγινε κέντρο θρησκευτικών σπουδών και μεγάλη περιφερειακή δύναμη. Οι Ιδρισίδες εκδιώχθηκαν το 927 από το Χαλιφάτο των Φατιμιδών και τους συμμάχους τους, τους Μικνάσα, οι οποίοι αυτονομήθηκαν από τους Φατιμίδες το 932. Με τη σειρά τους απομακρύνθηκαν από την εξουσία από τη Μαγκράουα της Σιτζιλμάσα το 980.
Από τον 11ο αιώνα και μετά, εμφανίστηκαν μια σειρά από δυναστείες Βερβέρων.[17] Υπό τη δυναστεία των Αλμοραβίδων και τη δυναστεία των Αλμοαδών, το Μαρόκο κυριαρχούσε στο Μαγκρέμπ, στην αλ-Άνταλους στην Ιβηρική και στην περιοχή της δυτικής Μεσογείου. Τον 13ο και 14ο αιώνα οι Μαρινίδες κατείχαν την εξουσία στο Μαρόκο και προσπάθησαν να αναπαράγουν τις επιτυχίες των Αλμοαδών μέσω στρατιωτικών εκστρατειών στην Αλγερία και την Ισπανία. Ακολούθησαν οι Βατασίδες. Τον 15ο αιώνα, η Ρεκονκίστα τερμάτισε τη μουσουλμανική κυριαρχία στην Ιβηρία και πολλοί Μουσουλμάνοι και Εβραίοι κατέφυγαν στο Μαρόκο.
Το 1549, η περιοχή περιήλθε σε διαδοχικές αραβικές δυναστείες που ισχυρίζονταν ότι κατάγονταν από τον προφήτη Μωάμεθ: πρώτα η δυναστεία των Σααντί που κυβέρνησε από το 1549 έως το 1659 και στη συνέχεια η δυναστεία των Αλαουϊτών, που παραμένει στην εξουσία από τον 17ο αιώνα. Αυτή την περίοδο στο Μαρόκο επιτέθηκε η Ισπανία και η Οθωμανική Αυτοκρατορία προς τα δυτικά.
Μετά από μια περίοδο πολιτικού κατακερματισμού και συγκρούσεων κατά τη διάρκεια της παρακμής της δυναστείας των Σααντί, το Μαρόκο επανενώθηκε τελικά από τον Αλαουίτη σουλτάνο αλ-Ρασίντ στα τέλη της δεκαετίας του 1660, ο οποίος κατέλαβε τη Φεζ το 1666 και το Μαρακές το 1668.[18]:230[19]:225 Οι Αλαουίτες κατάφεραν να εδρεωθούν στην εξουσία και ενώ το βασίλειο ήταν μικρότερο από τα προηγούμενα στην περιοχή, παρέμεινε αρκετά πλούσιο και άρχισε να δημιουργεί παρά τις τοπικές αντιδράσεις ένα ενιαίο κράτος.[20] Κατέλαβε εκ νέου την Ταγγέρη από τους Άγγλους, που την είχαν εγκαταλείψει το 1684. και έδιωξε τους Ισπανούς από τη Λαράτσε το 1689. Οι Πορτογάλοι εγκατέλειψαν το Μαζαγκάο, την τελευταία τους επικράτεια στο Μαρόκο, το 1769. Ωστόσο, η πολιορκία της Μελίγια έληξε με ήττα το 1775.
Καθώς η Ευρώπη βιομηχανοποιήθηκε, η Βορειοδυτική Αφρική εκτιμήθηκε όλο και περισσότερο ως υποψήφια για αποικισμό. Η Γαλλία έδειξε έντονο ενδιαφέρον για το Μαρόκο ήδη από το 1830, όχι μόνο για να προστατεύσει τα σύνορα της αλγερινής επικράτειάς της, αλλά και λόγω της στρατηγικής θέσης του Μαρόκου με ακτές στη Μεσόγειο και στον Ατλαντικό.[21] Το 1860, μια διαμάχη για τον θύλακα της Θέουτα της Ισπανίας οδήγησε την Ισπανία να κηρύξει τον πόλεμο. Η νικήτρια Ισπανία κέρδισε έναν περαιτέρω θύλακα και διεύρυνε την επικράτεια της Θέουτα. Το 1884, η Ισπανία δημιούργησε ένα προτεκτοράτο στις παράκτιες περιοχές του Μαρόκου.
Το 1904, η Γαλλία και η Ισπανία χάραξαν ζώνες επιρροής στο Μαρόκο. Η αναγνώριση από το Ηνωμένο Βασίλειο της σφαίρας επιρροής της Γαλλίας προκάλεσε την έντονη αντίδραση της Γερμανικής Αυτοκρατορίας με αποτέλεσμα τη Μαροκινή κρίση του 1905. Το θέμα επιλύθηκε στη Διάσκεψη του Αλχεθίρας το 1906. Η κρίση του Αγκαντίρ του 1911 αύξησε τις εντάσεις μεταξύ των ευρωπαϊκών δυνάμεων. Η Συνθήκη της Φεζ το 1912 κατέστησε το Μαρόκο προτεκτοράτο της Γαλλίας και πυροδότησε τις ταραχές της Φεζ το 1912.[23] Η Ισπανία διατήρησε το παράκτιο προτεκτοράτο της. Με την ίδια συνθήκη, η Ισπανία ανέλαβε τον ρόλο της προστάτιδας δύναμης στις ζώνες της βόρειας και νότιας Σαχάρας.[24]
Η εξορία σουλτάνου Μωάμεθ Ε' το 1953 στη Μαδαγασκάρη και η αντικατάστασή του από τον αντιδημοφιλή Μοχάμεντ Μπεν Ααράφα με αποτέλεσμα αντιδράσεις στα γαλλικά και ισπανικά προτεκτοράτα. Οι βιαιότερες από αυτές εκδηλώθηκαν στην Ούτζντα όπου Μαροκινοί επιτέθηκαν στους Γάλλους και άλλους Ευρωπαίους κατοίκους στους δρόμους. Η Γαλλία επέτρεψε στον Μωάμεθ Ε' να επιστρέψει το 1955 και οι διαπραγματεύσεις που οδήγησαν στην ανεξαρτησία του Μαρόκου ξεκίνησαν τον επόμενο χρόνο.[25] Τον Μάρτιο του 1956 το Μαρόκο ανέκτησε την ανεξαρτησία του από τη Γαλλία ως «Βασίλειο του Μαρόκου». Ένα μήνα αργότερα, η Ισπανία παραχώρησε το προτεκτοράτο της στο Βόρειο Μαρόκο στο νέο κράτος, αλλά διατήρησε τους δύο παράκτιους θύλακές της (Θέουτα και Μελίγια) στις ακτές της Μεσογείου.
