Remove ads
Tο όγδοο μεγαλύτερο νησί της Ελλάδας From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Λήμνος είναι το όγδοο μεγαλύτερο νησί της Ελλάδας με έκταση 476 τετραγωνικά χιλιόμετρα και το τέταρτο σε μήκος ακτών (310 χιλιόμετρα). Βρίσκεται στο βόρειο Αιγαίο, στο Θρακικό πέλαγος, ανάμεσα στο Άγιον Όρος, τη Σαμοθράκη, την Ίμβρο και τη Λέσβο. Μαζί με τον Άγιο Ευστράτιο αποτελούν την περιφερειακή ενότητα Λήμνου της περιφέρειας Βορείου Αιγαίου. Πρωτεύουσα και κύριο λιμάνι της Λήμνου είναι η Μύρινα, που πήρε το όνομα της γυναίκας του πρώτου βασιλιά του νησιού, του Θόαντα. Ως το 1955 η Μύρινα ονομαζόταν Κάστρο, ονομασία που επικράτησε κατά την ύστερη βυζαντινή περίοδο και άτυπα ακόμα έτσι αποκαλείται από τους παλιότερους Λημνιούς.
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Γεωγραφία | |
---|---|
Αρχιπέλαγος | Αιγαίο Πέλαγος |
Έκταση | 476 km² |
Υψόμετρο | 470 μ |
Υψηλότερη κορυφή | Σκοπιά (ή Βίγλα) |
Χώρα | |
Περιφέρεια | Βορείου Αιγαίου |
Περιφερειακή Ενότητα | Λήμνου |
Πρωτεύουσα | Μύρινα |
Δημογραφικά | |
Πληθυσμός | 16.411[1] (απογραφής 2021) |
Πρόσθετες πληροφορίες | |
Ιστοσελίδα | www.limnos.gr |
Σχετικά πολυμέσα |
Η Λήμνος είναι ηφαιστειογενές νησί. Αν και δεν έχει δάση, έχει εκτεταμένες εύφορες πεδιάδες καλλιεργημένες με σιτηρά κι αμπέλια. Επίσης, έχει υπέροχες και καθαρές παραλίες και είναι ένα νησί ιδανικό για ήρεμες διακοπές. Οι βασικές ασχολίες των κατοίκων είναι η κτηνοτροφία, η γεωργία και η αλιεία. Επίσης, ο τουρισμός, το εμπόριο και τα ναυτικά επαγγέλματα. Ο πληθυσμός του νησιού ανέρχεται σε 16.411 κατοίκους,[1] σύμφωνα με την απογραφή του 2021.
Καλαθάκι Λήμνου
Η Λήμνος συγκαταλέγεται στα λίγα νησιά του Αιγαίου, που οι κάτοικοί τους ασχολήθηκαν περισσότερο με την κτηνοτροφία και την καλλιέργεια της γης, παρά με τη θάλασσα. Βέβαια, οι πεδινές εκτάσεις κι οι χαμηλές λοφοπλαγιές της, δημιουργούν ιδανικές προϋποθέσεις για κάτι τέτοιο. Οι Οι κτηνοτρόφοι του νησιού, συντηρούν μια πλούσια τυροκομική παράδοση στην οποία πρωταγωνιστεί το Καλαθάκι Λήμνου το οποίο παίρνει το όνομά του από τα μικρά καλάθια, τα οποία παλιότερα ήταν πλεγμένα από λυγαριά. Σήμερα υπάρχουν τα πλαστικά, τα οποία χρησιμοποιούνται για τη στράγγιση του. Το γάλα προέρχεται αποκλειστικά από αιγοπρόβατα που εκτρέφονται στη νήσο Λήμνο. Αναγνωρίσθηκε ως Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης το 1994 και αν και έχει αρκετές ομοιότητες με τη Φέτα ως προς τη διαδικασία παραγωγής του, εντούτοις διατηρεί τη δική του γευστική ταυτότητα. Ταιριάζει με κρασιά, που διαθέτουν ισχυρή προσωπικότητα, όπως η Ρετσίνα, τα Ασύρτικα, αλλά και με τις ημίξηρες εκδοχές του Μοσχάτου Λήμνου.
Το όνομα Λήμνος αναφέρεται ήδη από τον Όμηρο. Το όνομα Λήμνος προέρχεται είτε από την ομηρική λέξη Λήιον, που προσδιορίζει το σπαρμένο χωράφι, τον αγρό, ή από τις αρχαίες ελληνικές λέξεις «ληίς» (που σημαίνει κοπάδι) + «μήλο» (που σημαίνει πρόβατο), δηλαδή νήσος κοπαδιών αιγοπροβάτων. Η τελευταία αυτή εκδοχή φέρεται και η επικρατέστερη, επειδή η Λήμνος είναι το πεδινότερο νησί του Αιγαίου με μεγάλη παραγωγή αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων από την αρχαιότητα. Στους κλασικούς χρόνους ήταν ο σιτοβολώνας της αρχαίας Αθήνας, από την οποία άλλωστε κατελήφθη, και αργότερα ο προμηθευτής σιταριού της αυτοκρατορικής αυλής του Βυζαντίου. Ακόμα και σήμερα, το σήμα κατατεθέν της Λήμνου είναι τα σπαρμένα σιταροχώραφα που φθάνουν ως την άκρη της θάλασσας.
Κατά καιρούς χρησιμοποιήθηκαν και άλλα ονόματα: «Ανεμόεσσα», από τους ισχυρούς ανέμους που πνέουν στην περιοχή (η Ανεμόεσσα σήμερα είναι οικισμός, στον οποίο κατοικούν όσοι υπηρετούν στην Πολεμική Αεροπορία μαζί με τις οικογένειές τους), «Αιθάλεια» ή «Αιθαλία» (από την αιθάλη - καπνό του ηφαιστείου της), «Πυρόεσσα» (για την ηφαιστειώδη φύση της νήσου), «Δίπολις» (από τις δύο κύριες αρχαίες πόλεις της, τη Μύρινα και την Ηφαιστία), «Σιντηίς» (από τους πρώτους κατοίκους της, τους Σίντιες), «Αμπελόεσσα» (από τους εκταταμένους αμπελώνες της), «Υψιπύλεια» (από τη μυθική βασίλισσα Υψιπύλη) και «Ηφαίστεια νήσος» (νήσος του Ηφαίστου). Οι Ενετοί και οι Φράγκοι την έλεγαν «Σταλημένη», πιθανώς εκ παραφθοράς της φράσης «στη Λήμνο» ή «στα Λήμνου» (= κράτα πορεία προς τη Λήμνο).
Κατά τη μυθολογία, η Λήμνος είναι το νησί του Ηφαίστου.
