From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο χιλιασμός (στα αγγλικά "millenialism" [μιλλενιαλισμός] από το λατινικό millennium, που σημαίνει «χιλιετία») περιγράφει πρωταρχικά μια χριστιανική αντίληψη ή δοξασία σύμφωνα με την οποία πρόκειται να υπάρξει μια Χρυσή Εποχή ή Παράδεισος στη γη όπου ο Χριστός 'θα βασιλεύσει' πριν την τελική κρίση και την μελλοντική αιωνιότητα, βάσει της ερμηνείας που δίνουν οι χιλιάστες για το βιβλίο της Αποκάλυψης (20:1-6). Κατά τη χιλιετή αυτή βασιλεία θα υπάρχει ειρήνη κι ευτυχία για όλους τους δίκαιους, τους ζωντανούς και τους αναστημένους νεκρούς. Ο χιλιασμός κατ' αυτή την έννοια αποτελεί ειδική μορφή μιλλεναριανισμού. "Το προφητικό φαινόμενο υφίσταται εμφανέστατα στο χιλιαστικό κίνημα. Η προοπτική της χιλιετούς βασιλείας του δικαίου δραστηριοποιεί και εμπνέει προφητικά κινήματα. Αλλά παρότι ο χιλιασμός δεν εμφανίζεται χωρίς ισχυρή δόση προφητισμού, ωστόσο δεν ισχύει το αντίθετο. Σε καμιά περίπτωση οι προφήτες δεν είναι οπωσδήποτε χιλιαστές, μάλιστα αποφεύγουν κάθε απαρίθμηση του χρόνου της σωτηρίας."[1]
«Καὶ εἶδον ἄγγελον καταβαίνοντα ἐκ τοῦ οὐρανοῦ, ἔχοντα τὴν κλεῖν τῆς ἀβύσσου καὶ ἅλυσιν μεγάλην ἐπὶ τὴν χεῖρα αὐτοῦ. καὶ ἐκράτησε τὸν δράκοντα, τὸν ὄφιν τὸν ἀρχαῖον, ὅς ἐστι Διάβολος καὶ ὁ Σατανᾶς ὁ πλανῶν οἰκουμένην, καὶ ἔδησεν αὐτὸν χίλια ἔτη, καὶ ἔβαλεν αὐτὸν εἰς τὴν ἄβυσσον, καὶ ἔκλεισε καὶ ἐσφράγισε ἐπάνω αὐτοῦ, ἵνα μὴ πλανᾷ ἔτι τὰ ἔθνη, ἄχρι τελεσθῇ τὰ χίλια ἔτη· μετὰ ταῦτα δεῖ αὐτὸν λυθῆναι μικρὸν χρόνον. Καὶ εἶδον θρόνους, καὶ ἐκάθισαν ἐπ' αὐτούς, καὶ κρῖμα ἐδόθη αὐτοῖς, καὶ τὰς ψυχὰς τῶν πεπελεκισμένων διὰ τὴν μαρτυρίαν Ἰησοῦ καὶ διὰ τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, καὶ οἵτινες οὐ προσεκύνησαν τὸ θηρίον οὔτε τὴν εἰκόνα αὐτοῦ, καὶ οὐκ ἔλαβον τὸ χάραγμα ἐπὶ τὸ μέτωπον αὐτῶν καὶ ἐπὶ τὴν χεῖρα αὐτῶν· καὶ ἔζησαν καὶ ἐβασίλευσαν μετὰ τοῦ Χριστοῦ χίλια ἔτη· καὶ οἱ λοιποὶ τῶν νεκρῶν οὐκ ἔζησαν ἕως τελεσθῇ τὰ χίλια ἔτη. αὕτη ἡ ἀνάστασις ἡ πρώτη. μακάριος καὶ ἅγιος ὁ ἔχων μέρος ἐν τῇ ἀναστάσει τῇ πρώτῃ· ἐπὶ τούτων ὁ δεύτερος θάνατος οὐκ ἔχει ἐξουσίαν, ἀλλ' ἔσονται ἱερεῖς Θεοῦ καὶ τοῦ Χριστοῦ, καὶ βασιλεύσουσι μετ' αὐτοῦ χίλια ἔτη. Καὶ ὅταν τελεσθῇ τὰ χίλια ἔτη, λυθήσεται ὁ Σατανᾶς ἐκ τῆς φυλακῆς αὐτοῦ, καὶ ἐξελεύσεται πλανῆσαι τὰ ἔθνη τὰ ἐν ταῖς τέσσαρσι γωνίαις τῆς γῆς, τὸν Γὼγ καὶ Μαγώγ, συναγαγεῖν αὐτοὺς εἰς τὸν πόλεμον, ὧν ὁ ἀριθμὸς αὐτῶν ὡς ἡ ἄμμος τῆς θαλάσσης. καὶ ἀνέβησαν ἐπὶ τὸ πλάτος τῆς γῆς, καὶ ἐκύκλευσαν τὴν παρεμβολὴν τῶν ἁγίων καὶ τὴν πόλιν τὴν ἠγαπημένην· καὶ κατέβη πῦρ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἀπὸ τοῦ Θεοῦ καὶ κατέφαγεν αὐτούς· καὶ ὁ διάβολος ὁ πλανῶν αὐτοὺς ἐβλήθη εἰς τὴν λίμνην τοῦ πυρὸς καὶ τοῦ θείου, ὅπου καὶ τὸ θηρίον καὶ ὁ ψευδοπροφήτης, καὶ βασανισθήσονται ἡμέρας καὶ νυκτὸς εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων». —Ἀποκάλυψις Ἰωάννου, 21:1-10. |
Μεταξύ των Χριστιανών που διακρατούν αυτή την άποψη, αυτή η περίοδος δεν αποτελεί το "τέλος του κόσμου" αλλά την αμέσως προηγούμενη περίοδο, η οποία όπως πιστεύεται προηγείται από το τέλος του κόσμου. Κάποιοι πιστεύουν ότι μεταξύ της χιλιετίας και του ολοκληρωτικού τέλους του κόσμου θα υπάρξει κάποιο σύντομο χρονικό διάστημα ώστε να δοθεί η τελική μάχη με τον Σατανά, ή να εμφανιστεί ο Αντίχριστος, και να ακολουθήσει η τελική κρίση.
Ποικίλα άλλα κοινωνικά και πολιτικά κινήματα, τόσο θρησκευτικά όσο και κοσμικά, έχουν συνδεθεί με χιλιαστικά σχήματα λόγου από λόγιους.