Μετά τον θάνατο του Μωάμεθ Ε', ο Χασάν Β' έγινε βασιλιάς του Μαρόκου στις 3 Μαρτίου 1961. Το Μαρόκο διεξήγαγε τις πρώτες του γενικές εκλογές το 1963. Ωστόσο, ο Χασάν κήρυξε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και ανέστειλε το κοινοβούλιο το 1965. Το 1971, υπήρξε μια αποτυχημένη προσπάθεια καθαίρεσης του βασιλιά και δημιουργίας δημοκρατίας.
Ο ισπανικός θύλακας του Ιφνί στον νότο επιστράφηκε στο Μαρόκο το 1969. Το κίνημα Πολισάριο ιδρύθηκε το 1973, με στόχο την ίδρυση ενός ανεξάρτητου κράτους στην ισπανική Σαχάρα. Στις 6 Νοεμβρίου 1975, ο βασιλιάς Χασάν ζήτησε εθελοντές να πάνε στην Ισπανική Σαχάρα. Περίπου 350.000 άμαχοι αναφέρθηκαν ότι συμμετείχαν στην «Πράσινη Πορεία».[26] Ένα μήνα αργότερα, η Ισπανία συμφώνησε να εγκαταλείψει την ισπανική Σαχάρα, η οποία έγινε σύντομα Δυτική Σαχάρα, και να τη μεταφέρει στον κοινό έλεγχο Μαρόκου-Μαυριτανίας, παρά τις αντιρρήσεις και τις απειλές στρατιωτικής επέμβασης από την Αλγερία. Οι μαροκινές δυνάμεις κατέλαβαν το έδαφος.
Τα στρατεύματα του Μαρόκου και της Αλγερίας συγκρούστηκαν σύντομα στη Δυτική Σαχάρα. Το Μαρόκο και η Μαυριτανία χώρισαν τη Δυτική Σαχάρα. Οι μάχες μεταξύ του μαροκινού στρατού και των δυνάμεων του Πολισάριο συνεχίστηκαν για πολλά χρόνια, με τον παρατεταμένο πόλεμο να αποτελεί σημαντική οικονομική πληγή για το Μαρόκο. Το 1983, ο Χασάν ακύρωσε τις προγραμματισμένες εκλογές εν μέσω πολιτικής αναταραχής και οικονομικής κρίσης. Το 1984, το Μαρόκο αποχώρησε από τον Οργανισμό Αφρικανικής Ενότητας σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την είσοδο της Δημοκρατίας της Σαχάρας στον οργανισμό.
Οι αλγερινές αρχές υπολόγισαν τον αριθμό των προσφύγων Σαχράουι στην Αλγερία σε 165.000.[27] Οι διπλωματικές σχέσεις με την Αλγερία αποκαταστάθηκαν το 1988. Το 1991, ξεκίνησε μια εκεχειρία στη Δυτική Σαχάρα υπό την εποπτεία του ΟΗΕ, αλλά το καθεστώς της επικράτειας παραμένει μη αποφασισμένο και αναφέρονται παραβιάσεις της κατάπαυσης του πυρός.
Οι πολιτικές μεταρρυθμίσεις στη δεκαετία του 1990 οδήγησαν στη σύσταση δύο νομοθετικών σωμάτων το 1997 και η πρώτη κυβέρνηση του Μαρόκου υπό την ηγεσία της αντιπολίτευσης ανήλθε στην εξουσία το 1998.
Ο βασιλιάς Χασάν Β' πέθανε το 1999 και τον διαδέχθηκε ο γιος του, Μωάμεθ ΣΤ'. Είναι ένας προσεκτικός εκσυγχρονιστής που έχει εισαγάγει κάποιες οικονομικές και κοινωνικές ελευθερίες.[28]
Το Μαρόκο έχει ακτές στον Ατλαντικό Ωκεανό που φτάνουν μετά τον πορθμό του Γιβραλτάρ στη Μεσόγειο Θάλασσα. Συνορεύει με την Ισπανία στα βόρεια (υδάτινα σύνορα μέσω του πορθμού και χερσαία σύνορα με τρεις μικρούς ισπανικούς ελεγχόμενους θύλακες, τη Θέουτα, τη Μελίγια και το Πενιόν ντε Βέλεθ δε λα Γομέρα), την Αλγερία στα ανατολικά και τη Δυτική Σαχάρα στα νότια. Δεδομένου ότι το Μαρόκο ελέγχει το μεγαλύτερο μέρος της Δυτικής Σαχάρας, το de facto νότιο σύνορο είναι με τη Μαυριτανία. Με έκταση 446.550 χλμ², το Μαρόκο εξαιρουμένης της Δυτικής Σαχάρας είναι η πεντηκοστή έβδομη μεγαλύτερη χώρα στον κόσμο.
Ένα μεγάλο μέρος του Μαρόκου είναι ορεινό. Τα όρη Άτλαντας βρίσκονται κυρίως στο κέντρο και στα νότια, αποτελώντας τη ραχοκοκαλιά της χώρας, από τα βορειοανατολικά προς τα νοτιοδυτικά. Τα βουνά Ριφ βρίσκονται στα βόρεια της χώρας. Και οι δύο περιοχές κατοικούνται κυρίως από τους Βερβέρους. Το μεγαλύτερο μέρος του νοτιοανατολικού τμήματος της χώρας βρίσκεται στην έρημο Σαχάρα και ως εκ τούτου είναι γενικά αραιοκατοικημένο και μη παραγωγικό οικονομικά. Το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού ζει στα βόρεια αυτών των βουνών.
Στον νότο βρίσκεται η Δυτική Σαχάρα, μια πρώην ισπανική αποικία που προσαρτήθηκε από το Μαρόκο το 1975. Το Μαρόκο ισχυρίζεται ότι η Δυτική Σαχάρα είναι μέρος της επικράτειάς του και αναφέρεται σε αυτό ως οι Νότιες επαρχίες του.
