Remove ads
From Wikipedia, the free encyclopedia
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά αποτελούν επίσημη χριστιανική θρησκεία[1][2] με πάνω από 8,8 εκατομμύρια μέλη και 118.177 εκκλησίες σε 239 χώρες.[3] Βάση της πίστης τους είναι η Αγία Γραφή, αλλά σε αρκετά θέματα διαφέρουν από τις παραδοσιακές Εκκλησίες του χριστιανικού κόσμου. Το ξεκίνημα των Μαρτύρων του Ιεχωβά έγινε πριν από 140 και πλέον χρόνια στις ΗΠΑ και οι ίδιοι αξιώνουν ότι αποτελούν αναβίωση της πρώτης χριστιανικής Εκκλησίας μιας και τα πιστεύω τους εναρμονίζονται και βασίζονται στο ακέραιο την Αγία Γραφή.[4] Σε αρμονία με το Ματθαίος 28:19,20 και Ρωμαίους 10:13-15 το πιο γνώριμο χαρακτηριστικό τους είναι το δημόσιο κήρυγμά τους, συνήθως από σπίτι σε σπίτι[5] .Μέσω της υγειονομικής κρίσης αυτό το παγκόσμιο και εθελοντικό έργο γίνεται μέσω επιστολών και τηλεφώνου. Αυτό το έργο επίσης περιλαμβάνει ενθαρρυντικά και γεμάτα ελπίδα μηνύματα καθώς και συμβουλές για μια ευτυχισμένη ζωή για όλη την ανθρωπότητα μέσω της Αγίας Γραφής και όχι μέσω ανθρωπονόητων παραδόσεων. Είναι επίσης γνωστοί για την άρνηση στράτευσης και την άρνηση των μεταγγίσεων αίματος.[6]
Στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται από τις αρχές του 20ού αιώνα και έχουν πλήρη νομική αναγνώριση ως θρησκεία.[1]
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά θεωρούν ότι έχουν παλαιότερες ρίζες από τις παραδοσιακές Εκκλησίες, υποστηρίζοντας ότι οι διδασκαλίες των Μαρτύρων βασίζονται στην Αγία Γραφή ενώ τα βασικά δόγματα του υπόλοιπου Χριστιανικού κόσμου έλαβαν την τελική τους μορφή αρκετά μετά την ολοκλήρωση της Αγίας Γραφής. Μάλιστα, ισχυρίζονται ότι ήταν προφητευμένη στη Βίβλο τόσο η απόκλιση από τη γνήσια Αποστολική παράδοση όσο και η αναβίωση της γνήσιας Χριστιανικής Εκκλησίας κατά τις «έσχατες ημέρες».
Ανεξάρτητα από αυτές τις διδασκαλίες, η ομάδα που είναι σήμερα γνωστή ως Μάρτυρες του Ιεχωβά ξεκίνησε στις ΗΠΑ από τον σκωτσεζο-ιρλανδικής καταγωγής Κάρολο Τέηζ Ρώσσελ στη δεκαετία του 1870. Ο τόπος και η εποχή δεν ήταν τυχαία. Στη Βόρειο Αμερική εξαρχής υπήρχε θρησκευτική πολυφωνία, και με την Πρώτη Τροπολογία οι ΗΠΑ έγιναν το πρώτο, και για κάποιο διάστημα το μόνο, κράτος που νομικά κατοχύρωνε τη θρησκευτική ελευθερία.[7] Ως εκ τούτου, τόσο πριν όσο και μετά τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, αρκετές νέες θρησκευτικές ομάδες προέκυψαν, που ήταν αποστασιοποιημένες από τις κρατικές θρησκευτικές οργανώσεις της Ευρώπης και που αποζητούσαν την επιστροφή στην αγνότητα και την απλότητα της πρώτης χριστιανοσύνης—επιστροφή η οποία, κατ’ αυτούς, μόνο εν μέρει συντελέστηκε από τη θρησκευτική μεταρρύθμιση του Προτεσταντισμού.
Η τε Εκκλησία και ο πεπολιτισμένος κόσμος καθολοκληρίαν σχεδόν εδουλώθησαν δια του συστήματος τούτου, και ωδηγήθησαν εις την λατρείαν των παραδόσεων και των ανθρωπίνων διδασκαλιών. Κατά της δουλείας ταύτης, και υπέρ της Γραφής και της ελευθερίας, τολμηρά τις και ευλογητή εξέγερσις έλαβε χώραν ήτις τυγχάνει γνωστή υπό το όνομα Μεταρρύθμισις. ... Πλείσται ψυχαί εν ταις ημέραις της μεταρρυθμίσεως περιεπάτησαν εν τω φωτί, καθ' όσον εφώτιζε τότε. Αλλ' από των ημερών μεταρρυθμιστών τούτων, οι καλούμενοι Διαμαρτυρόμενοι, ελάχιστα προεχώρησαν.
— Κάρολος Τέηζ Ρώσσελ, Το Σχέδιον των Αιώνων, 1886, σελ. 25'
Ο ίδιος ο Ρώσσελ μεγάλωσε ως ευλαβής Προτεστάντης, αλλά απέρριψε στα εφηβικά του χρόνια τον Προτεσταντισμό και την Αγία Γραφή, γιατί θεωρούσε ασυμβίβαστο το δόγμα των αιώνιων βασάνων σε μια πύρινη Κόλαση με την προσωπικότητα ενός πανάγαθου Θεού. Η πίστη του στην Αγία Γραφή αποκαταστάθηκε όταν τυχαία ήρθε σε επαφή με κάποιους Αντβεντιστές[8] οι οποίοι τον έπεισαν ότι η Βίβλος είναι θεόπνευστη και ότι δεν διδάσκει ούτε την τιμωρία των αιώνιων βασάνων ούτε την εγγενή αθανασία της ψυχής.
Αυτό υποκίνησε τον εικοσάχρονο τότε Ρώσσελ να οργανώσει μαζί με θρησκευόμενους συγγενείς και φίλους μια ανεξάρτητη ομάδα με σκοπό τη συστηματική έρευνα της βιβλικής αλήθειας, για την οποία πίστευε πλέον ότι είχε θαφτεί κάτω από τις θρησκευτικές παραδόσεις του χριστιανικού κόσμου. Όσο περνούσαν τα χρόνια, τόσο εντυπωσιαζόταν με τα πορίσματα αυτής της έρευνας, με αποτέλεσμα να αποσύρεται σταδιακά από τις επαγγελματικές δραστηριότητές του και να χρησιμοποιεί την περιουσία του για τη διάδοση των όσων μάθαινε. Περίπου εννέα χρόνια μετά, συγκεκριμένα το 1879, αποφάσισε να ιδρύσει το δικό του περιοδικό, τη Σκοπιά της Σιών και Κήρυξ της του Χριστού Παρουσίας. Εκτός από τα άρθρα της Σκοπιάς, ακολούθησαν βιβλία και φυλλάδια. Σε εκείνα τα συγγράμματα μπορεί κανείς να βρει τις βασικές θέσεις που μέχρι σήμερα έχουν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά.
Ο Ρώσσελ επίσης πίστευε και κήρυττε ότι η ανθρωπότητα βρίσκεται στις «έσχατες ημέρες» και ότι η βιβλική προφητική χρονολόγηση υποδεικνύει το 1914 ως το έτος που θα κλιμακωθεί μια μεγάλη αναταραχή στις πολιτικές υποθέσεις των κρατών και ότι ο Ιησούς Χριστός θα αναλάβει τη διακυβέρνηση της γης, ώστε αυτή να γίνει παράδεισος και να οδηγηθεί η ανθρωπότητα στην τελειότητα που χάθηκε λόγω του προπατορικού αμαρτήματος. Έτσι, αποφάσισε τελικά να ρευστοποιήσει όλη την περιουσία του και να την αφιερώσει σε αυτό που θεωρούσε «έργο του Κυρίου».
Η Σκοπιά εξαρχής είχε χιλιάδες αναγνώστες που ολοένα και αυξάνονταν. Ο Ρώσσελ τούς προέτρεψε να έρθουν σε επαφή μεταξύ τους μέσω συνελεύσεων και να σχηματίσουν τοπικές ομάδες μελέτης της Βίβλου. Ο ίδιος και άλλοι έμπειροι συνεργάτες του έδιναν ομιλίες σε δημόσιους χώρους καθώς και στις τάξεις μελέτης των αναγνωστών της Σκοπιάς, και έτσι σταδιακά αυτές οι τάξεις έγιναν εκκλησίες με εκλεγμένο πάστορά τους τον Ρώσσελ, αν και τα πρώτα χρόνια δεν υπήρχε ουσιαστική εκκλησιαστική οργάνωση. Τα μέλη αυτών των εκκλησιών αυτοπροσδιορίζονταν απλώς ως «Σπουδαστές της Γραφής» (Bible Students), αν και οι χλευαστές συνήθως τους αποκαλούσαν «Ρωσσελιστές».
Η προθυμία και άλλων ατόμων να κάνουν δωρεές υπέρ του έργου στων Σπουδαστών της Γραφής, συγκεκριμένα το 1884, υποκίνησε τον Ρώσσελ να ιδρύσει το νομικό πρόσωπο μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που είναι γνωστό ως Εταιρία Σκοπιά, ώστε να μην είναι ο μόνος διαχειριστής των οικονομικών πόρων. Ένας δεύτερος λόγος που ο Ρώσσελ σύστησε το σωματείο ήταν για να συνεχιστεί το έργο των Σπουδαστών της Γραφής αν τύχαινε να πεθάνει ο ίδιος πριν από την ολοκλήρωση του κηρύγματος του ευαγγελίου στον κόσμο.[9] Με την επέκταση των δραστηριοτήτων σε άλλες περιοχές και άλλες χώρες κατέστη επανειλημμένα απαραίτητο να συστηθούν και άλλα νομικά πρόσωπα, σύμφωνα με τους τοπικούς νόμους. Με τα χρόνια οι εκκλησίες αυξάνονταν, οργανώνονταν και ο Ρώσσελ και οι συνεργάτες επέκτειναν το έργο διάδοσης της πίστης τους με διαλέξεις, με διανομή εκατομμυρίων εντύπων της Εταιρίας και με χιλιάδες άρθρα στον ημερήσιο τύπο. Μέχρι το 1914 το άγγελμά τους είχε φτάσει σε 43 χώρες. Πολλές από αυτές τις είχε επισκεφτεί ο ίδιος ο Ρώσσελ σε περιοδείες του.
Το 1914 βρήκε στους Σπουδαστές της Γραφής σε μεγάλη δράση λόγω της παραγωγής και της διεθνούς προβολής του «Φωτοδράματος της Δημιουργίας», το οποίο συνολικά παρακολούθησαν περίπου εννέα εκατομμύρια άνθρωποι, μέχρι το τέλος του ίδιου έτους. Το Φωτόδραμα της Δημιουργίας ήταν μια τεχνολογικά πρωτοποριακή για την εποχή προβολή έγχρωμων εικόνων συνδυασμένης με ηχογραφήσεις, η οποία παρουσίαζε τη βιβλική ιστορία από την αρχή του σύμπαντος μέχρι την αποκατάσταση της τελειότητας του ανθρώπου στη χιλιετή βασιλεία του Χριστού.[10] Από την άλλη μεριά, εκείνη τη χρονιά δεν έληξαν οι «έσχατες ημέρες» της άδικης τάξης πραγμάτων με την επέμβαση του Χριστού, όπως αναμενόταν. Αυτό όμως λίγο επηρέασε τους Σπουδαστές της Γραφής, επειδή η εξέλιξη των δραματικών γεγονότων, ιδίως με το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, υποδείκνυε, κατά την άποψή τους, ότι επρόκειτο όντως για έτος-ορόσημο ως προς την εκπλήρωση των βιβλικών προφητειών. Στην πραγματικότητα, συνέχισαν να είναι εν αναμονή περαιτέρω εξελίξεων. Ο Ρώσσελ φέρεται ότι δήλωσε πως ίσως υπήρχε πολύ έργο ακόμη να γίνει,[11] αλλά σύντομα ο ίδιος έφυγε από τη ζωή, το 1916.