Η αντίληψη του βιβλικού χιλιασμού εκκινεί από την Παλαιά Διαθήκη[2] και είναι στενά συνδεδεμένη με τις μεσσιανικές ιδέες και την πίστη στην ανάσταση των νεκρών, χωρίς όμως να χαρακτηρίζει απαραίτητα όλες τις θρησκευτικές ομάδες που πιστεύουν σε ανάσταση νεκρών και στον Μεσσία. Παράλληλα, τάσεις συναφείς με τον χιλιασμό εμφανίζονται και εκτός των ορίων του χριστιανισμού, όχι φυσικά με την αυστηρή έννοια του όρου, αλλά με την ευρύτερη σημασία της σωτηριολογικής προσδοκίας.[3] Όσον αφορά το χριστιανικό χώρο, η πηγή του χιλιασμού βρίσκεται στο βιβλίο της Αποκάλυψης και συγκεκριμένα στο απόσπασμα 20,1-10 το οποίο περιγράφει τη Δευτέρα Παρουσία. Κατά το απόσπασμα αυτό, ο Ιησούς πρόκειται να κατέβει στη γη, να φυλακίσει τον Σατανά και να βασιλεύσει επί χίλια έτη με τη συμμετοχή των αναστημένων χριστιανών μαρτύρων. Μετά το τέλος της χιλιετούς περιόδου, ο Σατανάς θα απελευθερωθεί και τότε πρόκειται να λάβει χώρα η έσχατη μάχη του καλού με το κακό, η οποία θα οδηγήσει στο τέλος του κόσμου με τη νίκη του Θεού και την οριστική κρίση όλου του ανθρωπίνου γένους. Εκτός από αυτή την προφανή καταγωγή του χιλιασμού, μπορούν επίσης να ανιχνευθούν επιρροές από την ταλμουδική παράδοση και το μεσσιανικό ιουδαϊσμό, αλλά και από μη χριστιανικές κοσμολογίες της ανατολικής Μεσογείου, όπως π.χ. ο Ζωροαστρισμός. Ο Ζωροαστρισμός αναφέρεται σε διαδοχικές χιλιετείς περιόδους, καθεμιά από τις οποίες τελειώνει με μια πλημμύρα αιρέσεων και καταστροφής, μέχρι την τελική καταστροφή του κακού και του πνεύματος του κακού από έναν νικηφόρο βασιλιά ειρήνης στο τέλος της τελευταίας χιλιετούς περιόδου (κάποιοι θεώρησαν ότι αφορούσε το έτος 2000). "Τότε ο Σαοσιάντ καθιστά και πάλι τα πλάσματα αγνά και λαβαίνει χώρα η ανάσταση και η μελλoντική ζωή". (Ζαντ-ι Βοχούμαν Γιαστ 3:26).
Σύμφωνα με ορισμένες χιλιαστικές ερμηνείες, πιστεύεται ότι η μετάβαση από την παρούσα εποχή στη χιλιετία δεν θα είναι ομαλή, με τον Αντίχριστο που πρέπει να νικηθεί και την επίγεια βασιλεία του Χριστού που πρέπει να εδραιωθεί. Οι χιλιαστικές θεωρίες διαφέρουν ως προς το αν η μάχη με τον Αντίχριστο θα γίνει πριν, ή μετά τα χίλια χρόνια. Ηγέτες κάποιων κινήσεων θεωρούν ότι είναι καθήκον τους να προκαλέσουν τους αναμενόμενους καταστροφικούς πολέμους που θα φέρουν το τέλος της παρούσας εποχής. Κάποιοι που βασίζονται στο χωρίο 20:3 της Αποκάλυψης, πιστεύουν ότι η "χιλιαστική επανάσταση" του Σατανά θα γίνει μετά από τα 1000 έτη ειρήνης.
Από την άλλη, αυτοί που δεν πιστεύουν στη χιλιετή βασιλεία φαντάζονται επίσης το τέλος του κόσμου ως χαοτικό και καταστροφικό. Η λέξη "Αποκάλυψη" έχει χρησιμοποιηθεί για την τελική φάση της ανθρώπινης ιστορίας όπως την ξέρουμε, με τον Αρμαγεδδώνα να αποτελεί τον τόπο της τελευταίας αποφασιστικής μάχης κατά την Ημέρα της Κρίσεως.
Ο όρος αποκάλυψη (από τις ελληνικές λέξεις "από" και "καλύπτειν") χρησιμοποιείται συγκεκριμένα
Το βιβλίο της Αποκάλυψης δεν είναι εύκολο στην ερμηνεία. Πολλοί ζωγράφοι και γλύπτες έχουν δημιουργήσει έργα τέχνης σχετικά με την Αποκάλυψη. Για παράδειγμα, έχουν απεικονίσει τους τέσσερις καβαλάρηδες που συμβολίζουν τον λοιμό (λοιμικές νόσους), τον πόλεμο, τον λιμό (πείνα) και τον θάνατο.
Ο προχιλιασμός (Premillennialism) ερμηνεύει τα «χίλια έτη» του βιβλίου της Αποκάλυψης κυριολεκτικά. Σύμφωνα με αυτόν, η καταστροφή του κόσμου είναι απαραίτητη για να σωθεί η ανθρωπότητα και να αρχίσει μια εποχή ειρήνης πάνω στη γη. Αναφέρεται και ως καταστροφολογικός χιλιασμός (catastrophic millennialism) κι εκφράζει γενικά μια απαισιόδοξη θεώρηση της σύγχρονης κοινωνίας.
Ο μεταχιλιασμός (Postmillennialism), που αναφέρεται και ως προοδευτικός χιλιασμός, ερμηνεύει λιγότερο κυριολεκτικά τη Βίβλο. Σύμφωνα με αυτόν, η χιλιετία θεωρείται σαν μια χιλιετή περίοδο επικράτησης των χριστιανικών ιδεωδών, που θα τελειώσει με την επιστροφή του Χριστού. Με αυτή την ερμηνεία, η χιλιετία δεν θα αρχίσει ξαφνικά αλλά σταδιακά μέσω των ανθρώπινων προσπαθειών. Η βασιλεία του Θεού θα οικοδομηθεί επί της γης και ο Χριστός θα επιστρέψει μέσω της κοινωνικής μεταρρύθμισης και με την τήρηση των χριστιανικών ιδεωδών Τότε ο Χριστός θα νικήσει τον Σατανά σε μια τελική μάχη, όπως αναφέρεται στο βιβλίο της Αποκάλυψης. Σύμφωνα με επιμέρους μεταχιλιαστικές απόψεις, κάποιοι θεωρούν ότι η χιλιετία έχει ήδη αρχίσει.
Κατά τον αχιλιασμό (Amillennialism), που αποτελεί την κυρίαρχη άποψη κατά το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας του Χριστιανισμού, οι βιβλικές αναφορές στη χιλιετία είναι αποκλειστικά μεταφορικές και δεν θα υπάρξει επίγεια χιλιετής βασιλεία. Μερικοί αχιλιαστές πιστεύουν ότι η χιλιετής βασιλεία του Χριστού συμβαίνει στις καρδιές των πιστών ενώ άλλοι πιστεύουν ότι η χιλιετία της Αποκάλυψης αφορά την Βασιλεία των Ουρανών.
