Συρακούσες
δήμος της Ιταλίας From Wikipedia, the free encyclopedia
δήμος της Ιταλίας From Wikipedia, the free encyclopedia
Οι Συρακούσες (αρχαία ελληνικά: Συρακούσαι, λατινικά: Syracusae, ιταλικά: Siracusa, σικελικά: Sarausa) είναι σημαντική ιστορική πόλη στη Σικελία, η πρωτεύουσα της ιταλικής επαρχίας των Συρακουσών[1]. Η πόλη έχει πασίγνωστη αρχαία ελληνική ιστορία, έθιμα, πολιτισμό, ναούς, αμφιθέατρα και είναι η γενέτειρα του διάσημου μαθηματικού και επιστήμονα Αρχιμήδη[2]. Με ιστορία 2.700 χρόνων, ήταν μια από τις σπουδαιότερες πόλεις και παράλληλα μία από ισχυρότερες ναυτικές δυνάμεις στην αρχαία Μεσόγειο. Βρίσκεται στο νοτιοανατολικό άκρο του νησιού στον κόλπο των Συρακουσών, δυτικά από το Ιόνιο Πέλαγος. Η αρχαία πόλη ιδρύθηκε από κατοίκους της Αρχαίας Κορίνθου και της Τενέας και έγινε σύντομα πανίσχυρη πόλη - κράτος.[3]
Συρακούσες Δήμος | |
---|---|
Comune di Siracusa | |
Διοικητικές πληροφορίες | |
Χώρα | Ιταλία |
Περιφέρεια | Σικελία |
Επαρχία | Συρακούσες |
Άλλες πληροφορίες | |
Ταχυδρομικός κώδικας | 96100 |
Ζώνη ώρας | UTC+1 |
Τοποθεσία | |
Θέση του δήμου στην ομώνυμη επαρχία | |
Επίσημος ιστότοπος |
Οι Συρακούσες ήταν μόνιμα συμμαχικές με τη μητρόπολη Κόρινθο και την Αρχαία Σπάρτη και έγιναν η σπουδαιότερη πόλη στη Μεγάλη Ελλάδα. Στον Πελοποννησιακό πόλεμο, απέκρουσαν την περίφημη Σικελική εκστρατεία των Αθηναίων (415-413 π.Χ.) Ο Μάρκος Τύλλιος Κικέρων περιγράφει τις ρωμαϊκές Συρακούσες ως την «κορυφαία και πιο όμορφη ελληνική πόλη» που μπορεί να συγκριθεί μονάχα με την Αθήνα του 5ου αιώνα π.Χ.[4][5] Περιτριγυρισμένες από ισχυρότατα τείχη που είχαν μήκος 28 χλμ., οι Συρακούσες στολίζονταν από θαυμάσια ανάκτορα, όπως αυτό του Ιέρωνα, περίφημους ναούς της Αρτέμιδας και της Αθηνάς, από την κρήνη Αρέθουσα και το περίφημο θέατρο των Συρακουσών, αριστούργημα αρχιτεκτονικής και ακουστικής. Τα νομίσματα της πόλης που σώθηκαν, είναι αληθινά καλλιτεχνήματα.
Στο πλαίσιο του δεύτερου Καρχηδονιακού πολέμου κατακτήθηκαν από την Ρωμαϊκή Δημοκρατία. Κατά την ύστερη αρχαιότητα κατακτήθηκαν διαδοχικά από τους Βανδάλους, Οστρογότθους και τελικά τη Βυζαντινή αυτοκρατορία. Ο εγγονός του αυτοκράτορα Ηρακλείου, Κώνστας Β΄, φοβούμενος την ταχύτατη αραβική επέκταση επέλεξε τις Συρακούσες ως τη νέα πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας στα τελευταία χρόνια της ζωής του (663 - 668), κάτι που ωστόσο δεν έμελλε να κρατήσει. Τα νεώτερα χρόνια, όταν ιδρύθηκε το Βασίλειο της Σικελίας, η πρωτεύουσα της Σικελίας μεταφέρθηκε στο Παλέρμο, στη συνέχεια ενώθηκε με το Βασίλειο της Νεαπόλεως, το Βασίλειο των Δύο Σικελιών και με το Βασίλειο της Ιταλίας στην Ιταλική Ενοποίηση (1860). Τα σύγχρονα χρόνια η UNESCO ανακήρυξε τις Συρακούσες Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς μαζί με τη νεκρόπολη της Παντάλικα. Το κέντρο της πόλης έχει πληθυσμό 125.000 κατοίκους. Οι Συρακούσες αναφέρονται στην Αγία Γραφή, στις Πράξεις των Αποστόλων (28:12), καθώς ο Απόστολος Παύλος είχε διαμείνει στην πόλη.[6] Προστάτιδα αγία της πόλης είναι η Αγία Λουκία που γεννήθηκε στις Συρακούσες και η μνήμη της εορτάζεται στις 13 Δεκεμβρίου.
