Το Ζέμουν ή Σεμλίνο (σερβικά: Земун, Zemun / Ζέμουν) είναι παραδουνάβια πόλη στη Σερβία και ένας από τους 17 δήμους που αποτελούν τη σημερινή πόλη του Βελιγραδίου, την πρωτεύουσα της χώρας. Στο μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας της αναπτύχθηκε χωριστά από το Βελιγράδι, το οποίο είναι τοποθετημένο στις όχθες του ποταμού Σάβου (ή Σάβα), αλλά με την οικιστική επέκταση του Βελιγραδίου στα τέλη του 20ού αιώνα, η πόλη του Ζέμουν εντάσσεται στο πολεοδομικό συγκρότημα του Νέου Βελιγραδίου.
Ζέμουν | |||
---|---|---|---|
| |||
Χώρα | Σερβία | ||
Διοικητική υπαγωγή | Zemun | ||
Έκταση | 153,56 km² | ||
Υψόμετρο | 82 μέτρα | ||
Πληθυσμός | 161.596 | ||
Ταχ. κωδ. | 11080 | ||
Τηλ. κωδ. | 011 | ||
Ιστότοπος | Επίσημος ιστότοπος | ||
Σχετικά πολυμέσα | |||
Ονομασία
Στην αρχαιότητα, η πόλη αναφέρεται για πρώτη φορά με την ονομασία Taurunum ως μία Κέλτικη εγκατάσταση αρχικά και ρωμαϊκός οικισμός μεταγενέστερα. Κατά τον Μεσαίωνα, Φράγκοι χρονικογράφοι των σταυροφοριών, αναφέρουν την πόλη ως Mallevila, ένα τοπωνύμιο που ιστορείται ήδη από τον 9ο αιώνα. Μεταγενέστερα, η πόλη αποκτά το σλαβικό όνομα Ζέμλν (Zemln).[1] Πιστεύεται ότι προέρχεται από τη σλαβική λέξη Ζέμλια (zemlja), που σημαίνει γη, και που αποτελεί τη βάση για την αναφορά της πόλης σε άλλες γλώσσες, όπως και στα ελληνικά, σε Σεμλίνο.
Γεωγραφία
Το Σεμλίνο αναπτύχθηκε αρχικά σε τρεις λόφους, Γκάρντος, Τσούκοβατς και Καλβάρια, στη δεξιά όχθη του Δούναβη, όπου αρχίζει η διεύρυνση του ποταμού και σχηματίζεται το Μεγάλο νησί του πολέμου στις εκβολές του ποταμού Σάβου. Στην πραγματικότητα αυτοί οι λόφοι δεν είναι φυσικά χαρακτηριστικά. Το οροπέδιο του Σεμλίνου είναι το πρώην νότιο ανάχωμα της αρχαίας, τώρα αποξηραμένης, Παννονικής Θάλασσας. Η σύγχρονη περιοχή Ντόνι Γκραντ του Σεμλίνου κατακλυζόταν τακτικά από το Δούναβη και το νερό χάραζε περάματα μέσα στο πέτρωμα. Οι πολίτες άνοιγαν τότε μονοπάτια κατά μήκος αυτών των περασμάτων και έτσι θα δημιουργούσαν τις διαβάσεις, χαράζοντας λόφους στο οροπέδιο. Μετά από μαζικές πλημμύρες το 1876 οι τοπικές αρχές άρχισαν την κατασκευή του πετρώδους αναχώματος κατά μήκος της όχθης του Δούναβη. Το ανάχωμα, μήκους ενός χιλιομέτρου, τελείωσε το 1889. Σήμερα φαίνεται ότι το Σεμλίνο είναι χτισμένο σε αρκετούς λόφους, με διαβάσεις μεταξύ τους που έχουν μετατραπεί σε σύγχρονους δρόμους, αλλά οι λόφοι είναι πραγματικά ανθρωπογενείς.[2]
Ο λόφος "Zέμουν" κηρύχθηκε προστατευόμενος από την πόλη στις 29 Νοεμβρίου 2013. Αποτελεί την πολύ απότομη δεξιά όχθη του Δούναβη και είναι χαρακτηριστικό δείγμα του γαιώδους ξηρού εδάφους. Πυρήνας της πόλης είναι οι συνοικίες Ντόνι Γκραντ, Γκάρντος, Τσούκοβατς και Γκόρνι Γκραντ. Στα νότια το Σεμλίνο συνέχεται με το Νέο Βελιγράδι, με το οποίο αποτελεί μια συνεχή αστική περιοχή (συνοικία Τόσιν Μπούναργ). Στα δυτικά εκτείνεται στις συνοικίες Αλτινα και της Πλάβι Χορίζοντι και στα βορειοδυτικά στις Γκαλένικα, Ζέμουν Πόλι και περαιτέρω προς τη Μπατάινιτσα.
