Αττική
ιστορική περιοχή της Ελλάδας From Wikipedia, the free encyclopedia
ιστορική περιοχή της Ελλάδας From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Αττική είναι ιστορική περιοχή της Ελλάδας που περικλείει μεταξύ άλλων την πόλη της Αθήνας, η οποία είναι και πρωτεύουσα της χώρας, καθώς και την πόλη του Πειραιά. Η ιστορική περιοχή επικεντρώνεται στην Αττική χερσόνησο, η οποία προεκτείνεται στο δυτικό τμήμα του Αιγαίου Πελάγους. Σήμερα αποτελεί τμήμα μίας από τις 13 περιφέρειες της Ελλάδας. Έχει έκταση 3.808 χλμ2 και καλύπτει το 2,9% της συνολικής έκτασης της χώρας.
Αττική | ||
---|---|---|
| ||
Χώρα | Ελλάδα | |
Πρωτεύουσα | Αθήνα | |
Έκταση | 3.808,1 km² | |
Γεωγραφικές συντεταγμένες | ||
Ιστότοπος | Επίσημος ιστότοπος | |
δεδομένα ( ) |
Η Αττική είναι τριγωνική, ως προς το σχήμα, χερσόνησος, η οποία εισέρχεται στο Αιγαίο Πέλαγος. Η οροσειρά του Κιθαιρώνα, μήκους 16 χιλιομέτρων, τη χωρίζει στα βόρεια από τη Βοιωτία. Στα δυτικά βρίσκεται η θάλασσα και η διώρυγα της Κορίνθου. Ο Σαρωνικός κόλπος βρίσκεται στο νότο, και το νησί της Εύβοιας βρίσκεται προς το βορρά και τις ανατολικές ακτές. Τα βουνά της χερσονήσου χωρίζουν τη χερσόνησο στις πεδιάδες του Λεκανοπεδίου της Αττικής (το αρχαίο πεδίον), των Μεσογείων και του Θριασίου. Τα βουνά της Αττικής είναι ο Υμηττός, το ανατολικό τμήμα των Γερανείων, το νότιο τμήμα του Κιθαιρώνα, η Πάρνηθα (το ψηλότερο βουνό της Αττικής), το Αιγάλεω, το Ποίκιλο και η Πεντέλη. Μεταξύ των τεσσάρων βουνών Αιγάλεω, Πάρνηθας, Πεντέλης και Υμηττού απλώνεται το λεκανοπέδιο της Αττικής, το οποίο σήμερα καλύπτεται από την Αθήνα και τον Πειραιά.
Το πεδίο της Μεσογαίας, που σήμερα ονομάζεται Μεσόγεια, βρίσκεται ανατολικά του Υμηττού και οριοθετείται στα βόρεια από τους πρόποδες της Πεντέλης, στα ανατολικά από τον Ευβοϊκό Κόλπο και το όρος Μυρρινούς (σύγχρονο όρος Μερέντα), και στα νότια από το βουνό του Λαυρίου. Η δεξαμενή νερού της Αθήνας, η λίμνη του Μαραθώνα, είναι μια τεχνητή λίμνη που δημιουργήθηκε από φράγματα το 1920. Πεύκα και κωνοφόρα δάση καλύπτουν την Πάρνηθα και τις γύρω περιοχές. Ο Υμηττός, η Πεντέλη, η Μυρρινούς και τα Λαυρεωτικά όρη είναι περιοχές δασωμένες με πεύκα, ενώ τα υπόλοιπα μέρη καλύπτονται κυρίως από θαμνώδη βλάστηση. Ο Κηφισός είναι ο μεγαλύτερος ποταμός της Αττικής. Στην αρχαιότητα, η Αθήνα διαρρέονταν από δύο ακόμη ποταμούς, τον Ιλισό και τον Ηριδανό, οι οποίοι σήμερα έχουν συγκαλυπτεί.
Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, τα αρχαία σύνορα της Αττικής καθορίζονταν από τον Ισθμό της Κορίνθου προς τα δυτικά, και, προς τα ηπειρωτικά, επεκτείνονταν μέχρι τα ύψη του Κιθαιρώνα και της Πάρνηθας. Η συνοριακή γραμμή προς τη θάλασσα οριοθετούταν από την περιοχή του Ωρωπού στα ανατολικά και από τον ποταμό Ασωπό στα δυτικά.