Η περιοχή των Συρακουσών είχε κατοικηθεί από τα πανάρχαια χρόνια, όπως δείχνουν τα αρχαιολογικά ευρήματα στα χωριά γύρω από την ευρύτερη περιοχή, ενώ είχε στενές σχέσεις με τον μυκηναϊκό πολιτισμό. Οι Συρακούσες ιδρύθηκαν το 734 π.Χ., από Έλληνες με προέλευση την αρχαία Κόρινθο και την Τενέα. Αρχηγός των οικιστών ήταν ο Αρχίας ο Κορίνθιος ο οποίος ανήκε στην οικογένεια των Βακχιαδών. Το όνομα της πόλης έμεινε γνωστό με πολλές παραλλαγές όπως Συράκουσαι, Συράκοσαι και Συρακώ.[7] Την πιθανή καταγωγή του ονόματος παρέχει ο συγγραφέας Στέφανος ο Βυζάντιος, συσχετίζοντάς την με λίμνη που υπήρχε στην περιοχή, η οποία λεγόταν Συρακώ.[7][8][9]
Ο Μαρκιανός ο Ηρακλειώτης, ένας άλλος Βυζαντινός συγγραφέας, παρέχει επίσης την πληροφορία ότι ο Αρχίας έδωσε το όνομα στην πόλη που ίδρυσε από ένα έλος στην περιοχή με το όνομα Συρακώ του οποίου την ύπαρξη του έχει επιβεβαιώσει ο Επίχαρμος.[7][10] Ο εποικισμός της περιοχής είχε προγραμματιστεί από τον Αρχία με σχέδιο που είχε στόχο να μοιράσει την περιοχή ανάμεσα στους άνδρες του και να χαράξει τους δρόμους με τους οποίους θα χώριζε τις ιδιοκτησίες.[11] Ο πυρήνας της νέας πόλης ήταν στην αρχή το νησί Ορτυγία, στη θέση εγκατάστασης γηγενών Σικελών τους οποίους εκδίωξαν οι Έλληνες, και στη συνέχεια επεκτάθηκε στην απέναντι ακτή.[12]. Η πόλη γνώρισε σύντομα μεγάλη ανάπτυξη και ευημερία, ίδρυσε πολλές αποικίες στη γύρω περιοχή όπως οι Άκραι Σικελίας (664 π.Χ.), οι Κασμέναι (643 π.Χ.), η Άκριλλα (7ος αιώνας π.Χ.), η Έλωρος (7ος αιώνας π.Χ.) και η Καμάρινα (598 π.Χ.)
Στην αρχή, την εξουσία κρατούσαν στα χέρια τους οι αριστοκράτες απόγονοι των πρώτων αποικιστών, οι λεγόμενοι γαμόροι (γεωμόροι). Στα τέλη του 6ου αι. π.Χ., ο δήμος (τα φτωχότερα στρώματα) της πόλης εξεδίωξε τους γαμόρους. Στη συνέχεια, ο Γέλων, τύραννος της Γέλας, κατέλαβε τις Συρακούσες, επανέφερε τους γαμόρους και ανέλαβε την εξουσία (485 π.Χ.). Στη θέση του στη Γέλα άφησε τον μικρότερο αδελφό του, Ιέρωνα. Ο Γέλων είχε ήδη παντρευτεί τη Δαμαρήτη, κόρη του Θήρωνος, τυράννου του Ακράγαντα. Με την κίνηση αυτή εξασφάλισε τη συμμαχία της άλλης ισχυρής ελληνικής πόλης της Σικελίας. Ο Γέλων μετέφερε στις Συρακούσες πολλούς κατοίκους από άλλες πόλεις όπως η Γέλα, η Καμάρινα και τα Μέγαρα Υβλαία και οικοδόμησε νέα προάστια έξω από τα τείχη της πόλης, όπως η Τύχη και η Νεάπολη. Ο αρχιτέκτονας Δημοκόπος ο Μύριλλος σχεδίασε το νέο μεγάλο θέατρο που έδωσε στην πόλη έντονη πνευματική ζωή. Σύντομα έφτασαν διάσημοι ποιητές όπως ο Αισχύλος, ο Αρίων και ο Εύμηλος ο Κορίνθιος. Με τη δραστηριότητα που ανέπτυξε κατάφερε να δημιουργήσει συνασπισμό με ισχυρές πόλεις: τις Συρακούσες, τη Γέλα και τον Ακράγαντα. Ο ισχυρός αυτός συνασπισμός οδηγήθηκε τελικά σε σύγκρουση με την Καρχηδόνα που κυβερνούσε τη δυτική Σικελία. Η καθοριστική σύγκρουση έλαβε χώρα απέναντι από τα τείχη της Ιμέρας, πόλης της βόρειας Σικελίας. Σε αυτή τη μάχη, τη Μάχη της Ιμέρας (480 π.Χ.), οι δυνάμεις των Συρακουσίων και των Ακραγαντίνων νίκησαν τους Καρχηδόνιους αναστέλλοντας τα σχέδια των τελευταίων για κατάληψη του νησιού για περίπου έναν αιώνα, ο δε αρχηγός των τελευταίων, Αμίλκας Α΄ της Καρχηδόνας, σκοτώθηκε στη μάχη.