Ο Δήμος βρίσκεται στην ανατολική Συρμία, στο κεντροδυτικό τμήμα της περιοχής της Πόλης του Βελιγραδίου. Το αστικό τμήμα του Σεμλίνου είναι το πιο βόρειο και δυτικό τμήμα του αστικού Βελιγραδίου. Το Σεμλίνο συνορεύει με την επαρχία Βοϊβοντίνα στα δυτικά (δήμος Στάρα Πάζοβα) και τους δήμους Σούρτσιν προς νότο, Νέο Βελιγράδι προς τα νοτιοανατολικά και Παλίλουλα και Στάρι Γκραντ προς τον Δούναβη.
Η όχθη του Δούναβη στα βόρεια είναι ως επί το πλείστον ελώδης, επομένως οι οικισμοί είναι χτισμένοι σε απόσταση από τον ποταμό (Μπατάινιτσα) και χωρίζονται από αυτόν από λοφίσκους (έως 114 μ.). Η ίδια η πόλη του Σεμλίνου χτίστηκε ακριβώς πάνω στην όχθη, 100 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Αυτά είναι σημεία του οροπεδίου του Ζέμουμ, μιας επέκτασης του οροπεδίου της Σύρμιας, που συνεχίζεται στο νοτιοανατολικό λόφο Μπεζάνισκα Κόσα σε σχήμα ημισελήνου. Το κίτρινο πέτρωμα έχει πάχος μέχρι 40 μέτρα και είναι πολύ γόνιμο, με πλούσιο, βελτιωμένη με χόρτο, χούμος μαύρης γης. Τα ακατοίκητα ποτάμια νησιά Μεγάλο νησί του πολέμου και Μικρό νησί του πολέμου στο Δούναβη ανήκουν επίσης στο δήμο του Σεμλίνου. Ο δήμος έχει έκταση 153 τετραγωνικών χιλιομέτρων.
Ένα από τα χαρακτηριστικά της τοπογραφίας του Σεμλίνου είναι τα λαγούμια, τεχνητοί υπόγειοι διάδρομοι που διασταυρώνονται κάτω από τις περιοχές Γκάρντος, Μούχαρ, Τσούκοβατς και Καλβάρια. Αυτός ο εδαφικός σχηματισμός είναι μια από τις πιο ενεργές περιοχές κατολίσθησης στο Βελιγράδι. Εχοντας χαραχθεί επί αιώνες, σε μερικά τμήματά του έχει κατακόρυφα πρανή μέχρι 90%. Οι Ρωμαίοι άρχισαν να σκάβουν τα λαγούμια τουλάχιστον πριν από 1700 χρόνια,[3] χρησιμοποιώντας τα κυρίως ως αποθήκες τροφίμων, αλλά αργότερα χρησιμοποιήθηκαν για ανεφοδιασμό και ενδεχομένως για καταφύγια. Κατά τους προηγούμενους αιώνες οι κάτοικοι άνοιξαν πολλά κατακόρυφα πηγάδια, που αέριζαν τα λαγούμια, ξηραίνοντας το πέτρωμα και διατηρώντας το συμπαγές. Μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, καθώς η πόλη αστικοποιήθηκε γρήγορα, οι νέοι κάτοικοι αγνοούσαν τα λαγούμια, ειδικά τα μεγαλύτερα, που κάλυπταν έκταση 450 τετραγωνικών μέτρων στο Τσούκοβατς. Δεδομένου ότι δεν υπήρχε επαρκές σύστημα αποχέτευσης εκείνη την εποχή, έχτισαν σηπτικές δεξαμενές και συνέλεγαν όμβρια ύδατα, αλλά και καθώς τα πηγάδια εξαερισμού είχαν καλυφθεί με το χρόνο ή είχαν γεμίσει με σκουπίδια, όλα αυτά είχαν καταστήσει το έδαφος υγρό κατά τη διάρκεια αρκετών δεκαετιών. Τα λαγούμια διατηρούσαν την υγρασία και άρχισαν να καταρρέουν. Τελικά οι τοίχοι και