Αλεξάνδρεια
δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Αιγύπτου, στην ακτή της Μεσογείου From Wikipedia, the free encyclopedia
δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Αιγύπτου, στην ακτή της Μεσογείου From Wikipedia, the free encyclopedia
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.
Η Αλεξάνδρεια (αραβικά: الإسكندرية "al-ʾIskandariyya", αιγυπτιακά: اسكندرية "eskenderayya", κοπτικά: ⲁⲗⲉⲝⲁⲛⲇⲣⲓⲁ "Alexandria" ή ⲣⲁⲕⲟϯ "Ρακότι", αρχαία αιγυπτιακά: rˁ-ḳṭy.t, αρχαία ελληνικά: Ἀλεξάνδρεια ή Ρακώτις) είναι η 2η μεγαλύτερη πόλη και το κυριότερο λιμάνι της Αιγύπτου. Βρίσκεται στα δυτικά του δέλτα του Νείλου, χτισμένη σε έναν μακρόστενο ισθμό μεταξύ της Μαρεώτιδος λίμνης και της Μεσογείου Θάλασσας. Ανήκει διοικητικά στο Κυβερνείο της Αλεξάνδρειας. Ιδρύθηκε το 331 π.Χ. από τον Αλέξανδρο τον Μέγα και είναι η δεύτερη πρωτεύουσα της σύγχρονης Αιγύπτου μετά το Κάιρο. Κατά την αρχαιότητα υπήρξε το σπουδαιότερο λιμάνι και πρωτεύουσα της χώρας, ενώ στην ακμή της αποτελούσε το μεγαλύτερο οικονομικό κέντρο ολόκληρης της Βόρειας Αφρικής και μία από τις επιφανέστερες εστίες πολιτισμού του κόσμου, διάσημη για τη βιβλιοθήκη και τον φάρο της, ένα από τα επτά θαύματα του κόσμου, κτισμένο στο ομώνυμο νησί.
Αλεξάνδρεια | |||
---|---|---|---|
| |||
Χώρα | Αίγυπτος[1] | ||
Διοικητική υπαγωγή | Κυβερνείο Αλεξάνδρειας | ||
Γεωγραφική υπαγωγή | Δέλτα του Νείλου[2] | ||
Ίδρυση | 331 π.Χ. | ||
• Μέλος του/της | Σύνδεσμος Ιστορικών Πόλεων[3] | ||
Έκταση | 2.523 km² | ||
Υψόμετρο | −1 μέτρο[4] | ||
Πληθυσμός | 4.870.000 (2016)[5] | ||
Ταχ. κωδ. | 21500 | ||
Τηλ. κωδ. | 03 | ||
Ζώνη ώρας | Σταθερή Ώρα Αιγύπτου (επίσημη ώρα) Daylight saving time in Egypt (θερινή ώρα) | ||
Ιστότοπος | Επίσημος ιστότοπος | ||
Σχετικά πολυμέσα | |||
Η σύγχρονη Αλεξάνδρεια έχει εξελιχτεί σε μεγάλο θαλάσσιο εμπορευματικό κόμβο και εξυπηρετεί περί το 80% των αιγυπτιακών εισαγωγών και εξαγωγών. Είναι επίσης φημισμένος τουριστικός προορισμός και σημαντικό βιομηχανικό κέντρο λόγω των αγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου που ξεκινούν από το Σουέζ. Ο πληθυσμός της είναι 4.812.186 (2015)[6] και καταλαμβάνει έκταση 300 τετραγωνικών χιλιομέτρων..
Η πόλη ιδρύθηκε από τον Αλέξανδρο τον Μέγα το 331 π.Χ.[7][8] Άρχισε να ακμάζει, όταν έγινε πρωτεύουσα της Αιγύπτου μετά τον θάνατο του Αλέξανδρου, κατά τη βασιλεία του Πτολεμαίου Α' Σωτήρα (367–283 π.Χ), γιου του Λάγου και ιδρυτή της δυναστείας των Πτολεμαίων ή Λαγιδών. Ο τελευταίος επικράτησε το 321 π.Χ. στη σύγκρουση των επιγόνων για την κατοχή της σορού του Αλέξανδρου που θεωρούνταν σύμβολο ισχύος και εξουσίας και τη μετέφερε στην Αλεξάνδρεια από όπου τελικά χάθηκε μετά την απομάκρυνσή της από τη θέση που φυλασσόταν.[9]
Την πόλη κοσμούσε ο φάρος της Αλεξάνδρειας καθώς και το μουσείο, μέρος του οποίου ήταν η διάσημη βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας.
Υπό τη δυναστεία των Πτολεμαίων, η Αλεξάνδρεια έφτασε να θεωρείται μέσα σε έναν αιώνα η μεγαλύτερη πόλη του τότε κόσμου. Ο όγκος των εμπορικών συναλλαγών αυξήθηκε και έγινε κέντρο πολιτισμού και γραμμάτων στην ευρύτερη περιοχή.[10] Ωστόσο, στη συνέχεια η κακοδιοίκηση, οι δυναστικές έριδες και οι αναμείξεις της Ρώμης στις εσωτερικές της υποθέσεις την οδήγησαν σε τέτοια παρακμή ώστε το 80 π.Χ. η πόλη τέθηκε επισήμως υπό ρωμαϊκή κηδεμονία σύμφωνα με την (αμφιλεγόμενη) διαθήκη του Πτολεμαίου ΙA΄ Αλέξανδρου B΄.[11]
Το 48 π.Χ. ο Ιούλιος Καίσαρας έθεσε προσωρινά την Αλεξάνδρεια υπό ρωμαϊκή κατοχή. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων που επακολούθησαν τμήμα της βιβλιοθήκης καταστράφηκε μαζί με 40.000 παπύρους.[12]
Κατά τη διανομή του κράτους στους επιγόνους του Ιούλιου Καίσαρα ο Μάρκος Αντώνιος πήρε την Αίγυπτο και συγκυβέρνησε με τη βασίλισσα Κλεοπάτρα Ζ', την τελευταία των Πτολεμαίων.
Το 31 π.Χ. ο Οκταβιανός (μετέπειτα Αύγουστος) νίκησε τον στόλο της Κλεοπάτρας στη ναυμαχία του Ακτίου και ύστερα από έναν χρόνο η Αλεξάνδρεια έγινε επισήμως μέρος της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Ήταν τότε η μεγαλύτερη από τις επαρχιακές πρωτεύουσες, με πληθυσμό 300.000 κατοίκων και πολυάριθμων σκλάβων. Το 115 μ.Χ., επί Τραϊανού, στον λεγόμενο πόλεμο του Κίτου (παραφθορά του ονόματος του Λούσιου Κουίετου) καταστράφηκε μεγάλο μέρος της από τις μάχες με τους εξεγερμένους Εβραίους. Κατά την εποχή των αυτοκρατόρων Δεκίου και Βαλεριανού έγιναν διωγμοί εναντίον των χριστιανών, ενώ το 269 μ.Χ. Η βασίλισσα της Παλμύρας Ζηνοβία κήρυξε τον πόλεμο στους Ρωμαίους και κατέλαβε την Αίγυπτο. Στις επιχειρήσεις ανακατάληψης της Αλεξάνδρειας από τον Αυρηλιανό το 297 ισοπεδόθηκε η συνοικία του Βρουχείου και η βιβλιοθήκη.[13][14] Τεράστιες ζημιές προκάλεσε και το τσουνάμι που ακολούθησε τον σεισμό της Κρήτης το 365. Μάλιστα, το γεγονός μνημονευόταν επί πολλά χρόνια ως «μέρα τρόμου».[15]
Μετά τη διαίρεση της διοίκησης της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας σε Δυτική και Ανατολική το 381 μ.Χ., η επαρχία Αιγύπτου πέρασε στη δικαιοδοσία των Βυζαντινών ως Διοίκηση Αιγύπτου. Ο Κυβερνήτης της έφερε τον τίτλο του "Αυγουστάλιου Επάρχου" και είχε την έδρα του στην Αλεξάνδρεια. Το 619 η Αλεξάνδρεια πέρασε στα χέρια των Σασσανιδών Περσών. Χάρη στη συμφωνία του αυτοκράτορα Ηράκλειου με τον Πέρση στρατηγό Σαρβαραζά οι Βυζαντινοί την επανάκτησαν το 629 και την κράτησαν για δεκατρία ακόμη χρόνια.