Η διαδοχή του Ρώσσελ από τον Ιωσήφ Ρόδερφορντ σήμανε μια πολύμηνη κρίση στους Σπουδαστές της Γραφής, η οποία κατέληξε σε σχίσμα. Υπήρχε μια σημαντική μειονότητα μελών των Σπουδαστών της Γραφής που δεν αποδεχόταν τον Ρόδερφορντ ως πρόεδρο της Εταιρίας και γι’ αυτό υποχρεώθηκαν τελικά να αποχωρήσουν και να συστήσουν ανεξάρτητες εκκλησίες. Μερικές από αυτές υπάρχουν μέχρι σήμερα με διάφορα παρακλάδια. Τα συμβάντα έλαβαν χώρα σε μια περίοδο εθνικιστικής έξαρσης, εξαιτίας της οποίας ο Ρόδερφορντ μαζί με άλλους επτά αξιωματούχους της Εταιρίας βρέθηκαν να εκτίουν συγχωνευμένη 20ετή κάθειρξη[12] στις φυλακές της Ατλάντα, μετά από καταδίκη για αντιπολεμική και αντιπατριωτική προπαγάνδα.[13] Την καταδίκη επιδοκίμασαν πολλοί Αμερικανοί κληρικοί και θεωρήθηκε ως «το τέλος του ρωσσελισμού», ενώ ο Πρόεδρος Γούντροου Γουίλσον την αποκάλεσε «υπερβολική». Και σε αρκετές άλλες χώρες υπήρξαν νομικοί περιορισμοί στους Σπουδαστές της Γραφής, ενώ μερικοί από αυτούς φυλακίστηκαν ως αντιρρησίες συνείδησης.[14] Με τη λήξη του πολέμου, όμως, καταλάγιασε ο εθνικισμός και ο διωγμός, και ήρθε η ακύρωση της δικαστικής απόφασης κατά των οχτώ αξιωματούχων της Εταιρίας, και έκτοτε ο Ρόδερφορντ άρχισε με γοργές κινήσεις την αναδιοργάνωση του έργου των Σπουδαστών της Γραφής, το οποίο είχε στο μεσοδιάστημα παραλύσει.
Η αποστολή του Χριστιανού στη γη… είναι να διακηρύξει το άγγελμα της δίκαιης βασιλείας του Κυρίου, η οποία θα φέρει ευλογίες σε όλη τη στενάζουσα κτίση.
— Ιωσήφ Φ. Ρόδερφορντ, 1919
Αυτό ήταν το βασικό μήνυμα που απηύθυνε ο Ιωσήφ Ρόδερφορντ στους Σπουδαστές της Γραφής τον Σεπτέμβριο του 1919, στην πρώτη συνέλευσή τους μετά την αποφυλάκισή του. Αυτό το μήνυμα αποτέλεσε την αφετηρία μιας σειράς ενεργειών τα επόμενα 20 χρόνια που στόχο είχαν την περαιτέρω διοργάνωση και προώθηση της διακήρυξης του ευαγγελίου σε όλη την κατοικημένη γη: η Εταιρία Σκοπιά άρχισε να τυπώνει η ίδια όλα της τα έντυπα, επίσης άρχισε να χρησιμοποιεί εκτεταμένα το ραδιόφωνο, οι Σπουδαστές της Γραφής οργανώθηκαν ώστε να επισκέπτονται προσωπικά τους ανθρώπους στα σπίτια τους για να μεταφέρουν το άγγελμά τους, επίσης γίνονταν σε κεντρικούς δρόμους πορείες με συνθήματα, χρησιμοποιήθηκαν αυτοκίνητα με μεγάφωνα, φορητοί φωνόγραφοι με δίσκους και άλλα μέσα.
Το 1920 ακούστηκε το άγγελμα «Εκατομμύρια ήδη ζώντων ουδέποτε θα αποθάνωσιν», το οποίο έστρεφε την προσοχή στο 1925 ως τη χρονιά που θα άρχιζε η επέμβαση του Θεού στις υποθέσεις της γης με σκοπό αυτή να γίνει παράδεισος. Η χρονολογία του 1925 είχε εξαχθεί από ερμηνείες διαφόρων βιβλικών στοιχείων, και οι ερμηνείες αυτές φαίνονταν αξιόπιστες στα μάτια του Ιωσήφ Ρόδερφορντ λόγω των σημαντικών διεθνών γεγονότων που είχαν αρχίσει να συμβαίνουν από το 1914 και μετά. Όταν δεν εκπληρώθηκαν αυτές οι προσδοκίες, αρκετοί απογοητεύτηκαν και προτίμησαν να αποχωρήσουν από τους Σπουδαστές της Γραφής. Την ίδια περίοδο περίπου αποχώρησαν σταδιακά επίσης και όσοι διαφωνούσαν με την έμφαση που δινόταν στο δημόσιο έργο κηρύγματος και στη θεωρούμενη ατομική ευθύνη κάθε χριστιανού να είναι διαγγελέας της Βασιλείας του Θεού.
«…κατά τον Παγκόσμιο Πόλεμο οι κληρικοί διαφόρων εκκλησιαστικών οργανώσεων ήταν ανόσιοι στον Κύριο Ιησού Χριστό ως προς αυτό, ότι εσφαλμένα ενώθηκαν με τους μεγαλοεπιχειρηματίες και τους μεγαλοπολιτικούς για να προωθήσουν τον Παγκόσμιο Πόλεμο• ότι κήρυτταν σε όσους ήταν στα χαρακώματα λέγοντάς τους ψευδώς και βλασφήμως πως ο θάνατός τους στο πεδίο της μάχης θα λογιστεί μέρος της εξιλαστήριας θυσίας του Ιησού Χριστού…» |
Απόσπασμα από τη διακήρυξη «Μία Πρόκλησις προς τους Ηγέτας του Κόσμου» (1922), εκ της οποίας 45 εκατομμύρια αντίτυπα διανεμήθηκαν διεθνώς. |
Τη δεκαετία του 1920, όμως, ακούστηκαν και άλλα αγγέλματα. Από το 1922 μέχρι το 1928 έλαβαν χώρα επτά ειδικές συνελεύσεις που έγιναν αφετηρίες εκτεταμένων εκστρατειών. Σε εκείνες τις συνελεύσεις ειπώθηκε ότι ο Θεός έχει αποδοκιμάσει τα τρία βασικά στοιχεία της παρούσας τάξης πραγμάτων επειδή αυτά εκμεταλλεύονται υλικά και πνευματικά τους λαούς: τους κληρικούς, τους μεγαλοεπιχειρηματίες και τους πολιτικούς. Επανειλημμένα τονίστηκε η σκέψη και ότι οι ανθρώπινες πολιτικές προσπάθειες δεν πρόκειται να φέρουν την ευημερία, ότι η μόνη βέβαιη ελπίδα για το ανθρώπινο γένος είναι η Βασιλεία του Θεού. Αυτά τα μηνύματα προωθήθηκαν με τη διανομή περίπου εκατό εκατομμυρίων φυλλαδίων σε πολλές χώρες.
Η έμφαση στο δημόσιο έργο κηρύγματος είχε ως φυσικό της αποτέλεσμα την υιοθέτηση το 1931 του ονόματος «Μάρτυρες του Ιεχωβά». Επρόκειτο για ένα όνομα που θεωρήθηκε ως σαφής προσδιορισμός του ρόλου των αληθινών χριστιανών, ενώ συνάμα εξυπηρετούσε και ως μέσον διαφοροποίησης από τις διάφορες σχισματικές ομάδες που επίσης ονομάζονταν «Σπουδαστές της Γραφής».[15] Η αλλαγή του ονόματος πλαισιώθηκε εκείνη την περίοδο με την αναλυτική παρουσίαση μιας σημαντικής δογματικής θέσης: ότι το βασικό θέμα της Αγίας Γραφής είναι ο αγιασμός του ονόματος του Ιεχωβά και η δικαίωση της κυριαρχίας του, ότι αυτός είναι ο λόγος που ο Θεός δεν τερμάτισε αμέσως την αδικία που εκδηλώθηκε στον Κήπο της Εδέμ και ότι η ίδια η Αγία Γραφή υποδείκνυε ως «μάρτυρες υπεράσπισης» της κυριαρχίας του Ιεχωβά όλους τους υπηρέτες του, με πρώτιστο μάρτυρα τον ίδιο τον Ιησού Χριστό. Τη δεκαετία του ’30 ήταν επίσης που οι Μάρτυρες του Ιεχωβά έπαψαν να γιορτάζουν γενέθλια, Χριστούγεννα και να χρησιμοποιούν ως σύμβολο τον σταυρό, με το σκεπτικό ότι όλα αυτά έχουν ειδωλολατρική προέλευση και ήταν άγνωστα στη χριστιανοσύνη του πρώτου αιώνα.
Ο οργανωμένος και συστηματικός τρόπος που οι Μάρτυρες του Ιεχωβά κήρυτταν σε συνδυασμό με τη θεματολογία τους, η οποία πολλές φορές είχε καυστικές δηλώσεις κατά της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων, γινόταν αφορμή βίαιων αντιδράσεων σε πολλές χώρες, και έτσι πολλοί Μάρτυρες, από τα μέσα της δεκαετίας του 1920 και μετά, αντιμετώπισαν προπηλακισμούς, οχλαγωγίες και φυλακίσεις.[16] Ακόμα οι νομικές συνθήκες ήταν ανώριμες για τον χειρισμό τέτοιων υποθέσεων. Παράλληλα, λόγω της οικονομικής κρίσης είχε αρχίσει να φουντώνει ο εθνικισμός, ο φασισμός και ο ναζισμός. Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά βρέθηκαν στο στόχαστρο των κυβερνήσεων που είχαν τέτοιον χαρακτήρα. Στη ναζιστική Γερμανία οι Μάρτυρες ήταν από τους πρώτους που βρέθηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, και απλώς το γεγονός ότι αρνούνταν να πουν «Χάιλ Χίτλερ» αρκούσε για να σταλούν εκεί (Βλ. Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά και το Ολοκαύτωμα). Όταν πύκνωσαν στη διεθνή σκηνή τα σύννεφα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο εθνικισμός φούντωσε και στις δημοκρατικές χώρες. Στις ΗΠΑ και στον Καναδά τα παιδιά των Μαρτύρων του Ιεχωβά αποβάλλονταν μαζικά από τα σχολεία επειδή αρνούνταν να χαιρετίσουν τη σημαία, γεγονός που ανάγκασε τους Μάρτυρες να ιδρύσουν δικά τους σχολεία. Επίσης, μόνο στις ΗΠΑ σημειώθηκαν μέχρι το 1944 δυόμισι χιλιάδες οχλοκρατικές επιθέσεις κατά των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Η έκταση του φαινομένου έκανε τη σύζυγο του Προέδρου Ρούσβελτ, την Έλινορ Ρούσβελτ, να απευθύνει δημόσια έκκληση για ψυχραιμία. Πέραν τούτου, η αυστηρή πλέον στάση στο θέμα της άρνησης στράτευσης, που είχε παρθεί λίγο πριν από το ξέσπασμα του πολέμου, είχε ως αποτέλεσμα πολλοί Μάρτυρες του Ιεχωβά να φυλακιστούν ως αντιρρησίες συνείδησης ή και να εκτελεστούν όπου η στράτευση ήταν υποχρεωτική και όπου δεν χορηγούνταν απαλλαγή στράτευσης στους Μάρτυρες του Ιεχωβά.[17] Επιπλέον, ήταν δεκάδες οι χώρες στις οποίες απαγορεύτηκαν τα έντυπα και οι θρησκευτικές δραστηριότητες των Μαρτύρων του Ιεχωβά.[18]
Στις αρχές του 1942 ο Ι. Ρόδερφορντ άφησε την τελευταία του πνοή ύστερα από μια πολυετή μάχη με τα προβλήματα της υγείας του. Ο θάνατός του αντιμετωπίστηκε πολύ διαφορετικά από ό,τι ο θάνατος του Ρώσσελ, επειδή ο Ρόδερφορντ είχε εργαστεί όλα τα προηγούμενα χρόνια να ενισχύσει την αξία της ομάδας, ή της «οργάνωσης» όπως συνήθιζε να λέει, έναντι της αξίας των προσώπων. Αυτή η ιδέα ήταν αρκετά ώριμη, ώστε με τον θάνατό του υποβαθμίστηκε ακόμα και το πρόσωπο του Προέδρου της Εταιρίας. Τα έντυπα της Εταιρίας άρχισαν πλέον να εκδίδονται ανυπόγραφα για να προβληθεί η συλλογικότητα και ο σκοπός του έργου. Αυτό το έργο επιτελούνταν τότε σε 112 χώρες περίπου από 90.000 κήρυκες του ευαγγελίου.
