οικονομική και πολιτική ένωση ευρωπαϊκών κρατών From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) είναι μια οικονομική και πολιτική ένωση 27 ευρωπαϊκών κρατών.
Ευρωπαϊκή Ένωση
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Ύμνος: Ωδή στη Χαρά | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Ρητό In Varietate Concordia Ενωμένη στην πολυμορφία | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Η ΕΕ (με μπλε) εντός της Ευρώπης (σε σκούρο γκρι). | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Έδρα | Βρυξέλλες
| ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Επίσημη γλώσσα | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τύπος | Πολιτικο-οικονομική ένωση | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Μέλη | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Ηγέτες | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
- Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής | Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
- Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου | Ρομπέρτα Μέτσολα | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
- Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου | Σαρλ Μισέλ | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
- Προεδρία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης | Βέλγιο | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Νομοθετικό σώμα | Συνήθης νομοθετική διαδικασία | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Ίδρυση |
| ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
• Σύνολο • % Νερό | 4.233.262 km2 3,08 | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Πληθυσμός • Απογραφή • Πυκνότητα | 448.753.823 [1] 106,0 κατ./km2 | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Α.Ε.Π. (PPP) • Ολικό • Κατά κεφαλή | 19,397 τρισ. δολ.[2] 43.615 δολ. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Α.Ε.Π. (Ονομαστικό) • Ολικό • Κατά κεφαλή | 14,926 τρισ. δολ.[3] 33.338 δολ. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
ΔΑΑ | 0.911[4] πολύ υψηλός | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Νόμισμα | Ευρώ (EUR, Ευρωζώνη) και 8 άλλα
Ζλότι Πολωνίας (PLN)
Κορόνα Δανίας (DKK) Κορόνα Σουηδίας (SEK) Κορόνα Τσεχίας (CZK) Λεβ Βουλγαρίας (BGN) Λέου Ρουμανίας (RON) Φιορίνι Ουγγαρίας (HUF) Φράγκο Ελβετίας (CHF, Καμπιόνε ντ' Ιτάλια, Ιταλία) | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
• Θερινή ώρα | (UTC +0 έως +2) (UTC +1 έως +3) | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Internet TLD | .eu[α] | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Ιστοσελίδα europa.eu | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Ιδρύθηκε την 25 Μαρτίου 1957 με τη θέση σε ισχύ της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (υπογραφή 7.2.1992), γνωστότερης ως Συνθήκη του Μάαστριχτ, βασιζόμενη στις τότε Ευρωπαϊκές Κοινότητες (Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα, Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας) τις οποίες και αντικατέστησε. Το 1993, η Ένωση αριθμούσε 12 μέλη. Από τότε νέες τροποποιητικές συνθήκες έχουν επεκτείνει τις αρμοδιότητές της και σταδιακές διευρύνσεις έχουν αυξήσει τον αριθμό των κρατών-μελών της. Θεωρείται ως η ισχυρότερη ένωση κρατών μέχρι σήμερα στην παγκόσμια ιστορία, με επιδιώξεις οικονομικού, πολιτικού, κοινωνικού και πολιτιστικού περιεχομένου. Η ΕΕ αποτελεί το τρέχον στάδιο μιας ανοιχτής διαδικασίας ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μια από τις μεγαλύτερες οικονομικές και πολιτικές οντότητες στον κόσμο, με περισσότερους από 448,8 εκατομμύρια κατοίκους[5] ή το 5,8% του παγκόσμιου πληθυσμού[6][7] και συνδυασμένο ονομαστικό ΑΕΠ περίπου 16,06 τρισεκατομμύρια ευρώ το 2014. Έχει δημιουργήσει μια εσωτερική αγορά με ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων, προσώπων, υπηρεσιών και κεφαλαίων, διαθέτει κοινή αγροτική και αλιευτική πολιτική, κοινή εμπορική πολιτική προς τις τρίτες χώρες, όπως επίσης και περιφερειακή πολιτική για την υποστήριξη των φτωχότερων περιφερειών της. Επιδιώκει να αποτελέσει ένα Χώρο Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης, μέσα στον οποίο τα κράτη μέλη της συνεργάζονται στενά σχετικά με τις γενικές πολιτικές, τους ελέγχους στα σύνορα (εσωτερικά και εξωτερικά), το άσυλο, τη μετανάστευση, τη δικαστική συνεργασία σε αστικές και ποινικές υποθέσεις και την αστυνομική συνεργασία. Επίσης προωθεί μια κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφαλείας, προς το παρόν σε διακυβερνητικό επίπεδο. Στο πλαίσιο της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης εισήγαγε ενιαίο νόμισμα, το ευρώ, που έχει υιοθετηθεί από δεκαεννέα κράτη μέλη μέχρι σήμερα.
Τα θεσμικά όργανα της ΕΕ περιλαμβάνουν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο.
Με την ίδρυσή της η Ευρωπαϊκή Ένωση, εισήγαγε για πρώτη φορά την έννοια της Ευρωπαϊκής Ιθαγένειας: οι πολίτες των κρατών μελών είναι παράλληλα και πολίτες της Ένωσης, δηλαδή μπορούν, μεταξύ άλλων, να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στο έδαφός των κρατών μελών και να εκλέγουν ή/και να εκλέγονται μια φορά κάθε πέντε έτη στις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (όπως και στις εθνικές εκλογές της χώρας τους). Παράλληλα οι έλεγχοι διαβατηρίων στα εσωτερικά της σύνορα καταργήθηκαν με τη Συμφωνία του Σένγκεν (Schengen).
Η EE τιμήθηκε με Νόμπελ Ειρήνης το 2012.
Μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου το πολιτικό κλίμα ήταν πιο ώριμο από ποτέ για μια ενδεχόμενη ενοποίηση της Ευρώπης. Η ενότητα θεωρήθηκε από πολλούς ως η μοναδική λύση για την αποφυγή μελλοντικών πολεμικών συγκρούσεων μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών και την απομόνωση των ακραίων μορφών εθνικισμού, οι οποίες ήταν υπεύθυνες για την πρόσφατη καταστροφή της ευρωπαϊκής ηπείρου. Το έναυσμα έδωσε ο Ουίνστον Τσώρτσιλ με το λόγο που εκφώνησε στο Πανεπιστήμιο της Ζυρίχης το 1946, στον οποίο προτείνει την ανάπτυξη μιας ευρωπαϊκής οικογένειας σε κλίμα ειρήνης, ασφάλειας και ελευθερίας.[εκκρεμεί παραπομπή] Στις 9 Μαΐου 1950 ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών Ρομπέρ Σουμάν (Robert Schuman) υπέβαλε μια πρόταση για κοινή διαχείριση από τη Γαλλία και τη Δυτική Γερμανία των βιομηχανιών του άνθρακα και του χάλυβα. Η πρόταση, γνωστή ως Διακήρυξη Σουμάν, περιέγραφε το σχέδιο ως «το πρώτο συγκεκριμένο βήμα προς μια Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία». Η πρόταση οδήγησε στον σχηματισμό της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ) από τη Δυτική Γερμανία, το Βέλγιο, τη Γαλλία, την Ιταλία, το Λουξεμβούργο και τις Κάτω Χώρες. Στους δημιουργούς και υποστηρικτές συγκαταλέγονται οι Ζαν Μονέ (Jean Monnet), Ρομπέρ Σουμάν, Πωλ-Ανρί Σπάακ (Paul Henri Spaak) και Αλτσίντε ντε Γκάσπερι (Alcide De Gasperi). Η Κοινότητα ιδρύθηκε με τη Συνθήκη των Παρισίων (υπογραφή 18.4.1951) στις 23 Ιουλίου 1952 και θεωρείται η απαρχή της δημιουργίας της σημερινής Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Την 1η Ιανουαρίου 1958 με τις Συνθήκες της Ρώμης (υπογραφή 25.3.1957) δημιουργήθηκαν δύο νέες Κοινότητες: η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ), που καθιέρωσε για πρώτη φορά πλήρη τελωνειακή ένωση, και η Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας (ΕΥΡΑΤΟΜ) για συνεργασία σε θέματα χρήσης πυρηνικής ενέργειας. Με μία ιδιαίτερη Σύμβαση, που υπογράφηκε και τέθηκε σε ισχύ μαζί με τις άλλες δύο Συνθήκες, οι τρεις Κοινότητες αποκτούσαν για πρώτη φορά τρία κοινά όργανα: τη Συνέλευση (μετέπειτα Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο), το Δικαστήριο και την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή. Σε κάθε περίπτωση και οι τρεις διατηρούσαν την αυτονομία τους από νομικής απόψεως ως διακριτοί διεθνείς οργανισμοί. Οι νέες Κοινότητες σχημάτισαν δύο διαφορετικές Επιτροπές, σε αντίθεση με την παλαιότερη «Ανωτάτη Αρχή» της ΕΚΑΧ. Η Επιτροπή της ΕΟΚ είχε επικεφαλής τον Βάλτερ Χάλσταϊν (Walter Hallstein) και η Επιτροπή της ΕΚΑΕ τον Λουί Αρμάντ (Louis Armand) τον οποίο διαδέχθηκε ο Ετιέν Χιρς (Etienne Hirsch).
Την 1η Ιουλίου 1967 με τη Συνθήκη Συγχώνευσης (υπογραφή, 8.4.1965) οι τρεις Κοινότητες απέκτησαν μία ενιαία, ολοκληρωμένη θεσμική δομή, συγχωνεύοντας τα Συμβούλια Υπουργών, τις Επιτροπές και την Ανωτάτη Αρχή, σε ένα ενιαίο Συμβούλιο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και μία ενιαία Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αντίστοιχα. Παρόλα αυτά παρέμειναν νομικά ανεξάρτητες, αν και στο εξής έγιναν γνωστές στο σύνολό τους ως Ευρωπαϊκές Κοινότητες.
Την 1η Ιανουαρίου 1973 οι Κοινότητες διευρύνθηκαν έτσι ώστε να συμπεριλάβουν τη Δανία (συμπεριλαμβανομένης της Γροιλανδίας, η οποία αποχώρησε το 1985), την Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Η Νορβηγία είχε επίσης υπογράψει συμφωνία προσχώρησης στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες, η οποία ωστόσο δεν επικυρώθηκε ποτέ λόγω του αρνητικού αποτελέσματος του σχετικού δημοψηφίσματος που είχε διεξαχθεί στη χώρα. Το 1979 πραγματοποιήθηκαν οι πρώτες άμεσες, δημοκρατικές εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Τη δεκαετία του '80 προσχώρησαν η Ελλάδα (1.1.1981), η Ισπανία και η Πορτογαλία (1.1.1986). Το 1985 συνήφθη μεταξύ πέντε ευρωπαϊκών κρατών (Βέλγιο, Γερμανία, Γαλλία, Λουξεμβούργο, Κάτω Χώρες) η Συμφωνία του Σένγκεν, που επέτρεψε τη σταδιακή κατάργηση των συστηματικών συνοριακών ελέγχων μεταξύ των συμμετεχουσών χωρών. Το 1986 υιοθετήθηκε η ευρωπαϊκή σημαία, ενώ υπεγράφη και η Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη [8], η οποία προωθούσε τη δημιουργία μιας ενιαίας αγοράς. Μετά την πτώση του Τείχους (1989), η Ανατολική Γερμανία εισήλθε στην Κοινότητα το 1990, ως τμήμα της διευρυμένης Γερμανίας.