Όταν οι Άραβες κατέλαβαν την Αλεξάνδρεια το 642 η πόλη είχε απολέσει την παλιά της ευημερία, πράγμα που οφειλόταν κατά κύριο λόγο στη μείωση του θαλάσσιου εμπορίου. Η παρακμή της συνεχίστηκε περαιτέρω λόγω της μεταφοράς της πρωτεύουσας στο Κάιρο το 969 από τους σιίτες Φατιμίδες. Το χαλιφάτο των Φατιμιδών διατηρήθηκε μέχρι το 1171 όταν ο Σαλαντίν ίδρυσε τη δυναστεία των Αγιουβιδών και ενσωμάτωσε το κράτος των Φατιμιδών στο σουνιτικό χαλιφάτο των Αββασιδών.[16] Το 1250 οι Μαμελούκοι ανέτρεψαν τους Αββασίδες και εγκαθίδρυσαν φεουδαρχικό σύστημα.[17] Η παρακμή της Αλεξάνδρειας επιταχύνθηκε τον 14ο αιώνα όταν το κανάλι που τη συνέδεε με τον Νείλο αχρηστεύτηκε από φερτά υλικά. Την ίδια εποχή το γόητρό της δέχτηκε ισχυρό πλήγμα λόγω της καταστροφής του εμβληματικού φάρου της από τον ισχυρό σεισμό του 1309. Το 1517 η Αίγυπτος κατακτήθηκε από τους Οθωμανούς και εντάχθηκε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, αρχικά ως επαρχία της και από το 1867 έως το 1914 ως ανεξάρτητο χεδιβάτο. Κατά το διάστημα αυτό δεν ήταν λίγοι οι Έλληνες που ανέλαβαν σημαντικά αξιώματα. Μεταξύ αυτών σημαντικότερος ήταν ο Ραγίβ Πασάς που ανελίχθηκε στη θέση του πρωθυπουργού το 1882.[18] Στο πλαίσιο της εκστρατείας του στην Αίγυπτο ο Ναπολέων κατέλαβε την Αλεξάνδρεια το 1798, αλλά η πόλη παρέμεινε υπό γαλλική διοίκηση μόλις μέχρι το 1801 οπότε έπεσε στα χέρια των Άγγλων.
Αξίζει να αναφερθεί ότι ο πληθυσμός της εκείνη την εποχή είχε συρρικνωθεί σε 4000 κατοίκους και η σπουδαιότητά της ως θαλάσσιου εμπορευματικού κόμβου είχε μειωθεί δραματικά λόγω του ανταγωνισμού που υφίστατο από την παράκτια πόλη Ροζέτα από την οποία εξάγονταν μεγάλες ποσότητες ρυζιού. Η πόλη αναγεννήθηκε σταδιακά μετά το 1819 όταν ο Μοχάμετ Άλι (Μεχμέτ Αλή πασάς, Καβάλα 1769 - Αλεξάνδρεια 1849) αποπεράτωσε ένα νέο κανάλι (γνωστό σήμερα ως «Κανάλι Μαχμουντία») που τη συνέδεε με τον Νείλο[19] και την ανέδειξε σε μεγάλο λιμένα και ναύσταθμο. Ο ικανός αυτός ηγεμόνας έθεσε τις βάσεις για τον εκσυγχρονισμό της χώρας και ενθάρρυνε την εγκατάσταση των ξένων και ιδιαίτερα των Ελλήνων. Πράγματι, ενώ το 1803 η ελληνική παροικία στην Αλεξάνδρεια αριθμούσε σαράντα οικογένειες,[20] το 1872 ο πληθυσμός της, σύμφωνα με το πρώτο ημερολόγιο που τυπώθηκε στα ελληνικά με τίτλο "Αιγυπτιακόν Ημερολόγιον", έφτανε τους 25.000 κατοίκους.
Το 1825, σε μια τολμηρή αλλά αποτυχημένη καταδρομική ενέργεια, ο Κανάρης επιχείρησε να πυρπολήσει τον αιγυπτιακό στόλο που ήταν ελλιμενισμένος στην Αλεξάνδρεια, έτοιμος να μεταφέρει στρατεύματα στην Πελοπόννησο.[21] Τον Απρίλιο του 1843 ιδρύθηκε η Ελληνική Κοινότητα της Αλεξάνδρειας. Πρώτος πρόεδρός της διετέλεσε ο Μιχαήλ Τοσίτσας. Τον διαδέχθηκαν ο Στέφανος Ζιζίνιας, ο Δημήτριος Ρίζος κ.ά. Μεταξύ των προσωπικοτήτων που ανέλαβαν αργότερα τα ηνία της Ε.Κ.Α. σημαντικό ρόλο διαδραμάτισαν οι Θεόδωρος Ράλλης και Γεώργιος Αβέρωφ. Κατά τον 19ο αιώνα εγκαταστάθηκαν στην Αλεξάνδρεια πολλοί ξένοι, οι οποίοι το 1907 έφτασαν να αποτελούν το 25% του συνολικού πληθυσμού. Το 1882 κατά τη διάρκεια πατριωτικής εξέγερσης με ηγέτη τον συνταγματάρχη Άχμεντ Ουράμπι ή Αράμπι Πάσα (επανάσταση του Ουράμπι) εναντίον της ευρωπαϊκής επικυριαρχίας σημειώθηκαν επεισόδια εις βάρος των ξένων τα οποία πρόσφεραν το πρόσχημα στους Άγγλους για να βομβαρδίσουν την πόλη.[22] Μετά την κατάληψη του Καΐρου οι τελευταίοι ανακήρυξαν την Αίγυπτο αγγλικό προτεκτοράτο και παρέμειναν εκεί μέχρι το 1922. Όντας η κύρια ναυτική βάση των συμμάχων στην Ανατολική Μεσόγειο κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Αλεξάνδρεια βομβαρδίστηκε από τους Γερμανούς.
Η πολυάριθμη ελληνική παροικία της Αιγύπτου (αριθμούσε 62.973 μέλη το 1907) ενισχύθηκε περαιτέρω από το μεταναστευτικό ρεύμα της δεκαετίας του 1920, το οποίο αποτελούνταν κυρίως από Έλληνες, Ιταλούς και Εβραίους. Στην απογραφή του 1927 καταγράφτηκαν στην Αλεξάνδρεια 37.106 ομογενείς που κατοικούσαν γύρω από την εκκλησία και το μοναστήρι του Αγίου Σάββα. Στην ίδια περιοχή υπήρχε ομογενειακό νοσοκομείο και λειτουργούσε ελληνικό σχολείο και ξενώνας.
Το 1952 ξέσπασε εξέγερση με ηγέτη τον Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ που επεδίωκε την εθνική και οικονομική ανεξαρτησία της χώρας. Έκτοτε η κατάσταση για τους ξένους επιδεινώθηκε λόγω της εχθρικής στάσης του εγχώριου πληθυσμού. Η κρίση κορυφώθηκε το 1956, μετά την εθνικοποίηση της διώρυγας του Σουέζ και την επακόλουθη αποτυχημένη επέμβαση βρετανικών, γαλλικών και ισραηλιτικών δυνάμεων. Ο Νάσερ απάντησε το 1957 με την κρατικοποίηση των βιομηχανιών, τη δήμευση των περιουσιών των αλλοδαπών και την υλοποίηση της ιδέας του σοσιαλιστικού παναραβισμού μέσω της ίδρυσης της Ηνωμένης Αραβικής Δημοκρατίας (1958). Παράλληλα τέθηκαν σε ισχύ νέοι νόμοι που απέκλειαν τους εποίκους από το εξωτερικό εμπόριο, τις δημόσιες υπηρεσίες, τη γεωργία, ορισμένους τομείς της βιομηχανίας κλπ. Οι εξελίξεις αυτές ανάγκασαν χιλιάδες Έλληνες και άλλους ξένους να εγκαταλείψουν τη χώρα. Πολλά ελληνικά σχολεία, ιδρύματα, και εκκλησίες διέκοψαν τη λειτουργία τους και η Ελληνική Διασπορά συρρικνώθηκε σε λιγότερους από 5.000 ομογενείς. Σύμφωνα με μια νέα άποψη η αποχώρηση των Ελλήνων από την Αίγυπτο δεν συνδέεται με τις κρατικοποιήσεις του Νάσερ στο βαθμό που θέλει η επικρατούσα αντίληψη. Υποτίθεται αντίθετα ότι οι Αιγυπτιώτες έγιναν σταδιακά ξένοι σε ένα περιβάλλον υπό μετασχηματισμό με αφετηρία το 1937, τη χρονιά δηλαδή που καταργήθηκαν τα αποικιακού τύπου προνόμια των διομολογήσεων. Η διαδικασία της αποχώρησης των ομογενών υπήρξε μακρόχρονη με ορόσημα αφενός το πραξικόπημα των Ελεύθερων («εκσυγχρονιστών») Αξιωματικών το 1952 και αφετέρου την άνοδο στην εξουσία του Νάσερ. Κατά το διάστημα αυτό η ελληνική παροικία της Αιγύπτου βρέθηκε σε σύγχυση και χωρίς καθαρό προσανατολισμό μπροστά στις νέες προκλήσεις. Σε αυτό συνέβαλε κατά κάποιον τρόπο και η συγκεχυμένη μεταναστευτική πολιτική του ελληνικού κράτους.[23][24] Η οικονομική κατάσταση στην Αλεξάνδρεια επιδεινώθηκε το 1967, όταν λόγω του Πολέμου των Έξι Ημερών με το Ισραήλ έκλεισε η διώρυγα του Σουέζ και επλήγη το εμπόριο. Παρά τη δραματική μείωση του πληθυσμού της εκεί παροικίας, η σύγχρονη Αλεξάνδρεια εξακολουθεί να αποτελεί έδρα του ομώνυμου Ορθόδοξου Πατριαρχείου και της Πατριαρχικής Θεολογικής Σχολής.