Πρωτεύουσα του Μαρόκου είναι το Ραμπάτ. Η μεγαλύτερη πόλη είναι το κύριο λιμάνι της χώρας, η Καζαμπλάνκα. Άλλες πόλεις με πληθυσμό πάνω από 500.000 στην απογραφή του 2014 είναι η Φεζ, το Μαρακές, η Μεκνές, το Σαλέ και η Ταγγέρη.[29]
Όσον αφορά την έκταση, το Μαρόκο αποτελείται κυρίως από ζώνες «θερμού καλοκαιριού μεσογειακό κλίμα» (Csa) και «θερμό κλίμα της ερήμου» (BWh).
Οι κεντρικές οροσειρές και οι επιπτώσεις του κρύου Καναρίου Ρεύματος, στα ανοικτά των ακτών του Ατλαντικού, έχουν ως αποτέλεσμα τη σχετικά μεγάλη ποικιλία των ζωνών βλάστησης του Μαρόκου, που κυμαίνονται από πλούσια δάση στα βόρεια και κεντρικά βουνά, δίνοντας τη θέση τους σε στέπα, ημιέρημο και έρημο στις ανατολικές και νότιες περιοχές. Οι μαροκινές παράκτιες πεδιάδες παρουσιάζουν αξιοσημείωτα μέτριες θερμοκρασίες ακόμη και το καλοκαίρι. Σε γενικές γραμμές, αυτό το εύρος κλίματος είναι παρόμοιο με αυτό της Νότιας Καλιφόρνιας.
Το Μαρόκο έχει ευρύ φάσμα βιοποικιλότητας. Αποτελεί μέρος της λεκάνης της Μεσογείου, μια περιοχή με αξιοσημειώτες συγκεντρώσεις ενδημικών ειδών που υφίστανται ταχείς ρυθμούς απώλειας οικοτόπων, και ως εκ τούτου θεωρείται αυξημένης προτεραιότητας για διατήρηση.[30] Η ορνιθοπανίδα είναι ιδιαίτερα ποικίλη.[31] Η ορνιθοπανίδα του Μαρόκου περιλαμβάνει συνολικά 454 είδη, πέντε από τα οποία έχουν εισαχθεί από τον άνθρωπο και 156 που παρατηρούνται σπάνια ή κατά λάθος.[32]
Το βερβερικό λιοντάρι, που κυνηγήθηκε μέχρι την εξαφάνισή του στη φύση, ήταν υποείδος ιθαγενές στο Μαρόκο και είναι εθνικό έμβλημα. Το τελευταίο βερβερικό λιοντάρι στη φύση πυροβολήθηκε στα βουνά του Άτλαντα το 1922.[33] Τα άλλα δύο κύρια αρπακτικά της βόρειας Αφρικής, η αρκούδα του Άτλαντα και η βερβερική λεοπάρδαλη, έχουν πλέον εξαφανιστεί και κινδυνεύουν κρίσιμα, αντίστοιχα. Οι εναπομείναντες πληθυσμοί του κροκοδείλου της Δυτικής Αφρικής παρέμειναν στον ποταμό Ντράα μέχρι τον 20ο αιώνα.[34]
Ο βερβερικός μακάκος, ένα πρωτεύον ενδημικό στο Μαρόκο και την Αλγερία, αντιμετωπίζει επίσης εξαφάνιση λόγω της απομάκρυνσης για εμπόριο,[35] της ανθρώπινης παρέμβασης, της αστικοποίησης και της επέκτασης της υλοτομίας και της ακίνητης περιουσίας που μειώνει τη δασική έκταση - τον βιότοπο του μακάκου.
Το Μαρόκο ήταν ένα αυταρχικό καθεστώς σύμφωνα με τον Δείκτη Δημοκρατίας του 2014.[36] Η έκθεση Ελευθερία του Τύπου το 2014 της έδωσε βαθμολογία «Μη Ελεύθερη».[37] Αυτό έχει βελτιωθεί από τότε, ωστόσο, και το Μαρόκο κατατάσσεται ως «υβριδικό καθεστώς» στον Δείκτη Δημοκρατίας για το 2015[38] ενώ η έκθεση για την Ελευθερία του Τύπου το 2017 συνέχισε να διαπιστώνει ότι ο τύπος του Μαρόκου συνέχισε να είναι «μη ελεύθερος», έδωσε βαθμολογίες «εν μέρει ελεύθερος» για τη «Διαδικτυακή Ελευθερία» και «Ελευθερία στον Κόσμο» γενικότερα.[39]
Το Σύνταγμα του Μαρόκου προβλέπει μοναρχία με Κοινοβούλιο και ανεξάρτητο δικαστικό σώμα. Με τις συνταγματικές μεταρρυθμίσεις του 2011, ο βασιλιάς του Μαρόκου διατηρεί λιγότερες εκτελεστικές εξουσίες ενώ αυτές του πρωθυπουργού διευρύνονται.[40][41]
Από τη συνταγματική μεταρρύθμιση του 1996, το διμερές νομοθετικό σώμα αποτελείται από δύο σώματα. Η Συνέλευση των Αντιπροσώπων του Μαρόκου (Majlis an-Nuwwâb/Assemblée des Representants) έχει 325 μέλη που εκλέγονται για πενταετή θητεία, 295 εκλέγονται σε πολυεδρικές εκλογικές περιφέρειες και 30 σε εθνικούς καταλόγους που αποτελούνται μόνο από γυναίκες. Η Συνέλευση των Συμβούλων (Majlis al-Mustasharin) έχει 270 μέλη, εκλέγονται για εννέα χρόνια από τοπικά συμβούλια (162 έδρες), επαγγελματικά επιμελητήρια (91 έδρες) και μισθωτούς (27 έδρες).
Ο στρατός του Μαρόκου αποτελείται από τις Βασιλικές Ένοπλες Δυνάμεις—αυτές περιλαμβάνουν τον Στρατό (ο μεγαλύτερος κλάδος), το Ναυτικό, την Πολεμική Αεροπορία, τη Βασιλική Φρουρά, τη Βασιλική Χωροφυλακή και τις Βοηθητικές Δυνάμεις. Η εσωτερική ασφάλεια είναι γενικά αποτελεσματική και οι πράξεις πολιτικής βίας είναι σπάνιες (με μια εξαίρεση, τις βομβιστικές επιθέσεις στην Καζαμπλάνκα το 2003 που σκότωσαν 45 άτομα[42]).
Ο ΟΗΕ διατηρεί μια μικρή δύναμη παρατηρητών στη Δυτική Σαχάρα, όπου σταθμεύει μεγάλος αριθμός μαροκινών στρατευμάτων. Το μέτωπο Πολισάριο διατηρεί ενεργή πολιτοφυλακή περίπου 5.000 μαχητών στη Δυτική Σαχάρα και έχει εμπλακεί σε διαλείπουσες συγκρούσεις με τις μαροκινές δυνάμεις από τη δεκαετία του 1970.
