Remove ads
οικισμός της Ελλάδας From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Ωρωπός είναι κωμόπολη της Βορειοανατολικής Αττικής[1][2][3] και έδρα του δήμου Ωρωπού[4].
Ωρωπός | |
---|---|
Άποψη του Ωρωπού | |
Χάρτης | |
Διοίκηση | |
Χώρα | Ελλάδα |
Αποκεντρωμένη Διοίκηση | Αττικής |
Περιφέρεια | Στερεάς Ελλάδας |
Περιφερειακή Ενότητα | Ανατολικής Αττικής |
Δήμος | Ωρωπού |
Δημοτική Ενότητα | Ωρωπίων |
Γεωγραφία | |
Γεωγραφικό διαμέρισμα | Στερεά Ελλάδα |
Νομός | Αττικής |
Υψόμετρο | 45 μέτρα |
Πληθυσμός | |
Μόνιμος | 1.066 |
Έτος απογραφής | 2021 |
Πληροφορίες | |
Ταχ. κώδικας | 190 15 |
Τηλ. κωδικός | 2295 |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Ωρωπός βρίσκεται προς τα βόρεια όρια με την Περιφερειακή Ενότητα Βοιωτίας, κοντά στις ακτές του Νότιου Ευβοϊκού κόλπου και σε υψόμετρο 40 μέτρα[2]. Απέχει 55 χιλιόμετρα βόρεια από το κέντρο της Αθήνας και επικοινωνεί με το συγκοινωνιακό δίκτυο μέσω της εθνικής οδού Αθηνών - Λαμίας και του σιδηροδρομικού δικτύου Αθηνών - Θεσσαλονίκης. Το παραθεριστικό συγκρότημα του Ωρωπού αποτελείται από τον ομώνυμο οικισμό, ενώ γειτονικά χωριά είναι το Μίλεσι, το Μαρκόπουλο, η Σκάλα, το Συκάμινο, το Χαλκούτσι, τα Νέα Παλάτια και ο Άγιος Κωνσταντίνος. Σύμφωνα με την απογραφή του 2021 είχε 1.066 κατοίκους[5].
Ο Ωρωπός στην αρχαιότητα αποτελούσε το εύρωστο αγροτικό κέντρο Γραία της πόλης της Τανάγρας στη Βοιωτία και αρχικά ανήκε στην Πανδιονίδα φυλή. Η περιοχή τοποθετείται στη σημερινή θέση της Σκάλας, στα σύνορα μεταξύ της διοικητικής εξουσίας Θηβαίων και Αθηναίων. Το 506 π.Χ. οι Αθηναίοι νικούν τους Βοιωτούς και Χαλκιδείς, καταλαμβάνουν την περιοχή έως το 412 π.Χ. [2] Το 373 π.Χ. περιέρχεται η κατεστραμμένη από τους Βοιωτείς πόλη στους Αθηναίους,[1] ενώ αργότερα αναδεικνύεται σε ανεξάρτητο διαμέρισμα της Αττικής. Γεωγραφικά καλύπτει εκείνη την εποχή τη ζώνη από τη σημερινή Τανάγρα Βοιωτίας, μέχρι και τον Κάλαμο Αττικής.
Στα βυζαντινά χρόνια αποτελεί δραστήριο αγροτικό κέντρο. Περί το 1200 ο Ωρωπός πέρασε στην κατοχή της εκκλησίας της Αθήνας, αλλά τον διεκδικούσε επίσης η Θήβα στην οποία ανήκε προηγουμένως. Ο πάπας Ιννοκέντιος Γ΄ τελικά τον παραχώρησε στην Αθήνα το 1209. Την ίδια περίοδο, πιθανότατα μεταξύ 1204 και 1210 κτίστηκε στον Ωρωπό κάστρο, το οποίο είχε οπτική επαφή με το κάστρο στο Συκάμινο και το κάστρο στα Φύλλα Εύβοιας. Το 1255 ο Γουλιέλμος Β΄ Βιλλεαρδουίνος φυλάκισε εκεί αποστάτες Τριτημόριους της Ευβοίας. Το 1278 ο Ωρωπός δέχτηκε πειρατική επιδρομή. Το κάστρο πιθανόν είχε εγκαταλειφθεί προς τα τέλη του 14ου αιώνα. Οι Βενετοί το 1403 επιχείρησαν να καταλάβουν το κάστρο, κάτι το οποίο είχαν κατορθώσει μέχρι το 1407. Το 1460 ο Ωρωπός πέρασε στην κατοχή των Οθωμανών.[6] Κατά την περίοδο του ελληνοτουρκικού πολέμου η περιοχή λεηλατείται και εγκαθίσταται επί αυτής η βάση ανεφοδιασμού των Τούρκων.