Από τα χρόνια του Πτολεμαίου Α' Σωτήρα (332-283 π.Χ.) είχαν συγκεντρωθεί στην Αλεξάνδρεια τα βιβλία, οι θρησκείες, οι λόγιοι και οι φιλοσοφίες όλου του κόσμου, γεγονός που οδήγησε στην ανάπτυξη έντονης πνευματική ζωής. Η πόλη είχε δύο διάσημες βιβλιοθήκες που βρίσκονταν η μία στο Μουσείο (στο βασιλικό διαμέρισμα του Βρουχείου) και η άλλη στο Σεραπείο (η λεγόμενη «Θυγάτηρ Βιβλιοθήκη»).[25][26] Ο δανεισμός επιτρεπόταν αποκλειστικά στην τελευταία και γι’ αυτόν τον λόγο περιείχε κυρίως πλεονάζον υλικό της βιβλιοθήκης του Μουσείου. Πολλοί σημαντικοί Έλληνες λόγιοι διετέλεσαν διευθυντές της Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας. Μεταξύ τους διακρίνονται ο λογοτέχνης και κριτικός Ζηνόδοτος ο Εφέσιος, ο μαθηματικός και γεωγράφος Ερατοσθένης ο Κυρηναίος, ο ειδικός στα ομηρικά έπη Αριστοφάνης ο Βυζαντινός και ο επίσης ομηριστής Αρίσταρχος ο Σαμόθραξ. Στον κύκλο των δραστηριοτήτων της Βιβλιοθήκης περιλαμβάνονταν οι μεταφράσεις, η φιλολογική κριτική των αρχαίων κειμένων (με την οποία ασχολήθηκε ο Αρίσταρχος ο Σαμόθραξ) και η κατάρτιση εξειδικευμένων λεξικών. Μάλιστα, ο Αριστοφάνης ο Βυζάντιος (περ. 275-180 π.Χ.) θεωρείται ο ιδρυτής της επιστημονικής λεξικογραφίας και θεμελιωτής της φιλολογικής επιστήμης. Σε αυτόν αποδίδεται η εισαγωγή των τονικών σημείων [οξείες, βαρείες, δασείες κ.ο.κ.] στα έως τότε άτονα κεφαλαιογράμματα των αρχαίων κειμένων, που αποσκοπούσε στην πιστότερη απεικόνιση του μέτρου στα έργα του Ομήρου. Είναι κατά συνέπεια προφανές ότι οι οφειλές της εν λόγω επιστήμης στους Αλεξανδρινούς λογίους είναι μεγάλες.
Το κοσμοπολίτικο περιβάλλον της νεότερης Αλεξάνδρειας σε συνδυασμό με την ιστορία της αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για λογοτέχνες διεθνούς εμβέλειας, όπως ο ποιητής Κωνσταντίνος Καβάφης και ο συγγραφέας Στρατής Τσίρκας. Τα ενδιαφέροντα των Αιγυπτιωτών συγγραφέων ήταν στραμμένα κατά κύριο λόγο προς τη Μητρόπολη και, παράλληλα, προς το περιβάλλον τους. Η έγνοιά τους, όσον αφορά τη λογοτεχνία την οποία παρήγαν, εστίαζε ακριβώς σε αυτό: να μην αποκοπεί από τη Μητρόπολη, να μην απομονωθεί από τα διεθνή ρεύματα και τις διδαχές της Ευρώπης, αλλά επίσης να αντανακλά τη ζωή στη χώρα του Νείλου.[27] Κάτω από την τριπλή επιρροή της ελληνικής γλώσσας, της αιγυπτιακής κουλτούρας και της Βρετανικής Αυτοκρατορίας, η διαμόρφωση μιας χαρακτηριστικής ελληνοαιγυπτιακής ταυτότητας ήταν ζήτημα ζωτικού ενδιαφέροντος για τους Αιγυπτιώτες συγγραφείς. Σήμερα αποτελεί κοινή πίστη ότι η αλεξανδρινή ελληνική κοινότητα είχε το πολιτιστικό προβάδισμα έναντι των λοιπών παροικιών.
Το Μουσείο λειτουργούσε ως ανώτατο μορφωτικό-ερευνητικό κέντρο και διέθετε διάφορα εργαστήρια, ζωολογικό και βοτανικό κήπο, αστεροσκοπείο και ξενώνες για τους επισκέπτες μελετητές. Στις εγκαταστάσεις του εργάστηκαν σημαντικοί επιστήμονες, όπως ο αστρονόμος Αρίσταρχος, ο μαθηματικός Ευκλείδης, ο γεωγράφος Ερατοσθένης (ιδρυτής της επιστημονικής γεωγραφίας και τοπογραφίας) και ο ιατρός-ανατόμος Ηρόφιλος ο Χαλκηδόνιος ο οποίος θεωρείται μαζί με τον διάδοχό του Ερασίστρατο θεμελιωτής της μεγάλης ιατρικής σχολής της Αλεξάνδρειας. Η φήμη της τελευταίας προσέλκυσε τον Γαληνό ο οποίος συμπλήρωσε τις ανατομικές σπουδές του κοντά στον Ηρακλειανό, γιο του ανατόμου Νουμισιανού, και στη συνέχεια επέστρεψε στην πατρίδα του την Πέργαμο το 157 σε ηλικία 28 ετών. Σταδιακά, αρχής γενομένης από την πυρκαγιά του 47 που εικάζεται ότι κατέκαψε το Βρουχείο και στη συνέχεια με την ισοπέδωσή του τελευταίου από τον Αυρηλιανό κατά την αντιπαράθεσή του με τη βασίλισσα Ζηνοβία, οι βιβλιοθήκες υπέστησαν μεγάλες καταστροφές. Το 391 ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος απαγόρευσε τη δημόσια λατρεία στα ιδρύματα της αρχαίας θρησκείας[28] πράγμα που οδήγησε στην ισοπέδωση της «ακρόπολης» του Σαραπείου από ζηλωτές μοναχούς και Ρωμαίους στρατιώτες.[29][30] Ακολούθησε η κατάληψη της Αλεξάνδρειας από τους Άραβες το 642 και η (αμφισβητούμενη) καταστροφή των βιβλίων της Βιβλιοθήκης με εντολή του χαλίφη Ομάρ.[31][32] Αξίζει να αναφερθεί επ᾽ αυτού ότι οι σχετικές μαρτυρίες ελέγχονται ως ανυπόστατες από αρκετούς μεταγενέστερους μελετητές λόγω του μεγάλου χρονικού διαστήματος που μεσολάβησε έως την καταγραφή τους καθώς και των ενδεχόμενων πολιτικών κινήτρων των συγγραφέων.[33] Από τα τέλη του 19ου αιώνα μέχρι τις αρχές του 20ού οι τέχνες άνθησαν και κατασκευάστηκαν εξαιρετικά κτήρια που ακολουθούν ποικίλα αρχιτεκτονικά στυλ (π.χ. αυτά του ιστορισμού, εκλεκτισμού, Αρ Νουβό, Αρ Ντεκό, Νεομπαρόκ, Νεοαναγεννησιακό κλπ).[34] Η Αλεξάνδρεια είναι γενέτειρα σπουδαίων καλλιτεχνών και επιστημόνων, όπως του ζωγράφου Κωνσταντίνου Παρθένη, του ιστορικού Έρικ Χόμπσμπομ και του αστρονόμου Ανδρέα Μιχαλιτσιάνου. Στη σύγχρονη πόλη υπάρχουν σημαντικά μουσεία που αφηγούνται την πολυτάραχη ιστορία της: το Εθνικό Μουσείο της Αλεξάνδρειας, το Ελληνορωμαϊκό Μουσείο, το Μουσείο Καβάφη, και το Μουσείο Καλών Τεχνών. Σημαντική είναι και η νέα μεγαλοπρεπής βιβλιοθήκη της (Bibliotheca Alexandrina) που όντας υπό την αιγίδα της UNESCO φιλοδοξεί να αναβιώσει το μεγαλείο της παλαιάς.