τα σπίτια έγιναν ασταθή μέχρι το σημείο να διαρραγούν οι προσόψεις και οι τοίχοι. Το 1988 οι δημοτικές αρχές παρενέβησαν τελικά καθώς τα σπίτια άρχισαν να βυθίζονται σε τρεις δρόμους. Διανοίχθηκαν τρύπες για τη σύνδεση της επιφάνειας με το μεγαλύτερο λαγούμι. Συνολικά έγιναν 22 γεωτρήσεις και 779 m3 σκυροδέματος εγχύθηκαν στο λαγούμι, γεμίζοντας το μέχρι να σταθεροποιηθεί το έδαφος, αλλά το λαγούμι καταστράφηκε κατά τη διαδικασία. Ακόμα η κατάσταση είναι κρίσιμη μετά από σχεδόν κάθε νεροποντή. Στις 29 Σεπτεμβρίου 2011, κατά την κατασκευή του τοίχου αντιστήριξης για την αποφυγή κατολίσθησης στην τομή της Καλβάρια, οι εργάτες προκάλεσαν μια που σκότωσε τέσσερις από αυτούς. Ένα λαγούμι μήκους 225 μ., που είχε διερευνηθεί από το 2001, βρίσκεται ακριβώς κάτω από τον τόπο όπου συνέβη η τραγωδία. Μέχρι στιγμής έχουν ανακαλυφθεί 76 μεγάλοι διάδρομοι με πολλούς μικρότερους. Ο μεγαλύτερος από αυτούς έχει μήκος 96 μέτρα και το συνολικό εξερευνημένο μήκος είναι 1.925 μέτρα. Καλύπτουν έκταση 4.882 τ.μ. Πολλοί έχουν καταρρεύσει με την πάροδο του χρόνου, καθώς δεν ελέγχονται από τη δεκαετία του 1980.[4][4][5][6][7]
Ιστορία
Από την προϊστορία στους ρωμαϊκούς χρόνους
Η ευρύτερη γεωγραφική περιοχή του Σεμλίνου κατοικείται από τη Νεολιθική εποχή.[8] Αρχαιολογικά ευρήματα σε τάφους, αλλά και κεραμικά που έχουν βρεθεί (κύπελλα και ανθρωπόμορφοι τεφροδόχοι), καταδεικνύουν την ύπαρξη στην περιοχή του προϊστορικού πολιτισμού, γνωστός στους ερευνητές ως ο Πολιτισμός του Μπάντεν.[9] Οι πρώτες εγκαταστάσεις των Κελτών τοποθετούνται τον 3ο αιώνα π.Χ., όταν οι Σκορδίσκοι, ένα κέλτικο φύλο, κατέλαβε διάφορες δακικές και θρακικές περιοχές κοντά στον Δούναβη. Τον 1ο αιώνα π.Χ., ο οικισμός Τaurunum, που ήταν η μεταγενέστερη ρωμαϊκή ονομασία της πόλης, καταλαμβάνεται από τους Ρωμαίους και εντάσσεται στη ρωμαϊκή επαρχία της Παννονίας περίπου το 15 μ.Χ.[10] Η πόλη, κατά τη ρωμαϊκή περίοδο, ήταν συνδεδεμένη με γέφυρα με τη γειτονική πόλη Singidunum, που είναι το σημερινό Βελιγράδι, καθιστώντας την πολύ σημαντικό πέρασμα. Γι' αυτόν τον λόγο οι Ρωμαίοι κατασκεύασαν οχυρώσεις στις πόλεις από τις οποίες διέρχονταν οι ρωμαϊκές οδοί.[11] Υπάρχει αναφορά ότι βρέθηκε η πένα του Ρωμαίου ποιητή Οβιδίου στο Σεμλίνο με χαραγμένο το όνομά του, γεγονός που υποδηλώνει ότι ίσως ο Ρωμαίος ερωτικός ποιητής πέρασε από αυτά τα μέρη.[12]
Βυζάντιο και Οθωμανική Κατάκτηση
