Remove ads
φιλοσοφικό έργο του Πλάτωνα From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Πολιτεία (ή Περί δικαίου) είναι ένα από τα γνωστότερα έργα του Πλάτωνα, το οποίο γράφτηκε περίπου το 380 π.Χ.,[1] ή ολοκληρώθηκε γύρω στα 374 π.Χ.,[2] κι έχει ασκήσει μεγάλη επιρροή τόσο στη φιλοσοφία, όσο και στην πολιτική θεωρία.
Συγγραφέας | Πλάτων |
---|---|
Τίτλος | Πολιτεία |
Γλώσσα | αρχαία ελληνικά Ελληνικά |
Ημερομηνία δημιουργίας | Δεκαετία του 380 π.Χ. |
Θέμα | πολιτική φιλοσοφία |
Σειρά | Πλατωνικός διάλογος |
Χαρακτήρες | Σωκράτης |
Τόπος | Αρχαία Αθήνα |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Στην Πολιτεία, ο Σωκράτης και άλλοι εξέχοντες Αθηναίοι και ξένοι συζητούν τη σημασία της δικαιοσύνης και εξετάζουν κατά πόσο είναι πιο ευτυχισμένος ένας δίκαιος άνθρωπος από έναν άδικο, κατασκευάζοντας μια ουτοπική πολιτεία, την "Καλλίπολη", με κυβερνώντες τους φιλόσοφους-βασιλείς.
Επίσης, συζητούνται μεταξύ άλλων: η φύση του φιλόσοφου, ή "Περί Ιδεών" θεωρία του Πλάτωνα (Αλληγορία του Σπηλαίου), η διαμάχη ανάμεσα στη φιλοσοφία και την ποίηση, η ιδεατή διαπαιδαγώγηση των νέων, η αθανασία της ψυχής και τα κοινά σημεία ανάμεσα στην ανθρώπινη ψυχή και την πόλη.
Η αρχική αρχαιοελληνική ονομασία Πολιτεία σημαίνει το δόγμα και τον χαρακτήρα μιας πολιτικής κοινωνίας, δηλαδή το πολίτευμά της. Το όνομα συναντάται πρώτη φορά στα Πολιτικά του Αριστοτέλους,[3] ενώ το έτερο όνομα «Περὶ δικαίου» πιθανώς προσετέθη κατά τον πρώτο αιώνα από τον Θράσυλο (ο οποίος και χώρισε την πολιτεία σε δέκα βιβλία, όχι κατά νόημα αλλά κυρίως κατά μέγεθος ώστε να χωρούν στους παπύρους της τότε εποχής). Σχετικά με τον δεύτερο τίτλο, αξίζει να σημειωθεί ότι δεν αναφέρεται στα καλύτερα των χειρογράφων. Στα λατινικά ονομάστηκε Res Publica που σημαίνει "καθεστώς διαχείρισης των δημοσίων πραγμάτων". Η λατινική ορολογία ταυτιζόταν με τη Ρωμαϊκή Δημοκρατία, αν και δεν πρόκειται για ένα έργο το οποία αναφέρεται στην έννοια της δημοκρατίας, όπως γίνεται αντιληπτή στο σύγχρονο πλαίσιο του όρου.
Το σκηνικό του διαλόγου τοποθετείται στην κατοικία του Πολέμαρχου στον Πειραιά. Ο δραματικός χρόνος είναι το 422 π.Χ.,[4] στη διάρκεια της περιόδου ανάπαυλας από τον Πελοποννησιακό Πόλεμο που είναι γνωστή ως Ειρήνη του Νικία. Ο όλος διάλογος περιγράφεται από τον Σωκράτη την επομένη της ημέρας που έλαβε χώρα.