Μετά την πρώτη διοικητική διαίρεση του ελληνικού κράτους του 1833 συγκροτείται ο Δήμος Ωρωπού που εντάχθηκε αρχικά στην επαρχία Θηβών. Το 1840 ο δήμος Ωρωπού καταργήθηκε και ενώθηκε με τον Δήμο Περαίας της επαρχίας Αττικής. Έδρα του δήμου αυτού που κάλυπτε ολόκληρη τη βόρεια έκταση της Αττικής μέχρι την Πάρνηθα και το Μαραθώνα ορίστηκε ο Ωρωπός. Το 1871 ο δήμος Περαίας μετονομάστηκε σε Δήμο Ωρωπίων και νέα έδρα του έγινε η Σκάλα Ωρωπού. Στα διοικητικά του όρια ο δήμος περιλάμβανε τους οικισμούς από τη Σκάλα και τη Μαλακάσα, έως τον Κάλαμο και τους Αγίους Αποστόλους.[7] Το 1912 ο Δήμος Ωρωπίων διασπάται σε κοινότητες. Ο Ωρωπός αποτέλεσε σε αυτό το διάστημα έδρα της κοινότητας Ωρωπού που διατηρήθηκε μέχρι το 2002. Την χρονιά αυτή η Κοινότητα Ωρωπού ενώθηκε με τις κοινότητες Σκάλας Ωρωπού και Νέων Παλατίων σχηματίζοντας τον Δήμο Ωρωπίων με έδρα την Σκάλα Ωρωπού.[8]
Στις 20 Ιουλίου 1938 η περιοχή του Ωρωπού επλήγη από σεισμό μεγέθους 6,0 ρίχτερ, ο οποίος προκάλεσε τον θάνατο 18 ατόμων και τον τραυματισμό 107. Από το σεισμό καταστράφηκαν κατοικίες, με αποτέλεσμα 8.000 άτομα να μείνουν άστεγα, και δημόσια κτίρια, συμπεριλαμβανομένων των φυλακών Ωρωπού.[9]
Στην περιοχή του Ωρωπού σώζονται ναοί των μεσαιωνικών χρόνων. Από τους ναούς αυτούς σε καλύτερη κατάσταση βρίσκεται ο ναός της Κοίμησης της Θεοτόκου. Είναι σταυροειδής ναός με τρούλο, ο οποίος έχει επεκταθεί στο δυτικό του τμήμα με την κατασκευή νάρθηκα. Οι αψίδες του ιερού και ο τρούλος είναι κτισμένοι από λαξευτό πωρόλιθο και πλίνθους και οι υπόλοιποι τοίχοι του ναού από ακανόνιστους λίθους και κομμάτια πλίνθων. Σύμφωνα με επιγραφή που βρέθηκε στον βορειοανατολικό κίονα του ναού, κτίστηκε το 1619 και αποτελούσε καθολικό μονής. Στον κυρίως ναό δεν σώζονται πλέον τοιχογραφίες όμως ο νάρθηκας διαθέτει τοιχογραφίες τις οποίες επιγραφή πάνω από την είσοδο του ναού χρονολογεί στο 1651, οι οποίες όμως έχουν φθαρεί λόγω χαραγμάτων πιστών και της έκθεσής τους στις καιρικές συνθήκες.[10] Ο ναός στο εσωτερικό του έχει ενσωματωμένα αρχαία ανάγλυφα και επιγραφές.[11]
Νότια του Ωρωπού σώζονται τα ερείπια του ναού του Αγίου Γεωργίου. Ο ναός ήταν τρίκλιτος, με τα κλίτη να χωρίζονται από δύο κιονοστοιχίες με δύο κίονες η κάθε μία, και διέθετε τρεις κόγχες. Τα τόξα της κιονοστοιχίας ήταν άνισα, με το κεντρικό τόξο να ήταν μεγαλύτερο. Οι κίονες ήταν σχετικά λεπτοί και είχαν ιωνικά κιονόκρανα. Η οροφή πιθανόν να ήταν ξύλινη.[10] Η κιονοστοιχία και ο δυτικός τοίχος κατέρρευσαν με το σεισμό του 1938.[12] Ο Αναστάσιος Ορλάνδος χρονολόγησε τον ναό στον 15ο με 16ο αιώνα,[10] όμως ο Μανόλης Χατζηδάκης με βάση τις τοιχογραφίες του ναού τον χρονολόγησε στις αρχές του 13ου αιώνα.[12] Ο ναός διέθετε δύο στρώματα τοιχογραφιών. Στο νότιο τοίχο του κεντρικού κλίτους σώζονται σκηνές από τον βίο του Αγίου Γεωργίου. Στην νότια παραστάδα της κόγχης βρισκόταν ολόσωμος διάκονος. Στην κόγχη του ιερού είχαν ζωγραφιστεί έξι ιεράρχες. Οι τοιχογραφίες του ναού έχουν μεταφερθεί στο Βυζαντινό Μουσείο της Αθήνας.[12]
