χρονική περίοδος πριν την εμφάνιση της γραπτής ιστορικής μαρτυρίας From Wikipedia, the free encyclopedia
Η προϊστορία είναι η περίοδος από την εποχή που πρωτοεμφανίσθηκαν οι σύγχρονοι άνθρωποι, ως προς τη συμπεριφορά και ανατομία τους, μέχρι την εμφάνιση της γραπτής ιστορίας, που ακολούθησε την εμφάνιση των συστημάτων γραφής.[1]. Καθώς τόσο ο χρόνος κατοίκησης των σύγχρονων ανθρώπων, όσο και η εξέλιξη των ανθρώπινων πολιτισμών, διαφέρει από περιοχή σε περιοχή, η προϊστορία αρχίζει και τελειώνει σε διαφορετικές χρονικές στιγμές, ανάλογα με τη συγκεκριμένη περιοχή. Σε ένα ευρύτερο εννοιολογικό πλαίσιο, αναφέρεται στον χρόνο που εκτείνεται από την εμφάνιση του ανθρώπου περίπου 5.000.000 χρόνια π.π.[2] έως το 6.000 π.Χ., χιλιετία στην οποία συμβατικά αποδίδεται η επινόηση της γραφής και η γνώση της βασίζεται αποκλειστικά στην αρχαιολογική μαρτυρία[3].
Οι Σουμέριοι στη Μεσοποταμία και η Αρχαία Αίγυπτος ήταν οι πρώτοι πολιτισμοί που ανέπτυξαν τη δική τους γραφή και τήρησαν ιστορικές καταγραφές. Αυτό έλαβε χώρα ήδη κατά την πρώιμη Εποχή του Χαλκού. Οι γειτονικοί πολιτισμοί της Αρχαίας Μέσης Ανατολής ακολούθησαν πρώτοι. Οι περισσότεροι άλλοι πολιτισμοί έφθασαν στο τέλος της προϊστορίας κατά την Εποχή του Σιδήρου.
Ο όρος "προϊστορία" μπορεί να αναφέρεται στο τεράστιο χρονικό διάστημα από τη δημιουργία του Σύμπαντος, αλλά συχνότερα αναφέρεται στην περίοδο από την εμφάνιση της ζωής στη Γη, οπότε αντιμετωπίζεται περισσότερο ως γεωλογικός χρόνος, ή ακόμα πιο συγκεκριμένα στον χρόνο από την εμφάνιση ανθρωπόμορφων όντων.[4]. Η έννοια της "προϊστορίας" προέκυψε κατά την εποχή του Διαφωτισμού στα έργα αρχαιοδιφών οι οποίοι χρησιμοποιούσαν τη λέξη 'πρωτόγονος' για να περιγράψουν κοινωνίες που υπήρξαν πριν την εμφάνιση των γραπτών μαρτυριών[5]. Η πρώτη χρήση του όρου προϊστορία στην Αγγλική (κάτι που ισχύει και για άλλες γλώσσες, ωστόσο), έγινε στο Foreign Quarterly Review το 1836[6].
Στη διαίρεση της ανθρώπινης προϊστορίας οι ιστορικοί χρησιμοποιούν τυπικά το σύστημα τριών εποχών, ενώ οι ερευνητές που ασχολούνται με προανθρώπινες περιόδους χρησιμοποιούν τυπικά τις σαφώς καθορισμένες γεωλογικές καταγραφές και τη διεθνώς καθορισμένη στρωματογραφική βάση εντός της κλίμακας του γεωλογικού χρόνου. Το σύστημα των τριών εποχών είναι μια περιοδολόγηση της ανθρώπινης προϊστορίας σε τρεις διαδοχικές χρονικές περιόδους, που ονομάζονται ανάλογα με το υλικό που χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή εργαλείων : τη Λίθινη Εποχή, την Εποχή του Χαλκού και την Εποχή του Σιδήρου. Το σύστημα αυτό εμφανίσθηκε στα τέλη του 19ου αι., στο έργο Γερμανών, Βρετανών και Σκανδιναβών αρχαιολόγων, αρχαιοδιφών και ανθρωπολόγων.[7]. Άλλος διαχωρισμός ιστορίας και προϊστορίας μπορεί να γίνει μεταξύ των γραπτών εκείνων γεγονότων που μπορούν επακριβώς να χρονολογηθούν με ένα συνεχές ημερολόγιο χρονολόγησης από σήμερα και εκείνων που δεν μπορούν. Η απώλεια της συνέχειας του ημερολόγιου χρονολόγησης συμβαίνει συχνότερα όταν ένας πολιτισμός καταρρέι και η γλώσσα και το ημερολόγιο περιπίπτουν σε αχρησία. Έτσι ο σημερινός πολιτισμός χάνει τη δυνατότητα να χρονολογεί με ακρίβεια τα γεγονότα μέσα από γραπτές πρωτογενείς πηγές σε σχέση με τα γεγονότα που χρονολογούνται με την τρέχουσα ημερολογιακή χρονολόγηση.