Η Αλεξάνδρεια θεωρείται γενέτειρα της χριστιανικής θεολογίας και εστία διαμόρφωσης συγκρητιστικών απόψεων μεταξύ χριστιανών, νεοπλατωνικών και γνωστικών. Εκεί αντιπαρατέθηκαν οι οπαδοί των κυριότερων θρησκευτικών ομάδων και έδρασαν σημαντικές προσωπικότητες όπως ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, ο Ωριγένης[35] και ο Φίλων ο Ιουδαίος που επηρέασε τη χριστιανική θεολογία ταυτίζοντας τον λόγο των στωικών με τη θεϊκή σοφία δια της οποίας κτίστηκε ο κόσμος. Αποτέλεσμα του ως άνω συγκρητισμού ήταν η δημιουργία διάφορων θεολογικών σχολών και αιρέσεων όπως ο μονοφυσιτισμός (Κόπτες), ο αρειανισμός και ο βασιλειδιανισμός. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί τυχαίο το γεγονός ότι η μετάφραση της Παλαιάς Διαθήκης στα ελληνικά (γνωστής ως «Μετάφραση των Εβδομήκοντα») έλαβε χώρα στην Αλεξάνδρεια. Ο πολυπολιτισμικός χαρακτήρας της πόλης ενισχυόταν και από τη συνεχή εισροή βουδιστών μοναχών και Ινδών εμπόρων. Ορισμένοι μελετητές μάλιστα υποστηρίζουν ότι τα πρώτα μέλη του κοινοβίου των Θεραπευτών στη Μαρεώτιδα λίμνη είχαν σταλεί από τον Ασόκα κατά την εποχή του Πτολεμαίου Β΄. Λέγεται επίσης ότι η ονομασία της εν λόγω μοναχικής κοινότητας προέρχεται από τον εξελληνισμό του βουδιστικού όρου Thera-putta (–γιος του γηραιού– στη γλώσσα Πάλι).[36][37]
Ιδρυτής της Αλεξανδρινής Εκκλησίας θεωρείται ο Απόστολος Μάρκος. Σύμφωνα με την εκκλησιαστική παράδοση ο Μάρκος ήρθε στην Αλεξάνδρεια το έτος 42 και παρέμεινε επίσκοπός της επί 22 έτη. Κατά τη ρωμαϊκή εποχή η Αλεξάνδρεια θεωρούνταν το τρίτο σημαντικότερο κέντρο του χριστιανισμού, μετά τη Ρώμη και την Κωνσταντινούπολη. Ο Πάπας της ήταν δεύτερος τη τάξει μετά από τον επίσκοπο Ρώμης ενώ στη δικαιοδοσία του υπαγόταν το μεγαλύτερο μέρος της Βόρειας Αφρικής. Μετά τη Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο της Χαλκηδόνας, που συγκλήθηκε στο ομώνυμο προάστιο της Κωνσταντινούπολης το 451 με κύριο στόχο την καταδίκη της αιρέσεως του μονοφυσιτισμού, η Εκκλησία της Αλεξάνδρειας διασπάστηκε σε δύο μέρη, τους μονοφυσίτες και τους Μελχίτες (τους «βασιλικούς»). Οι πρώτοι προχώρησαν στη συγκρότηση της Κοπτικής Ορθόδοξης Εκκλησίας της Αλεξάνδρειας ενώ οι Μελχίτες συνέστησαν την Ελληνορθόδοξη Εκκλησία της Αλεξάνδρειας. Κατά τον 8ο, τον 9ο και τον 11ο αιώνα ξέσπασαν διωγμοί εναντίον των Κοπτών κατά τους οποίους καταστράφηκαν πολυάριθμες εκκλησίες τους ενώ πολλοί πιστοί εξαναγκάστηκαν σε βίαιο εξισλαμισμό και εξαραβισμό με απόρριψη της κοπτικής και αιγυπτιακής εθνικής τους ταυτότητας. Από τον 10ο αιώνα ξεκίνησε η εκλογή αραβόφωνων Πατριαρχών. Τον 19ο αιώνα καθολικοί και προτεστάντες ιεραπόστολοι προσηλύτισαν αρκετούς από τους ακόλουθους των ορθόδοξων Εκκλησιών στα αντίστοιχα δόγματά τους. Παρότι η θρησκευτική ελευθερία στην Αίγυπτο είναι συνταγματικά κατοχυρωμένη, οι Κόπτες ισχυρίζονται ότι υφίστανται θρησκευτικές και πολιτικές διακρίσεις. Στη σύγχρονη Αλεξάνδρεια το 94% του πληθυσμού ασπάζεται τον ισλαμισμό (σουνιτικό δόγμα κατά κύριο λόγο) που είναι η επίσημη θρησκεία της χώρας. Το υπόλοιπο 6% του πληθυσμού της πόλης αποτελείται κυρίως από κόπτες χριστιανούς. Στην Α. υπάρχει επίσης μέχρι σήμερα ελληνική μειονότητα. Στην Αλεξάνδρεια βρίσκεται επίσης η έδρα του Ορθόδοξου Πατριάρχη Αλεξανδρείας. Η κάποτε ακμάζουσα εβραϊκή κοινότητα παρήκμασε γρήγορα μετά τον αραβοϊσραηλινό πόλεμο του 1948. Κατά τις δεκαετίες του 1950 και του 1960 οι περισσότεροι από τους 50.000 Εβραίους της παροικίας μετανάστευσαν στο νεοσύστατο κράτος του Ισραήλ, τη Γαλλία τη Βραζιλία και σε άλλες χώρες. Η σημαντικότερη αυναγωγή στην Αλεξάνδρεια είναι αυτή του Ελιάχου Χαναβί.
Η Αλεξάνδρεια είναι ένα από τα σημαντικότερα οικονομικά κέντρα της ευρύτερης περιοχής. Πάνω από το 70% του αιγυπτιακού εμπορίου (πετρέλαιο, φυσικό αέριο, βαμβάκι, φρούτα, λαχανικά, διάφορα επεξεργασμένα προϊόντα κλπ.) διεξάγεται από το λιμάνι της (ικανότητα διακίνησης 36,8 μ. τόνων στην Αλεξάνδρεια και 22,1 μ. τόνων στον λιμένα της Δεκέλειας). Η μεταπολεμική βελτίωση των οικονομικών δεικτών της οφείλεται σε σημαντικό βαθμό στο αναπτυξιακό πρόγραμμα του Νάσερ κατά τη δεκαετία του 1960, που έδωσε έμφαση στη βιομηχανία επεξεργασίας τροφίμων και στην υφαντουργία. Μεγάλο ρόλο ως προς αυτό διαδραμάτισε και η ανακάλυψη το 1976 αποθεμάτων φυσικού αερίου στο Αμπού Μαντί και στον κόλπο του Αμπουκίρ (Ίντκου, 40 χλμ. ανατολικά της Αλεξάνδρειας) όπου δημιουργήθηκαν εγκαταστάσεις υγροποίησης. Η Δεκέλεια (7 χλμ. δυτικά της Αλεξάνδρειας) εξελίχθηκε σε κέντρο κατεργασίας σιδήρου και χάλυβος. Τα διυλιστήρια αναβαθμίστηκαν και στα τέλη της δεκαετίας του 1970 αποπερατώθηκε αγωγός αργού πετρελαίου που ξεκινάει από τη Μεσόγειο, κοντά στην Αλεξάνδρεια και καταλήγει στην πόλη του Σουέζ. Ένας άλλος αγωγός συνδέει τα διυλιστήρια πετρελαίου της Μοστορόντ, στη βόρεια περιφέρεια του αστικού πυρήνα του Καΐρου, με την Αλεξάνδρεια. Οι βιομηχανικές δραστηριότητες στην Αλεξάνδρεια (παραγωγή πετροχημικών και τσιμέντου, κατασκευές, επεξεργασία τροφίμων, βυρσοδεψία, λατομεία ασβεστόλιθου, βιομηχανίες επεξεργασίας χάρτου και ρυζιού κ.ά.) αντιστοιχούν στο 40% της εθνικής βιομηχανικής παραγωγής.
Ο αριθμός των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται ανά τομέα (στοιχεία του έτους 2013) έχει ως εξής: τρόφιμα, γεωργία και κτηνοτροφία: 350, υφαντουργία: 284, χημικά: 176, πλαστικά και ελαστικά: 101.[38] Είναι άξιο σημείωσης ότι η Αλεξάνδρεια αποτελεί τον μοναδικό παραγωγό αιθυλενίου και πολυαιθυλενίου σε εθνικό επίπεδο. Εξάλλου, το 2013 ξεκίνησε στη Δεκέλεια η παραγωγή πολυστερίνης σε νεόδμητο εργοστάσιο. Σημαντικοί για την τοπική οικονομία θεωρούνται επίσης οι τομείς της ναυτιλίας, του τουρισμού, της εφοδιαστικής, και των τραπεζικών υπηρεσιών. Η συνεισφορά της ελληνικής παροικίας στην οικονομική ζωή της Αλεξάνδρειας δεν μπορεί να υπερτονιστεί. Οι πρώτες τράπεζές της δημιουργήθηκαν από Έλληνες (Τράπεζα της Αλεξανδρείας και Γενική Τράπεζα της Αλεξανδρείας). Εξάλλου οι ομογενείς αγρότες ήταν οι πρώτοι που οργάνωσαν την καλλιέργεια του βαμβακιού και του καπνού με συστηματικό τρόπο και στη συνέχεια έγιναν οι μεγαλύτεροι εξαγωγείς.[39] Άλλοι τομείς δραστηριοποίησής τους ήταν οι βιομηχανίες τροφίμων, ελαιόλαδου και γλυκισμάτων, η οινοπαραγωγή, τα αρωματικά σαπούνια, η εστίαση κ.ά.[40][41] Η Αλεξάνδρεια ανέδειξε πληθώρα εθνικών ευεργετών. Μεταξύ τους διακρίνονται οι Μιχαήλ Τοσίτσας, Γεώργιος Αβέρωφ, Εμμανουήλ Μπενάκης και Αντώνης Μπενάκης.
