Σουηδός διπλωμάτης και ανθρωπιστής From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Ραούλ Γκούσταφ Βάλενμπεργκ (Raoul Gustaf Wallenberg, 4 Αυγούστου 1912 – εξαφάνιση 17 Ιανουαρίου 1945) ήταν Σουηδός διπλωμάτης, ανθρωπιστής, αρχιτέκτονας και επιχειρηματίας. Είναι γνωστός για τη διάσωση δεκάδων χιλιάδων[8] Εβραίων στη ναζιστική Ουγγαρία κατά το Ολοκαύτωμα, καθώς ως ακόλουθος στη σουηδική πρεσβεία στη Βουδαπέστη μεταξύ Ιουλίου και Δεκεμβρίου 1944 εξέδωσε διαβατήρια και έκρυψε Εβραίους σε κτήρια που αποτελούσαν σουηδικό έδαφος.[8]
Ραούλ Βάλενμπεργκ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Raoul Gustav Wallenberg (Σουηδικά) |
Προφορά | |
Γέννηση | 4 Αυγούστου 1912[1][2][3] Lidingö församling |
Θάνατος | 17 Ιουλίου 1947[4] |
Χώρα πολιτογράφησης | Σουηδία |
Θρησκεία | Λουθηρανισμός[5] |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Μητρική γλώσσα | Σουηδικά |
Ομιλούμενες γλώσσες | Σουηδικά[6] |
Σπουδές | Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | αρχιτέκτονας[1] επιχειρηματίας διπλωμάτης[5] τραπεζίτης[5] |
Οικογένεια | |
Γονείς | Ραούλ Όσκαρ Βάλενμπεργκ και Maj von Dardel |
Αδέλφια | Guy von Dardel Νίνα Λάγκεργκρεν |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Βραβεύσεις | επίτιμος Καναδός πολίτης (1985) Επίτιμος πολίτης των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (1981) Ευρωπαϊκό βραβείο ανθρωπίνων δικαιωμάτων βραβείο πολιτικού θάρρους Raoul Wallenberg Award (1985) Επίτιμος πολίτης της Βουδαπέστης (2003) Δίκαιοι των Εθνών (26 Νοεμβρίου 1963)[5] honorary citizen of Australia (6 Μαΐου 2013)[7] |
Ιστότοπος | |
www | |
Υπογραφή | |
Σχετικά πολυμέσα | |
Στις 17 Ιανουαρίου 1945, κατά την Πολιορκία της Βουδαπέστης από τον σοβιετικό στρατό, ο Βάλενμπεργκ κρατήθηκε από τη SMERSH ως ύποπτος για κατασκοπεία και στη συνέχεια εξαφανίσθηκε.[9] Αργότερα αναφέρθηκε ότι είχε πεθάνει τον Ιούλιο του 1947 σε κράτηση από τη σοβιετική μυστική αστυνομία KGB στο Μέγαρο Λουμπιάνκα, στη Μόσχα. Τα κίνητρα πίσω από τη σύλληψη και κράτηση του Βάλενμπεργκ από τους Σοβιετικούς, όπως και οι περιστάσεις του θανάτου του και οι σχέσεις του με το αμερικανικό Γραφείο Στρατηγικών Υπηρεσιών, παραμένουν καλυμμένα από πέπλο μυστηρίου και αποτελούν θέμα συνεχιζόμενων φημών.[10]
Ως αποτέλεσμα των επιτυχημένων δράσεών του για τη σωτηρία Εβραίων της Ουγγαρίας, ο Βάλενμπεργκ δέχθηκε τιμές μετά την εξαφάνισή του. Το 1981 ο Αμερικανός βουλευτής Τομ Λάντος, ένας από αυτούς που έσωσε ο Σουηδός διπλωμάτης, υπεστήριξε ένα νομοσχέδιο που κατέστησε τον Βάλενμπεργκ επίτιμο πολίτη των Ηνωμένων Πολιτειών. Ο Βάλενμπεργκ έχει ανακηρυχθεί επίσης επίτιμος πολίτης του Καναδά, της Ουγγαρίας, της Αυστραλίας και του Ισραήλ. Επιπλέον, το Ισραήλ έχει ανακηρύξει τον Βάλενμπεργκ «Δίκαιο των Εθνών». Μνημεία έχουν αφιερωθεί σε αυτόν και οδοί έχουν πάρει το όνομά του σε όλο τον κόσμο. Η «Αμερικανική Επιτροπή Ραούλ Βάλενμπεργκ» συστάθηκε το 1981 για να «διαιωνίσει τα ανθρωπιστικά ιδεώδη και το μη-βίαιο θάρρος του Ρ. Βάλενμπεργκ».[11] Η Επιτροπή απονέμει το ετήσιο Βραβείο Ραούλ Βάλενμπεργκ για να τιμήσει ανθρώπους που πραγματώνουν αυτά τα ιδεώδη.
Ο Βάλενμπεργκ γεννήθηκε κοντά στη Στοκχόλμη, στο εξοχικό των γονέων της μητέρας του, των Περ Γιοχάν και Σοφί Βίζιν. Ο παππούς του από την πλευρά του πατέρα του, ο Γκούσταφ Βάλενμπεργκ, ήταν διπλωμάτης, επιτετραμμένος στο Τόκιο, στην Κωνσταντινούπολη και στη Σόφια.
Οι γονείς του, που παντρεύτηκαν το 1911, ήταν ο Ραούλ Όσκαρ Βάλενμπεργκ (1888-1912), αξιωματικός του σουηδικού Πολεμικού Ναυτικού, και η Μαρία Σοφία Βίσιν (Maria ή «Maj» Sofia Wising, 1891-1979). Ο πατέρας πέθανε από καρκίνο τρεις μήνες πριν από τη γέννηση του Ραούλ Γκούσταφ, ενώ και ο εκ μητρός παππούς του πέθανε από πνευμονία τρεις μήνες μετά τη γέννησή του. Η μητέρα του και η γιαγιά του, αμφότερες πλέον χήρες, τον ανέθρεψαν από κοινού.[12] Το 1918 η μητέρα του ξαναπαντρεύτηκε και με τον νέο της σύζυγο, τον Φρέντρικ φον Ντάρντελ (Fredric von Dardel)[13] απέκτησε έναν γιο, τον Γκυ φον Ντάρντελ[14], και μία κόρη, τη Νίνα.