Η εμφάνιση γραπτών πηγών (και έτσι η αρχή των κατά τόπους "ιστορικών χρόνων") ποικίλλει γενικά σε πολιτισμούς που ταξινομούνται είτε στην ύστερη Εποχή του Χαλκού είτε στην Εποχή του Σιδήρου. Οι ιστορικοί, ολοένα και περισσότερο, δεν αυτοπεριορίζονται σε μαρτυρίες από γραπτά στοιχεία και τείνουν να βασίζονται περισσότερο σε στοιχεία από τις φυσικές και κοινωνικές επιστήμες, θολώνοντας έτσι τη διάκριση μεταξύ των όρων "ιστορία" και "προϊστορία". Η άποψη αυτή έχει διατυπωθεί από υποστηρικτές της "βαθείας ιστορίας" (όρος για το μακρινό παρελθόν των ανθρώπινων ειδών "εκτεινόμενο πριν 50.000, 500.000, ακόμη και 2,6 εκατομμύρια χρόνια, στα πρώτα ανθρωποειδή").
Το λήμμα αυτό ασχολείται με την ανθρώπινη προϊστορία, το διάστημα από την πρώτη εμφάνιση των σύγχρονων ανθρώπων, ως προς τη συμπεριφορά και την ανατομία, μέχρι την αρχή της γραπτής ιστορίας. Υπάρχουν ξεχωριστό λήμμα για τη συνολική ιστορία της Γης.
Εξ ορισμού δεν υπάρχουν γραπτές πηγές από την ανθρώπινη προϊστορία, έτσι η χρονολόγηση προίστορικών υλικών είναι κρίσιμης σημασίας. Δεν υπήρχαν αναπτυγμένες σαφείς τεχνικές χρονολόγησης μέχρι τον 19ο αιώνα.
Οι κύριοι ερευνητές της ανθρώπινης προϊστορίας είναι προϊστορικοί αρχαιολόγοι και φυσικοί ανθρωπολόγοι, που χρησιμοποιούν ανασκαφές, γεωλογικές και γεωγραφικές μελέτες και άλλες επιστημονικές αναλύσεις για να αποκαλύψουν και να ερμηνεύσουν τη φύση και τη συμπεριφορά των προ-εγγραμμάτων και μη εγγραμμάτων λαών. Οι γενετιστές των ανθρώπινων πληθυσμών και οι ιστορικοί γλωσσολόγοι επίσης παρέχουν πολύτιμες πληροφορίες για αυτά τα ζητήματα. Οι κοινωνικοί ανθρωπολόγοι βοηθούν στην παροχή του πλαισίου για τις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις, μέσω τον οποίων αντικείμενα ανθρώπινης προέλευσης διακινούντο μεταξύ των λαών, επιτρέποντας την ανάλυση κάθε αντικειμένου που εμφανίζεται σε ένα ανθρώπινο προΊστορικό πλαίσιο. Έτσι στοιχεία για την προϊστορία παρέχονται από μεγάλη ποικιλία φυσικών και κοινωνικών επιστημών, όπως η παλαιοντολογία, η βιολογία, η αρχαιολογία, η παλυνολογία, η γεωλογία, η αρχαιοαστρονομία, η συγκριτική γλωσσολογία, η ανθρωπολογία, η μοριακή γενετική και πολλές άλλες.
Η ανθρώπινη προϊστορία διαφέρει από την ιστορία όχι μόνο στους όρους της χρονολόγησής της αλλά στον τρόπο που ασχολείται με τις δραστηριότητες των αρχαιολογικών πολιτισμών μάλλον παρά επώνυμων εθνών ή ατόμων. Περιοριζόμενη σε υλικές διαδικασίες, ερείπια και αντικείμενα μάλλον παρά σε γραπτά στοιχεία, η προϊστορία είναι ανώνυμη. Για το λόγο αυτό όροι αναφοράς που χρησιμοποιούν οι προϊστορικοί, όπως Νεάντερταλ ή Εποχή του Σιδήρου είναι σύγχρονη ετικέτες με ορισμούς ενίοτε αντικείμενο συζήτησης.
