Μαδαγασκάρη
νησιωτική χώρα στον Ινδικό Ωκεανό From Wikipedia, the free encyclopedia
νησιωτική χώρα στον Ινδικό Ωκεανό From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Μαδαγασκάρη (μαλαγασικά: Madagasikara), επίσημα Δημοκρατία της Μαδαγασκάρης (μαλαγασικά: Repoblikan'i Madagasikara, γαλλικά: République de Madagascar) είναι νησιωτική χώρα με έκταση 587.041 τ.χλμ., πληθυσμό 30.811.969 κατοίκων,[1] σύμφωνα με επίσημη εκτίμηση για το 2024 και το τέταρτο σε μέγεθος νησί του κόσμου[4]. Βρίσκεται απέναντι από τη νοτιοανατολική ακτή της Αφρικής δημιουργώντας με την ακτή της Μοζαμβίκης τον δίαυλο της Μαδαγασκάρης συνολικού μήκους 980 μιλίων, μεγίστου εύρους 360 μιλίων και ελαχίστου 250 μιλίων. Πρωτεύουσα του κράτους είναι η Ανταναναρίβο. Η οικονομία βασίζεται κυρίως στη γεωργία, στην αλιεία και στον τουρισμό. Απέκτησε την ανεξαρτησία της στις 26 Ιουνίου 1960 από τη Γαλλία, της οποίας υπήρξε αποικία. Την τελευταία δεκαετία χαρακτηρίζεται από πολιτικές και κοινωνικές ταραχές, με αποκορύφωμα δύο κρίσεις εξουσίας ανάμεσα σε κυβέρνηση και σε αντιπολίτευση.
Δημοκρατία της Μαδαγασκάρης
Repoblikan'i Madagasikara République de Madagascar | |||
---|---|---|---|
| |||
Εθνικό σύνθημα: Tanindrazana, Fahafahana, Fandrosoana (μαλαγασικά) Patrie, liberté, progrès (γαλλικά) «Πατρίδα, Ελευθερία, Πρόοδος» | |||
Η θέση της Μαδαγασκάρης (πράσινο) | |||
και μεγαλύτερη πόλη | Ανταναναρίβο 18°56′19″S 47°31′17″E | ||
μαλαγασικά γαλλικά | |||
Ημιπροεδρική Δημοκρατία | |||
Αντρί Ραζοελίνα Κριστιάν Εντσαΐ | |||
Ανεξαρτησία - Κηρύχθηκε - Ισχύον Σύνταγμα | 26 Ιουνίου 1960 (από τη Γαλλία) 19 Αυγούστου 1992 | ||
• Σύνολο • % Νερό Ακτογραμμή | 587.041 km2 (47η) 0,13 4.828 km | ||
Πληθυσμός • Εκτίμηση 2024 • Απογραφή 1993 • Πυκνότητα | 30.811.969[1] (49η) 12.238.914 52,5 κατ./km2 (162η) | ||
ΑΕΠ (ΙΑΔ) • Ολικό (2017) • Κατά κεφαλή | 40,055 δισ. $[2] 405 $[2] | ||
ΑΕΠ (ονομαστικό) • Ολικό (2017) • Κατά κεφαλή | 10,372 δισ. $[2] 390 $[2] | ||
ΔΑΑ (2021) | 0,501[3] (173η) – χαμηλός | ||
Νόμισμα | Αριάρι (MGA) | ||
Ώρα Ανατολικής Αφρικής (UTC +3) | |||
Internet TLD | .mg | ||
Οδηγούν στα | δεξιά | ||
Κωδικός κλήσης | +261 |
Η νησιωτική χώρα αποτελείται από το νησί με το ίδιο όνομα και από άλλα μικρότερα. Σε γενικές γραμμές η Μαδαγασκάρη φαίνεται ως ένας μεγάλος βραχώδης όγκος, με κλίση προς τη δύση. Μπορεί κανείς να διακρίνει πέντε γεωγραφικές περιοχές[5]: την ανατολική ακτή, την περιοχή του υψιπέδου Τσαρατανάνα (Tsaratanana Massif), τα κεντρικά υψίπεδα, τη δυτική ακτή και το νοτιοδυτικό τμήμα.
Το υψόμετρο κυμαίνεται από 1000 έως 1500 μέτρα στο κεντρικό τμήμα του νησιού και φτάνει τα 2.000 μ.[6]. Στα ανατολικά οι συνθήκες που επικρατούν είναι δυσχερείς για την ανθρώπινη διαβίωση εξαιτίας του κλίματος, που είναι θερμό και υγρό. Παρ' όλα αυτά, στην εν λόγω περιοχή καλλιεργήθηκαν αρχικά από τους Άραβες και στη συνέχεια από τους Ινδούς και τους Ευρωπαίους διάφορα φυτά, όπως καφές, ζαχαροκάλαμο και μπαχαρικά. Στα νοτιοδυτικά του νησιού από το Ακρωτήριο Αγίου Βικεντίου ως το Ακρωτήριο Αγίας Μαρίας βρίσκονται οι πλέον άγονες περιοχές του νησιού.
Στα βόρεια εκτείνεται το όρος Άμπρε και η ευρύτερη περιοχή ονομάζεται Μεγάλες Γαίες. Εκεί το κλίμα και το υψόμετρο ευνοούν τη βλάστηση, που ξεκινά από δάση αειθαλών δέντρων και καταλήγει σε δάση με φυλλοβόλα δέντρα και σε σαβάνες με μπαομπάμπ. Υπάρχει επίσης κοντά στο Άμπρε μια λοφώδης και πεδινή περιοχή, που ορίζεται στα νοτιοανατολικά από το όρος Τσαρατανάνα (2.876 μ.), όπου βρίσκεται η κορυφή Μαρομοκότρο, η ψηλότερη στο νησί[7]. Τέλος η ακτή πλαισιώνεται από διάφορα νησιά, μεταξύ των οποίων και το ηφαιστειογενές νησί Νόζι Μπε.