Καθώς η διεύρυνση προς την Ανατολική Ευρώπη ήταν προ των πυλών, αποφασίστηκαν από κοινού τα Κριτήρια της Κοπεγχάγης (Ιούνιος 1993), μια σειρά από κανονισμούς τους οποίους έπρεπε να πληρεί από εδώ και στο εξής οποιοδήποτε κράτος επιθυμούσε την προσχώρηση. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ιδρύθηκε επίσημα την 1η Νοεμβρίου 1993 με την εφαρμογή της Συνθήκης του Μάαστριχτ. Εμπνευστές και αρχιτέκτονες της, θεωρούνται οι Χέλμουτ Κολ και Φρανσουά Μιτεράν. Την 1η Ιανουαρίου 1995 η Αυστρία, η Φινλανδία και η Σουηδία προσχώρησαν στην πρόσφατα ιδρυθείσα Ένωση. Η πρώτη ευρεία τροποποίηση υπογράφηκε στο Άμστερνταμ το 1997, με την ομώνυμη συνθήκη, και τέθηκε σε ισχύ την 1η Μαΐου 1999. Την ίδια χρονιά το ενιαίο νόμισμα της Ένωσης, το ευρώ, αντικατέστησε για πρώτη φορά τα εθνικά νομίσματα, σε λογιστική μορφή, σε έντεκα κράτη μέλη, τη λεγόμενη Ευρωζώνη. Το 2001 προσχώρησε σε αυτήν και η Ελλάδα, ενώ το 2002 το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα κυκλοφόρησε και σε φυσική μορφή σε ολόκληρη την Ευρωζώνη.
Με την εφαρμογή της τροποποιητικής Συνθήκης της Νίκαιας την 1η Φεβρουαρίου 2003, δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις για την εύρυθμη λειτουργία των θεσμικών οργάνων της Ένωσης λόγω της επικείμενης διεύρυνσης της σε 25 κράτη-μέλη, τη μεγαλύτερη διεύρυνση στην ιστορία της. Έτσι, την 1η Μαΐου 2004 δέκα νέες χώρες προσχώρησαν στην ΕΕ, οκτώ εκ των οποίων της Ανατολικής Ευρώπης: Εσθονία, Κύπρος, Λετονία, Λιθουανία, Μάλτα, Ουγγαρία, Πολωνία, Σλοβακία, Σλοβενία και Τσεχία.
Στις 29 Οκτωβρίου 2004 υπογράφηκε στη Ρώμη η Συνθήκη για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης, που φιλοδοξούσε να αντικαταστήσει όλο το θεσμικό οικοδόμημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων με μία απλούστερη και συνεκτικότερη δομή, δίνοντας στη νέα Ευρωπαϊκή Ένωση διευρυμένες αρμοδιότητες. Η συνθήκη δεν τέθηκε ποτέ σε ισχύ καθώς περιείχε πολλά αμφιλεγόμενα εδάφια, καθώς η επικύρωσή της απορρίφθηκε το 2005 από τον γαλλικό και ολλανδικό λαό σε αντίστοιχα δημοψηφίσματα. Μετά την εγκατάλειψη του «Συντάγματος της Ευρώπης», συμφωνήθηκε αφενός να διασωθούν και αφετέρου να τροποποιηθούν ορισμένα τμήματά του, έτσι ώστε μια νέα συνθήκη να τροποποιήσει τις ήδη υπάρχουσες, όπως παραδοσιακά μέχρι τότε συνηθιζόταν, χωρίς να τις αντικαταστήσει. Έτσι, υπογράφηκε η Συνθήκη της Λισαβόνας (13.12.2007), η οποία τέθηκε σε ισχύ την 1η Δεκεμβρίου 2009. Η συνθήκη αυτή τροποποίησε ολόκληρη τη δομή της Ένωσης, συγχωνεύοντας πλήρως τους Τρεις Πυλώνες της σε μια ενιαία νομική οντότητα. Επίσης, θέσπισε επίσημα πια τον θεσμό του μόνιμου Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου με θητεία 2,5 ετών, ενώ έδωσε αυξημένες αρμοδιότητες στον Ύπατο Εκπρόσωπο της Ένωσης.
Την 1η Ιανουαρίου 2007, η Βουλγαρία και η Ρουμανία διεύρυναν τα κράτη μέλη της ΕΕ σε 27. Την ίδια χρονιά το ευρώ υιοθετήθηκε από τη Σλοβενία, το 2008 από την Κύπρο και τη Μάλτα, ενώ το 2009 από τη Σλοβακία. Την 1η Ιανουαρίου 2015, η Λιθουανία έγινε το 19ο μέλος της Ευρωζώνης, μετά τις Λετονία (1/1/2014) και Εσθονία (1/1/2011). Το 2012 η ΕΕ βραβεύτηκε με το Νόμπελ Ειρήνης για τη συνεισφορά της στην προώθηση της ειρήνης, της συμφιλίωσης, της δημοκρατίας και της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ευρώπη. Η τελευταία χώρα, μέχρι στιγμής, που εντάχθηκε στην ευρωπαϊκή οικογένεια είναι η Κροατία (1/7/2013), αποτελώντας το 28ο μέλος της.
Στις 23 Ιουνίου 2016, το Ηνωμένο Βασίλειο ψήφισε την αποχώρησή του από την Ευρωπαϊκή Ένωση μετά από δημοψηφίσμα (51,9% υπέρ, 48,1% κατά). Τελικά, αποχώρησε στις 31 Ιανουαρίου 2020.[9]
Όπως ολόκληρη η ευρωπαϊκή ήπειρος έτσι και η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει δεχθεί επιρροές από τον ελληνικό πολιτισμό και τη μυθολογία του. Η μυθολογική φιγούρα της Ευρώπης έχει συνυφανθεί με την προσωποποίηση της ίδιας της ηπείρου (η οποία άλλωστε έχει πάρει το όνομά της από αυτήν) και εσχάτως της Ένωσης. Αγάλματα και πίνακες ζωγραφικής της αρπαγής της Ευρώπης από τον Δία, κοσμούν πολλούς χώρους και κτήρια της Ένωσης ενώ συναντάται επίσης και στο ελληνικό νόμισμα των 2 ευρώ. Η δεύτερη έκδοση των τραπεζογραμματίων του ευρώ έχει πάρει το όνομα Σειρά «Ευρώπη», στα οποία έχει τοποθετηθεί το πορτραίτο της Ευρώπης.
Η σημαία της ένωσης αποτελείται από έναν κύκλο 12 χρυσών αστέρων σε μπλε φόντο. Το «μπλε» συμβολίζει τη δύση ενώ τα 12 χρυσά αστέρια με την τοποθέτησή τους σε κύκλο συμβολίζουν την αλληλεγγύη, την αρμονία και την τελειότητα. Η σημαία είχε σχεδιασθεί αρχικά το 1955 για το Συμβούλιο της Ευρώπης, υιοθετήθηκε ως επίσημη σημαία της ΕΟΚ το 1985 και κληρονομήθηκε από την ΕΕ. Την ίδια χρονιά υιοθετήθηκε και ο επίσημος ύμνος της Ένωσης ο οποίος είναι το πρελούδιο της Ωδής στη Χαρά, τμήμα της 9ης Συμφωνίας του Μπετόβεν, σε ορχηστρική έκδοση. Η 9η Μαΐου έχει κηρυχτεί ως Ημέρα της Ευρώπης και είναι η επέτειος της Διακήρυξης Σουμάν (9/5/1950), της απαρχής της σύγχρονης ευρωπαϊκής ιδέας.
Από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, κυρίαρχα ευρωπαϊκά κράτη έχουν συνάψει συνθήκες και ως εκ τούτου συνεργάστηκαν και εναρμόνισαν πολιτικές (ή συνέδεσαν την κυριαρχία) σε έναν αυξανόμενο αριθμό τομέων, στο έργο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης ή στην οικοδόμηση της Ευρώπης (γαλλικά: la construction européenne). Το ακόλουθο χρονοδιάγραμμα περιγράφει τη νομική έναρξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) - το κύριο πλαίσιο για αυτήν την ενοποίηση. Η ΕΕ κληρονόμησε πολλές από τις σημερινές της ευθύνες από τις Ευρωπαϊκές Κοινότητες (ΕΚ), οι οποίες ιδρύθηκαν τη δεκαετία του 1950 στο πνεύμα της Διακήρυξης Σουμάν.
Υπόμνημα: Υ: υπογραφή Ι: θέση σε ισχύ Τ: τερματισμός Λ: λήξη de facto αντικατάσταση Σχετ. με πλαίσιο ΕΚ/ΕΕ: de facto εντός εκτός |
Ευρωπαϊκη Ενωση (ΕΕ) | [Συν.] | ||||||||||||||
Ευρωπαϊκες Κοινοτητες (ΕΚ) | (1ος πυλώνας) | |||||||||||||||
Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας (ΕΚΑΕ ή Ευρατόμ) | [Συν.] | |||||||||||||||
/ / / Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ) | ||||||||||||||||
Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ) | ||||||||||||||||
Κανόνες Σένγκεν | Ευρωπαϊκή Κοινότητα (ΕΚ) | |||||||||||||||
'TREVI' | Δικαιοσύνη και Εσωτερικές Υποθέσεις (ΔΕΥ, 2ος πυλώνας) | |||||||||||||||
/ Βορειοατλαντική Συμμαχία (NATO) | [Συν.] | Αστυνομική και Δικαστική Συνεργασία σε Ποινικές Υποθέσεις (ΑΔΣΠΥ, 2ος π.) | ||||||||||||||
Αγγλογαλλική συμμαχία |
[Αμυντικά πέρασε στο NATO] | Ευρωπαϊκή Πολιτική Συνεργασία (ΕΠΣ) | Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ, 3ος πυλώνας) | |||||||||||||
Δυτική Ένωση (ΔΕ) | / Δυτική Ευρωπαϊκή Ένωση (WEU) | [Καθήκοντα που καθορίστηκαν μετά την επανενεργοποίηση της ΔΕΕ το 1984 και πέρασαν στην ΕΕ] | ||||||||||||||
[Κοινωνικοπολιτικά πέρασε στο ΣτΕ] | [Συν.] | |||||||||||||||
Συμβούλιο της Ευρώπης (ΣτΕ) | ||||||||||||||||
Στις 23 Ιουλίου 1952 έξι ευρωπαϊκά κράτη ίδρυσαν την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα και την 1η Ιανουαρίου 1958 τα ίδια συμμετείχαν στη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, οι οποίες αποτέλεσαν τα πρώτα στάδια εξέλιξης της σημερινής ΕE. Από τότε είκοσι δύο χώρες προσχώρησαν σε διαδοχικά κύματα διεύρυνσης.
Έτος | Ιστορία της Διεύρυνσης | Σύνολο |
---|---|---|
1952/1958 | Βέλγιο Γαλλία Δυτική Γερμανία Ιταλία Λουξεμβούργο Ολλανδία |
6 |
1973 [10] | Δανία Ηνωμένο Βασίλειο Ιρλανδία | 9 |
1981 | Ελλάδα | 10 |
1986 | Ισπανία Πορτογαλία | 12 |
1990 [11] | Γερμανία | 12 |
1995 | Αυστρία Φινλανδία Σουηδία | 15 |
2004 | Τσεχία Εσθονία Κύπρος Λετονία Λιθουανία Ουγγαρία Μάλτα Πολωνία Σλοβενία Σλοβακία |
25 |
2007 | Βουλγαρία Ρουμανία | 27 |
2013 | Κροατία | 28 |
2020 [12] | Brexit (αποχώρηση Ηνωμένου Βασιλείου) | 27 |
Προκειμένου να προσχωρήσει στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ένα κράτος πρέπει να τηρήσει οικονομικούς και πολιτικούς όρους, γνωστούς ως Κριτήρια της Κοπεγχάγης (μετά από τη σύνοδο κορυφής της Κοπεγχάγης τον Ιούνιο του 1993). Αυτό βασικά απαιτεί μια κοσμική, δημοκρατική κυβέρνηση, κράτος δικαίου και αντίστοιχες κοινωνικές και θεσμικές ελευθερίες. Σύμφωνα με τη Συνθήκη για την ΕΕ, κάθε κράτος-μέλος αλλά και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει να συμφωνήσουν ομόφωνα με οποιαδήποτε διεύρυνση.