Η χρονολογία που σημαδεύει το τέλος της προϊστορίας σε ένα συγκεκριμένο πολιτισμό ή περιοχή, δηλαδή η χρονολογία της οποίας σχετικές γραπτές ιστορικές καταγραφές γίνονται χρήσιμες ακαδημαϊκές πηγές, διαφέρει τεράστια από περιοχή σε περιοχή. Για παράδειγμα στην Αίγυπτο είναι γενικά αποδεκτό ότι η προΊστορία τελείωσε γύρω στο 3.200 π.Χ., ενώ στη Νέα Γουινέα το τέλος της προϊστορικής εποχής τοποθετείται πολύ πιο πρόσφατα, γύρω στο 1.900 μ.Χ. Στην Ευρώπη οι σχετικά άρτια τεκμηριωμένοι κλασικοί πολιτισμοί της Αρχαίας Ελλάδας και της Αρχαίας Ρώμης είχαν γειτονικούς πολιτισμούς, όπως οι Κέλτες και, σε μικρότερο βαθμό, οι Ετρούσκοι, με ελάχιστη ή καθόλου γραφή και οι ιστορικοί πρέπει να αποφασίσουν πόσο μεγάλο βάρος να δώσουν στις συχνά αρκετά προκατειλημμένες περιγραφές αυτών των "προΊστορικών" πολιτισμών στην Ελληνική και τη Ρωμαϊκή βιβλιογραφία.
Η παλαιολιθική είναι η αρχαιότερη περίοδος της Λίθινης Εποχές και ξεκινά με την πρώτη χρήση λίθινων εργαλείων.
Το πρώτο τμήμα της Παλαιολιθικής περιόδου ονομάζεται Κατώτερη Παλαιολιθική, προηγείται του Homo sapiens, και ξεκινά με τον Homo habilis και τα πρωιμότερα λίθινα εργαλεία περίπου 2,5 εκατομμύρια χρόνια π.Χ.[8]. Οι μαρτυρίες ελέγχου της φωτιάς κατά την Κατώτερη Παλαιολιθική Περίοδο δεν είναι σαφείς και δεν έχουν μεγάλη επιστημονική υποστήριξη. Η ευρύτερα αποδεκτή άποψη είναι ότι οι Homo erectus ή οι Homo ergaster άναβαν φωτιές πριν από 790.000 ως 690.000 σε μια θέση στη γέφυρα Μπνοτ Γιαακόβ στο Ισραήλ. Η χρήση της φωτιάς επέτρεπε στους πρώτους ανθρώπους να μαγειρεύουν την τροφή, να έχουν θέρμανση και πηγή φωτός τη νύχτα.
Οι πρώτοι Homo sapiens εμφανίσθηκαν πριν περίπου 200.000 χρόνια, με την είσοδο στη Μέση Παλαιολιθική. Επίσης κατά τη Μέση Παλαιολιθική προκύπτουν ανατομικές αλλαγές που δείχνουν σύγχρονες γλωσσικές ικανότητες. Κατά τη Μέση Παλαιολιθική Περίοδο υπάρχει η πρώτη καθοριστική απόδειξη της χρήσης φωτιάς από τον άνθρωπο. Τοποθεσίες στη Ζάμπια έχουν απανθρακωμένα οστά και ξύλα, που χρονολογούνται πριν από 61.000 χρόνια. Η συστηματική ταφή των νεκρών, η μουσική, η προϊστορική τέχνη και η η χρήση όλο και πιο εξελιγμένων σύνθετων εργαλείων αποτελούν κορυφαίες στιγμές της Μέσης Παλαιολιθικής.
Σε όλη την παλαιολιθική εποχή οι άνθρωποι ζούσαν ως νομάδες κυνηγοί-τροφοσυλέκτες. Οι κοινωνίες κυνηγών-τροφοσυλεκτών είχαν την τάση να είναι μικρές και εξισωτικές.[9], αν και κοινωνίες κυνηγών-τροφοσυλεκτών με άφθονους πόρους ή προηγμένες τεχνικές αποθήκευσης τροφίμων ανέπτυξαν καθιστική ζωή με πολύπλοκες κοινωνικές δομές και ηγεσίες και κοινωνική διαστρωμάτωση. η αρχαιολογική μαρτυρία υποδεικνύει πως η χρήση τεχνικών αποθήκευσης και ελέγχου του πλεονάσματος τροφής ήταν ενίοτε η αιτία για την ανάπτυξη σύνθετων κοινωνικών δομών και κοινωνικής διαστρωμάτωσης. Πιθανόν δημιουργήθηκαν επαφές μεγάλων αποστάσεων, όπως στην περίπτωση των "δρόμων" των Αυστραλιανών ιθαγενών.
Η Μεσολιθική ήταν μια περίοδος της ανθρώπινης τεχνολογίας μεταξύ της Παλαιολιθικής και της Νεολιθικής περιόδου της Λίθινης Εποχής.