Κατά την αρχαιότητα, οι Αθηναίοι υπερηφανεύονταν για το γεγονός ότι ήταν «αυτόχθονες», το οποίο σημαίνει ότι ήταν οι πρώτοι κάτοικοι της περιοχής και δεν είχαν μετακινηθεί στην Αττική από άλλο τόπο. Σύμφωνα με την κυρίαρχη άποψη, κατά τη διάρκεια των λεγόμενων «Σκοτεινών Αιώνων» στον ελλαδικό χώρο, η Αττική είχε γίνει το καταφύγιο της φυλής των Ιώνων, που ανήκαν σε μια φυλή από την βόρεια Πελοπόννησο. Οι Ίωνες είχαν αναγκαστεί να μεταναστεύσουν από την πατρίδα τους εξαιτίας των Αχαιών, οι οποίοι αντίστοιχα αναγκάστηκαν να μετακινηθούν από την περιοχή τους εξαιτίας της καθόδου των Δωριέων.[1] Οι Ίωνες είχαν ενσωματωθεί στους αρχαίους Αττικούς, οι οποίοι, αργότερα, θεώρησαν ότι ήταν κι αυτοί μέρος της ιωνικής φυλής και μίλησαν την Ιωνική διάλεκτο της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας. Πολλοί Ίωνες αργότερα αποχώρησαν από την Αττική για να αποικίσουν παράλια της Μικράς Ασίας και να δημιουργήσουν τη λεγόμενη Ιωνική Δωδεκάπολη.
Κατά τη Μυκηναϊκή εποχή, οι Αττικείς ζούσαν διεσπαρμένοι σε αυτόνομες αγροτικές κοινωνίες. Τα κύρια σημεία όπου βρέθηκαν προϊστορικά λείψανα είναι ο Μαραθώνας, η Ραφήνα, η Νέα Μάκρη, η Βραυρώνα, ο Θορικός, ο Άγιος Κοσμάς, η Ελευσίνα, το Μενίδι, το Μαρκόπουλο, τα Σπάτα, οι Αφίδνες και η Αθήνα. Όλοι αυτοί οι οικισμοί άκμασαν κατά τη Μυκηναϊκή περίοδο.[2] Σύμφωνα με την παράδοση, η Αττική περιλάμβανε δώδεκα μικρές κοινότητες (δήμους) που ιδρύθηκαν κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Κέκροπα, του μυθικού βασιλιά της αρχαίας Αθήνας, που ενσωματώθηκαν αργότερα σε ένα αθηναϊκό κράτος κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Θησέα, επίσης μυθικού βασιλιά της αρχαίας Αθήνας. Οι σύγχρονοι ιστορικοί θεωρούν πιθανότερο ότι οι κοινότητες αυτές είχαν ενσωματωθεί σταδιακά σε ένα αθηναϊκό κράτος, κατά τη διάρκεια του 8ου και του 7ου αιώνα π.Χ.[3]
Μέχρι τον 6ο αιώνα π.Χ., οι αριστοκρατικές οικογένειες ζούσαν ανεξάρτητες στα προάστια. Μόνο μετά από την τυραννία του Πεισίστρατου και τις μεταρρυθμίσεις που εφαρμόστηκαν από τον Κλεισθένη, οι τοπικές κοινότητες έχασαν την ανεξαρτησία τους και υπήχθησαν στην κεντρική κυβέρνηση στην Αθήνα. Ως αποτέλεσμα των μεταρρυθμίσεων αυτών, η Αττική χωρίστηκε σε περίπου εκατό δήμους, καθώς και σε τρεις μεγάλους τομείς: την πόλη (άστυ), η οποία περιελάμβανε τις περιοχές του κέντρου της Αθήνας, τον Υμηττό, το Αιγάλεω και τους πρόποδες της Πάρνηθας, την ακτή (παράλια), που περιελάμβανε την περιοχή μεταξύ Ελευσίνας και Σουνίου, και την περιοχή γύρω από την πόλη (εσωτερικό - μεσογαία), που κατοικούταν από ανθρώπους που ζούσαν στα βόρεια της Πάρνηθας, στο Πεντελικό και την περιοχή ανατολικά του όρους του Υμηττού. Κάθε μία από τις δέκα φυλές ήταν χωρισμένη σε τρεις «τριττύες», τους αστούς, τους ναυτικούς και τους αγρότες, και δι' αυτών μετείχε στους τρεις μεγάλους τομείς, την πόλη, την ακτή και τη μεσογαία.