Η Πολιτεία χωρίζεται σε 10 βιβλία. Ο διαχωρισμός δεν προέρχεται από τον Πλάτωνα αλλά από τους μεταγενέστερους εκδότες και μελετητές. Ο Μπέρτραντ Ράσελ χωρίζει σε τρία τμήματα την Πολιτεία του Πλάτωνα:[5]
Παρακάτω παρατίθεται μια επιγραμματική περιγραφή των περιεχομένων κάθε βιβλίου:
Στην αρχή του διαλόγου οι ομιλητές διαφωνούν για το πώς ορίζεται η δικαιοσύνη, καθώς ο γηραιός Κέφαλος την ορίζει ως τιμιότητα στις συναλλαγές και συνέπεια στην απόδοση των χρεών, ενώ ο γιος του, Πολέμαρχος, θεωρεί δικαιοσύνη την απόδοση του καλού στους φίλους και του κακού στους εχθρούς. Ο Θρασύμαχος κρίνει ότι υφίσταται και το δίκαιο του ισχυρότερου και ο Γλαύκων, φέρνοντας ως παράδειγμα το μύθο για το δαχτυλίδι του Γύγη, υποστηρίζει ότι η δικαιοσύνη αποτελεί απλά μια κοινωνική σύμβαση, καθώς και ο δίκαιος και ο άδικος άνθρωπος θα έκαναν την αδικία, αν ήξεραν πως δεν θα τιμωρηθούν, βγάζοντας συμπέρασμα πως είναι προτιμότερο να ζει κανείς «μέσα» στην αδικία.
Ο Σωκράτης εν μέρει συμφωνεί με όλους, ωστόσο δεν δέχεται καμιά από τις προτάσεις ως πλήρως ολοκληρωμένη για να λειτουργήσει ως "ορισμός της δικαιοσύνης". Έτσι, προκειμένου να εξετάσουν το πώς η δικαιοσύνη μπορεί να εφαρμοστεί για τον καθένα και ταυτόχρονα για όλους, ερευνούν το πώς η έννοια της δικαιοσύνης εφαρμόζεται σε ολόκληρη την πόλη.
Η ιδεώδης πολιτεία χαρακτηρίζεται από τέσσερις αρετές: σοφία, ανδρεία, σωφροσύνη και δικαιοσύνη: ο κάθε ένας στην κοινωνία κάνει αυτό που χρειάζεται, ανάλογα με τον ρόλο του μέσα σε αυτήν, χωρίς να εμποδίζει τη λειτουργία των άλλων και να ξεφεύγει από τα πλαίσια που έχουν οριστεί για τον ίδιο, χωρίς δηλαδή να είναι πολυπράγμων (433a-433b). Για να διατηρήσει τη δικαιοσύνη, που ορίζεται ως ο άξονας της ισορροπίας στην ηθική και πολιτική, ο Πλάτων φτάνει, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η Romilly,[6] στα άκρα.[7]
Εφόσον στην Πολιτεία υπάρχει δικαιοσύνη, η ψυχή του κάθε ατόμου εμφανίζεται αρμονική και χωρίζεται σε τρία μέρη:
Τα τρία αυτά μέρη της ψυχής αντιστοιχούν στις ανάλογες τρεις τάξεις της Πολιτείας: το επιθυμητικόν στους "δημιουργούς", το θυμοειδές στους "φύλακες-επίκουρους" και το λογιστικόν στους "φύλακες-άρχοντες". Συνεπώς, η δικαιοσύνη ταυτίζεται με την αρμονία των διαφορετικών μερών της ψυχής.