Επίσης, υπάρχει η άποψη που στα αγγλικά προσδιορίζεται με τον όρο no millennialism (κατά λέξη «όχι χιλιασμός»), σύμφωνα με την οποία δεν γίνεται αποδεκτή οποιαδήποτε εσχατολογική ερμηνεία των προφητικών βιβλίων του Δανιήλ και της Αποκάλυψης[5].
Σε πολλά σημεία της Παλαιάς Διαθήκης τονίζεται πως ο Μεσσίας, ο απόγονος του Δαβίδ, θα ανάσταινε τη δυναστεία και με τη βασιλεία του θα ερχόταν μια άνευ προηγουμένου εποχή ευημερίας. Στο Ευαγγέλιο του Λουκά αναφέρεται ότι ο Ιησούς ήταν αυτός που θα καθόταν στον θρόνο του Δαβίδ. Η αναφορά στη "Βασιλεία του Θεού" κυριάρχησε στα κηρύγματα του Ιησού από τη Ναζαρέτ. Δεδομένων όλων αυτών, δεν προξενεί απορία το ερώτημα των μαθητών του Ιησού: "Άραγε αυτόν τον καιρό αποκαθιστάς τη βασιλεία σου στο Ισραήλ;" (Πράξεις 1:6). Η απάντηση του Ιησού, κατά την αφήγηση του Λουκά, άφησε θολό το ζήτημα του χρόνου εκπλήρωσης. Εντούτοις, τόσο στις Πράξεις των Αποστόλων όσο και στην υπόλοιπη Καινή Διαθήκη υπάρχει μια διάθεση προσμονής και εγγύτητας για την εκπλήρωση της επαγγελίας. Ο Ιωάννης, στην Αποκάλυψη, αναφέρεται σε μια χιλιετή βασιλεία, όπου ο διάβολος θα είναι δέσμιος και, ως εκ τούτου, δεν θα μπορεί να πλανά τα έθνη. Μαζί με τον Ιησού Χριστό, οι αναστημένοι της πρώτης ανάστασης γίνονται βασιλιάδες και ιερείς, και κάθονται σε θρόνους για να κρίνουν.
Το αν τα λόγια αυτά είναι συμβολικά ή όχι αποτέλεσε αργότερα θέμα αντιλογίας. Ο πρώτος εκκλησιαστικός υπερασπιστής της συμβολικής κατανόησης της χιλιετούς βασιλείας ήταν ο Ωριγένης στις αρχές του 3ου αιώνα, αντίθετα προς τις διαθέσιμες μαρτυρίες των Πατέρων της Εκκλησίας που καταδεικνύουν μία κυριολεκτική κατανόηση των λόγων της Αποκάλυψης.
"Έτερον θέμα της εσχατολογίας της εποχής ήτο ο Χιλιασμός"[6] αν και "ποτέ δεν κέρδισε την αποδοχή όλης της εκκλησίας"[7]. "Την ιδέαν ενεκολπώθησαν πολλοί ιεροί συγγραφείς...ενώ άλλοι είτε ετήρουν σιγήν περί αυτής είτε και την κατεπολέμησαν"[8]. Στους χιλιαστές της πρωτοχριστιανικής εκκλησίας "συγκαταλέγονται και τινες των κατά τας πρώτας εκατονταετηρίδας διδασκάλων και Πατέρων της Εκκλησίας, Βαρνάβας ο αποστολικός ανήρ, Παπίας ο της εν Φρυγία Ιεραπόλεως επίσκοπος, Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυς[9], Ειρηναίος, ο Λουγδούνου επίσκοπος, Λακτάντιος και ει τινες έτεροι".[10]
Η χιλιαστική δοξασία κυρίως "εστηρίζετο επί του 20ου κεφαλαίου της Αποκαλύψεως" και αναπτύχθηκε με εμφανείς τις "επιδράσεις της αποκαλυπτικής γραμματείας του Ιουδαϊσμού"[6][11]. Τέτοια έργα ήταν τα "Δ' Έσδρα (κεφ. 5,7,10,12), Ενώχ (45,50, 51,61), Βαρούχ[12] (29,40,53,72), Ιωβηλαίων (1,13, 20,23), Ψαλμ. Σολομώντος (17), Αποκ. Πέτρου κ.ά.." που "συνεδέοντο δε και με την έξαρση του μεταγενέστερου Ιουδαϊκού μεσσιανισμού, ήτοι με την έντονη Ιουδαϊκή προσδοκία της ελεύσεως του Μεσσία για την εγκαθίδρυση στη γη χιλιετούς Ιουδαϊκής βασιλείας με κέντρο την Ιερουσαλήμ, στην οποία θα υποτάσσοντο όλοι οι λαοί της γης."[13]. Η ιδέα αυτή που "συνεδέετο προς φαινόμενα ενθουσιαστικά και προφητικά, εκαλλιεργήθη δε κυρίως υπό του Μοντανισμού"[14].
"Ο επίσκοπος Ιεραπόλεως Παπίας φαίνεται, ότι πρώτος "διέδωκεν" τη διδασκαλία αυτή την οποία ο Γάιος[15] και ο Ευσέβιος απέδιδαν στον γνωστικό Κήρινθο. Επιπλέον, ο Παπίας, "γνώριζε την Αποκάλυψη και την ιουδαϊκή αποκαλυπτική γραμματεία της εποχής, υπό την επίδραση μάλιστα της οποίας δέχθηκε...τον Χιλιασμό"[16]. Επίσης, τον χιλιασμό δέχτηκαν και μερικοί Λατίνοι συγγραφείς όπως ο Λακτάντιος, ο Βικτωρίνος και ο Κομμοδιανός "επί των οποίων είναι εμφανείς αι επιδράσεις της αποκαλυπτικής γραμματείας του Ιουδαϊσμού (χιλιαστική αντίληψις και άλλαι λαϊκαί παραδόσεις)"[17]. Επίσης, συγγραφείς αποκρύφων κειμένων του 2ου αιώνα υποστήριξαν "χιλιαστικές δοξασίες, όπως ο συγγραφέας της Επιστολής Βαρνάβα (15, 4-8), ο Ερμάς στον Ποιμένα, ο συγγραφέας της Β' Κλήμεντος" κ.ά.[18].