Το 1943 οι Μάρτυρες του Ιεχωβά κατοχύρωσαν νομικά στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ, με την υπόθεση West Virginia State Board of Education v. Barnette, την άρνησή τους να χαιρετούν την αμερικανική σημαία, άρνηση που είχε οδηγήσει σε μαζικές αποβολές των παιδιών τους από τα σχολεία. Ο δικαστής Robert Jackson, εκπροσωπώντας την πλειοψηφία των δικαστών, μεταξύ άλλων είπε: «Η υπόθεση έγινε δύσκολη όχι επειδή οι αρχές της απόφασης είναι ασαφείς, αλλά επειδή στη μέση είναι η δική μας σημαία. […] Η ελευθερία της διαφορετικότητας δεν περιορίζεται σε πράγματα ήσσονος σημασίας. Αυτό θα ήταν απλώς σκιά της ελευθερίας. Η ουσία της δοκιμάζεται όταν η ελευθερία της διαφορετικότητας αφορά σε πράγματα που αγγίζουν την καρδιά της υπάρχουσας τάξης». |
Όταν ο Νάθαν Όμηρος Νορ εξελέγη νέος πρόεδρος, είχε ήδη αρχίσει η νομική αντεπίθεση των Μαρτύρων του Ιεχωβά στις ΗΠΑ, με μια σειρά από δικαστικές μάχες που αφορούσαν στο ζήτημα της θρησκευτικής ελευθερίας. Ως εκ τούτου, στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ έφτασαν τελικά 24 υποθέσεις, εκ των οποίων τις 20 τις κέρδισαν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, δημιουργώντας ένα νομικό προηγούμενο που θεωρείται ορόσημο από τον νομικό κλάδο για την προστασία της ελευθερίας του λόγου στις ΗΠΑ.[19][20]
Αναμένοντας παράλληλα το τέλος του πολέμου, ο Νάθαν Νορ προώθησε την αναβάθμιση της διδασκαλίας μεταξύ των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Το 1942 ιδρύθηκε η Σχολή Γαλαάδ, ένα κολέγιο όπου έμπειροι Μάρτυρες του Ιεχωβά θα λάμβαναν εκπαίδευση για να υπηρετήσουν ως ιεραπόστολοι σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου χρειαζόταν. Μέχρι σήμερα αυτή η σχολή έχει στείλει 7.000 ιεραποστόλους σε περισσότερες από 150 χώρες. Την επόμενη χρονιά άρχισε να λειτουργεί στις τοπικές εκκλησίες η Σχολή Θεοκρατικής Διακονίας, στην οποία μπορούσαν να εγγραφούν όλοι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά. Από το 1946 άρχισαν να λειτουργούν, σε χώρες που το είχαν μεγάλη ανάγκη, σχολές για την αντιμετώπιση του αναλφαβητισμού.[21] Επίσης, το 1959 ιδρύθηκε η Σχολή Διακονίας της Βασιλείας, τα μαθήματα της οποίας τα παρακολουθούν οι επίσκοποι των εκκλησιών, ενώ αργότερα συμπεριελήφθησαν και οι διάκονοι. Η ύλη αυτών των σχολών αποσκοπεί στο να βελτιώσει την έρευνα, τη διδασκαλία και την πρακτική εφαρμογή της Αγίας Γραφής τόσο σε ατομικό όσο και σε εκκλησιαστικό επίπεδο.
Αφού τελείωσε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, ο Νάθαν Νορ άρχισε περιοδείες σε πολλά μέρη του κόσμου με σκοπό να αποκατασταθεί η επικοινωνία με τους ντόπιους Μάρτυρες του Ιεχωβά, που είχε χαθεί εξαιτίας του πολέμου, και να αναδιοργανωθούν οι εκκλησίες. Αποδείχτηκε ότι, παρά τις αντίξοες και ακραίες συνθήκες, στη διάρκεια του πολέμου οι Μάρτυρες είχαν υπερδιπλασιαστεί, φτάνοντας τα 156.000 μέλη.
Τη δεκαετία του 1950 έλαβαν χώρα πολλές μεγάλες συνάξεις των Μαρτύρων του Ιεχωβά που τόνιζαν τον πολυεθνικό χαρακτήρα τους. Στο Zeppelinwiese της Νυρεμβέργης, το 1955, συγκεντρώθηκαν πάνω από 150.000 άτομα από 78 κράτη, σε αυτό το ίδιο στάδιο όπου ο Χίτλερ, λίγα χρόνια πρωτύτερα, είχε εκφράσει δημοσίως την πρόθεσή του να εξαφανίσει τους Μάρτυρες του Ιεχωβά από τη Γερμανία.[22] Μια άλλη αξιοσημείωτη σύναξη έλαβε χώρα το 1958 στη Νέα Υόρκη, όπου ταυτόχρονα συγκεντρώθηκαν 253.922 άτομα από 123 χώρες στα στάδια Yankee και Polo Grounds. Αυτή παραμένει μέχρι σήμερα ως η μεγαλύτερη σύναξή των Μαρτύρων που έγινε ποτέ.
Όλες οι θρησκείες είναι ανάθεμα για τους σοβιετικούς. Παραδόξως, όμως, τίποτα δεν τους εξοργίζει τόσο πολύ όσο οι Μάρτυρες του Ιεχωβά.
— The Toronto Star, 2 Ιουλίου 1960, σελ. 7
Ενώ στις ΗΠΑ και σε ορισμένες χώρες της Δυτικής Ευρώπης υπήρχαν θετικές εξελίξεις για τους Μάρτυρες του Ιεχωβά σε σχέση με την ελευθερία της λατρείας τους, στη Σοβιετική Ένωση τα πράγματα γίνονταν όλο και πιο δύσκολα. Πριν από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρχαν λίγοι Μάρτυρες εκεί, ωστόσο ο αριθμός τους αυξήθηκε σημαντικά λόγω των νέων Ρώσων πιστών που βαφτίστηκαν μέσα στα στρατόπεδα συγκέντρωσης από Γερμανούς Μάρτυρες αλλά και από τους Μάρτυρες οι οποίοι ζούσαν στα εδάφη που προσαρτήθηκαν στην ΕΣΣΔ μετά τη νίκη της επί των Γερμανών[23]. Σύντομα μετά τη λήξη του πολέμου παρουσιάστηκαν προβλήματα με φυλακίσεις, αλλά τον Απρίλιο του 1951 τέθηκε σε εφαρμογή ένα οργανωμένο σχέδιο εξορίας των Μαρτύρων του Ιεχωβά στη Σιβηρία που αποσκοπούσε στην απομόνωσή τους. Υπολογίζεται ότι μέσα σε μία και μόνο ημέρα εκτοπίστηκαν 5.000 οικογένειες Μαρτύρων. Σύμφωνα με την εφημερίδα The Toronto Star, το σοβιετικό κράτος θεωρούσε τους Μάρτυρες «υπηρέτες του αμερικανικού κεφαλαίου» και «κατασκόπους των Αμερικανών»[24][25]
Προσδιορίζον χαρακτηριστικό αυτής της θρησκευτικής ομάδας είναι το στοιχείο της διατήρησης ισχυρών αδελφικών δεσμών μεταξύ των μελών, παρότι προέρχονται από ποικίλα περιβάλλοντα. Επιπρόσθετο στοιχείο που τους διαφοροποιεί αξιοσημείωτα από άλλες θρησκευτικές κοινότητες είναι τα δόγματα και οι πρακτικές τους. Σύμφωνα με τις στατιστικές ως τον Αύγουστο του 2018, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά παγκόσμια αριθμούν περισσότερα από 8,6 εκατομμύρια ενεργά μέλη, περιλαμβανομένων 28.254 μελών στην Ελλάδα, στην επίσημη ιστοσελίδα τους [26] Σύμφωνα με την ιστοσελίδα Ετήσια Παγκόσμια Στατιστικά Στοιχεία[27]: «Ενώ άλλες θρησκευτικές ομάδες αριθμούν τα μέλη τους με βάση την περιστασιακή ή ετήσια συμμετοχή, αυτός ο αριθμός περιλαμβάνει μόνο εκείνους που συμμετέχουν ενεργά στο δημόσιο Βιβλικό εκπαιδευτικό έργο».
Αυτά τα στατιστικά στοιχεία βασίζονται στην έκθεση έργου που συμπληρώνει ο κάθε ευαγγελιζόμενος κάθε μήνα, στην οποία φαίνεται ο χρόνος που δαπανήθηκε ατομικά στη διακονία και άλλες παρεμφερείς πληροφορίες. Αυτές οι εκθέσεις συντάσσονται και αποστέλλονται στο αρμόδιο Γραφείο Τμήματος. Όταν ένα μέλος συμμετέχει σε τακτική βάση στο δημόσιο έργο κηρύγματος των καλών νέων τότε καταχωρείται ως ενεργό μέλος και υπολογίζεται στην ετήσια έκθεση.
Τηρούν την Ανάμνηση του θανάτου του Χριστού (ή αλλιώς Δείπνο του Κυρίου) μία φορά το χρόνο. Οι παρόντες στον εορτασμό της Ανάμνησης του 2018 παγκόσμια ήταν 20.329.317 περιλαμβανομένων 44.777 ατόμων στην Ελλάδα. Αυτός ο αριθμός, καθώς υπερβαίνει τα 8,6 εκατομμύρια άτομα που είναι ενεργά συνταυτισμένα με τις εκκλησίες των Μαρτύρων του Ιεχωβά παγκόσμια, περιλαμβάνει πολλούς επισκέπτες και ενδιαφερόμενα άτομα.
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά επιδεικνύουν γενικότερα ιδιαίτερη προσήλωση στην θρησκεία τους, παρακολουθώντας συναθροίσεις δύο φορές την εβδομάδα (συνολικά τρεις ώρες περίπου) στις τοπικές Αίθουσες Βασιλείας. Οργανώνουν μεγαλύτερες συνάξεις (οι οποίες ονομάζονται συνελεύσεις Αρχειοθετήθηκε 2007-09-26 στο Wayback Machine.) τρεις φορές τον χρόνο σε αίθουσες συνελεύσεων που αποτελούν ιδιοκτησία ή συντηρούνται από την Εταιρία Σκοπιά ή σε δημόσιες εγκαταστάσεις οι οποίες ενοικιάζονται, όπως για παράδειγμα αθλητικά γήπεδα ή αίθουσες εκδηλώσεων. Τα παγκόσμια κεντρικά γραφεία των Μαρτύρων του Ιεχωβά βρίσκονται στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης. Υπάρχουν 89 Γραφεία Τμήματος σε πολλές χώρες και περιοχές σε όλο τον κόσμο.