Μετά το γυμνάσιο και την υποχρεωτική οκτάμηνη θητεία του στον σουηδικό στρατό, ο νεαρός Ραούλ στάλθηκε από τον εκ πατρός παππού του να σπουδάσει στο Παρίσι. Πέρασε ένα έτος εκεί και μετά, το 1931, εγγράφηκε στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν στις ΗΠΑ για να σπουδάσει αρχιτεκτονική.[12] Παρά το γεγονός ότι η οικογένειά του ήταν εύπορη, ο νεαρός εργάσθηκε σε δουλειές «του ποδαριού» κατά τον ελεύθερο χρόνο του.[15] Στις διακοπές του εξερεύνησε τις ΗΠΑ με ωτοστόπ.[16]
Ο Ραούλ Βάλενμπεργκ γνώριζε ότι είχε εβραϊκή καταγωγή κατά το 1 δέκατο έκτο. Αυτή προερχόταν από τον παππού της εκ μητρός γιαγιάς του, τον Μιχαήλ Μπένεντικς, ο οποίος είχε μεταναστεύσει στη Στοκχόλμη το 1780.[17][18]
Απεφοίτησε από το πανεπιστήμιο το 1935, αλλά μετά την επιστροφή του στη Σουηδία διαπίστωσε ότι το αμερικανικό πτυχίο του δεν αναγνωριζόταν για την εξάσκηση του επαγγέλματος του αρχιτέκτονα στη χώρα του. Αργότερα ο παππούς του τού βρήκε μια θέση εργασίας στο Κέιπ Τάουν (Νότια Αφρική), στα γραφεία μιας σουηδικής εταιρείας πωλήσεων δομικών υλικών. Μετά από 6 μήνες στη Ν. Αφρική, βρήκε μια νέα εργασία σε ένα παράρτημα της «Holland Bank» στη Χάιφα.[19] Επέστρεψε στη Σουηδία το 1936, εξασφαλίζοντας μια θέση στην «Εμπορική Εταιρεία Μέσης Ευρώπης» στη Στοκχόλμη με τη βοήθεια του θείου και νονού του. Ο ιδιοκτήτης της εταιρείας αυτής, ο Κ. Λάουερ (Kálmán Lauer), ήταν Ουγγροεβραίος.
Από το 1938 το Βασίλειο της Ουγγαρίας, υπό την αντιβασιλεία του Μίκλος Χόρτι, έθεσε σε ισχύ μία σειρά αντισημιτικών διατάξεων, που είχαν ως πρότυπο τους λεγόμενους Νόμους της Νυρεμβέργης του ναζιστικού καθεστώτος (1935). Οι ουγγρικοί νόμοι απαγόρευαν και αυτοί σε Εβραίους να ασκούν ορισμένα επαγγέλματα, μείωναν τον αριθμό τους σε κρατικά αξιώματα και στον δημόσιο τομέα, και απαγόρευαν τους γάμους μεταξύ Εβραίων και μη Εβραίων. Για τον προϊστάμενο του Βάλενμπεργκ ήταν όλο και δυσκολότερο να ταξιδεύει στην Ουγγαρία, η οποία συνεργαζόταν όλο και στενότερα με τη Ναζιστική Γερμανία, συμμαχώντας με τις Δυνάμεις του Άξονα μετά την έναρξη του Β΄Παγκόσμιου Πολέμου, τον Νοέμβριο του 1940. Από αναγκαιότητα ο Βάλενμπεργκ έγινε ο προσωπικός αντιπρόσωπος του Λάουερ, ταξιδεύοντας στην Ουγγαρία για τις εμπορικές συμφωνίες του, αλλά και για να περνά να βλέπει μέλη της ευρύτερης οικογένειας του Λάουερ, που παρέμεναν στη Βουδαπέστη. Σύντομα έμαθε να μιλά την ουγγρική γλώσσα και οι επισκέψεις του εκεί έγιναν όλο και πιο συχνές από το 1941. Μέσα σε ένα έτος, ο Βάλενμπεργκ ήταν συνιδιοκτήτης και ο «Διεθνής Διευθυντής» της εταιρείας.[19] Με αυτή την ιδιότητα, πραγματοποίησε και αρκετά επαγγελματικά ταξίδια στη Γερμανία και στην κατεχόμενη από τους Γερμανούς Γαλλία. Σε αυτά τα ταξίδια τού δόθηκε η ευκαιρία να παρατηρήσει λεπτομερώς τη γραφειοκρατία και τις διοικητικές μεθόδους του ναζιστικού καθεστώτος, κάτι που θα του χρησίμευε πολύ αργότερα.[20]
Στο μεταξύ η κατάσταση στην Ουγγαρία είχε αρχίσει να χειροτερεύει καθώς η πορεία του πολέμου άρχισε να στρέφεται αποφασιστικά εναντίον της Γερμανίας και των Δυνάμεων του Άξονα. Μετά την ήττα στη Μάχη του Στάλινγκραντ (στην οποία τα ουγγρικά στρατεύματα, πολεμώντας στο πλευρό των Γερμανών, υπέστησαν απώλειες 84%), το καθεστώς του Μίκλος Χόρτι άρχισε μυστικά να επιδιώκει ειρηνευτικές συμφωνίες με τις ΗΠΑ και τη Μεγάλη Βρετανία. Μαθαίνοντας όμως για τη διπροσωπία του Χόρτι, ο Χίτλερ διέταξε την κατάληψη της Ουγγαρίας από γερμανικά στρατεύματα τον Μάρτιο του 1944. Η Βέρμαχτ έθεσε γρήγορα τη χώρα υπό τον έλεγχό της και τον Χόρτι σε κατ' οίκον περιορισμό. Μια ναζιστική κυβέρνηση-μαριονέτα εγκαταστάθηκε στη Βουδαπέστη, ενώ η πραγματική εξουσία βρισκόταν στα χέρια του Γερμανού στρατιωτικού διοικητή SS-Brigadeführer Έντμουντ Φέεσενμάγερ. Τότε, τον Απρίλιο και τον Μάιο του 1944, το καθεστώς άρχισε τη μαζική αποστολή των Εβραίων της Ουγγαρίας σε στρατόπεδα εξόντωσης στην κατεχόμενη Πολωνία. Υπό την προσωπική καθοδήγηση του Άντολφ Άιχμαν, η μεταφορά γινόταν με ρυθμό 12.000 ανθρώπων την ημέρα.[21]
Ο διωγμος των Εβραίων της Ουγγαρίας έγινε σύντομα πολύ γνωστός στο εξωτερικό, αντίθετα με την πλήρη έκταση του Ολοκαυτώματος. Στα τέλη Μαΐου 1944 ο διπλωμάτης Γκεόργκε Μαντέλο δημοσιοποίησε δύο σημαντικές αναφορές, που περιέγραφαν με λεπτομέρεια τις λειτουργίες του Στρατοπέδου του Άουσβιτς[22], και τη γκετοποίηση και εκτοπισμό των 435.000 Ουγγροεβραίων, αντιστοίχως.[23] Η δημοσιοποίηση των αναφορών προκάλεσε την επιστολή του Ουίνστον Τσώρτσιλ προς τον υπουργό του των Εξωτερικών (11 Ιουλίου 1944): «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτός ο διωγμός των Εβραίων στην Ουγγαρία και ο εκτοπισμός τους συνιστά το μεγαλύτερο και ίσως το φρικωδέστερο έγκλημα που διαπράχθηκε ποτέ σε ολόκληρη την παγκόσμια ιστορία»[24]
Αλλά και η κυβέρνηση των ΗΠΑ υπό τον Φ. Ρούζβελτ στράφηκε προς τη νεοσυσταθείσα Επιτροπή Προσφύγων Πολέμου (War Refugee Board, WRB)[25] σε αναζήση λύσεως για την ανθρωπιστική κρίση στην Ουγγαρία. Την άνοιξη του 1944 ο Ρούζβελτ είχε αποστείλει τον αξιωματούχο Άιβερ Σ. Όλσεν στη Στοκχόλμη ως αντιπρόσωπο του WRB με το συγκεκριμένο καθήκον να βρει τρόπο να βοηθήσει τους Εβραίους της Ουγγαρίας, Ωστόσο αυτός δεν ήταν ο μόνος λόγος της μεταβάσεως του Όλσεν στη Σουηδία. Εκτός από τα της WRB, ο Όλσεν λειτουργούσε μυστικά ως επικεφαλής των επιχειρήσεων οικονομικού πολέμου για τον εκεί κλάδο του Γραφείου Στρατηγικών Υπηρεσιών (OSS), προδρόμου της CIA.[26]
Αναζητώντας κάποιον πρόθυμο και ικανό να μεταβεί στη Βουδαπέστη για να οργανώσει ένα πρόγραμμα διασώσεως για τους Ουγγροεβραίους[27], ο Όλσεν συνάντησε μια επιτροπή αρωγής αποτελούμενη από εξέχοντες Εβραίους της Σουηδίας, υπό τον Αρχιραβίνο της Σουηδίας Μορντεκάι («Μάρκους») Έρενπραϊς.[20] Μέλος της επιτροπής αυτής ήταν και ο Κ. Λάουερ, ο συνεργάτης του Βάλενμπεργκ.