Οι χιλαστές, δεν αποτελούσαν όμως ενιαίο σύστημα αλλά "προς εαυτούς διεφώνουν καθότι ο μεν Ιουστίνος (Απολ. Α.52.) επίστευεν ότι πάντες οι άνθρωποι εξελεύσονται των τάφων εν τη δευτέρα παρουσία ο δε Ειρηναίος (Adv. haeres V. 32—36.) εδόξαζεν ότι μόνοι οι δίκαιοι αναστήσονται, καθώς και ο Τερτυλλιανός (De ressurect. carnis 42. De anima 58. Adv. Marcion. III. 4.), όστις όμως διέφερε νομίζων οτι οι μεν πρότερον, οι δε ύστερον εγερθήσονται κατά την ιδίαν αυτών αξίαν έκαστος, ο δε Λακτάντιος όστις επίστευε δύο αναστάσεις, την μεν κατά την παρουσίαν, την δε κατά την τελευταίαν κρίσιν, ενόμιζεν ότι οι χριστιανοί μόνοι αναστήσονται κατά την πρώτην, οι μεν αγαθοί όπως ανταμειφθώσιν, οι δε κακοί όπως τιμωρηθώσι, κατά δε την δευτέραν οι δίκαιοι μεταμορφωθήσονται εις σχήμα αγγέλων (Inslit. div. VII.20. 26.)"[19]
Επιπλέον, "η καρποφορία περιγράφεται καθ' υπερβολήν υπό του Ειρηναίου (επιδράσεις χιλιαστικών δοξασιών του Παπίου)", ενώ "ο Ιουστίνος, αν και ένθερμος υποστηρικτής του Χιλιασμού, κατώρθωσεν εν τούτοις να αποφύγη τας υπερβολικάς...ταύτας υλιστικάς προσδοκίας"[20], τη στιγμή που ο Ειρηναίος μένει σταθερά υπέρ του "περί αιωνίας τιμωρίας των αμαρτωλών φρονήματος της Εκκλησίας"[21].
Ο "Τερτυλλιανός επηρεάζεται σημαντικώς υπό της θεολογικής σκέψεως του Ειρηναίου...εις τας χιλιαστικάς αντιλήψεις"[22] και οι οποίες "ως ήτο δε φυσικόν επετείνοντο αισθητώς και υπό των μοντανιστικών του αντιλήψεων" για τους οποίους "Μοντανιστάς, η επί της γης κάθοδος της άνω Ιερουσαλήμ (Αποκ. 21) ήτο επικείμενη"[23] ενώ οι προφητείες και οι οράσεις των μοντανιστών προφητών συγκροτήθηκαν σε ιδιαίτερη Γραφή, η οποία προβαλλόταν ως ανώτερη από την Καινή Διαθήκη" και ως "η τελική αποκάλυψη (Ιππολύτου, Έλεγχος, VII, 19. Τερτυλλιανού, De virg. velandis, 1)"[24]
Επίσης, ο "επίσκοπος Αρσινόης εν Αιγύπτω Νέπως, ο αρχηγός των εν Αιγύπτω χιλιαστών...απέκτησε πολλούς οπαδούς, οίτινες μετά τον θάνατον του Νέπωτος τον χιλιασμόν αποδεχόμενοι υπό την διεύθυνσιν Κορακίωνος τίνος απεχωρίσθησαν από της εκκλησίας, αλλά βραδύτερον επεστράφησαν από της δοξασίας ταύτης υπό του επισκόπου Αλεξανδρείας Διονυσίου"[25]
Η αντίληψη που αφορούσε την αναμενόμενη χιλιετή Βασιλεία του Χριστού "επί γης" ήταν αρκετά διαδεδομένη, "και πολλοί των καθολικών χριστιανών ησπάζοντο αυτήν"[26] χωρίς όμως να κερδίσει "ποτέ την αποδοχή από ολόκληρη την εκκλησία"[27]. Αυτό παραδέχεται και ο Ιουστίνος, υπέρμαχος χιλιαστικών απόψεων, καθώς αναφέρει ότι στην εποχή του υπήρχαν πολλοί χριστιανοί "καθαράς και ευσεβούς γνώμης", "οι οποίοι δεν συνεμερίζοντο τας περί χιλιασμού αντιλήψεις"[28]. 'Γενικά, '"...ταχέως προσέβαλον αυτήν άλλοι, ιδίως αφ' ότου οι Μοντανισταί εδέχθησαν αυτήν. Ο πρεσβύτερος της εν Ρώμη εκκλησίας Γάιος έγραψε κατ' αυτής"[26]. Οι διαμάχες που υπήρξαν ανάμεσα σε χιλιαστές και μή, "αποτέλεσαν και τον κύριο λόγο, ώστε να...καθυστερήσει στην Ανατολή η πλήρης αποδοχή της [Αποκαλύψεως] στον κανόνα της ΚΔ"[29].
"Η χιλιαστική μεσοβασιλεία του Χριστού επί της γης εγκαταλείπεται οριστικώς υπό του Ιππολύτου. Ούτος ερμηνεύει αλληγορικώς την περικοπήν της Αποκαλύψεως...Τα χίλια έτη...δεν υποδηλούν ισόποσον χρονικήν περίοδον πραγματικής βασιλείας τοϋ Χριστού επί της γής...αλλ' είναι έκφρασις σχηματική"[30] και συνολικά "οι χιλιαστικές όμως ιδέες ατόνησαν προοδευτικά μετά τα μέσα του Γ' αιώνα"[31]
Σύμφωνα με τον Ειρηναίο και τον Ευσέβιο, ο Παπίας Ιεραπόλεως (περ. 70-135) υποστήριζε ότι έλαβε τη διδασκαλία περί κυριολεκτικής χιλιετούς βασιλείας επί γης από τον ίδιο τον Ιωάννη και ότι αυτό πίστευαν και άλλοι πρεσβύτεροι που γνώριζαν τον Ιωάννη. Ο Παπίας, μάλιστα περιέγραψε αυτή τη χιλιετή βασιλεία χρησιμοποιώντας τις εικόνες του προφήτη Ησαΐα για μια περίοδο που ακόμα και τα ζώα θα ζουν μεταξύ τους ειρηνικά, και η γη θα είναι πολύ γόνιμη.[32].
Εκείνη περίπου την περίοδο, χιλιαστικές δοξασίες συναντάμε σε απόκρυφα και ψευδεπίγραφα κείμενα όπως η Επιστολή Βαρνάβα, ο Ποιμένας του Ερμά, η επιστολή Β' Κλήμεντος[33] κ.ά.