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά προσδιορίζονται ως Χριστιανοί καθώς θεωρούν ως βάση της πίστης τους την Αγία Γραφή και αναγνωρίζουν ότι η σωτηρία των ανθρώπων μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω του Ιησού Χριστού, του Γιου του Θεού. Εντούτοις, οι δοξασίες τους σε πολλά θέματα διαφοροποιούνται σημαντικά από αυτές του παραδοσιακού χριστιανικού κόσμου. Μια περίληψη των δοξασιών τους είναι η εξής:
Ο Δημιουργός των πάντων, η ύψιστη εξουσία του σύμπαντος, ο μόνος που αξίζει λατρεία,[28] είναι ο Θεός που, σύμφωνα με τη Γραφή, έχει ονομάσει τον εαυτό του Ιεχωβά, ή αλλιώς Γιαχβέ.[29] Το όνομά του στα Εβραϊκά σημαίνει «Αυτός κάνει να γίνεται» και σημαίνει ότι ο ίδιος γίνεται οτιδήποτε χρειαστεί ώστε να επιτελέσει τους σκοπούς του και να εκπληρώσει τις υποσχέσεις του.[30] Ο Ιεχωβά περιγράφεται στη Γραφή ως η προσωποποίηση της αγάπης,[31] ενώ άλλες εξέχουσες ιδιότητές του είναι η δικαιοσύνη,[32] η σοφία[33] και η δύναμη.[34] Ο Ιεχωβά ενδιαφέρεται προσωπικά για όλα τα πλάσματά του,[35] με μέγιστη απόδειξη της αγάπης του την προσφορά της θυσίας του μονογενούς Υιού του,[36] έχει επέμβει στο ρου της ιστορίας[37] και θα το ξανακάνει υπέρ των αρχών[38] του και υπέρ της σωτηρίας της ανθρωπότητας.[39]
Ο Ιεχωβά χρησιμοποίησε πολλούς τρόπους και εκπροσώπους για να μιλήσει στους ανθρώπους,[40] αλλά φρόντισε ο λόγος του να καταλήξει και να καταγραφεί στην Αγία Γραφή προς όφελος όλων των ανθρώπων, ακόμη και των μελλοντικών γενεών.[41] Η Αγία Γραφή γράφτηκε υπό την έμπνευση και την επιστασία του αγίου πνεύματος,[42] δηλαδή της ενεργού δύναμης του Θεού, γεγονός που σημαίνει πως η Γραφή περιέχει ανόθευτο τον λόγο και την αλήθεια του Θεού,[43] απαλλαγμένο από ανθρώπινες θεωρίες και σφάλματα.[44] Με την ολοκλήρωση του γραπτού λόγου του Θεού, της Αγίας Γραφής, ο Ιεχωβά έπαψε να χρησιμοποιεί οράματα ή άλλου είδους υπερφυσικές αποκαλύψεις για να καθοδηγήσει τον λαό του.[45] Από την άλλη μεριά, ένας δεύτερος αλλά έμμεσος τρόπος που μιλάει ο Θεός είναι τα έργα του, όπως για παράδειγμα η φυσική δημιουργία, από την οποία μπορεί κανείς να διδαχτεί πολλά.[46]
Μολονότι η Γραφή λέει ότι ο Θεός έχει πολλούς γιους[47] και ότι ο Ιησούς είναι ο πρωτότοκος,[48] τον χαρακτηρίζει επίσης και "μονογενή".[49] Αυτός ο τίτλος αποδεικνύει τη μοναδική υιότητα που απολαμβάνει ο Ιησούς Χριστός, κάτι που συνίσταται, κατά τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, αφενός στο ότι είναι ο μόνος που ο Θεός έφερε σε ύπαρξη απευθείας,[50] ενώ αντιθέτως όλοι οι άλλοι γιοι του Θεού ήρθαν σε ύπαρξη μέσω του Ιησού,[51] και αφετέρου στην αποκλειστική σχέση αγάπης με τον Θεό.[52] Ο Γιαχβε Θεός διόρισε τον Γιο Του υπεύθυνο σε όλο τον ουρανό και τη γη,[53] ιδίως με σκοπό να απαλλάξει όλη την κτίση από τους εχθρούς του Θεού. Ο Ιησούς Χριστός, από μεγάλη αγάπη για τον Πατέρα του[54] και την ανθρωπότητα,[55] δέχτηκε να αφήσει την ένδοξη ουράνια θέση του ώστε να γίνει άνθρωπος[56] και να καταθέσει την τέλεια ανθρώπινη ζωή του ως λύτρο έναντι του προπατορικού αμαρτήματος.[57] Αναστήθηκε από τον Θεό και Πατέρα του[58] ως αθάνατο πνευματικό ον[59] και διορίστηκε Βασιλιάς τόσο της Χριστιανικής Εκκλησίας[60] όσο και ολόκληρης της Γης,[61] με σκοπό να εκμηδενίσει τους εχθρούς του Θεού[62] και να οδηγήσει την ανθρωπότητα στην τελειότητα που έχασε ο Αδάμ και η Εύα.[63]
Ο Θεός δημιούργησε τη γη και τον άνθρωπο για να υπάρχουν για πάντα. Έβαλε τον άνθρωπο σε έναν όμορφο κήπο με σκοπό να γίνει όλη η γη παράδεισος και να γεμίσει από ευτυχισμένους και υγιείς ανθρώπους. Η αμαρτία του Αδάμ και της Εύας είχε ως αποτέλεσμα την ατέλεια, τα γηρατειά, τις αρρώστιες και τον θάνατο στους ανθρώπους. Αλλά παρ’ ότι η αποστασία των πρώτων μας γονέων καθυστέρησε τον σκοπό του Θεού, δεν τον άλλαξε. Από τότε ο Ιεχωβά έχει θέσει σε εφαρμογή ένα χρονοδιάγραμμα με διαδοχικά βήματα προκειμένου να ξεπεραστούν οι συνέπειες του προπατορικού αμαρτήματος. Κεντρικό πρόσωπο της λύσης του Θεού είναι ο ίδιος ο Γιος του. Η έλευση του Γιου του προετοιμάστηκε με την οργάνωση της Εκκλησίας του Ισραήλ. Στη συνέχεια, ο Ιησούς Χριστός ίδρυσε τη Χριστιανική Εκκλησία. Στη Χριστιανική Εκκλησία υπάρχουν 144.000 άτομα τα οποία, αφού πεθάνουν, ανασταίνονται ως ουράνια, αθάνατα όντα ώστε να γίνουν συμβασιλείς με τον Χριστό και ιερείς για χίλια χρόνια. Σκοπός αυτού του ειδικού διορισμού είναι να συμβάλουν μαζί με τον Χριστό στην αποκατάσταση της τελειότητας του ανθρώπου που χάθηκε από τους πρώτους μας γονείς στον Κήπο της Εδέμ. Αυτή η μελλοντική χιλιετής Βασιλεία του Θεού θα φέρει τέλεια υγεία, ειρήνη και ευημερία στο ανθρώπινο γένος. Τότε θα γίνει επίσης γενική ανάσταση—προφανώς δισεκατομμυρίων—δικαίων και αδίκων, ώστε να δοθεί και σε αυτούς η ευκαιρία να δουν τον σκοπό του Θεού να πραγματώνεται. Η Χιλιετής Βασιλεία είναι κοντά. Οι προφητείες δείχνουν ότι από το 1914 ζούμε στις τελευταίες ημέρες του πονηρού κόσμου οι οποίες θα κλείσουν με τον πόλεμο του Θεού κατά των άδικων ανθρώπων.
Ο Θεός έκανε διαθήκη, δηλαδή συμφωνία, με τον Αβραάμ ώστε «μέσω του σπέρματός του», δηλαδή μέσω των απογόνων του, «να ευλογηθούν όλα τα έθνη». Ως απόρροια αυτής της διαθήκης ήρθε η διαθήκη στο όρος Σινά με τους απογόνους του Αβραάμ, τους Ισραηλίτες. Οι Ισραηλίτες οργανώθηκαν για να λατρεύουν τον Θεό ως έθνος, αλλά ταυτόχρονα μπορούσαν να μετάσχουν στα οφέλη και αλλοεθνείς. Μέσω του εβραϊκού λαού γράφτηκε ο λόγος του Θεού και ήρθε στη γη ο Ιησούς Χριστός. Εντούτοις, ως Εκκλησία απορρίφθηκε από τον Θεό επειδή θανάτωσε τον Γιο του. Η Εκκλησία του Ισραήλ αντικαταστάθηκε πλήρως από τη Χριστιανική Εκκλησία, η οποία είχε μεν αρχικά ως πυρήνα της τους λίγους Εβραίους που πίστεψαν στον Χριστό, αλλά σύντομα επεκτάθηκε περιλαμβάνοντας άτομα από πολλά έθνη. Ωστόσο, ήταν προφητεύμενο στην Αγία Γραφή ότι μετά τον θάνατο των αποστόλων θα ερχόταν η αποστασία στη Χριστιανική Εκκλησία. Οι αλλαγές στα δόγματα και στις πρακτικές των χριστιανών των επόμενων αιώνων το πιστοποιούν αυτό. Παράλληλα, οι προφητείες έλεγαν ότι η πλήρης αποκατάσταση της Χριστιανικής Εκκλησίας θα γινόταν στις έσχατες ημέρες. Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά αξιώνουν ότι αποτελούν την εκπλήρωση αυτής της αποκατάστασης και ότι μέσω αυτών σήμερα κηρύττεται το ευαγγέλιο σε όλη την οικουμένη.