Κατά την κάθοδο των Γερμανικών Φυλών και ιδιαίτερα με τις επιδρομές των Οστρογότθων, η περιοχή αποδυναμώνεται και πέφτει σε παρακμή, για να ενταχθεί αργότερα, στο ιστορικό Βυζάντιο και να κυριευθεί κατά περιόδους από τους Γέπιδες, τους Αβάρους, τους Φράγκους και τους Βούλγαρους και να κατακτηθεί και πάλι από τους Βυζαντινούς. Το 12ο αιώνα υποτάχθηκε κάτω από το στέμμα του Βασιλείου της Ουγγαρίας, ενώ αργότερα τον 15ο αιώνα η περιοχή παραχωρείται ως αυτόνομη στον Σέρβο δεσπότη Γεώργιο Μπράνκοβιτς. Αφότου το γειτονικό Δεσποτάτο της Σερβίας υπετάγη στην Οθωμανική Αυτοκρατορία το 1459 το Σεμλίνο έγινε σημαντικό στρατιωτικό φυλάκιο. Το 1521 οι δυνάμεις του Βασιλείου της Ουγγαρίας, 500 σαϊκάσι (άνδρες πτάμιου στολίσκου) με επικεφαλής τον Κροάτη Μάρκο Σκόμπλιτς, και Σέρβοι πολέμησαν εναντίον του εισβολέα Οθωμανικού στρατού του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπή. Παρά τη σθεναρή αντίσταση το Σεμλίνο έπεσε στις 12 Ιουλίου και το Βελιγράδι λίγο αργότερα. Το 1541 η πόλη του Σεμλίνου εντάχθηκε διοικητικά στο Σαντζάκι του Σίρμιου του Πασαλικίου της Βούδας.
Αυστροουγγρική κατάκτηση
Το Σέμλινο μετά την οθωμανική κυριαρχία, κατακτήθηκε από τους Αυστριακούς Αψβούργους το 1717, μετά την ήττα του οθωμανικού στρατού[13] στη Μάχη του Πετροβάραντιν κοντά στο Νόβι Σαντ, στις 5 Αυγούστου 1716. Η ήττα του οθωμανικού στρατού οδήγησε στην υπογραφή της Συνθήκης του Πασάροβιτς με την οποία παραχωρείται η περιοχή στον Οίκο των Σένμπορν (γερμανικά: Schönborn). Το 1736, εκδηλώθηκε εξέγερση των αγροτών στο Σεμλίνο. Η γεωστρατηγική θέση της πόλης στη διακλάδωση δύο σημαντικών ποτάμιων οδών και στα όρια δύο αυτοκρατοριών, αποτελούσε η κύρια αιτία που το Σεμλίνο γινόταν μήλο της έριδας μεταξύ των Οθωμανών και των Αψβούργων. Με τη Συνθήκη του Βελιγραδίου το 1739 καθορίστηκαν οριστικά τα σύνορα ενώ αργότερα εφαρμόστηκε το 1746 η Παραμεθόριος Περιοχή (Vojna Granica), που ήταν μια στρατιωτική ζώνη ανάσχεσης κάθε οθωμανικής απειλής. Έτσι από το 1749 το Σεμλίνο αποκτά προνόμια στρατιωτικής κοινότητας. Το 1754, ο πληθυσμός της πόλης περιλαμβάνει 1.900 Ορθόδοξους, 600 Καθολικούς, 76 Εβραίους και 100 Ρομά. Έτσι αυτή τη χρονική περίοδο παρατηρείται σημαντική οικονομική άνθηση, με τους Βλάχους και τους Έλληνες να έχουν σημαντική οικονομική δύναμη.[14] Το 1777, ο πληθυσμός του Ζέμουν αριθμούσε 1.130 σπίτια με 6.800 κατοίκους, οι μισοί εκ των οποίων έχουν σερβική εθνική συνείδηση, ενώ το άλλο μισό του πληθυσμού αποτελείται από Καθολικούς, Εβραίους, Αρμένιους και Μουσουλμάνους. Οι περισσότεροι Καθολικοί είναι Γερμανοί, ενώ αυτή την ιστορική περίοδο σημειώνεται σημαντική εγκατάσταση Γερμανών και Ούγγρων στην πόλη.