Ο Ιουδαίος Τρύφωνας χλεύαζε τους χριστιανούς επειδή πίστευαν πως η Ιερουσαλήμ επρόκειτο να γίνει πρωτεύουσα της Βασιλείας του Χριστού, όπου θα αναστηθούν οι αρχαίοι πατριάρχες καθώς και οι άλλοι προφήτες των Γραφών και, μαζί με άλλους προσηλύτους, θα αναγνωρίσουν την εξουσία του Ιησού Χριστού. Ο Ιουστίνος ο Μάρτυρας (περ. 100-165) απάντησε, όπως καταγράφεται στο γνωστό έργο Προς Τρύφωνα Ιουδαίον διάλογος, λέγοντας πως υπάρχουν χριστιανοί που το πιστεύουν αυτό, αλλά όχι όλοι. Για τον εαυτό του είπε πως πίστευε, όπως και άλλοι χριστιανοί, πως θα γίνει ανάσταση των νεκρών και θα λάβει χώρα η χιλιετής βασιλεία με έδρα την Ιερουσαλήμ, η οποία θα ξαναχτιστεί και θα γεμίσει δόξα[32].
Από τον Παπία και τον Ιουστίνο κληρονόμησε την πίστη στον χιλιασμό ο Ειρηναίος (περ. 130–200). Ο Ειρηναίος πίστευε ότι, εφόσον ο κόσμος φτιάχτηκε σε έξι μέρες, θα έχει και ύπαρξη 6.000 ετών. Ο Αντίχριστος θα βασιλεύσει για τριάμισι χρόνια και ύστερα θα θανατωθεί και θα ριχτεί από τον Χριστό στη λίμνη του πυρός. Στη συνέχεια θα ακολουθήσει η ευλογημένη έβδομη ημέρα, η χιλιετία, όπου θα ζουν οι δίκαιοι, αποτελούμενοι τόσο από Εβραίους όσο και από εθνικούς, μαζί με τους Πατριάρχες[32].
Μετά το 172, υπέρμαχοι του χιλιασμού υπήρξαν οι Μοντανιστές, μια αίρεση που έδινε μεγάλη έμφαση τις εκστάσεις και τα οράματα και αντιδρούσε έντονα στην κατ' αυτούς θεωρούμενη διαφθορά της τότε εκκλησίας. Οι Μοντανιστές πίστευαν πως στις μέρες τους θα γινόταν πραγματικότητα η χιλιετής βασιλεία του Χριστού. Ο Τερτυλλιανός (περ. 160–220), τόσο πριν ενταχθεί στο κίνημα του Μοντανισμού όσο και μετά, πίστευε ότι οι Εβραίοι θα επέστρεφαν στη γη τους και ότι η ουράνια Ιερουσαλήμ θα κατέβει στη γη κατά τη χιλιετή βασιλεία.[34].
Στα μέσα του 3ου αιώνα, ο Λατίνος θεολόγος ποιητής Κομμοδιανός εφάρμοσε τα προφητικά λόγια της Αποκάλυψης στην άμεσα αναμενόμενη καταστροφή της Ρώμης, η οποία δίωξε τους Χριστιανούς, την εμφάνιση δύο διαδοχικών Αντιχρίστων και τελικά την ανατροπή τους από τον Χριστό, την ανάσταση των εκλεκτών από τους νεκρούς, την χιλιετή Βασιλεία ευτυχίας, την καταστροφή του κόσμου από φωτιά και τη γενική ανάσταση των νεκρών για ζωή είτε στον Παράδεισο είτε στην Κόλαση[35]. Παρόμοια, «χριστιανικές χιλιαστικές ιδέες» εξέφρασε το 250 ο Νέπως, επίσκοπος στην Αίγυπτο, το 260 ο Κορακίων, ο οποίος ήταν πρεσβύτερος και διέθετε επιρροή στην επαρχία της Αρσινόης, και το 310 ο Λακτάντιος[36]. Ο Μελίτων Σάρδεων διακρατούσε χιλιαστικές προσδοκίες[37][38] και υπήρξε εξέχων εκπρόσωπος του χιλιασμού κατά τον 2ο αιώνα[39], σύμφωνα με τις μαρτυρίες του Ιερώνυμου[40] και του Γεννάδιου Μασσαλίας[41].
Εχόντων έτσι των πραγμάτων, ο ιστορικός Φίλιπ Σαφ έγραψε ότι «το πιο εκπληκτικό σημείο» στην περίοδο πριν από τη Σύνοδο της Νίκαιας το 325 μ.Χ. ήταν «η πεποίθηση σε μια ορατή βασιλεία του Χριστού με δόξα πάνω στη γη μαζί με τους αναστημένους αγίους για χίλια χρόνια, πριν από τη γενική ανάσταση και κρίση»[42].
Ωστόσο, τον 2ο αιώνα άρχισε ο αντίλογος απέναντι στον χιλιασμό. Κατά την Ηθική και Θρησκευτική Εγκυκλοπαίδεια, ο Γάϊος που "βοήθησε θεολογικά την Εκκλησία στην αντιμετώπιση του αποκαλυπτικού κινήματος της εποχής του και της πληθώρας των απόκρυφων βιβλίων, που νόθευαν τον Κανόνα της Γραφής" καταπολεμά τη διδασκαλία "περί χιλιετούς βασιλείας του Χριστού στη γη". Η αντίδρασή του ήταν τόσο μεγάλη ώστε "προς αναίρεσιν των χιλιαστικών τούτων δοξασιών...ο Γάϊος απέρριψε την Αποκάλυψιν του Ιωάννου" την οποία απέδωσε στον Κήρινθο[43].
Ο Ωριγένης, αντί να απορρίψει το βιβλίο της Αποκάλυψης, παρουσίασε μια συμβολική ερμηνεία, με τη Βασιλεία του Θεού ως ένα γεγονός που δεν επρόκειτο να συμβεί σε δεδομένο τόπο ή χρόνο αλλά μέσα στις ψυχές των πιστών[44] όπως και άλλες θεολογικές απόψεις. Κάποιες από αυτές, μη χιλιαστικές[45], δημιούργησαν τις λεγόμενες "Ωριγενιστικές έριδες" που ξεκίνησαν από τον 4ο και έφτασαν μέχρι τον 6ο αιώνα[46] και επέφεραν την καταδίκη του από την Εκκλησία ως αιρετικό[47]. Βεβαίως αυτό δεν σημαίνει ότι οι όλες οι απόψεις του ήταν καταδικασμένες, αφού "η εκκλησιαστική ορθοδοξία διαχώρισε το γνήσιο πυρήνα του χιλιασμού από τις αριθμοσοφικές περιττολογίες" αποδεχόμενη "τον εσχατολογικό δυναμισμό του χιλιαστικού φαινομένου"[48]. Έτσι, ακόμη και μεγάλοι πατέρες της Εκκλησίας αφού παραμέρισαν αρκετές από τις φιλοσοφικές ερμηνείες που λειτουργούσαν ως συγκοινωνούντα δοχεία με νεοπλατωνική φιλοσοφία, τίμησαν τον Ωριγένη, όπως ο "Μ. Αθανάσιος" που "ομιλεί επαινετικώς εις τα έργα του περί του Ώριγένους" αλλά και οι "Μ. Βασίλειος (330-379) και Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός (πιθ. 329 - προ του 390) συνέταξαν την Φιλοκαλίαν του Ωριγένους, ήτοι μίαν ανθολογίαν"[49]. Το εντυπωσιακό είναι ότι η αναγνώριση και η χρήση των μη πεπλανημένων αυτού δοξασιών, σύμφωνα πάντα με την εκκλησιαστική ορθοδοξία, συνεχίστηκε ακόμη και μετά την οικουμενική του καταδίκη[50]. Κατά τον Ευσέβιο, η διδασκαλία του Ωριγένη ενόσω ζούσε, ουδέποτε έγινε αντικείμενο καταδίκης.