Οι αληθινοί χριστιανοί ακολουθούν πιστά τα βήματα του Χριστού. Μένουν στενά προσκολλημένοι στη διδασκαλία του και μιμούνται τον τρόπο της ζωής του. Αυτό απαιτεί, φυσικά, βαθιά γνώση της Αγίας Γραφής και στη συνέχεια εφαρμογή της. Εφαρμογή των χριστιανικών αρχών δεν σημαίνει απλώς την παρακολούθηση κάποιων τελετουργιών αλλά χριστοειδή μεταμόρφωση ολόκληρης της προσωπικότητας. Η εφαρμογή των χριστιανικών επιταγών στην καθημερινή ζωή μπορεί να βρει εμπόδια ή και έχθρα από το σύστημα, αλλά ο Χριστός ξεκαθάρισε πως δέχεται ως ακολούθους του μόνο όσους βάζουν τον ίδιο πάνω από καθετί άλλο, ακόμα και από την ίδια τους τη ζωή. Οι χριστιανικές αρχές, όπως αυτές εκτίθενται στην Καινή Διαθήκη, περιλαμβάνουν την καλλιέργεια της αγάπης στη σκέψη, στα λόγια και στην πράξη σε όλες τις διαπροσωπικές σχέσεις. Ο Χριστός απαιτεί από τους Χριστιανούς να αγαπούν και τους εχθρούς τους, κάτι που αρχίζει από το να μη φιλοξενεί η διάνοια σκέψεις μίσους και μνησικακίας. Οι χριστιανικές αρχές απαιτούν επίσης τη σωματική, την ηθική και την πνευματική καθαρότητα. Σε αυτό το πλαίσιο, ο Χριστιανός οφείλει να αποφεύγει τις παράνομες για τον Θεό σεξουαλικές σχέσεις, όπως είναι το εξωγαμιαίο σεξ ή η ομοφυλοφιλία. Οι χριστιανικές αρχές απαιτούν μεγάλο σεβασμό για τη ζωή και το αίμα, κάτι που σχετίζεται με την αποφυγή συνηθειών που βλάπτουν σοβαρά την υγεία (όπως λόγου χάρη οι εκτρώσεις, το κάπνισμα και τα ναρκωτικά) ή με την αποφυγή των μεταγγίσεων αίματος. Οι χριστιανικές αρχές απαιτούν την υπακοή των χριστιανών στους νόμους του κράτους, όσο αυτοί δεν συγκρούονται με τους νόμους του Θεού, και επιβάλλουν την ουδετερότητα στις πολιτικές και στρατιωτικές διαμάχες καθώς και την αποφυγή της λατρείας του κράτους ή του έθνους. Τέλος, οι χριστιανικές ευθύνες θέλουν τους χριστιανούς να είναι το «φως του κόσμου», κάτι που επιτυγχάνεται εν μέρει με το να είναι κήρυκες του «ευαγγελίου», ή αλλιώς των «καλών νέων». Δεδομένων των μεγάλων ευθυνών που φέρουν οι Χριστιανοί, η Καινή Διαθήκη καθιστά σαφές ότι η ένταξη κάποιου στη Χριστιανική Εκκλησία με το εν ύδατι βάφτισμα πρέπει να γίνεται με βαθιά πίστη και εκτίμηση, δηλαδή κατόπιν ενημέρωσης, ολόκαρδα και όχι εξαναγκαστικά ή ασυνείδητα. Από την άλλη μεριά, όταν κάποιος Χριστιανός αποτυγχάνει χονδροειδώς και κατ' εξακολούθηση να μείνει σταθερός στις βασικές ηθικές χριστιανικές αρχές, η εντολή της Γραφής είναι να φεύγει ή να απομακρύνεται από την Εκκλησία.
Όπως φαίνεται εν μέρει από την περίληψη των ανωτέρω, οι βασικές δογματικές διαφορές τους με αρκετά παραδοσιακά δόγματα του Χριστιανικού Κόσμου είναι ότι:
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά καταβάλλουν σθεναρές προσπάθειες προκειμένου να διαδώσουν τις πεποιθήσεις τους σε όλο τον κόσμο με ποικίλους τρόπους, με ιδιαίτερη έμφαση στο γραπτό λόγο. Η Αγία Γραφή είναι η κύρια πηγή διδασκαλίας.
Τόσο Η Σκοπιά όσο και το Ξύπνα! εκδίδονται ταυτόχρονα σε πολλές δεκάδες γλώσσες. Εκτός από τα μέσα στα οποία εκδίδονται και αναφέρθηκαν παραπάνω, και τα δύο περιοδικά είναι διαθέσιμα σε διάφορες ηχητικές και ψηφιακές μορφές και κάποια από τα άρθρα είναι διαθέσιμα στο ίντερνετ. Στο τέλος κάθε χρόνου, όλα τα τεύχη συγκεντρώνονται και εκδίδονται ως ετήσια έντυπη έκδοση σε μορφή δεμένων τόμων. Επιπρόσθετα, το πρόγραμμα για υπολογιστή "Βιβλιοθήκη της Σκοπιάς" σε CD (στην αγγλική και σε άλλες γλώσσες εκτός της ελληνικής προς το παρόν) περιλαμβάνει δεκαετίες από τα τεύχη και των δυο περιοδικών και παράγεται ενημερωμένη έκδοσή του κάθε δυο χρόνια.
Νέα έντυπα, ειδικά βιβλιάρια και άλλα είδη εκδίδονται κατά καιρούς, οι κυριότερες όμως εκδόσεις ανακοινώνονται στις ετήσιες συνελεύσεις τους. Επιπρόσθετα, παράγουν ένα πλήθος ηχογραφημένων κασετών, βιντεοκασετών και DVD τα οποία παρουσιάζουν διάφορες πτυχές των διδασκαλιών, των πρακτικών, της οργάνωσης και της ιστορίας τους. Επίσης περιλαμβάνονται σε αυτά δράματα (αναπαραστάσεις) τα οποία βασίζονται σε Βιβλικές αφηγήσεις. Τα πρόσφατα χρόνια πολλαπλασιάστηκε η ύλη που είναι διαθέσιμη στην ιστοσελίδα τους.
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ακολουθούν την Βιβλική παραγγελία να "αποδίδουν σε όλους αυτά που τους οφείλονται". (Ρωμαίους 13:7) Έτσι, ενθαρρύνονται να πληρώνουν τους φόρους και να υπακούν στους νόμους της κάθε χώρας, και συχνά έχουν επαινεθεί για αυτό. Όμως, εξαιτίας κυρίως της στάσης πολιτικής ουδετερότητας που διακρατούν, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ήρθαν σε σύγκρουση ή ακόμη αντιμετώπισαν και ολοκληρωτικό διωγμό κατά καιρούς από κάποιες κυβερνήσεις και από τα νομικά τους συστήματα. Αυτό συνέβη ακόμη και σε δημοκρατικές χώρες οι οποίες διέπονται από νόμους και κατέχουν ένα υψηλό επίπεδο ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως ο Καναδάς, η Γαλλία, η Ελλάδα και οι Ηνωμένες Πολιτείες. Η αιτιολόγηση αυτών των ενεργειών από τις κυβερνητικές εξουσίες ήταν ότι κάποιες από τις πρακτικές των Μαρτύρων αντιτίθενται σε κανόνες της κοινωνίας. Μερικοί λόγοι που αναφέρονται είναι οι εξής (δεν ισχύουν όλοι στην περίπτωση κάθε χώρας· βλέπε κύριο λήμμα):
Σε λιγότερο ή μη δημοκρατικά καθεστώτα, η άρνηση χαιρετισμού της σημαίας και συμμετοχής σε στρατιωτικές επιχειρήσεις συχνά θεωρείται ως προδοσία. Το ζήτημα του χαιρετισμού της σημαίας σε σχέση με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά εγέρθηκε για πρώτη φορά στη Ναζιστική Γερμανία στα χρόνια πριν από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Το Ναζιστικό καθεστώς έστελνε Γερμανούς και Αυστριακούς Μάρτυρες του Ιεχωβά, που αρνούνταν να δώσουν την αφοσίωσή τους στο καθεστώς των Ναζί (καλούνταν από επόπτες να δώσουν όρκο αφοσίωσης στους Ναζί) και να στρατευτούν, σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Βλέπε το άρθρο Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά και το Ολοκαύτωμα.
Σήμερα, στις περισσότερες χώρες όπου ισχύει η υποχρεωτική στρατιωτική υπηρεσία αποτελεί πάγια τακτική η φυλάκιση των Μαρτύρων του Ιεχωβά λόγω της άρνησής τους να δεχτούν στρατιωτικά καθήκοντα ως αντιρρησίες συνείδησης. Στην Σιγκαπούρη για παράδειγμα, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά αντιμετωπίζουν τριετή φυλάκιση (η στρατιωτική θητεία διαρκεί δύο χρόνια) και στην Ταϊβάν τούς επιβάλλεται μια περίοδος φυλάκισης πριν από μια επιπρόσθετη περίοδο εναλλακτικής υπηρεσίας για 33 μήνες, σε υπηρεσίες όπως η πυροσβεστική και τα νοσοκομεία.
Σύμφωνα με το βιβλίο Κρίνοντας τους Μάρτυρες του Ιεχωβά (Judging Jehovah's Witnesses), οι Μάρτυρες του Ιεχωβά έχουν βοηθήσει να διευρυνθεί ο ορισμός των κοινωνικών ελευθεριών στις περισσότερες δυτικές κοινωνίες, και κατά συνέπεια να διευρυνθούν τα δικαιώματα εκατομμυρίων ανθρώπων, λόγω της σθεναρής στάσης τους και της αποφασιστικότητάς τους. Σύμφωνα με τον πρόλογο του βιβλίου Κράτος και Σωτηρία (State and Salvation): «Ένα από τα αποτελέσματα» των δικαστικών μαχών των Μαρτύρων του Ιεχωβά «ήταν η μακροσκελής διαδικασία της συζήτησης και του διαλόγου που οδήγησε στον Χάρτη των Δικαιωμάτων» ο οποίος αποτελεί τώρα μέρος των θεμελιωδών νόμων του Καναδά. Συνεπώς έχει λεχτεί ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά έχουν συνεισφέρει στον τομέα των κοινωνικών δικαιωμάτων περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη θρησκεία.
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Καθ' όλη την διάρκεια της ιστορικής τους ύπαρξης, οι πεποιθήσεις, οι διδασκαλίες και οι πρακτικές των Μαρτύρων του Ιεχωβά έχουν γίνει αντικείμενο διαμάχης και εναντίωσης από κοινωνίες και από άλλες θρησκείες, ακόμη και από Χριστιανικές ομάδες καθολικού ρεύματος. Πολλές θρησκευτικές ομάδες θεωρούν εσφαλμένες την ερμηνεία και τις διδασκαλίες των Μαρτύρων του Ιεχωβά (βλέπε Αίρεση). Οι Μάρτυρες αναφέρονται μερικές φορές μεταξύ των αιρέσεων λόγω του ότι οι θρησκευτικές τους πεποιθήσεις διαφέρουν από εκείνες που έχει συνήθως η πλειονότητα των Χριστιανών, ή λόγω ζητημάτων που αφορούν την οργανωτική δομή τους, ή λόγω της θέσης τους όσον αφορά τις μεταγγίσεις αίματος. Άλλοι ισχυρίζονται ότι οι Μάρτυρες αποτελούν αίρεση λόγω των τεχνικών στρατολόγησης και κατήχησης των νέων μελών, περιλαμβανομένης υποτιθέμενης πλύσης εγκεφάλου. Αυτοί οι επικριτές τονίζουν ότι αυταπόδεικτα ακυρώνεται η ιδιότητα της θρησκείας για οποιαδήποτε θρησκεία η οποία αφαιρεί από τους οπαδούς της την ελεύθερη βούληση, και ισχυρίζονται ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ταιριάζουν σε αυτή την περιγραφή. Αποτελεί, όμως, ειρωνεία το γεγονός ότι αυτή η άποψη έρχεται σε ευθεία σύγκρουση με τις διδασκαλίες των Μαρτύρων του Ιεχωβά, καθώς οι ίδιοι πιστεύουν ότι η ελεύθερη βούληση είναι ένα από τα μεγαλύτερα δώρα του Ιεχωβά Θεού προς τον άνθρωπο. Διδάσκουν ότι ο κάθε άνθρωπος πρέπει να αποφασίσει συνειδητά αν θα υπηρετεί τον Θεό ή όχι.
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά έχουν γίνει συχνά αντικείμενο θρησκευτικής και πολιτικής διαμάχης. Η πολιτική και η θρησκευτική εχθρότητα εναντίον τους έχει οδηγήσει μερικές φορές σε οχλοκρατικές ενέργειες εναντίον τους και σε κυβερνητική καταπίεση -μεταξύ άλλων η επίθεση που δέχτηκαν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά κατά τη διάρκεια του Ολοκαυτώματος και η διαδεδομένη επικριτικότητα από άτομα άλλων πίστεων. ,
Ανάλογα με τη γεωγραφική περιοχή, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά έχουν κατηγορηθεί κατά καιρούς ότι παροδηγούν την νεολαία, ότι εμπλέκονται σε σατανική λατρεία ή ότι υποστηρίζουν τον σιωνισμό, τον κομμουνισμό, τον φασισμό, τον καπιταλισμό, τον εκδημοκρατισμό ή τον ειρηνισμό. Λόγω της ουδέτερης πολιτικά στάσης τους, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά έχουν κατηγορηθεί συχνά για έλλειψη αφοσίωσης προς το κράτος τόσο σε απολυταρχικά όσο και σε "ελεύθερα" κράτη. Έχουν φυλακιστεί, έχουν σταλεί σε στρατόπεδα συγκέντρωσης ακόμη και έχουν εκτελεστεί. Σε μερικές περιπτώσεις μέλη οικογενειών και γνωστοί που δεν ήταν Μάρτυρες επέδειξαν σκληρή, ακόμη και βίαιη εναντίωση λόγω της πίστης τους.