Τελικά, προς το τέλος του έργου, ο Σωκράτης επανέρχεται στο ζήτημα της σύγκρισης δίκαιου και άδικου ανθρώπου, παραθέτοντας το παράδειγμα του τυράννου Αρδιαίου: αν ο άνθρωπος δεν κάνει καμιά προσπάθεια να θέσει το επιθυμητικόν υπό το λογιστικόν μέρος, τότε θα έρθει η στιγμή που τελικά θα τιμωρηθεί για τις πράξεις του. Ο τύραννος διαφέρει από τον "φιλόσοφο-βασιλιά" που είναι δίκαιος, αναζητά την αλήθεια, απολαμβάνει τις αληθινές, φιλοσοφικές απολαύσεις κι είναι ο μόνος που μπορεί να διακρίνει ποιο πολίτευμα είναι το καλύτερο, καθώς μόνο εκείνος διαβλέπει το Αγαθό.[8]
Η Πολιτεία που αρχίζει να αναπτύσσεται μέσα από τα λόγια του Σωκράτη κατακρίνεται από τον Αδείμαντο και τον Γλαύκωνα, καθώς ο πρώτος δε βρίσκει σε αυτήν ευτυχία και ο δεύτερος τιμή και δόξα. Έτσι, ο Σωκράτης δημιουργεί μια πόλη όπου δεν υπάρχει ιδιοκτησία, προσωπική ζωή και οικογένεια, ενώ η φιλοσοφία δεν είναι προσβάσιμη από τις κατώτερες τάξεις. Όλα θυσιάζονται για το κοινό καλό και ο καθένας περιορίζεται στις δραστηριότητες εκείνες που ταιριάζουν στη φύση του.
Εφόσον υπάρχει κοινοκτημοσύνη, δεν υπάρχει διαχωρισμός ανάμεσα σε πλούσιους ή φτωχούς. Δεν υπάρχουν δούλοι, όπως και κανένας διαχωρισμός μεταξύ ανδρών και γυναικών. Υπάρχει ενιαίο εκπαιδευτικό σύστημα για άνδρες και γυναίκες, ενώ από την ιδεώδη Πολιτεία αποκλείεται εκείνο το κομμάτι των τεχνών της ποίησης, της μουσικής και του θεάτρου (τραγωδίας και κωμωδίας), που δε στοχεύει στη λογική, αλλά στα πάθη. Απορρίπτονται επομένως τα έργα εκείνα που απευθύνονται στο κατώτερο μέρος της ψυχής, που ανατρέπει την αρμονία αν κυριαρχήσει των άλλων δυο, και που παράλληλα αποτελούν απλά μίμηση της παρούσας ζωής, η οποία με τη σειρά της είναι μόνο μια μίμηση των "αιώνιων Ιδεών". Η απαγόρευση αυτή είναι πιο αυστηρή στους φύλακες-επίκουρους και άρχοντες, καθώς πρέπει να αποφεύγουν κάθε είδους διαφθορά.
Η κατάργηση του πλούτου οδηγεί στην παρακμή της παραδοσιακής οικογένειας: κανένα παιδί δε θα πρέπει να γνωρίζει τους γονείς του και το αντίστροφο, προκειμένου να αποφευχθεί η κληροδότηση, η προσωπική περιουσία και ο νεποτισμός στα δημόσια αξιώματα. Οι άρχοντες σχηματίζουν ζεύγη για αναπαραγωγή, φροντίζοντας όμως να μην υπάρχει ερωτική ασυδοσία. Έτσι, παράγεται σταθερός πληθυσμός μέσω της ευγονικής, ενώ παράλληλα η κοινωνική συνοχή αυξάνεται, καθώς οι οικογενειακοί δεσμοί εκφράζονται προς όλα τα μέλη της Πολιτείας.
Ο Πλάτωνας χαρακτηριστικά υποστήριζε ότι "όταν οι φιλόσοφοι βασιλέψουν και οι βασιλιάδες φιλοσοφήσουν, μόνο τότε θα ευτυχήσουν οι λαοί". Εφόσον, στο μύθο του σπηλαίου, έχει περιγραφεί η φυγή από το σπήλαιο των απελευθερωμένων δεσμωτών, των φιλοσόφων, κρίνεται πως μόνο αυτοί είναι κατάλληλοι για τη διακυβέρνηση της Πολιτείας, εφόσον έχουν γνωρίσει τον αληθινό κόσμο των Ιδεών, που φωτίζεται από το "Αγαθό".