Η μεσολιθική περίοδος άρχισε στο τέλος της Πλειστόκαινου εποχής, περίπου πριν 10.000 χρόνια και τελείωσε με την εισαγωγή της γεωργίας, σε χρονολογίες που διαφέρουν ανά περιοχή. Σε μερικές περιοχές, όπως η Εγγύς Ανατολή, η γεωργία είχε ήδη εισαχθεί κατά το τέλος της Πλειστόκαινου και εκεί η Μεσολιθική είναι σύντομη και ασαφώς καθορισμένη. Σε περιοχές με περιορισμένη επίπτωση των παγετώνωνμερικές φορές προτιμάται ο όρος Επιπαλαιολιθική. Περιοχές που βίωσαν μεγαλύτερες περιβαλλοντικές επιπτώσεις καθώς τελείωνε η παγετώνων έχουν μια πολύ πιο εμφανή Μεσολιθική περίοδο, που κράτησε χιλιετίες. Στη Βόρεια Ευρώπη οι κοινωνίες μπόρεσαν να ζήσουν καλά με μεγάλες ποσότητες τροφίμων προερχόμενες από τις βαλτώδεις περιοχές που ευνοούσε το θερμότερο κλίμα. Τέτοιες συνθήκες παρήγαν διακριτές ανθρώπινες συμπεριφορές που σώζονται σε υλικά ευρήματα, όπως ο Μαγκλεμοσιανός (Σκανδιναβία) και ο Αζιλιανός (Νότια Γαλλία-Βόρεια Ισπανία) πολιτισμός. Αυτές οι συνθήκες καθυστέρησαν επίσης την έλευση της Νεολιθικής μέχρι το 4.000 π.Χ. στη Βόρεια Ευρώπη.
Τα υπολείμματα αυτής της περιόδου είναι λιγοστά και σε μεγάλες μεταξύ τους αποστάσεις, περιοριζόμενα συνήθως σε σωρούς υλικών. Σε δασικές περιοχές έχουν βρεθεί τα πρώτα ίχνη αποψίλωσης, αν και αυτό θα άρχιζε για τα καλά μόνο κατά τη Νεολιθική, όταν απαιτούντο περισσότερες εκτάσεις για τη γεωργία.
Η Μεσολιθική χαρακτηρίζεται στις περισσότερες περιοχές από μικρά σύνθετα εργαλεία από πυριτόλιθο - μικρόλιθους και μικρόγλυφα. αλιευτικά εργαλεία, πέτρινα σκεπάρνια και ξύλινα αντικείμενα όπως κανό και τόξα έχουν βρεθεί σε μερικές θέσεις. Αυτές οι τεχνολογίες εμφανίζονται πρώτα στην Αφρική, συγγενείς με τους Αζιλιανούς πολιτισμούς, πριν διαδοθούν στην Ευρώπη, μέσω του Ιβηρομαυρουσιανού πολιτισμού της Βόρειας Αφρικής και του Κεβαριανού (Ισραήλ) πολιτισμού. Στη ΒΔ Ευρώπη η μεσολιθική περίοδος ξεκίνησε περί το 8000 ΠΚΕ, στο τέλος της πλειστόκαινου, περίπου 2.600.000 έως 11.700 π.π. και διήρκεσε έως το 2700 ΠΚΕ. Σε άλλες περιοχές του παλαιού κόσμου οι ημερομηνίες διαφέρουν.[10]
Σε αντίθεση με την Παλαιολιθική, οπότε υπήρχαν περισσότερα ανθρώπινα είδη, μέχρι τη Νεολιθική έφθασε μόνο ένα είδος (ο Homo sapiens sapiens). Ο Homo floresiensis μπορεί να είχε επιβιώσει μέχρι την αυγή της νεολιθικής εποχής, πριν 12.200 χρόνια. Ηταν μια περίοδος πρωτόγονης τεχνολογικής και κοινωνικής ανάπτυξης. Άρχισε περίπου το 10.200 π.Χ. σε μερικά μέρη της Μέσης Ανατολής και αργότερα σε άλλα μέρη του κόσμου. και τελείωσε μεταξύ 4.500 και 2.000 π.Χ. Η Νεολιθική αποτελεί εξέλιξη των συμπεριφορικών και των πολιτιστικών χαρακτηριστικών και αλλαγών, περιλαμβανομένης της χρήσης άγριων και καλλιεργημένων προϊόντων και εξημερωμένων ζώων.