Η ανάπτυξη της μεταλλουργίας από τους παλαιότατους κατοίκους του νησιού αποδόθηκε στον θεό Ήφαιστο. Σύμφωνα με τον μύθο ο Δίας, μετά από έναν καβγά με την Ήρα, εκσφενδόνισε από τον Όλυμπο τον Ήφαιστο, καθώς αυτός υπερασπίστηκε τη μητέρα του, με αποτέλεσμα να πέσει στη Λήμνο και έκτοτε να μείνει ανάπηρος. Οι πρώτοι κάτοικοι του νησιού, τους οποίους ο Όμηρος αποκαλεί Σίντιες, που σύμφωνα με τον μύθο ήρθαν από την Ανατολή (Φρυγία) και ήταν αγριόφωνοι (=σκληροί, αφιλόξενοι), τον περιέθαλψαν κι εκείνος σε αντάλλαγμα τους δίδαξε την τέχνη της κατεργασίας των μετάλλων, στήνοντας το εργαστήριό του στο ηφαίστειο Μόσυχλος της Λήμνου. Οι Σίντιες ήταν εξαιρετικοί μεταλλουργοί και οι πρώτοι που κατασκεύασαν χάλκινα όπλα με μέταλλα από τη Μικρά Ασία. Οι ανασκαφές στην Πολιόχνη αποκάλυψαν μεγάλο προϊστορικό οικισμό που μπορεί να αποδοθεί σε αυτό το φύλο, ο πολιτισμός του οποίου παρουσιάζει ομοιότητες με εκείνον της Τροίας. Τιμώντας τον μεταλλουργό θεό, οι αρχαίοι Έλληνες ονόμασαν Ηφαιστία την πόλη που ίδρυσαν στο νησί.
Κατά τον μύθο, ο Ήφαιστος μεταβίβασε τη γνώση της τέχνης στους Καβείρους, παιδιά που απέκτησε από τη νύμφη Καβειρώ.[2] Αυτοί, αργότερα, λατρεύονταν σε ένα ειδικό ιερό που χτίστηκε στη Λήμνο, το Καβείριο. Η λατρεία τους, που ήταν μυστηριακή, επεκτάθηκε στη Σαμοθράκη κι αλλού και μάλλον προέρχεται από κάποια αρχική κλειστή συντεχνία μεταλλουργών.
Η εισαγωγή της αμπελοκαλλιέργειας συνδέθηκε με τον Διόνυσο. Σύμφωνα με τον μύθο ο Μίνωας της Κρήτης έστειλε τον βασιλιά της Φαιστού Ραδάμανθυ να καταλάβει τα νησιά του Αιγαίου. Αυτός δώρισε τη Λήμνο σε ένα στρατηγό του, τον Θόαντα, γιο του Διονύσου και της Αριάδνης, ο οποίος δίδαξε στους Λημνιούς την καλλιέργεια του αμπελιού. Τότε τη Λήμνο κατείχαν οι Θεσσαλοί Μινύες κι ο Κρηθέας, βασιλιάς της Ιωλκού, αποφάσισε να δώσει στον Θόαντα την κόρη του Μύρινα ως σύζυγο. Για να την τιμήσουν έδωσαν το όνομά της στην πρωτεύουσα του νησιού.
Στον μύθο προβάλλεται κάποια διαμάχη ανάμεσα στους Μινύες και τους Μινωίτες για την επικράτηση στη Λήμνο, η οποία έληξε με συμβιβασμό. Επίσης, αποκαλύπτεται ότι η γνώση της αμπελοκαλλιέργειας ήρθε από την Κρήτη και ερμηνεύεται η ονομασία της πρωτεύουσας Μύρινας.
Η συνέχεια του μύθου λέει, πως κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Θόαντα οι Λήμνιες παραμέλησαν τη λατρεία της Αφροδίτης. Γι' αυτό η θεά τις τιμώρησε με δυσοσμία, με αποτέλεσμα οι άνδρες να τις αποφεύγουν και να φέρουν γυναίκες από τη Θράκη. Τότε οι Λημνιές αποφάσισαν να εξοντώσουν όλους τους άντρες του νησιού και όλα τα μικρά αγόρια, πετώντας τους από τον λόφο Πέτασσο στη θάλασσα.Οι παλαιότεροι λένε ότι αυτή η άγρια δολοφονία έγινε σε μια περιοχή που ονομάστηκε «Ανδροφώνιο» και είναι το σημερινό Ανδρώνι. Για όσους απορούν,πώς οι γυναίκες κατάφεραν να σκοτώσουν τους άντρες τους, οι παλαιότεροι υποστηρίζουν ότι εκμεταλλεύτηκαν μια γιορτή,κατά την οποία εκείνοι μέθυσαν από το πολύ κρασί και κοιμήθηκαν.Γλύτωσε μόνον ο Θόας, τον οποίο έκρυψε η θυγατέρα του, η Υψιπύλη σε ένα πιθάρι και τον έριξε στη θάλασσα ενώ η ίδια τον διαδέχθηκε στον θρόνο.
Στον μύθο αποτυπώνεται η δυσκολία με την οποία ο ντόπιος πληθυσμός και ιδίως οι γυναίκες αποδέχτηκαν τους Κρητικούς στρατιώτες του Θόαντα ως μόνιμους κατοίκους, εραστές, συζύγους κλπ. Η δολοφονία των ανδρών και οι γάμοι των γυναικών της Λήμνου με τους Αργοναύτες συμβολίζουν την εναλλαγή των στοιχείων της φύσης.
Μετά την επικράτηση των Χετταίων στη ΒΔ Μικρά Ασία, τα Στενά του Ελλησπόντου έκλεισαν και η σημασία της Πολιόχνης μειώθηκε. Οι Κρήτες, οι Κυκλαδίτες και αργότερα οι Μυκηναίοι στράφηκαν προς τα μεταλλεία της Κύπρου και πολύ αργότερα, τον 14ο-13ο αιώνα π.Χ., αναζήτησαν ξανά τους παλιούς δρόμους του χαλκού προς τη Μαύρη Θάλασσα και τη μυθική Κολχίδα. Τότε η Λήμνος απέκτησε πάλι αξία ως ενδιάμεσος σταθμός, όπως είναι γνωστό από την Αργοναυτική εκστρατεία και από τον Τρωικό πόλεμο.
Την εποχή της λειψανδρίας πέρασαν από τη Λήμνο οι Αργοναύτες στο ταξίδι τους για την Κολχίδα. Αρχικά, οι Λημνιές αρνήθηκαν να τους επιτρέψουν να αποβιβαστούν νομίζοντας ότι ήταν πειρατές και ετοιμάστηκαν να τους πολεμήσουν. Τελικά, μετά από διαπραγματεύσεις συμφωνήθηκε να αποβιβαστούν, υπό τον όρο ότι θα ικανοποιήσουν όλες τις στερημένες γυναίκες, ανεξαρτήτως ηλικίας και εμφάνισης. Σε αυτό συνέβαλε σύμφωνα με τον μύθο η παρέμβαση της θεάς Αφροδίτης.
Οι Αργοναύτες έμειναν αρκετά χρόνια στο νησί και άφησαν πολλούς απογόνους δημιουργώντας μια νέα γενιά κατοίκων. Η βασίλισσα Υψιπύλη συνδέθηκε ερωτικά με τον Ιάσονα και απέκτησαν δυο γιους, τον Εύνηο και τον Θόαντα. Κατά την παραμονή των Αργοναυτών η Υψιπύλη διοργάνωσε αθλητικούς αγώνες στη μνήμη του πατέρα της, στους οποίους διεξήχθη για πρώτη φορά το πένταθλο.
Γράφει ο Φλάβιος Φιλόστρατος στο έργο του «Γυμναστικός»:
Τελαμών μεν κράτιστα εδίσκευε, Λυγκεύς δε ηκόντιζεν, έτρεχον δε και επήδων οι εκ Βορέου, Πη-λεύς δε ταύτα μεν ην δεύτερος, εκράτη δε απάντων πάλη. Οποτ’ ουν ηγωνίζοντο εν Λήμνω, φασίν Ιάσονα Πηλεί χαριζόμενον συνάψαι τα πέντε και Πηλέα την νίκην ούτω συλλέξασθαι.