Ευρωπαϊκές Χώρες που έχουν συνάψει ξεχωριστές συνθήκες με την ΕΕ:
Το Μονακό, ο Άγιος Μαρίνος και το Βατικανό, αν και δεν είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχουν συνάψει ειδικές συμφωνίες με αυτήν σχετικά με τη χρήση του Ευρώ ως εθνικού τους νομίσματος. Η Ανδόρρα δεν έχει υπογράψει ακόμα τέτοια ειδική συμφωνία για το ευρώ, παρόλο που αυτό γίνεται δεκτό στις συναλλαγές. Επιπλέον, το έδαφος του Μονακό συμπεριλαμβάνεται στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης. Οι χώρες αυτές υιοθέτησαν ως εθνικό το νόμισμα το Ευρώ από το 2000, χωρίς να ανήκουν ακόμη στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωζώνη, αντικαθιστώντας τα εθνικά νομίσματα που χρησιμοποιούσαν, που ήταν μεταξύ άλλων το Φράγκο Γαλλίας, η Λίρα Ιταλίας και η Πεσέτα Ισπανίας.
Χώρες της ΕΖΕΣ, που δεν εντάχθηκαν ποτέ στην ΕΕ:
Τόσο το 1972, όσο και το 1994, η Νορβηγία, παρά το γεγονός ότι υπέγραψε τις αντίστοιχες Συνθήκες προσχώρησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τελικά δεν τις επικύρωσε ποτέ λόγω αρνητικών δημοψηφισμάτων των Νορβηγών πολιτών. Η Ισλανδία ανέστειλε οριστικά και αμετάκλητα τις συνομιλίες της από το 2013 και δεν είναι πλέον υποψήφια προς ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Ελβετία και το Λίχτενσταϊν δεν εξέφρασαν ποτέ την ένταξη τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση και ουδέποτε το επιθύμησαν, λόγω της ισχυρής οικονομίας τους.
Υποψήφιες Ευρωπαϊκές Χώρες, προς ένταξη στην ΕΕ:
Αυτήν την περίοδο υπάρχουν αρκετές υποψήφιες χώρες προς ένταξη οι οποίες δεν πληρούν ακόμη τα κριτήρια του καταστατικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης:
Από το 2014, η Μολδαβία, η Ουκρανία, και η Γεωργία είχαν υπογράψει σύμβαση για την ένταξη τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση και επιθυμούσαν το συντομότερο δυνατόν να ενταχθούν σε αυτήν ως κράτη μέλη της, κάτι που αρχικά απορρίφθηκε λόγω των μεγάλων προβλημάτων που έχουν τόσο με τη Ρωσία, όσο και με δικά τους πολιτικά ζητήματα (όπως για παράδειγμα ανθρώπινα δικαιώματα, πολιτισμός, μεταφορές, υγειονομική περίθαλψη κ.α.), αλλά και με θέματα περιοχών εντός της επικράτειας τους, όπως η Υπερδνειστερία, η Κριμαία, η Αμπχαζία και Νότια Οσσετία, οι οποίες έχουν αντίστοιχα αποσχισθεί, αλλά και με την Εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Υπόθεση της Τουρκίας, προς ένταξη στην ΕΕ:
Η Τουρκία ξεκίνησε τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις για ένταξη στην ΕΕ το 2005, ενώ η χώρα είχε υποβάλλει αίτηση για ένταξη στην ΕΟΚ από το 1987. Το 2019 μία επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ψήφισε την αναστολή των ενταξιακών συνομιλιών με την Τουρκία με αποτέλεσμα οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις να έχουν έως σήμερα παγώσει[16], αλλά η Τουρκία συνεχίζει να διατηρεί το καθεστώς υποψήφιας χώρας για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η κατάσταση που οδήγησε στην αναστολή των ενταξιακών διαπραγματεύσεων αφορά το ιδιαίτερο καθεστώς της Τουρκίας, η οποία τα τελευταία περίπου 20 χρόνια κυβερνάται από την αυταρχική κυβέρνηση του Ερντογάν, με τη χώρα να μην σημειώνει πρόοδο σε μία σειρά κριτηρίων που αφορούν προϋπόθεση για ένταξη στην ΕΕ, συμπεριλαμβανομένου του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ακόμη, πολλά κράτη μέλη της ΕΕ αντιτίθενται στην ένταξη της Τουρκίας, ενώ μείζον και ίσως το σημαντικότερο πρόβλημα που εμποδίζει την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ αποτελούν οι σχέσεις της με την Κύπρο, η οποία αποτελεί ήδη κράτος μέλος της ΕΕ και την οποία δεν αναγνωρίζει καν ως ανεξάρτητο κράτος. Η κατοχή του βόρειου τμήματος της Κύπρου είναι, σύμφωνα το διεθνές δίκαιο και τον ΟΗΕ, παράβαση του καταστατικού χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και η λύση του Κυπριακού αποτελεί προϋπόθεση για ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Παράλληλα, η χώρα καλούταν να επιλύσει ζητήματα που είχε και με άλλα κράτη μέλη της ΕΕ (Ελλάδα Γκρίζες Ζώνες) έτσι ώστε να είναι σύμφωνη με τους Ευρωπαϊκούς και διεθνείς κανονισμούς. Οικονομικά ζητήματα αποτελούσαν επίσης εμπόδιο για την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ.
Έξοδος του Ηνωμένου Βασίλειου από την Ευρωπαϊκή Ένωση:
Στις 23 Ιουνίου 2016 διεξήχθη δημοψήφισμα στο Ηνωμένο Βασίλειο με θέμα για την παραμονή ή την έξοδο της χώρα από την Ευρωπαϊκή Ένωση στο οποίο το 51,9% των πολιτών αποφάσισε την αποχώρηση του από την ένωση. Το Ηνωμένο Βασίλειο είναι η πρώτη χώρα που εγκατέλειψε την Ευρωπαϊκή Ένωση, το οποίο έγινε στις 1 Φεβρουαρίου 2020.[9]
Το έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαμορφώνεται από τα εδάφη των κρατών μελών της και επεκτείνεται με την προσχώρηση των νέων. Καλύπτει έναν τομέα 4.381.376 τετραγωνικών χιλιομέτρων με έκταση βορειοανατολικά ως τη Φινλανδία, βορειοδυτικά ως την Ιρλανδία, νοτιοανατολικά ως την Κύπρο και νοτιοδυτικά ως την Πορτογαλία. Αντιπροσωπεύει την έβδομη μεγαλύτερη περιοχή στον κόσμο σε έκταση ενώ υπολογίζεται ότι η ακτογραμμή της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι περίπου 65.992 χλμ.[17] Υψηλότερη κορυφή είναι το Λευκό Όρος των Άλπεων με ύψος 4.810 μέτρα.
Η ΕΕ δεν ταυτίζεται με την Ευρώπη. Σημαντικά κράτη της ηπείρου όπως η Ελβετία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Λευκορωσία, η Ουκρανία, η Νορβηγία, η Ρωσία (το μεγαλύτερο μέρος της, βρίσκεται γεωγραφικά στην Ασία), και η Αρμενία (βρίσκεται γεωγραφικά στην Ασία, αλλά πολιτικά και πολιτιστικά, ανήκει στην Ευρώπη), είναι εκτός της ΕΕ. Η ΕΕ συνορεύει με 16 κράτη στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Διάφορα υπερπόντια και εξαρτώμενα εδάφη των διάφορων κρατών μελών είναι επίσης μέρος της ΕΕ (οι Αζόρες, η Μαδέρα, οι Κανάριοι Νήσοι, η Γαλλική Γουιάνα, η Μαρτινίκα, η Γουαδελούπη, η Ρεϋνιόν, η Μαγιότ, ο Άγιος Μαρτίνος (Γαλλία)), ενώ σε άλλες περιπτώσεις τα εδάφη που συνδέονται με τα κράτη μέλη δεν είναι μέρος της ΕΕ (π.χ. η Γροιλανδία, οι Νήσοι Φερόες, η Αρούμπα, το Κουρασάο, ο Άγιος Μαρτίνος (Ολλανδία), το Μποναίρ, η Σάμπα, ο Άγιος Ευστάθιος, η Νέα Καληδονία, η Γαλλική Πολυνησία και ο Άγιος Βαρθολομαίος).
Αν συμπεριληφθούν και τα υπερπόντια εδάφη των κρατών μελών, η ΕΕ περιλαμβάνει τους περισσότερους τύπους κλιμάτων από αρκτικό μέχρι τροπικό. Επομένως, οι μετεωρολογικοί μέσοι όροι για την ΕΕ συνολικά δεν είναι επαρκείς για συμπεράσματα. Η πλειοψηφία του πληθυσμού ζει είτε σε περιοχές με μεσογειακό κλίμα (νότια Ευρώπη) είτε σε ένα ήπιο θαλάσσιο κλίμα (δυτική Ευρώπη) ή σε ένα θερμό κατά το θέρος ηπειρωτικό κλίμα (στα ανατολικά κράτη μέλη).