Το Μαρόκο είναι μέλος των Ηνωμένων Εθνών και ανήκει στην Αφρικανική Ένωση, στον Αραβικό Σύνδεσμο, στην Ένωση του Αραβικού Μαγκρέμπ, στον Οργανισμό Ισλαμικής Συνεργασίας, στο Κίνημα των Αδεσμεύτων και στην Κοινότητα των κρατών Σαχέλ-Σαχάρας. Οι σχέσεις του Μαρόκου ποικίλλουν πολύ μεταξύ αφρικανικών, αραβικών και δυτικών κρατών. Το Μαρόκο είχε ισχυρούς δεσμούς με τη Δύση προκειμένου να αποκομίσει οικονομικά και πολιτικά οφέλη.[43] Η Γαλλία και η Ισπανία παραμένουν οι κύριοι εμπορικοί εταίροι, καθώς και οι κύριοι πιστωτές και ξένοι επενδυτές στο Μαρόκο. Από τις συνολικές ξένες επενδύσεις στο Μαρόκο, η Ευρωπαϊκή Ένωση επενδύει περίπου το 73,5%, ενώ ο Αραβικός κόσμος μόνο το 19,3%. Πολλές χώρες από τις περιοχές του Περσικού Κόλπου και του Μαγκρέμπ εμπλέκονται περισσότερο σε μεγάλης κλίμακας αναπτυξιακά έργα στο Μαρόκο.[44]
Το Μαρόκο ήταν το μόνο αφρικανικό κράτος που δεν ήταν μέλος της Αφρικανικής Ένωσης λόγω της μονομερούς αποχώρησής του στις 12 Νοεμβρίου 1984 λόγω της αποδοχής της Αραβικής Λαϊκής Δημοκρατίας του Σαχράουι το 1982 από την Αφρικανική Ένωση (τότε ονομαζόταν Οργανισμός Αφρικανικής Ενότητας) ως πλήρες μέλος χωρίς τη διοργάνωση δημοψηφίσματος αυτοδιάθεσης στο επίμαχο έδαφος της Δυτικής Σαχάρας. Το Μαρόκο εντάχθηκε ξανά στην Αφρικανική Ένωση στις 30 Ιανουαρίου 2017.[45][46] Τον Αύγουστο του 2021, η Αλγερία διέκοψε τις διπλωματικές σχέσεις με το Μαρόκο.[47]
Το Μαρόκο έλαβε το καθεστώς του κύριου συμμάχου εκτός ΝΑΤΟ από την κυβέρνηση του Τζορτζ Μπους το 2004.[48] Το Μαρόκο ήταν η πρώτη χώρα στον κόσμο που αναγνώρισε την ανεξαρτησία των ΗΠΑ (το 1777).[49][50][51] Η συνθήκη φιλίας Μαρόκου-ΗΠΑ, η οποία υπογράφηκε το 1786, αποτελεί την παλαιότερη εν ισχύ συνθήκη φιλίας των ΗΠΑ.[52][53]
Λόγω της σύγκρουσης για τη Δυτική Σαχάρα, το καθεστώς των περιοχών Σαγουία ελ-Άμρα και Ρίο δε Όρο αμφισβητείται. Στον πόλεμο της Δυτικής Σαχάρας το Μέτωπο Πολισάριο, το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα των επαναστατών Σαχράουι, πολέμησε τόσο με το Μαρόκο όσο και με τη Μαυριτανία μεταξύ του 1976 και της κατάπαυσης του πυρός το 1991, που εξακολουθεί να ισχύει. Μια αποστολή των Ηνωμένων Εθνών, η MINURSO, είναι επιφορτισμένη με τη διοργάνωση δημοψηφίσματος σχετικά με το εάν η περιοχή πρέπει να γίνει ανεξάρτητη ή να αναγνωριστεί ως μέρος του Μαρόκου. Το 2020, υπό κυβερνήσεως Τραμπ, οι ΗΠΑ έγινε η πρώτη δυτική χώρα που αναγνώρισε την κυριαρχία του Μαρόκου στη Δυτική Σαχάρα.[54]
Το Μαρόκο χωρίζεται επίσημα σε 12 περιοχές[55], οι οποίες, με τη σειρά τους, υποδιαιρούνται σε 62 επαρχίες και 13 νομούς.[56]
Περιφέρειες
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1960 έως τα τέλη της δεκαετίας του 1980, υπό την ηγεσία του Χασάν Β΄, το Μαρόκο είχε ένα από τα χειρότερα μητρώα ανθρωπίνων δικαιωμάτων τόσο στην Αφρική όσο και στον κόσμο. Η κυβερνητική καταστολή της πολιτικής διαφωνίας ήταν ευρέως διαδεδομένη κατά τη διάρκεια της ηγεσίας του Χασάν Β', μέχρι που μειώθηκε απότομα στα μέσα της δεκαετίας του 1990. Οι δεκαετίες κατά τις οποίες διαπράχθηκαν καταχρήσεις αναφέρονται ως Χρόνια του Μολύβδου (Les Années de Plomb) και περιελάμβαναν αναγκαστικές εξαφανίσεις, δολοφονίες κυβερνητικών αντιπάλων και διαδηλωτών και μυστικά στρατόπεδα εγκλεισμού. Για να εξετάσει τις καταχρήσεις που διαπράχθηκαν κατά τη διάρκεια της βασιλείας του βασιλιά Χασάν Β' (1961–1999), η κυβέρνηση υπό τον βασιλιά Μωάμεθ δημιούργησε μια Επιτροπή Ισότητας και Συμφιλίωσης.[57]
Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του Παρατηρητηρίου των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για το 2016, οι μαροκινές αρχές περιόριζαν τα δικαιώματα στην ειρηνική έκφραση, συνεταιρισμό και συνάθροιση μέσω πολλών νόμων. Οι αρχές συνεχίζουν να διώκουν τόσο τα έντυπα όσο και τα διαδικτυακά μέσα που επικρίνουν την κυβέρνηση ή τον βασιλιά (ή τη βασιλική οικογένεια).[58] Υπάρχουν επίσης επίμονες καταγγελίες για βία κατά των διαδηλωτών υπέρ της ανεξαρτησίας των Σαχράουι και διαδηλωτών υπέρ του Πολισάριο[59] στη Δυτική Σαχάρα. Το Μαρόκο έχει κατηγορηθεί ότι φυλάκισε ακτιβιστές υπέρ της ανεξαρτησίας του Σαχράουι ως κρατούμενους συνείδησης.[60]