Αν και σπάνια, έχουν διαπραχθεί εγκλήματα μίσους κατά Μαρτύρων του Ιεχωβά λόγω των πεποιθήσεων και των πρακτικών τους. Από την άλλη πλευρά πολλοί άνθρωποι τρέφουν εγκάρδια αισθήματα προς τους Μάρτυρες.
Αν και οι Μάρτυρες του Ιεχωβά έχουν υποστεί έντονο διωγμό σε όλο τον κόσμο, είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα η περίπτωση των ΗΠΑ που έχει ιδιαίτερη δημοκρατική παράδοση και αποτελεί το επίκεντρο της εμφάνισής τους στην νεότερη ιστορία. Στις Ηνωμένες Πολιτείες στα τέλη της δεκαετίας του 1930 και στις αρχές της δεκαετίας του 1940, η οχλοκρατική βία εναντίον αυτής της θρησκευτικής ομάδας διαδόθηκε ευρέως και αποτέλεσε μάστιγα. Στις 16 Ιουνίου 1940 ο γενικός εισαγγελέας των ΗΠΑ Φράνσις Μπιντλ εκφώνησε ένα πανεθνικό ραδιοφωνικό διάγγελμα ώστε να κατευνάσει το κύμα οχλοκρατιών. Παρατίθεται στη συνέχεια ένα απόσπασμα από τις δηλώσεις του:
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά έχουν δεχτεί επιθέσεις και τους έχουν ξυλοκοπήσει επανειλημμένα. Δεν διέπραξαν κάποιο έγκλημα· αλλά καθώς το πλήθος είχε ήδη αποφανθεί, επέβαλε τιμωρία μέσω οχλοκρατικής βίας. Ο Γενικός Εισαγγελέας διέταξε την άμεση διεξαγωγή ανακρίσεων για αυτά τα αίσχη. Όλοι πρέπει να επαγρυπνούν και να προσέχουν και πάνω από όλα να παραμένουν ήρεμοι και λογικοί. Καθώς η οχλοκρατική βία καθιστά το έργο της κυβέρνησης αφάνταστα πιο δύσκολο, δεν θα δειχτεί καθόλου ανοχή. Δεν θα υπερισχύσουμε επί της Ναζιστικής μάστιγας μιμούμενοι τις μεθόδους της.
Αυτή η ομάδα (τα μέλη της τότε ονομάζονταν Σπουδαστές της Γραφής) έγινε συχνά αντικείμενο αγανάκτησης και οργής κατά τις δεκαετίες του 1910 και 1920 εξαιτίας διαφόρων αιτιών. Η Εταιρία Σκοπιά εκφραζόταν ευθέως χωρίς περιστροφές, τα μέλη τους φορούσαν διαφημιστικά πλακάτ σε δημόσια μέρη (μεταξύ άλλων και έξω από ναούς) και στους δρόμους διακηρύττοντας την επικείμενη καταστροφή των μελών των εκκλησιών, μαζί με τους εκκλησιαστικούς και κυβερνητικούς οργανισμούς, αν δεν διέφευγαν μακριά από την «ψεύτικη θρησκεία» -θέαμα που δεν ήταν τότε σπάνιο. Χαρακτηριστικά παραδείγματα των θέσεών τους βρίσκονται στο βιβλίο Το Τετελεσμένον Μυστήριον (Γραφικαί Μελέται, Τόμος Ζ', έκδοση 1923, στην ελληνική): «Επίσης κατά το έτος 1918, οπόταν ο Θεός θα αρχίση καταστρέφων τας εκκλησίας και τα μέλη των εκκλησιών κατά εκατομμύρια, θα συμβή ώστε ο διασωθείς θα καταφεύγει εις τα έργα του Πάστωρος Ρώσσελλ δια να εννοήση την σημασίαν της πτώσεως της χριστιανωσύνης (Ιεζεκιήλ 24:25, 26)». (σελ. 609) «... Ο λαός όστις είνε η ισχύς του Χριστιανικού κόσμου θα αποκοπή κατά την ολιγοχρόνιον, αλλά τρομεράν ως προς τα συμβάντα περίοδον ήτις αρχίζει εις τα 1918 μ.Χ. ... Μετά το 1918, οι άνθρωποι οίτινες υπεστήριζον τον εκκλησιαστικισμόν, θα παύσωσι πλέον να είνε υποστηρικταί του, διότι θα έχωσι πλέον εξολοθρευθή υπό της πνευματικής πανώλου των πλανών, και υπό της πείνης του λόγου του Θεού μεταξύ των ανθρώπων (Ιεζεκιήλ 5:1-4)». (σελ. 497, 499) Οι Σπουδαστές της Γραφής πίστευαν ότι η θρησκεία (το σύνολο των ψεύτικων θρησκειών παγκόσμια, κατά την άποψη τους) ήταν «παγίδα και απάτη» και αρνούνταν επί χρόνια κατά τη δεκαετία του 1930 να προσδιορίζονται ως «θρησκεία», καθώς ήθελαν να διαχωρίσουν ξεκάθαρα τη θέση τους από τις υπόλοιπες θρησκείες. (Η Σκοπιά, 1 Δεκεμβρίου 1991, σελ. 13)
Η γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε τότε από τους Μάρτυρες και την οργάνωσή τους θεωρήθηκε γενικότερα ως προκλητική και θεωρήθηκε ως παράνομη προπαγάνδα σε πολλές κοινωνίες υποκινώντας μισαλλοδοξία και πιθανές βιαιοπραγίες, μίσος ή εξέγερση (αν και πάντα αρνούνταν τη χρήση όπλων ή τη συμμετοχή σε κοσμικές διαμάχες). Το βιβλίο της Εταιρίας Σκοπιά Το Τετελεσμένον Μυστήριον (1923), στη σελίδα 158 ανέφερε: «Εκ τούτου εξάγεται ότι η ώρα δια τους πόνους της κατ' όνομα Σιών έχει ορισθή δια το Πάσχα του 1918 (Ίδε Αποκ. 3:14), ήτοι επτά έτη προ του 1925. Κατά τον χρόνον δε εκείνον υπάρχουσι λόγοι να πιστεύωμεν ότι οι πεπτωκότες άγγελοι θα εισέλθωσιν εις τας διάνοιας πολλών κατ' όνομα χριστιανών, και θα τους οδηγήσουν εις εντελώς ανάρμοστον διαγωγήν, όπερ θέλει αποβή εις καταστροφήν των, δια των χειρών του μανιώδους πλήθους, οίτινες πάλιν μετά ταύτα θα υποστώσι αυτήν τύχην (Αποκάλυψη 7:2, 3)».
Η πρακτική των Μαρτύρων του Ιεχωβά να αποκόπτουν τα μέλη τους έχει υποστεί έντονη κριτική, μολονότι βασίζεται στην Αγία Γραφή. Η αποκοπή αποφασίζεται όταν ένα μέλος επανειλημμένα και εκούσια παραβιάζει τις ηθικές αρχές που οι Μάρτυρες του Ιεχωβά θεωρούν Βιβλικά δεσμευτικές για όλους. Αντίστοιχα, εάν κάποιος αποφασίσει να παύσει να είναι Μάρτυρας του Ιεχωβά, υποβάλλει μία γραπτή επιστολή αποσυνταύτισης, η οποία έχει παρόμοιο αποτέλεσμα. Οι πιστοί φίλοι και συγγενείς του αποκομμένου ατόμου δεν του απευθύνουν πλέον τον λόγο, εκτός εάν είναι αναγκαίο, όπως στην περίπτωση που διαμένουν στην ίδια κατοικία. Εάν κάποιο μέλος της εκκλησίας επανειλημμένα συνομιλεί με αποκομμένα άτομα, τότε υπόκειται σε κυρώσεις.
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά βασίζουν τις ευαγγελιστικές πρακτικές τους σε εδάφια όπως το Ματθαίος 28:18-20. Παραθέτουν από το εδάφιο Πράξεις 20:20 για την μέθοδο με την οποία κάνουν το ευαγγελιστικό έργο (από πόρτα σε πόρτα), ενώ ενθαρρύνονται να συμμετέχουν σε αυτό όλο και περισσότερο από τις εκκλησίες τους και τα έντυπά τους. Επίσης παροτρύνονται να μοιράζονται τις Βιβλικές γνώσεις τους με άλλους σε κάθε ευκαιρία. Στόχος τους είναι πάντα η έναρξη δωρεάν κατ' οίκον Γραφικών Μελετών με πρόθυμα άτομα. Η Γραφική Μελέτη είναι μία διαδικασία εξέτασης της Αγίας Γραφής μέσω βοηθητικών ερμηνευτικών συγγραμάτων που εκδίδουν οι ίδιοι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά. Το 'κήρυγμα των καλών νέων' (ή αλλιώς, ευαγγελισμός) από πόρτα σε πόρτα εκλαμβάνεται από κάποιους ως παραβίαση της προσωπικής ζωής, ειδικότερα σε κοινωνίες όπου οι θρησκευτικές πεποιθήσεις δεν αποτελούν θέμα συζήτησης με αγνώστους. Κάποιοι εκλαμβάνουν το έργο των Μαρτύρων του Ιεχωβά ως έργο πλασιέ.
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά αντιμετωπίζονται εχθρικά από Φονταμενταλιστές, Ευαγγελικούς και άλλους Χριστιανούς, εξαιτίας του ότι απορρίπτουν πολλά δόγματα που γίνονται δεκτά από τις επικρατέστερες Χριστιανικές Εκκλησίες (Παραδοσιακός Χριστιανισμός), αλλά και άλλες Χριστιανικές Οργανώσεις (Σύγχρονα Μεταρρυθμισμένα Κινήματα). Η Ελληνορθόδοξη Εκκλησία έχει επίσης διεξάγει ιδιαίτερο και πολύχρονο αγώνα εναντίον των Μαρτύρων του Ιεχωβά, παρότι αποτελούν αναγνωρισμένη θρησκεία και στην Ελλάδα, ενώ το ίδιο συμβαίνει και στην Ιταλία από την πλευρά της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας.
Είναι ευρέως γνωστό ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν δέχονται την ιατρική πρακτική της μετάγγισης ολικού αίματος.[68] Αυτή η θέση τους στηρίζεται στην κατανόηση που έχουν για την Χριστιανική προειδοποίηση της Αγίας Γραφής να "απέχουν από αίμα". (Πράξεις 15:28, 29) Κατά συνέπεια, αρνούνται να δεχτούν μεταγγίσεις ολικού αίματος και των βασικών παραγώγων του αίματος. Πιστεύουν ότι η παραπάνω εντολή που δόθηκε στους Χριστιανούς αποτελεί προέκταση εντολών που δόθηκαν από τον Θεό πριν από την χριστιανική εποχή για αποχή από τη χρήση του αίματος, προς τον Νώε και την οικογένειά του αμέσως μετά τον Κατακλυσμό (Γένεση 9:4) και στο έθνος του Ισραήλ μέσω του Μωσαϊκού Νόμου. (Λευιτικό 17:10-14)
Αν και οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν λαμβάνουν πλήρες αίμα σε οποιαδήποτε μορφή περιλαμβανομένης και της μετάγγισης αίματος, μπορεί το κάθε άτομο ξεχωριστά να ενεργήσει σύμφωνα με τη συνείδησή του όσον αφορά το αν θα δεχτεί συγκεκριμένα κλάσματα και παράγωγα του αίματος. Για παράδειγμα, το Νοσοκομείο της Πενσυλβανίας παρέχει έναν λεπτομερή κατάλογο (στην αγγλική) με όλες τις χαρακτηριστικές περιπτώσεις.