Η Αλεξάνδρεια συνδέεται με άλλες αιγυπτιακές πόλεις μέσω του οδικού και του σιδηροδρομικού της δικτύου, αεροπορικώς, καθώς και με το κανάλι Μαχμουντία, μήκους 77 χλμ., που φτάνει ως τον Νείλο. Οι μεταφορές εντός της πόλης γίνονται με τραμ και με ένα σύστημα λεωφορείων και ταξί. Το δίκτυο του τραμ αρχίζει από την ανατολική περιοχή Ράμλα και τελειώνει στη Βικτώρια, στον δυτικό τομέα. Τα περισσότερα οχήματα είναι μπλε, αλλά υπάρχουν και μερικά κίτρινα με διαφορετικές διαδρομές. Από αυτά μόνο όσα φέρουν τους αριθμούς 1 και 2 φτάνουν ως τη Βικτώρια. Η κύρια σιδηροδρομική σύνδεση με το Κάιρο έχει αναβαθμιστεί αρκετές φορές, ενώ η πόλη είναι αφετηρία της γραμμής Αλεξάνδρεια-Σαλούμ (η τελευταία βρίσκεται κοντά στα λιβυκά σύνορα). Υπάρχει επίσης προαστιακός σιδηρόδρομος που ξεκινά από τον σταθμό Μισρ και καταλήγει στο Αμπουκίρ. Ο αυτοκινητόδρομος που συνδέει την Αλεξάνδρεια με το Κάιρο διέρχεται από την έρημο και θεωρείται ένας από τους καλύτερους της Αιγύπτου. Τα διεθνή αεροπορικά δρομολόγια εξυπηρετούνται από το αεροδρόμιο Μποργκ Ελ Αράμπ (βρίσκεται εικοσιπέντε χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της πόλης), ενώ οι εσωτερικές πτήσεις διεξάγονται κυρίως από το λεγόμενο «Διεθνές Αεροδρόμιο» Ελ Νόζα, κατασκευασμένο εν μέρει σε περιοχή που έχει ανακτηθεί από τη λίμνη Μαρεώτιδα. Η Αλεξάνδρεια έχει τέσσερεις λιμένες, τον Δυτικό, που είναι ο κύριος λιμένας της χώρας, τον Λιμένα της Δεκέλειας δυτικά του προηγούμενου, τον Ανατολικό, στον οποίο ελλιμενίζονται σκάφη αναψυχής και τον λιμένα του Αμπουκίρ στη νοτιοανατολική περιοχή του Κυβερνείου της Αλεξάνδρειας. Τα εμπορικά λιμάνια της πόλης διακινούν μεγάλο μέρος του συνολικού εθνικού εμπορευματικού όγκου.
Η Αλεξάνδρεια έχει ζεστό και ξηρό κλίμα, με μέση μέγιστη θερμοκρασία που κυμαίνεται μεταξύ 18,4oC τον Ιανουάριο και 30,4oC τον Αύγουστο. Ο μέσος όρος της μηνιαίας σχετικής υγρασίας είναι 68.4%, και μεταβάλλεται μεταξύ ενός ελαχίστου 64.7% τον Απρίλιο και ενός μεγίστου 71.3% τον Ιούλιο. Η μέση ταχύτητα του ανέμου δεν έχει σημαντικές μεταπτώσεις και διατηρείται σε χαμηλά επίπεδα, γύρω στα 13 χλμ./ώρα. Η μέση ετήσια βροχόπτωση φτάνει τα 170-190 χλστ. στις παράκτιες περιοχές, ενώ η μέγιστη ημερήσια δεν ξεπερνά τα 64,4 χλστ. Ο Ιανουάριος και ο Φεβρουάριος είναι οι ψυχρότεροι μήνες, με τυπικές μέγιστες ημερήσιες θερμοκρασίες 12oC-18oC και ελάχιστες που κάποτε φτάνουν τους 0oC. Οι θερμότεροι μήνες είναι ο Ιούλιος και ο Αύγουστος με μέση μέγιστη ημερήσια θερμοκρασία 30oC.
Κλιματικά δεδομένα Αλεξάνδρεια | |||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Μήνας | Ιαν | Φεβ | Μάρ | Απρ | Μάι | Ιούν | Ιούλ | Αύγ | Σεπ | Οκτ | Νοε | Δεκ | Έτος |
Υψηλότερη Μέγιστη °C (°F) | 29.6 | 33 (91) |
40 (104) |
41 (106) |
45 (113) |
43.8 | 43 (109) |
38.6 | 41.4 | 38.2 | 35.7 | 31 (88) |
45 |
Μέση Μέγιστη °C (°F) | 18.4 | 19.3 | 20.9 | 24 (75) |
26.5 | 28.6 | 29.7 | 30.4 | 29.6 | 27.6 | 24.1 | 20.1 | 24,9 |
Μέση Μηνιαία °C (°F) | 13.4 | 13.9 | 15.7 | 18.5 | 21.2 | 24.3 | 25.9 | 26.3 | 25.1 | 22 (72) |
18.7 | 14.9 | 20 (68) |
Μέση Ελάχιστη °C (°F) | 9.1 | 9.3 | 10.8 | 13.4 | 16.6 | 20.3 | 22.8 | 23.1 | 21.3 | 17.8 | 14.3 | 10.6 | 15,8 |
Χαμηλότερη Ελάχιστη °C (°F) | 0 (32) |
0 (32) |
2.3 | 3.6 | 7 (45) |
11.6 | 17 (63) |
17.7 | 14 (57) |
10.7 | 1 (34) |
1.2 | 0 (32) |
Βροχόπτωση mm (ίντσες) | 52,8 | 29,2 | 14,3 | 3,6 | 1,3 | 0,01 | 0,03 | 0,1 | 0,8 | 9,4 | 31,7 | 52,7 | 195,94 |
% υγρασίας | 69 | 67 | 67 | 65 | 66 | 68 | 71 | 71 | 67 | 68 | 68 | 68 | 67,92 |
Μέσες ημέρες βροχόπτωσης (≥ 0.01 mm) | 11 | 8.9 | 6 | 1.9 | 1.0 | 0.04 | 0.04 | 0.04 | 0.2 | 2.9 | 5.4 | 9.5 | 46,92 |
Μέσες μηνιαίες ώρες ηλιοφάνειας | 192.2 | 217.5 | 248 | 273 | 316.2 | 354 | 362.7 | 344.1 | 297 | 282.1 | 225 | 195.3 | 3.307,1 |
Πηγή #1: Παγκόσμιος Μετεωρολογικός Οργανισμός (OHE),[42] en:Hong Kong Observatory Για ηλιοφάνεια και μέσες θερμοκρασίες,[43] Κλιματικές καταχωρίσεις για σχετική υγρασία[44] | |||||||||||||
Πηγή #2: Voodoo Skies and Bing Weather[45] για καταγραμμένες ακραίες θερμοκρασίες |
Ιαν | Φεβ | Μαρ | Απρ | Μαι | Ιουν | Ιουλ | Αυγ | Σεπ | Οκτ | Νοε | Δεκ |
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
18 °C (64 °F) | 17 °C (63 °F) | 17 °C (63 °F) | 18 °C (64 °F) | 20 °C (68 °F) | 23 °C (73 °F) | 25 °C (77 °F) | 26 °C (79 °F) | 26 °C (79 °F) | 25 °C (77 °F) | 22 °C (72 °F) | 20 °C (68 °F) |
Η Αλεξάνδρεια έχει αδελφοποιηθεί με τις παρακάτω πόλεις:
Η πόλη της Αλεξάνδρειας σήμερα χωρίζεται σε εννέα διοικητικές περιφέρειες:
1) Η συνοικία του Ιλ Μοντάζαχ[47]
2) Η γειτονιά του Αλ Μοντάζαχ[47]
3) Η γειτονιά Σαρκ
4) Η κεντρική γειτονιά
5) Η γειτονιά Χαρμπ
6) Η γειτονιά του Ιλ Γομρόκ
7) Η γειτονιά Αλ Ατζαμί[47]
8) Η γειτονιά του Άουαλ Αλ Αμιρίγια[47]
9) Η συνοικία της Αλ Αμιρίγια[47]
|
|
|
Στην Αλεξάνδρεια υπάρχουν αρκετά ιδρύματα ανώτερης και ανώτατης εκπαίδευσης. Το Δημόσιο Πανεπιστήμιο της Αλεξάνδρειας συμμορφώνεται με το αιγυπτιακό πρόγραμμα σπουδών και διαθέτει σχολές αναγνωρισμένου κύρους, όπως αυτές της ιατρικής και της μηχανολογίας. Το Αιγυπτοϊαπωνικό Πανεπιστήμιο Επιστημών και Τεχνολογίας στη νέα πόλη Μποργκ αλ Αράμπ ιδρύθηκε με τη συνεργασία των κυβερνήσεων της Αιγύπτου και της Ιαπωνίας το 2010 και είναι προσανατολισμένο στην έρευνα. Η Αραβική Ακαδημία Επιστήμης, Τεχνολογίας και Θαλάσσιων Μεταφορών είναι ημικρατικό εκπαιδευτικό ίδρυμα που προσφέρει δευτεροβάθμια εκπαίδευση καθώς και σπουδές για προπτυχιακούς και μεταπτυχιακούς φοιτητές. Θεωρείται το πλέον ευυπόληπτο πανεπιστήμιο της Αιγύπτου (μετά το Αμερικανικό Πανεπιστήμιο του Καΐρου), και χαίρει παγκόσμιας αναγνώρισης. Το Πανεπιστήμιο Σανγκόρ (Université Senghor), ένα ιδιωτικό πανεπιστήμιο που απευθύνεται κυρίως σε Αφρικανούς σπουδαστές, εστιάζει στις ανθρωπιστικές και τις πολιτικές επιστήμες καθώς και στις διεθνείς σχέσεις. Το Κέντρο Ελληνιστικών Σπουδών Αλεξανδρείας επικεντρώνεται στην Ελληνιστική Περίοδο, προσφέροντας στους φοιτητές του μεταπτυχιακούς και διδακτορικούς τίτλους. Μεταξύ των υπόλοιπων ιδρυμάτων ανώτερης εκπαίδευσης διακρίνονται το Αλεξανδρινό Ινστιτούτο Τεχνολογίας (AIT) και το Πανεπιστήμιο "Φάρος". Αξίζει να σημειωθεί ότι το τμήμα Ελληνορωμαϊκής Αρχαιολογίας και Κλασικών Σπουδών της Σχολής Ανθρωπιστικών Σπουδών του Πανεπιστήμιου της Αλεξάνδρειας διαθέτει Έλληνα εκπαιδευτικό για τη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας.