Οι Συρακούσιοι ανήγειραν ναό αφιερωμένο στην Αθηνά για να γιορτάσουν τη μεγάλη νίκη. Οι Συρακούσες ενισχύθηκαν σημαντικά την ίδια περίοδο με την έκτασή τους να φτάνει τα 120 εκτάρια. Από τη δεκαετία του 470 π.Χ., οι κάτοικοι άρχισαν να οικοδομούν νέους οικισμούς έξω από τα τείχη. Ο πληθυσμός της πόλης είχε φτάσει το 415 π.Χ. τους 200.000 κατοίκους, όσους είχε την ίδια εποχή η Αθήνα.[13] Όταν πέθανε ο Γέλων, το 478 π.Χ., τον διαδέχτηκε ο αδελφός του Ιέρων Α΄, ο οποίος ισχυροποίησε περισσότερο το κράτος των Συρακουσών, και, συμμαχώντας με την Κύμη, νίκησε τους Τυρρηνούς πειρατές στη Ναυμαχία της Κύμης (474 π.Χ.)[14] Ο Ιέρων Α΄ φιλοξένησε στην αυλή του διάσημους ποιητές όπως ο Σιμωνίδης ο Κείος, ο Βακχυλίδης και ο Πίνδαρος. Όταν πέθανε ο Ιέρων, το 467 π.Χ., τον διαδέχτηκε ο αδελφός του Θρασύβουλος ο Συρακούσιος.
Ο Θρασύβουλος δεν είχε τις ικανότητες των προκατόχων του και καθαιρέθηκε με επανάσταση, έναν χρόνο μετά. Μετά την πτώση της τυραννίας, κυριάρχησε στην πόλη η δημοκρατική παράταξη.[15][16] Μεταξύ του 458 και 452 π.Χ. οι γηγενείς κάτοικοι της Σικελίας, οι Σικελοί, δημιούργησαν ισχυρό κράτος στο εσωτερικό του νησιού και κυρίευσαν ορισμένες ελληνικές (Μοργαντίνη) και καρχηδονιακές πόλεις των παραλίων. Τελικά οι Συρακούσες κατάφεραν να διαλύσουν τον στρατό των Σικελών και να επιβάλλουν την κυριαρχία τους στις περιοχές τους, ενώ έκαναν εκστρατείες και σε άλλα νησιά όπως η Έλβα και η Κορσική. Το 445 π.Χ. οι Συρακούσιοι κατέλαβαν και τον Ακράγαντα, αποκτώντας τον έλεγχο μεγάλου μέρους του νησιού. Πολλές σικελικές πόλεις, δυσαρεστημένες από την ηγεμονία των Συρακουσών, σύναψαν συμμαχία με την Αθήνα. Η Αθήνα αναμείχθηκε στα γεγονότα της Σικελίας το 427 π.Χ, στέλνοντας μικρή δύναμη να βοηθήσει το Ρήγιο και τους Λεοντίνους, που απειλούνταν από τις Συρακούσες. Το 416 π.Χ., με αφορμή τη βοήθεια που ζήτησε η πόλη Έγεστα για να προστατευτεί από τις επιθέσεις του γειτονικού Σελινούντος, οργανώθηκε από την Αθήνα η μεγάλη Σικελική εκστρατεία. Οι Αθηναίοι πολιόρκησαν τις Συρακούσες αλλά, μετά την παρέμβαση των Σπαρτιατών ηττήθηκαν και 7.000 από αυτούς και τους συμμάχους τους σκοτώθηκαν στη μάχη ή αιχμαλωτίστηκαν και πέθαναν από την πείνα στα λατομεία των Συρακουσών. Αργότερα οι Συρακούσιοι έστειλαν 300 οπλίτες μισθοφόρους για να βοηθήσουν τον Κύρο τον νεότερο στην Εκστρατεία των Μυρίων.[17]