Δηλαδή:
«Ο Τελαμώνας επικρατούσε στη δισκοβολία, ο Λυγκέας στον ακοντισμό και οι γιοι του Βορέα (Ζήτης και Κάλαϊς) στον δρόμο και στο άλμα. Ο Πηλέας ήταν δεύτερος σε όλα αυτά, αλλά τους νικούσε όλους στην πάλη. Λένε λοιπόν, πως κατά την τέλεση των αγώνων στη Λήμνο, ο Ιάσονας, προς χάρη του Πηλέα, αθλοθέτησε ένα επιπλέον έπαθλο για τον νικητή του συνδυασμού των πέντε [αγωνισμάτων]. Έτσι, ο Πηλέας κατέκτησε τη νίκη.»
Τελικά, έπειτα από την επίμονη παρότρυνση του Ηρακλή συνέχισαν το ταξίδι τους προς την Κολχίδα. Στη Λήμνο στάθμευσαν και κατά την επιστροφή τους. Με τον μύθο ερμηνεύεται η μόνιμη εγκατάσταση των Μινύων στη Λήμνο και η επικράτησή τους στη διαμάχη τους με τους Κρήτες. Επίσης, επιβεβαιώνεται πως η Λήμνος αποτελούσε ενδιάμεσο σταθμό στον δρόμο προς τις μεταλλοφόρες περιοχές του Εύξεινου Πόντου.
Αργότερα, ο Εύνηος συνεργάστηκε με τους Αχαιούς πολιορκητές της Τροίας. Τους πουλούσε κρασί κι εκείνοι τον προμήθευαν χαλκό σύμφωνα με τον Όμηρο.
Επίσης, στη Λήμνο φιλοξενήθηκε ο Φιλοκτήτης, ο μυθικός βασιλιάς της Μελίβοιας [3] όταν τον εγκατέλειψαν οι σύντροφοί του τραυματισμένο από δάγκωμα φιδιού στο νησάκι Χρύση που βρισκόταν ΒΑ της Λήμνου (σήμερα καταποντισμένοι ύφαλοι Μύθωνες), όπου είχε μεταβεί για να προσφέρει θυσίες στον βωμό της ομώνυμης θεάς. Ζούσε σε μια σπηλιά και θεραπεύτηκε με τη βοήθεια της λημνίας γης, ενός θεραπευτικού χώματος που υπάρχει στην περιοχή του Μόσυχλου.
Τέλος, με διαδοχικές φρυκτωρίες μεταδόθηκε η είδηση της άλωσης της Τροίας από την Ίδη στο Ερμαίον της Λήμνου, από εκεί στον Άθω... ως τις Μυκήνες, όπως αναφέρει ο Αισχύλος στο έργο του «Αγαμέμνων»:
«... Ίδη μεν προς Ερμαίον λέπας Λήμνου. Μέγαν δε φανόν εκ νήσου τρίτον Αθώιον αίπος Ζηνός εξεδέξατο...»
Από τους μύθους αυτούς αποδεικνύεται ότι η Λήμνος είχε πλέον αποικιστεί από τα μυκηναϊκά φύλα κατά τον 13ο αιώνα π.Χ., στον οποίο τοποθετείται ο τρωικός πόλεμος. Ο αποικισμός επιβεβαιώνεται κι από τα αρχαιολογικά ευρήματα.
Οι Μινύες εκδιώχθηκαν από τη Λήμνο από τους Πελασγούς της Αττικής και αναζήτησαν καταφύγιο στην Πύλο και στη Σπάρτη, όπου εγκατέλειψαν τις Λημνιές συζύγους τους και πήραν Σπαρτιάτισσες. Τον μύθο επιβεβαιώνει μαρτυρία σε πινακίδα με γραφή Γραμμική Β΄ από το μυκηναϊκό ανάκτορο της Πύλου. Σ’ αυτήν αναφέρονται μεταξύ των γυναικών που εργάζονταν εκεί και Λημνιές με το όνομα: ra-mi-ni-ja=Lamniai=Λήμνιαι. Στην πινακίδα αυτή έχουμε την παλαιότερη αναφορά του ονόματος του νησιού, το οποίο και στα ομηρικά έπη αναφέρεται πολλάκις. Συνεπώς, ήταν εν χρήσει τουλάχιστον από τη μυκηναϊκή εποχή.
Η ακρίβεια του λήμματος αμφισβητείται. |
Τουλάχιστον από τον 8ο αιώνα π.Χ. εγκαταστάθηκαν στη Λήμνο οι Πελασγοί, όπως επίσης στην Ίμβρο και στη Σαμοθράκη. Ήρθαν διωγμένοι από την Αττική και εκτόπισαν τους Μινύες, οι οποίοι διαφέντευαν ως τότε το νησί. Ο Ηρόδοτος τους αποκαλεί Τυρρηνούς και θεωρεί πως είχαν κοινή καταγωγή με τους Ετρούσκους από τη Λυδία της Μικράς Ασίας. Είχαν όμως μεγάλη πολιτισμική συγγένεια με τους Έλληνες, από τους οποίους δέχτηκαν πολλές επιρροές στην τέχνη και στη θρησκεία. Είχαν πρωτεύουσα την Ηφαιστία, αλλά ζούσαν σε όλο το νησί. Στο κάστρο της Μύρινας σώζεται τμήμα του τείχους το οποίο έχτισαν.
Για να εκδικηθούν τους Αθηναίους, οι οποίοι τους έδιωξαν από την Αττική, έκαναν επιδρομή στη Βραυρώνα κατά την εορτή της θεάς Άρτεμης και άρπαξαν μεγάλο αριθμό γυναικών και παρθένων, τις οποίες μετέφεραν στη Λήμνο ως ερωμένες. Όμως, οι Αθηναίες μεγάλωσαν τα παιδιά που έκαναν σύμφωνα με τις αθηναϊκές παραδόσεις. Φοβισμένοι οι Πελασγοί εξόντωσαν τα παιδιά και τις μητέρες τους. Από την ειδεχθή αυτή πράξη προήλθε η παροιμιώδης έκφραση «Λήμνια κακά».
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, από τον οποίο έχουμε την αφήγηση του μύθου, εξαιτίας της άγριας αυτής δολοφονίας επήλθαν μεγάλες συμφορές. Οι γυναίκες τους δεν γεννούσαν πλέον, η γη δεν κάρπιζε και τα ζώα έμεναν στέρφα. Προ του κινδύνου κατέφυγαν στο Μαντείο των Δελφών, το οποίο τους συμβούλεψε να υπακούσουν σε ότι τους προστάξουν οι Αθηναίοι. Εκείνοι τους ζήτησαν να παραδώσουν το νησί, αλλά οι Πελασγοί με πονηρία απάντησαν, ότι θα το πράξουν μόνο εφόσον οι Αθηναίοι πλεύσουν από αθηναϊκό έδαφος στη Λήμνο αυθημερόν, ταξιδεύοντας με βόρειο άνεμο.