Το ανατολικό και το δυτικό τμήμα της Μαδαγασκάρης διαρρέεται από διάφορους ποταμούς[8] με μεγαλύτερο τον Μανανάρα και άλλους όπως ο Μανγκόρο, ο Μανινγκόρι, ο Μαχαβάβι, ο Μπετσιμπόκα, ο Τσιριμπιχίνα, ο Ονιλάχι, ο Μάνια και ο Μανγκόκι, που είναι και μεγαλύτερος σε μήκος. Μεγαλύτερη λίμνη είναι η Αλαότρα, μήκους 40 χλμ.[9]
Με βάση τους γεωγραφικούς παράγοντες και μετεωρολογικά φαινόμενα διακρίνονται τουλάχιστον τέσσερα είδη κλίματος[10]:
Γενικά, παρατηρούνται δύο εποχές: μια ξερή, από τον Μάιο έως τον Οκτώβριο, και μία θερμή, από τον Οκτώβριο μέχρι τον Μάιο. Κυκλώνες διασχίζουν πολύ συχνά τη χώρα. Τον Ιανουάριο του 2009 το δυτικό τμήμα της χώρας επλήγη από τροπικό κυκλώνα, με το όνομα Φανέλε, που προκάλεσε πλημμύρες, καταστροφές και ανάγκασε τουλάχιστον 2.800 ανθρώπους να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους.[12] Λίγο αργότερα, τουλάχιστον 9 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους και πάνω από 36.000 επλήγησαν από το πέρασμα της τροπικής θύελλας «Τζέιντ» στα ανατολικά της χώρας[13]. Το νησί επλήγη νωρίτερα και από τρίτο κυκλώνα, τον «Έρικ», ενώ οι νεκροί ανήλθαν σε 9.[14]
Το τέταρτο σε μέγεθος νησί στον κόσμο αναγνωρίζεται και ως ένας από τους 10 τόπους υψηλής βιοποικιλότητας στον κόσμο (Mittermeier et al., 1999; Myers et al., 2000; Brummitt & Nic Lughadha, 2003)[15]. Στο νησί απαντώνται περί τα 12.000 είδη φυτών.[16] Επιστήμονες υπολογίζουν τον αριθμό των ειδών από 8.500 είδη φυτών (White, 1983) σε 10.000 (Humbert, 1959, Phillipson, 1994) ή και ακόμα σε 12.000 είδη (Dejardin et al., 1973), εκ των οποίων το 70% - 80% ή και σε μεγαλύτερο ποσοστό είναι ενδημικά (Humbert, 1959).[17]. Παλαιότερα, η βλάστηση στο νησί ήταν εκτεταμένη, σε αντίθεση με σήμερα. Η εκδάσωση, οι δασικές πυρκαγιές, η μειωμένη παραγωγικότητα του εδάφους και η διάβρωση του εδάφους απειλούν σήμερα τη χλωρίδα στο νησί[18]. Δάση επικρατούν σήμερα σε υψόμετρο από 800 ως 1.500 μ. Τα νοτιοδυτικά εδάφη είναι πιο άγονα, με αγρωστώδη και μεγάλα μπαομπάμπ. Αντίθετα, στις ψηλότερες περιοχές επικρατούν ξηρόφιλοι θάμνοι, όπως οι ρουβιίδες και οι ερεικίδες. Γνωστός είναι και ο φοίνικας ravanela madagascariensis, που λέγεται και «φοίνικας του ταξιδιώτη»[19]. Τέλος πολλά δέντρα, όπως ευκάλυπτοι, έχουν εισαχθεί από άλλες χώρες.
Πέρα από τη χλωρίδα, η χώρα έχει να παρουσιάσει αξιόλογη όσο και σπάνια πανίδα. Αξιοσημείωτο είναι ότι στο νησί ζουν πολλά ζώα που σχετίζονται περισσότερο με την ινδική χερσόνησο παρά με την Αφρική. Πολλά ζώα είναι ενδημικά, όπως ο απειλούμενος με εξαφάνιση προπίθηκος, λεμούριος, και τα πτηνά Epiornis, που εξαφανίστηκαν πριν από μερικούς αιώνες. Υπολογίζεται ότι το αυγό του Aepyornis maximus αν γινόταν ομελέτα θα έφτανε για να φάνε 150 άνθρωποι (Brown 1978)[20]. Σπάνια ζώα που απαντώνται είναι από τα φυτοφάγα ο αγριόχοιρος (του είδους Potamochoerus porcus) και τα σαρκοφάγα της οικογένειας των βιβεριδών (μοσχογαλές) που προκαλούν μεγάλες καταστροφές. Πίθηκοι δεν υπάρχουν στο νησί, αλλά αντικαθίστανται από τους λεμούριους. Αναφορικά με τα ερπετά, στο νησί διαβιούν 32 είδη χαμαιλέοντα[21][22], ενώ απουσιάζουν οχιές και σαύρες. Αξίζει να σημειωθεί και η ύπαρξη πολλών και σπάνιων ειδών ψαριών, όπως το απειλούμενο με εξαφάνιση Pachypanchax omalonotus[23].
Πολλές περιοχές έχουν ανακηρυχθεί προστατευόμενες και άφθονα είναι τα περιβαλλοντικά πάρκα. Τέτοια είναι το Εθνικό Πάρκο Ισάλο[24], το Εθνικό Πάρκο Ρανομαφάνα[25] και το Περιβαλλοντικό Πάρκο Τσίνγκι Ντε Μπεμαράχα, το οποίο ανακηρύχθηκε Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς από την UNESCO το 1990[26].
Η χώρα είναι κυρίως αγροτική, ενώ στυλοβάτες της οικονομίας είναι η αλιεία, όπως επίσης η υλοτομία. Κύρια εξαγώγιμα προϊόντα είναι ο καφές, η βανίλια[27], το ζαχαροκάλαμο, τα γαρίφαλα, το κακάο, το ρύζι, η κασσάβα (ταπιόκα), τα φασόλια, οι μπανάνες, τα φιστίκια και τα κτηνοτροφικά προϊόντα. Εισάγονται μηχανήματα, πετρελαιοειδή, βιομηχανικός εξοπλισμός, υφάσματα, ηλεκτρικά είδη και χημικά- φαρμακευτικά προϊόντα. Παράγει επίσης αραχίδες, κεχρί, σόργο και χουρμάδες. Κύρια χώρα με την οποία συναλλάσσεται είναι η Γαλλία.
Στις ζώνες της σαβάνας εκτρέφονται βοοειδή, χοίροι και πρόβατα. Από τα δάση παίρνουν έβενο, μαόνι, τανίνη, αιθέρια έλαια, καουτσούκ και δεψικές ύλες. Το υπέδαφος της χώρας είναι πλούσιο σε κοιτάσματα και ορυκτά. Συγκεκριμένα, στο νησί βρίσκονται κοιτάσματα χρωμίου, μαρμαρυγία, γραφίτη, ουρανίου, βηρυλλίου, λιθανθράκων, αργιλίου, ιλμενίτη, χρυσού και μαγγανίου. Ειδικότερα, πιο πρόσφατα έχουν γίνει επενδύσεις στον τομέα εξόρυξης ιλμενίτη, ιδίως στο Τουλεάρ και στο Φορ Ντοφέν.[28]. Στον χώρο της βιομηχανίας πετρελαίου, η Madagascar Oil προωθεί την εκμετάλλευση κοιτασμάτων πετρελαίου στο Τσιμιρόρο και στην Μπεμολάνγκα.