Η Έγεστα, μετά την αποτυχία των Αθηναίων να της προσφέρουν βοήθεια, στράφηκε στους Καρχηδόνιους. Αυτοί ανταποκρίθηκαν (409 π.Χ.) στέλνοντας μεγάλο στρατό υπό τον στρατηγό Αννίβα του Μάγωνος (471 π.Χ. - 406 π.Χ.) εγγονό του Αμίλκα που σκοτώθηκε στη Μάχη της Ιμέρας. Ο Αννίβας του Μάγωνος κατέλαβε και κατέστρεψε τον Σελινούντα, την Ιμέρα, τον Ακράγαντα, τη Γέλα και την Καμάρινα και συνέλαβε και εκτέλεσε 3.000 Έλληνες για να εκδικηθεί τον θάνατο του παππού του στην Ιμέρα (480 π.Χ.) Οι Συρακούσιοι, μπροστά στον κίνδυνο, εξέλεξαν στρατηγό αυτοκράτορα τον Διονύσιο τον Πρεσβύτερο ο οποίος, αποκτώντας τον απόλυτο έλεγχο του στρατού, κατέλαβε την εξουσία και έγινε τύραννος (406 π.Χ.). Οικοδόμησε αμέσως ισχυρότατο οχυρό στην Ορτυγία και έκτισε αμυντικό τείχος συνολικού μήκους 22 χλμ. γύρω από την πόλη των Συρακουσών. Ο Διονύσιος στη συνέχεια κατέλαβε πόλεις της ανατολικής Σικελίας και έφερε υπό τον έλεγχό του το μεγαλύτερο τμήμα του νησιού. Στις στρατιωτικές επιχειρήσεις που ακολούθησαν, κατέστρεψε ολοσχερώς τη Νάξο, την Κατάνη και τους Λεοντίνους. Το 398 π.Χ. εξεστράτευσε κατά των καρχηδονιακών βάσεων της Σικελίας, καταφέρνοντας να καταλάβει τη Μοτύη.
Μετά από αυτές τις εξελίξεις, οι Καρχηδόνιοι έστειλαν στρατό στη Σικελία, κατέλαβαν τη Μεσσήνη, και στη συνέχεια πολιόρκησαν τις ίδιες τις Συρακούσες. Οι Συρακούσιοι, ενισχυόμενοι με τριάντα πλοία από τους Σπαρτιάτες, απέκρουσαν τους Καρχηδόνιους και τους νίκησαν στη θάλασσα και στη συνέχεια ανέκτησαν πολλές περιοχές που είχαν χαθεί στον πρόσφατο πόλεμο. Άλλες δύο προσπάθειες των Καρχηδονίων να επιβάλουν την κυριαρχία τους στη Σικελία απέτυχαν και οι Συρακούσες απέκτησαν σταδιακά τον έλεγχο του μεγαλύτερου τμήματος της Σικελίας. Ο Διονύσιος ο Πρεσβύτερος κατέλαβε την Καυλωνία και, με νέες πολεμικές επιχειρήσεις εναντίον της Καρχηδόνας, ανέκτησε και τον Σελινούντα.[18] Μετά τη συνθήκη ειρήνης που ακολούθησε (392 π.Χ.), ο Διονύσιος ο Πρεσβύτερος ίδρυσε το Άδρανον (σημ. Αντράνο), την Τυνδαρίδα, το Ταυρομένιο και κατέκτησε το Ρήγιο. Στην Αδριατική Θάλασσα, ίδρυσε την Αγκώνα (σημ. Ανκόνα), την Άδρια και την Ίσσα, για εμπορικούς σκοπούς. Ο Διονύσιος ο Πρεσβύτερος ήταν επίσης μεγάλος προστάτης των γραμμάτων και των τεχνών και ο Πλάτων φιλοξενήθηκε πολλές φορές στην αυλή του.