Η άρνηση μετάγγισης αίματος από τους Μάρτυρες αποτελεί σοβαρό ζήτημα όσον αφορά τα μέλη της ιατρικής κοινότητας. Συνήθως δεν υπάρχει νομικό πρόβλημα όταν ένας ενήλικος Μάρτυρας του Ιεχωβά αρνείται την πρακτική της μετάγγισης αίματος. Σε μερικές χώρες όμως, οι νόμοι μπορεί να επιβάλλουν περιορισμούς στους γιατρούς όσον αφορά τη συμμόρφωσή τους με την επιθυμία του ασθενούς για μη μετάγγιση αίματος, ειδικά σε περιπτώσεις που κινδυνεύει η ζωή. Σε άλλες χώρες, αντίθετα, έχουν αποδοθεί ποινικές ευθύνες σε γιατρούς οι οποίοι δεν σεβάστηκαν την επιθυμία του ασθενούς και χορήγησαν αίμα, ακόμη και σε περιπτώσεις αρνητικής εξέλιξης.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, αποφάσεις ανωτάτων πολιτειακών δικαστηρίων έχουν επιβεβαιώσει το δικαίωμα των ενηλίκων Μαρτύρων του Ιεχωβά να αρνούνται τη μετάγγιση αίματος έχοντας επίγνωση των πιθανών κινδύνων και να μην τους χορηγείται αίμα παρά τη θέλησή τους.[69] Στην Ελλάδα η παλαιότερη νομική αναφορά στο ζήτημα του αίματος ανάγεται στο 1969 οπότε σε επίσημη γνωμοδότηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου προς το Υπουργείο Κοινωνικών Υπηρεσιών αναφερόταν ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν μπορούν να αρνηθούν «την εφαρμογή των νόμων [...] τόσο για την υποχρεωτική στράτευση, όσο και για τις μεταγγίσεις αίματος που επιβάλλονται για θεραπευτικούς σκοπούς».[70] Η σύγχρονη ιατρική δεοντολογία λαμβάνει όλο και περισσότερο υπόψη τις πεποιθήσεις και επιλογές του ασθενούς για την ολιστική θεραπευτική αντιμετώπισή του[71] και αυτό αφορά και το δικαίωμα των Μαρτύρων του Ιεχωβά να αρνούνται τη μετάγγιση αίματος.[72] Με βάση τη νόμιμα δηλωμένη επιθυμία τους, οι ενήλικοι Μάρτυρες του Ιεχωβά μπορούν να ασκήσουν το νόμιμο δικαίωμα της αυτοδιάθεσης και να αρνηθούν να δεχτούν οποιαδήποτε χρήση αίματος. Για αυτόν το σκοπό, οι ενήλικες Μάρτυρες του Ιεχωβά διαθέτουν ένα δεσμευτικό για το ιατρικό προσωπικό ενημερωμένο έγγραφο στο οποίο περιγράφονται με σαφήνεια οι προσωπικές τους επιλογές όσον αφορά την ιατρική τους περίθαλψη και στο οποίο ορίζεται αντιπρόσωπος σε περίπτωση που δεν θα είναι ικανοί για δικαιοπραξία.[73]
Το ζήτημα της άρνησης μετάγγισης είναι πιο περίπλοκο, όταν ο ασθενής είναι ανήλικος. Τα Δικαστήρια συνήθως διατάσσουν τη μετάγγιση σε παιδιά, υποκαθιστώντας το δικαίωμα των γονέων να κρίνουν το συμφέρον των ανήλικων παιδιών τους. Γονείς που αποτρέπουν τη χρήση μετάγγισης αίματος στα παιδιά τους σε περιπτώσεις που μπορεί να τεθεί σε κίνδυνο η ζωή των παιδιών τους μπορεί να αντιμετωπίσουν δίωξη. Σε άλλες περιπτώσεις τα δικαστήρια έχουν σεβαστεί τη δηλωμένη απόφαση ενός ανήλικου παιδιού που έχει τη δυνατότητα να υπερασπίσει τα πιστεύω του ενώπιον του δικαστηρίου με τρόπο που να κάνει φανερό ότι έχει ώριμη κατανόηση του ζητήματος και ότι δεν υφίσταται αθέμιτη επιρροή από τους γονείς. Στην ιατρική δεοντολογία το ζήτημα αναφορικά με τους ανηλίκους είναι εριζόμενο. Ενώ σε σύγχρονα κείμενα ιατρικής δεοντολογίας υποστηρίζεται ότι, αν ο ανήλικος έχει την ωριμότητα και την κρίση να αποφασίσει για τη θεραπεία του, θα πρέπει να γίνεται δεκτή η γνώμη του,[74] άλλοι υποστηρίζουν ότι σε ένα τόσο σοβαρό ζήτημα υπάρχει ο κίνδυνος η απόφαση των παιδιών να επηρεάζεται από τον φόβο της αποκοπής και γι' αυτό η απόφαση είναι καλύτερο να λαμβάνεται από τα δικαστήρια.[75] Στην Ελλάδα η μετάγγιση σε ανηλίκους διατάσσεται παγίως από τον Εισαγγελέα σε περίπτωση κινδύνου για την υγεία ή τη ζωή του ανηλίκου, ενώ έχει κριθεί από τα δικαστήρια ότι η θρησκευτική πεποίθηση των γονέων - Μαρτύρων του Ιεχωβά περί άρνησης μετάγγισης αίματος είναι εν δυνάμει ενάντια στο συμφέρον των ανήλικων παιδιών και ότι σε περίπτωση διαζυγίου είναι παράγοντας που θα πρέπει να ληφθεί υπ' όψιν για την απόφαση σε ποιον γονέα θα ανατεθεί η επιμέλειά τους. Στις δικαστικές αποφάσεις εκφράζεται ο φόβος ότι ο γονέας - Μάρτυρας του Ιεχωβά σε ενδεχόμενη έκτακτη περίπτωση πιθανώς θα αποκρύψει την ανάγκη του παιδιού για μετάγγιση, κάτι που προβλέπεται ότι θα έχει βλαπτικές συνέπειες για το παιδί.[76] Στις ίδιες αποφάσεις αναφέρεται βέβαια ότι, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 1511 Αστικού Κώδικα, όπου είναι δυνατό, το δικαστήριο οφείλει να ζητάει και να συνεκτιμάει την γνώμη του ίδιου του ανηλίκου "ανάλογα με την ωριμότητα του".
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Κατά την αρχική περίοδο της ομάδας, στα τέλη του 19ου αιώνα, οι Σπουδαστές της Γραφής (όπως ονομάζονταν τότε οι Μάρτυρες του Ιεχωβά) πίστευαν ότι η επιστροφή του Ιησού Χριστού θα ήταν ένα ορατό, δραματικό και συγκλονιστικό γεγονός, μια άποψη που είναι κοινή και σε άλλες Χριστιανικές ομάδες. Πίστευαν ότι ο "καιρός του τέλους" (που ονομάζεται και «τελευταίες (έσχατες) ημέρες») άρχισε το 1799 και ότι το αποκορύφωμα του Αρμαγεδδώνα θα συνέβαινε το 1914. Για πάνω από πενήντα περίπου χρόνια πίστευαν και δίδασκαν ότι το 1874 ήταν το έτος της ενθρόνισης του Χριστού ως ουράνιου Βασιλιά. Αρκετά χρόνια αργότερα, κατά τη δεκαετία του 1930, η οργάνωση των Μαρτύρων του Ιεχωβά μετατόπισε τις ημερομηνίες προς τα εμπρός, πιστεύοντας ότι το ξεκίνημα των Βιβλικών "τελευταίων ημερών" και ταυτόχρονα η ενθρόνιση του Ιησού Χριστού ως Βασιλιά, είχε ήδη συμβεί το έτος 1914, και ότι η παρουσία του από το 1914 θα ήταν αόρατη με τα φυσικά μάτια εκτός από εκείνους που θα τον έβλεπαν «με τα μάτια της κατανόησης». Τα εδάφια της Αγίας Γραφής που υποκινούν τους πιστούς να είναι άγρυπνοι για τον ερχομό του Χριστού, ο οποίος «θα έρθει έτσι, με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο τον είδατε να πηγαίνει στον ουρανό» (Πράξεις 1:11, ΜΝΚ) κατανοούνται από τους Μάρτυρες του Ιεχωβά ότι αφορούν την αόρατη παρουσία του Ιησού Χριστού. Η Σκοπιά (1 Ιουνίου 1990, σελ. 11) αναφέρει: «Οι μαθητές του Ιησού ήταν οι μόνοι που τον είδαν να αναχωρεί, όπως και οι Μάρτυρες του Ιεχωβά είναι οι μόνοι που αναγνωρίζουν την αόρατη επιστροφή του». Πιστεύουν ότι η αόρατη παρουσία του Ιησού Χριστού ως Βασιλιά στον ουρανό ξεκίνησε το 1914 και ότι σύντομα πρόκειται να επεκταθεί η δράση αυτής της Βασιλείας με ορατό τρόπο και στη γη καθώς ο Ιησούς θα ενεργεί ως Κριτής και θα καταστρέψει τους πονηρούς στη μάχη του Αρμαγεδδώνα, πράγμα που θα σημάνει το ξεκίνημα της Χιλιετούς Βασιλείας του.