Οι ομοφυλοφιλικές πράξεις καθώς και το προγαμιαίο σεξ είναι παράνομα στο Μαρόκο και μπορεί να τιμωρηθούν με φυλάκιση από έξι μήνες έως τρία χρόνια.[61][62] Είναι παράνομος ο προσηλυτισμός για οποιαδήποτε άλλη θρησκεία εκτός από το Ισλάμ (άρθρο 220 του Μαροκινού Ποινικού Κώδικα) και αυτό το έγκλημα τιμωρείται με φυλάκιση έως και 15 ετών.[63][64] Η βία κατά των γυναικών και η σεξουαλική παρενόχληση έχουν ποινικοποιηθεί. Η ποινή μπορεί να είναι από ένα μήνα έως πέντε χρόνια, με πρόστιμα που κυμαίνονται από $200 έως $1.000.[65]
Η οικονομία του Μαρόκου θεωρείται μια σχετικά φιλελεύθερη οικονομία που διέπεται από τον νόμο της προσφοράς και της ζήτησης. Από το 1993, η χώρα ακολούθησε πολιτική ιδιωτικοποίησης ορισμένων οικονομικών τομέων που διαχειριζόταν η κυβέρνηση.[66] Το Μαρόκο παίζει σημαντικό ρόλο στις αφρικανικές οικονομικές υποθέσεις, και είναι η πέμπτη μεγαλύτερη οικονομία στην Αφρική με βάση το ΑΕΠ (PPP). Το Μαρόκο κατατάχθηκε ως η αφρικανική χώρα με τον καλύτερο δείκτη ποιότητας ζωής του Economist Intelligence Unit, μπροστά από τη Νότια Αφρική, το 2020.[67] Ωστόσο, στη συνέχεια το Μαρόκο υποχώρησε στην τέταρτη θέση, πίσω από την Αίγυπτο.
Οι κυβερνητικές μεταρρυθμίσεις και η σταθερή ετήσια ανάπτυξη της τάξης του 4–5% από το 2000 έως το 2007, συμπεριλαμβανομένης της ετήσιας ανάπτυξης 4,9% την περίοδο 2003–2007, βοήθησαν τη μαροκινή οικονομία να γίνει πολύ πιο εύρωστη σε σύγκριση με λίγα χρόνια νωρίτερα.[68]
Ο τουρισμός είναι ένας από τους σημαντικότερους τομείς της μαροκινής οικονομίας. Είναι μια ισχυρή τουριστική βιομηχανία που επικεντρώνεται στις ακτές, τον πολιτισμό και την ιστορία της χώρας. Το Μαρόκο προσέλκυσε περισσότερους από 13 εκατομμύρια τουρίστες το 2019. Ο τουρισμός είναι αποφέρει το δεύτερο μεγαλύτερο τομέα από πλευράς προσέλκυσης συναλλάγματος στο Μαρόκο μετά τη βιομηχανία φωσφορικών αλάτων. Η μαροκινή κυβέρνηση επενδύει σε μεγάλο βαθμό στην τουριστική ανάπτυξη: το 2010 η κυβέρνηση ξεκίνησε το Vision 2020 που σχεδίαζε να καταστήσει το Μαρόκο έναν από τους 20 κορυφαίους τουριστικούς προορισμούς στον κόσμο και να διπλασιάσει τον ετήσιο αριθμό των διεθνών αφίξεων σε 20 εκατομμύρια έως το 2020,[69] με την ελπίδα ότι ο τουρισμός θα έχει αυξηθεί στο 20% του ΑΕΠ.
Σύμφωνα με την Έκθεση Παγκόσμιας Ανταγωνιστικότητας του 2019, το Μαρόκο κατέλαβε την 32η θέση στον κόσμο όσον αφορά τους δρόμους, την 16η τα λιμάνια, την 45η τις αεροπροικές μετακινήσεις και την 64η στους σιδηροδρόμους. Αυτό δίνει στο Μαρόκο την καλύτερη κατάταξη υποδομών στην αφρικανική ήπειρο.[70] Διαθέτει εθνικό οδικό δίκτυο 56.986 χιλιομέτρων (εθνικοί, επαρχιακοί και δημοτικοί δρόμοι) και 1.808 χιλιόμετρα αυτοκινητόδρομων (Αύγουστος 2016). Η οδήγηση γίνεται στα δεξιά.
Η ανάπτυξη σύγχρονων υποδομών, όπως λιμάνια, αεροδρόμια και σιδηροδρομικές συνδέσεις, αποτελεί κορυφαία κυβερνητική προτεραιότητα. Για να καλύψει την αυξανόμενη εγχώρια ζήτηση, η μαροκινή κυβέρνηση επένδυσε περισσότερα από 15 δισεκατομμύρια δολάρια από το 2010 έως το 2015 στην αναβάθμιση των βασικών υποδομών της.[71]
Το 2014, το Μαρόκο ξεκίνησε την κατασκευή του πρώτου σιδηροδρομικού συστήματος υψηλής ταχύτητας στην Αφρική που συνδέει τις πόλεις της Ταγγέρης και της Καζαμπλάνκα. Εγκαινιάστηκε το 2018 από τον Βασιλιά Μωάμεθ μετά από πάνω από μια δεκαετία σχεδιασμού και κατασκευής από τη μαροκινή εθνική σιδηροδρομική εταιρεία ONCF. Είναι η πρώτη φάση αυτού που σχεδιάζεται να είναι ένα σιδηροδρομικό δίκτυο υψηλής ταχύτητας συνολικού μήκους 1.500 χιλιομέτρων. Ήδη σχεδιάζεται επέκταση της γραμμής προς το Μαρακές.