Συρακούσες και η Νεκρόπολη της Παντάλικα | |
---|---|
Επίσημο όνομα στον κατάλογο μνημείων Π.Κ. | |
Χώρα μέλος | Ιταλία |
Τύπος | Πολιτιστικός |
Κριτήρια | ii, iii, iv, vi |
Ταυτότητα | 1200 |
Περιοχή | Ευρώπη |
Ιστορικό εγγραφής | |
Εγγραφή | 2005 (29η συνεδρίαση) |
Ο Διονύσιος πέθανε το 367 π.Χ. και τον διαδέχτηκε ο γιος του Διονύσιος ο Νεότερος. Ο Διονύσιος ο Νεότερος δεν διέθετε τις ικανότητες του πατέρα του με αποτέλεσμα, δώδεκα χρόνια μετά, να ανατραπεί από τον θείο του, τον στρατηγό Δίωνα και να καταφύγει στους Επιζεφύριους Λοκρούς. Ο Δίων, μαθητής του Πλάτωνα, δεν κατάφερε να πραγματοποιήσει το πλατωνικό όραμα για το ιδεώδες κράτος και δολοφονήθηκε, έναν χρόνο μετά, από τον Κάλλιππο, άνθρωπο με ύποπτη και σκοτεινή δράση[19]. Αυτός δεν διατηρήθηκε πολύ καιρό στην εξουσία, καθώς δολοφονήθηκε δύο χρόνια μετά, το 353 π.Χ. Ακολούθησε τότε στις Συρακούσες περίοδος αναρχίας που είχε ως αποτέλεσμα, το 346 π.Χ., να ξαναπάρει την εξουσία της πόλης ο Διονύσιος ο Νεότερος. Οι εξόριστοι Συρακούσιοι τότε ζήτησαν από τη μητρόπολή τους, την Κόρινθο, να τους βοηθήσει να διώξουν τον τύραννο και η Κόρινθος ανταποκρίθηκε στέλνοντας στρατό με επικεφαλής τον Τιμολέοντα. Πριν οι δυνάμεις του Τιμολέοντος φτάσουν στη Σικελία, ο τύραννος των Λεοντίνων Ικέτας κατέλαβε τις Συρακούσες και περιόρισε τον Διονύσιο στο νησί Ορτυγία. Ο Τιμολέων με τις δυνάμεις του νίκησε τον Ικέτα ενώ κατέλαβε και την Ορτυγία, συλλαμβάνοντας τον Διονύσιο. Στη συνέχεια ανέλαβε την εξουσία της πόλης και άρχισε την ανασυγκρότησή της (343 π.Χ.). Το 339 π.Χ. οι Καρχηδόνιοι επιχείρησαν πάλι εκστρατεία στη Σικελία. Ο Τιμολέων τους αντιμετώπισε στη Μάχη του ποταμού Κριμήσου και τους νίκησε. Στη συνέχεια στράφηκε κατά κάποιων τυράννων ελληνικών πόλεων, ορισμένοι απ’ τους οποίους είχαν συμμαχήσει με τους Καρχηδόνιους, και τους εκτέλεσε ή τους εκθρόνισε. Οι Καρχηδόνιοι, μετά την ήττα και των τελευταίων συμμάχων τους στη Σικελία, αναγκάστηκαν να κλείσουν ειρήνη με τον Τιμολέοντα. Ο Τιμολέων πέθανε το 337 π.Χ. έχοντας πετύχει να απωθήσει τους Καρχηδόνιους και να ισχυροποιήσει τις Συρακούσες.[20]
Το 316 π.Χ. ανέλαβε την εξουσία ο Αγαθοκλής ο οποίος μετέτρεψε το πολίτευμα σε τυραννία. Ο Αγαθοκλής απέβλεπε στη δημιουργία ενός ισχυρού κράτους με κέντρο τις Συρακούσες και σύντομα στράφηκε κατά των Καρχηδονίων που ήταν το ισχυρότερο εμπόδιο στις φιλοδοξίες του. Αφού απέτυχε να τους νικήσει στη Σικελία, αποφάσισε να μεταφέρει τον πόλεμο στην Αφρική. Συμμάχησε με τον τύραννο της Κυρήνης Οφέλλα και εξεστράτευσε στα εδάφη της Καρχηδόνας. Μετά τη νικηφόρα μάχη της Τύνιδας, και αφού κατέλαβε κάποιες πόλεις, τελικά διέκοψε την εκστρατεία και επέστρεψε στη Σικελία γιατί ο Οφέλλας σταμάτησε να τον στηρίζει και επιπλέον είχε επαναστατήσει η πόλη του Ακράγαντα.