Το κατόρθωμα αυτό, που φάνταζε αδύνατο, πραγματοποίησε το 499 ο Μιλτιάδης του Κίμωνος εκκινώντας από την Ελαιούντα, αθηναϊκή αποικία που βρισκόταν στη θρακική ακτή. Φθάνοντας στη Λήμνο απαίτησε την παράδοση του νησιού σύμφωνα με τον παλαιό χρησμό. Ο τύραννος της Ηφαιστίας Ερμών παρέδωσε την πόλη, όμως οι Μυριναίοι αρνήθηκαν και παραδόθηκαν μόνον έπειτα από πολιορκία.
Οι Πελασγοί ήταν εξαίρετοι ναυτικοί και σε αυτούς αποδίδεται ο εξοπλισμός των πολεμικών πλοίων με έμβολο. Επίσης, ήταν μεταλλουργοί και διακρίθηκαν στο εμπόριο και στις τέχνες. Από τον 8ο αιώνα εγκαθίστανται στην Ηφαιστία, όπου η αρχαιολογική σκαπάνη έχει βρει το νεκροταφείο τους και δυο μεγάλα και πλούσια Ιερά αφιερωμένα στη Μεγάλη θεά Λήμνο και στους Κάβειρους, γιους του Ήφαιστου. Σε αυτά βρέθηκαν εξαιρετικής τεχνοτροπίας ειδώλια, όπως σφίγγες, σειρήνες κ.ά.
Οι Πελασγοί τιμούσαν τις θεότητες των Καβείρων σε ένα ιερό που είχαν ανεγείρει στη θέση Χλόη, ΒΑ της Ηφαιστίας. Οι εκτεταμένες ανασκαφές που έγιναν εκεί τη δεκαετία του ’30 αποκάλυψαν ένα ναό μεγάλων διαστάσεων της ελληνιστικής περιόδου. Η είσοδός του είναι από τα ανατολικά και το άδυτο στα δυτικά. Σώζονται οι ογκώδεις πολυγωνικοί κίονες της εισόδου. Στα ΝΑ του ιερού αυτού βρέθηκε ένα μικρότερων διαστάσεων ρωμαϊκό ιερό, διαφορετικού προσανατολισμού, κάτω από το οποίο το 1988 ανακαλύφθηκε το αρχαϊκό ιερό των Πελασγών.
Αντίθετα, στον τεράστιο αρχαιολογικό χώρο της Ηφαιστίας έχουν πραγματοποιηθεί περιορισμένες ανασκαφές, με αποτέλεσμα να υπάρχουν ελάχιστα στοιχεία τόσο για τη δράση των Πελασγών στη Λήμνο, όσο και για την περίοδο που μεσολαβεί από την ύστερη χαλκοκρατία (12ος αιώνας π.Χ.) ως τα τέλη της γεωμετρικής εποχής (8ος αιώνας π.Χ.), η οποία είναι η κρίσιμη περίοδος που οι Πελασγοί διαδέχονται τους Μινύες.
Οι Πελασγοί κυριάρχησαν στη Λήμνο για πολλούς αιώνες, ως το 511, οπότε ηττήθηκαν από τον στρατηγό των Περσών Οτάνη, έπειτα από γενναία αντίσταση. Οι Πέρσες λεηλάτησαν το νησί κι επέβαλαν ως ηγεμόνα τον Λυκάρητο. Το 499 κατέλαβαν τη Λήμνο οι Αθηναίοι με τον Μιλτιάδη, όπως ήδη περιγράψαμε, αλλά το 494 την ανακατέλαβαν οι Πέρσες, που την κράτησαν ως το 479. Αυτοί έκαναν λιμενικά έργα στην Ηφαιστία και στο Καβείριο κι εγκαθιστούν Έλληνες φιλικά προσκείμενους σ’ αυτούς. Μάλιστα, στη Λήμνο απεβίωσε μετά τη μάχη του Μαραθώνα ο πρώην τύραννος της Αθήνας και συνεργάτης των Περσών, Ιππίας, άρρωστος και τυφλός.
Στους περσικούς πολέμους οι Λημνιοί υποχρεώθηκαν να συνδράμουν το περσικό ναυτικό, αλλά κατά τη ναυμαχία του Αρτεμισίου ο Λήμνιος Αντίδωρος με το πλοίο του αυτομόλησε προς τους Έλληνες, με τους οποίους, προφανώς, αισθανόταν ομόφυλος και συμμετείχε με τον ελληνικό στόλο στη νικηφόρα ναυμαχία της Σαλαμίνας.
Οι Πελασγοί της Λήμνου έγραφαν τη γλώσσα τους με ελληνικούς χαρακτήρες, αιολικού τύπου, όπως προκύπτει από τις επιγραφές της διάσημης Στήλης των Καμινίων, αλλά και από θραύσματα επιγραφών της Ηφαιστίας. Οι επιγραφές αυτές αποτελούν τα μοναδικά γραπτά μνημεία των Πελασγών, γεγονός που τις κάνει πολύ σημαντικές.
Η χρήση του αιολικού αλφαβήτου, αποκαλύπτει τη συγγένεια που είχαν με τα ελληνικά φύλα. Σύμφωνα με κάποιους ερευνητές στις επιγραφές περιέχονται λέξεις με ρίζες που ανάγονται στην αρχέγονη ελληνική γλώσσα. Η επικρατέστερη άποψη είναι ότι η γλώσσα τους είναι συγγενής με την ετρουσκική.
Μετά από τους περσικούς πολέμους η Λήμνος πέρασε στην εξουσία των Αθηναίων, οι οποίοι έδιωξαν την περσική φρουρά κι εγκατέστησαν τους πρώτους εποίκους. Ορισμένοι ντόπιοι έφυγαν, κυρίως Μυριναίοι, ενώ οι Ηφαιστιείς στην πλειοψηφία τους αποδέχθηκαν την αθηναϊκή κυριαρχία. Το 477 το νησί έγινε μέλος της δηλιακής συμμαχίας και συμμετείχε στα έξοδα συντήρησης του συμμαχικού στόλου.
Από τα μέσα του 5ου αιώνα εγκαταστάθηκαν στη Λήμνο πλήθος Αθηναίων κληρούχων καθώς και αθηναϊκή φρουρά. Οι κληρούχοι προέρχονταν κυρίως από τις πιο φτωχές τάξεις -ήταν θήτες ή ζευγίτες- και διατηρούσαν την ιδιότητα του Αθηναίου πολίτη. Τους δόθηκαν αγροτικές εκτάσεις στο νησί, τις οποίες εκμεταλλεύονταν και παράλληλα είχαν υπό τον έλεγχό τους τον ντόπιο πληθυσμό, που περιέπεσε σε καθεστώς υποτέλειας.
Συγκρότησαν δύο δήμους, της Μύρινας και της Ηφαιστίας, γι’ αυτό η Λήμνος συχνά αποκαλούνταν Δίπολις. Οι δήμοι των κληρούχων είχαν διοικητική αυτονομία από την Αθήνα και κυκλοφόρησαν δικά τους νομίσματα από τις αρχές του 4ου αιώνα π.Χ. ως τον 1ο αιώνα μ.Χ. Όμως, ήταν στενά συνδεδεμένοι με τη μητρόπολη. Με χρήματα των κληρούχων φτιάχτηκε το άγαλμα της Αθηνάς Λημνίας, το οποίο στήθηκε στην Ακρόπολη γύρω στο 450. Επίσης, συμμετείχαν με τους Αθηναίους σε πολλές μάχες του Πελοποννησιακού πολέμου, με αποτέλεσμα το 405, έπειτα από την ήττα των τελευταίων στους Αιγός Ποταμούς, να εκδιωχθούν από τη Λήμνο καθώς περιήλθε στην κυριαρχία των Σπαρτιατών. Επέστρεψαν το 386, με την Ανταλκίδειο ειρήνη.