Χώρα | Πρωτεύουσα | Ένταξη | Πληθυσμός (2023)[5] |
Έκταση (χλμ.2) |
---|---|---|---|---|
Αυστρία | Βιέννη | 1 Ιανουαρίου 1995 | 9.104.772 | 83.855 |
Βέλγιο | Βρυξέλλες | Ιδρυτής | 11.742.796 | 30.528 |
Βουλγαρία | Σόφια | 1 Ιανουαρίου 2007 | 6.447.710 | 110.994 |
Κροατία | Ζάγκρεμπ | 1 Ιουλίου 2013 | 3.850.894 | 56.594 |
Κύπρος | Λευκωσία | 1 Μαΐου 2004 | 920.701 | 9.251 |
Τσεχία | Πράγα | 1 Μαΐου 2004 | 10.827.529 | 78.866 |
Δανία | Κοπεγχάγη | 1 Ιανουαρίου 1973 | 5.932.654 | 43.075 |
Εσθονία | Τάλιν | 1 Μαΐου 2004 | 1.365.884 | 45.227 |
Φινλανδία | Ελσίνκι | 1 Ιανουαρίου 1995 | 5.563.970 | 338.424 |
Γαλλία | Παρίσι | Ιδρυτής | 68.172.977 | 640.679 |
Γερμανία | Βερολίνο | [18] | Ιδρυτής84.358.845 | 357.021 |
Ελλάδα | Αθήνα | 1 Ιανουαρίου 1981 | 10.413.982 | 131.957 |
Ουγγαρία | Βουδαπέστη | 1 Μαΐου 2004 | 9.599.744 | 93.030 |
Ιρλανδία | Δουβλίνο | 1 Ιανουαρίου 1973 | 5.271.395 | 70.273 |
Ιταλία | Ρώμη | Ιδρυτής | 58.997.201 | 301.338 |
Λετονία | Ρίγα | 1 Μαΐου 2004 | 1.883.008 | 64.589 |
Λιθουανία | Βίλνιους | 1 Μαΐου 2004 | 2.857.279 | 65.200 |
Λουξεμβούργο | Λουξεμβούργο | Ιδρυτής | 660.809 | 2.586 |
Μάλτα | Βαλέτα | 1 Μαΐου 2004 | 542.051 | 316 |
Ολλανδία | Άμστερνταμ | Ιδρυτής | 17.811.291 | 41.543 |
Πολωνία | Βαρσοβία | 1 Μαΐου 2004 | 36.753.736 | 312.685 |
Πορτογαλία | Λισαβόνα | 1 Ιανουαρίου 1986 | 10.467.366 | 92.390 |
Ρουμανία | Βουκουρέστι | 1 Ιανουαρίου 2007 | 19.054.548 | 238.391 |
Σλοβακία | Μπρατισλάβα | 1 Μαΐου 2004 | 5.428.792 | 49.035 |
Σλοβενία | Λιουμπλιάνα | 1 Μαΐου 2004 | 2.116.972 | 20.273 |
Ισπανία | Μαδρίτη | 1 Ιανουαρίου 1986 | 48.085.361 | 504.030 |
Σουηδία | Στοκχόλμη | 1 Ιανουαρίου 1995 | 10.521.556 | 449.964 |
Η ΕΕ λειτουργεί στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που της ανατίθενται από τις υφιστάμενες Συνθήκες και σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας (η οποία υπαγορεύει ότι «η ΕΕ στο σύνολό της μπορεί να προβεί σε ενέργειες, μόνο όταν ένας συγκεκριμένος στόχος δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη»). Οι ευρωπαϊκοί νόμοι θεσπίζονται ποικιλοτρόπως. Μιλώντας γενικά, μπορούν να χωρισθούν σε δυο μεγάλες κατηγορίες:
Η σαφής πολιτική κατηγοριοποίηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης με βάση τους νόμους που τη διέπουν (δηλαδή γα το αν πρόκειται για ένα συνταγματικό ή ένα υπερεθνικό όργανο) έχει αποτελέσει αντικείμενο έντονων συζητήσεων και αντιπαραθέσεων. Ιστορικώς τουλάχιστον, η Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί έναν υπερεθνικό, διεθνή οργανισμό ενώ αν ληφθούν υπ’ όψιν ορισμένα κριτήρια θα μπορούσε να θεωρηθεί και ως μια Συνομοσπονδία. Ωστόσο, έχοντας αρκετά χαρακτηριστικά ενός ομόσπονδου οργάνου, θεωρείται από πολλούς ως ντε φάκτο ομοσπονδία ανεξάρτητων κρατών. Για τον λόγο αυτό, της έχει αποδοθεί και ο όρος sui generis (που σημαίνει, «μοναδικό στο είδος του») παρ’ όλο που τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να αμφισβητείται καθώς αρχίζουν και θεσπίζονται νόμοι που υπονοούν ότι αποτελεί ενιαία κρατική οντότητα.
Οι δυσκολίες κατηγοριοποίησης έγκεινται στην ίδια τη φύση των εθνικών και των διεθνών νόμων, καθώς το Ευρωπαϊκό Δίκαιο αποτελείται από συνδυασμούς και των δυο κατηγοριών. Όσον αφορά όμως την καθαρά συνταγματική ορολογία και το Διεθνές Δίκαιο, ο όρος «ομοσπονδία» προσδιορίζει ένα ανεξάρτητο κυρίαρχο κράτος το οποίο συγκροτείται από τη συνένωση επιμέρους κρατών-μελών, βάσει συνταγματικών διατάξεων. Έχοντας αυτό κατά νου, η ΕΕ δε μπορεί να χαρακτηριστεί ως ομοσπονδιακό κράτος, χωρίς να έχει κατοχυρωθεί συνταγματικώς κάτι τέτοιο, παρ όλο που η φύση της είναι ομοσπονδιακή. Πολιτικοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι κάτι τέτοιο δε πρόκειται να συμβεί (τουλάχιστον στο άμεσο μέλλον) καθώς θα απαιτούσε την κατάργηση των συνταγμάτων των κρατών μελών.
Οι νομοθετικές πράξεις στις οποίες μπορεί να προβεί η ΕΕ είναι τριών ειδών.
Η ΕΕ έχει νομική υπόσταση και προσωπικότητα από ιδρύσεώς της, με δικαίωμα να υπογράφει διεθνείς συνθήκες και συμφωνίες. Οι συνθήκες πάνω στις οποίες βασίστηκε το ευρωπαϊκό οικοδόμημα είναι αυτές που κατοχυρώνουν τη νομική της εξουσία, τους απαραίτητους θεσμούς για την άσκησή της και τους ευρύτερους στόχους της Ένωσης.
Σύμφωνα με την αρχή της υπεροχής του ευρωπαϊκού δικαίου, τα εθνικά δικαστήρια οφείλουν να επιβάλουν τις συνθήκες που τα κράτη-μέλη τους έχουν επικυρώσει και να εφαρμόσουν τους νόμους που εκδόθηκαν βάσει αυτών, ακόμη και αν κάτι τέτοιο έρχεται σε αντίθεση με το εθνικό δίκαιο των κρατών μελών.
Το δικαστικό σύστημα της ΕΕ διασφαλίζει την ομοιόμορφη ερμηνεία και εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης. Η δικαστική της διάρθρωση - που αποκαλείται στο σύνολό της ως Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης - αποτελείται από τρία επιμέρους δικαστήρια: το καθεαυτό Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, το Γενικό Δικαστήριο και το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης.[19]
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ασχολείται κυρίως με υποθέσεις που αφορούν τα ίδια τα κράτη μέλη, τα θεσμικά όργανα καθώς και με υποθέσεις των εθνικών δικαστηρίων των κρατών μελών μετά από παραπομπή τους σε αυτό. Το Γενικό Δικαστήριο αναλαμβάνει υποθέσεις που αφορούν ιδιώτες, επιχειρήσεις και εταιρείες, ενώ το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης αποφαίνεται σε διενέξεις μεταξύ της ΕΕ και του προσωπικού διοίκησής της. Οι αποφάσεις του Γενικού Δικαστηρίου είναι εφέσιμες, μέχρι ενός σημείου, στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Τέλος, το ειδικό Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που όμως δεν έχει άμεση σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση καθώς αποτελεί όργανο του Συμβουλίου της Ευρώπης[20] έχει ως έργο του τον έλεγχο της εφαρμογής της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και την εκδίκαση προσφυγών από τους πολίτες με θέμα την παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τα κράτη μέλη[21].
Η ΕΕ ασκεί τις αρμοδιότητές της σε έναν ενιαίο χώρο Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης, πολύτιμων για τη δημοκρατική της λειτουργία. Για τη διατήρησή της, έχουν θεσμοθετηθεί τα κατάλληλα όργανα, τα οποία είναι τα εξής:
Επίσης, πολύτιμο εργαλείο για την ομαλή λειτουργία του χώρου ασφάλειας, αποτελεί το Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν[22], το οποίο εντάσσεται στα πλαίσια της Συνθήκης Σένγκεν και παρέχει μια ενιαία βάση δεδομένων για τη διευκόλυνση του έργου των αστυνομικών και μεταναστευτικών αρχών.
Η Ένωση σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα, όπως κατοχυρώνονται με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών και όπως προκύπτουν από τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών, ως γενικές αρχές του κοινοτικού δικαίου.[23][24].
Η έναρξη της ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας το 2009, έδωσε νομική ισχύ στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης[25]. Ο Χάρτης αυτός είναι ένας κωδικοποιημένος κατάλογος των θεμελιωδών δικαιωμάτων με βάση τις οποίες μπορούν να κριθούν νομικά οι πράξεις της ΕΕ. Η αποδοχή του, αποτελεί βασική προϋπόθεση προσχώρησης στην ΕΕ.
Τα θεσμικά όργανα της Ε.Ε. είναι επτά, τα οποία είναι τα εξής:
Οι αρμοδιότητες τροποποίησης και ελέγχου της νομοθεσίας, κατανέμονται μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της ΕΕ. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ασκεί εκτελεστικά καθήκοντα από κοινού με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο (έχοντας πιο περιορισμένα καθήκοντα). Η νομισματική πολιτική της ευρωζώνης, στην οποία συμμετέχουν τα περισσότερα κράτη της Ένωσης, εκπορεύεται από την ΕΚΤ, ενώ ο οικονομικός προϋπολογισμός της Ένωσης, ελέγχεται από το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο. Η ερμηνεία και η εφαρμογή του ευρωπαϊκού δικαίου καθώς και των Συνθηκών που έχουν υπογραφεί (ή θα υπογραφούν στο μέλλον) ελέγχονται και εξασφαλίζονται από Δικαστήριο της ΕΕ. Επίσης, υπάρχει και ένα πλήθος βοηθητικών οργάνων που λειτουργούν συμβουλευτικά προς την ΕΕ ενώ ορισμένα από αυτά εξειδικεύονται σε συγκεκριμένους τομείς.
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο λειτουργεί ως καθοδηγητής της ΕΕ. Καθορίζει τη γενική πολιτική και τις στρατηγικές που ακολουθούνται από την ΕΕ ενώ συμμετέχει ενεργά σε οποιεσδήποτε τροποποιήσεις των υφιστάμενων συνθηκών, γι'αυτό και έχει χαρακτηριστεί από πολλούς ως η «υπέρτατη πολιτική εξουσία» της Ένωσης. Συνεδριάζει τέσσερις φορές τον χρόνο, αποτελούμενο από τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ως επικεφαλής, τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και τους αντιπροσώπους των κρατών μελών (ένας για κάθε κράτος-μέλος).
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ασκεί τον ηγετικό του ρόλο για την επίλυση οποιωνδήποτε διαφορών μεταξύ των κρατών-μελών και των υπόλοιπων θεσμικών οργάνων, όπως επίσης και για την επίλυση των πολιτικών κρίσεων και των διαφωνιών, όσον αφορά αμφιλεγόμενα θέματα και πολιτικές. Εξωτερικά, ενεργεί συλλογικά ως «αρχηγός κράτους» επικυρώνοντας σημαντικά έγγραφα (όπως π.χ., διεθνείς συμφωνίες και συνθήκες).
Ως επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, ο Πρόεδρος είναι υπεύθυνος για τη διασφάλιση της εξωτερικής εκπροσώπησης της ΕΕ και την προώθηση της συναίνεσης μεταξύ των μελών της, τόσο κατά τη διάρκεια των συνεδριάσεων όσο και στις χρονικές περιόδους ανάμεσά τους. Ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου έχει θητεία δυόμιση χρόνων, με δικαίωμα ανανέωσης καθηκόντων για μία επιπλέον θητεία. Ο ρόλος του κατοχυρώθηκε νομικά και θεσμικά με την εφαρμογή της Συνθήκης της Λισαβώνας, στις 1 Δεκεμβρίου 2009. Ο πρώτος Πρόεδρος που ανέλαβε καθήκοντα ήταν ο Χέρμαν βαν Ρομπέι το 2009, ενώ σημερινός Πρόεδρος είναι ο Σαρλ Μισέλ.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποτελεί το ανώτατο εκτελεστικό όργανο της ΕΕ. Έχει νομοθετικές αρμοδιότητες και είναι υπεύθυνη για την εν γένει εύρυθμη λειτουργία της Ένωσης. Κάθε κράτος-μέλος εκπροσωπείται από ένα μέλος στην Επιτροπή, ο οποίος ονομάζεται Επίτροπος. Κάθε Επίτροπος έχει ευρωπαϊκό ρόλο και εκπροσωπεί τα ενδιαφέροντα της Ένωσης, χωρίς υποδείξεις από εθνικές κυβερνήσεις και οργανισμούς.