Πρώτη επιλογή της επιτροπής ήταν ο κόμης Φόλκε Μπερναντότ, αντιπρόεδρος του σουηδικού Ερυθρού Σταυρού και μέλος της βασιλικής οικογένειας της Σουηδίας. Ωστόσο ο διορισμός του στη Βουδαπέστη συνάντησε την άρνηση του ουγγρικού καθεστώτος, οπότε ο Λάουερ πρότεινε τον Βάλενμπεργκ.[20] Ο Λάουερ γνώρισε στον Όλσεν τον Βάλενμπεργκ τον Ιούνιο του 1944. Ο Όλσεν εντυπωσιάσθηκε και τοποθέτησε τον Βάλενμπεργκ επικεφαλής της αποστολής διασώσεως.[16] Η επιλογή του Βάλενμπεργκ προκάλεσε αντιρρήσεις από κάποιους αξιωματούχους στις ΗΠΑ, που αμφισβήτησαν την αξιοπιστία του, λόγω υπαρχουσών εμπορικών σχέσεων μεταξύ επιχειρήσεων της οικογένειάς του και του γερμανικού Ράιχ. Αυτές οι αντιρρήσεις ξεπεράστηκαν τελικώς και το σουηδικό υπουργείο Εξωτερικών συμφώνησε με το αμερικανικό αίτημα να εντάξει τον Βάλενμπεργκ στη διπλωματική αντιπροσωπία του στη Βουδαπέστη ως αντάλλαγμα για τη μείωση των αμερικανικών διπλωματικών πιέσεων προς την ουδέτερη Σουηδία να άρει την πολιτική της του ελεύθερου εμπορίου προς τη Γερμανία.[28]
Την ημέρα που ο Βάλενμπεργκ έφθασε στη σουηδική πρεσβεία στη Βουδαπέστη, τον Ιούλιο του 1944, ο διωγμός των Εβραίων της Ουγγαρίας βρισκόταν ήδη σε προχωρημένη φάση. Μέχρι τότε ο Άιχμαν και οι υφιστάμενοί του είχαν στείλει στα στρατόπεδα της Πολωνίας περισσότερους από 400 χιλιάδες Εβραίους με φορτηγά τρένα.[20] Απέμεναν μόλις 230 χιλιάδες σε όλη την Ουγγαρία. Μαζί με τον Σουηδό διπλωμάτη Περ Άνγκερ[29] ο Βάλενμπεργκ εξέδωσε «προστατευτικά διαβατήρια» (στα γερμανικά: Schutz-Pass), που ταυτοποιούσαν τους κατόχους τους ως Σουηδούς υπηκόους που περίμεναν τον επαναπατρισμό τους. Παρά το ότι τυπικά δεν ήταν νόμιμα, έμοιαζαν επίσημα και γενικώς γίνονταν δεκτά από τις γερμανικές/ουγγρικές αρχές, αν και κάποτε χρειάζονταν και δωροδοκίες. Η σουηδική αντιπροσωπία πέτυχε επίσης διαπραγματευόμενη με τις γερμανικές αρχές να συμπεριφέρονται οι τελευταίες προς τους κατόχους των διαβατηρίων αυτών ως προς Σουηδούς υπηκόους και να τους εξαιρούν από την υποχρέωση να φορούν το κίτρινο άστρο που απαιτείτο για τους Εβραίους.[19]
Με χρήματα που είχε συγκεντρώσει η Επιτροπή Προσφύγων Πολέμου, ο Βάλενμπεργκ νοίκιασε 32 κτήρια στη Βουδαπέστη και τα κήρυξε σουηδικό έδαφος, προστατευόμενο από τη διπλωματική ασυλία. Τους έβαλε πινακίδες όπως «Σουηδική Βιβλιοθήκη» και «Σουηδικό Ερευνητικό Ινστιτούτο», ενώ κρέμασε και μεγάλες σουηδικές σημαίες στις προσόψεις τους, ώστε να δίνουν την κατάλληλη εντύπωση. Τα κτήρια αυτά στέγασαν τελικώς σχεδόν δέκα χιλιάδες ανθρώπους.[16]
Ο Σαντόρ Αρντάι, ένας από τους οδηγούς που είχε προσλάβει ο Βάλενμπεργκ, περιέγραψε ως εξής την αντίδραση του Βάλενμπεργκ όταν συνάντησε έναν συρμό με «φορτίο» Εβραίων που επρόκειτο να φύγει για το Άουσβιτς:
... σκαρφάλωσε πάνω στην οροφή του τρένου και άρχισε να μοιράζει «διαβατήρια» μέσα από τις πόρτες που δεν είχαν σφραγισθεί ακόμα. Αγνόησε τις προσταγές των Γερμανών να κατεβεί κάτω. Μετά οι άνδρες του Κόμματος του Σταυρού των Βελών άρχισαν να πυροβολούν και να του φωνάζουν να φύγει. Εκείνος τους αγνόησε και συνέχισε ήρεμα να μοιράζει σε όσους άπλωναν το χέρι τους. Πιστεύω ότι οι άνθρωποι του Κόμματος στόχευαν επίτηδες πάνω από το κεφάλι του, καθώς καμιά σφαίρα δεν τον πέτυχε ... Πιστεύω ότι το έκαναν επειδή είχαν εντυπωσιασθεί τόσο πολύ από το θάρρος του. Και όταν ο Βάλενμπεργκ είχε δώσει και το τελευταίο διαβατήριο, πρόσταξε όλους όσους είχαν διαβατήριο να εγκαταλείψουν το τρένο και να περπατήσουν μέχρι τη σειρά των αυτοκινήτων που ήταν σταθμευμένα εκεί κοντά και έφεραν τα χρώματα της σουηδικής σημαίας. Δεν θυμούμαι πόσους ακριβώς, πάντως έσωσε δεκάδες από αυτό το τρένο, και οι Γερμανοί και οι Βελοσταυρίτες ήταν τόσο αποσβολωμένοι, ώστε τον άφησαν να το κάνει.[30]
Στην αποκορύφωση της επιχειρήσεως, περισσότεροι από 350 άνθρωποι συμμετείχαν στη διάσωση Εβραίων.[31] Η μοναχή Σάρα Σαλκαχάζι που πιάστηκε να κρύβει Εβραίες χωρίς διπλωματική προστασία, εκτελέσθηκε από μέλη του Κόμματος του Σταυρού των Βελών.