Κατά τη διάρκεια της κλασικής περιόδου, η Αθήνα οχυρώθηκε στα βόρεια από το φρούριο των Ελευθερών, το οποίο είναι σήμερα καλά διατηρημένο. Άλλες φρούρια ήταν της Οινόης, της Δεκέλειας και των Αφιδνών. Για την προστασία των μεταλλείων του Λαυρίου, στην ακτή, η Αθήνα οχυρώθηκε από τείχος στον Ραμνούντα, στο Θορικό, στο Σούνιο, στην Ανάβυσσο, στον Πειραιά και στην Ελευσίνα.[2]
Ακόμα κι αν αρχαιολογικά ερείπια βρίσκονται σχεδόν σε όλη την περιοχή της Αττικής, τα πιο σημαντικά είναι αυτά που βρίσκονται στην Ελευσίνα. Η λατρεία της θεάς Δήμητρας και της κόρης της, αρχής γενομένης από τη μυκηναϊκή περίοδο, συνεχίστηκε μέχρι τα τελευταία χρόνια της αρχαιότητας.
Πολλοί άλλοι τύποι λατρείας μπορούν να αποδοθούν στην προϊστορία. Για παράδειγμα, η λατρεία του Πάνα και των Νυμφών ήταν κοινή σε πολλές περιοχές της Αττικής, όπως τον Μαραθώνα, τη Πάρνηθα και τονΥμηττό. Ο θεός του κρασιού, ο Διόνυσος, λατρευόταν κυρίως στην περιοχή της Ικαρίας (σήμερα ο Διόνυσος). Η Ιφιγένεια και η Άρτεμις λατρευόταν στη Βραυρώνα, η Άρτεμις στη Ραφήνα, η Αθηνά στο Σούνιο, η Αφροδίτη επί της Ιεράς Οδού, και ο Απόλλωνας στη Δάφνη.[2]
Η γιορτή των Χαλκείων εορταζόταν κάθε φθινόπωρο στην Αττική και τιμούσε τους θεούς Ηφαίστο και Αθηνά Εργάνη.
Μετά την περίοδο της αρχαιότητας, η Αττική τέθηκε υπό ρωμαϊκή, βυζαντινή, ενετική και οθωμανική κυριαρχία. Κατά τη πρώιμη Βυζαντινή περίοδο, η Αθήνα καταλήφθηκε από τους Γότθους υπό τις εντολές του Αλάριχου, το 396 μ.Χ.. Ο πληθυσμός της Αττικής μειώθηκε, σε σύγκριση με την γειτονική περιοχή της Βοιωτίας.
Οι θέσεις των ιστορικών ημερομηνιών που παρουσιάζουν ενδιαφέρον είναι ο 11ος και 12ος αιώνας, όταν η Αττική ήταν υπό την κυριαρχία των Φράγκων. Το μεγάλο μοναστήρι της Δάφνης, που χτίστηκε την περίοδο του Ιουστινιανού Α´, είναι μια μεμονωμένη περίπτωση που δεν σηματοδοτεί ευρεία ανάπτυξη της Αττικής κατά τη Βυζαντινή περίοδο. Από την άλλη πλευρά, τα κτίρια που χτίστηκαν κατά τον 11ο και 12ο αιώνα δείχνουν μια μεγαλύτερη ανάπτυξη που συνεχίστηκε κατά τη διάρκεια της κυριαρχίας των Φράγκων στη χερσόνησο.
Κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, η Αθήνα απέκτησε κάποια δικαιώματα. Ωστόσο, αυτό δεν ίσχυε για τα χωριά της Αττικής. Μεγάλες εκτάσεις κατέχονταν από τους Τούρκους, οι οποίοι τρομοκρατούσαν τον πληθυσμό της υπαίθρου με τη βοήθεια των Σπαχήδων, του Οθωμανικού ιππικού, που ήταν οργανωμένο με φεουδαρχικό χαρακτήρα. Τα διάφορα μοναστήρια της Αττικής, στην Πεντέλη, στον Υμηττό και αλλού, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη διατήρηση του ελληνικού και χριστιανικού στοιχείου στα χωριά.
Παρά τις κατακτήσεις και τις εγκαταστάσεις ξένων πληθυσμών (κυρίως Αρβανιτών), η Αττική κατάφερε να διατηρήσει τις παραδόσεις της. Το γεγονός αυτό αποδεικνύεται από τη διατήρηση αρκετών αρχαίων τοπωνυμίων, όπως Ωρωπός, Διόνυσος, Ελευσίνα και Μαραθώνας.
Λίγους μήνες πριν την Επανάσταση, είχαν εκλεγεί ως Δημογέροντες των Αθηνών οι Προκόπιος Μπενιζέλος, Παλαιολόγος Μπενιζέλος και Άγγελος Γέροντας. Πιστεύεται ότι αυτοί ήταν μυημένοι στην Φιλική Εταιρεία και μύησαν και άλλους, ιδιαίτερα όσους είχαν μεγάλες εκτάσεις στην ύπαιθρο της Αττικής και επομένως επαφές με χωρικούς, τους «ξωτάρηδες», όπως αποκαλούνταν, εν αντιθέσει με τους «γκάγκαρους», τους κάτοικους της πόλης των Αθηνών. Σ' αυτούς περιλαμβάνονταν οι Παναγής Ζαχαρίτσας, Δημ. Ζωγράφος (άλλοτε γραμματέας του Λόρδου Βύρωνα) και Δημήτριος Καλλιφρονάς, που ήταν σύνδεσμος με τους Φιλικούς της Χαλκίδας. Ο Παναγής Σκουζές, Αθηναίος έμπορος της εποχής, έφερε μυστικά στην Αθήνα όπλα από την Ιταλία, τα οποία φυλάγονταν στο σπίτι του Παν. Ζαχαρίτσα. Ο Άγγελος Γέροντας γράφει στα απομνημονεύματά του ότι το απόγευμα της 25ης Μαρτίου 1821 ήλθε στο σπίτι του από την Ύδρα ο Νικ. Κοντόπουλος και του μίλησε για την Επανάσταση, πήρε 10 τουφέκια και επέστρεψε στην Ύδρα. Άμεσα στάλθηκαν μηνύματα στα χωριά των Αθηνών ώστε να είναι όλοι έτοιμοι στα όπλα, να συγκεντρωθούν στο Μενίδι και να περιμένουν εντολή πότε θα κινηθούν.
Στο μεταξύ, οι Τούρκοι είχαν αντιληφθεί τις επαναστατικές κινήσεις στην Αττική και αλλού. Οι Δημογέροντες και ο ηγούμενος της Μονής Πεντέλης Νεόφυτος Δέγλερης καθησύχασαν τους Τούρκους με διάφορα τεχνάσματα ώστε να κερδίσουν χρόνο. Όταν όμως μαθεύτηκε το ξέσπασμα της επανάστασης και στη Λειβαδιά, τουρκικός όχλος οπλίστηκε και ζητούσε τη μαζική σφαγή των Χριστιανών των Αθηνών. Ο καδής (ιεροδικαστής) των Αθηνών αρνήθηκε να δώσει την έγκρισή του και ζήτησε από τους προεστούς να προσφερθούν ως εγγύηση. Μερικοί προεστοί προσφέρθηκαν ως όμηροι και φυλακίσθηκαν στην Ακρόπολη από την 12 Απριλίου, Τρίτη του Πάσχα. Η σφαγή αποφεύχθηκε και κρυφά συνεχίζονταν οι προετοιμασίες, με την κατασκευή φυσιγγίων στο ναό της Αγίας Δύναμης (στη σημερινή οδό