Οι παλαιοί κάτοικοι της Λήμνου σταδιακά συγχωνεύθηκαν με τους Αθηναίους δείγμα της φυλετικής τους συγγένειας. Από τον 4ο αιώνα υπήρχαν στο νησί: Βουλή, Συνέλευση και γενικά πολιτικοί θεσμοί ανάλογοι με εκείνους της μητρόπολης Αθήνας. Αναφέρονται τα δημόσια αξιώματα του επιμελητή, του ιππάρχου και του στρατηγού, οι οποίοι στέλνονταν από την Αθήνα. Επιμελητές υπήρχαν και στους δύο δήμους με αρμοδιότητα την παρακολούθηση των εμπορικών συναλλαγών. Οι ίππαρχοι, επίσης ένας σε κάθε δήμο, ήταν υπεύθυνοι για τη συντήρηση σώματος ιππέων, για την άμυνα της νήσου και για την περιφρούρηση της τάξης και της αρμονικής συμβίωσης των δύο δήμων. Ο στρατηγός περιφρουρούσε την αθηναϊκή ηγεμονία στη Λήμνο και μάλλον δεν είχε τακτική θητεία αλλά στελνόταν μόνο σε έκτακτες περιπτώσεις.
Η αθηναϊκή επικυριαρχία στη Λήμνο, αν και με το πέρασμα των αιώνων μειωνόταν, εξακολούθησε να διατηρείται μέχρι το τέλος του κλασικού κόσμου. Ο Στράβων αναφέρει ότι η Λήμνος θεωρείτο προσκείμενη της χερσαίας Ελλάδας και όχι της Μικράς Ασίας ως την ύστερη ρωμαϊκή εποχή.
Αρκετοί λόγιοι και καλλιτέχνες αναδείχθηκαν από τη Λήμνο κατά την αθηναϊκή περίοδο του νησιού. Τον 5ο αιώνα εμφανίζεται ο σοφιστής Αντίλοχος, ο οποίος φιλονικούσε με τον Σωκράτη. Ο Απολλόδωρος υπήρξε συγγραφέας γεωπονικού έργου, το οποίο συνιστούσε ο Αριστοτέλης. Ο Γλαύκος αναφέρεται από τον Πολύβιο ως μέγας ανδριαντοποιός και εφευρέτης της κόλλησης του σιδήρου.
Ο σπουδαίος γλύπτης Αλκαμένης υπήρξε μαθητής του Φειδία και ήκμασε την περίοδο 440-430. Όπως μας παραδίδεται, κυρίως από τον περιηγητή Παυσανία, άφησε σπουδαία έργα, όπως: το δυτικό αέτωμα του ναού του Διός στην Ολυμπία, αγάλματα του Άρη, χρυσελεφάντινο του Διονύσου και τρία της Εκάτης στην Αθήνα, του Ασκληπιού στη Μαντινεία, του Ηφαίστου, σύμπλεγμα Πρόκνης και Ίτυος στην Ακρόπολη, σύμπλεγμα Ηρακλή και Αθηνάς, χάλκινο του Πεντάθλου και την περίφημη «Αφροδίτη εν Κήποις». Ο Αλκαμένης γνώρισε μέγιστες τιμές και αναγνωριζόταν ως ο δεύτερος σε αξία γλύπτης της αρχαιότητας έπειτα από τον Φειδία.
Κατά τους 4ο και 3ο αιώνες το νησί δέχτηκε δεκάδες επιδρομείς. Το 356 λεηλατείται από στόλο Ροδίων, Χίων και Βυζαντίων. Το 351 καταλαμβάνεται και από τους Μακεδόνες του Φιλίππου Β΄, οι οποίοι αιχμαλώτισαν και κληρούχους, αλλά το 346 επιστρέφεται στους Αθηναίους.
Το 318 καταλαμβάνεται από τον Κάσσανδρο και το 315 από τον Αντίγονο Α΄ Μονόφθαλμο, ο οποίος έγινε αποδεκτός από τους Λημνίους. Ακολουθεί ο Δημήτριος ο Φαληρεύς, ο οποίος, στην αποτυχημένη προσπάθεια του να ανακτήσει τη Λήμνο για λογαριασμό των Αθηναίων, τη λεηλατεί.
Στη συνέχεια, την καταλαμβάνουν διαδοχικά οι Αθηναίοι (301), οι Μακεδόνες (294), ο βασιλιάς της Θράκης Λυσίμαχος (285), ο οποίος κυβέρνησε τυραννικά και ο Σέλευκος Α' Νικάτωρ της Συρίας (281) τον οποίο, όπως και τον διάδοχό του Αντίοχο Α΄, οι Λήμνιοι υποδέχθηκαν με ανακούφιση και ανήγειραν ναούς προς τιμήν τους.
Από το 266 οι Μακεδόνες υπό τον Αντίγονο Γονατά κυριαρχούν το νησί και το διατηρούν ως την ήττα του Φιλίππου Ε΄ από τους Ρωμαίους στη Μάχη στις Κυνός Κεφαλαί, το 197. Ενδιάμεσα, ίσως επενέβησαν οι Πτολεμαίοι Φιλάδελφος και Ευεργέτης της Αιγύπτου και άλλοι τινές σύμμαχοι των Αθηναίων, οι οποίοι ανακτούν προσωρινά το νησί γύρω στο 229. Επίσης, το 209 το λεηλάτησε ο στόλος του Ρωμαίου Πόπλιου Σουλπίκιου Γάλβα και του Αττάλου Α΄ της Περγάμου.
Το 196 οι Ρωμαίοι κυριαρχούν στον ελληνικό χώρο και κηρύσσουν τη Λήμνο ελεύθερη να εφαρμόζει τους δικούς της νόμους, αλλά με την υποχρέωση να δεχτεί ρωμαϊκή φρουρά. Το 188 την παραχωρούν πάλι στους Μακεδόνες. Τελικά, το 166 παραχωρούν τη διοίκησή της στους Αθηναίους, η οποία διαρκεί ως τα τέλη του 2ου αιώνα μ.Χ., οπότε ο αυτοκράτορας Σεπτίμος Σεβήρος την κηρύσσει αυτοδιοίκητη.
Με τη ρωμαϊκή κατάκτηση η Λήμνος γνώρισε μια περίοδο ηρεμίας και πολιτιστικής ανόδου, με αποκορύφωμα την εμφάνιση της οικογένειας των σοφιστών, ρητόρων και διδασκάλων Φιλοστράτων κατά τους 2ο και 3ο αιώνες μ.Χ. Πρώτος ήταν ο σοφιστής Φιλόστρατος του Βήρου, ο οποίος έδρασε στην Αθήνα κατά τον 2ο αιώνα μ.Χ. κι άφησε πλήθος συγγραμμάτων, εκ των οποίων διασώθηκε μόνο ο διάλογος Νέρων.
Ο γιος του, Φλάβιος Φιλόστρατος, επίσης σοφιστής, δίδαξε στην Αθήνα και στη Ρώμη, όπου διετέλεσε παιδαγωγός των τέκνων του αυτοκράτορα Σεπτίμου Σεβήρου (193-211). Σπουδαιότερα έργα του ήταν: Βίοι σοφιστών, Τα εις τον Τυανέα Απολλώνιον και Γυμναστικός.