Ο Τιμπόρ Μπαράνσκι ήταν ένας 22χρονος φοιτητής της Θεολογίας, που προσποιούμενος τον αντιπρόσωπο του Βατικανού, διέσωσε περί τους τρεις χιλιάδες Εβραίους. Συνεργάσθηκε με τον Βάλενμπεργκ και άλλους διπλωμάτες. Συναντήθηκε με τον Βάλενμπεργκ αρκετές φορές και περιέγραψε το κίνητρό του ως «θεϊκά ανθρώπινη αγάπη». Ανέφερε ότι «καταλάβαμε μέσα σε ένα δευτερόλεπτο πως μοιραζόμασταν την ίδια γνώμη ... την ίδια απόλυτη αποφασιστικότητα, πέρα ως πέρα».[32]
Ο Βάλενμπεργκ δεν ήταν αυτός που είχε εγκαινιάσει την πρακτική των διαβατηρίων: Την άνοιξη του 1944 ο Ελβετός διπλωμάτης Καρλ Λουτς είχε εκδώσει «προστατευτικά διαβατήρια» από την ελβετική πρεσβεία της Βουδαπέστης, ενώ ο Ιταλός επιχειρηματίας Τζόρτζιο Περλάσκα παρίστανε τον Ισπανό διπλωμάτη και εξέδιδε πλαστές βίζες.[33] Η Berber Smit (Μπάρμπαρα Χογκ), διευθύντρια της «N.V. Philips Budapest» και Ολλανδή κατάσκοπος εργαζόμενη για τη βρετανική MI6, βοήθησε τον Βάλενμπεργκ και το ίδιο έκανε και ο γιος της.[34][35] Για ένα διάστημα ήταν αρραβωνιασμένη με έναν συνεργάτη του Βάλενμπεργκ, τον Λαρς Μπεργκ[36].
Ο Βάλενμπεργκ άρχισε να κοιμάται σε διαφορετικό μέρος κάθε νύχτα, ώστε να αποφύγει τη σύλληψη ή τη δολοφονία του από μέλη του Κόμματος του Σταυρού των Βελών ή από άνδρες του Άιχμαν.[37] Ωστόσο, δύο ημέρες πριν την κατάληψη της Βουδαπέστης από τον σοβιετικό στρατό, ο Βάλενμπεργκ διαπραγματεύθηκε με τον Άιχμαν και με τον στρατηγό Γκέραρντ Σμιντχούμπερ (ανώτατο διοικητή των γερμανικών δυνάμεων στην Ουγγαρία). Ο Σουηδός δωροδόκησε το μέλος του Κόμματος του Σταυρού των Βελών Παλ Σαλάι ώστε να μεταφέρει ένα μήνυμα με το οποίο ο Βάλενμπεργκ έπεισε τους Γερμανούς να αποτρέψουν ένα σχέδιο των SS και των Βελοσταυριτών να ανατινάξουν το γκέτο της Βουδαπέστης, σκοτώνοντας (κατ' εκτίμηση) περίπου 70 χιλιάδες Εβραίους. Το σημείωμα έπεισε επίσης τους Γερμανούς να ακυρώσουν ένα τελευταίο εγχείρημα από τα SS να οργανωθεί μια πορεία θανάτου των Εβραίων που είχαν απομείνει στην πόλη, απειλώντας όσους θα τη διοργάνωναν ότι θα διώκονταν για εγκλήματα πολέμου όταν θα τελείωνε ο πόλεμος.[19]
Κατά τον Περλάσκα, ο Σαλάι είπε ψέματα για να σώσει τη ζωή του στη δίκη του και το γκέτο σώθηκε με άλλα μέσα[38][39][40][41]: Ο Περλάσκα έμαθε εγκαίρως για το σχέδιο ανατινάξεως του γκέτο και ζήτησε (παριστάνοντας πάντοτε τον Ισπανό διπλωμάτη) μία ακρόαση από τον Ούγγρο υπουργό Εσωτερικών Γκάμπορ Βάινα, στο υπόγειο του Δημαρχείου της Βουδαπέστης, όπου είχε το γραφείο του. Ο Περάλτα «απείλησε» με νομικά και οικονομικά μέτρα κατά των «3.000 Ούγγρων πολιτών» (στην πραγματικότητα ήταν πολύ λιγότεροι) που ήταν κάτοικοι Ισπανίας και παρόμοια μεταχείριση των Ούγγρων που διέμεναν σε δύο χώρες της Λατινικής Αμερικής, οπότε ο υπουργός απέσυρε το σχέδιο.[39][41][38][40]
Μεταξύ όσων σώθηκαν από τον Βάλενμπεργκ είναι ο βιοχημικός Λαρς Έρνστερ, που φιλοξενήθηκε στη σουηδική πρεσβεία, και ο Τομ Λάντος, αργότερα μέλος της αμερικανικής Βουλής των Αντιπροσώπων, που στεγάσθηκε σε ένα από τα κτήρια που είχε ενοικιάσει ο Βάλενμπεργκ.[42]
Στα τέλη Δεκεμβρίου 1944 η Βουδαπέστη είχε περικυκλωθεί από σοβιετικές δυνάμεις. Παρά το γεγονός αυτό, ο Γερμανός διοικητής Καρλ Πφέφερ-Βίλντενμπρουχ αρνήθηκε όλες τις προτάσεις για παράδοση, προκαλώντας έτσι μια αιματηρή πολιορκία. Στο αποκορύφωμα των μαχών, στις 17 Ιανουαρίου 1945, ο Βάλενμπεργκ κλήθηκε στο αρχηγείο του Σοβιετικού διοικητή στρατηγού Ροντιόν Μαλινόφσκυ στο Ντέμπρετσεν για να απαντήσει σε κατηγορίες ότι επίδιδόταν σε κατασκοπεία.[43][44][45] Τα τελευταία καταγεγραμμένα λόγια του Βάλενμπεργκ ήταν: «Πηγαίνω στου Μαλινόφσκυ ... το αν πηγαίνω για επισκέπτης ή για φυλακισμένος, δεν το γνωρίζω ακόμη,»[46] Το 1993 βρέθηκαν έγγραφα από τα πρώην μυστικά στρατιωτικά σοβιετικά αρχεία και δημοσιεύθηκαν στη σουηδική εφημερίδα Svenska Dagbladet. Σύμφωνα με αυτά, μία διαταγή για τη σύλληψη του Βάλενμπεργκ είχε εκδοθεί από τον αναπληρωτή Κομισάριο Άμυνας (μελλοντικά πρωθυπουργό) Νικολάι Μπουλγκάνιν και διαβιβασθεί στο αρχηγείο του Μαλινόφσκυ την ημέρα της εξαφανίσεως του Βάλενμπεργκ.[47] Το 2003 μια επισκόπηση της σοβιετικής πολεμικής αλληλογραφίας υπέδειξε ότι ο Βίλμος Μπεμ (Vilmos Böhm, 1880-1949), Ουγγροεβραίος πολιτικός και μεταπολεμικώς πρεσβευτής της Ουγγαρίας στη Σουηδία, ήταν μυστικός πράκτορας των Σοβιετικών και ίσως είχε δώσει το όνομα του Βάλενμπεργκ στη SMERSH ως πρόσωπο προς περιορισμό εξαιτίας πιθανής κατασκοπείας.[48]