Η πρώιμη νεολιθική γεωργία περιοριζόταν σε μικρό εύρος φυτών, τόσο άγριων όσο και καλλιεργούμενων, που περιελάμβαναν μονόκοκκο σιτάρι, κεχρί και αγριοσίταρο και στην εκτροφή σκύλων, προβάτων και αιγών. Περίπου από το 6.900 έως το 6.400 π.Χ. περιελάμβανε εξημερωμένα βοοειδή και χοίρους και τη δημιουργία μόνιμων ή εποχιακά κατοικημένων οικισμών και τη χρήση αγγειοπλαστικής. Στη Νεολιθική περίοδο αναπτύχθηκαν τα πρώτα χωριά, η γεωργία, η εξημέρωση των ζώων, εργαλείων και εμφανίσθηκαν τα πρώτα καταγεγραμμένα περιστατικά πολέμου.[12]. Η Νεολιθική εποχή άρχισε με την έναρξη της γεωργίας, που προκάλεσε τη Νεολιθική Επανάσταση. Τελείωσε όταν τα μεταλλικά εργαλεία διαδόθηκαν ευρέως (στην Εποχή του Χαλκού ή την Εποχή του Ορείχαλκου, ή, σε μερικές γεωγραφικές περιοχές, την Εποχή του Σιδήρου). Ο όρος νεολιθική εποχή χρησιμοποιείται κυρίως στον Παλαιό Κόσμο, καθώς η εφαρμογή του σε πολιτισμούς στην Αμερική και την Ωκεανία που δεν ανέπτυξαν πλήρως τεχνολογία μεταλλοτεχνίας δημιουργεί προβλήματα.
Η μετάβαση από την τροφοσυλλογή στην τροφοπαραγωγή συνέβη σταδιακά, εκκινώντας από την Εύφορη Ημισέληνο. Στη ΝΔ η εξημέρωση των ζώων φαίνεται ότι έγινε περί το 9000 ΠΚΕ, και ότι μέχρι το 7000 ΠΚΕ οι κοινωνίες υιοθέτησαν σταδιακά τη μόνιμη εγκατάσταση και τη γεωργία, τουλάχιστον στις εύφορες κοιλάδες μεταξύ του Τίγρη και του Ευφράτη. Οι γνώσεις και οι καινοτομίες τους σταδιακά μεταβιβάστηκαν από τη Μέση Ανατολή προς την Ευρώπη μέσω δύο οδών, της Τουρκίας και της Ελλάδας στην κεντρική Ευρώπη και κατά μήκος της βόρειας Αφρικής στην Ισπανία Στην Ελλάδα καλλιεργητικές κοινότητες εμφανίστηκαν το 7000 ΠΚΕ. Η μετάβαση ολοκληρώθηκε στη Βρετανία και τη Σκανδιναβία περί το 3000 ΠΚΕ[13].
Οι οικισμοί έγιναν μονιμότεροι με μερικούς να έχουν κυκλικά σπίτια με μονά πλινθόκτιστα δωμάτια. Οι οικισμοί μπορεί να περιβάλλοντο από τείχος από πέτρα για να περιορίζονται τα εξημερωμένα ζώα και για ναπροστατεύουν τους κατοίκους από άλλες φυλές. Μεταγενέστεροι οικισμοί έχουν ορθογωνικά πλινθόκτιστα σπίτια, όπου ζούσε μαζί η οικογένεια σε ένα ή περισσότερα δωμάτια. Ταφικά ευρήματα φανερώνουν λατρεία των προγόνων, όπου οι άνθρωποι διατηρούσαν κρανία των νεκρών. Ο Πολιτισμός Βίντσα πιθανόν δημιούργησε το πρώτο σύστημα γραφής. Τα μεγαλιθικά συγκροτήματα ναών της Τζαντίγια (Μάλτα) ξεχωρίζουν για τη γιγαντιαία κατασκευή τους. Αν και μερικές ύστερες Ευρασιατικές νεολιθικές κοινωνίες σχημάτισαν σύνθετες στρωματοποιμένες δομές ή ακόμη και κράτη, τα κράτη εξελίχθηκαν στην Ευρασία μόνο με την άνοδο της μεταλλουργίας και οι περισσότερες νεολιθικές κοινωνίες ήταν συνολικά σχετικά απλές και εξισωτικές. Τα περισσότερα ρούχα φαίνεται να κατασκευάζονταν από δέρματα ζώων, όπως φαίνεται από τα ευρήματα μεγάλων αριθμών οστέινων και κεράτινων καρφιτσών, που είναι ιδανικές για στερέωση σε δέρμα. μάλλινα και λινά ρούχα υπήρχαν ίσως κατά την ύστερη Νεολιθική, όπως φαίνεται από ευρήματα διάτρητων πετρών, που (ανάλογα με το μέγεθός τους) μπορεί να χρησίμευαν ως σφονδύλια ή αγνύθες (υφαντικά βάρη).