Η βιομηχανία ασχολείται κατά κύριο λόγο με την επεξεργασία των αγροτικών προϊόντων. Διαθέτει εργοστάσια κονσερβοποιίας κρέατος, καπνοβιομηχανίας, σαπωνοποιίας, χημικών προϊόντων, υφαντουργίας, υαλουργίας και τσιμέντων[29].
Το 1980 η χώρα αναγκάστηκε να δεχτεί όλους τους όρους του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας, καθώς δεν μπορούσε να αποπληρώσει το χρέος της.[30]. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1980, ξεκίνησαν στη χώρα δομικές αλλαγές στην οικονομία, έπειτα από πιέσεις από πλευράς Παγκόσμιας Τράπεζας. Το αρχικό πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων (1988-1993) και η ανάπτυξη του καθεστώτος ζώνης για προώθηση εξαγωγών (EPZ) στις αρχές της δεκαετίας του '90 αποτέλεσαν σημαντικά δείγματα σε αυτήν την προσπάθεια. Ωστόσο, το επίπεδο φτώχειας στο νησί παραμένει μεγάλο, όπως και η διαφθορά στον χώρο της πολιτικής[31]. Σύμφωνα με τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα, το 70% του πληθυσμού ζούσε κάτω από το όριο της φτώχειας το 2004[32].
Τη δεκαετία του 1980 ανακαλύφθηκαν κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου, που όμως δεν έχει αρχίσει συστηματικά η εκμετάλλευσή τους. Η ενέργεια παράγεται ιδίως σε υδροηλεκτρικούς σταθμούς και σε θερμοηλεκτρικά εργοστάσια, τα οποία λειτουργούν με εισαγόμενα καύσιμα.
Νομισματική μονάδα του νησιού είναι το αριάρι. Το ΑΕΠ προβλέπεται να είναι στο 7,5% το 2009 σύμφωνα με οικονομικά στοιχεία που ανακοινώθηκαν τον Νοέμβριο του 2008.[33]
Τον Ιούλιο του 2003 η χώρα έγινε ξανά μέλος της Αφρικανικής Ένωσης, έπειτα από 14μηνη αναστολή, εξαιτίας της πολιτικής κρίσης του 2002[34]. Την περίοδο από το 1978 έως το 1991 ο Πρόεδρος Ντιντιέ Ρατσιράκα ακολούθησε γενικά αδέσμευτη πολιτική και σύναψε διπλωματικές σχέσεις με ριζοσπαστικά καθεστώτα, όπως η Βόρεια Κορέα, η Κούβα, η Λιβύη και το Ιράν. Ο διάδοχός του Αλμπέρ Ζαφί σύναψε διπλωματικές σχέσεις με τη Νότια Κορέα[35]
Η χώρα είναι μέλος του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου[36], βάσει συμφωνίας της Ρώμης (Άρθρο 98) και διασφαλίζει την ασυλία για τον αμερικανικό στρατό.
Ο πρόεδρος Ραβαλομανάνα επιδιώκει τη σύναψη διπλωματικών σχέσεων με όλες τις χώρες που ενθαρρύνουν την ανάπτυξη της χώρας του. Προσεγγίζει τόσο τις αγγλόφωνες όσο και τις γαλλόφωνες χώρες και έχει ισχυρούς δεσμούς με την Κίνα[37].
Τον Νοέμβριο του 2004, έπειτα από απουσία σχεδόν 30 ετών, επαναλειτούργησε η πρεσβεία της Μαδαγασκάρης στο Λονδίνο. Το 2005 παρά τις διαμαρτυρίες, έκλεισε η βρετανική πρεσβεία στο Ανταναναρίβο, για οικονομικούς λόγους[38], όπως είχε γίνει και το 1975-1980.
Έπειτα από την πολιτική κρίση που ξέσπασε το 2009, οι ΗΠΑ αποφάσισαν να διακόψουν την εμπορική ευνοϊκή μεταχείριση προς τη Μαδαγασκάρη, με βάση το αμερικανικό πρόγραμμα που αποσκοπεί στη δημιουργία θέσεων εργασίας στην Αφρική[39].
Το νησί της Μαδαγασκάρης αποχωρίστηκε από την Αφρική περισσότερο από 80 εκατομμύρια χρόνια πριν.[40] Σύμφωνα με τους υπολογισμούς αρχαιολόγων, η ανθρώπινη παρουσία ανάγεται στην περίοδο από το 200 έως το 500 μ.Χ., ενώ θαλασσοπόροι από τη νοτιοανατολική Ασία (πιθανότατα από τη Βόρνεο ή το νότιο Σουλαουέζι) έφτασαν με κανό.[41] Επίσης έποικοι Μπαντού πιθανότατα διέσχισαν τον Πορθμό της Μοζαμβίκης και πήγαν στη Μαδαγασκάρη την ίδια περίπου περίοδο ή και λίγο μετά.
Η γραπτή ιστορία του νησιού ξεκινά τον έβδομο αιώνα, όταν οι Άραβες ίδρυσαν οικισμούς κατά μήκος της βορειοδυτικής ακτής και πρώτοι άλλαξαν τη γραφή της μαλαγασικής γλώσσας στη σοράμπε.
Στη διάρκεια του Μεσαίωνα οι επικεφαλής των διαφόρων φυλών άρχισαν να επεκτείνουν την κυριαρχία τους μέσω του εμπορίου με τους γείτονές τους στον Ινδικό Ωκεανό, κυρίως στην Ανατολική Αφρική, στη Μέση Ανατολή και στην Ινδία. Ιδρύθηκαν μεγάλες περιοχές από εκτάσεις που ανήκαν σε φυλάρχους, όπως αυτές των Σακαλάβα στη Μενάμπε, στο κέντρο της σημερινής πόλης Μοροντάβα και στην Μπόινα, στο κέντρο της σημερινής επαρχιακής πρωτεύουσας Μαχατζάνγκα.Η επιρροή των Σακαλάβα επεκτάθηκε προς τις Αντσιρανανά, Μαχατζάνγκα και Τολιάρα.