Το Μαρόκο έχει επίσης το μεγαλύτερο λιμάνι στην Αφρική και τη Μεσόγειο, το Tanger-Med, το οποίο κατατάσσεται στην 18η θέση στον κόσμο με χωρητικότητα χειρισμού άνω των 9 εκατομμυρίων εμπορευματοκιβωτίων. Βρίσκεται στην ελεύθερη οικονομική ζώνη της Ταγγέρης και χρησιμεύει ως διαμετακομιστικός κόμβος για την Αφρική και τον κόσμο.[72]
Το 2008, περίπου το 56% της ηλεκτρικής ενέργειας του Μαρόκου παρεχόταν από άνθρακα.[73] Ωστόσο, καθώς οι προβλέψεις δείχνουν ότι οι ενεργειακές απαιτήσεις στο Μαρόκο θα αυξάνονται κατά 6% ετησίως μεταξύ 2012 και 2050,[74] ψηφίστηκε νέος νόμος που ενθαρρύνει τους Μαροκινούς να αναζητήσουν τρόπους διαφοροποίησης του ενεργειακού εφοδιασμού, συμπεριλαμβανομένων περισσότερων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Η μαροκινή κυβέρνηση έχει ξεκινήσει ένα έργο για την κατασκευή ενός σταθμού ηλιακής θερμικής ενέργειας[75] και εξετάζει επίσης τη χρήση φυσικού αερίου ως πιθανή πηγή εσόδων για την κυβέρνηση του Μαρόκου.[74]
Το Μαρόκο έχει ξεκινήσει την κατασκευή μεγάλων εγκαταστάσεων ηλιακής ενέργειας για να μειώσει την εξάρτησή του από τα ορυκτά καύσιμα και να εξάγει ηλεκτρική ενέργεια στην Ευρώπη.[76]
Το Μαρόκο έχει πληθυσμό περίπου 36,029,093 κατοίκους (εκτίμηση 2018). Υπολογίζεται ότι μεταξύ 41%[77] και 80% των κατοίκων έχουν βερβερική καταγωγή.[78] Ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού αναγνωρίζεται ως Χαρατίν και Γκνάουα, Δυτικοαφρικανοί ή μιγάδες απόγονοι σκλάβων και Μορίσκος, Ευρωπαίοι μουσουλμάνοι που εκδιώχθηκαν από την Ισπανία και την Πορτογαλία τον 17ο αιώνα.[79] Το προσδόκιμο ζωής στο σύνολο του πληθυσμού, σύμφωνα με εκτιμήσεις του 2019 του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας ήταν 73 χρόνια (71,7 χρόνια οι άνδρες και 74,3 οι γυναίκες).[80]
Το Μαρόκο έχει μεγάλη διασπορά, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας βρίσκεται στη Γαλλία, η οποία σύμφωνα με πληροφορίες έχει πάνω από ένα εκατομμύριο Μαροκινούς έως και τρίτης γενιάς. Υπάρχουν επίσης μεγάλες μαροκινές κοινότητες στην Ισπανία (περίπου 700.000 Μαροκινοί),[81] στην Ολλανδία (360.000) και στο Βέλγιο (300.000).[82] Άλλες μεγάλες κοινότητες υπάρχουν στην Ιταλία, τον Καναδά, τις Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ, όπου οι Μαροκινοί Εβραίοι θεωρείται ότι αποτελούν τη δεύτερη μεγαλύτερη εβραϊκή εθνοτική υποομάδα.[83]
Η θρησκευτική πίστη στη χώρα υπολογίστηκε από το Pew Forum το 2010 ως 99% μουσουλμάνοι, με όλες τις υπόλοιπες ομάδες να αντιπροσωπεύουν λιγότερο από το 1% του πληθυσμού.[84] Από αυτούς που ασπάζονται το Ισλάμ, σχεδόν όλοι είναι Σουνίτες Μουσουλμάνοι, με τους Σιίτες Μουσουλμάνους να αντιπροσωπεύουν λιγότερο από 0,1%.[85] Παρά το γεγονός ότι οι Μαροκινοί ασπάζονται το Ισλάμ, σχεδόν το 15% περιγράφει τον εαυτό του ως μη θρήσκο σύμφωνα με έρευνα του 2019 που διεξήχθη για το BBC από το ερευνητικό δίκτυο Arab Barometer.[86]
Η κυρίως Καθολική και Προτεσταντική χριστιανική κοινότητα ξένων αποτελείται από περίπου 40.000 πρακτικά μέλη. Οι περισσότεροι χριστιανοί κατοικούν στις αστικές περιοχές της Καζαμπλάνκα, της Ταγγέρης και του Ραμπάτ. Διάφοροι τοπικοί χριστιανοί ηγέτες εκτιμούν ότι μεταξύ 2005 και 2010 υπάρχουν 5.000 χριστιανοί (κυρίως εθνικοί Βερβέροι) που πηγαίνουν τακτικά σε εκκλησίες «σπίτια» και ζουν κυρίως στον νότο[87] Ορισμένοι τοπικοί χριστιανοί ηγέτες εκτιμούν ότι μπορεί να υπάρχουν έως και 8.000 χριστιανοί πολίτες σε ολόκληρη τη χώρα, αλλά πολλοί φέρεται να μην συναντώνται τακτικά λόγω του φόβου της κυβερνητικής επιτήρησης και της κοινωνικής δίωξης.[88] Ο αριθμός των Μαροκινών που ασπάστηκαν τον Χριστιανισμό (οι περισσότεροι από αυτούς ήταν κρυφοχριστιανοί) υπολογίζεται μεταξύ 8.000 και 50.000.[89][90][91][92]
Οι πιο πρόσφατες εκτιμήσεις ανεβάζουν το μέγεθος της εβραϊκής κοινότητας της Καζαμπλάνκα σε περίπου 2.500 άτομα[93] και των εβραϊκών κοινοτήτων του Ραμπάτ και του Μαρακές σε περίπου 100 μέλη η καθεμία. Αυτός ο πληθυσμός είναι κυρίως ηλικιωμένοι, με μείωση του αριθμού των νέων.[88] Η κοινότητα Μπαχάι, που βρίσκεται σε αστικές περιοχές, αριθμεί 350 έως 400 άτομα.[88]