Στην αρχαιολογία του Παλαιού Κόσμου η Χαλκολιθική περίοδος ή Εποχή του Χαλκού αναφέρεται στη μεταβατική περίοδο κατά την οποία η πρώιμη μεταλλουργία του χαλκού εμφανίστηκε μαζί με τη διαδεδομένη χρήση λίθινων εργαλείων. Η περίοδος αυτή είχε σε μεγάλο βαθμό ακόμη χαρακτήρα Νεολιθικό. Είναι μια φάση της Εποχής του Ορείχαλκου πριν ανακαλυφθεί ότι η προσθήκη κασσίτερου στον χαλκό σχημάτιζε το σκληρότερο κρατέρωμα. Η Εποχή του Χαλκού ορίσθηκε αρχικά ως η μετάβαση από τη Νεολιθική στην Εποχή του Ορείχαλκου. Εντούτοις επειδή χαρακτηρίζεται από τη χρήση μετάλλων η Εποχή του Χαλκού θεωρείται τμήμα μάλλον της Εποχής του Ορείχαλκου παρά της Λίθινης Εποχής.
Ενας αρχαιολογικός χώρος στη Σερβία περιέχει την παλαιότερη με ασφάλεια χρονολογημένη απόδειξη κατεργασίας χαλκού σε υψηλή θερμοκρασία, πριν από 7.500 χρόνια. Το εύρημα του Ιουνίου 2010 επεκτείνει τη γνωστή καταγεγραμμένη τήξη χαλκού 800 χρόνια νωρίτερα και δείχνει ότι η τήξη του χαλκού είχε μάλλον εφευρεθεί σε ξεχωριστά της Ασίας και της Ευρώπης εκείνη την εποχή παρά διαδόθηκε από μια μοναδική πηγή. Η εμφάνιση της μεταλλουργίας πρέπει να συνέβη πρώτα στην Εύφορη Ημισέληνο, όπου οδήγησε στην Εποχή του Ορείχαλκου την 4η χιλιετία π.Χ. (η παραδοσιακή άποψη), ενώ ευρήματα από τον Πολιτισμό Βίντσα στην Ευρώπη έχουν τώρα με ασφάλεια χρονολογηθεί λίγο αρχαιότερα από εκείνα της Εύφορης Ημισελήνου. Η Κοιλάδα Τίμνα περιέχει μαρτυρίες εξόρυξης χαλκού πριν από 9.000 ως 7.000 χρόνια. Η διαδικασία της μετάβασης από τη Νεολιθική στη Χαλκολιθική περίοδο χαρακτηρίζεται σε αρχαιολογικά σύνολα εργαλείων από πέτρα από μείωση της προμήθειας και χρήσης υψηλής πιότητας πρώτων υλών. Η Βόρεια Αφρική και η Κοιλάδα του Νείλου εισήγαγαν την τεχνολογία του σιδήρου από την Εγγύς Ανατολή και ακολούθησαν τη δική της πορεία εξέλιξης των Εποχών του Ορείχαλκου και του Σιδήρου. Όμως οι Εποχές του Ορείχαλκου και του Σιδήρου συνέβησαν ταυτόχρονα στο μεγαλύτερο μέρος της Αφρικής.
Η Εποχή του Ορείχαλκου είναι η αρχαιότερη περίοδος κατά την οποία μερικοί πολιτισμοί έφθασαν στο τέλος της προϊστορίας, με την εισαγωγή γραπτών πηγών. Η Εποχή του Ορείχαλκου ή τμήματά της θεωρούνται έτσι μέρος της προϊστορίας μόνο για τις περιοχές και τους πολιτισμούς, που υιοθέτησαν ή ανέπτυξαν ένα σύστημα τήρησης γραπτών αρχείων σε μεταγενέστερες περιόδους.
Η επινόηση της γραφής συμπίπτει με τις αρχές της Εποχής του Ορείχαλκου. Λίγο μετά την εμφάνιση της γραφής οι άνθρωποι άρχισαν να δημιουργούν γραπτές περιγραφές των γεγονότων και να "τηρούν βιβλία" διοικητικών υποθέσεων.
Ο όρος Εποχή του Ορείχαλκου αναφέρεται σε εκείνη την περίοδο της ανθρώπινης πολιτισμικής ανάπτυξης κατά την οποία η πιο προηγμένη μεταλλοτεχνία περιελάμβανε τεχνικές για την τήξη χαλκού και κασσίτερου από απαντώμενα στη φύση μεταλλεύματα και την ανάμειξή τους στη συνέχεια για την παραγωγή κρατερώματος. Αυτά τα φυσικώς απαντώμενα μεταλλεύματα περιελάμβαναν κατά κανόνα αρσενικό ως συνήθη πρόσμειξη. Τα κοιτάσματα χαλκού/κασσίτερου είναι σπάνια και απαιτούν προηγμένα συστήματα εντοπισμού και γνώσεις εξόρυξης μη διαθέσιμες στις λίθινες περιόδους. Αυτό αντανακλάται στο γεγονός ότι δεν υπάρχουν ορειχάλκινα τέχνεργα στη δυτική Ασία το 3000 ΠΚΕ. Η εποχή του ορείχαλκου είναι τμήμα του συστήματος τριών εποχών για τις προϊστορικές κοινωνίες. Σε αυτό το σύστημα ακολουθεί τη νεολιθική περίοδο σε ορισμένες -όχι όλες- περιοχές του κόσμου. Οι χρονικές περίοδοι στις οποίες ξεκίνησε η ορειχάλκινη εποχή ποικίλουν ανάλογα την περιοχή. Στην αρχαία Ελλάδα και την Κίνα, η εποχή του ορείχαλκου ξεκίνησε πριν το 3000 ΠΚΕ, ενώ στη Βρετανία ξεκίνησε περί το 1900 ΠΚΕ[14]..