Η επαφή με τους Ευρωπαίους ξεκίνησε το 1500, όταν ο Πορτογάλος θαλασσοπόρος Ντιόγκο Ντίας αντίκρισε για πρώτη φορά το νησί, έπειτα από την απόσπαση του πλοίου του από τον στόλο που πήγαινε προς την Ινδία. Οι Πορτογάλοι συνέχισαν να έχουν εμπορικές σχέσεις με τους κατοίκους του νησιού και ονόμασαν το νησί Άγιο Λαυρέντιο (Sāo Lourenço). Το 1665 έπλευσε προς τη Μαδαγασκάρη ο Γενικός Διευθυντής της νεοσυσταθείσας Γαλλικής Εταιρείας Ανατολικών Ινδιών, Φρανσουά Καρόν. Η Εταιρεία απέτυχε να ιδρύσει αποικία στο νησί, ωστόσο ίδρυσε λιμάνια στα γειτονικά νησιά Μπουρμπόν και Ιλ ντε Φρανς (σημερινά Ρεϊνιόν και Μαυρίκιος). Στα τέλη του 17ου αιώνα ιδρύθηκαν εμπορικοί οικισμοί από τους Γάλλους στις ανατολικές ακτές.
Την περίοδο από το 1774 έως το 1824 η Μαδαγασκάρη αποτέλεσε δημοφιλές άντρο για πειρατές, όπως Αμερικανούς, ένας εκ των οποίων έφερε ρύζι της Μαδαγασκάρης στη Νότια Καρολίνα. Πολλοί Ευρωπαίοι ναυάγησαν με τα πλοία τους στις ακτές του νησιού, μεταξύ των οποίων ο Ρόμπερτ Ντράρι, του οποίου το ημερολόγιο αποτελεί τη μόνη γραπτή απεικόνιση της ζωής στα νότια του νησιού στη διάρκεια του 18ου αιώνα.[42]
Από τη δεκαετία του 1790, οι ηγεμόνες Μερίνα εδραίωσαν την κυριαρχία τους σε όλο το νησί. Το 1817 ο ηγεμόνας των Μερίνα και ο Βρετανός Κυβερνήτης του Μαυρίκιου σύναψαν συμφωνία για κατάργηση του δουλεμπορίου, που ήταν σπουδαίο για την οικονομία της Μαδαγασκάρης. Σε αντάλλαγμα, το νησί ενισχύθηκε στρατιωτικά και οικονομικά από τους Βρετανούς. Η βρετανική επιρροή διήρκεσε επί αρκετές δεκαετίες, στη διάρκεια των οποίων η Αυλή των Μερίνα ασπάστηκαν το δόγμα των Πρεσβυτεριανών, Κονγκρεκασιοναλιστών και Αγγλικανών.
Έπειτα από την κυριαρχία του Βασιλικού Πολεμικού Ναυτικού της Αγγλίας και το τέλος του δουλεμπορίου των Αράβων, οι Σακαλάβα της Δύσης απώλεσαν την εξουσία τους και υποτάχθηκαν στο νεοσύστατο κράτος των Μερίνα. Οι Μπετσιμισαράκα της ανατολικής ακτής επίσης ενοποιήθηκαν, όμως η ένωση αυτή σύντομα άρχισε να παραπαίει.
Οι Γάλλοι εισέβαλαν στη Μαδαγασκάρη το 1883 και ξέσπασε ο πρώτος Πόλεμος Γαλλίας και Χόβα, με σκοπό να ξαναπάρουν οι Γάλλοι πολίτες την περιουσία που είχαν στερηθεί.[43]. Έπειτα από τη λήξη των πολέμων, η Μαδαγασκάρη παραχώρησε την Αντσιρανανά (Ντιέγκο Σουαρέζ) στη Γαλλία και κατέβαλε το ποσό των 560.000 χρυσών φράγκων στους κληρονόμους του Ζοζέφ-Φρανσουά Λαμπέρ. Το 1890 οι Βρετανοί δέχτηκαν να γίνει το νησί προτεκτοράτο της Γαλλίας.
Το 1895 οι Γάλλοι έφτασαν αεροπορικώς στη Μαχατζάνγκα και προχώρησαν προς την πρωτεύουσα Ταναναρίβη, όπου οι υπερασπιστές της πόλης εξεπλάγησαν, καθώς ανέμεναν επίθεση από την πλησιέστερη ανατολική ακτή. Προτού τελειώσει ο δεύτερος Πόλεμος Γάλλων και Χόβα, 20 Γάλλοι στρατιώτες σκοτώθηκαν σε συγκρούσεις και 6.000 βρήκαν τον θάνατο από ελονοσία και από άλλες ασθένειες.
Έπειτα από το τέλος των εχθροπραξιών, το 1896 ψηφίστηκε από το Γαλλικό Κοινοβούλιο η προσάρτηση της Μαδαγασκάρης. Η 103χρονη μοναρχία των Μερίνα τερματίστηκε και η βασιλική οικογένεια εξορίστηκε στην Αλγερία. Τον Δεκέμβριο του 1904 ο ρωσικός στόλος της Βαλτικής προσάραξε στην Αντσιρανανά για κάρβουνο και ανεφοδιασμό, προτού αντιμετωπίσει τον στόλο της Ιαπωνίας στη Ναυμαχία της Τσουσίμα. Προτού αναχωρήσουν, οι Ρώσοι ναυτικοί υποχρεώθηκαν να αφήσουν στην ακτή τα ζώα που είχαν αποκτήσει, πιθήκους, μπόα με κόκκινη ουρά και έναν κροκόδειλο.
Στη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, στρατεύματα της Μαδαγασκάρης πολέμησαν στη Γαλλία, στο Μαρόκο και στη Συρία. Λίγο πριν την παράδοση της Γαλλίας στους Ναζί, η Γερμανία σχεδίαζε να απελάσει με τη βία όλους τους Εβραίους της Ευρώπης στη Μαδαγασκάρη. Επρόκειτο για το λεγόμενο Σχέδιο Μαδαγασκάρη, για το οποίο όμως ποτέ δεν αναλήφθηκε δράση. Έπειτα από την πτώση της Γαλλίας στο ναζιστικό καθεστώς, η κυβέρνηση Βισί διοίκησε τη Μαδαγασκάρη. Το νησί καταλήφθηκε από βρετανικά στρατεύματα το 1942 κατά τη μάχη της Μαδαγασκάρης. Στη συνέχεια οι Βρετανοί παρέδωσαν τον έλεγχο της διακυβέρνησης του νησιού στην κυβέρνηση των Ελευθέρων Γάλλων, με επικεφαλής τον Στρατηγό Σαρλ Ντε Γκωλ.
Το 1947 ξέσπασε εθνικιστική εξέγερση από τους ιθαγενείς, η οποία καταπνίγηκε από τους Γάλλους, με απολογισμό 90.000 νεκρούς έπειτα από πολύμηνες και σφοδρές συγκρούσεις.[44] Στη συνέχεια οι Γάλλοι ίδρυσαν αναμορφωτικούς θεσμούς το 1956 υπό την Πράξη Loi Cadre και το νησί οδηγήθηκε με ειρηνικό τρόπο προς την ανεξαρτησία του. Στις 14 Οκτωβρίου 1958 ανακηρύχθηκε η Μαλαγασική Δημοκρατία, ως αυτόνομο κράτος εντός της Γαλλικής Κοινότητας. Έπειτα από προσωρινή κυβέρνηση, υιοθετήθηκε Σύνταγμα το 1959 και τελικά το 1960 στις 26 Ιουνίου η χώρα έγινε ανεξάρτητη πλήρως.