Κατά τη δεκαετία του 1960 και στις αρχές της δεκαετίας του 1970, πολλοί Μάρτυρες του Ιεχωβά, έχοντας υποκινηθεί από σχετικά άρθρα που εμφανίζονταν στα έντυπά τους καθώς και από ομιλητές με υπερβάλλοντα ζήλο στις συνελεύσεις τους πριν από το 1975, πίστευαν και ήλπιζαν ότι ο Αρμαγεδδών και η χιλιετής διακυβέρνηση του Χριστού θα ξεκινούσαν το έτος 1975. Η Σκοπιά 15 Ιουνίου 1980, σελ. 17, 18, αναφέρει: «Με την εμφάνιση του βιβλίου Ζωή Αιώνιος—Εν τη Ελευθερία των Υιών του Θεού (Life Everlasting—In Freedom of the Sons of God) και τα σχόλια του για το πόσο κατάλληλο θα ήταν να είναι η χιλιετής βασιλεία του Χριστού παράλληλη με την έβδομη χιλιετηρίδα της ανθρώπινης υπάρξεως, ηγέρθη σημαντική προσδοκία με το έτος 1975. Έγιναν δηλώσεις και τότε και αργότερα, τονίζοντας ότι αυτό είναι μόνο μια πιθανότητα. Ατυχώς, όμως, μαζί μ' αυτή την προειδοποιητική πληροφορία, υπήρξαν και άλλες δηλώσεις που δημοσιεύθηκαν και υπονοούσαν ότι μια τέτοια πραγματοποίησις των ελπίδων ως εκείνο το έτος ήταν μάλλον μια δυνατότητα παρά μια απλή πιθανότητα. Είναι λυπηρό ότι αυτές οι τελευταίες δηλώσεις επεσκίασαν προφανώς τις προειδοποιητικές δηλώσεις και συνέβαλαν στην ανάπτυξι μιας προσδοκίας που είχε ήδη αρχίσει. ...[με την] πιο προσεκτική εξέταση των Γραφών σχετικά με αυτό το ζήτημα... διαπιστώνουμε ότι το ουσιώδες δεν είναι η χρονολογία. Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι υπάρχει μια τέτοια ημέρα—και πλησιάζει ολοένα περισσότερο και θ' απαιτήση απόδοσι λογαρισμού από μέρους όλων μας». Στο βιβλίο τους με τίτλο Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά—Διαγγελείς της Βασιλείας του Θεού (σελ. 633), αναφέρουν: «Αποδείχτηκαν σωστές οι πεποιθήσεις των Μαρτύρων του Ιεχωβά για αυτά τα θέματα; Σίγουρα δεν έσφαλλαν που πίστευαν πως ο Θεός θα εκπλήρωνε οπωσδήποτε ό,τι είχε υποσχεθεί. Αλλά μερικοί χρονικοί υπολογισμοί τους και οι προσδοκίες που συνέδεσαν με αυτούς τους υπολογισμούς προξένησαν σοβαρές απογοητεύσεις. ...Το 1975, υπήρξε απογοήτευση όταν δεν πραγματοποιήθηκαν οι προσδοκίες οι σχετικές με την έναρξη της Χιλιετίας. Ως αποτέλεσμα, μερικοί εγκατέλειψαν την οργάνωση. Άλλοι αποκόπηκαν επειδή προσπαθούσαν να υπονομεύσουν την πίστη συνδούλων τους. Αναμφίβολα ένας παράγοντας υπήρξε η απογοήτευση για τη χρονολογία, αλλά σε μερικές περιπτώσεις οι ρίζες ήταν βαθύτερες. Μερικά άτομα υποστήριζαν επίσης ότι δεν χρειαζόταν η συμμετοχή στη διακονία από σπίτι σε σπίτι. Ορισμένοι δεν ακολούθησαν απλώς το δικό τους δρόμο· έγιναν επιθετικά ενάντιοι στην οργάνωση με την οποία υπήρξαν συνταυτισμένοι και χρησιμοποίησαν τον Τύπο και την τηλεόραση για να εκφράσουν τις απόψεις τους. Εντούτοις, ο αριθμός εκείνων που αποσκίρτησαν ήταν σχετικά μικρός».
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά εδώ και δεκαετίες κηρύττουν ότι το παρόν σύστημα πραγμάτων ήδη από έτος 1914 βρίσκεται στις "τελευταίες ημέρες" του, οι οποίες θα αποκορυφωθούν στον Αρμαγεδδώνα. Για πολλές δεκαετίες δίδασκαν ότι "η γενιά που ήταν ζωντανή το 1914 δεν θα παρερχόταν πριν έρθει ο Αρμαγεδδών και αρχίσει το νέο σύστημα υπό τη διακυβέρνηση του Χριστού". Αυτή η κατά γράμμα ερμηνεία του όρου «γενιά» στο εδάφιο Ματθαίου 24:34 εγκαταλείφθηκε από την ομάδα αυτή. Μολονότι δεν μπορούν να υπολογίσουν την ακριβή διάρκεια “αυτής της γενιάς”, χρειάζεται να έχουν υπόψη ορισμένα πράγματα όσον αφορά τη λέξη «γενιά»: α)Συνήθως αναφέρεται σε ανθρώπους διαφόρων ηλικιών των οποίων οι ζωές διασταυρώνονται χρονικά στα πλαίσια μιας συγκεκριμένης χρονικής περιόδου, β)δεν είναι υπερβολικά μεγάλης διάρκειας, και επίσης γ)έχει τέλος. (Έξοδ. 1:6) Κατανοούν, λοιπόν, τα λόγια του Ιησού σχετικά με “αυτή τη γενιά” ως εξής: ο Ιησούς προφανώς εννοούσε ότι οι ζωές των χρισμένων οι οποίοι είδαν την έναρξη του σημείου το 1914 θα διασταυρώνονταν χρονικά με τις ζωές άλλων χρισμένων οι οποίοι θα έβλεπαν την έναρξη της μεγάλης θλίψης. Αυτή η γενιά είχε αρχή, και ασφαλώς θα έχει τέλος. Η εκπλήρωση των διαφόρων χαρακτηριστικών του σημείου δείχνει καθαρά ότι η θλίψη πρέπει να είναι κοντά.
Η άποψη των Μαρτύρων σχετικά με το "τέλος του κόσμου" διαφέρει σημαντικά από τις απόψεις άλλων θρησκειών. Ενώ οι Μάρτυρες πράγματι πιστεύουν ότι το παρόν σύστημα πραγμάτων οδεύει προς το τέλος του, δεν πιστεύουν ότι ο πλανήτης πρόκειται να καταστραφεί ή ότι όλη ανθρωπότητα θα εξαλειφθεί. Αντίθετα, πιστεύουν ότι μόνο οι πονηροί άνθρωποι (περιλαμβανομένων οργανώσεων της πολιτικής και της ψεύτικης θρησκείας, μαζί με εκείνους που τις υποστηρίζουν) πρόκειται να καταστραφούν. Την πεποιθηση τους αυτή την στηρίζουν μεσα από την Αγία Γραφή, τον λόγο του Θεού στο εδαφιο Αποκάλυψη 11:18, οπου αναφερεται μέσω του αποστόλου Ιωάννη: «Ήρθε η οργη σου και ο προσδιορισμένος καιρός... για να καταστρέψεις εκείνους που καταστρέφουν τη γη».
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά άρχισαν τη σύγχρονη δραστηριότητά τους στην Ελλάδα γύρω στις αρχές του εικοστού αιώνα. Το 1912 υπήρχαν 12 Σπουδαστές της Γραφής, όπως ήταν γνωστοί τότε οι Μάρτυρες, οι οποίοι εργάζονταν δραστήρια στην Ελλάδα. Αυτοί χρησιμοποιούσαν εκτεταμένα έντυπη ύλη, διανέμοντας βιβλία και φυλλάδια που ήταν βοηθήματα για τη μελέτη της Αγίας Γραφής. Ήρθαν επίσης σε επαφή με χιλιάδες Έλληνες πολίτες με το να οργανώνουν δημόσιες διαλέξεις. Αργά και σταθερά αυτές οι προσπάθειες άρχισαν να παράγουν καρπούς. Οι Μάρτυρες άρχισαν να αυξάνουν στη Θεσσαλία, και κυρίως σε δύο χωριά, στο Ελευθεροχώρι και στο Καλαμάκι. Αυξήσεις σημειώθηκαν κατόπιν στη Μακεδονία και στα νησιά Σάμος, Κέρκυρα και Κρήτη. Ωστόσο, τα εμπόδια που προκαλούνταν στο έργο κηρύγματος των Μαρτύρων ήταν πολλά και δύσκολα. Εξαιτίας της τεράστιας επιρροής που ασκεί ο κλήρος στην Ελλάδα, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά έχουν γίνει συχνά αντικείμενο έντονου διωγμού.
Μια από τις πιο δύσκολες περιόδους άρχισε το 1936, όταν ανέβηκε στην εξουσία η δικτατορία του Ιωάννη Μεταξά. Οι νόμοι εναντίον του προσηλυτισμού, που θεσπίστηκαν κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής του, έχουν χρησιμοποιηθεί από τότε και έπειτα με υπερβολική αυστηρότητα εναντίον των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Πολλοί Μάρτυρες του Ιεχωβά φυλακίστηκαν και εξορίστηκαν στα ξερονήσια του Αιγαίου λόγω των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων, μαζί με χιλιάδες πολιτικούς κρατούμενους. Κατά τη γερμανική κατοχή και αμέσως μετά, λόγω της πολιτικά ουδέτερης στάσης που τηρούσαν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, σε ορισμένους από αυτούς επιβλήθηκαν ποινές από 7 μέχρι 20 χρόνια ενώ άλλοι καταδικάστηκαν σε ισόβια φυλάκιση.
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά αντιμετώπισαν σκληρές διώξεις εκείνη την περίοδο. Οι αποβολές παιδιών από τα σχολεία τους έγινε κάτι το συνηθισμένο, υπήρξαν απολύσεις από την εργασία, κ.ο.κ. Οι πηγές δείχνουν ότι οι Μάρτυρες ήταν συχνά αντικείμενο διώξεων αλλά ακόμη και εκτέλεσης αφού λόγω της ουδέτερης θέσης τους αρνούνται την στράτευση. Μετά από σοβαρή έρευνα, ο δημοσιογράφος Τσαρούχας Κώστας στο βιβλίο του "Αντιρρησίες Συνείδησης" εκδόσεων Ελληνικά Γράμματα του 1996 και συγκεκριμένα στη σελίδα 30, παρέθεσε τεκμηριωμένα στοιχεία με βάση τα οποία το σύνολο των ποινών που έχουν καταδικαστεί οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στην Ελλάδα ξεπερνούν τα 10.050 χρόνια, από τα οποία εκτίθησαν πραγματικά 5.731 χρόνια από 2.728 καταδικασθέντες Μάρτυρες του Ιεχωβά ως αντιρρησίες συνείδησης (τα στοιχεία καλύπτουν την περίοδο από τη δεκαετία του 1940 μέχρι το 1994). Επίσης, καταδικάστηκαν σε ισόβια 26 άτομα, σε θανατική ποινή 42 άτομα σε εξορία 68 άτομα, εκτελέστηκαν επίσημα 2 άτομα και βασανίστηκαν έως θανάτου 5 άτομα σύμφωνα με τα καταγεγραμμένα στοιχεία.
Στη διάρκεια των δεκαετιών του 1950 και του 1960, τα πράγματα βελτιώθηκαν σε κάποιο βαθμό για τους Μάρτυρες του Ιεχωβά στην Ελλάδα. Κατόπιν, το 1967, ανέλαβε την εξουσία η χούντα που διήρκεσε μια εφταετία, και αναστάλθηκε η ισχύς άρθρων του Συντάγματος που διασφάλιζαν την ελευθερία των συγκεντρώσεων και του τύπου. Η Σκοπιά ήταν το μόνο θρησκευτικό περιοδικό το οποίο απαγορεύτηκε ανάμεσα και σε άλλα έντυπα που βρίσκονταν υπό απαγόρευση. Οι Μάρτυρες, όπως και στο παρελθόν, απλώς συνέχισαν το έργο κηρύγματος υπό την επιφάνεια. Παρ' όλα αυτά, εξακολούθησαν να αυξάνουν αλματωδώς σε αριθμούς -από 10.940 το 1967 έφτασαν τους 17.073 το 1974.
Στη διάρκεια των σχετικά ήρεμων ετών που ακολούθησαν, οι Μάρτυρες συνέχισαν να ακμάζουν παρά τον συνεχή πόλεμο που έχουν δεχτεί από την Ελληνορθόδοξη Εκκλησία. Στις μέρες μας έχουν πάψει να φυλακίζονται για λόγους στράτευσης καθώς εκτελούν εναλλακτική κοινωνική υπηρεσία, μετά από ισχυρές πιέσεις που δέχτηκε η ελληνική Πολιτεία από διεθνείς οργανισμούς. Το Δεκέμβριο του 2007, κατόπιν τοποθέτησης της ανεξάρτητης Αρχής του Συνηγόρου του Πολίτη, το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο επανεξέτασε και έκανε ριζικές διορθώσεις στο διδακτικό εγχειρίδιο των Θρησκευτικών της Β΄ Λυκείου όσον αφορά την ιστορία, τις πρακτικές και τις πεποιθήσεις των Μαρτύρων του Ιεχωβά.[77]
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.