Με την επιστροφή του συνέχισε τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Σικελία, καταλαμβάνοντας το μεγαλύτερο τμήμα του νησιού. Στη συνέχεια στράφηκε κατά των Βρεττίων της Νότιας Ιταλίας, προσαρτώντας ένα τμήμα της περιοχής τους στο κράτος του. Ο Αγαθοκλής πέθανε το 289 π.Χ., έχοντας δημιουργήσει ένα μεγάλο κράτος. Μετά τον θάνατο του Αγαθοκλή, το κράτος των Συρακουσών εξασθένησε και αντιμετώπισε νέες εισβολές των Καρχηδονίων. Μπροστά στον νέο κίνδυνο, οι ελληνικές πόλεις της Σικελίας κάλεσαν για βοήθεια τον Πύρρο που εκείνη την περίοδο πραγματοποιούσε εκστρατεία στη Μεγάλη Ελλάδα.
Ο Πύρρος νίκησε τους Καρχηδόνιους οι οποίοι είχαν φτάσει πάλι να απειλούν τις Συρακούσες, κατέλαβε την πόλη Έρυξ (σημ. Έριτσε) και τους περιόρισε στην πόλη Λιλύβαιο, στα δυτικά του νησιού. Στη συνέχεια όμως εκδήλωσε ηγεμονικές διαθέσεις με αποτέλεσμα να στραφούν πολλές σικελικές πόλεις εναντίον του. Μετά τη δημιουργία εχθρικού κλίματος στη Σικελία εναντίον του, ο Πύρρος αποχώρησε και συνέχισε τις επιχειρήσεις του στην Ιταλία.
Μετά την αποχώρηση του Πύρρου, οι Συρακούσες πέρασαν σε περίοδο πολιτικής αστάθειας που έληξε το 275 π.Χ., εποχή που ανέβηκε στην εξουσία ο Ιέρων Β΄ των Συρακουσών, ο οποίος επέβαλλε τυραννικό καθεστώς.[21] Ο Ιέρων αρχικά αντιμετώπισε τους Μαμερτίνους, ομάδα μισθοφόρων από την Καμπανία της νότιας Ιταλίας, οι οποίοι είχαν καταλάβει τη Μεσσήνη και πραγματοποιούσαν επιδρομές στις γύρω περιοχές. Για να τους αντιμετωπίσει έκλεισε συμμαχία με τους Καρχηδόνιους και μετά από σειρά επιχειρήσεων κατάφερε να τους περιορίσει. Τότε αυτοί αναγκάστηκαν να ζητήσουν τη βοήθεια της Ρώμης. Η εμπλοκή της Ρώμης στη Σικελία οδήγησε στον πρώτο Καρχηδονιακό πόλεμο. Ο Ιέρων στο διάστημα αυτό έκλεισε ειρήνη με τη Ρώμη και κατάφερε να διατηρήσει τις κτήσεις του. Στη συνέχεια συμμάχησε με τη Ρώμη.[22] Ο Ιέρων πέθανε το 215 π.Χ. και αφού ο γιος του και διάδοχός του, ο Γέλων Β΄, είχε πεθάνει πρόωρα, τον διαδέχτηκε ο νεαρός εγγονός του, Ιερώνυμος, ο οποίος δολοφονήθηκε ένα χρόνο μετά, από φιλορωμαϊκή συνωμοσία. Μετά τον θάνατο και του Ιερώνυμου, η στάση της πόλης έγινε εχθρική προς τη Ρώμη. Οι Ρωμαίοι τότε πολιόρκησαν τις Συρακούσες με τις λεγεώνες τους, υπό την αρχηγία του υπάτου Μάρκου Κλαυδίου Μαρκέλλου. Τις κατέλαβαν το 212 π.Χ. μετά από πολιορκία ενός έτους, χάρη στην προδοσία ενός Ίβηρα μισθοφόρου. Κατά τη λεηλασία της πόλης, σκότωσαν τον μεγάλο μαθηματικό και μηχανικό της αρχαιότητας, Αρχιμήδη, ο οποίος κατασκευάζοντας ειδικές μηχανές είχε ενισχύσει την άμυνα των Συρακουσών.