Η Αλεξάνδρεια έχει μακρά παράδοση ως προς τη λειτουργία ξένων μορφωτικών ιδρυμάτων. Τα πρώτα ευρωπαϊκά σχολεία χρονολογούνται στις αρχές του 19ου αιώνα, όταν Γάλλοι ιεραπόστολοι ξεκίνησαν να ιδρύουν σχολεία φιλανθρωπικού χαρακτήρα τα οποία απευθύνονταν στο εγχώριο στοιχείο. Ένα από γνωστότερα γαλλικά καθολικά σχολεία είναι το κολέγιο αρρένων του Αγίου Μάρκου που ιδρύθηκε το 1928 από τους Λασαλιανούς Αδελφούς. Τα αγγλόγλωσσα σχολεία είναι σήμερα τα πλέον δημοφιλή. Στην Αλεξάνδρεια εδράζεται η Τοσιτσαία-Πρατσίκειος Σχολή, ένα αμιγώς ελληνικό δημοτικό σχολείο το οποίο λειτουργεί στο πλαίσιο της ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης εξωτερικού. Στην πόλη λειτουργούν επίσης το Αβερώφειο Γυμνάσιο-Λύκειο που ανεγέρθηκε με τη χορηγία του Γεωργίου Αβέρωφ το 1884 και ονομάσθηκε Τοσιτσαία-Αβερώφειος Σχόλη και η Πατριαρχική Σχολή "Άγιος Αθανάσιος". Σκοπός της τελευταίας είναι η επιμόρφωση και κατάρτιση του προσωπικού των υπηρεσιών του Πατριαρχείου Αλεξάνδρειας σε ποικίλους τομείς (Γεωπονίας, Νοσηλευτικής, Ελληνικής και άλλων Γλωσσών, Νέων Τεχνολογιών, Διαπολιτισμικών Αφρικανικών Σπουδών, κλπ.).
Η Αλεξάνδρεια διαθέτει μακρά αθλητική παράδοση. Στο ενεργητικό της πιστώνεται η οργάνωση των Μεσογειακών Αγώνων του 1951 και των Παναραβικών του 1953. Στην πόλη και στην ευρύτερη περιοχή υπάρχουν τα εξής αθλητικά κέντρα: το Στάδιο της Αλεξάνδρειας, το Στάδιο Μποργκ Ελ Άραμπ και το στάδιο Χαράς Ελ Χοντόντ. Και τα τρία έχουν κατασκευαστεί ως στάδια γενικών χρήσεων, αλλά χρησιμοποιούνται κατά κύριο λόγο για ποδοσφαιρικούς αγώνες. Το γήπεδο της Αλεξάνδρειας έχει κατασκευαστεί το 1929 και είναι το αρχαιότερο της Αιγύπτου και γενικότερα της Αφρικής. Το 2006 υποδέχτηκε το Κύπελλο Εθνών Αφρικής. Η χωρητικότητά του αυξήθηκε κατά την ανακατασκευή του το 2009 και σήμερα μπορεί να φιλοξενήσει 19.676 φιλάθλους. Σήμερα είναι έδρα της Ελ-Κόρουμ. Το στάδιο Χαράς Ελ Χοντόντ («των Συνοριακών Φρουρών») έχει χωρητικότητα 22.000 θεατές. Ο στίβος του έχει τετραγωνική μορφή (με στροφές 900 αντί των συνηθισμένων πετάλων). Είναι έδρα της Χαράς Ελ Χοντόντ και της Ελ Ράτζα (της πόλης Μάρσα Ματρούχ). Το στάδιο Μποργκ Ελ Άραμπ βρίσκεται στο ομώνυμο θέρετρο, 50 χιλιόμετρα δυτικά της Αλεξάνδρειας. Πρόκειται για το μεγαλύτερο στάδιο της Αιγύπτου και το δεύτερο μεγαλύτερο της Αφρικής. Έχει 86.000 θέσεις καθημένων και καταλαμβάνει έκταση 600 στρεμμάτων. Διαθέτει στίβο με οκτώ κουλουάρ, λίμνη στιπλ και σκάμματα για άλματα. Η σχεδίαση και η κατασκευή του έγιναν εξ ολοκλήρου από το Σώμα Μηχανικού του Αιγυπτιακού Στρατού (EAFCE). Είναι έδρα της Σμούχα και της Αλ Ιττιχάντ Αλ Σακαντάρι.
Από το σύνολο των αθλημάτων το ποδόσφαιρο καταλαμβάνει την πρώτη θέση στις προτιμήσεις των Αλεξανδρινών. Στην πόλη υπάρχουν αρκετοί ποδοσφαιρικοί σύλλογοι εκ των οποίων οι εξής τέσσερις έχουν διεκδικήσει κατά καιρούς σημαντικές θέσεις στο αιγυπτιακό πρωτάθλημα: Αλ Ιττιχάντ Αλ Σακαντάρι, Σμούχα, Χαράς Ελ Χοντόντ και Ελ Ολύμπι. Ο τελευταίος ιδρύθηκε το 1905 και είναι γνωστός κυρίως για τις επιτυχίες του στον στίβο. Έχει κερδίσει αρκετά μετάλλια, τόσο σε διεθνείς αγώνες όσο και σε Ολυμπιάδες (τα 10 από τα 26 της Αιγύπτου). Τα λιγότερο δημοφιλή αθλήματα όπως το τένις, το σκουός, το πόλο και οι καταδύσεις εξυπηρετούνται σε δημόσιους ή ιδιωτικούς κοινωνικούς και αθλητικούς συλλόγους με συνδρομή. Στον σχετικό κατάλογο που ακολουθεί οι πρώτοι τέσσερεις όμιλοι διακρίνονται για τις επιδόσεις στους στην καλαθοσφαίριση.
Αθλητικός σύλλογος «Αλεξάνδρεια» –«Σπόρτινγκ».
Σύλλογος Ιττιχάντ Αλ Σακαντάρι.
Σύλλογος Ελ Ολύμπι.
Αθλητικός σύλλογος Σμούχα –στη «Σμούχα».
Κάντρι Κλαμπ Αλεξάνδρειας.
Κάντρι Κλαμπ Ακακία.
Σύλλογος Ελ-Κόρουμ (Αραβικά نادي الكروم, Χρωμ).
Σύλλογος Χαράς Ελ Χοντόντ.
Αθλητικές εγκαταστάσεις θερέτρου Λαγκούν.
Η ελληνική παροικία έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για τα σπορ και οι αθλητές της σημείωσαν μεγάλες επιτυχίες τόσο στο αιγυπτιακό ποδοσφαιρικό πρωτάθλημα[48][49] όσο και σε άλλα αθλήματα. Ο πρώτος ομογενειακός γυμναστικός σύλλογος της Αλεξάνδρειας ήταν ο “Μίλων” που συστάθηκε το 1873 και διατηρήθηκε σε λειτουργία επί 40 χρόνια. Το 1905 ιδρύθηκε ο «Όμιλος Φιλάθλων Αλεξανδρείας» ως αποκλειστικά γυμναστικό σωματείο. Ο Ελληνικός Ποδοσφαιρικός Όμιλος Αλεξανδρείας ξεκίνησε τη λειτουργία του το 1910 με πρωτοβουλία Ελλήνων ποδοσφαιριστών που αγωνίζονταν κάθε Κυριακή στο γήπεδο Ρον Πουάν. Το 1922 δημιουργήθηκε ο ποδοσφαιρικός σύλλογος Άρης ο οποίος από το 1925 απέκτησε γυμναστήριο κοντά στο καζίνο Μπελβεντέρε και δραστηριοποιήθηκε στο χώρο του αθλητισμού. Με τον θαλάσσιο αθλητισμό ασχολείται από το 1909 μέχρι σήμερα ο Ελληνικός Ναυτικός Όμιλος Αλεξάνδρειας (ΕΝΟΑ). Το 1910 συγκροτήθηκε η Αθλητική Ένωση Ελλήνων Αλεξανδρείας (Α.Ε.Ε.Α.) με την οποία συγχωνεύτηκε στη συνέχεια ο Ελληνικός Ποδοσφαιρικός Όμιλος Αλεξανδρείας. Η Α.Ε.Ε.Α. διέθετε τμήματα ποδοσφαίρου, καλαθοσφαίρισης, πετοσφαίρισης, ενόργανης γυμναστικής, κλασικού αθλητισμού κ.ά. Έδρα της είναι το κοινοτικό στάδιο της Ελληνικής Κοινότητας. Στο ενεργητικό της έχει συμμετοχές σε αρκετά πανελλήνια πρωταθλήματα στίβου και σημαντικές διακρίσεις.[50][51] Έχει αναδείξει μεγάλους αθλητές από τους οποίους ορισμένοι εντάχθηκαν στην εθνική ομάδα της Ελλάδας.[52]
|
|
Ο Όμηρος οδηγεί τον Αλέξανδρο στη Φάρο
Κατά την παραμονή του Αλέξανδρου στην Αίγυπτο ο Όμηρος τον επισκέφτηκε σε ένα όνειρο και απήγγειλε τμήματα από την Οδύσσεια στα οποία υπήρχε αναφορά στη νήσο Φάρο. Σύμφωνα με τη διήγηση του Πλούταρχου[54] «ένας άνδρας με αξιοσέβαστο παρουσιαστικό και πάλλευκα μαλλιά φάνηκε να στέκεται δίπλα στον βασιλιά και να απαγγέλει αυτούς τους στίχους: «Υπάρχει ένα νησί στην ταραγμένη θάλασσα, μπροστά στην Αίγυπτο. Οι άνθρωποι το αποκαλούν Φάρο».[55] Αμέσως ο Αλέξανδρος ξύπνησε και πήγε στη Φάρο που ήταν ακόμη νησί. Όταν αντιλήφθηκε τα φυσικά πλεονεκτήματα της περιοχής είπε ότι ο Όμηρος δεν ήταν μόνο θαυμάσιος από όλες τις άλλες απόψεις, αλλά επίσης ο σοφότερος των αρχιτεκτόνων, και εκπόνησε το σχέδιο της πόλης του προσαρμόζοντάς το στη συγκεκριμένη τοποθεσία».