Όπως ορίζει και το ίδιο το όνομά του, ο Φιλόσοφος-βασιλιάς του Πλάτωνα αγαπά τη σοφία και την αληθινή γνώση, εφόσον γνωρίζει τις Ιδέες. Στην παρομοίωση της Πολιτείας με καράβι ακυβέρνητο, ο ιδιοκτήτης δεν μπορεί να οδηγήσει στη σωτηρία, γιατί ούτε βλέπει ούτε ακούει, καθώς οι ναύτες φιλονικούν μεταξύ τους. Ο φιλόσοφος είναι αυτός που έχει την ικανότητα να οδηγήσει σωστά, παρατηρώντας τους ανέμους, τον ουρανό, τα αστέρια κλπ. Οι ναύτες περιγελούν και αγνοούν τις συνήθειες αυτές, γιατί ποτέ τους δεν έχουν γνωρίσει κάποιον αληθινό φιλόσοφο.
Κατά την εποχή του Διαφωτισμού, ο Βολταίρος ήταν αυτός που εισήγαγε τον όρο "Πεφωτισμένη δεσποτεία", προκειμένου να περιγράψει τη διακυβέρνηση ορισμένων Ευρωπαίων μοναρχών, οι οποίοι υιοθετούσαν τις ιδέες του Διαφωτισμού και κυρίως έδιναν έμφαση στη Λογική με την οποία προσπαθούσαν να διακυβερνήσουν την χώρα τους. Από την άλλη πλευρά, ακριβώς αυτή η δομή του κοινωνικού βίου που περιγράφεται μέσω του Σωκράτη ώθησε φιλόσοφους και μελετητές του 20ού αιώνα στην κριτική εναντίον του Πλάτωνα: ο φιλόσοφος Καρλ Πόπερ, για παράδειγμα, εξέφραζε στο έργο του ότι η Πολιτεία του Πλάτωνα άσκησε μεγάλη επιρροή στα σύγχρονα ολοκληρωτικά καθεστώτα[9] (Στάλιν, Χίτλερ).
Προκειμένου οι πολίτες της Καλλίπολης να διαχωριστούν στις 3 τάξεις των δημιουργών, των φυλάκων/ επίκουρων και των φυλάκων/ αρχόντων, ο Πλάτων, μέσω των χαρακτήρων του διαλόγου, δηλώνει πως θα ήταν αναγκαίο ένα γενναίον ψεύδος για την αυστηρή κοινωνική συνοχή. Θα έπρεπε να πεισθούν ότι είχε προεξοφληθεί το είδος του χαρακτήρα τους, όταν βγήκαν από τα σπλάχνα της γης. Όταν τους δημιουργούσε ο Θεός, τους φύλακες-άρχοντες τους έφτιαξε από χρυσάφι, τους φύλακες-επίκουρους από ασήμι και τους δημιουργούς από σίδηρο και χαλκό.
Ωστόσο, υπάρχει κινητικότητα ανάμεσα στις τάξεις, καθώς η Ιδεώδης Πολιτεία βασίζεται στην αριστοκρατία του πνεύματος. Αν από χρυσούς γονείς γεννιόταν διαφορετικό παιδί ή αντίστροφα, σε κάθε περίπτωση όφειλαν να το στείλουν στην τάξη όπου πραγματικά ανήκε.
Ο Πλάτωνας προτιμούσε κάτι τέτοιο, ακόμη και λάθος, όπου όλοι οι άνθρωποι θα συνέχιζαν ευτυχισμένοι τη ζωή τους, παρά μια δημοκρατία, όπου θα κυριαρχούσε ο όχλος και θα επερχόταν δυστυχία. Ο χαρακτηρισμός "γενναίον" σχετίζεται µε το σκοπό για τον οποίον λέγεται: να πεισθούν οι πολίτες ότι πρέπει να αισθάνονται αδέλφια για να εξασφαλιστεί η διατήρηση και ευδαιμονία της πόλεως. Ο Αριστοτέλης στα Πολιτικά και στα Ηθικά Νικομάχεια επικρίνει τη θεωρία αυτή και υποστηρίζει ότι θα προκαλεί στάσεις (εξεγέρσεις) στην πόλη και δε θα συµβάλλει στην ενότητά της.
Η Πολιτεία περιλαμβάνει την Αλληγορία του σπηλαίου, με την οποία ο Πλάτων εξηγεί τη Θεωρία των Ιδεών του.