Κεφαλή της Επιτροπής είναι ο Πρόεδρός της, ο οποίος διορίζεται από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Δεύτερος τη τάξει, είναι ο Ύπατος Εκπρόσωπος της Ένωσης για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας, ο οποίος θεωρείται ως αντιπρόεδρος και επιλέγεται επίσης από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Οι υπόλοιποι Επίτροποι διορίζονται από το Συμβούλιο της ΕΕ (γνωστό και ως Συμβούλιο των Υπουργών) μετά από συμφωνία με τον διορισθέντα Πρόεδρο. Ο συνολικός αριθμός των μελών της Επιτροπής είναι 28, ενεργούν ως ενιαίο σώμα και υπόκεινται σε ψήφο εμπιστοσύνης από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποτελεί το κάτω τμήμα του διθάλαμου νομοθετικού σώματος της ΕΕ (το κάτω τμήμα, είναι το Συμβούλιο της ΕΕ). Αποτελείται από 705 βουλευτές, οι οποίοι εκλέγονται άμεσα από τους πολίτες της ΕΕ κάθε πέντε χρόνια, ύστερα από τις αντίστοιχες εκλογές σε κάθε κράτος-μέλος. Κάθε χώρα έχει συγκεκριμένο αριθμό εδρών και οι βουλευτές που εκλέγονται εδράζονται στη βουλή ανάλογα με την κομματική ή ιδεολογική τους προτίμηση.
Το Κοινοβούλιο, από κοινού με το Συμβούλιο της ΕΕ, περνά νομοθεσίες σε όλους σχεδόν τους τομείς σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι υπόλογη στο Κοινοβούλιο. Απαιτεί την έγκρισή του για να αναλάβει καθήκοντα, υποβάλει εκθέσεις σε τακτά χρονικά διαστήματα σε αυτό και υπόκειται σε προτάσεις μομφής από αυτό.
Ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αποτελεί τον κεντρικό ομιλητή της βουλής, είναι το πρόσωπο που την εκπροσωπεί και εκλέγεται κάθε δυόμιση χρόνια από τους βουλευτές.
Το Συμβούλιο της ΕΕ αποτελεί το άνω τμήμα του διθάλαμου νομοθετικού σώματος της ΕΕ. Σε αυτό συμμετέχει ένας υπουργός από την κυβέρνηση κάθε κράτους-μέλους, ανάλογα με το θέμα προς συζήτηση. Θεωρείται ότι αποτελεί ενιαίο σώμα, ανεξαρτήτως της σύνθεσής του. Εκτός από νομοθετικά καθήκοντα, το Συμβούλιο ασκεί επίσης εκτελεστικά καθήκοντα σε θέματα που αφορούν την κοινή εξωτερική πολιτική και την πολιτική ασφαλείας.
Το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο ελέγχει την ορθότητα του προϋπολογισμού της Ένωσης. Διατυπώνει τις απόψεις και τις προτάσεις του για τη βελτίωση της χρηματοπιστωτικής νομοθεσίας και την καταπολέμηση της απάτης. Επίσης, υποβάλει ετήσιες εκθέσεις, τόσο στο Συμβούλιο όσο και στο Κοινοβούλιο της ΕΕ, για κάθε οικονομικό έτος. Σύμφωνα με αυτές τις εκθέσεις, το Κοινοβούλιο εγκρίνει ή όχι τους χειρισμούς της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία είναι υπεύθυνη για τη σωστή διαχείριση του προϋπολογισμού.
Το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο έχει τη νομική υποχρέωση να παράσχει, τόσο στο Συμβούλιο όσο και στο Κοινοβούλιο της ΕΕ, ετήσια δήλωση που επιβεβαιώνει την αξιοπιστία των λογαριασμών, τη νομιμότητα και την κανονικότητα των υποκείμενων σε αυτήν πράξεων [26]. Η υποχρέωση αυτή κατοχυρώθηκε νομικά το 1993.
Τα κράτη μέλη της ΕΕ διατηρούν όλες τις εξουσίες και τις αρμοδιότητες, οι οποίες δεν έρχονται σε αντίθεση με όσες έχουν παραχωρηθεί ρητώς στην ΕΕ. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις, κάθε κράτος-μέλος αποποιείται της ικανότητάς του να νομοθετεί μονομερώς σε θέματα που άπτονται της αρμοδιότητας της ΕΕ, ενώ έχει δικαίωμα να το κάνει μόνο σε περιπτώσεις που η συλλογική νομοθετική ικανότητα της ΕΕ δεν το επιτρέπει.
Η συνεργασία των κρατών-μελών ως προς την καθιέρωση μιας κοινής εξωτερικής πολιτικής χρονολογείται ήδη από το 1957 (με την ίδρυση της τότε Ευρωπαϊκής Κοινότητας), υπό τη μορφή της Κοινής Εμπορικής Πολιτικής με τον υπόλοιπο κόσμο[27]. Οι πρώτες όμως στοχευμένες ενέργειες για την καθιέρωση μιας κοινής εξωτερικής πολιτικής, ξεκίνησαν το 1970 με την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Συνεργασίας. Η συνεργασία αυτή είχε τον χαρακτήρα μιας άτυπης συνεδρίασης και διαβούλευσης με στόχο τον σχηματισμό κοινών πολιτικών προς τις τρίτες χώρες. Το άτυπο αυτό όργανο επισημοποιήθηκε πολύ αργότερα, με την εφαρμογή της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Πράξης το 1987[8]. Η Ευρωπαϊκή Πολιτική Συνεργασία αντικαταστάθηκε από τη Συμφωνία για την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφαλείας (ΚΕΠΠΑ), όπως ορίστηκε στη Συνθήκη του Μάαστριχτ [28].
Στόχοι της ΚΕΠΠΑ είναι η προώθηση των συμφερόντων της ίδιας ΕΕ αλλά και της διεθνούς κοινότητας που βρίσκεται από πίσω της, σε θέματα που αφορούν την αναβάθμιση της διεθνούς συνεργασίας, τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της δημοκρατίας καθώς και την τήρηση του υφιστάμενου δικαίου. Η ΚΕΠΠΑ απαιτεί ομόφωνες αποφάσεις μεταξύ των κρατών μελών σχετικά με την πολιτική πρόκειται να ακολουθηθεί για κάθε συγκεκριμένο θέμα.
Με τη Συνθήκη της Λισαβόνας, η ΚΕΠΠΑ περιλαμβάνεται πλέον στο ευρύτερο τμήμα της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ), το οποίο αποτελεί στην ουσία το υπουργείο εξωτερικών της Ένωσης[29]. Η Συνθήκη της Λισαβόνας ενισχύει την αποτελεσματικότητα της ΚΕΠΠΑ αναθέτοντας στον Ύπατο Εκπρόσωπο την υλοποίηση των στρατηγικών και των αποφάσεων που λαμβάνονται από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και το Συμβούλιο της ΕΕ στον τομέα της. Ο Ύπατος Εκπρόσωπος αποτελεί επίσης το θεσμικό όργανο που ομιλεί εκ μέρους της ΕΕ, σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και άμυνας και έχει το καθήκον της εναρμόνισης των θέσεων των κρατών μελών σε αυτά τα θέματα.
Τόσο η ΕΕ όσο και οι προκάτοχοί της, δεν σχεδιάσθηκαν ώστε να αποτελέσουν κάποιο είδος στρατιωτικής συμμαχίας. Σύμφωνα με τη Συνθήκη του Άμστερνταμ (1997), η εδαφική υπεράσπιση της ΕΕ είχε ανατεθεί στο ΝΑΤΟ.[30]
Ωστόσο, μετά τον πόλεμο στο Κόσοβο το 1999, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποφάσισε ότι η Ένωση θα πρέπει να έχει την ικανότητα αυτόνομης δράσης έτσι ώστε να ανταποκρίνεται κατάλληλα σε διεθνείς κρίσεις, χωρίς να προκαταλαμβάνεται από τις αποφάσεις του ΝΑΤΟ. Έτσι, ξεκίνησαν να λαμβάνονται πρωτοβουλίες με σκοπό την αύξηση της στρατιωτικής ικανότητας της ΕΕ, με απώτερο σκοπό τη σύσταση ολοκληρωμένης στρατιωτικής δύναμης έτσι ώστε να διασφαλίζεται η εδαφική της ακεραιότητα ενάντια σε εξωτερικούς κινδύνους περνώντας παράλληλα και ένα μήνυμα ότι δε πρόκειται να ξεσπάσει ποτέ ξανά πόλεμος μεταξύ των χωρών της Ένωσης. Μετά από μια σειρά διαβουλεύσεων, δημιουργήθηκαν οι Μάχιμες Μονάδες Άμεσης Αντίδρασης της Ε.Ε.. Η κάθε μια απ' αυτές στελεχώνεται συνήθως από 1500 στρατιώτες, με δύο από αυτές να μπορούν να αναπτύσσονται ανά πάσα στιγμή σε περιόδους κρίσης. Ουσιαστικά, η απρόσκοπτη συνεργασία των μεγάλων δυνάμεων της Ένωσης (Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία) είναι αυτή που εγγυάται την ευρύτερη αμυντική και στρατιωτική συνεργασία.
Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις της ΕΕ υποστηρίζονται από το Στρατιωτικό Επιτελείο της Ε.Ε., τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Άμυνας και το Δορυφορικό Κέντρο της Ε.Ε..
Στα πλαίσια της γενικότερης εξωτερικής πολιτικής της Ένωσης περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων και οι σχέσεις της με τις γείτονες χώρες (δηλαδή με αυτές που έχει χερσαία ή θαλάσσια σύνορα), οι οποίες είτε αποτελούν εν δυνάμει υποψήφιες προς ένταξη είτε απολαμβάνουν προνόμια που τις καθιστούν μέλη ως έναν βαθμό. Η ΕΕ έχει ως στόχο τη διεύρυνση των στενών της σχέσεων με τις χώρες αυτές μέσω της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Γειτονίας (ΕΠΓ). Η ΕΠΓ καθορίζει τον πολιτικό συντονισμό και προάγει τη βαθύτερη οικονομική ολοκλήρωση με τα συμβεβλημένα κράτη, βάσει αμοιβαίων δεσμεύσεων που πηγάζουν από τις γενικές αξίες της ΕΕ. Η ΕΠΓ παραμένει διαχωρισμένη από τη διαδικασία της διεύρυνσης, αν και δεν προδικάζει τον τρόπο με τον οποίο ενδέχεται να αναπτυχθούν στο μέλλον οι σχέσεις της ΕΕ με τους γείτονές της. Η ΕΠΓ μπορεί να ερμηνευθεί και ως φιλοδοξία της ΕΕ για την επέκταση των συνόρων της στο άμεσο μέλλον. Συμπληρωματικά μέσα αλληλεπίδρασης της ΕΕ με τις γειτονικές της χώρες μέσα στα πλαίσια της ΕΠΓ, είναι η Μεσογειακή Ένωση (η οποία απαρτίζεται από τις χώρες που βρέχονται από τη Μεσόγειο θάλασσα) και η Ανατολική Εταιρική Σχέση (η οποία περιλαμβάνει χώρες της πρώην ΕΣΣΔ).
Η ΕΕ δημιουργήθηκε πρωτίστως ως οικονομική ένωση το 1958, με την ίδρυση της τότε ΕΟΚ. Επίσης, από τότε δημιουργήθηκε και διατηρείται μέχρι σήμερα η Ενιαία Ευρωπαϊκή Αγορά, η οποία εξασφαλίζει την ελεύθερη κυκλοφορία ανθρώπων, εμπορευμάτων, κεφαλαίων και υπηρεσιών. Η συνδυασμένη ενιαία αγορά της ΕΕ αποτελεί τη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο, με κατ' εκτίμηση ονομαστικό ΑΕΠ 16,073 τρις. δολάρια το 2012. Η ΕΕ είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας στον κόσμο, ο δεύτερος μεγαλύτερος εισαγωγέας, ενώ αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους σε χώρες όπως η Κίνα και η Ινδία. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις ελβετικών ιδρυμάτων, η ΕΕ διατηρεί το 30% του παγκόσμιου καθαρού πλούτου (ο οποίος εκτιμάται στα 223 τρις. δολάρια για το 2012).