Οι πληροφορίες σχετικώς με τον Βάλενμπεργκ μετά την εξαφάνισή του είναι αβέβαιες. Υπήρχαν πολλοί μάρτυρες που ισχυρίσθηκαν ότι τον συνάντησαν κατά την κράτησή του.[49] Ο Βάλενμπεργκ φαίνεται ότι μεταφέρθηκε με τρένο από το Ντέμπρετσεν στη Μόσχα.[45] Ο λόγος για την κράτησή του μπορεί να ήταν απλώς η ιδέα των σοβιετικών αρχών ότι θα μπορούσαν να τον ανταλλάξουν με διαφυγόντες στη Σουηδία πολίτες τους.[50] Στις 16 Ιανουαρίου 1945 ο Βλαντίμιρ Ντεκανόζοφ πληροφόρησε τη σουηδική κυβέρνηση ότι ο Βάλενμπεργκ βρισκόταν «υπό την προστασία» των σοβιετικών αρχών. Στις 21 Ιανουαρίου ο Βάλενμπεργκ μεταφέρθηκε στη φυλακή του Μεγάρου Λουμπιάνκα και κρατήθηκε, σύμφωνα με τον συγκρατούμενό (;) του Γκούσταφ Ρίχτερ, στο κελί νο. 123. Ο Ρίχτερ, που υπήρξε ακόλουθος στη γερμανική πρεσβεία στη Ρουμανία, κατέθεσε στη Σουηδία το 1955 ότι ο Βάλενμπεργκ ανακρίθηκε μία φορά, επί περίπου μιάμιση ώρα, στις αρχές Φεβρουαρίου 1945. Την 1η Μαρτίου 1945 άλλαξαν κελί στον Ρίχτερ, ο οποίος δεν ξαναείδε ποτέ τον Βάλενμπεργκ.[12][51]
Στις 8 Μαρτίου 1945 το ελεγχόμενο από τους Σοβιετικούς ουγγρικό ραδιόφωνο ανακοίνωσε ότι ο Βάλενμπεργκ και ο οδηγός του είχαν δολοφονηθεί καθ' οδόν προς το Ντέμπρετσεν, υπονοώντας ότι είχαν σκοτωθεί από Βελοσταυρίτες ή από την Γκεστάπο. Ο υπουργός Εξωτερικών της Σουηδίας Östen Undén και ο Σουηδός πρεσβευτής στη Σοβιετική Ένωση Staffan Söderblom υπέθεσαν ότι ήταν πράγματι νεκροί.[19] Τον Απρίλιο του 1945 ο Άβερελ Χάριμαν, τότε στο Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ προσφέρθηκε να βοηθήσει τη σουηδική κυβέρνηση να διερευνήσει τη μοίρα του Βάλενμπεργκ, αλλά η προσφορά απορρίφθηκε.[16] Ο Söderblom συναντήθηκε με τους Βιατσεσλάβ Μόλοτοφ και Στάλιν στη Μόσχα στις 15 Ιουνίου 1946. Ο Söderblom, πιστεύοντας ακόμα ότι ο Βάλενμπεργκ ήταν νεκρός, αγνόησε τη συζήτηση μιας ανταλλαγής για Σοβιετικούς που είχαν διαφύγει στη Σουηδία.[52][53]
Στις 6 Φεβρουαρίου 1957, η σοβιετική κυβέρνηση δημοσιοποίησε ένα έγγραφο με ημερομηνία 17 Ιουλίου 1947, όπου αναγραφόταν: «Αναφέρω ότι ο κρατούμενος Βάλενμπεργκ, που είναι γνωστός σε εσάς, πέθανε αιφνίδια μέσα στο κελί του την περασμένη νύχτα, ίσως ως αποτέλεσμα καρδιακής προσβολής ή καρδιακής ανεπάρκειας. Ακολουθώντας τις οδηγίες που μου δώσατε, να έχω προσωπικά την ευθύνη για τον Βάλενμπεργκ, αιτούμαι την έγκρισή σας προκειμένου να προβώ σε αυτοψία για τον προσδιορισμό της αιτίας του θανάτου του... Έχω προσωπικά ενημερώσει τον Υπουργό και έχει διαταχθεί το σώμα να αποτεφρωθεί χωρίς αυτοψία.»[54] Το έγγραφο υπογράφεται από τον Σμολτσόφ, τότε επικεφαλής της φυλακής του Μεγάρου Λουμπιάνκα, και απευθύνεται προς τον Βίκτορ Αμπακούμοφ, τον Σοβιετικό Υπουργό Κρατικής Ασφάλειας.[12][55] Το 1989 τα προσωπικά αντικείμενα του Βάλενμπεργκ επιστράφηκαν στην οικογένειά του, μεταξύ των οποίων το διαβατήριό του και μία τσιγαροθήκη. Οι Σοβιετικοί είπαν ότι τα βρήκαν σε ράφι κατά την αναβάθμιση μιας αποθήκης.[56][57]
In 1991 η Ρωσική κυβέρνηση ανέθεσε στον Βιάτσεσλαβ Νικόνοφ να διερευνήσει τη μοίρα του Βάλενμπεργκ. Αυτός συμπέρανε ότι ο Βάλενμπεργκ είχε πράγματι πεθάνει το 1947, δηλητηριασμένος, όταν ήταν κρατούμενος στη Μόσχα.[58] Πιθανώς να ήταν θύμα δοκιμών του δηλητηρίου C-2 (χλωριούχος καρβυλαμινοχολίνη), που δοκιμαζόταν τότε στο Εργαστήριο Δηλητηρίων των σοβιετικών μυστικών υπηρεσιών.[59]