Η ελληνική κοινότητα
Στο Σεμλίνο υπήρχε και ελληνική μειονότητα από το πρώτο ήμισυ του 18ου έως και τον 19ο αιώνα, η οποία διατηρούσε και ελληνικό σχολείο. Μέλη αυτής της κοινότητας συνδέονται με τη δράση του Ρήγα Φεραίου. Μεταξύ αυτών ήταν ο Γεώργιος Τουρούντζας, αδελφός του Θεοχάρη Τουρουντζά που συνελήφθη μαζί με τον Ρήγα. Αυτός παρέλαβε τρείς χάρτες του Ρήγα και 50 πορτραίτα του Μεγάλου Αλεξάνδρου με σκοπό να τα πουλήσει στο Σεμλίνο. Άλλος υποστηρικτής του Ρήγα στο Σεμλίνο ήταν ο έμπορος Φυλακτός Νικολάου από τα Ιωάννινα, ο έμπορος Γεώργιος Αθανασίου από τη Σελίτσα (σήμερα Εράτυρα) Δυτ. Μακεδονίας, από τους ιδρυτές του ελληνικού σχολείου, ο Γεώργιος Αυξεντίου ή Αυξεντιάδης, από το Ζουπάνι (σήμερα Πεντάλοφος) Δυτ. Μακεδονίας, και πρώτος δάσκαλος του ελληνικού σχολείου. Η παράδοση του Ρήγα στους Τούρκους προκάλεσε αντιδράσεις της ελληνικής κοινότητας κατά των τοπικών αυστριακών αρχών. Μεταξύ αυτών που αναφέρονται ότι διαμαρτυρήθηκαν είναι ο Κωνσταντίνος Γεωργίου - Κυρίτσας, από το Μπλάτσι (σήμερα Βλάστη) Δυτ. Μακεδονίας. Επίσης ως μέλος της κοινότητας αναφέρεται ο έμπορος Γεώργιος Μαντζαρλής. Ο Ρήγας και οι σύντροφοί του κρατήθηκαν φυλακισμένοι στο Σεμλίνο απ' όπου μεταφέρθηκαν πεζοί στο Βελιγράδι και παραδόθηκαν στους Τούρκους.[15] Άλλη ελληνική οικογένεια που έζησε στην πόλη από το 1739 ήταν οι οικογένεια Σπιρτά, από την Κλεισούρα Μακεδονίας. Ο τελευταίος απόγονος της οικογένειας πέθανε στο Σεμλίνο το 1909. Σώζεται μνημειώδης τάφος της οικογένειας στο νεκροταφείο της πόλης.[16]
Η στρατηγική της θέση αποτελούσε πάντα τον κυριότερο λόγο της οικονομικής ανάπτυξής της. Το 1816 με την αύξηση του πληθυσμού, η πόλη εξαπλώθηκε στα προάστια Φράνζενσταλ (Franzenstal) και Γκόρνια Βαρός (Gornja Varoš) όπου εγκαταστάθηκαν οικογένειες κυρίως Γερμανών και Σέρβων. Τον 19ο αιώνα, το Σεμλίνο είχε 7.089 κατοίκους και 1.310 σπίτια. Η πόλη αναδείχθηκε στη σερβική ιστορία όταν αποτέλεσε το 1813, καταφύγιο για τον εθνικό ήρωα Γεώργιο Πέτροβιτς και των άλλων αγωνιστών της Α' Σερβικής Εξέγερσης. Την περίοδο του 1848-1849, η ευρύτερη περιοχή συμμετέχει στην Κοινωνική και Πολιτική εξέγερση του 1849, όπου ανακηρύσσεται η αυτονόμηση της Σερβία-Βοϊβοντίνα. Η πόλη αποτελεί μία από τις πόλεις όπου σημειώνονται τα σημαντικότερα γεγονότα ενάντια στη φεουδαρχική διοίκηση των Αψβούργων, όμως η εξέγερση γρήγορα καταστέλεται. Αργότερα με την κατάργηση της Παραμεθόριας Περιοχής, η περιοχή εντάσσεται στη διοικητική περιφέρεια της Κροατίας-Σλαβονίας. Τα έτη 1883 με 1884, ολοκληρώνεται η σύνδεση της πόλης με τον σιδηρόδρομικό δίκτυο και ολοκληρώνεται η σιδηροδρομική γέφυρα του Δούναβη.