Ακολούθως, ο Διονύσιος επίσκοπος Αλεξανδρείας (248-264) ο "διδάσκαλος" της "καθολικής Εκκλησίας"[51], καταπολέμησε τις χιλιαστικές αντιλήψεις που κυκλοφορούσαν στους κόλπους της Εκκλησίας[52] "φέρνοντας την οριστική ρήξη με την χιλιαστική παράδοση"[53]. Συνολικά, αρκετές ακόμη εκκλησιαστικές σύνοδοι και εξέχουσες φυσιογνωμίες του χριστιανικού χώρου, όπως ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, ο Ευσέβιος της Καισαρείας, ο Αυγουστίνος, κ.ά., ασχολήθηκαν με το χιλιασμό και την καταδίκη των ιδεών του, που ούτως ή άλλως "ατόνησαν προοδευτικά μετά τα μέσα του Γ' αιώνα"[54], αρκετές δεκαετίες πριν την έξοδο της εκκλησίας από τους διωγμούς και την πραγματοποίηση της Α' Οικουμ. Συνόδου).
Όταν πλέον παγιώθηκε στην Εκκλησία η πίστη στη συμβολική εφαρμογή της χιλιετούς βασιλείας, ο Ευσέβιος έγραψε[55] ότι κυριολεκτική κατανόηση είχε εισηγητή τον γνωστικό Κήρινθο[56] που συνδύαζε τον χιλιασμό με έναν "αντινομισμό και ηδονισμό"[57]. Από εκεί παρέλαβε τις χιλιαστικές του πεποιθήσεις ο Παπίας Ιεραπόλεως τις οποίες αποδέχτηκε χωρίς όμως την ηδονιστική διάσταση που είχε ο χιλιασμός του Κηρίνθου[58].
Έτσι, έκτοτε για την Ορθόδοξη Εκκλησία, "τα 1000 χρόνια" θα μπορούσαν να είναι "συμβολικός αριθμός" που "σημαίνει μακρό χρονικό διάστημα" καθώς δεν θα πρέπει να "λησμονούμε ποτέ την παρατήρηση της Β' Πετρ. 3:8 πως 'χίλια έτη ως ημέρα μία παρά τω θεώ'"[59] αλλά και στην Παλαιά Διαθήκη δηλώνεται ότι "χίλια έτη εν οφθαλμοίς σου Κύριε ως ημέρα"[60].
Χιλιαστικές αντιλήψεις και κινήσεις έκαναν έντονη την εμφάνισή τους κατά το Μεσαίωνα, ιδιαίτερα δε όσο πλησίαζαν τα συμβολικά έτη 666 και 1000. Χαρακτηριστικά είναι η αποκαλυπτική φιλολογία του Μεσαίωνα και το έργο του Ιταλού μοναχού και θεολόγου Τζοακίνο ντα Φιόρε (1135–1202), που ανέπτυξε την "φιλοσοφία των τριών εποχών" βασιζόμενος στο δόγμα της Τριάδας. Σύμφωνα με τη φιλοσοφία αυτή, όλη η ανθρώπινη ιστορία αποτελεί διαδοχή τριών εποχών:
Πιστευόταν η εποχή του Αγίου Πνεύματος θα άρχιζε γύρω στο 1260, ότι από τότε όλοι οι πιστοί θα άρχιζαν να ζουν ως μοναχοί, μεταμορφωνόμενοι μυστικά και πλήρεις ύμνων για τον Θεό, επί χίλια έτη, μέχρι που η Μέρα της Κρίσης θα έβαζε τέλος στην ιστορία του πλανήτη μας.
Μάλιστα ο Χριστόφορος Κολόμβος και άλλοι πιονιέροι του νέου Κόσμου είχαν επηρεαστεί από τις ιδέες του Τζοακίνο ντα Φιόρε, και τις εξέλαβαν ως ισχυρό κίνητρο για να αποικίσουν το Νέο Κόσμο. Παρομοίως, ως γήινο παράδεισο είδαν τη Λατινική Αμερική οι Φραγκισκανοί και οι Δομηνικανοί μοναχοί που έδρασαν ιεραποστολικά εκεί.[61]
Ο λαϊκός χιλιασμός του Μεσαίωνα ήταν κατά βάση ανατρεπτικός και ενέπνευσε διάφορες κοινωνικές εξεγέρσεις. Χιλιαστικά θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν επίσης τα αποκαλυπτικά οράματα τα οποία απεικόνισε ο Ολλανδός ζωγράφος Ιερώνυμος Μπος (1460-1516).
Ωστόσο το σημαντικότερο από κοινωνική άποψη και έκταση χιλιαστικό κύμα ενέσκηψε τους 16ο και 17ο αι., μεταξύ των Πιετιστών, και επρόκειτο να σταθεί καθοριστικό στη διαμόρφωση της λεγόμενης "αριστερής" Μεταρρύθμισης. Χαρακτηριστικό αυτού του σχεδόν πανευρωπαϊκού φαινομένου ήταν η σύνδεση της ιδέας της Δευτέρας Παρουσίας με κοινωνικά και πολιτικά αιτήματα των χαμηλών στρωμάτων, ειδικότερα δε με εξισωτικές, κομμουνιστικές αντιλήψεις.
Αντιπροσωπευτικές περιπτώσεις αυτού του προτεσταντικού χιλιασμού ήταν αφενός τα Αναβαπτιστικά κινήματα τα οποία συνδέθηκαν συχνά με τοπικές λαϊκές εξεγέρσεις, όπως τον Πόλεμο των Χωρικών (1524-1525) και την κατάληψη του Μύνστερ (1534-1535) όπου πρωτοστάτησε ο Τόμας Μούντζερ.[62], αφετέρου οι ριζοσπαστικές πουριτανικές σέκτες που έδρασαν κατά την Αγγλική Επανάσταση (1642-1648).