Η αλληγορία του σπηλαίου είναι μια προσπάθεια τεκμηρίωσης της θέσης του φιλόσοφου ως βασιλιά στην Ιδεώδη Πολιτεία. Μια ομάδα ανθρώπων ζουν σε ένα σπήλαιο όλη τους τη ζωή, αλυσοδεμένοι σε έναν τοίχο, χωρίς να μπορούν να δουν έξω από το σπήλαιο, ούτε να δουν πίσω τους, όπου βρίσκεται μια φλόγα που φωτίζει τα αντικείμενα που κινούνται και ρίχνει τις σκιές τους στα τοιχώματα του σπηλαίου. Οι φυλακισμένοι αρχίζουν να αποδίδουν αυτά τα σχήματα με όρους και έννοιες, ενώ πιστεύουν ότι οι σκιές αυτές είναι πραγματικές.
Το ότι οι φυλακισμένοι, ωστόσο, μπορούν να δουν μόνο τις σκιές αυτές, δε σημαίνει ότι ο υπαρκτός κόσμος περιορίζεται μόνο μέσα στο σπήλαιο.[10] Αν κάποιοι καταφέρουν να λυθούν από τις αλυσίδες και βγουν από το σπήλαιο, θα τυφλωθούν από τη λάμψη του Ήλιου και θα επιστρέψουν πίσω. Αν, ωστόσο, συνηθίσουν το φως, θα δουν καθαρά τον Ήλιο, που συμβολίζει το Αγαθό, και θα καταλάβουν ότι όσα έβλεπαν μέσα στο σπήλαιο ήταν απλά προβολές, σκιές της αλήθειας. Ίσως σκεφτούν να επιστρέψουν πίσω, λυπούμενοι τους φυλακισμένους συντρόφους τους. Πίσω, όμως, στο σπήλαιο, δε θα μπορούν να συνηθίσουν στο σκοτάδι, και, προσπαθώντας να διδάξουν στους υπόλοιπους την αλήθεια, ίσως δεχτούν το μίσος και την αντίδρασή τους[7]. Ωστόσο, όσοι ελευθερώθηκαν, οι φιλόσοφοι, έχουν χρέος να επιστρέψουν πίσω και να διδάξουν και τους υπόλοιπους.
Συχνά, ο Ήλιος, που συμβολίζει το Αγαθό, ωθεί στην ερμηνεία του Μύθου του Σπηλαίου από θρησκευτικής απόψεως: χωρίς Θεό, οι άνθρωποι ζουν μέσα το σκοτάδι.[11] Ο κόσμος μέσα στο σπήλαιο εκφράζει την εμμονή στα "αισθητά πράγματα", όσων μπορούν οι άνθρωποι να αντιληφθούν με τις αισθήσεις τους, ενώ η άνοδος στον πραγματικό κόσμο και η όραση των αληθινών Ιδεών υπό το φως του Ήλιου οδηγούν στην εναρμόνιση των τριών τμημάτων της ψυχής και την ενδυνάμωση του λογιστικού.[12]
Ο Πλάτων αφιερώνει μεγάλο τμήμα της Πολιτείας του στις συζητήσεις σχετικά με την Ιδεώδη Πολιτεία. Ωστόσο, παρέμενε το θέμα του τύπου διακυβέρνησης, οπότε η συζήτηση καταλήγει σε τέσσερα είδη πολιτευμάτων, τα οποία δεν μπορούν να επιβιώσουν: η τιμοκρατία, η ολιγαρχία (πλουτοκρατία), η δημοκρατία και η τυραννία (δεσποτισμός).
Ο Σωκράτης ορίζει την τιμοκρατία ως ένα πολίτευμα, στο οποίο κυβερνούν άτομα που αγαπούν την τιμή και έχουν επιλεχθεί σύμφωνα με τον βαθμό τιμής που κατέχουν στην κοινωνία. Η τιμή συχνά εξισώνεται με τον πλούτο και την ιδιοκτησία, οπότε το "χρυσό" αυτό πολίτευμα θα οδηγούσε στον υλισμό.