Μητροπόλεως) που ήταν μετόχιο της Μονής Πεντέλης. Τα πυρομαχικά μεταφέρονταν κρυφά έξω από την Αθήνα προς τα χωριά. Το βράδυ της 24ης Απριλίου 1821 συγκεντρώθηκαν στο Μενίδι οι αρχηγοί των επαναστατών από όλα τα χωριά της Αττικής και την Αθήνα και κήρυξαν την Επανάσταση. Όρισαν ως αρχηγούς τους Μελέτη Βασιλείου και Δημήτριο Σκευά, και οι δύο από τη Χασιά, τον Αναγνώστη Κιουρκακιώτη από το Μενίδι, τον Ιωάννη Ντάβαρη από την Παιανία (Λιόπεσι), τον Γεωργάκη Λέκα από το Μαρούσι, και από την Αθήνα τους Ιωάννη Βλάχο, Νικ. Σαρρή, Συμεών Ζαχαρίστα, Νερούτσο Βενιζέλο, Λουκά Νίκα, Σωτήριο Βουζάκη, Δημ. Ξάνθη, Σπυρίδωνα Κυριακό, Ιωάννη Καρόρη, Απόστολο Κορθινό, Νικ. Κόρδα και Αντώνιο Πούλο. Γενικός αρχηγός εκλέχθηκε ο Δήμος Αντωνίου από τη Λειβαδιά και γενικός υπασπιστής ο Νικ. Κολοβός. Την 25 Απριλίου οι επαναστάτες εισήλθαν στην Αθήνα από την Πύλη της Μπουμπουνίστρας, ενώ οι Τούρκοι είχαν κλειστεί στο φρούριο της Ακρόπολης. Οι επαναστάτες συγκεντρώθηκαν στο ναό του Αγ. Παντελεήμονα στην Παλιά Αγορά, όπου τέλεσαν δέηση και κατόπιν άρχισαν την πολιορκία της Ακρόπολης.[4]
Η Αθήνα και η Αττική αποτέλεσαν συχνά πεδία μάχης και πολιορκίας σε πολλές διαφορετικές φάσεις του Αγώνα. Έλληνες επαναστάτες και Τούρκοι συγκρούστηκαν στο Κερατσίνι, στο Καματερό, στον Ανάλατο (σημερινός Νέος Κόσμος), στη Καστέλλα (Μικρολίμανο), στους Τρεις Πύργους (δυτικό άκρο Πειραιά) και στον Μαραθώνα, ενώ υπήρξαν και αλλεπάλληλες πολιορκίες της Ακρόπολης.
Η Αττική από το 1829 ανήκε στο ανεξάρτητο ελληνικό κράτος, αφού απελευθερώθηκε από τους Τούρκους, οι οποίοι μόλις είχαν υποτάξει την Ακρόπολη ξανά. Το 1834, η Αθήνα ορίστηκε ως τη νέα πρωτεύουσα της Ελλάδας (η πρώτη ήταν το Ναύπλιο της Αργολίδας) από τον βασιλιά Όθωνα, και κάτοικοι από διάφορα μέρη της Ελλάδας σταδιακά άρχισαν να εγκαθίστανται στην Αττική, η οποία έγινε πλέον το κέντρο των εξελίξεων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η μετακίνηση Χιωτών, Υδραίων, Κρητών και Μανιατών στον Περιαιά (όλα σε διαφορετικές χρονικές περιόδους), το λιμάνι της νέας πρωτεύουσας του κράτους.
Η πιο δραματική αλλαγή ήρθε με Έλληνες πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία, μετά από τις ανταλλαγές πληθυσμών ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία στο πλαίσιο της Συνθήκης της Λωζάνης. Εξαιτίας αυτής της εισροής, το λεκανοπέδιο από μόνο του ξεπέρασε τους 1.000.000 κατοίκους, ενώ προσφυγικοί συνοικισμοί ιδρύθηκαν σε ολόκληρη την Αττική. Αδιάσπαστα μέρη του σημερινού πολεοδομικού συγκροτήματος των Αθηνών, όπως ο Βύρωνας, η Καισαριανή, η Νέα Σμύρνη, η Νέα Ιωνία, αλλά και πιο μακρινές περιοχές, όπως η Νέα Ερυθραία και η Νέα Μάκρη, βρίσκουν τις ρίζες τους σε αυτή τη περίοδο.