Οι επίσημες γλώσσες του Μαρόκου είναι τα αραβικά και τα βερβερικά.[94][95] Περίπου το 89,8% του συνολικού πληθυσμού μπορεί να επικοινωνήσει σε κάποιο βαθμό στα μαροκινά αραβικά.[96] Η γλώσσα των Βερβερίνων ομιλείται σε τρεις διαλέκτους (Ταριφίτ, Τσαλχίτ και Ταμαζίγκτ του Κεντρικού Άτλαντα).[97] Το 2008, ο Φρεντερίκ Ντερός υπολόγισε ότι υπήρχαν 12 εκατομμύρια ομιλητές βερβερικών, που αποτελούν περίπου το 40% του πληθυσμού.[98] Η απογραφή πληθυσμού του 2004 ανέφερε ότι το 28,1% του πληθυσμού μιλούσε Βερβερικά.[96]
Τα γαλλικά χρησιμοποιούνται ευρέως σε κυβερνητικούς θεσμούς, μέσα ενημέρωσης, μεσαίες και μεγάλες εταιρείες, διεθνές εμπόριο με γαλλόφωνες χώρες και συχνά στη διεθνή διπλωματία. Τα γαλλικά διδάσκονται ως υποχρεωτική γλώσσα σε όλα τα σχολεία. Το 2010, υπήρχαν 10.366.000 γαλλόφωνοι στο Μαρόκο, ή περίπου το 32% του πληθυσμού.[99]
Σύμφωνα με το Ethnologue, από το 2016, υπάρχουν 1.536.590 άτομα (ή περίπου το 4,5% του πληθυσμού) στο Μαρόκο που μιλούν ισπανικά.[100] Τα ισπανικά μιλιούνται κυρίως στο βόρειο Μαρόκο και στην πρώην ισπανική Σαχάρα, επειδή η Ισπανία κατείχε προηγουμένως αυτές τις περιοχές.[101] Εν τω μεταξύ, μια μελέτη του 2018 από το Ινστιτούτο Θερβάντες βρήκε ότι 1,7 εκατομμύρια Μαροκινοί που μιλούσαν τουλάχιστον ικανοποιητικά ισπανικά, τοποθετώντας το Μαρόκο ως τη χώρα με τους περισσότερους ισπανόφωνους εκτός του ισπανόφωνου κόσμου (εκτός εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες εξαιρεθούν επίσης από τις ισπανόφωνες χώρες).[102] Ένα σημαντικό τμήμα του βόρειου Μαρόκου έχει πρόσβαση σε ισπανικά μέσα ενημέρωσης, τηλεοπτικό σήμα και ραδιοφωνικά κύματα, τα οποία σύμφωνα με πληροφορίες διευκολύνουν την ικανότητα στη γλώσσα στην περιοχή.[103]
Η εκπαίδευση στο Μαρόκο είναι δωρεάν και υποχρεωτική μέχρι το δημοτικό σχολείο. Το εκτιμώμενο ποσοστό αλφαβητισμού για τη χώρα το 2012 ήταν 72%. Τον Σεπτέμβριο του 2006, η UNESCO απένειμε στο Μαρόκο, μεταξύ άλλων χωρών, όπως η Κούβα, το Πακιστάν, η Ινδία και η Τουρκία το «Βραβείο Αλφαβητισμού της UNESCO για το 2006».[104]
Το Μαρόκο έχει πάνω από σαράντα πανεπιστήμια, ινστιτούτα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και πολυτεχνεία διασκορπισμένα σε αστικά κέντρα σε όλη τη χώρα. Τα κορυφαία ιδρύματά του περιλαμβάνουν το Πανεπιστήμιο Μωάμεθ Ε΄ στο Ραμπάτ, το μεγαλύτερο πανεπιστήμιο της χώρας, με παραρτήματα στην Καζαμπλάνκα και τη Φεζ, το Γεωργικό και Κτηνιατρικό Ινστιτούτο Χασάν Β΄ στο Ραμπάτ, το οποίο διεξάγει έρευνα στις κοινωνικές επιστήμες εκτός από τις γεωργικές του ειδικότητες, και το Πανεπιστήμιο Αλ-Ακχαουαΐν στο Ιφράν, το πρώτο αγγλόφωνο πανεπιστήμιο στη Βορειοδυτική Αφρική,[105] που εγκαινιάστηκε το 1995 με εισφορές από τη Σαουδική Αραβία και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Το Πανεπιστήμιο αλ-Κουαραουιγίν, που ιδρύθηκε από τη Φατιμά αλ-Φίχρι στην πόλη της Φεζ το 859 ως μεντρεσές,[106] θεωρείται από ορισμένες πηγές, συμπεριλαμβανομένης της UNESCO, ως το «παλαιότερο πανεπιστήμιο του κόσμου».[107]
Το Μαρόκο είναι μια χώρα με πλούσια κουλτούρα και πολιτισμό. Κατά τη διάρκεια της ιστορίας του, το Μαρόκο έχει υπάρξει κατοικία ανθρώπων από την Ανατολή (Φοίνικες, Εβραίους και Άραβες), τον Νότο (Αφρικανοί της Υποσαχάριας Αφρικής) και τον Βορρά (Ρωμαίοι, Ανδαλουσιανοί). Όλοι αυτοί οι πολιτισμοί έχουν επηρεάσει την κοινωνική δομή του Μαρόκου.
Μετά την ανεξαρτησία, μια πραγματική άνθηση έχει σημειωθεί στη ζωγραφική και τη γλυπτική, τη λαϊκή μουσική, το ερασιτεχνικό θέατρο και τη δημιουργία ταινιών.[108] Το Εθνικό Θέατρο του Μαρόκου (ιδρύθηκε το 1956) προσφέρει τακτικές παραγωγές μαροκινών και γαλλικών δραματικών έργων. Φεστιβάλ τέχνης και μουσικής πραγματοποιούνται σε όλη τη χώρα κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, μεταξύ των οποίων το Παγκόσμιο Φεστιβάλ Ιερής Μουσικής στη Φεζ.
Η μαροκινή λογοτεχνία γράφεται κυρίως στα αραβικά, βερβερικά, εβραϊκά και γαλλικά. Ιδιαίτερα υπό τις αυτοκρατορίες των Αλμοραβιδών και των Αλμοαδών, η μαροκινή λογοτεχνία ήταν στενά συνδεδεμένη με τη λογοτεχνία της αλ-Ανδαλούς και μοιράστηκε σημαντικές ποιητικές και λογοτεχνικές μορφές όπως το ζατζάλ, το μουβασάχ και το μακαμά. Η ισλαμική λογοτεχνία, όπως οι εξηγήσεις του Κορανίου και άλλα θρησκευτικά έργα, όπως το Αλ-Σίφα του Καντί Αγιάντ, ήταν επιδραστικά. Το Πανεπιστήμιο αλ-Καραουιγίν στη Φεζ ήταν σημαντικό λογοτεχνικό κέντρο που προσέλκυε μελετητές από το εξωτερικό, συμπεριλαμβανομένων των Μαϊμονίδη, Ιμπν αλ-Χατίμπ και Ιμπν Χαλντούν.