Ανιψιός του προηγουμένου ήταν ο σοφιστής Φιλόστρατος του Νερβιανού, ο οποίος δίδαξε στην Αθήνα, υπήρξε ευνοούμενος του αυτοκράτορα Καρακάλλα (211-217) και πέθανε στη Λήμνο, όπου έζησε τα τελευταία έτη του βίου του. Σημαντικότερο έργο του οι Εικόνες, ενώ μια σειρά από πολλά άλλα αποδίδονται είτε σε αυτόν είτε στον πρόγονό του Φιλόστρατο του Βήρου.
Τέτοια είναι τα έργα: Ηρωικός, Λιθογνωμικόν, Περί τραγωδίας, Ρητορικαί αφορμαί, Ζητούμενα παρά τοις ρήτορσι, Περί του ονόματος, Πρωτεύς, Θεατής καθώς και 43 τραγωδίες, 14 κωμωδίες, 4 Λόγοι Ελευσινιακοί, πλήθος πανηγυρικών λόγων κλπ.
Τέλος, συγγραφέας υπήρξε κι ο εγγονός του, Φιλόστρατος, ο οποίος προσπάθησε να μιμηθεί τον πάππο του, αλλά χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία.
Τη χαριστική βολή στην κλασική Λήμνο φαίνεται πως έδωσαν οι βαρβαρικές ορδές των Γότθων και των Ερούλων, οι οποίοι λεηλάτησαν το νησί το 268 μ.Χ.
Η ενότητα αυτή είναι κενή, ανεπαρκώς ανεπτυγμένη ή ανολοκλήρωτη. Η βοήθειά σας είναι καλοδεχούμενη! |
Μετά από την ήρεμη περίοδο που γνώρισε το νησί με την κατάκτησή του από τους Ρωμαίους (166 π.Χ.) πέρασε στην Ανατολική Ρωμαϊκή (Βυζαντινή) Αυτοκρατορία. Στα βυζαντινά χρόνια το νησί χρησιμοποιήθηκε ως ναυπηγείο, όπου κατασκευάζονταν και διατηρούνταν πλοία για τον Βυζαντινό στόλο. Η Λήμνος αποτέλεσε τμήμα του Θεματος του Αιγαίου και απειλήθηκε πολλές φορές από την πειρατεία και κυρίως τους Σαρακηνούς (9ος αι.). Μετά την Τέταρτη σταυροφορία (1204) καταλήφθηκε από τους Ενετούς για να ανακτηθεί από τους Παλαιολόγους το 1278.
Ο Γρηγόριος Παλαμάς μετά την εκλογή του ως Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης το 1347 δεν μπόρεσε να εγκατασταθεί στην έδρα του λόγω αναταραχών και διέμεινε για αρκετούς μήνες στη Λήμνο, που ήταν αποίμαντη εκείνο το διάστημα και ανέλαβε έκτακτες ποιμαντικές μέριμνες. Στο νησί συνέγραψε αρκετά από τα θεολογικά του έργα ενώ δίδαξε στους κατοίκους τον βίο και τα θαύματα του Αγίου Δημητρίου μεριμνώντας παράλληλα για την ανακούφιση του πληθυσμού από την πανώλη.[4][5]
Στα μέσα του 15ου αιώνα παραχωρήθηκε στους Γενουάτες. Μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης καταλήφθηκε ξανά από τους Ενετούς, μαζί με τους οποίους οι κάτοικοι της Λήμνου αντιστάθηκαν σθεναρά στις επιθέσεις των Τούρκων, με αποκορύφωμα τη μάχη του Κότσινα και τα ηρωικά κατορθώματα της Μαρούλας το 1475, όπου σαν μία άλλη «Ιωάννα της Λωρραίνης» με το σπαθί του νεκρού πατέρα της εμψύχωσε τα παλικάρια της Λήμνου και τους Βενετσιάνους Ιππότες, οδηγώντας τους στη νίκη, με αποτέλεσμα να μην κατακτηθούν από τους Τούρκους, στους οποίους το νησί τελικά παραχωρήθηκε από τους Βενετούς το 1479.
Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας το νησί περνάει σε παρακμή. Το 1770, μετά την αποτυχία κατάληψης του νησιού από τα ρωσικά στρατεύματα και το μένος που εκδήλωσαν οι Τούρκοι, πολλοί κάτοικοι αναγκάστηκαν να το εγκαταλείψουν. Η Επανάσταση του 1821 βρίσκει πολλούς Λημνιούς να αγωνίζονται για την απελευθέρωση της χώρας, προσφέροντας πλοία και προσωπικό στον αγώνα. Το πρώτο ναυτικό κατόρθωμα των Ελλήνων ήταν η πυρπόληση ενός τουρκικού πολεμικού πλοίου στον όρμο της Ερεσού στις 26 Μαΐου 1821. Το πλοίο που χρησίμευσε σαν πυρπολικό ανήκε στον Λημνιό Νικόλα Χ’’Τριανταφύλλου. Όμως το ίδιο το νησί λόγω της θέσης του κοντά στην Πόλη, δεν επαναστατεί.
Η απελευθέρωση από τον οθωμανικό ζυγό ήρθε στις 8 Οκτωβρίου 1912 από τον ελληνικό στόλο με επικεφαλής τον ναύαρχο Κουντουριώτη που δημιούργησε στο νησί ναύσταθμο για να ελέγχει τα Στενά.
Κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου η Λήμνος έγινε αγγλική βάση και ο κόλπος του Μούδρου έγινε ναύσταθμος του αγγλικού στόλου και το ασφαλές ορμητήριο των συμμαχικών δυνάμεων για την εκστρατεία της Καλλίπολης. Χρησιμοποιήθηκε από αυτούς ως βάση για την ατυχή επιχείρηση απόβασης στην Καλλίπολη της Τουρκίας, στην οποία πήραν μέρος στρατεύματα από την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία (ANZAC). Μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση των Μπολσεβίκων και την ήττα του Λευκού Στρατού, χιλιάδες Ρώσοι πρόσφυγες, κυρίως Κοζάκοι, έφτασαν στη Λήμνο. Πολλοί απ' αυτούς πέθαναν στο νησί χτυπημένοι από ασθένειες και από τις κακουχίες. Έτσι στο νησί τάφηκαν εκατοντάδες θύματα της εκστρατείας.