Σύμφωνα με τη ετήσια λίστα του επιχειρηματικού περιοδικού Fortune, περίπου οι 161 από τις 500 μεγαλύτερες επιχειρήσεις στον πλανήτη έχουν την έδρα τους εντός της ΕΕ. Μάλιστα, 4 από αυτές βρίσκονται μέσα στις 10 πρώτες. Τα επίπεδα της ανεργίας στην ΕΕ των 28, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία (Eurostat), κυμάνθηκαν κατά μέσο όρο γύρω στο 6,3% για τον Οκτώβριο του 2019, με την Ελλάδα και την Ισπανία να έχουν την αρνητική πρωτιά (16,6% και 14,2% αντίστοιχα) [31].
Το μέσο κατά κεφαλήν εισόδημα ανά κάτοικο, εμφανίζει πάρα πολύ μεγάλες αποκλίσεις ανάμεσα στα άκρα της ΕΕ. Οι πλουσιότεροι κάτοικοι με βάση το μέσο ετήσιο κατά κεφαλήν εισόδημα εντοπίζονται στο κέντρο του Λονδίνου (78.000 €/κάτοικο), το Λουξεμβούργο (62.500 €/κάτοικο) και τις Βρυξέλλες (52.500 €/κάτοικο) ενώ οι φτωχότεροι στις βορειοανατολικές επαρχίες της Ρουμανίας (6.900 €/κάτοικο) και στις βορειοανατολικές και νότιες επαρχίες της Βουλγαρίας (6.900-7.200 €/κάτοικο).
Η οικονομική ανάπτυξη των υποανάπτυκτων περιοχών της Ένωσης όπως επίσης και η γενικότερη ανάπτυξη των υποδομών στο σύνολο της, υποστηρίζονται από τα ευρωπαϊκά Διαρθρωτικά Ταμεία και το Ταμείο Συνοχής. Επίσης, έχουν συσταθεί μια σειρά από ειδικά ταμεία (Phare, Προενταξιακό Διαρθρωτικό Μέσο (ΠΔΜ), Μέσο Προενταξιακής Γεωργικής Πολιτικής (SAPARD)) τα οποία παρέχουν επείγουσα βοήθεια στα κράτη-μέλη που το έχουν ανάγκη καθώς και υποστήριξη για τα υποψήφια κράτη έτσι ώστε να μπορέσουν να συμμορφωθούν με τις απαραίτητες προϋποθέσεις για την ένταξή τους.
Δύο από τους κυριότερους στόχους της πρώην ΕΟΚ, τους οποίους επίσης κληρονόμησε η ΕΕ με αποστολή την ολοκλήρωσή τους, ήταν η εγκαθίδρυση μιας ενιαίας αγοράς για τα μέλη της καθώς και η πλήρης τελωνειακή τους ένωση. Η ενιαία αγορά εξασφαλίζει την ελεύθερη κυκλοφορία ανθρώπων, εμπορευμάτων, κεφαλαίων και υπηρεσιών εντός της ΕΕ ενώ με την τελωνειακή ένωση όλα τα κράτη-μέλη οφείλουν να υιοθετήσουν ενιαίους τελωνειακούς δασμούς για τα εξωτερικά προϊόντα που εισέρχονται στην ενιαία αγορά. Η Ισλανδία, το Λίχτενσταϊν, η Νορβηγία και η Ελβετία, αν και εκτός ΕΕ συμμετέχουν επίσης στην ενιαία αγορά ως μέλη της ΕΖΕΣ, αλλά όχι και στην τελωνειακή ένωση.
Η ελεύθερη κυκλοφορία κεφαλαίων είναι απαραίτητη για την ενίσχυση των επενδύσεων εντός της ΕΕ, όπως π.χ.. η αγορά ακινήτων και μετοχών. Η Συνθήκη του Μάαστριχτ καθώς και η ίδρυση της νομισματικής ένωσης (Ευρωζώνη) ενίσχυσαν και προώθησαν σημαντικά αυτό το προνόμιο, το οποίο είναι το μοναδικό που μπορεί να χορηγηθεί σε κράτη-μέλη και εταιρείες εκτός ΕΕ, για την εξωτερική προσέλκυση επενδύσεων.
Με την ίδρυση της ΕΕ το 1993 θεσπίστηκε επισήμως η ευρωπαϊκή ιθαγένεια, η οποία συμπληρώνει την εθνική ιθαγένεια των κρατών-μελών της. Η θέσπιση μιας κοινής ιθαγένειας κρίθηκε απαραίτητη για την προώθηση της ελεύθερης μετακίνησης των ανθρώπων που την κατέχουν, εντός της ΕΕ. Έτσι, οι κάτοχοι της ευρωπαϊκής ιθαγένειας μπορούν ελεύθερα να μετακινούνται εντός της Ένωσης για εργασία, σπουδές, μόνιμη κατοίκηση ή ακόμα και να συνταξιοδοτηθούν σε κάποια άλλη χώρα. Επίσης, συμφωνήθηκε η πλήρης αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων ως απαραίτητη προϋπόθεση για τα παραπάνω προνόμια.
Η ελευθερία δημιουργίας και διακίνησης υπηρεσιών επιτρέπει σε ιδιώτες επιχειρηματίες την απρόσκοπτη παροχή υπηρεσιών σε προσωρινή ή και μόνιμη βάση, εντός της κοινής αγοράς. Παρ' όλο που η παροχή υπηρεσιών απαρτίζει το 60 - 70% του ΑΕΠ, η νομοθεσία ήταν ελλιπής σε αυτόν τον τομέα μέχρι προσφάτως. Το νομοθετικό αυτό κενό καλύφθηκε με την ΟΔΗΓΙΑ 2006/123/ΕΚ σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά [32], η οποία τέθηκε σε πλήρη εφαρμογή στις 28 Δεκεμβρίου 2009.
Η ΕΕ εξασφαλίζει τον ανόθευτο ανταγωνισμό εντός της ενιαίας της αγοράς. Η Κομισιόν, ως ρυθμιστική αρχή του δίκαιου του ανταγωνισμού, εργάζεται για τη φιλελευθεροποίηση της αγοράς και την πάταξη των οικονομικών καρτέλ ενώ επίσης είναι υπεύθυνη για την επιβολή κυρώσεων σε περιπτώσεις μονοπωλιακής συμπεριφοράς και την έγκριση συγχωνεύσεων. Έχουν υπάρξει διάφορες περιπτώσεις, μεγάλης δημοσιότητας, όπου ο Επίτροπος ανταγωνισμού έχει επιβάλει πρόστιμα ή έχει απορρίψει συγχωνεύσεις εταιρειών κολοσσών. Μια από αυτές ήταν η επιβολή προστίμου στη Microsoft, το 2007, συνολικού ύψους 777 εκατομμυρίων ευρώ για την κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης της στην αγορά και την επιβολή αθέμιτων πρακτικών αδειοδότησης των προϊόντων της. Ένα ακόμα πιο βαρύ και πρωτοφανές πρόστιμο επιβλήθηκε στην ίδια εταιρεία το 2013, ύψους 561 δισ. ευρώ, για τη μη τήρηση εθελοντικού συμφώνου.[33]
Η θέσπιση μιας κοινής συναλλαγματικής μονάδας είχε αποτελέσει επίσημα στόχο της ΕΟΚ, ήδη από το 1969. Δέκα χρόνια αργότερα, θεσπίστηκε η Ευρωπαϊκή λογιστική μονάδα η οποία αποτελούσε μια κοινή συναλλαγματική συνισταμένη μεταξύ των χωρών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Με την υπογραφή της Συνθήκης του Μάαστριχτ το 1992, εκτός από την ίδρυση της ΕΕ, θεσπίστηκαν επίσης νομικά η δομή της νομισματικής ένωσης και τα κριτήρια πληρότητας ενός κράτους για την επιτυχή προσχώρησή του σε αυτή. Το κοινό νόμισμα της Ένωσης πήρε το όνομα Ευρώ και η νομισματική ένωση επικράτησε να αποκαλείται ως Ευρωζώνη. Για την προσχώρησή του στην Ευρωζώνη, ένα κράτος θα πρέπει να αποτελεί επίσης και μέλος της ΕΕ.
Η νομισματική ένωση ξεκίνησε το 1999, με 11 χώρες να λαμβάνουν μέρος αρχικώς. Το ευρώ έκανε επίσης την πρώτη του επίσημη εμφάνιση τότε, αλλά μόνο σε λογιστική μορφή. Η φυσική του έκδοση και διάθεση στις χώρες της ευρωζώνης (συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας), ξεκίνησε την 1η Ιανουαρίου 2002. Από τότε και στο εξής, καταργήθηκαν τα εθνικά νομίσματα των κρατών της ευρωζώνης, η οποία σήμερα αριθμεί 19 μέλη.
Το ευρώ αποτελεί σήμερα το δεύτερο ισχυρότερο αποθεματικό νόμισμα στον πλανήτη, καθώς περίπου το 1/4 των αποθεματικών των διεθνών χρηματιστηρίων είναι σε ευρώ. Ο έλεγχος του κοινού νομίσματος και των πολιτικών της νομισματικής ένωσης, εκπορεύεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Η ΕΚΤ βρίσκεται στο επίκεντρο του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών (το οποίο περιλαμβάνει όλες τις εθνικές τράπεζες των μελών της ΕΕ) και ελέγχεται από το Γενικό Συμβούλιό της, το οποίο περιλαμβάνεται από τον Πρόεδρο και τον Αντιπρόεδρο της ΕΚΤ και τους διοικητές των κεντρικών εθνικών τραπεζών των 28 μελών της ΕΕ.
Το Ευρωπαϊκό Σύστημα Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας (ESFS)[34] αποτελεί το θεσμοθετημένο οικονομικό σύστημα εποπτείας της ΕΕ για τη διασφάλιση της οικονομικής της σταθερότητας. Αποτελείται από τρεις επιμέρους αρχές: την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ)[35], την Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών. Οι αρχές αυτές συμπληρώνονται από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικών Κινδύνων[36] το οποίο τελεί υπό την άμεση εποπτεία της ΕΚΤ.
Όλα τα κράτη που επιθυμούν να γίνουν μέλος της Ευρωζώνης, δεσμεύονται από τη Συνθήκη του Μάαστριχτ για τη λήψη σημαντικών οικονομικών μέτρων, που αφορούν κυρίως την αποφυγή υπερβολικών δημοσιονομικών ελλειμμάτων και τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους τους.