Η ιστορία της αποτύπωσης του σχεδίου της πόλης επί του εδάφους
Λόγω έλλειψης κιμωλίας με την οποία αποτυπώνονταν επί του εδάφους οι ακριβείς θέσεις των μελλοντικών δρόμων και των δημόσιων κτιρίων, ο Δεινοκράτης χρησιμοποίησε κριθάλευρο. Αλλά πριν τελειώσει η χάραξη του σχεδίου σμήνη πουλιών εφόρμησαν και καταβρόχθισαν το αλεύρι. Πολλοί ερμήνευσαν το γεγονός ως κακό οιωνό (και μάλιστα για έναν οικισμό που θα έφερε το όνομα του Αλέξανδρου), αλλά ο προσωπικός μάντης του στρατηγού είχε διαφορετική άποψη: το συμβάν, εξήγησε, προοιώνιζε ότι η Αλεξάνδρεια θα παρείχε μελλοντικώς τροφή ικανή να συντηρήσει όλη την ανθρωπότητα.
Ο Φάρος ως τηλεσκόπιο και όπλο καταστροφής πλοίων
Αρκετές αρχαίες πηγές δίνουν περιγραφές του «πύργου», με διαφορετική κατά περίπτωση αξιοπιστία. Ο Στράβωνας (63 π.Χ.-23 μ.Χ.) λέει πως ο καθρέπτης του αντανακλούσε το φως δεκάδες χιλιόμετρα μακριά. Ο ποιητής Πόπλιος Παπίνιος Στάτιος (40-90 μ.Χ.) γράφει πως το φως του έμοιαζε με τη σελήνη. Ο μοναχός Επιφάνιος αναφέρει ότι το ύψος του έφτανε τα 560 μέτρα. Οι θεωρίες για την κατασκευή του κατόπτρου είναι αντικρουόμενες· κάποιοι υποστηρίζουν ότι χρησιμοποιήθηκε στιλβωμένο μέταλλο, ενώ άλλοι πιστεύουν ότι κατασκευάστηκε από γυαλί του οποίου η μία όψη ήταν επαργυρωμένη. Ο Φάρος, ως ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου, παρέμεινε πόλος έλξης τουριστών καθ' όλη τη μεσαιωνική περίοδο και προσέλκυε πολλούς ταξιδιώτες που καταπλήσσονταν από το μέγεθός του. Επιστρέφοντας στα πάτρια εδάφη οι τελευταίοι επιχειρούσαν να εντυπωσιάσουν το κοινό τους με φαντασιακές αφηγήσεις πράγμα που οδήγησε στην εξύφανση διάφορων θρύλων. Για παράδειγμα, ο Άραβας περιηγητής Αμπού Χαμίντ αλ Γκαρνάτι λέει ότι σκοπός του καθρέπτη ήταν να εστιάζει τις ακτίνες του ήλιου σε εχθρικά πλοία που προσέγγιζαν το λιμάνι, με στόχο την πυρπόλησή τους. Ο Άραβας γεωγράφος και ταξιδιώτης του 10ου αιώνα Ιμπν Χαουκάλ ισχυρίστηκε ότι η κατασκευή, στο σύνολό της, ήταν αστρονομικό παρατηρητήριο. Ο Ιμπν Κχορδαδμπέχ γράφει κατά τον 9ο αιώνα ότι με το τηλεσκόπιο του Φάρου ήταν δυνατή η παρατήρηση ανθρώπων στην Κωνσταντινούπολη. Με τις παραπάνω απόψεις φαίνεται ότι συντασσόταν ο αρχαιολόγος Χάινριχ Τιρς ο οποίος προσπάθησε να αποδείξει ότι ο Φάρος χρησιμοποιούνταν ως τηλεσκόπιο.[56]
Η ιστορία της καθιέρωσης του Σάραπη ως πολιούχου θεότητας
Σύμφωνα με τον θρύλο ο Πτολεμαίος Σωτήρας ονειρεύτηκε το κολοσσιαίο άγαλμα κάποιου θεού, ο οποίος τον πρόσταξε να τον μεταφέρει το συντομότερο στην Αλεξάνδρεια· επειδή δεν γνώριζε πού βρισκόταν το άγαλμα διηγήθηκε το όραμα στον πολυταξιδεμένο Σωσίβιο, ο οποίος του είπε ότι είχε δει έναν τέτοιον κολοσσό στη Σινώπη. Ο Πλούταρχος αναφέρει σχετικά:[57] «Ο βασιλιάς ανέθεσε στον Σωτέλη και τον Διονύσιο να μεταφέρουν πάση θυσία το άγαλμα στην Αλεξάνδρεια και –μετά από πολύ χρόνο και με κόπο– οι τελευταίοι κατάφεραν με τη βοήθεια της Θείας Πρόνοιας να κλέψουν το άγαλμα και να του το παραδώσουν. Όταν ο Τιμόθεος (ο εξηγητής των ιεροτελεστιών) και ο Αιγύπτιος ιερέας Μανέθωνας το εξέτασαν, αποφάνθηκαν ότι απεικόνιζε τον Πλούτωνα και έπεισαν τον Πτολεμαίο ότι [στην πραγματικότητα] δεν ανήκε σε κανένα άλλο θεό, παρά στον Σάραπη. Βέβαια, στη Σινώπη αποκαλούνταν Πλούτωνας, αλλά στην Αίγυπτο έπρεπε να έχει το κατάλληλο αιγυπτιακό όνομα, το οποίο ήταν Σάραπης. Και όσα παραδίδει ο Ηράκλειτος ο φυσικός, ότι δηλαδή ο Άδης και ο Διόνυσος είναι ένα και το αυτό, οδηγούν στο ίδιο συμπέρασμα. Θα ήταν κατά συνέπεια λογικό να ταυτίσουν τον Όσιρι με τον Διόνυσο και να σχηματίσουν ένα νέο όνομα από τα ονόματα του Όσιρι και του ταύρου Άπι. Αφού λοιπόν άλλαξε η φύση και η ονομασία του Όσιρι, ο Σάραπης έγινε κοινός θεός όλου του κόσμου, μιας και ο Όσιρις λατρεύεται από τους Αιγύπτιους και ο Διόνυσος από τους Έλληνες». Στην πραγματικότητα το τεράστιο άγαλμα ήταν πιθανότατα έργο του γλύπτη Βρύαξι Β΄.[58]
Η καταστροφή των βιβλίων της Βιβλιοθήκης από τους Άραβες
Ο μονοφυσίτης επίσκοπος και ιστορικός του 13ου αιώνα Αμπντούλ Φαράγκ παραδίδει πως ο φημισμένος χριστιανός λόγιος Ιωάννης ο Φιλόπονος (490-570 μ.Χ.), έχοντας φιλικές σχέσεις με τον Άραβα στρατηγό Αμρ ελ Ας, του ζήτησε ως δώρο τα βιβλία της Βιβλιοθήκης που [υποτίθεται ότι] είχαν μείνει ως τότε άθικτα. Ο Αμρ εξέταζε το αίτημα του Φιλόπονου με συμπάθεια, αλλά θεώρησε καθήκον του να αναφέρει το ζήτημα στον χαλίφη. Η λακωνική απάντηση του Ομάρ διδάσκεται μέχρι σήμερα στο μάθημα της λογικής: «Σχετικά με τα βιβλία που αναφέρεις, εάν μεν το περιεχόμενό τους συμφωνεί με το Βιβλίο του Θεού, είναι άχρηστα, εάν όχι είναι επιζήμια· κατά συνέπεια να τα καταστρέψεις. Κατόπιν αυτού ο Αμρ διέταξε να κατανεμηθούν τα βιβλία στα 4.000 λουτρά της πόλης και να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμος ύλη για τη θέρμανση του νερού». Η καύση των βιβλίων διήρκεσε έξη μήνες.[59]
Η Κόμη της Βερενίκης
Αμέσως μετά το γάμο του με τη Βερενίκη Β΄ ο Πτολεμαίος Γ΄ Ευεργέτης αναχώρησε από την Αίγυπτο για να υποστηρίξει την αδερφή του, που ονομαζόταν επίσης Βερενίκη, στον Γ΄ Συριακό Πόλεμο. Ο Καλλίμαχος μάλιστα αναφέρει πως ο Ευεργέτης άφησε τη βασίλισσα στο νυφικό της κρεβάτι. Ο θρύλος λέει πως η Βερενίκη αφιέρωσε στη θεά Αφροδίτη και συγκεκριμένα στον ναό της στο Ζεφύριο τα πλούσια μαλλιά της, προκειμένου ο Πτολεμαίος να επιστρέψει ασφαλής. Τελικά ο φαραώ επέστρεψε νικηφόρος και η Βερενίκη εκπλήρωσε το τάμα της. Την άλλη μέρα όμως τα μαλλιά της είχαν εξαφανιστεί από τον ναό. Ο αυλικός Κόνων, μαθηματικός και αστρονόμος από τη Σάμο, υποστήριξε πως οι θεοί τοποθέτησαν τη χαμένη κόμη ανάμεσα στα αστέρια. Ο εν λόγω αστερισμός φέρει ακόμη και σήμερα το όνομα «Κόμη Βερενίκης» (Coma Berenice) ή «Πλόκαμος Βερενίκης». Ο Καλλίμαχος απαθανάτισε το γεγονός σε ποίημά του από το οποίο σώζονται μικρά αποσπάσματα και μετάφρασή του στα λατινικά από τον Κάτουλλο.[60]
Η αρχαία πόλη και οι άνθρωποί της αποτελούν ανεξάντλητη παρακαταθήκη από την οποία έχουν αντλήσει έμπνευση πολλοί σεναριογράφοι, σκηνοθέτες και δημιουργοί κινουμένων σχεδίων. Στο επίκεντρο της σχετικής μυθοπλασίας βρίσκονται κατά κύριο λόγο ιστορικές προσωπικότητες, όπως η Κλεοπάτρα, ο Μάρκος Αντώνιος και η Υπατία. Παραδείγματα τέτοιων παραγωγών είναι τα εξής: Αντώνιος και Κλεοπάτρα (φιλμ του 1908, 1913, 1972, 2015)· Αντώνιος και Κλεοπάτρα, τηλεοπτικό δράμα του 1974· Αντώνιος και Κλεοπάτρα, τραγωδία του Ουίλιαμ Σαίξπηρ (1607)· Καίσαρ και Κλεοπάτρα, θεατρικό έργο που γράφτηκε το 1898 από τον Τζορτζ Μπέρναρντ Σω· Κλεοπάτρα, μίνι τηλεοπτική σειρά Αστερίξ και Κλεοπάτρα, ταινία κινουμένων σχεδίων· Αστερίξ και Οβελίξ: Αποστολή Κλεοπάτρα· Αγορά (με θέμα την Υπατία) του Αλεχάντρο Αμενάμπαρ· Υπατία (θεατρικό έργο του 1900 στο οποίο πιθανώς πρωταγωνιστούσε η Μαίρη Άντερσον)· τηλεοπτική σειρά Κόσμος: Ένα προσωπικό ταξίδι· ο Καρλ Σαγκάν δίνει εδώ μια λεπτομερή περιγραφή του θανάτου της Υπατίας, συνδέοντάς τον με την καταστροφή της Βιβλιοθήκης· Τα μαθηματικά της Υπατίας, θεατρικό έργο του 2016.
