Η Συνθήκη Συγχώνευσης ήταν μια συνθήκη που υπογράφηκε στις Βρυξέλλες στις 8 Απριλίου του 1965 και τέθηκε σε ισχύ την 1 Ιουλίου του 1967. Με τη συνθήκη αυτήν συγχωνεύτηκαν ορισμένα όργανα των τριών τότε Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα, ΕΟΚ και Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας). Ιδρύθηκε έτσι μια κοινή Επιτροπή (η γνωστή «Κομισιόν») και για τις τρεις Κοινότητες και ένα κοινό Συμβούλιο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων με κοινό προϋπολογισμό. Η κοινή ονομασία «Ευρωπαϊκές Κοινότητες» θεωρείται ότι έχει την αφετηρία της σε αυτήν τη συνθήκη. Η επίσημη ονομασία της ήταν «Συνθήκη περί ιδρύσεως ενιαίου Συμβουλίου και ενιαίας Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων».
Γρήγορες Πληροφορίες Υπογραφή, Σε ισχύ ...
Κλείσιμο
Καταργήθηκε από την Συνθήκη του Άμστερνταμ η οποία και την αντικατέστησε.[1]
Από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, κυρίαρχα ευρωπαϊκά κράτη έχουν συνάψει συνθήκες και ως εκ τούτου συνεργάστηκαν και εναρμόνισαν πολιτικές (ή συνέδεσαν την κυριαρχία) σε έναν αυξανόμενο αριθμό τομέων, στο έργο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης ή στην οικοδόμηση της Ευρώπης (γαλλικά: la construction européenne). Το ακόλουθο χρονοδιάγραμμα περιγράφει τη νομική έναρξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) - το κύριο πλαίσιο για αυτήν την ενοποίηση. Η ΕΕ κληρονόμησε πολλές από τις σημερινές της ευθύνες από τις Ευρωπαϊκές Κοινότητες (ΕΚ), οι οποίες ιδρύθηκαν τη δεκαετία του 1950 στο πνεύμα της Διακήρυξης Σουμάν.
Αν και δεν είναι per se οι συνθήκες της ΕΕ, αυτές οι συνθήκες επηρέασαν την ανάπτυξη του αμυντικού σκέλους της ΕΕ, κύριο μέρος της ΚΕΠΠΑ. Η γαλλοβρετανική συμμαχία που ιδρύθηκε με τη Συνθήκη της Δουνκέρκης αντικαταστάθηκε de facto από την ΔΕ. Ο πυλώνας ΚΕΠΠΑ ενισχύθηκε από ορισμένες από τις δομές ασφαλείας που είχαν δημιουργηθεί στο πλαίσιο της αρμοδιότητας της Τροποποιημένης Συνθήκης των Βρυξελλών (ΤΣΒ) του 1955. Η Συνθήκη των Βρυξελλών τερματίστηκε το 2011, διαλύοντας κατά συνέπεια τη ΔΕΕ, καθώς η ρήτρα αμοιβαίας άμυνας που προέβλεπε η Συνθήκη της Λισαβόνας για την ΕΕ θεωρήθηκε ότι καθιστά τη ΔΕΕ περιττή. Έτσι, η ΕΕ αντικατέστησε de facto τη ΔΕΕ.
Οι Συνθήκες του Μάαστριχτ και της Ρώμης αποτελούν τη νομική βάση της ΕΕ και αναφέρονται επίσης ως Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) και Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), αντίστοιχα. Τροποποιούνται από δευτερεύουσες συνθήκες.
Από την ίδρυση της ΕΕ το 1993 και την εδραίωση το 2009, η ένωση αποτελούνταν από τρεις πυλώνες, ο πρώτος από τους οποίους ήταν οι Ευρωπαϊκές Κοινότητες. Οι άλλοι δύο πυλώνες αποτελούνταν από πρόσθετους τομείς συνεργασίας που είχαν προστεθεί στην αποστολή της ΕΕ.
Η ενοποίηση σήμαινε ότι η ΕΕ κληρονόμησε τη νομική προσωπικότητα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και ότι το σύστημα πυλώνων καταργήθηκε, με αποτέλεσμα το πλαίσιο της ΕΕ να καλύπτει όλους τους τομείς πολιτικής. Αντίθετα, η εκτελεστική/νομοθετική εξουσία σε κάθε τομέα καθορίστηκε από την κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ των θεσμικών οργάνων της ΕΕ και των κρατών μελών. Αυτή η κατανομή, καθώς και οι διατάξεις της Συνθήκης για τομείς πολιτικής στους οποίους απαιτείται ομοφωνία και είναι δυνατή η ψηφοφορία με ειδική πλειοψηφία, αντικατοπτρίζει το βάθος της ολοκλήρωσης της ΕΕ καθώς και τον εν μέρει υπερεθνικό και εν μέρει διακυβερνητικό χαρακτήρα της ΕΕ.