Το 2000 ο πολιτικός Αλεξάντρ Νικολάγιεβιτς Γιάκοβλεφ ανακοίνωσε και αυτός στη Μόσχα ότι ο Βάλενμπεργκ είχε εκτελεσθεί το 1947 στη φυλακή του Μεγάρου Λουμπιάνκα. Ισχυρίσθηκε ότι ο Βλαντίμιρ Κριουτσκόφ, ο πρώην αρχηγός της Κα Γκε Μπε, σε μια ιδιωτική τους συνομιλία, τού είπε ότι είχε πυροβοληθεί. Η ανακοίνωση του Γιάκοβλεφ δεν εξηγούσε γιατί σκότωσαν τον Βάλενμπεργκ, ούτε γιατί η κυβέρνηση είχε πει ψέματα για την υπόθεση.[43][60] Ο στρατηγός Πάβελ Σουντοπλάτοφ δήλωσε ότι ο Βάλενμπεργκ πέθανε όταν δηλητηριάσθηκε από τον Γκριγκόρυ Μαϊρανόφσκυ, διαβόητο δολοφόνο του NKVD.[61] Το ίδιο έτος (2000) ο Ρώσος εισαγγελέας Βλαντίμιρ Ουστίνοφ υπέγραψε απόφαση που «αποκαθιστούσε» μεταθανατίως τον Βάλενμπεργκ και τον οδηγό του, Λανγκφέλντερ, ως «θύματα πολιτικής καταπιέσεως».[62] Μερικοί φάκελοι σχετικοί με τον Βάλενμπεργκ παραδόθηκαν στον Αρχιραββίνο της Ρωσίας από τη ρωσική κυβέρνηση τον Σεπτέμβριο του 2007.[63]
Τον Αύγουστο του 2016 νέες πληροφορίες είδαν το φως της ημέρας όταν το ημερολόγιο του επικεφαλής της Κα Γκε Μπε Ιβάν Σερόφ ανακαλύφθηκε από την εγγονή του μέσα σε έναν τοίχο του σπιτιού της. «Δεν έχω αμφιβολίες ότι ο Βάλενμπεργκ θανατώθηκε το 1947», έγραφε ο Σερόφ.[64][65]
Ωστόσο, αρκετοί πρώην κρατούμενοι έχουν ισχυρισθεί ότι είχαν δει τον Βάλενμπεργκ ζωντανό μετά το αναφερόμενο ως έτος θανάτου του[66], το 1947. Τον Φεβρουάριο του 1949 ο πρώην συνταγματάρχης του γερμανικού στρατού Τέοντορ φον Ντούφινγκ (Theodor von Dufving, 1907-2001), αιχμάλωτος πολέμου ανέφερε τα εξής: Ευρισκόμενος σε μεταβατικό στρατόπεδο στο Κίροφ κατά τη μεταφορά του στη Βαρκουτά, ο Ντούφινγκ συνάντησε έναν κρατούμενο καλοντυμένο με πολιτικά ρούχα, που είχε τον δικό του ξεχωριστό φρουρό. Ο κρατούμενος του είπε πως ήταν Σουηδός διπλωμάτης και ότι ήταν εκεί «εξαιτίας ενός μεγάλου λάθους». Ερωτώμενος αν ήταν στη σουηδική πρεσβεία στο Βερολίνο, του απάντησε: «Όχι, στην Ανατολική Ευρώπη».[54]
Ο κυνηγός των Ναζί Σίμον Βίζενταλ ερεύνησε για τον Βάλενμπεργκ και συνέλεξε πολλές μαρτυρίες. Π.χ. ο Βρετανός επιχειρηματίας και κατάσκοπος Greville Wynne, που ήταν φυλακισμένος στο Λουμπιάνκα το 1962, δήλωσε ότι είχε μιλήσει με έναν άνθρωπο του οποίου δεν είχε μπορέσει να δει το πρόσωπο και ο οποίος του είπε πως ήταν Σουηδός διπλωμάτης.[67] Ο Γιεφίμ Μοσίνσκυ είπε πως είχε δει τον Βάλενμπεργκ στη Νήσο Βράνγκελ το 1962.[68][69] Μία άλλη αυτόπτης μάρτυρας βεβαίωσε ότι είχε δει τον Βάλενμπεργκ τη δεκαετία του 1960 σε μια σοβιετική φυλακή.[70]
Κατά τη διάρκεια ιδιωτικής συνομιλίας σχετικώς με τις συνθήκες κρατήσεως στις σοβιετικές φυλακές σε μια δεξίωση του Κομμουνιστικού Κόμματος περί το 1975, ένας στρατηγός της Κα Γκε Μπε αναφέρεται ότι είπε: «οι συνθήκες δε θα μπορούσαν να είναι τόσο σκληρές, με δεδομένο ότι στη φυλακή Λουμπιάνκα υπάρχει κάποιος ξένος κρατούμενος που βρίσκεται εκεί επί σχεδόν τρεις δεκαετίες».[67]
Οι τελευταίες υποτιθέμενες θεάσεις του Βάλενμπεργκ αναφέρθηκαν από δύο ανεξάρτητους μεταξύ τους μάρτυρες, που είπαν[71] ότι είχαν στοιχεία πως βρισκόταν σε μια φυλακή τον Νοέμβριο του 1987. Ο Τζων Φάρκας, αντιστασιακός κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ήταν ο τελευταίος που ισχυρίζεται ότι είδε τον Βάλενμπεργκ ζωντανό. Ο γιος του Φάρκας δήλωσε ότι υπήρξαν θεάσεις του Σουηδού «μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1980 σε σοβιετικές φυλακές και ψυχιατρικά νοσοκομεία».[72]
Ο ετεροθαλής αδελφός του Βάλενμπεργκ Γκυ φον Ντάρντελ[73], γνωστός φυσικός του CERN, ήταν αφοσιωμένος στη διαλεύκανση της μοίρας του.[74] Ταξίδεψε στη Σοβιετική Ένωση περίπου 50 φορές για συζητήσεις και έρευνες, ανάμεσα στις οποίες μία εξέταση των αρχείων της φυλακής «Βλάντιμιρ».[75] Τελικώς ο φον Ντάρντελ συγκέντρωσε ένα αρχείο 50 χιλιάδων σελίδων με συνεντεύξεις, άρθρα περιοδικών, επιστολές και άλλα ντοκουμέντα σχετικά με την αναζήτησή του.[76] Το 1991 συνέστησε μια σουηδο-ρωσική ομάδα εργασίας[77] για να ερευνήσει ένδεκα στρατιωτικά και πολιτικά αρχεία της πρώην ΕΣΣΔ για πληροφορίες σχετικά με την τύχη του αδελφού του. Ωστόσο, η ομάδα δεν μπόρεσε να βγάλει κάποιο συμπέρασμα.[45][78][79] Πολλοί, μεταξύ των οποίων ο φον Ντάρντελ και οι κόρες του, δεν αποδέχονται τις διάφορες εκδοχές του θανάτου του Βάλενμπεργκ. Συνεχίζουν να απαιτούν το άνοιγμα των αρχείων στη Ρωσία, τη Σουηδία και την Ουγγαρία σε αμερόληπτους ερευνητές.