Σύμφωνα με ορισμένους συγγραφείς, σ' αυτή την ιδιόμορφη έκφανση του χιλιασμού μπορούν να βρεθούν οι πηγές της σύγχρονης πολιτικής σκέψης, και συγκεκριμένα της διαμόρφωσης αφενός των νεοτερικών δημοκρατικών θεσμών (Καρλ Μανχάιμ), αφετέρου των επαναστατικών ουτοπιστικών οραμάτων (Ερνστ Μπλοχ). Ακμή γνώρισε και πιο μετά στη Γερμανία με την αίρεση των φίλων του Ναού.
Μετά τον 19ο αιώνα ο θρησκευτικός χιλιασμός έχει περισταλεί αρκετά σε συγκεκριμένες ομάδες, που συχνά είναι προτεσταντογενείς, κι επίσης κλειστές, ακόμα και ακραίες.
Η πιο διαδεδομένη άποψη στην Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία είναι ο αχιλιασμός, αν και δεν υπάρχει επίσημα καθορισμένο δόγμα. Η αντίληψη αυτή βασίζεται εν μέρει στη διδασκαλία του Αυγουστίνου Ιππώνος. Παράλληλα διάφορες μάλλον περιθωριακές ομάδες που εντάσσονται στο πλαίσιο της Μαριολογίας και βασίζονται σε υποτιθέμενες εμφανίσεις, οράματα και μηνύματα της Θεοτόκου στην πόλη Φάτιμα[63] και αλλού, περιγράφουν σήμερα την χιλιετή περίοδο ως "εποχή της Μαρίας". Την "εποχή της Μαρίας" έχει αναφέρει πριν από την εμφάνιση αυτή ο άγιος της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας Λουδοβίκος του Μονφόρ (St Louis de Montfort, 1673-1716), σύμφωνα με τον οποίο "Ο Ιησούς Χριστός ήρθε στον κόσμο δια της ευλογημένης Παρθένου Μαρίας και μέσω αυτής πρέπει επίσης να κυβερνήσει τον κόσμο".[64]
Οι σύγχρονο κίνημα Σπουδαστών της Γραφής πιστεύει ότι ο Ιησούς έχει έρθει στον κόσμο αόρατα από το 1874 για να αναστήσει τους νεκρούς και να εδραιώσει μια νέα τάξη πραγμάτων ειρήνης και δικαιοσύνης, στην οποία όλη η αμαρτία, η θλίψη κι ο θάνατος θα καταστραφούν. Σύμφωνα με αυτή την ομάδα, η εδραίωση του έθνους του Ισραήλ και η επιστροφή των Εβραίων στην πατρίδα των προγόνων τους θεωρούνται ως ένδειξη της αποκατάστασης της χάρης του Θεού σ' αυτό το έθνος, αλλά και ένδειξη της εγγύτητας του μεσσιανικού βασιλείου. Οι Σπουδαστές της Γραφής προσδοκούν την επιστροφή του Ισραήλ στα σύνορα τα οποία ο Θεός είχε υποσχεθεί στον Αβραάμ, και μια τελική σύγκρουση στη Μέση Ανατολή, κατά την οποία θα αναστηθούν οι αρχαίοι προφήτες και ο Θεός, μέσω αυτών, θα επιφέρει μια απροσδόκητη θαυματουργική απελευθέρωση εγκαινιάζοντας την παγκόσμια βασιλεία του Χριστού, η οποία από εκείνη την περιοχή θα επεκταθεί σε μια παγκόσμια κυριαρχία ειρήνης.
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά κατανοούν την περίοδο των "χιλίων ετών" που αναφέρεται στο βιβλίο της Αποκάλυψης ως κατά γράμμα χίλια χρόνια. Με βάση αυτή την κατανόησή τους, κάποιες πηγές[65] τούς περιγράφουν ως «χιλιαστές»[66]. Καθώς οι ίδιοι παραμένουν ουδέτεροι ως προς τα πολιτικά και στρατιωτικά ζητήματα, δεν θεωρούν ότι ανθρώπινες προσπάθειες θα επιλύσουν τα παγκόσμια προβλήματα οδηγώντας έτσι σε μια "χρυσή εποχή". Πιστεύουν ότι σύντομα ο δοξασμένος στον ουρανό Ιησούς Χριστός θα ηγηθεί με δικαιοσύνη στην πάταξη των ασεβών ανθρώπων (Αρμαγεδδών) και στη συνέχεια θα εγκαθιδρύσει μια χιλιετή βασιλεία επί γης. Αυτή η ουράνια Μεσσιανική βασιλεία, θα αποτελέσει προσωρινή έκφραση της αιώνιας βασιλείας του Ιεχωβά Θεού του Παντοδύναμου. Σκοπός της χιλιετούς βασιλείας θα είναι η αποκατάσταση της ατελούς ανθρωπότητας (περιλαμβανομένων και των αναστημένων) στην αρχική κατάσταση που ο Θεός είχε δημιουργήσει για τον άνθρωπο, στις παραδεισιακές δηλαδή συνθήκες που επικρατούσαν στον κήπο της Εδέμ. Στο τέλος αυτής της χιλιετούς περιόδου, ο Σατανάς και οι δαίμονές του μαζί με όσους ανθρώπους δεν θα υποταχθούν στο θέλημα του Θεού θα εξαλειφθούν για πάντα. Τελικά ο Χριστός θα παραδώσει την βασιλεία στον Πατέρα του και ο σκοπός του Θεού για τη γη και τον άνθρωπο θα έχει επιτελεσθεί στο πλήρες.