Από τον 20ό αιώνα μέχρι σήμερα
Με την έναρξη του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου το 1914 η κυριαρχία της πόλης εναλλάσσεται μεταξύ των σλαβικών δυνάμεων και της Αυστροουγγαρίας, μέχρι την οριστική ένταξή της στο Βασίλειο των Σέρβων, των Κροατών και των Σλοβένων στις 5 Νοεμβρίου του 1918 με την υπογραφή της Συνθήκης των Βερσαλλιών. Το Βασίλειο μετονομάστηκε αργότερα σε Βασίλειο της Γιουγκοσλαβίας το 1929. Η περίοδος του Μεσοπολέμου με τις μεγάλες ανακατατάξεις του, επηρεάζει τα πολιτικά και κοινωνικά πράγματα της πόλης, καθώς παρατηρείται έντονη πολιτική διαμάχη μεταξύ των σλαβικών, δημοκρατικών ή φιλοβασιλικών κομμάτων και των σοσιαλιστικών παρατάξεων που υποστηρίζονταν κυρίως από κατοίκους γερμανικής συνείδησης.
Από το 1934, η πόλη εξυπηρετείται με λεωφορειακές γραμμές προς το Βελιγράδι, μετά την απαίτηση κυρίως του σερβικού πληθυσμού. Η ύπαρξη αεροπορικής βάσης, που είχε δημιουργηθεί το 1927 κοντά στην πόλη, αποτέλεσε θέλγητρο και στρατιωτικός στόχος για τις δυνάμεις του Άξονα κατά την εισβολή τους τον Απρίλιο του 1941. Μετά τη συνθηκολόγηση της Γιουγκοσλαβίας τον ίδιο μήνα, το Σεμλίνο και η περιοχή της Σύρμιας δόθηκαν στο ανδρείκελο κατοχικό κράτους της Κροατίας. Η πόλη απελευθώνεται το 1944 και εντάσσεται στη γιουγκοσλαβική επαρχία της Κεντρικής Σερβίας.
Τις δεκαετίες του 1990 και 2000, η πόλη γίνεται γνωστή στον ελληνικό Τύπο για τη δράση της Μαφίας του Ζεμούν, μία από τις μεγαλύτερες τρομοκρατικές και εγκληματικές οργανώσεις της Σερβίας. Η ίδια η οργάνωση κατηγορήθηκε για τη δολοφονία του Σέρβου πρωθυπουργού Ζόραν Τζίντζιτς.[17][18]
Δημογραφικά
Έτος | Πληθ. | ±% |
---|---|---|
1921 | 18.528 | — |
1931 | 28.074 | +51.5% |
1948 | 40.428 | +44.0% |
1953 | 49.361 | +22.1% |
1961 | 72.896 | +47.7% |
1971 | 109.619 | +50.4% |
1981 | 135.313 | +23.4% |
1991 | 141.952 | +4.9% |
2002 | 145.632 | +2.6% |
2011 | 157.363 | +8.1% |
Έτος | Πληθ. | ±% |
---|---|---|
1948 | 42.197 | — |
1953 | 51.089 | +21.1% |
1961 | 74.791 | +46.4% |
1971 | 111.877 | +49.6% |
1981 | 138.591 | +23.9% |
1991 | 146.056 | +5.4% |
2002 | 152.831 | +4.6% |
2011 | 168.170 | +10.0% |
Καθώς το Σεμλίνο έγινε μία από τις πολυπληθέστερες συνοικίες του Βελιγραδίου, ο πληθυσμός του δήμου είχε σταθερή αύξηση μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Σύμφωνα με την απογραφή του 2011 ο αστικός πληθυσμός του Σεμλίνου ήταν 157.363, ενώ ο δήμος είχε 168.170 κατοίκους.