Στις 31 Οκτωβρίου 1918, στον Μούδρο συνομολογήθηκε μεταξύ των Συμμαχικών δυνάμεων και της Τουρκίας, συνθήκη ανακωχής, που σήμανε ουσιαστικά τη λήξη του αιματηρού πολέμου. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή το 1922 και την ανταλλαγή πληθυσμών, εγκαθίστανται στο νησί πολλοί Έλληνες Μικρασιάτες πρόσφυγες που το εμπλουτίζουν πολιτισμικά και οικονομικά. Ο Β’ Παγκόσμιος πόλεμος έφερε στη Λήμνο τη Γερμανική κατοχή μέχρι τις 16 Οκτωβρίου 1944. Μετά τον εμφύλιο πόλεμο η Λήμνος έγινε τόπος εξορίας των ηττημένων στον εμφύλιο σπαραγμό αριστερών και οι άθλιες συνθήκες διαβίωσης στο νησί προκάλεσαν μαζική μετανάστευση τόσο προς το εσωτερικό της χώρας, όσο και προς το εξωτερικό κυρίως προς Αυστραλία, Γερμανία, Η.Π.Α., Νότια Αφρική και Καναδά. Έτσι ο πληθυσμός του νησιού άρχισε να φθίνει. Χαρακτηριστικά το 1951 απογράφηκαν 24.018 κάτοικοι ενώ το 1981 μόλις 15.721. Οι σύλλογοι της Λημνιακής Διασποράς συνεισέφεραν στην ανάπτυξη του νησιού με τις δωρεές τους, κυρίως στον τομέα της κοινωνικής πρόνοιας και της εκπαίδευσης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το Νοσοκομείο της Λήμνου το οποίο ανεγέρθηκε με συνεισφορά του Συλλόγου «Ήφαιστος» της Νέας Υόρκης το 1939[6] και τη δεκαετία του '50 και στις αρχές του '60 αυξάνει τον εξοπλισμό του με μικρές και μεγάλες δωρεές[7].
Ο κόλπος του Μούδρου είναι από το ασφαλέστερα φυσικά λιμάνια της Ελλάδας και της ανατολικής Μεσογείου. Εισχωρεί από νότια στη στεριά της Λήμνου σε βάθος 14,2 χιλιομέτρων. Η είσοδός του έχει πλάτος 5,2 χιλιόμετρα, το μέγιστο πλάτος του είναι 6,1 και το ελάχιστο 2,1 χιλιόμετρα. Το μεγαλύτερο βάθος του κόλπου φθάνει τα 40 μέτρα. Το μέγεθος του κόλπου, η θέση στο κέντρο του νησιού, οι πολυσχιδείς ακτές του, οι αμμώδεις παραλίες του, η ασφάλεια και η προστασία που παρέχει, από τους ανέμους και η άριστη σχεδόν κατάσταση των οικοσυστημάτων του, συνιστούν ένα σημαντικής αισθητικής και οικολογικής αξίας περιβάλλον. Είναι, επίσης, ένας αξιόλογος βιότοπος με πλούσια ιχθυοπανίδα. Επειδή είναι τόπος αναπαραγωγής ψαριών, την άνοιξη και το καλοκαίρι απαγορεύεται το ψάρεμα με στενά δίχτυα. Ο κόλπος είναι ακόμη πλούσιος σε οστρακοειδή, όπως αχιβάδες, μύδια, πίνες, χτένια και καβούρια.
Κατά μήκος των ακτών του κόλπου, στις περιοχές μεταξύ του οικισμού του Μούδρου, του αεροδρομίου και του παλαιού Πεδινού, σχηματίζονται εκτεταμένοι αλμυροί και υφάλμυροι υγρότοποι, εποχιακές λιμνοθάλασσες, και φυσικά κανάλια εισροής θαλασσινού νερού. Εδώ φιλοξενούνται φλαμίνγκο, πάπιες, αγριόχηνες, κύκνοι και άλλα αποδημητικά, ενώ αποτελούν χώρο φωλιάσματος και αναπαραγωγής πολυάριθμων ενδημικών ειδών.
Λόγω της σπουδαιότητάς του, ο κόλπος χρησιμοποιήθηκε σε διάφορες ιστορικές περιόδους ως ναυτική βάση και ορμητήριο πολεμικών επιχειρήσεων. Μετά την απελευθέρωση της Λήμνου από την οθωμανική κυριαρχία στις 8 Οκτωβρίου 1912, ο κόλπος χρησιμοποιήθηκε ως ορμητήριο του ελληνικού στόλου και για την απελευθέρωση των νησιών του Βορειοανατολικού Αιγαίου. Κατά τον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο χρησιμοποιήθηκε ως βάση των Άγγλων και Γάλλων για την εκστρατεία της Καλλίπολης, στην οποία χρησιμοποιήθηκαν στρατεύματα από την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία (ANZAC), όπως των Γερμανών κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Στις 30 Οκτωβρίου 1918 υπογράφτηκε στον Μούδρο η συνθήκη ειρήνης μεταξύ της Αντάντ και της Τουρκίας.
Η Νήσος Σεργκίτσι και οι βραχονησίδες Διαβάτες, Κόμπιο, Καστριά, Τηγάνι, Καρβάλας και Πρασονήσι, συνολικής έκτασης 1250 στρέμματα, είναι προστατευόμενοι βιότοποι του δικτύου Natura 2000.[8] Πρόκειται για ακατοίκητες βραχώδεις περιοχές που απέχουν ως και 300 μ. από τις ακτές της Λήμνου και έχουν θαμνώδη βλάστηση. Οι κύριες ανθρώπινες δραστηριότητες εκεί είναι τα υδάτινα αθλήματα και το ερασιτεχνικό ψάρεμα.[9] Οι νησίδες είναι σημαντικές καθώς φιλοξενούν μεγάλες αναπαραγωγικές αποικίες θαλασσοπουλιών. Στα προστατευόμενα είδη της ορνιθοπανίδας περιλαμβάνονται: μαυροπετρίτες, αιγαιόγλαροι, κ.α.
Οι λίμνες Χορταρολίμνη και Αλυκή, ο κόλπος Μούδρου, το έλος Διαπόρι, η χερσόνησος Φακός, η νήσος Σεργίτσι, οι νησίδες Διαβάτες, Κομπιοκαστριά, Τηγάνι, Καρκάλας, Πρασονήσι και οι θαλάσσιες περιοχές τους είναι προστατευόμενοι βιότοποι του Natura 2000 κατά μία συνολική έκταση 427,58 τ.χλμ.[10][11]
Από το 1998 έως το 2010 το νησί χωρίστηκε σε 4 Δήμους με 32 Δημοτικά Διαμερίσματα σύμφωνα με το σχέδιο Καποδίστριας:
Με τη νέα διοικητική διαίρεση που προβλέπει το Σχέδιο Καλλικράτης από το 2011 όλοι οι δήμοι του νησιού εντάσσονται στον νέο Δήμο Λήμνου ως δημοτικές ενότητες. Ο Δήμος Λήμνου μαζί με τον Δήμο Αγίου Ευστρατίου εντάχθηκαν στην Περιφερειακή Ενότητα Λήμνου (τέως Επαρχείο Λήμνου), που ανήκει στην Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου.
Εκκλησιαστικά η Λήμνος μαζί με τη νήσο Άγιος Ευστράτιος αποτελεί την Ιερά Μητρόπολη Λήμνου και Αγίου Ευστρατίου, της οποίας η έδρα βρίσκεται στη Μύρινα με τον Μητροπολιτικό Ναό της Αγίας Τριάδος. Η Εκκλησία της Λήμνου είναι από τις αρχαιότερες στον ελλαδικό χώρο, αφού αναφέρεται από τον 4ο αιώνα μ.Χ., καθώς το 325 ο επίσκοπος Ηφαιστίας Λήμνου Στρατήγιος μετείχε στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας. Στο νησί υπάρχουν πολλά εξωκλήσια ενώ πολιούχος της Λήμνου είναι ο Άγιος Σώζων.[12]
Στη Λήμνο δραστηριοποιούνται αρκετοί αθλητικοί σύλλογοι, κυρίως ποδοσφαιρικοί που συμμετέχουν στον Όμιλο Λήμνου της Ε.Π.Σ. Λέσβου και μεμονωμένα σωματεία άλλων αθλημάτων (στίβος, ναυταθλητισμός, μπάσκετ, σκάκι, πετοσφαίριση). Τα ιστορικά σωματεία του νησιού Παλλημνιακός (από τη δεκαετία του '30) και Αστέρας Μύρινας (από τη δεκαετία του '50) συγχωνεύτηκαν ως «Αθλητική Ένωση Λήμνος».