Οι πειρασμοί αυτοί δημιουργούν μια σύγχυση ανάμεσα στην τιμή και το οικονομικό καθεστώς, κάτι που θα οδηγούσε στην εμφάνιση της ολιγαρχίας. Ο Σωκράτης υπογραμμίζει ότι ο πλούτος δε θα βοηθήσει τον καπετάνιο να ελέγξει το πλοίο του. Η αδικία αυτή διαχωρίζει πλούσιους και φτωχούς, δημιουργώντας έτσι ένα περιβάλλον για εγκληματίες και επαίτες. Οι πλούσιοι συνωμοτούν συνεχώς ενάντια των φτωχών και αντίστροφα.
Καθώς μεγαλώνει αυτό το κοινωνικοοικονομικό χάσμα, αυξάνονται και οι εντάσεις ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις, δίνοντας χώρο για την εμφάνιση της δημοκρατίας. Οι φτωχοί ανατρέπουν τους άπειρους ολιγαρχικούς και σύντομα παρέχουν ελευθερίες σε όλους τους πολίτες. Κάποιος δημαγωγός σύντομα ανέρχεται για να προστατέψει το δίκιο των κατώτερων τάξεων. Οι άνθρωποι "μεθούν" με τόση ανεξέλεγκτη ελευθερία και έτσι επέρχεται τυραννία, το πιο καταπιεστικό είδος διακυβέρνησης.
Οι ελευθερίες που αποδόθηκαν στους πολίτες, τους χωρίζουν σε τρεις κοινωνικοοικονομικές τάξεις: την άρχουσα τάξη, τους καπιταλιστές και τους απλούς πολίτες, οι οποίοι βλέπουν να απειλούνται οι ελευθερίες τους από την ένταση μεταξύ των δυο πρώτων τάξεων και καταφεύγουν στο δημοκρατικό δημαγωγό, ο οποίος, με τη σειρά του, διαφθείρεται από την εξουσία και γίνεται τύραννος, με τη βοήθεια μιας μικρής ομάδας οπαδών του για την προστασία του και τον απόλυτο έλεγχο.
Η ειρωνεία έγκειται στο γεγονός ότι η Ιδεώδης Πολιτεία που περιγράφεται μοιάζει σε μεγάλο βαθμό με τυραννία, αλλά η τυραννία στην κλασική αρχαιότητα δεν είχε την σημερινή έννοια: ο φιλόσοφος-βασιλιάς που κατέχει την εξουσία δεν δρα με γνώμονα το ίδιο συμφέρον, αλλά είναι αφιερωμένος στο κοινό καλό, καθώς κατέχει τη γνώση και τη σοφία.
Μέσα από τον εσχατολογικό Μύθο του Ηρός, γίνεται η περιγραφή του μεταθανάτιου ταξιδιού του Ηρός, ενός στρατιώτη που πέθανε στη μάχη και επανήλθε στη ζωή πάνω στη νεκρική πυρά της μετενσάρκωσης, των ουράνιων σφαιρών του αστρικού σύμπαντος. Ο Ηρ αντικρύζει τις πύλες του ουρανού και της γης μέσα από τις οποίες ταξιδεύουν οι ψυχές ανάλογα με το αν, κατά τη διάρκεια της ζωής πάνω στη γη, οι άνθρωποι υπήρξαν δίκαιοι ή άδικοι. Κεντρικό σύμβολο αποτελεί το Αδράχτι της Ανάγκης, που σχημάτιζε 8 κύκλους, πάνω σε καθέναν από τους οποίους βρισκόταν μια Σειρήνα που τραγουδούσε μια νότα: όλες μαζί σχημάτιζαν μια αρμονία, τη μουσική των ουράνιων σφαιρών. Εκεί βρίσκονταν και οι 3 Μοίρες, στις οποίες έπρεπε να πάνε οι ψυχές για να επιλέξουν το είδος της ζωής που ήθελαν να ζήσουν στην επόμενη ενσάρκωσή τους.