Το 2012 ο Ρώσος υποστράτηγος Βασίλι Χριστοφόροφ της Υπηρεσίας Ασφαλείας της Ρωσικής Ομοσπονδίας δήλωσε ότι η υπόθεση Βάλενμπεργκ ήταν ακόμη ανοικτή και απέρριψε τις κατηγορίες για συνεχιζόμενη συγκάλυψη. Αναφερόμενος στην Κα Γκε Μπε, είπε: «Τώρα έχουμε ένα άλλο κράτος και μία διαφορετική ειδική υπηρεσία.»[80]
Στις 29 Μαρτίου 2016 η Εφορία της Σουηδίας ανακοίνωσε ότι είχε υποβληθεί αίτημα να κηρυχθεί ο Βάλενμπεργκ νεκρός in absentia και ότι, κατόπιν αυτού, αν δεν ερχόταν σε επαφή με την Εφορία πριν τις 14 Οκτωβρίου 2016, θα ανακηρυσσόταν νομικά νεκρός.[81][82]
Πράγματι, ο Βάλενμπεργκ ανακηρύχθηκε νομικά νεκρός τον Οκτώβριο του 2016 και η Εφορία της Σουηδίας κατέγραψε τυπικά την ημερομηνία θανάτου του ως την 31η Ιουλίου 1952, 5 ακριβώς έτη μετά την εξαφάνισή του.[83][84]
Τον Μάιο του 1996 η CIA έδωσε στη δημοσιότητα χιλιάδες πρώην απόρρητα έγγραφα σχετικά με τον Ραούλ Βάλενμπεργκ, μετά από αιτήματα εξαιτίας της «Freedom of Information Act».[26] Τα έγγραφα φαίνεται να επιβεβαιώνουν την υποψία ότι ο Βάλενμπεργκ αποτελούσε μυστικό πληροφοριοδότη των Αμερικανών κατά τη διαμονή του στην Ουγγαρία. Εκτός από το ότι το όνομά του εμφανίζεται σε κατάλογο που βρέθηκε στα Εθνικά Αρχεία των ΗΠΑ και δίνει τα ονόματα των συνδεδεμένων με τον πρόδρομο της CIA, το Γραφείο Στρατηγικών Υπηρεσιών (OSS), υπάρχει και ένα υπόμνημα του 1954 από ανώνυμη πηγή της CIA σχετικά με κάποιον Ούγγρο εξόριστο που ζούσε στη Στοκχόλμη. Αυτός, κατά το υπόμνημα, είχε βοηθήσει στο να αποσταλεί ο Βάλενμπεργκ στην Ουγγαρία κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ως πράκτορας της OSS.[28] Τρίτο αποχαρακτηρισμένο έγγραφο, ένα μνημόνιο που συντάχθηκε το 1990 από τον έφορο της Βιβλιοθήκης της CIA William Henhoeffer, χαρακτηρίζει το συμπέρασμα ότι ο Βάλενμπεργκ εργαζόταν για το OSS όσο βρισκόταν στη Βουδαπέστη ως «ουσιαστικά ορθό» ("essentially correct").[26]
Ακόμα πιο εύγλωττο είναι ένα ανακοινωθέν που στάλθηκε στις 7 Νοεμβρίου 1944 από τον Κλάδο Μυστικών Πληροφοριών του OSS στο Μπάρι, που αναγνωρίζει ότι ο Βάλενμπεργκ δρούσε ως ανεπίσημος σύνδεσμος μεταξύ του OSS και του ουγγρικού αντιφασιστικού κινήματος MFM, μιας αντιστασιακής οργανώσεως.[85] Το μήνυμα του OSS σημειώνει τις επαφές του με τον Geza Soos, ένα υψηλόβαθμο στέλεχος του MFM, και εξηγεί επιπλέον ότι επαφή με τον Soos «μπορεί να επιτευχθεί μόνο» δια της σουηδικής διπλωματικής αντιπροσωπίας στη Βουδαπέστη.[86]
Τα παραπάνω έχουν γεννήσει την υποψία ότι, εκτός από τις προσπάθειες διασώσεως των Ουγγροεβραίων, ο Βάλενμπεργκ ίσως να είχε και μία παράλληλη μυστική αποστολή με σκοπό την πολιτική αποσταθεροποίηση της φιλοναζιστικής κυβερνήσεως της Ουγγαρίας για λογαριασμό του OSS.[28] Αυτό θα έδινε κάποια αξιοπιστία στην ερμηνεία ότι η σύνδεσή του με την αμερικανική κατασκοπεία ήταν ο λόγος για τον οποίο στοχοποιήθηκε από τους Σοβιετικούς τον Ιανουάριο του 1945. Αλλά και άλλα πρόσωπα που είχαν βοηθήσει πρόσφυγες κατά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο εξαφανίσθηκαν στο σοβιετικό μπλοκ την περίοδο 1949/1950, χρόνια μετά την εξαφάνιση του Βάλενμπεργκ. Η σχέση του με το OSS μπορεί να ενδιέφερε τους Σοβιετικούς, αλλά δεν συνιστά πλήρη εξήγηση, καθώς κάποιοι από όσους κρατήθηκαν, π.χ. οι Χέρμαν και Χέρτα Φηλντ, δεν είχαν εργασθεί για το OSS.[87]
Το 2009 ο δημοσιογράφος Joshua Prager έγραψε ένα άρθρο στη Wall Street Journal περιγράφοντας το ψυχικό κόστος που είχε η εξαφάνιση του Ραούλ Βάλενμπεργκ στην οικογένειά του. Η μητέρα του Μαρία και ο πατριός του Φρέντρικ φον Ντάρντελ ξόδεψαν το υπόλοιπο της ζωής τους αναζητώντας τον γιο τους. Αμφότεροι αυτοκτόνησαν με χάπια με διαφορά δύο ημερών το 1979. Η κόρη τους Νίνα Λάγκεργκρεν, ετεροθαλής αδελφή του Ραούλ, απέδωσε την αυτοκτονία τους στην απελπισία τους για το ότι δεν είχαν βρει ποτέ τον γιο τους. Η Νίνα και ο ετεροθαλής αδελφός του Ραούλ, ο Γκυ φον Ντάρντελ, ίδρυσαν οργανώσεις και ερεύνησαν για την ανακάλυψη της μοίρας του αδελφού τους.[76]
Κατά τη διάρκεια του πολέμου η τράπεζα Stockholms Enskilda Bank, που ανήκε στην ευρύτερη οικογένεια Βάλενμπεργκ (σήμερα μέλος του SEB Group, που ανήκει ακόμα στην οικογένεια), συνεργάσθηκε με το γερμανικό κράτος. Ο τότε υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Χένρυ Μόργκενταου θεωρούσε τον Γιάκομπ Βάλενμπεργκ (1892-1980) ισχυρά φιλογερμανό και το 1945 το FBI απαγόρευσε στην Τράπεζα να συμμετέχει σε επιχειρηματικές συμφωνίες στις ΗΠΑ, μια απαγόρευση που άρθηκε το 1947. Ο συγγραφέας Άλαν Λέλτσακ (Alan Lelchuk), που πήρε συνέντευξη μεταξύ άλλων, όπως διατείνεται, από τον ανακριτή της Κα Γκε Μπε που είχε ανακρίνει τον Βάλενμπεργκ, συνέγραψε ένα μυθιστόρημα, όπου τα ισχυρότερα μέλη της ευρύτερης οικογένειας Βάλενμπεργκ πιθανώς επέλεξαν να μη χρησιμοποιήσουν την επιρροή τους στο να εντοπίσουν τον Ραούλ, καθώς κάτι τέτοιο θα μπορούσε να επιστήσει την προσοχή στις δοσοληψίες τους με το Τρίτο Ράιχ, και ίσως να τον θεωρούσαν κάτι σαν πρόξενο αμηχανίας, όχι μόνο για τη δράση του, αλλά και για την πιθανή του ομοφυλοφιλία.[88]