Πρώτος Πρόεδρος του νέου κράτους αναδείχθηκε ο Φιλιμπέρ Τσιρανάνα, αρχηγός του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος και με την υποστήριξη της Γαλλίας. Ο Τσιρανάνα, εκφραστής της πλειονότητας των πληθυσμών Κοτιέ, εγκαθίδρυσε καθεστώς προεδρικού τύπου. Το 1975, έπειτα από πραξικόπημα, κατέλαβε την εξουσία ο Ντιντιέ Ρατσιράκα και η χώρα μετονομάστηκε σε Λαϊκή Δημοκρατία. Έναν χρόνο μετά ιδρύθηκε και το μοναδικό κόμμα που αναγνωρίστηκε και κυριάρχησε επί σχεδόν 20ετία, ο Σύνδεσμος για την Αναγέννηση της Μαδαγασκάρης. Στα επόμενα χρόνια, εκδηλώθηκαν αρκετές απόπειρες πραξικοπήματος και κορυφώθηκαν οι παραδοσιακές αντιθέσεις των δύο εθνοτήτων: των εθνικιστών Μερίνα και των Κοτιέ.
Το 1990 η χώρα έγινε πολυκομματική δημοκρατία και έπειτα από πιέσεις της Αντιπολίτευσης, που οδήγησαν στο να κηρυχθεί η χώρα σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης και σε συγκρούσεις, το 1992 ψηφίστηκε νέο Σύνταγμα, που εγκρίθηκε σε δημοψήφισμα. Στις εκλογές της επόμενης χρονιάς αναδείχθηκε νικητής ο Αλμπέρ Ζαφί, τον οποίο διαδέχθηκε το 1996 το «Γεράκι της Μαδαγασκάρης», όπως ονόμαζε ο Τύπος τον Ντιντιέ Ρατσιράκα. Το 1998 αποφασίστηκαν σε δημοψήφισμα αλλαγές στο Σύνταγμα και το κράτος απέκτησε ομοσπονδιακή μορφή.
Οι πρώτες εκλογές για Γερουσία διεξήχθησαν το 2001. Στις προεδρικές εκλογές του ιδίου έτους, ο Ρατσιράκα ηττήθηκε από τον ανεξάρτητο Μαρκ Ραβαλομανάνα, ο οποίος και επικράτησε έπειτα από στρατιωτική και πολιτική κρίση. Ο Ρατσιράκα αρνούμενος να αποδεχτεί την ήττα του κήρυξε στρατιωτικό νόμο στην πρωτεύουσα και ο Ραβαλομανάνα αυτοανακηρύχθηκε πρόεδρος τον Φεβρουάριο του 2002. Ακολούθησαν ταραχές, που έφεραν τη χώρα στα πρόθυρα εμφυλίου πολέμου και επέφεραν την αναστολή της ένταξης στην Αφρικανική Ένωση. Τελικά, το Ανώτατο Δικαστήριο ανακήρυξε νικητή τον Ραβαλομανάνα και ο Ρατσιράκα εγκατέλειψε τη χώρα και οριστικά την εξουσία. Ο Ραβαλομανάνα κέρδισε και στις προεδρικές εκλογές του 2006. Ωστόσο, ήρθε σε ρήξη με τον αρχηγό της αντιπολίτευσης, Αντρί Ραζοελίνα και στη χώρα ξέσπασαν ταραχές, με απολογισμό περισσότερους από 135 νεκρούς το 2009. Στις 17 Μαρτίου του 2009 ο Ραβαλομανάνα παραιτήθηκε από πρόεδρος και παρέδωσε την εξουσία στον στρατό, ο οποίος είχε ήδη υποστηρίξει τον αντίπαλό του αρχηγό της αντιπολίτευσης. Ο Ραζοελίνα ανέλαβε μεταβατικός πρόεδρος για την περίοδο από το 2009 έως το 2014, οπότε ανέλαβε καθήκοντα ο νικητής των εκλογών του 2013, Ερί Ραζαοναριμαμπιανινά.
Η μακρά απομόνωση του νησιού από τις γειτονικές ηπείρους είχε αποτέλεσμα να καταστεί καταφύγιο για πολλά φυτά και ζώα, πολλά από τα οποία δεν βρίσκονται πουθενά αλλού στον κόσμο[45]. Πολλοί οικολόγοι αναφέρουν τη Μαδαγασκάρη ως την «όγδοη ήπειρο»[46]. Από τα 10.000 ενδημικά φυτά στη Μαδαγασκάρη, το 90% δε βρίσκονται πουθενά αλλού διεθνώς.[47]
Η βιοποικιλότητα του νησιού είναι σε κίνδυνο εξαιτίας του ανθρώπινου παράγοντα. Από τη δεκαετία του ‘70 έχει αφανιστεί το ένα τρίτο της βλάστησης στο νησί και μόνο το 18% παραμένει ανέπαφη.
Στα ανατολικά, στην υπήνεμη πλευρά του νησιού, βρίσκονται τα τροπικά βροχερά δάση. Η εκτεταμένη υλοτομία έχει επιφέρει μεγάλες καταστροφές. Το έδαφος της Μαδαγασκάρης είναι φτωχό από τη φύση του αλλά και εξαιτίας των παρεμβάσεων του ανθρώπου, με αποτέλεσμα την αποψίλωση των δασών και τη δημιουργία βραχωδών εδαφών, επιρρεπών στη διάβρωση.
Ο πληθυσμός του νησιού αποτελείται κυρίως από Αυστραλομαλαισιανούς (με καταγωγή από τον Ειρηνικό και την Αφρική). Οι πρόσφατες έρευνες έδειξαν ότι το νησί ήταν ακατοίκητο μέχρι την άφιξη των Αυστραλομαλαισιανών θαλασσοπόρων περίπου 1.500- 2.000 χρόνια πριν. Πρόσφατες έρευνες του DNA δείχνουν ότι οι Μαλαγάσιοι έχουν καταγωγή κατά το ήμισυ από Ανατολική Αφρική και κατά το άλλο μισό είναι Αυστραλομαλαισιανοί. Το 90% της μαλαγασικής γλώσσας περιέχει το ίδιο λεξιλόγιο με την περιοχή του ποταμού Μπαρίτο, στη νότια Βόρνεο. Ο πληθυσμός παρουσιάζει αυξητική τάση και ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης ήταν 2,62% το 2014, με μέση πυκνότητα 37,2 κατοίκους ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο (2013). Το 32,6% του συνολικού πληθυσμού ζει στις πόλεις, με βάση στοιχεία του 2011[4].