Ενεργά αθλητικά σωματεία του νησιού είναι:
Οι σημαντικότεροι αρχαιολογικοί χώροι του νησιού είναι οι εξής:
Η εταιρεία Hellenic Seaways συνδέει το νησί με τον Νομό Αττικής με το πλοίο ΕΞΠΡΕΣ ΠΗΓΑΣΟΣ με 3 έως 4 δρομολόγια την εβδομάδα, από και προς το Λαύριο (διάρκεια ταξιδιού 9 ώρες). Η Λήμνος συνδέεται ακτοπλοϊκά και από την Καβάλα με 6 έως 7 δρομολόγια την εβδομάδα (διάρκεια ταξιδιού 3,5 ώρες). Τα δρομολόγια εκτελούνται με πλοία των εταιρειών Hellenic Seaways (όλο τον χρόνο) και Blue Star Ferries (τους καλοκαιρινούς μήνες),τα οποία συνδέουν το νησί και με τη Μυτιλήνη, τη Χίο, τη Σάμο, την Ικαρία, τη Μύκονο, τη Σύρο και τον Πειραιά.
Η Λήμνος διαθέτει το αεροδρόμιο με τον μεγαλύτερο διάδρομο στην Ελλάδα και ένα από τα πιο μεγάλα αεροδρόμια του Αιγαίου. Η Olympic Air συνδέει το διεθνές αεροδρόμιο Ηφαιστος της Λήμνου (LXS) με το Ελευθέριος Βενιζέλος της Αθήνας. Τα δρομολόγια είναι κάθε μέρα εκτός Σαββάτου από τον Νοέμβριο μέχρι τον Μάρτιο, και διπλασιάζονται σε δύο τους υπόλοιπους μήνες. Η διάρκεια τη πτήσης, ανάλογα με τον τύπο του αεροσκάφους, είναι 30-45 λεπτά. Η εταιρεία Sky Express, συνδέει 4 φορές την εβδομάδα τη Λήμνο με τη Θεσσαλονίκη, τη Μυτιλήνη, τη Χίο, την Ικαρία, τη Σάμο και τη Ρόδο. Τους καλοκαιρινούς μήνες η Λήμνος συνδέεται και με πήσεις Charter με αρκετές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
Σήμερα η Λήμνος διαθέτει ένα ασφαλτοστρωμένο δίκτυο μήκους 200 περίπου χιλιομέτρων, το οποίο είναι σε γενικές γραμμές πολύ καλό. Οι δρόμοι που συνδέουν την πρωτεύουσα Μύρινα με τους 36 οικισμούς του νησιού είναι ασφαλτοστρωμένοι. Ασφαλτοστρωμένοι είναι επίσης οι δρόμοι που οδηγούν στις κυριότερες παραλίες και τους αρχαιολογικούς χώρους, εκτός από αυτόν προς την Ηφαιστία. Οι υπεραστικές συγκοινωνίες προς τα χωριά εκτελούνται από το ΚΤΕΛ Λήμνου με δύο δρομολόγια την ημέρα, εκτός Κυριακής. Επίσης υπάρχουν τα ταξί που εδρεύουν στη Μύρινα και στα μεγαλύτερα χωριά καλύπτουν, ενώ υπάρχουν και ενοικιαζόμενα αυτοκίνητα και μοτοποδήλατα.
Λεπτομερείς ναυτιλιακές πληροφορίες για τη Λήμνο παρέχει ο Ελληνικός Πλοηγός 4ος τόμος και ιδιαίτερα ο χάρτης ελληνικής έκδοσης: ΧΕΕ-323, που καλύπτει όλη την περιοχή μέχρι τις ακτές της Τουρκίας, την Ίμβρο και την έξοδο του Ελλησπόντου στο Αιγαίο.
Η Λήμνος έχει μεγάλη παράδοση σε τοπικά προϊόντα, όπως τα γαλακτοκομικά, κυρίως τυριά («μελίχλωρο», «κασκαβάλι»,«καλαθάκι»), μέλι και σιτηρά (τα παξιμάδια,το σταρένιο αλεύρι καθώς και τα φλομάρια είναι ξακουστά) καθώς επίσης και μεγάλη ποικιλία κρασιών, λευκών και κόκκινων με ιδιαίτερη γεύση λόγω του ηφαιστειογενούς εδάφους της. Η πιο γνωστή ποικιλία κόκκινου κρασιού είναι το καλαμπάκι ή λημνιό (ονομασία προέλευσης). Σε ότι αφορά το λευκό κρασί η πιο δημοφιλής ποικιλία είναι το μοσχάτο Αλεξανδρείας. Επίσης γνωστά είναι και κάποια παραδοσιακά γλυκά της, όπως τα «βενιζελικά» (τα οποία πήραν το όνομά τους από το γεγονός ότι άρεσαν πολύ στον Ελ. Βενιζέλο που τα δοκίμασε κατά την επίσκεψή του στη Λήμνο μετά την απελευθέρωση του νησιού) και οι «σαμσάδες» (σιροπιαστό γλυκό με σουσάμι τυλιγμένο σε φύλλο). Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα κατιμέρια (θυμίζουν μελωμένο ψωμάκι), τα οποία προσφέρουν ειδικά στο χωριό Άγιος Δημήτριος.
Παντελής Μπούμπουρας (Ίδρυμα Μπούμπουρα)
Στέλιος Ρόκκος (τραγουδιστής)
Κολλερός, Χρήστος Ε. Ασχολείται συστηματικά με τον πλούτο της τοπικής παράδοσης, και ιδιαίτερα με το γλωσσικό ιδίωμα. Το ανέκδοτο λεξικό του για το λημνιακό γλωσσικό ιδίωμα βραβεύθηκε το 2008 από την Ακαδημία Αθηνών.
Συχνότητα | Ονομα | Στον αέρα από τότε | Περιγραφή |
---|---|---|---|
95,7 MHz | Holiday FM Stereo | 2013 | Ελληνική ποπ και ροκ μουσική |
96,0 MHz | Ράδιο Alfa 96fm | 1991 | Ειδήσεις |
96,5 MHz | ΕΡΤ Αιγαίου | 1989 | Ειδήσεις και συζήτηση ; Τοπικός σταθμός της ελληνικής κρατικής ραδιοφωνίας |
96,7 MHz | Melody Radio | 2006 | Ελληνική ποπ |
97,9 MHz | Λήμνος FM 97,9 | 1989 | Ειδήσεις, συζήτηση, πολιτισμός και ελληνική μουσική |
99,4 MHz | ΕΡΤ Αιγαίου | 1989 | Ειδήσεις και συζήτηση ; Τοπικός σταθμός της ελληνικής κρατικής ραδιοφωνίας |
100,0 MHz | Λήμνος 100 | 1989 | Ειδησεογραφία. Ό,τι συμβαίνει στη Λήμνο, την Ελλάδα και όλον τον κόσμο |
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.