Υπό τη δυναστεία των Αλμοαδών, το Μαρόκο γνώρισε μια περίοδο ευημερίας. Οι Αλμοάδες έχτισε το τέμενος Κουτουμπιά στο Μαρακές, το οποίο φιλοξενούσε όχι λιγότερους από 25.000 ανθρώπους, αλλά ήταν επίσης διάσημο για τα βιβλία, τα χειρόγραφα, τις βιβλιοθήκες και τα βιβλιοπωλεία του. Ο Αλμοάδης Χαλίφης Αμπού Γιακούμπ αγαπούσε πολύ για τη συλλογή βιβλίων. Ίδρυσε μια μεγάλη βιβλιοθήκη, η οποία τελικά μεταφέρθηκε στο Κάσμπα και μετατράπηκε σε δημόσια βιβλιοθήκη.
Η σύγχρονη μαροκινή λογοτεχνία ξεκίνησε τη δεκαετία του 1930. Δύο βασικοί παράγοντες ώθησαν το Μαρόκο να δει τη γέννηση μιας σύγχρονης λογοτεχνίας. Το Μαρόκο, ως γαλλικό και ισπανικό προτεκτοράτο δημιούργησε στους Μαροκινούς διανοούμενους την ευκαιρία να ανταλλάξουν και να παράγουν λογοτεχνικά έργα απολαμβάνοντας ελεύθερα την επαφή με την αραβική λογοτεχνία και την Ευρώπη. Τρεις γενιές συγγραφέων διαμόρφωσαν ιδιαίτερα τη μαροκινή λογοτεχνία του 20ού αιώνα.[109] Η πρώτη ήταν η γενιά που έζησε και έγραψε κατά τη διάρκεια του Προτεκτοράτου (1912–56), με σημαντικότερο εκπρόσωπο της τον Μοχάμεντ Μπεν Μπραχίμ (1897–1955).
Η μαροκινή κουζίνα θεωρείται μια από τις πιο διαφοροποιημένες κουζίνες στον κόσμο. Αυτό είναι αποτέλεσμα της μακραίωνης αλληλεπίδρασης του Μαρόκου με τον έξω κόσμο.[110] Η κουζίνα του Μαρόκου είναι κυρίως ένας συνδυασμός μαυριτανικής, ευρωπαϊκής και μεσογειακής κουζίνας.
Τα μπαχαρικά χρησιμοποιούνται εκτενώς στη μαροκινή κουζίνα. Ενώ τα μπαχαρικά εισάγονται στο Μαρόκο εδώ και χιλιάδες χρόνια, πολλά συστατικά όπως ο σαφράν από την Τιλιουίν, η μέντα και οι ελιές από το Μεκνές και τα πορτοκάλια και τα λεμόνια από τη Φεζ, καλλιεργούνται εγχώρια. Το κοτόπουλο είναι το πιο διαδεδομένο κρέας στο Μαρόκο. Το κόκκινο κρέας που καταναλώνεται πιο συχνά στο Μαρόκο είναι το βόειο κρέας. Το αρνί προτιμάται αλλά είναι σχετικά ακριβό. Το κύριο μαροκινό πιάτο με το οποίο είναι εξοικειωμένοι οι περισσότεροι είναι το κουσκούς,[111] η παλιά εθνική λιχουδιά.
Μεταξύ των πιο διάσημων μαροκινών πιάτων είναι το κουσκούς, η παστίλια, το τατζίν, η ταντζία και η χαρίρα. Αν και η τελευταία είναι σούπα, θεωρείται πιάτο από μόνο της και σερβίρεται ως τέτοιο ή με χουρμάδες ειδικά τον μήνα του Ραμαζανιού. Η κατανάλωση χοιρινού κρέατος απαγορεύεται σύμφωνα με τη Σαρία, τους θρησκευτικούς νόμους του Ισλάμ.
Ένα μεγάλο μέρος του καθημερινού γεύματος είναι το ψωμί. Το ψωμί στο Μαρόκο προέρχεται κυρίως από σιμιγδάλι σκληρού σίτου γνωστό ως χουμπζ. Το πιο συνηθισμένο είναι το χοντρό αλεσμένο ψωμί ολικής αλέσεως ή το ψωμί από άσπρο αλεύρι. Υπάρχει επίσης μια σειρά από πλακέ ψωμιά και τραβηγμένα άζυμα τηγανητά ψωμιά.
Το πιο δημοφιλές ρόφημα είναι το «ατάι», το πράσινο τσάι με φύλλα μέντας και άλλα συστατικά. Το τσάι κατέχει πολύ σημαντική θέση στην κουλτούρα του Μαρόκου και θεωρείται μορφή τέχνης. Σερβίρεται όχι μόνο κατά τη διάρκεια των γευμάτων αλλά καθ' όλη τη διάρκεια της ημέρας, και είναι ιδιαίτερα ένα ποτό φιλοξενίας, που συνήθως σερβίρεται όποτε υπάρχουν καλεσμένοι. Σερβίρεται στους επισκέπτες και είναι αγενές να το αρνηθεί κανείς.
Το ποδόσφαιρο είναι το πιο δημοφιλές άθλημα της χώρας, ιδιαίτερα δημοφιλές στους νέους των πόλεων. Το 1986, το Μαρόκο έγινε η πρώτη αραβική και αφρικανική χώρα που προκρίθηκε στον δεύτερο γύρο του Παγκοσμίου Κυπέλλου FIFA. Το Μαρόκο έγινε επίσης το πρώτο αφρικανικό και μουσουλμανικό κράτος που έφτασε στov ημιτελικό Μουντιάλ, στο Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου 2022 στο Κατάρ. Το Μαρόκο ήταν αρχικά προγραμματισμένο να φιλοξενήσει το Κύπελλο Εθνών Αφρικής 2015,[112] αλλά αρνήθηκε να φιλοξενήσει το τουρνουά στις προγραμματισμένες ημερομηνίες λόγω των φόβων για το ξέσπασμα του Έμπολα στην ήπειρο.[113]
Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1984, δύο Μαροκινοί κέρδισαν χρυσά μετάλλια στον στίβο. Η Ναουάλ Ελ Μουταβακέλ κέρδισε στα 400 μέτρα με εμπόδια. Ήταν η πρώτη γυναίκα από αραβική ή ισλαμική χώρα που κέρδισε χρυσό Ολυμπιακό μετάλλιο. Ο Σαΐντ Αουίτα κέρδισε τα 5000 μέτρα στους ίδιους αγώνες. Ο Χισάμ Ελ Γκερούζ κέρδισε χρυσά μετάλλια για το Μαρόκο στους Θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 στα 1500 μέτρα και στα 5000 μέτρα και κατέχει πολλά παγκόσμια ρεκόρ στον αγώνα του ενός μιλίου.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.