Οι ανθρώπινες μεταναστεύσεις πληθυσμών από τις Ανατολικές Ινδίες και την Αφρική, οι οποίες επακολούθησαν, οριστικοποίησαν το αρχικό μίγμα και προέκυψαν 36 αυτόνομες φυλετικές ομάδες. Τα ασιατικά χαρακτηριστικά παρουσιάζουν κυρίως οι Μερίνα, που είναι γνωστοί και ως Χόβα. Αριθμούν 3.000.000 ανθρώπους και κατάφεραν να επιβληθούν, πριν και κατά τη διάρκεια της αποικιοκρατίας, στις άλλες ομάδες που εργάζονταν στα κεντρικά υψίπεδα. Πιο αμιγείς ως προς την καταγωγή τους είναι οι Κοτιέ που ζουν στις ακτές. Εκπρόσωποί τους είναι οι Μπετσιμισαράκα (1,5 εκατομμύριο), καθώς επίσης οι Τσιμιχέτι και οι Σακαλάβα (700.000 η καθεμιά εθνότητα). Στα νοτιοδυτικά ζουν οι Βέζο. Δύο από τις φυλές του Νότου είναι οι Ανταντρόι και οι Αντανόσι. Στην Ιμέρινα οι πρώτοι οικισμοί ήταν οχυρωμένοι και δέσποζαν επάνω σε υψώματα, τα «ρόβα». Σήμερα τα τελευταία χρησιμοποιούνται ως πρότυπα για τις κατοικίες των καλλιεργητών ρυζιού. Στα κεντρικά υψίπεδα της Ιμέρινα βρίσκονται οι πλέον πυκνοκατοικημένες περιοχές.
Το μεγαλύτερο μέρος των Μαλαγάσιων ζουν σε αγροτικά χωριά στα υψίπεδα του νησιού. Υπάρχουν επίσης περιοχές προνομιούχων, με ευρύχωρα σπίτια των οποίων η αρχιτεκτονική μιμείται εκείνη της Ευρώπης. Στα δυτικά υπάρχουν αρκετά ψαροχώρια, κτισμένα κάτω από τους φοίνικες, με σπίτια κατασκευασμένα πάλι σε στιλ που θυμίζει εκείνα της Ευρώπης.
Ειδικότερα, στα βόρεια υψίπεδα ζουν οι Τσιμιχέτι, οι οποίοι ασχολούνται με τη γεωργία και με την κτηνοτροφία. Στον Νότο διαβιούν οι μελαψοί Μπάρα και οι συγγενείς με αυτούς Σακαλάβα, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στην ίδια περιοχή τον 19ο αιώνα. Στις έρημες περιοχές του βορρά κατοικούν οι Ανταντρόι και κατά μήκος της ανατολικής ακτής οι Νέγροι Μπετσιμισαράκα. Στα ανατολικά και νοτιοανατολικά της χώρας ζουν οι Ανταϊμόρο.
Κατά την περίοδο της γαλλικής αποικιοκρατίας (1895-1960) και κάποια χρονική περίοδο μετά την ανεξαρτησία, οι κάτοικοι της χώρας χωρίζονταν σε εθνοτικές ομάδες. Η πρακτική αυτή σταμάτησε κατά την πρώτη απογραφή έπειτα από την ανεξαρτησία (1975)[48]. Ως αποτέλεσμα αυτού, στα δελτία ταυτότητας δεν αναγράφεται η εθνοτική ομάδα και η θρησκεία του ατόμου. Επίσης, δεν υπάρχουν τοπικά πολιτικά κόμματα.
Μετά την ανεξαρτησία, μόνο δύο απογραφές πληθυσμού έχουν διεξαχθεί ως σήμερα, η πρώτη το 1975 και η τελευταία το 1993. Σύμφωνα με την τελευταία πληθυσμιακή απογραφή, στη Μαδαγασκάρη ζούσαν 18.497 αλλοδαποί κάτοικοι ή το 0,15% του συνολικού πληθυσμού.
Οι παλαιότεροι κάτοικοι του νησιού ήταν οι Ουαζίμπα πιθανότατα Πυγμαίοι στους οποίους κάνουν μνεία οι τοπικοί μύθοι. Εξαιτίας της θέσης του νησιού στον Ινδικό ωκεανό αποτέλεσε τόπο προορισμού και παραμονής για άτομα από τη Νότια Ασία, τη Μαλαισία, την Αραβική χερσόνησο και την Αφρική.
Πριν από περίπου δύο χιλιετίες ομάδες Αυστραλο-Μαλαισιανών που διέσχισαν τον Ινδικό Ωκεανό, εγκαταστάθηκαν στη Μαδαγασκάρη. Έπειτα, αφίχθησαν και κάτοικοι προερχόμενοι από τη Βόρνεο, όπως φαίνεται από το γλωσσικό τους ιδίωμα. Τελευταίοι έποικοι ήταν η φυλή Μερίνα τον 16ο αιώνα και ακολούθησαν οι Πορτογάλοι. Αυτοί έφεραν μαζί τους το ρύζι, το βαμβάκι και πιθανότατα το ζεμπού. Μεταξύ 7ου και 9ου αιώνα ιδρύθηκαν αραβικές αποικίες. Οι Άραβες μετέφεραν ως δούλους πολλούς Νέγρους από την Αφρική. Μετά τον 19ο αιώνα έκαναν την εμφάνισή τους στις ακτές και ύστερα στα ενδότερα Κρεολοί Μιγάδες που προήλθαν από την ένωση Μαλαγάσιων και Νέγρων. Υπάρχουν επίσης Κινέζοι και Ινδοί, που ασχολούνται με το εμπόριο και με τις φυτείες.
Σήμερα εκτός από τους Μερίνα (λέγονται και Χόβα) υπάρχουν μικρότερες εθνότητες, όπως οι Μπετσιλέο, οι οποίοι ζουν στα ανατολικά. Στις παράκτιες περιοχές ζουν οι Κοτιέ, με εκπροσώπους τους Μπεσιμιτσαράκα και τους Σακαλάβα. Τέλος στη χώρα ζουν Κομόριοι, Γάλλοι, Ινδοί, Κρεολοί και άλλοι.