Έτος (π.Χ.) | Γεγονός |
---|---|
734/3 | Ίδρυση των Συρακουσών από Κορίνθιους αποίκους |
705 περ. | Ίδρυση της Ελώρου από τους Συρακούσιους στη νοτιοανατολική ακτή της Σικελίας |
664/3 | Ίδρυση των Ακρών από τους Συρακούσιους στο οροπέδιο των Υβλαίων ορέων. |
644/3 | Ίδρυση των Κασμενών από τους Συρακούσιους. |
598/7 | Ίδρυση της Καμάρινας από τους Συρακούσιους στη νοτιοανατολική Σικελία |
485 | Ο Γέλων καταλαμβάνει τις Συρακούσες και εγκαθιστά τυραννικό καθεστώς |
478 - 467 | Περίοδος διακυβέρνησης του Ιέρωνος Α΄ |
415 - 413 | Οι Αθηναίοι πραγματοποιούν τη Σικελική εκστρατεία |
406 - 367 | Τυραννία του Διονυσίου του Πρεσβύτερου |
344 | Έναρξη της εκστρατείας του Τιμολέοντος |
316-289 | Τυραννία του Αγαθοκλέους |
277 | Έναρξη της εκστρατείας του Πύρρου στη Σικελία |
275-215 | Βασιλεία του Ιέρωνος Β΄ |
212 | Άλωση των Συρακουσών από τους Ρωμαίους |
Την εποχή που κυβερνούσε τη Σικελία η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, οι Συρακούσες εξακολουθούσαν να είναι η πρωτεύουσα του νησιού. Εκεί είχε την έδρα του ο πραίτορας, και η πόλη παρέμεινε το εμπορικό κέντρο ανάμεσα στα ανατολικά και στα δυτικά τμήματα της αυτοκρατορίας. Ο Χριστιανισμός εξαπλώθηκε στην πόλη χάρη στις προσπάθειες που έκαναν ο Απόστολος Παύλος και ο Άγιος Μαρκιανός, που έγινε ο πρώτος επίσκοπος της πόλης, εξελίχτηκε σε ένα από τα σημαντικότερα κέντρα χριστιανικού Προσηλυτισμού. Την εποχή των διωγμών των Χριστιανών, η πόλη γέμισε κατακόμβες, έχοντας τις περισσότερες κατακόμβες στον κόσμο μετά τη Ρώμη. Μετά τους Ρωμαίους κυβέρνησαν οι Βάνδαλοι μέχρι που ανακατέλαβε τις Συρακούσες ο Βυζαντινός στρατηγός Βελισάριος (31 Δεκεμβρίου 535). Ο αυτοκράτορας Κώνστας Β΄ μετέφερε την περίοδο 663 - 668 την πρωτεύουσα του στις Συρακούσες οι οποίες έγιναν η μητρόπολη της Σικελικής εκκλησίας.
Την πόλη πολιόρκησαν τη διετία 827 - 828 οι μουσουλμάνοι Αγλαβίδες αλλά η άφιξη των βυζαντινών ενισχύσεων απέτρεψε την πτώση της. Παρέμεινε το κέντρο της βυζαντινής αντίστασης και ήταν η τελευταία πόλη που έπεσε στους Αγλαβίδες (20 Μαΐου 878). Τους επόμενους δύο αιώνες που η Σικελία βρισκόταν υπό αραβική κυριαρχία, η πρωτεύουσα του Εμιράτου της Σικελίας μετακινήθηκε από τις Συρακούσες στο Παλέρμο. Ο καθεδρικός ναός της πόλης έγινε τζαμί και στο γειτονικό νησί Ορτυγία οικοδομήθηκαν πολλά ισλαμικά κτίρια. Η πόλη παρέμεινε σημαντικό καλλιτεχνικό, εμπορικό και πνευματικό κέντρο και μεγάλη ποιητές έζησαν στην πόλη, όπως ο Σικελάραβας Ίμπν Χαμντίς, τον 12ο αιώνα. Το 1040, ο Βυζαντινός στρατηγός Γεώργιος Μανιάκης ανακατέλαβε την πόλη και έστειλε τα οστά της Αγίας Λουκίας στην Κωνσταντινούπολη. Το κάστρο στην Ορτυγία, το οποίο οικοδόμησε ο Οίκος των Χοενστάουφεν, έχει το όνομά του. Οι Νορμανδοί μπήκαν στις Συρακούσες το 1085, καταλαμβάνοντας το τελευταίο αραβικό οχυρό του νησιού μετά από μακρά πολιορκία. Ο Ρογήρος Α΄ της Σικελίας έδωσε δώρο την πόλη στον μεγάλο νόθο γιο του, Ιορδάνη των Ωτβίλ. Οι Νορμανδοί οικοδόμησαν νέα κτίσματα και αποκαταστάθηκε ο Καθεδρικός ναός και πολλές άλλες εκκλησίες.