Στο ανατολικό άκρο του παλιού Ωρωπού βρίσκονται τα ερείπια του σταυρεπίστεγου ναού του Αγίου Νικολάου, από τον οποίο μετά το σεισμό στέκονταν ο ανατολικός και ο νότιος τοίχος. Ο Ιωάννης Κουμανούδης χρονολόγησε την πρώτη φάση του ναού στον 13ο αιώνα με βάση την παρουσία οδοντωτής ταινίας που πλαισιώνει το παράθυρο του ιερού. Ο ναός επεκτάθηκε προς τα δυτικά κατά τους ύστερους Οθωμανικούς χρόνους. Η είσοδος στην προσθήκη είναι χαμηλή τοξωτή. Το τέμπλο και η προσθήκη είχαν σπαράγματα δύο φάσεων τοιχογραφιών.[11]
Σε ερειπώδη κατάσταση βρίσκεται και ο ναός των Αγίων Αποστόλων, τον οποίο ο Αναστάσιος Ορλάνδος με βάση τον γλυπτό διάκοσμο χρονολόγησε στους χρόνους της Φραγκοκρατίας. Πρόκειται για μονόχωρη βασιλική, πιθανόν ξυλόστεγη κατά τον Αναστάσιο Ορλάνδο[10] ή θολοσκέσπαστη κατά τον Ιωάννη Κουμανούδη. Το υπέρθυρο του βόρειου παραθύρου και τα τόξα των κογχών είχαν γλυπτό διάκοσμο. Στο εσωτερικό του ναού σώζονται σπαράγματα τοιχογραφιών.[11]
Άλλοι ναοί που σώζονταν στον Ωρωπό στις αρχές του 20ού αιώνα ήταν η Μεταμόρφωση, ο Άγιος Βλάσιος και ο Άγιος Ιωάννης.[10] Ο Άγιος Ιωάννης ήταν ένας μικρός ναός που χρονολογήθηκε στην Τουρκοκρατία και χαρακτηριζόταν από την ενσωμάτωση προγενέστερων αρχιτεκτονικών μελών, τα οποία αφαιρέθηκαν κατά τον 20ό αιώνα.[11] Ο ναός της Μεταμόρφωσης βρισκόταν στο κέντρο του παλιού Ωρωπού. Στο ναό ενσωματώθηκαν διάφορα αρχιτεκτονικά μέλη από άλλους ναούς της περιοχής, όπως το υπέρθυρο του ναού των Αγίων Αποστόλων.[11] Στην κόγχη του ιερού του ναού του Αγίου Βλασίου βρισκόταν μικρό κιονόκρανο με οικόσημο του οίκου Φοσκαρίνι.[10] Ο Κουμανούδης χρονολόγησε τον ναό στην ύστερη Τουρκοκρατία και παρατήρησε ότι διέθετε δύο στρώματα τοιχογραφιών.[11]
Σε θέση εκτός του παλαιού Ωρωπού, νοτιοδυτικά του ερειπωμένου ναού του Αγίου Γεωργίου βρίσκεται μικρός ναός αφιερωμένος στον Άγιο Γεώργιο. Είναι μονόκλιτη βασιλική και σήμερα είναι ξυλόστεγος, αλλά στο εσωτερικό του φαίνεται η γέννηση ημικυλινδρικού θόλου. Ο ναός έχει χρονολογηθεί στην ύστερη Τουρκοκρατία. Ο γωνιόλιθος στη νοτιοδυτική πλευρά του ιερού έχει πάνω την επιγραφή 1623. Ο Κουμανούδης θεωρείται ότι αποτελεί αρχιτεκτονικό μέλος σε δεύτερη χρήση. Ο ναός εσωτερικά είναι ασβεστωμένος, όμως διακρίνονται σε κάποια σημεία τοιχογραφίες.[11]
Σήμερα δορυφορικά χωριά του παραδοσιακού αγροτικού κέντρου αποτελούν η Σκάλα, το Μαρκόπουλο, τα Νέα Παλάτια, το Συκάμινο, το Χαλκούτσι, ο Άγιος Κωνσταντίνος, η παραθεριστική ζώνη των Αγίων Αποστόλων, το χωριό Μήλεσι και ο Αυλώνας, κωμόπολη της Αττικής. Οι παραθεριστικοί οικισμοί Δήλεσι και Πλάκα υπάγονται στον Δήμο Τανάγρας του νομού Βοιωτίας.
Όμοροι οικισμοί | ||
---|---|---|
Χαλκούτσι | Άγιος Κωνσταντίνος | Σκάλα |
Συκάμινο | Νέα Παλάτια | |
Αυλώνα | Μαλακάσα | Μαρκόπουλο |
Η εξέλιξη του πληθυσμού μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο είναι:
Έτος | 1951 | 1961 | 1971 | 1981 | 1991 | 2001 | 2011 | 2021 |
Πληθ. | 471[13] | 434[14] | 423[15] | 590[16] | 784[17] | 860[18] | 1.111[19] | 1.066[20] |
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.