Η κόρη της Νίνα, η Νάνε Μαρία Λάγκεργκρεν, παντρεύτηκε το 1984 τον Κόφι Ανάν, μετέπειτα γενικό γραμματέα του Ο.Η.Ε., και αφιερώθηκε σε πολλές ανθρωπιστικές δράσεις στη μνήμη του θείου της.[19][89] Μια άλλη ανιψιά του Βάλενμπεργκ, η Λουίζε φον Ντάρντελ, αφιερώνει μεγάλο μέρος του χρόνου της σε ομιλίες για τον θείο της και ασκεί πιέσεις σε διάφορες χώρες για να βοηθήσουν στην αποκάλυψη πληροφοριών σχετικών με τον θείο της.[90] Η ευρύτερη οικογένεια Βάλενμπεργκ παραμένει εξέχουσα στη σουηδική κοινωνία, ως συνιδιοκτήτες ή μεγαλομέτοχοι σε τράπεζες και επιχειρήσεις, όπως στη SAAB και στη Scandinavian Airlines.[91]
Σε μια δημοσίευση το 2004 ο Ούγγρος ιστορικός και επιζήσας του Ολοκαυτώματος Randolph L. Braham εξέτασε τη μυθοποίηση των διασωστικών δραστηριοτήτων του Βάλενμπερκ. Ο Braham σημειώνει ότι οι δραστηριότητές του αυτές άρχισαν ουσιαστικά μετά το πραξικόπημα των Βελοσταυριτών τον Οκτώβριο του 1944, και κορυφώθηκαν κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της Βουδαπέστης. Υπολόγισε ότι, με τον προσωπικό ηρωισμό του και τη διπλωματική υποστήριξη, ο Βάλενμπεργκ κατόρθωσε να διασώσει περί τους 7.000 έως 9.000 Εβραίους. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η εξαφάνιση και ο θάνατός του έγιναν αντικείμενο εκμεταλλεύσεως από τη Δυτική, αντισοβιετική προπαγάνδα: Προκειμένου να κάνουν το «σοβιετικό έγκλημα» να δείχνει χειρότερο, διόγκωσαν το διασωστικό του έργο κατά πολύ. Ο Βάλενμπεργκ εξυμνήθηκε ανακριβώς ως σωτήρας όλων των Εβραίων της Βουδαπέστης, ή τουλάχιστον εκατό χιλιάδων, σε επίσημες δηλώσεις και σε πολλά βιβλία και ντοκιμαντέρ με ευρεία διάδοση. Ως αποτέλεσμα, οι διασωστικές προσπάθειες άλλων παραγόντων στη Βουδαπέστη περιθωριοποιήθηκαν ή και αγνοήθηκαν.[92]
Ο Ισραηλινός ιστορικός Γιεχούντα Μπάουερ, που υπολόγισε τον αριθμό των ζωών που σώθηκαν από τον Βάλενμπεργκ στις 4.500, υπεστήριξε ότι ο Ελβετός διπλωμάτης Καρλ Λουτς και άλλοι διπλωμάτες ουδέτερων κρατών έσωσαν περισσότερους Εβραίους, αλλά ο Βάλενμπεργκ ήταν ο μόνος που ερχόταν συχνά αντιμέτωπος με τους Γερμανούς και τους Βελοσταυρίτες βοηθούς τους. Παρά το ότι «η αλήθεια και η φαντασία ανακατεύονταν» στις μαρτυρίες των Εβραίων επιζησάντων για τον Βάλενμπεργκ μετά τον πόλεμο, όπως γράφει ο Μπάουερ, η φήμη του Σουηδού «ήταν σαφώς δικαιολογημένη από τα ασυνήθιστα κατορθώματά του». Ο Μπάουερ επισημαίνει εξάλλου ότι η εστίαση στις ηρωικές δράσεις του Βάλενμπεργκ και άλλων μη Εβραίων διασωστών παραγνωρίζει τον ηρωισμό μερικών Εβραίων, οι οποίοι επίσης έδρασαν διασωστικά στη Βουδαπέστη το ίδιο διάστημα και λησμονήθηκαν μετά την απελευθέρωση. Σύμφωνα με τον Μπάουερ, ο Βάλενμπεργκ ήταν μετριόφρονας και «θα ήταν ο πρώτος» που θα απέρριπτε μυθοποιημένες φήμες και «φουσκωμένους» αριθμούς για τις διασώσεις από τη δική του δράση.[93]
Αρκετές τιμές επιδαψιλεύθηκαν στον Ραούλ Βάλενμπεργκ μετά την εξαφάνισή του. Πρώτα-πρώτα προτάθηκε δύο φορές για το Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης, το 1948 από περισσότερους από 50 κατάλληλους ανθρώπους και το 1949 από έναν. Εκείνη την εποχή το Νόμπελ Ειρήνης μπορούσε να απονεμηθεί και σε νεκρά πρόσωπα, αλλά η υποψηφιότητά του αποδείχθηκε αμφιλεγόμενη. Το 1981 ο Αμερικανός βουλευτής Τομ Λάντος, ένας από αυτούς που έσωσε ο Σουηδός διπλωμάτης, υπεστήριξε ένα νομοσχέδιο που κατέστησε τον Βάλενμπεργκ επίτιμο πολίτη των Ηνωμένων Πολιτειών (αυτή η διάκριση έχει δοθεί σε μόλις επτά πρόσωπα στην Ιστορία). Ο Βάλενμπεργκ έχει ανακηρυχθεί επίσης επίτιμος πολίτης του Καναδά (το 1985), της Ουγγαρίας (το 2003), της Αυστραλίας[94] (τον Απρίλιο του 2013) και του Ισραήλ (το 1986). Επιπλέον, το Ισραήλ έχει ανακηρύξει τον Βάλενμπεργκ «Δίκαιο των Εθνών», ενώ του απονεμήθηκε μεταθανατίως το Χρυσό Μετάλλιο του Κονγκρέσου των ΗΠΑ στις 26 Ιουλίου 2012.
Μνημεία προς τιμή του σε δημόσιους χώρους υπάρχουν στο Μπουένος Άιρες, στη Μελβούρνη, στο Λονδίνο (έξω από τη συναγωγή του δυτικού Μαρμπλ Αρτς), στο Κάρντιφ, στη Νέα Υόρκη (Μανχάταν), στη Στοκχόλμη (δύο), στο Γκέτεμποργκ, στη Βουδαπέστη (στο ομώνυμο πάρκο και σε άλλες τοποθεσίες), στο Τελ Αβίβ, στο Ούζχοροντ της Ουκρανίας, και αλλού. Γραμματόσημα προς τιμή του έχουν εκδώσει η Αυστραλία (2015), οι ΗΠΑ (1997) και ο Καναδάς (2013).
Από τις ταινίες που έχουν ως θέμα τον Βάλενμπεργκ, ξεχωρίζουν η αμερικανική τηλεταινία του 1985 Wallenberg: A Hero's Story με πρωταγωνιστή τον Ρίτσαρντ Τσάμπερλεϊν, η σουηδική ταινία του 1990 God afton, Herr Wallenberg (= «Καλησπέρα, κύριε Βάλενμπεργκ») με τον Στέλαν Σκάρσγκορντ και διάφορα ντοκιμαντέρ[95], όπως το Raoul Wallenberg: Buried Alive (1984), το βραβευμένο Raoul Wallenberg, Between The Lines (1985) και το Searching for Wallenberg (2003). Ο Βάλενμπεργκ εμφανίζεται επίσης στην ισπανική τηλεοπτική σειρά El ángel de Budapest (= «Ο άγγελος της Βουδαπέστης», 2011), όπου τον υποδύεται ο Ούγγρος ηθοποιός Iván Fenyő.
Ο Βάλενμπεργκ κυριαρχεί ως θέμα στα έργα της ζωγράφου Άλις Λοκ Καχάνα (Alice Lok Cahana, 1929-2017), ο πατέρας της οποίας σώθηκε από τον Σουηδό διπλωμάτη.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.