Στην αρχαιολογία, ως εποχή του σιδήρου αναφέρεται εκείνη η φάση της πολιτισμικής ανάπτυξης στην οποία χρησιμοποιείται ο σίδηρος στη μεταλλουργία. Η υιοθέτηση του σιδήρου συνέπεσε με άλλες αλλαγές στις οποίες περιλαμβάνονται σύνθετες και εξειδικευμένες γεωργικές πρακτικές, θρησκευτικές πίστεις και καλλιτεχνικά στιλ. Η περιοδολόγηση της εποχής του σιδήρου, σε πολιτισμούς στους οποίους αντικαταστάθηκε ως επί το πλείστον ή ολοκληρωτικά ο ορείχαλκος διαφέρει γεωγραφικά, εκκινώντας από τη Μέση Ανατολή και τη ΝΑ Ευρώπη περί το 1200 ΠΚΕ, για να φθάσει στην Κίνα περί το 600 ΠΚΕ[15].
Εποχή | Τμήμα εποχής | Έτη πριν | Γεγονότα |
---|---|---|---|
Παλαιολιθική | Κατώτερη | 2.8 εκ. | Το γένος Χόμο εμφανίζεται ως σαρκοβόρο πτωματοφάγο είδος |
2.5 εκ. | Ίχνη πρώιμων εργαλείων | ||
600.000 | Εμφάνιση των κυνηγών-συλλεκτών | ||
400.000 | Έλεγχος της φωτιάς από τους προγόνους του ανθρώπου | ||
Μέση | 300.000–30.000 | Μουστιαία περίοδος και εμφάνιση των Νεάντερταλ στην Ευρώπη.[16] | |
200.000 | Εμφάνιση των ανατομικά σύγχρονων ανθρώπων με την εμφάνιση των Χόμο σάπιενς σάπιενς στην Αφρική. | ||
170.000–83.000 | Χρήση βασικού ρουχισμού[17] | ||
75.000 | Έκρηξη του ηφαιστείου της Τόμπα[18] | ||
70.000–50.000 | Μετανάστευση των Χόμο Σάπιενς από την Αφρική στην Ασία (πιθανώς υπήρξε και άλλη νωρίτερα ήδη από το 130.000).[19] Κατά τις επόμενες χιλιετίες αυτές οι ομάδες ανθρώπων εξαπλώθηκαν στη νότιο Ινδία, αρχιπέλαγος της Ινδονησίας, Αυστραλία, Ιαπωνία, Κίνα, Σιβηρία, Αλάσκα και τη βορειοδυτική ακτή της βόρειας Αμερικής.[19] | ||
80.000-50.000 | Εμφανίζονται τα σύγχρονα χαρακτηριστικά συμπεριφοράς, όπως χρήση γλώσσας και ανεπτυγμένες γνωστικές λειτουργίες | ||
Ανώτερη | 45.000 - 43.000 | Τα πρώτα στάδια του Σατελπερόνιου πολιτισμού στην περιοχή της σημερινής Γαλλίας. | |
40.000 - 38.000 | Ανθρώπινοι οικισμοί (Αβορίγινες της Αυστραλίας) οι οποίοι ανακαλύφθηκαν στο Σίδνεϊ,[20][21] Περθ,[22] και Μελβούρνη.[23] | ||
32.000 - 30.000 | Οι απαρχές του Ωρινάκιου πολιτισμού με ζωγραφική σπηλαίων όπως στο σπήλαιο Σωβέ στη Γαλλία | ||
30.500 - 28.500 | Η περιοχή της Νέας Γουινέας αποικίζεται από πληθυσμούς της Ασίας ή Αυστραλίας.[24] | ||
30.000 - 28.000 | Ανακάλυψη υπολειμμάτων μιας ομάδας ταράνδων τα οποία χρονολογούνται σε αυτή την περίοδο. Οι τάρανδοι σφάχτηκαν και καταναλώθηκαν από ανθρώπους στην κοιλάδα Βέζε (Vézère) της νοτιοδυτικής Γαλλίας.[25] | ||
28.000 - 20.000 | Γραβέττια περίοδος στην Ευρώπη, κατασκευάζονται εργαλεία όπως καμάκια, βελόνες, και πριόνια | ||