Σήμερα, ένα μεγάλο μέρος της Αττικής καταλαμβάνεται από την αστική Αθήνα,[5] καλύπτοντας όλο σχεδόν το λεκανοπέδιο της Αττικής και τμήματα των Μεσογείων. Η σύγχρονη διοικητική περιφέρεια της Αττικής περιλαμβάνει την κλασική Αττική, τα νησιά του Αργοσαρωνικού, ένα μικρό μέρος της Πελοποννήσου γύρω από την Τροιζήνα, και το νησί του Ιονίου, τα Κύθηρα.
Το κλίμα της Αττικής είναι εύκρατο και χαρακτηρίζεται ως μεσογειακό, ενώ είναι γενικά ήπιο το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου. Σαφώς υπάρχουν διάφορες ανά τόπους που προκύπτουν από το υψόμετρο και την απόσταση από την θάλασσα, καθώς και το μικροκλίμα και τους τοπικούς παράγοντες κάθε περιοχής. Παρόλο όμως που είναι μεσογειακό, το κλίμα της Αθήνας έχει αρκετά μεγάλη διαφορά στο εύρος των θερμοκρασιών μεταξύ καλοκαιριού και χειμώνα σε σχέση με άλλες περιοχές της χώρας. Έχει μέση ετήσια θερμοκρασία 18,3 βαθμούς Κελσίου.
Δεν είναι λίγες οι φορές που η θερμοκρασία φτάνει αλλά και υπερβαίνει τους 40 βαθμούς (καύσωνας). Θερμότερος μήνας θεωρείται ο Ιούλιος, ενώ ψυχρότερος είναι μάλλον ο Ιανουάριος. Κατά τον Νοέμβριο το κρύο στην πόλη γίνεται αισθητό, αλλά οι χιονοπτώσεις ξεκινούν συνήθως μετά την τελευταία εβδομάδα του Νοεμβρίου. Η Αθήνα φημίζεται για τα ιδιαίτερα θερμά καλοκαίρια της και μάλιστα η υψηλότερη θερμοκρασία που έχει ποτέ καταγραφεί στην Αθήνα αλλά και στην Ευρώπη είναι αυτή των 48,0 βαθμών Κελσίου στις 10 Ιουλίου του 1977 στο Τατόι. [6] Οι χιονοπτώσεις το χειμώνα εντός της Αθήνας είναι σπάνιες και όποτε συμβαίνουν, τα χιόνια λιώνουν συνήθως μετά από μερικές ώρες. Βροχοπτώσεις έχουμε από τα τέλη Σεπτεμβρίου έως και τα μέσα Απριλίου. Την υπόλοιπη διάρκεια του έτους οι βροχοπτώσεις είναι σπάνιες. Οι νότιες περιοχές της Αττικής έχουν θερμό ημίξηρο κλίμα κατά την κλιματική ταξινόμηση "Κέππεν". Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι κλιματικές τιμές του νότιου προαστίου της Αθήνας, του Ελληνικού.
Κλιματικά δεδομένα Tatoi, 235 m asl (1958–2010) | |||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Μήνας | Ιαν | Φεβ | Μάρ | Απρ | Μάι | Ιούν | Ιούλ | Αύγ | Σεπ | Οκτ | Νοε | Δεκ | Έτος |
Μέση Μέγιστη °C (°F) | 11.7 | 12.5 | 14.7 | 19.3 | 24.9 | 29.9 | 32.1 | 31.8 | 28.0 | 22.5 | 17.4 | 13.2 | 21,50 |
Μέση Ελάχιστη °C (°F) | 3.2 | 3.5 | 4.9 | 7.7 | 11.9 | 16.2 | 19.2 | 19.3 | 15.6 | 11.8 | 7.9 | 4.9 | 10,51 |
Υετός mm (ίντσες) | 69,2 | 48,6 | 51,1 | 26,2 | 20,4 | 9,8 | 10 | 6 | 17,6 | 47,6 | 60,2 | 83,9 | 450,6 |
Πηγή: Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία[7] |
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.