Η ιστορία αυτή επικεντρώνεται στην ιδέα ότι οι ηθικοί άνθρωποι επιβραβεύονται και οι ανήθικοι τιμωρούνται μετά το θάνατό τους. Ο Πλάτων έχει επηρεαστεί από παλαιότερες προφορικές παραδόσεις, από τους Ορφικούς[13] και τους Πυθαγόρειους, ενώ σύγχρονοι μελετητές επισημαίνουν επιδράσεις από τη θεωρία του Ινδουϊσμού και του Ζωροαστρισμού.[14]
Τη συγγραφή έργων για συστήματα διακυβέρνησης ακολούθησε και ο πιο επιφανής μαθητής του Πλάτωνα, Αριστοτέλης, γράφοντας στα Πολιτικά του, τα οποία δεν ακολουθούν διαλογική μορφή, για πολλές από τις ιδέες και τα θέματα που έθιξε ο Πλάτων στην Πολιτεία, οδηγώντας όμως σε διαφορετικό συμπέρασμα για το τι είναι προτιμητέο τελικά.
Ο Ισοκράτης παρωδεί την Πολιτεία στο έργο του Βούσιρις,[15] δείχνοντας την ομοιότητα της Καλλίπολης με την αιγυπτιακή πολιτεία που ιδρύει ο βασιλιάς που φέρει το όνομα του τίτλου του έργου.[16] Ο Ισοκράτης υπήρξε εκπρόσωπος της ρητορικής παιδείας και αντίπαλος του Πλάτωνα στη διαπαιδαγώγηση των νέων.
Ο Ζήνων ο Κιτιεύς, ιδρυτής του Στωικισμού, έγραψε γύρω στο 300 π.Χ. κι αυτός ένα έργο με τον τίτλο Πολιτεία, υποστηρίζοντας μια μορφή αναρχισμού, όπου όλοι οι πολίτες είναι φιλόσοφοι, και μια πιο ριζοσπαστική μορφή σεξουαλικού κομμουνισμού από αυτή που πρότεινε ο Πλάτων.[17]
Η αγγλική μετάφραση του τίτλου του πλατωνικού διαλόγου (Republic) προέρχεται από το έργο του Κικέρωνα De re publica, τρεις αιώνες αργότερα. Ο Κικέρων μιμείται το ύφος των πλατωνικών διαλόγων και ασχολείται με πολλά από τα θέματα που θίγονται στην Πολιτεία. Ο Σκιπίων ο Αφρικανός, κεντρικός ήρωας του έργου, εκφράζει την εκτίμησή του για τον Πλάτωνα και τον Σωκράτη όταν μιλούν για την Πολιτεία, η οποία στα λατινικά μεταφράζεται ως Res publica. Ενώ ο Σωκράτης και οι σύντροφοί του συζητούσαν για τη φύση της πόλης και για κάθε μορφή διακυβέρνησης, στο έργο του Κικέρωνα συζητείται η οργάνωση του κράτους την περίοδο της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας.
Από την άλλη πλευρά, ο Τάκιτος, χωρίς να αναφέρεται ονομαστικά στον Πλάτωνα και την Πολιτεία, ασκώντας ίσως κριτική στο έργο του Κικέρωνα και του Αριστοτέλη, αναφέρει ότι:
Πράγματι, ένα έθνος ή μια πόλη κυβερνείται είτε από το λαό είτε από μια ανώτερη τάξη είτε από ένα μονάρχη. Ένα εφευρεθέν σύστημα διακυβέρνησης από μια επιλογή των παραπάνω συστατικών είναι περισσότερο ιδεατό παρά πραγματικότητα. Κι ακόμα κι αν γίνει πραγματικότητα, δε θα έχει μέλλον.[18]
Αυτό που εκφράζει στο συγκεκριμένο σημείο του έργου του, είναι πως η ενδελεχής ανάλυση και περιγραφή της λειτουργίας ενός πραγματικού κράτους, έχει μεγαλύτερη πρακτικότητα απ' όσο φιλοσοφικές αναλύσεις για την ιδεώδη μορφή ενός πολιτεύματος.