26.500 | Τελευταία παγετωνική περίοδος. Με την πάροδο του χρόνου ο πάγος λιώνει και οι παγετώνες υποχωρούν ξανά. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου οι άνθρωποι επιστρέφουν στη δυτική Ευρώπη (Μαγδαλένιος πολιτισμός), και εισέρχονται στη βόρεια Αμερική από την ανατολική Σιβηρία για πρώτη φορά (Παλαιοινδιάνοι, πολιτισμός Κλόβις) | ||
26.000 - 24.000 | Κατασκευάζονται αντικείμενα όπως ψάθινοι μάρσιπποι για τη μεταφορά νεογνών, ρούχα, διάφορες χειραποσκευές, καλάθια, και δίχτυα | ||
25.000 - 23.000 | Ο οικισμός του Ντόλνι Βεστόνιτσε στην περιοχή της σημερινής Μοραβίας στην Τσεχία χτίζεται από πέτρες και κόκαλα μαμούθ. Πρόκειται για τον παλαιότερο μόνιμο ανθρώπινο οικισμό που ανακαλύφθηκε από τους αρχαιολόγους έως τις αρχές του 21ου αιώνα.[26] | ||
23.000 - 21.000 | Δείγματα καλλιέργειας φυτών σε περιορισμένη έκταση στην περιοχή Οχάλο της θάλασσας της Γαλιλαίας στο σημερινό Ισραήλ.[27] | ||
16.000 - 14.000 | Πήλινα γλυπτά βισώνων σε σπήλαιο των Πυρηναίων (σπήλαιο Τρουά Φρερ) στα σύνορα της σημερινής Γαλλίας και Ισπανίας.[28] | ||
14.800 - 12.800 | Περίοδος υγρασίας στη βόρεια Αφρική. Η περιοχή της Σαχάρας είνα υγρή και γόνιμη, και οι υδροφόροι ορίζοντες γεμάτοι.[29] | ||
Μεσολιθική | 12.500 - 9.500 | Δραστηριοποίηση του Νατούφιου πολιτισμού, μιας κοινωνίας κυνηγών-συλλεκτών οι οποίοι πιθανώς καλλιεργούσαν σίκαλη στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου (Λεβάντες) | |
Νεολιθική | 9.400 - 9.200 | Καλλιεργούνται συκιές (των οποίων οι καρποί δεν έχουν σπόρους) στην περιοχή της κοιλάδας του Ιορδάνη και σε απόσταση 13 χιλιομέτρων από την Ιεριχώ.[30] | |
9.000 | Κυκλικές κατασκευές οι οποίες αποτελούνταν από στήλες σχήματος Τ στο Γκιομπεκλί Τεπέ στη σημερινή νοτιοανατολική Τουρκία. | ||
8.000 - 7.000 | Καλλιέργεια σίτου και κριθαριού στη βόρεια Μεσοποταμία. Αρχικά χρησιμοποιούνται για την παραγωγή μπύρας, και το μαγείρεμα πλιγουριού και σούπας, και αργότερα για την παραγωγή άρτου.[31] Οι καλλιέργειες γίνονται αρχικά με τη χρήση καλαμιών ως σκαπτικά εργαλεία αλλά σταδιακά δημιουργούνται τα πρώτα άροτρα με το πέρασμα των αιώνων.[32] Κτίζεται λίθινος πύργος 8.5 μέτρων ύψους και 8.5 μέτρων πλάτους στην Ιεριχώ.[33] | ||
Χαλκολιθική | 3.700 | Εμφάνιση της σφηνοειδούς γραφής από τους Σουμέριους, όπου χρησιμοποιείται για τήρηση λογαριασμών και παρακολούθηση αποθεμάτων.[34] | |
3.300 | Εκτιμώμενη χρονική περίοδος του θανάτου του Ότζι, του λεγόμενου ανθρώπου των πάγων, το εν μέρει διατηρημένο σώμα του οποίου ανακαλύφθηκε το 1991 στις αυστριακές Άλπεις. Μαζί με το πτώμα ανακαλύφθηκε και ένα χάλκινο τσεκούρι. | ||
3.000 | Ξεκινά η κατασκευή του Στόουνχετζ, του οποίου η πρώτη εκδοχή εκτιμάται πως ήταν ξύλινη.[35] | ||
Εποχή | Τμήμα εποχής | Έτη πριν | Γεγονότα |
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.