Η μαλαγασική γλώσσα (προφορά: Mala-gass) έχει Μαλαισιανή και Πολυνησιακή καταγωγή και ομιλείται γενικά σε όλο το νησί. Οι εγγράμματοι ομιλούν τη γαλλική γλώσσα. Τα αγγλικά, παρά το γεγονός ότι είναι σπάνια, όλο και περισσότερο ομιλούνται σήμερα και το 2003 η κυβέρνηση ξεκίνησε πιλοτικά ένα πρόγραμμα να εισαχθεί η διδασκαλία της αγγλικής στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση σε 44 σχολεία, ευελπιστώντας να επεκταθεί σε όλη τη χώρα. Στην προσπάθεια αυτή μετέχουν και εθελοντές, στον τομέα της εκπαίδευσης δασκάλων.
Στο πρώτο Σύνταγμα του 1958, η μαλαγασική και η γαλλική ονομάστηκαν «επίσημες γλώσσες της Μαλαγασικής Δημοκρατίας»[49].
Στο Σύνταγμα του 1992 δεν καταγράφηκαν καθόλου επίσημες γλώσσες. Η μαλαγασική αναφέρθηκε ως «εθνική γλώσσα». Τον Απρίλιο του 2000 προσέφυγε στα δικαστήρια ένας πολίτης με το αιτιολογικό ότι η έκδοση επισήμων εγγράφων μόνο στη γαλλική γλώσσα ήταν αντισυνταγματική.
Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο έκρινε ότι[50] εν απουσία γλωσσικού νόμου, η γαλλική είχε επίσημη θέση στη χώρα.
Στο Σύνταγμα του 2007 η μαλαγασική παραμένει επίσημη γλώσσα. Επίσης, επίσημες γλώσσες έγιναν ξανά η γαλλική και η αγγλική. Η προσθήκη της τελευταίας έγινε για την προσέγγιση των αγγλόφωνων χωρών της Αφρικής αλλά και την ενθάρρυνση των ξένων επενδυτών[51]
Περίπου το 50% των κατοίκων της χώρας ακολουθεί ανιμιστικές λατρείες και τονίζει την ένωση των ζωντανών με τους νεκρούς. Οι Μερίνα στα υψίπεδα τείνουν να μένουν προσηλωμένοι αυστηρά σε αυτήν την τακτική. Συγκεκριμένα, πιστεύουν ότι οι νεκροί ενώνονται με τους προγόνους τους και γίνονται θεοί και ότι οι πρόγονοί τους σχετίζονται σε μεγάλο βαθμό με το πεπρωμένο των ζωντανών απογόνων τους. Αυτήν την πνευματική συνένωση καταδεικνύει η πρακτική της νέας ταφής, που λέγεται famadihana και η οποία τελείται από τους Μερίνα και τους Μπετσιλέο. Στην τελετή αυτή, που σημαίνει «παράδοση των νεκρών», τα λείψανα των συγγενών απομακρύνονται από τον οικογενειακό τάφο, τα τυλίγουν με νέα μεταξωτά σάβανα και τα επιστρέφουν στον τάφο έπειτα από φαντασμαγορικές εκδηλώσεις προς τιμήν τους. Εκεί μερικές φορές τα πτώματα υψώνονται και μεταφέρονται ψηλά επάνω από τα κεφάλια των συμμετεχόντων στις γιορτές, συνοδεία χορού και τραγουδιού. Έπειτα τα επιστρέφουν στον τάφο.
Περίπου το 40% του πληθυσμού είναι Χριστιανοί (Καθολικοί και Προτεστάντες). Πολλοί από αυτούς εντάσσουν στη δική τους θρησκεία τις δοξασίες για τους νεκρούς και ευλογούν τους νεκρούς τους στον ναό πριν οδηγηθούν στον παραδοσιακό χώρο ταφής. Πολλές από τις χριστιανικές Εκκλησίες έχουν επιρροή στην πολιτική. Το Μαλαγασικό Συμβούλιο των Εκκλησιών (FFKM) αποτελείται από τις 4 παλαιότερες και σημαντικότερες Εκκλησίες στο νησί: την Καθολική Εκκλησία, την Εκκλησία του Ιησού Χριστού, τη Λουθηρανική και την Αγγλικανική Εκκλησία. Επίσης, υπάρχουν 28.530 Μάρτυρες του Ιεχωβά[52] και 9.826 Μορμόνοι της Εκκλησίας του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών[53].
Περίπου το 7-10% των κατοίκων του νησιού πιστεύουν στο Ισλάμ. Η μουσουλμανική θρησκεία έφθασε στο νησί από εμπόρους τον 10ο αιώνα και είχε σημαντική επιρροή στα δυτικά. Για παράδειγμα, πολλοί Μαλαγάσιοι προσηλυτίστηκαν στο Ισλάμ και η μαλαγασική γλώσσα μεταγράφηκε βασισμένη στο αραβικό αλφάβητο και ονομάστηκε Sorabe. Οι Μουσουλμάνοι είναι συγκεντρωμένοι κυρίως στις περιοχές Μαχατζάνγκα και Αντσιρανάνα (Ντιέγκο Σουάρεζ) και διακρίνονται σε Μαλαγάσιους, Ινδοπακιστανούς και Κομόριους. Ο αριθμός των μουσουλμανικών ναών (τζαμιά) στα νοτιοδυτικά αυξήθηκε από 10 σε 50 την τελευταία δεκαετία.[54] Πρόσφατα, αυξήθηκε ο αριθμός των ανθρώπων που ασπάστηκαν τον Πεντηκοστιανισμό, το Ισλάμ και τον Αντβεντισμό μέσω προσηλυτισμού ενώ οι ίδιοι πρέσβευαν αρχικά άλλη θρησκεία. Στο νησί υπάρχει ακόμα και η Ορθόδοξη Επισκοπή Μαδαγασκάρης, υπό το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας.
Τα τελευταία 30 χρόνια η αστυφιλία αποτελεί πραγματικότητα για τη νησιωτική χώρα. Τα μεγαλύτερα αστικά κέντρα είναι η πρωτεύουσα, που λέγεται Ανταναναρίβο και η Φιαναραντσόα. Υπάρχουν επίσης και άλλες σημαντικές πόλεις κοντά στα λιμάνια.
Αλφαβητικά, σημαντικότερες πόλεις, εκτός από την πρωτεύουσα είναι:
Η Μαδαγασκάρη διαιρέθηκε σε 6 αυτόνομες επαρχίες (faritany mizakatena) και υποδιαιρείται σε 22 περιφέρειες (faritra). Οι τελευταίες συστάθηκαν το 2004. Με βάση τα αποτελέσματα του συνταγματικού δημοψηφίσματος που διενεργήθηκε το 2007, οι περιφέρειες αποτελούν το μεγαλύτερο επίπεδο υποδιαίρεσης και οι επαρχίες διαλύθηκαν.
|
|
|
Οι περιφέρειες υποδιαιρούνται σε 116 δήμους (districts), 1.548 κοινότητες και 16.969 fokontany. Οι μεγάλες πόλεις ονομάζονται "commune urbaine" και είναι στο ίδιο επίπεδο με τους δήμους.