Στην καθοριστική εποχή της μετάβασης της Ρώμης από την αρχαία πολυθεϊστική θρησκεία στον Χριστιανισμό, ο Αυγουστίνος Ιππώνος έγραψε το έργο Η Πολιτεία του Θεού (λατινικά: Civitate Dei), περιγράφοντας μια ιδεατή πόλη, την Αιώνια Ιερουσαλήμ, αντλώντας αναφορές από τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη και τον Κικέρωνα.
Οι περισσότεροι σχολιαστές της πλατωνικής Πολιτείας αποτρέπουν την ανάγνωση του έργου ως "εγχειρίδιο καλής διακυβέρνησης", καθώς τα πιο πολλά είδη πολιτεύματος που περιγράφονται στο έργο φέρουν ελάχιστες ομοιότητες με ανάλογα πολιτεύματα στα σύγχρονα δημοκρατικά κράτη ή κράτη με συνταγματική μοναρχία. Οι ιδέες της δημοκρατίας και της ουτοπίας, όπως περιγράφονται στο έργο, είναι άρρηκτα δεμένες με τις πόλεις-κράτη της Αρχαίας Ελλάδας.
Οι κριτικές και οι απόψεις που εκφράστηκαν κατά τον 20ό αιώνα έχουν ως κοινό άξονα την άποψη πως η παιδαγωγική αξία της Πολιτείας είναι πολύ μεγαλύτερη από την πρακτική της αξία, καθώς πρόκειται περί θεωρητικού έργου. Ωστόσο, υπάρχει η άποψη ότι ο Πλάτωνας περιέγραψε αυτό το είδος πολιτεύματος, καθώς το θεωρούσε "ικανό προς εφαρμογή".[5]
Την ίδια χρονική περίοδο με τη συγγραφή της Πολιτείας, ο Αριστοφάνης έγραψε και παρουσίασε την κωμωδία Εκκλησιάζουσες, όπου οι γυναίκες στην Εκκλησία του δήμου παίρνουν την εξουσία της Αθήνας, έτοιμες να επιβάλλουν εκτός από την περιουσιακή και την ερωτική κοινοκτημοσύνη. Το προτεινόμενο πολίτευμα φέρει αρκετές ομοιότητες με την Ιδεώδη Πολιτεία που περιγράφει ο Πλάτων.[19][20]
Ο Τόμας Μουρ, στο έργο του Ουτοπία,[21] χρησιμοποιεί τον όρο αυτό και περιγράφει την ιδανική κοινωνία στο ομώνυμο νησί, η οποία είναι παρόμοια με την πλατωνική Καλλίπολη σε στοιχεία όπως η κοινοκτημοσύνη και η έλλειψη ιδιωτικής ζωής.[22][23]
Το είδος διακυβέρνησης που περιγράφεται στην Πολιτεία έχει χρησιμοποιηθεί σε διάφορα σύγχρονα δυστοπικά μυθιστορήματα και ιστορίες, ενώ ο διαχωρισμός των ανθρώπων ανά επάγγελμα ή ιδιότητα από το κράτος, η έλλειψη παραδοσιακών οικογενειακών δομών και η ύπαρξη κρατικής ανατροφής και εκπαίδευσης χρησιμοποιήθηκαν για την περιγραφή ολοκληρωτικών καθεστώτων από συγγραφείς, όπως ο Άλντους Χάξλεϊ στο Θαυμαστό Καινούριο Κόσμο.[24]
Ομοιότητες έχουν παρατηρηθεί και μεταξύ της Αλληγορίας του Σπηλαίου και του μυθιστορήματος 1984 του Τζορτζ Όργουελ,[25] όπως και της κινηματογραφικής τριλογίας The Matrix,[26] ενώ από το μύθο του Δαχτυλιδιού του Γύγη μοιάζει να έχει δανειστεί στοιχεία η τριλογία του Άρχοντα των Δαχτυλιδιών του Τζ. Ρ. Ρ. Τόλκιν.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.