Το 1194, ο Ερρίκος ΣΤ΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας κατέλαβε το Βασίλειο της Σικελίας και τις Συρακούσες. Στη συνέχεια, πέρασαν για ένα μικρό χρονικό διάστημα στη Δημοκρατία της Γένοβας (1205 - 1220). Ο Φρειδερίκος Β΄ Χοενστάουφεν ανακατέλαβε την πόλη και έκτισε σημαντικά ανάκτορα όπως το κάστρο του Μανιάκη στην Ορτυγία, τα επισκοπικά ανάκτορα και τα ανάκτορα του Μπελλόμο. Ο θάνατός του, το 1250, έφερε μεγάλη περίοδο αστάθειας και αναρχίας. Τη Σικελία κυβέρνησε στη συνέχεια ο Οίκος των Καπετιδών-Ανδεγαυών (Ανζού) με τον Κάρολο τον Ανδεγαυό. Αυτοί εκδιώχθηκαν βίαια όταν ξέσπασε ο Σικελικός Εσπερινός (1282), επανάσταση που υποδαυλίστηκε από πράκτορες του αυτοκράτορα Μιχαήλ Η' Παλαιολόγου και από τον Οίκο της Βαρκελώνης που κυβερνούσε το Βασίλειο της Αραγωνίας. Κατά τον Σικελικό Εσπερινό, έγινε μεγάλη σφαγή των Γάλλων. Οι κάτοικοι των Συρακουσών ήταν πρωταγωνιστές στην εκδίωξη των Γάλλων, η οποία συντελέστηκε μέχρι το 1298, και δέχτηκαν σημαντικά προνόμια από τους Αραγωνέζους. Τότε οικοδομήθηκαν νέα ανάκτορα, όπως του Αμπέλα, του Κιαραμόντε και του Νάβα.
Η πόλη καταστράφηκε από δύο ισχυρούς σεισμούς (1542, 1693) και μία επιδημία πανώλης το 1729. Τον 17ο αιώνα οικοδομήθηκαν νέα μεγάλα κτίρια που άλλαξαν την όψη της πόλης όπως το Βαλ ντι Νότο στον ρυθμό του σικελικού μπαρόκ που ήταν γνωστός σε ολόκληρη τη νότια Ιταλία. Η επιδημία χολέρας, το 1837, είχε ως αποτέλεσμα την εξέγερση εναντίον των Βουρβόνων οι οποίοι τότε, ως τιμωρία, μετακίνησαν την πρωτεύουσα της Σικελίας στην πόλη Νότο. Η επίδραση των Συρακουσών εξακολουθούσε να είναι ισχυρή και οι κάτοικοι ήταν πρωταγωνιστές στην εξέγερση για τη Σικελική ανεξαρτησία, το 1848.
Κατά τον Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, οι Συρακούσες είχαν βαριές απώλειες από τους βομβαρδισμούς των Συμμαχικών δυνάμεων και των Γερμανών (1943). Η εισβολή των Συμμάχων στη Σικελία, που έμεινε γνωστή με τον κωδικό "Επιχείρηση Χάσκυ", έγινε τη νύχτα της 9ης Ιουλίου 1943 όταν οι βρετανικές δυνάμεις επιτέθηκαν στο νησί. Το σχέδιο ήταν η 5η Βρετανική Μεραρχία Πεζικού υπό την ηγεσία του στρατηγού Μπέρναρντ Μοντγκόμερυ να καταλάβει τις Συρακούσες την πρώτη ημέρα της επίθεσης. Η επιχείρηση πέτυχε και οι βρετανικές δυνάμεις κατέλαβαν την πόλη την πρώτη νύχτα της επιχείρησης.[23] Στη συνέχεια, το λιμάνι των Συρακουσών χρησιμοποιήθηκε ως βάση για το Βασιλικό Ναυτικό της Βρετανίας.[24] Το νεκροταφείο στα δυτικά της πόλης περιέχει τις σορούς 1.000 στρατιωτών της Βρεταννικής Κοινοπολιτείας. Μετά τον πόλεμο, η εκβιομηχάνιση της πόλης έφερε την άναρχη επέκτασή της προς τα βόρεια. Οι Συρακούσες έχουν σήμερα 125.000 κατοίκους και αποτελούν μεγάλο τουριστικό προορισμό χάρη στα ιστορικά μνημεία και τις αρχαιότητες, όπως το Αυτί του Διονυσίου. Από τη δεκαετία του 1990 άρχισαν εργασίες ανάπλασης του ιστορικού κέντρου.
Οι Συρακούσες έχουν το τυπικό μεσογειακό κλίμα της Σικελίας με ζεστά ξηρά καλοκαίρια και ήπιους υγρούς χειμώνες. Οι χιονοπτώσεις και οι παγωνιές είναι σπάνιο φαινόμενο. Η τελευταία συνέβη τον Δεκέμβριο του 2014, με μηδέν βαθμούς Κελσίου.[25]
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.