Αρχηγός Κράτους είναι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο οποίος διορίζει τον Πρωθυπουργό. Η Εθνοσυνέλευση ασκεί τη νομοθετική εξουσία. Δικαίωμα ψήφου έχουν όσες και όσοι είναι ηλικίας 18 ετών και άνω.
Στη Μαδαγασκάρη υπήρχαν σε λειτουργία 70.000 τηλεφωνικές γραμμές το 2006. Πάροχος είναι η Telma (Telecom Malagasy)[55] To 2007 καταγράφηκαν 1.000.000 κινητά τηλέφωνα.
Αναφορικά με το ραδιοτηλεοπτικό τοπίο στο νησί, το 1997 λειτουργούσαν συνολικά 14 ραδιοφωνικοί σταθμοί (AM 2 (και 8 αναμεταδότες), FM 7, βραχέων 5 (1998). Οι συσκευές ραδιοφώνου ήταν 3,05 εκατομμύρια (1997). Επίσης, λειτουργεί ένας τηλεοπτικός σταθμός (και 36 αναμεταδότες) το 1997. Την ίδια χρονιά, οι τηλεοπτικοί δέκτες στη χώρα ήταν 325.000. Οι 3 κύριοι πάροχοι Υπηρεσιών Διαδικτύου ήταν οι DTS, Simicro και Gulfsat (2006)
Η Μαδαγασκάρη διαθέτει αρκετά λιμάνια, με σημαντικότερα τη Μαχατζάνγκα, την Τοαμασίνα και την Αντσιρανανά. Το νησί διαθέτει γενικά καλό οδικό δίκτυο, που κάλυπτε συνολικά 65.663 χλμ. το 2003, εκ των οποίων τα 7.617 ήταν ασφαλτοστρωμένα. Η οδήγηση γίνεται στα δεξιά. Το σιδηροδρομικό δίκτυο εκτείνεται σε μήκος 854 χλμ. (με βάση στοιχεία του 2006). Οι αεροπορικές συγκοινωνίες εκτελούνται από τον κρατικό αερομεταφορέα, που είναι η Air Madagascar. Το 2008 λειτουργούσαν 90 αεροδρόμια[4].
Η δημοσιογραφία ασκείται με δυσκολία στη νησιωτική χώρα κυρίως λόγω της φτώχειας και της αυστηρής νομοθεσίας για τους ιδιωτικούς σταθμούς. Πολλές φορές εφαρμόζεται η αυτολογοκρισία[56], ενώ έχουν γίνει φυλακίσεις και εκτοπισμοί δημοσιογράφων.
Η καταπολέμηση του AIDS αποτελεί προτεραιότητα της κυβέρνησης, καθώς το Γραφείο του Προέδρου ελέγχει την Εθνική Επιτροπή για τον Έλεγχο του AIDS. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι στη χώρα προστατεύονται με νόμο από τον κοινωνικό στιγματισμό οι ασθενείς με την εν λόγω νόσο.[57]
Το προσδόκιμο ζωής στο σύνολο του πληθυσμού, σύμφωνα με εκτιμήσεις του 2019 του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας ήταν 65,3 χρόνια (64,1 χρόνια οι άνδρες και 66,6 οι γυναίκες).[58]
Το βασικό φαγητό είναι το ρύζι (βάρι) με συνοδεία (λαόκα), ενώ στα νοτιοδυτικά της χώρας αντικαθίσταται το ρύζι με ξερό καλαμπόκι. Η κουζίνα της Γαλλίας, της Κίνας και της Ινδίας έχουν επηρεάσει και την κουζίνα της Μαδαγασκάρης.
Τα πολύ καυτερά φαγητά δεν είναι ευρύτερα δημοφιλή στο νησί σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Αφρικής, ωστόσο σερβίρονται σάλτσες, μάνγκο σε τουρσί, λεμόνι και άλλα φρούτα, που λέγονται ασάρ. Πολύ δημοφιλής στην περιοχή των Υψιπέδων είναι η σαλάτα με πράσινα φασόλια, λάχανο και καρότα (λασάρι καραότι).
Διάφορα γλυκά, όπως το μόφο είναι διαθέσιμα σε περίπτερα και σε καταστήματα στη χώρα. Το μόφο γκάσι (ψωμί της Μαδαγασκάρης), παρασκευάζεται από γλυκό άλευρο ρυζιού και ψήνεται στη θράκα. Στη χώρα επίσης για επιδόρπιο τρώνε σοκολάτες, τροπικά φρούτα και φρέσκο ζαχαροκάλαμο.
Γνωστότερο ποτό είναι το παραδοσιακό ρανοναμπάνγκο. Σερβίρεται επίσης τσάι και καφές. Μοναδική πηγή ασβεστίου είναι το γιαούρτι, με ζεστό νερό, καθώς το φρέσκο γάλα είναι σπάνιο.
Στο νησί έζησε όταν ήταν ακόμα αποικία ο Αφρικανός ποιητής Ζαν-Ζοζέφ Ραμπεαριβέλο (1901-1937).
Το σαλεγκί [59] αποτελεί δημοφιλές μουσικό είδος. Παρατηρείται ξαφνικό ενδιαφέρον για τον αμερικάνικο και τον ευρωπαϊκό πολιτισμό, πράγμα που σημαίνει τη διάβρωση των παραδοσιακών πολιτισμικών στοιχείων και κυρίως του χώρου της παραδοσιακής μουσικής.
Πολλές είναι οι ταινίες που έχουν γυριστεί στη Μαδαγασκάρη ή έχουν αναφορές στο νησί. Το 1994 με το όνομα της χώρας γυρίστηκε μια κουβανέζικη ταινία και το 2005 η Dreamworks παρουσίασε την ομώνυμη ταινία κινουμένων σχεδίων, με πρωταγωνιστές ζώα.
Στη Μαδαγασκάρη αναφέρεται και η ταινία του 2006 Καζίνο Ρουαγιάλ, με τον Τζέιμς Μποντ, κατά την έναρξή της, στο σημείο που ο Μποντ καταδιώκει έναν ύποπτο τρομοκράτη για κατασκευή βομβών. Παρά το γεγονός ότι ο τόπος στον οποίο αναφέρεται η ταινία στο σημείο αυτό είναι η Μαδαγασκάρη, στην πραγματικότητα τα γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν στις Μπαχάμες.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.