Οι Αντβεντιστικές ομάδες θεωρούν πως όταν ο Ιησούς Χριστός επιστρέψει, οι κακοί θα πεθάνουν ενώ οι δίκαιοι θα αναστηθούν και θα βασιλέψουν για χίλια χρόνια με τον Χριστό στον ουρανό. Στο διάστημα αυτής της χιλιετίας η γη θα είναι έρημη, κατειλημμένη από τον Σατανά και τους δαίμονες. Στο τέλος της χιλιετίας αυτής ο Χριστός με τους αγίους θα κατέλθουν από τον ουρανό και οι κακοί νεκροί θα αναστηθούν, και μαζί με τον Σατανά και τους δαίμονες θα περικυκλώσουν την πόλη για να πολεμήσουν τον Χριστό και τους αγίους. Όμως, πάντα σύμφωνα με τους Αντβεντιστές, θα τους κατακάψει πυρ που θα στείλει ο Θεός και έτσι η γη θα καθαρίσει από την αμαρτία και τους αμαρτωλούς μια για πάντα. Στη συνέχεια οι δίκαιοι θα ζήσουν για πάντα στη γη με αγάπη, χαρά και γνώση της παρουσίας του Θεού. [67]
Οι ομάδες/σέκτες με θρησκευτικές χιλιαστικές προσδοκίες είναι πολλές και βρίσκονται εντός και εκτός Χριστιανισμού. Τέτοιες προσδοκίες έχουν και οι Μορμόνοι, και οι Ρασταφαριανοί, που κινούνται σε έναν χώρο χριστιανικό, έστω κι αν βρίσκονται πολύ μακριά από τον παραδοσιακό Χριστιανισμό, αλλά και η Εκκλησία της Ενοποίησης (Unification Church, οικουμενιστικός χώρος), και οι Χάρε Κρίσνα (Hare Krishna, Ινδουισμός) και οι Μπαχάι (Baha’i, χώρος Ισλάμ) και η κίνηση Χαμπάντ Λούμπαβιτς (Chabad Lubavitch), μια ορθόδοξη Χασιδική σέκτα του Ιουδαϊσμού.[68]
Επίσης αντιλήψεις εν μέρει χιλιαστικές, οι οποίες περιέχουν "αποκαλυπτικά" γεγονότα κι επικείμενη καταστροφή του κόσμου, έχουν παρουσιάσει και ομάδες που κατατάσσονται από τους ειδικούς στις αποκαλούμενες "καταστροφικές λατρείες", όπως οι οπαδοί του Ντέηβιντ Κορές (Branch Davidians), η οργάνωση Αούμ Σινρικίο (Aum Shinrikyo) του Σόκο Ασαχάρα, μέλη της οποίας προσπάθησαν να προκαλέσουν αποκαλυπτικά γεγονότα ρίχνοντας θανατηφόρο αέριο Σαρίν στο μετρό του Τόκυο, η Πύλη του Ουρανού (Heaven’s Gate), 39 μέλη της οποίας αυτοκτόνησαν το 1997 στην Καλιφόρνια για να προλάβουν να μεταφερθούν σε μια άλλη διάσταση πριν "καταστραφεί η γη", και η Κίνηση για την Αποκατάσταση των 10 εντολών (Movement for the Restoration of the Ten Commandments) που είχε ως κεντρικό δόγμα ότι ο κόσμος θα καταστρεφόταν στις 31 Δεκεμβρίου 1999 αλλά η Παρθένος Μαρία θα έσωζε τα πιστά μέλη της οργάνωσης. Με την παρέλευση της ημερομηνίας, 500 από αυτά τα μέλη κάηκαν ζωντανά μέσα στο παρεκκλήσιό τους.[69]
Τα χιλιαστικά κοινωνικά κινήματα συνιστούν μια ειδική μορφή μιλλεναριανισμού και βασίζονται στην αρχή ενός χιλιετούς κύκλου. Τα κινήματα αυτά δεν χρειάζεται να έχουν θεολογικό υπόβαθρο, αλλά ένα όραμα μιας αποκάλυψης που μπορεί να είναι ουτοπικό. Ερευνητές εντοπίζουν στοιχεία χιλιασμού και στο "μεσσιανικό όραμα του χιλιετούς Ράιχ των Αρείων" και διατυπώνουν την άποψη ότι επηρεάζει ρεύματα σκέψης που εκ πρώτης όψεως δεν φαίνεται να έχουν σχέση με αυτόν, όπως π.χ. "στην πίστη για τη μεσσιανική αποστολή του λευκού δυτικού ανθρώπου" και στην ιδεολογία του κομμουνισμού.[70]
Η πιο αμφιλεγόμενη ερμηνεία της φιλοσοφίας των τριών εποχών και του χιλιασμού γενικά, είναι το Τρίτο Ράιχ ("Drittes Reich", "Tausendjähriges Reich") του Χίτλερ, το οποίο, όπως εκείνος οραματιζόταν, θα διαρκούσε για χίλια χρόνια, αλλά στην πραγματικότητα διήρκεσε μόνο 12 (1933-1945).
Η φράση "Τρίτο Ράιχ" πλάστηκε από τον Γερμανό διανοητή Arthur Moeller van den Bruck, ο οποίος το 1923 εξέδωσε βιβλίο με τίτλο "Το Τρίτο Ράιχ" (Das Dritte Reich). Η φράση έγινε τελικά σύνθημα που επιβίωσε και μετά το καθεστώς των Ναζί.
Κοιτώντας πίσω στη Γερμανική ιστορία, διακρίνονται δυο περίοδοι:
Αυτές επρόκειτο τώρα να ακολουθήσει - μετά από την παρεμβολή της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης (1918 - 1933), κατά την οποία κυριάρχησε η συνταγματικότητα, ο κοινοβουλευτισμός κι ακόμα ο ειρηνισμός:
Σε μια ομιλία του στις 27 Νοεμβρίου 1937, ο Χίτλερ σχολίασε τα σχέδια που είχε για γκρέμισμα και ανοικοδόμηση μεγάλων μερών της πόλης του Βερολίνου:
[...] να χτίσω μια χιλιετή πόλη ανάλογη (σε μεγαλείο) ενός χιλιετούς λαού με χιλιετές ιστορικό και πολιτιστικό παρελθόν, για το (ένδοξο) μέλλον του που δεν έχει τέλος [...][71]
Η πρωτοχριστιανική αντίληψη περί χιλιασμού είχε προεκτάσεις πολύ πέρα από το αυστηρά θρησκευτικό ενδιαφέρον που θα υπήρχε κατά τους αιώνες που ακολούθησαν, καθώς είχε συγχωνεύσει και ενσωματώσει ουτοπιστικές ιδέες.
Στη σύγχρονη εποχή, όπου η επίδραση της θρησκείας μειώνεται και σχεδόν εξαφανίζεται, μερικές από τις αρχές της χιλιαστικής σκέψης έχουν βρει το δρόμο τους σε διάφορες κοσμικές ιδέες, συνήθως με τη μορφή της αντίληψης ότι ένα συγκεκριμένο ιστορικό γεγονός θα αλλάξει εκ θεμελίων την ανθρώπινη κοινωνία (ή το έχει ήδη κάνει). Για παράδειγμα, πολλοί θεώρησαν ότι η Γαλλική Επανάσταση προανήγγειλε τη χιλιετή εποχή της Λογικής. Επίσης, η φιλοσοφία του Έγελου (1831) και του Μαρξ (1883) είχαν έντονες χιλιαστικές προεκτάσεις. Το 1970, ο Τσαρλς Ράιχ (Charles A. Reich) διδάσκαλος της Νομικής στο Yale εισήγαγε τον όρο "Συνείδηση ΙΙΙ" ("Consciousness III") στο μπεστ σέλερ του με τίτλο "The Greening of America", στο οποίο μιλούσε για μια νέα εποχή την οποία προανήγγειλε η γενιά των Χίπις. Εντούτοις, αυτές οι κοσμικές θεωρίες δεν έχουν γενικά πολλά κοινά με την αυθεντική χιλιαστική συλλογιστική, ούτε και μεταξύ τους.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.