Ως απόρροια της Παγκόσμιας οικονομικής ύφεσης του 2008, ξέσπασε και η οικονομική κρίσης της Ευρωζώνης στις αρχές του 2009. Η απόκλιση από τους δημοσιονομικούς στόχους του Μάαστριχτ σε συνδυασμό με την ευρωπαϊκή κρίση χρέους, έκανε πολύ δύσκολο ή ακόμα και αδύνατο για κάποιες χώρες της Ευρωζώνης να εξοφλήσουν ή να αναχρηματοδοτήσουν το δημόσιο χρέος τους. Οι χώρες που επηρεάστηκαν περισσότερο ήταν η Ελλάδα, η Ιρλανδία, η Ισπανία, η Κύπρος και η Πορτογαλία. Η Συνθήκη του Μάαστριχτ απαγόρευε κράτη της Ευρωζώνης να αναλάβουν τη χρηματοδότηση των χρεών των άλλων κρατών. Παρ’ όλα αυτά, βρέθηκαν νομικές δικλείδες για τη σύσταση διάφορων ταμείων διάσωσης των συγκεκριμένων κρατών, έτσι ώστε να μπορέσουν να ανταποκριθούν στις οικονομικές τους υποχρεώσεις σε πρώτη φάση και να μπορέσουν να κερδίσουν πλήρως τη χαμένη αξιοπιστία και ανταγωνιστικότητά τους σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Η ΕΕ είναι μια παραδοσιακή δύναμη στον τομέα της ενεργειακής πολιτικής για πολλά έτη, μια παράδοση που ξεκίνησε και εξελίσσεται από την εποχή της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα. Η εισαγωγή μιας υποχρεωτικής και περιεκτικής ευρωπαϊκής ενεργειακής πολιτικής εγκρίθηκε στη συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου τον Οκτώβριο του 2005 και δημοσιεύθηκε τον Ιανουάριο του 2007.
Η ενεργειακή πολιτική της ΕΕ θέτει πέντε στόχους:
Η ΕΕ εισάγει 82% του πετρελαίου και 57% του αερίου που καταναλώνει καθώς και το 97,5% των απαιτήσεων της σε ουράνιο, παραμένοντας ο κύριος παγκόσμιος εισαγωγέας αυτών. Για τον λόγο αυτό, υπάρχουν ακόμα ανησυχίες ότι η ενεργειακή επάρκεια της ΕΕ εξαρτάται κατά ένα μεγάλο μέρος από τη Ρωσία. Αυτή η ανησυχία έχει γίνει ιδιαίτερα οξεία μετά από μια σειρά διαφωνιών μεταξύ Ρωσίας και γειτονικών κρατών, όταν η Ρωσία αύξησε την τιμή του εξαγωγικού ενεργειακού της πλούτου. Ως αποτέλεσμα η ΕΕ προσπαθεί να διαφοροποιήσει την ενεργειακή της πολιτική σχετικά με τον ανεφοδιασμό της.
Η ΕΕ εργάζεται για τη συνεχή βελτίωση και αναβάθμιση των διασυνοριακών υποδομών της, μέσω του Διευρωπαϊκού Δικτύου Υποδομών (ΔΔΥ). Υπό την αιγίδα του δημιουργήθηκαν τα μεγαλύτερα έργα στην ΕΕ, όπως είναι η σήραγγα της Μάγχης, ο ευρωπαϊκός αυτοκινητόδρομος ταχείας κυκλοφορίας Παρίσι – Μόναχο, η γέφυρα της Μεσσήνης, η γέφυρα Έρεσουντ μεταξύ Δανίας – Σουηδίας κ.ά.
Ένα πολύ μεγάλο εγχείρημα στα πλαίσια της ανάπτυξης των υποδομών της ΕΕ, είναι το «Πρόγραμμα Galileo», προϋπολογισμού 5 δις ευρώ. Ο «Γαλιλαίος» είναι ένα προτεινόμενο παγκόσμιο δορυφορικό σύστημα εντοπισμού θέσεως, που κατασκευάζεται από την ΕΕ, με τη συμμετοχή και βοήθεια της Ευρωπαϊκής Διαστημικής Υπηρεσίας (ESA). Δημιουργήθηκε για να ανταγωνισθεί τα ήδη υπάρχοντα συστήματα της Αμερικής και της Ρωσίας (GPS και GLONASS αντίστοιχα), ενώ έχει δεχθεί αρκετές επικρίσεις κατά καιρούς λόγω των υπέρογκων δαπανών εν μέσω κρίσης, των καθυστερήσεων και της γενικότερης αντίληψης ότι είναι περιττό λόγω του υπάρχοντος συστήματος GPS.
Στην Ελλάδα, η συμβολή των Διευρωπαϊκών δικτύων σε συνδυασμό με τα προγράμματα του ΕΣΠΑ υπήρξε καθοριστικός παράγοντας στην ανάπτυξη των υποδομών της. Ίσως το μεγαλύτερο αναπτυξιακό έργο της τελευταίας δεκαπενταετίας αποτέλεσε η κατασκευή της Εγνατίας Οδού, η οποία αποτελεί τμήμα της συνολικής Ευρωπαϊκής Οδού Ε90. Ο συνολικός προϋπολογισμός του έργου, συνολικού μήκους 670 χλμ (βασικός άξονας Ηγουμενίτσα – Κήποι Έβρου), ανήλθε στα 6 δις ευρώ σημαντικό μέρος του οποίου προήλθε από κοινοτικά κονδύλια. Η κατασκευή του δικτύου μετρό Αθηνών, το οποίο συνεχίζει να επεκτείνεται μέχρι και σήμερα, αποτέλεσε επίσης ένα από τα μεγαλύτερα έργα που υλοποίησε ποτέ η χώρα, κάτι που θα ήταν πολύ δύσκολο χωρίς τη συμβολή των ευρωπαϊκών αναπτυξιακών προγραμμάτων. Τα μεγαλύτερα έργα που βρίσκονται αυτή τη στιγμή υπό κατασκευή και στα οποία σημαντικό μερίδιο του κόστους συνεισφέρεται από τα ταμεία των δικτύων υποδομών της ΕΕ, είναι η κατασκευή του δικτύου μετρό της Θεσσαλονίκης και ο εκσυγχρονισμός του σιδηροδρομικού άξονα Π.Α.ΘΕ.Π. (Πάτρα-Αθήνα-Θεσ/νίκη-Προμαχώνας) με πλήρη ηλεκτροκίνηση.
Η Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) είναι μια από τις παλαιότερες και σημαντικότερες πολιτικές της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Η πολιτική έχει ως στόχους, την αυξανόμενη γεωργική παραγωγή παρέχοντας βέβαιη αυτάρκεια στις προμήθειες τροφίμων και την εξασφάλιση υψηλής ποιότητας ζωής για τους αγρότες σταθεροποιώντας τις αγορές και εξασφαλίζοντας λογικές τιμές για τους καταναλωτές.[37] Μέχρι προσφάτως η πολιτική αυτή λειτουργούσε μέσω ενός συστήματος γεωργικών επιχορηγήσεων και παρεμβάσεων στην αγορά.
Η άσκηση όμως της παραπάνω πολιτικής, οδήγησε σε σημαντική υπερπαραγωγή. Η πλεονάζουσα παραγωγή αγοράζονταν από την Κοινότητα η οποία την προωθούσε στις διεθνείς αγορές σε τιμές σημαντικά μειωμένες από αυτές που εγγυόταν για τους αγρότες η ίδια η Κοινότητα. Στους αγρότες προσφέρθηκαν επιδοτήσεις, ίσες με τη διαφορά τιμών ανάμεσα σε αυτές που εγγυόταν η Κοινότητα και στις διεθνείς τιμές, έτσι ώστε να εξάγουν τα προϊόντα τους εκτός της Κοινότητας. Το σύστημα αυτό δέχθηκε δριμεία κριτική με την κατηγορία της υπονόμευσης του ανταγωνισμού των αγροτών εκτός Ευρώπης, και ιδιαίτερα του αναπτυσσόμενου κόσμου. Η ώθηση αυτή προς την υπέρογκη παραγωγή κατηγορήθηκε και για την ενθάρρυνση μεθόδων καλλιέργειας εχθρικών για το περιβάλλον. Οι υποστηρικτές της ΚΑΠ υπερασπίζονταν το σύστημα των τακτικών επιχορηγήσεων με το επιχείρημα ότι έτσι εξασφαλίζονταν ένα άριστο βιοτικό επίπεδο για το σύνολο των αγροτών. Στην πραγματικότητα ωστόσο, μόλις το 8% του συνόλου των επιχορηγήσεων έφθανε στους μικρούς τοπικούς αγρότες.
Με βάση αυτά τα δεδομένα, η Κοινή Γεωργική Πολιτική υποβλήθηκε σε μια σειρά μεταρρυθμίσεων. Οι γεωργικές δαπάνες της Ένωσης κινήθηκαν μακριά από το κατεστημένο σύστημα των τακτικών επιχορηγήσεων, το οποίο μετασχηματίστηκε σε ένα σύστημα άμεσης χρηματοδότησης των καλλιεργειών με βάση το μέγεθός τους. Αυτό έχει ως στόχο να μπορεί η ίδια η αγορά να καθορίζει τα επιθυμητά επίπεδα παραγωγής, διατηρώντας παράλληλα τα επίπεδα των αγροτικών εισοδημάτων.
Ο πληθυσμός της ΕΕ των 27, εκτιμήθηκε την 1η Ιανουαρίου 2023 γύρω στα 448,8 εκατομμύρια (με το νούμερο αυτό να υπόκειται σε ορισμένες αποκλίσεις)[5]. Πρόκειται για τον τρίτο μεγαλύτερο πληθυσμό στον κόσμο μετά την Κίνα και την Ινδία. Ο πληθυσμός της ΕΕ δεν είναι ομοιόμορφα κατανεμημένος στην ευρωπαϊκή ήπειρο καθώς ορισμένες χώρες (και περιοχές μέσα σε αυτές) είναι πιο πυκνοκατοικημένες σε σχέση με άλλες.
Πολυπληθέστερη χώρα της ΕΕ είναι η Γερμανία με 84,4 εκατομμύρια κατοίκους. Ακολουθούν η Γαλλία (68,2 εκατ.), η Ιταλία (59,0 εκατ.) και η Ισπανία (48,1). Η χώρα με τον μικρότερο πληθυσμό στην ΕΕ είναι η Μάλτα με μόλις 0,5 εκατ. κατοίκους.[5]
Η μεγαλύτερη πόλη της ΕΕ είναι το Παρίσι, με τον πληθυσμό του συνολικού μητροπολιτικού συγκροτήματος να ξεπερνά τα 13,6 εκατομμύρια. Εκτός όμως από τις πολυάριθμες μεγάλες πόλεις, σε αρκετές χώρες έχουν δημιουργηθεί ευρύτερες μητροπολιτικές περιοχές χωρίς κάποιο διακριτό πυρήνα-κέντρο, οι οποίες δημιουργήθηκαν από τη σταδιακή συνένωση κοντινών πόλεων. Οι μεγαλύτερες είναι, η Κοιλάδα του Ρουρ (Έσσεν - Μπόχουμ - Ντόρτμουντ και λογίζεται ως ένα ενιαίο πολεοδομικό συγκρότημα), το Ράντσταντ (Άμστερνταμ, Ρότερνταμ, Χάγη, Ουτρέχτη), η Μητροπολιτική Περιοχή της Κεντρικής Ρηνανίας-Φρανκφούρτης (Φρανκφούρτη, Μάιντζ, Βίζμπαντεν, Όφενμπαχ), η Μητροπολιτική Περιοχή της Άνω Σιλεσίας (Κατόβιτσε, Οστράβα) και η περιοχή Έρεσουντ (Κοπεγχάγη-Μάλμε, η μοναδική που απλώνεται ανάμεσα σε δύο χώρες).