Παραδείγματα κινηματογραφικών παραγωγών των οποίων η πλοκή τοποθετείται στο πρόσφατο παρελθόν:
Τέσσερεις άνδρες και μία προσευχή (περιπέτεια του 1938)· Παγωνιά στην Αλεξάνδρεια, στρατιωτική περιπέτεια του 1958 (στις ΗΠΑ παρουσιάστηκε το 1961 ως Η επίθεση της ερήμου)· Ιουστίνη, δράμα του 1969 εμπνευσμένο από την ομώνυμη νουβέλα του Λώρενς Ντάρρελ· Διαβατήριο για το Σουέζ, περιπέτεια του 1943 και Τοσούν πασά, τούρκικη κωμωδία του 1976.
Λογοτεχνικό φόρο τιμής στην Αλεξάνδρεια έχουν αποδώσει ο Καβάφης με το ποίημα «Ἀπολείπειν ὁ θεὸς Ἀντώνιον», ο Λώρενς Ντάρρελ με την τετραλογία του «Αλεξανδρινό Κουαρτέτο» (Ιουστίνη, Βαλτάσαρ, Μαουντόλιβ, Κλέα) που αποτέλεσε σταθμό στη λογοτεχνία και ο Στρατής Τσίρκας στο τελευταίο μέρος της τριλογίας «Ακυβέρνητες Πολιτείες», τη «Νυχτερίδα». Στην τριλογία Αραμπέσκ του Τζον Κόρτνεϊ Γκρίμγουντ η Αλεξάνδρεια αποτελεί το σκηνικό μιας σειράς εναλλακτικών ιστορικών νουβελών. Επίσης, το βιβλίο «Αλεξάνδρεια: Η πόλη της μνήμης», του Μάικλ Χάαγκ, παρουσιάζει την πόλη με τα μάτια των Καβάφη, Ντάρελ και Φόρστερ. Με τη νουβέλα Μιραμάρ[61] (1967) ο Αιγύπτιος συγγραφέας Ναγκίμπ Μαχφούζ δημιούργησε ένα γεμάτο αντιθέσεις πορτραίτο της σύγχρονης μετααποικιακής πόλης. Όπως συμβαίνει και με άλλα έργα του Μαχφούζ, το Μιραμάρ βρίθει από αλληγορίες. Η ηρωίδα του – σύμβολο της Αιγύπτου–, μια όμορφη αλλά αμόρφωτη καμαριέρα που αποτελεί το μήλο της έριδος για τους ενοίκους της πανσιόν Μιραμάρ, άγεται και φέρεται από τις αλληλοσυγκρουόμενες απόψεις τους. Οι τελευταίοι αντιπροσωπεύουν κύκλους προσκείμενους στην κυβέρνηση του Νάσερ, διάφορες πολιτικο-θρησκευτικές οργανώσεις, την ανώτερη εύπορη τάξη, τους Ευρωπαίους, τους Αιγύπτιους εθνικιστές κλπ. Το 1988 η Σουηδική Ακαδημία Γραμμάτων τίμησε τον Μαχφούζ με το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Το Αλεξάνδρεια της Λίντσεϊ Ντέιβις είναι μια ιστορία μυστηρίου, με ήρωα τον Μάρκους Ντίντιους Φάλκο, πληροφοριοδότη, αυτοκρατορικό πράκτορα και «ιδιωτικό ντετέκτιβ» των ρωμαϊκών χρόνων (2009). Άλλες σχετικές ελληνικές εκδόσεις είναι: Το φεγγάρι έσβησε στην Αλεξάνδρεια, Πολυζωίδης Απόστολος 2011· Φάρος και φαρίσκος, Ιστορίες της Αλεξάνδρειας και ένα κείμενο του Γιώργου Σεφέρη για τον Ε. Μ. Φόρστερ, Forster, Edward Morgan· Ο Φάρος της Αλεξάνδρειας, Τζίλλιαν Μπράντσοου· Ο λύχνος της Ανατολής, Φωτίου Ελένη· Έξοδος από την Αίγυπτο, Ασιμάν Αντρέ, 1951· Οι σκιές που αναζητάς στην Αλεξάνδρεια, Φιλίππου Μάρω 2013· Μέρες Αλεξάνδρειας, Στεφανάκης Δημήτρης Γ., 2011· Στην Αλεξάνδρεια ζάχαρη και στο Μισίρι ρύζι, Γκιάλη, Έλεν - Έλλη 2011.
Η ζωή της Υπατίας εξακολουθεί να αποτελεί αντικείμενο μυθοπλασίας για συγγραφείς διαφόρων εθνικοτήτων. Έργα που εντάσσονται σε αυτή την κατηγορία είναι: Υπατία: Επιστήμων της Αλεξάνδρειας (Ipazia, scienziata alessandrina) του Ιταλού Αντριάνο Πέτα· Η Υπατία και η αιωνιότητα (Hypatia y la eternidad) του Ισπανού Ραμόν Γκάλι· Η Ανάμνηση της Υπατίας: μια νουβέλα της αρχαίας Αιγύπτου, του Μπράιαν Τρεντ· Υπατία, ή νέοι εχθροί με παλιό πρόσωπο μια νουβέλα του Τσάρλς Κίνγκσλεϊ (1853)·Η Συνωμοσία για τη σωτηρία του Σωκράτη, του Πωλ Λέβινσον (2006) · Αίρεση: η ζωή του Πελάγιου (2012), του Ντέιβιντ Λάβτζοϊ και το Αζαζίλ, του Αιγύπτιου συγγραφέα Γιούσεφ Ζιντάν που περιγράφει τις θρησκευτικές έριδες εκείνης της εποχής μέσα από τα μάτια ενός καλόγερου. Μέρος του βιβλίου αναφέρεται στην Υπατία.
Οι περιπέτειες της Κλεοπάτρας και του Μάρκου Αντώνιου –αληθινές ή φανταστικές– συνεχίζουν μέχρι σήμερα να εμπνέουν πολλούς συγγραφείς: Το Κλεοπάτρα, μια νουβέλα του Τζέφρι Γκάρντνερ αποκαλύπτει τη μυστική ζωή και τους έρωτες της βασίλισσας (1962)· το Αντώνιος και Κλεοπάτρα είναι η έβδομη και τελευταία νουβέλα της σειράς «Κύριοι της Ρώμης» της Κολίν ΜακΚάλοου (2007)· η ιστορική νουβέλα Η Κλεοπάτρα εξομολογείται (2011) της Κάρολιν Μέιερ έχει κεντρικό πρόσωπο την Κλεοπάτρα VII· η μυθοπλασία Κλεοπάτρα του Ράιντερ Χάγκαρντ αφηγείται την επική προσπάθεια του ιερατείου να ανατρέψει την Κλεοπάτρα και να επαναφέρει την Αίγυπτο στη χρυσή εποχή της (1889).