Στη συνέχεια παρατίθεται ο πίνακας με τις μεγαλύτερες πόλεις της ΕΕ:
A/A | Μητροπολιτικό/Πολεοδομικό συγκρότημα | Χώρα | Πληθυσμός (εκτίμηση 2023)[38] |
---|---|---|---|
1 | Παρίσι | Γαλλία | 12.388.388 |
2 | Μαδρίτη | Ισπανία | 6.871.903 |
3 | Βαρκελώνη | Ισπανία | 5.797.356 |
4 | Βερολίνο | Γερμανία | 5.481.613 |
5 | Κοιλάδα του Ρουρ (Έσσεν - Μπόχουμ - Ντόρτμουντ) | Γερμανία | 5.147.820 |
6 | Μιλάνο | Ιταλία | 4.329.748 |
7 | Ρώμη | Ιταλία | 4.227.059 |
8 | Αθήνα | Ελλάδα | 3.626.216 |
9 | Αμβούργο | Γερμανία | 3.423.121 |
10 | Άμστερνταμ | Ολλανδία | 3.397.323 |
Η αυξανόμενη τάση του πληθυσμού της Ευρώπης έρχεται ως αποτέλεσμα του συνδυασμού φυσικής αύξησης (ο αριθμός των γεννήσεων υπερβαίνει τον αριθμό των θανάτων) και καθαρής μετανάστευσης (ο αριθμός των ατόμων που εγκαθίστανται στην ΕΕ υπερβαίνει τον αριθμό εκείνων που την εγκαταλείπουν). Σήμερα η αύξηση του πληθυσμού της ΕΕ οφείλεται κυρίως στην καθαρή μετανάστευση.
Η Ευρώπη αποτέλεσε επί σειρά ετών, εστία φιλοξενίας και παροχής ασύλου σε οικονομικούς μετανάστες και ανθρώπους που προσπαθούν να ξεφύγουν από τον πόλεμο ή τις πολιτικές διώξεις σε περιοχές του κόσμου όπου υπάρχουν συγκρούσεις. Ο αριθμός εκείνων που ζητούν άσυλο αυξάνεται σε περιόδους πολέμου, όπως στη διάρκεια των συγκρούσεων στα Βαλκάνια στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Από τότε, ο αριθμός των αιτήσεων ασύλου στην ΕΕ μειώθηκε και το 2006 ήταν χαμηλότερος από οποιοδήποτε άλλο διάστημα των τελευταίων 15 ετών.[39]
Ωστόσο, μείζον ζήτημα σε ευρωπαϊκό επίπεδο αποτελεί η συστηματική παράνομη μετανάστευση και η αντιμετώπισή της, με κύριες πύλες εισόδου τις νότιες-νοτιοανατολικές χώρες (Ιταλία, Ελλάδα, Βουλγαρία) και κυρίως την Ελλάδα η οποία βρίσκεται στο σταυροδρόμι των ηπείρων. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σήμερα υπάρχουν τουλάχιστον 4,5 εκατομμύρια παράνομοι μετανάστες στα κράτη-μέλη της Ένωσης, αριθμός ο οποίος αυξάνεται χρόνο με τον χρόνο. Οι περισσότεροι από αυτούς βρίσκονται εγκατεστημένοι στη Γερμανία, την Ισπανία, τη Γαλλία και την Ιταλία. Οι περισσότεροι προέρχονται από το Ιράν, το Ιράκ, τη Συρία, την Τουρκία, το Αφγανιστάν και την Κίνα, αλλά και από χώρες της Αφρικής, της Ασίας, της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης. Ένα μεγάλο ποσοστό των παράνομων μεταναστών που συλλαμβάνονται, κρατείται σε ειδικά διαμορφωμένους χώρους φιλοξενίας με σκοπό να απελαθούν στις χώρες καταγωγής τους ή να επαναπροωθηθούν στη χώρα μέσω της οποίας εισήλθαν στην ΕΕ.[40]
Οι επίσημες γλώσσες της Ε.Ε είναι 24: Αγγλικά, Βουλγαρικά, Γαλλικά, Γερμανικά, Δανικά, Ελληνικά, Εσθονικά, Ιρλανδικά, Ισπανικά, Ιταλικά, Κροατικά, Λεττονικά, Λιθουανικά, Μαλτεζικά, Ολλανδικά, Ουγγρικά, Πολωνικά, Πορτογαλικά, Ρουμανικά, Σλοβακικά, Σλοβενικά, Σουηδικά, Τσεχικά και Φινλανδικά. Όλα τα σημαντικά έγγραφα που εκδίδονται (όπως π.χ. ευρωπαϊκά κοινοβουλευτικά πρακτικά, νομοθετικά διατάγματα, Συνθήκες κλπ) μεταφράζονται σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης.
Εκτός των 24 επίσημων γλωσσών, υπολογίζεται ότι πάνω από 50 εκατομμύρια άνθρωποι εντός της ΕΕ ομιλούν περίπου 150 περιφερειακές και μειονοτικές γλώσσες. Από αυτές, έχουν αναγνωρισθεί για τη χρήση με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, μόνο οι 3 ισπανικές περιφερειακές (Καταλανικά, Γαλικιανά, Βασκικά), η Σκωτική Γαελική και τα Ουαλικά.
Η διατήρηση των τοπικών γλωσσικών ιδιαιτεροτήτων αποτελεί αποκλειστικό ζήτημα κάθε κράτους ξεχωριστά, ωστόσο προωθείται ανελλιπώς η εκμάθηση τουλάχιστον των περισσότερο ομιλούμενων γλωσσών της ΕΕ. Περίπου το 56% των ευρωπαίων πολιτών μπορούν να συζητήσουν και να συνεννοηθούν σε γλώσσες πέραν της μητρικής τους. Τα Αγγλικά είναι η περισσότερο ομιλούμενη γλώσσα στην ΕΕ με ποσοστό 51% επί των κατοίκων (13% ως μητρική και 38% ως επίκτητη). Λαμβάνοντας υπόψη μόνο τις μητρικές γλώσσες, η Γερμανική έρχεται πρώτη με ποσοστό 16%. Οι περισσότερες επίσημες γλώσσες ανήκουν στην Ινδοευρωπαϊκή οικογένεια. Εξαίρεση αποτελούν τα Εσθονικά, Φινλανδικά και Ουγγρικά που ανήκουν στην Ουραλική οικογένεια και τα Μαλτέζικα που ανήκουν στη Σημιτική. Το αλφάβητο που χρησιμοποιεί η πλειοψηφία των χωρών είναι το Λατινικό, με εξαίρεση την Ελλάδα και την Κύπρο που χρησιμοποιούν το Ελληνικό αλφάβητο. Και τα δύο αποτελούν επίσημα αλφάβητα της ΕΕ, ενώ με την ένταξη της Βουλγαρίας το 2007 προστέθηκε και το Κυριλλικό.
Η ΕΕ αποτελεί ένα κοσμικιστικό σώμα χωρίς να συνδέεται επίσημα με καμιάς μορφής θρησκεία. Ωστόσο, το Άρθρο 17 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της ΕΕ ορίζει ότι η Ένωση σέβεται και δεν θίγει το καθεστώς που έχουν σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο οι εκκλησίες και οι θρησκευτικές ενώσεις ή κοινότητες στα κράτη μέλη.[41]
Σύμφωνα με δημοσκοπικά στοιχεία του Ευρωβαρόμετρου το 2012, η πιο διαδεδομένη θρησκεία της ΕΕ είναι ο Χριστιανισμός απαρτίζοντας το 72% του πληθυσμού (48% Καθολικοί, 12% Προτεστάντες, 8% Ορθόδοξοι και 4% άλλες μορφές χριστιανισμού). Ο Μουσουλμανισμός απαρτίζει μόλις το 2%, ενώ ένα συνολικό ποσοστό του 3% συγκεντρώνουν άλλες θρησκείες, όπως ο Βουδισμός, ο Ινδουϊσμός, ο Σιχισμός και ο Ιουδαϊσμός. Το υπόλοιπο 23% του πληθυσμού δηλώνει άθεος ή Αγνωστικιστής.
Το γεγονός ότι ο Χριστιανισμός αποτελεί πυλώνα της Ευρώπης αποτελεί η δήλωση του Προέδρου της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλου τον Σεπτέμβρη του 2015, ο οποίος ανέφερε σχετικά: «Το αέτωμα της ΕΕ στηρίζεται σε τρεις πυλώνες: στην αρχαία Ελλάδα, με το πνεύμα και την ελευθερία, στη Ρώμη που αποτελεί τη βάση του κρατικού οικοδομήματος, και στον χριστιανισμό που είναι η βάση της αλληλεγγύης».[42]
Ο ρόλος της ΕΕ στον τομέα της εκπαίδευσης είναι περιορισμένος στην υποστήριξη και ενθάρρυνση των πολιτικών που ασκούν οι εθνικές κυβερνήσεις. Ωστόσο στον τομέα της ανώτατης (πανεπιστημιακής) εκπαίδευσης, η ΕΕ έχει αναλάβει πρωτοβουλίες με τον καταρτισμό προγραμμάτων για την προώθηση και την ενίσχυση της κινητικότητας μεταξύ των φοιτητών των διαφόρων ακαδημαϊκών ιδρυμάτων. Τα προγράμματα αυτά έχουν σχεδιαστεί στοχεύοντας στην ευρύτερη γνωριμία με την κουλτούρα και το εκπαιδευτικό σύστημα των άλλων χωρών, καθώς και στη διάδοση των ορθών πρακτικών εκπαίδευσης και κατάρτισης. Το πιο διαδεδομένο από αυτά είναι το Πρόγραμμα Erasmus, ένα ευρωπαϊκό σύστημα ανταλλαγής φοιτητών το οποίο ξεκίνησε το 1987. Το πρόγραμμα αυτό αποτέλεσε συνώνυμο της φοιτητικής ζωής με εκατομμύρια ακαδημαϊκούς και κολεγιακούς φοιτητές να παίρνουν μέρος από τότε.
Η ΕΕ υποστηρίζει και συντονίζει την επιστημονική και τεχνολογική έρευνα και ανάπτυξη, μέσω πολλών αναπτυξιακών προγραμμάτων. Το ανεξάρτητο Ευρωπαϊκό Ερευνητικό Συμβούλιο διαχειρίζεται τα προγράμματα αυτά και κατανέμει τα κονδύλια της ΕΕ σε ευρωπαϊκά ή εθνικά ερευνητικά κέντρα.
Η ΕΕ προωθεί την εκπαίδευση και κατάρτιση, έχοντας αναπτύξει ένα συγκεκριμένο «Στρατηγικό Πλαίσιο». Η πολιτική της ΕΕ υποστηρίζει τις δράσεις κάθε χώρας και βοηθά στην αντιμετώπιση κοινών προβλημάτων, όπως η γήρανση του πληθυσμού, οι τεχνολογικές εξελίξεις[νεκρός σύνδεσμος] και η αύξηση της ανεργίας.
Η υγειονομική και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη στην ΕΕ παρέχεται κυρίως από τα πολυάριθμα συστήματα υγείας που λειτουργούν στα κράτη-μέλη. Τα συστήματα αυτά είναι κυρίως δημόσια, χρηματοδοτούμενα μέσω αντίστοιχης φορολογίας ενώ εξίσου ισχυρή είναι και η παρουσία του ιδιωτικού τομέα ο οποίος εξαρτάται εξ' ολοκλήρου από ιδιωτικά κεφάλαια.
Μέσα στο γενικότερο πλαίσιο συνεργασίας στο οποίο λειτουργεί η ΕΕ και συναισθανόμενη την απαραίτητη παροχή βασικής ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, προσφέρει το δικαίωμα δωρεάν έκδοσης της Ευρωπαϊκής Κάρτας Ασφάλισης Ασθενείας σε όλους τους πολίτες της. Η κάρτα αυτή παρέχει βασική ασφάλιση υγείας στους πολίτες που επισκέπτονται άλλες χώρες της Ένωσης. Έτσι εξασφαλίζεται η άμεση ιατροφαρμακευτική φροντίδα και θεραπεία σε επείγουσες καταστάσεις.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.