Εθνοτικές ομάδες
Η εθνοτική διαστρωμάτωση του πληθυσμού του δήμου, σύμφωνα με την απογραφή του 2011:
Εθνοτική ομάδα | Πληθυσμός |
---|---|
Σέρβοι | 147,810 |
Ρομά | 5,599 |
Κροάτες | 1,411 |
Γιουγκοσλάβοι | 995 |
Μαυροβούνιοι | 748 |
Σλαβομακεδόνες | 557 |
Μουσουλμάνοι | 496 |
Γκοράνι | 383 |
Ούγγροι | 205 |
Σλοβάκοι | 170 |
Βόσνιοι | 170 |
Αλβανοί | 165 |
Σλοβένοι | 156 |
Ρώσοι | 107 |
Γερμανοί | 98 |
Ουκρανοί | 85 |
Βούλγαροι | 81 |
Ρουμάνοι | 64 |
Αλλοι | 8,870 |
Σύνολο | 168,170 |
Διοικητικές μεταβολές
Η δημιουργία του πρώτου Δήμου πραγματοποιείται με τη διοικητική πράξη του βασιλιά Αλεξάνδρου Α' της Σερβίας στις 3 Οκτωβρίου του 1929. Το 1934 η πόλη εντάσσεται στον διευρυμένο δήμο του Βελιγραδίου. Μετά τη γερμανική κατοχή, η πόλη αυτοδιοικείται μέχρι το 1955, όταν εντάχθηκε διοικητικά ακόμα μια φορά στην πόλη του Βελιγραδίου. Κατά περιόδους στη δημοτική περιφέρεια ενσωματώνονται ή διαχωρίζονται άλλα δημοτικά διαμερίσματα. Από το 2004, το Σεμλίνο αποτελεί αυτοτελή δήμο της μητροπολιτικής περιοχής του Νέου Βελιγραδίου.
Υπάρχει μια δημοφιλής τοπική αντιπαλότητα μεταξύ των κατοίκων του Σεμλίνου και του Βελιγραδίου, ιδιαίτερα μεταξύ των νέων. Σε γενικές γραμμές, ο τοπικός πληθυσμός θεωρεί το Σεμλίνο ως μια ιδιαίτερη και προηγμένη πόλη, με μεγάλη πολιτιστική παράδοση, σε σχέση με τη σερβική πρωτεύουσα[19] ενώ οι κάτοικοι του Βελιγραδίου θεωρούν το Σεμλίνο ως ένα ακόμα όμορφο προάστιο της πρωτεύουσας, που θα έπρεπε διοικητικά να ανήκει στη μητροπολιτική περιοχή.
Οικονομία και μεταφορές
Το Σεμλίνο είναι ένας από τους πιο αναπτυσσόμενους δήμους του Βελιγραδίου, με μεγάλες βιομηχανικές μονάδες σχεδόν σε κάθε κλάδο. Στα διοικητικά του όρια βρίσκονται δύο αναπτυσσόμενες βιομηχανικές ζώνες. Σημαντικοί οδικοί άξονες διαπερνούν το Σεμλίνο και συνδέουν το κέντρο της μητροπολιτικής περιοχής με την προαστιακή πόλη Μπατάινιτσα και το αεροδρόμιό της, δεύτερο σημαντικότερο της σερβικής πρωτεύουσας. Σε κοντινή απόσταση βρίσκεται και το νεότερο Διεθνές Αεροδρόμιο του Βελιγραδίου. Αποτελεί κόμβο για σημαντικούς αυτοκινητοδρόμους που συνδέουν το Βελιγράδι με την υπόλοιπη ενδοχώρα.
Τα κυριότερα βιομηχανικά προϊόντα που παράγονται είναι γεωργικά μηχανήματα, ηλεκτρικές συσκευές, οπτικά όργανα ακριβείας και ρολόγια, επιβατικά λεωφορεία και βαρέα οχήματα, φαρμακευτικά προϊόντα, πλαστικά, παπούτσια, κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα, τυποποιημένα τρόφιμα και γλυκά, επεξεργασμένα μέταλλα και ξύλα, έπιπλα, ανακυκλώσιμα υλικά, ποτά, χημικά προϊόντα και δομικά υλικά, ενώ προσφέρονται εγκαταστάσεις αποθηκεύσης και τυποποίησης εμπορευμάτων.
Πολιτισμός και εκπαίδευση
Η Ταβέρνα της Λευκής Αρκούδας είναι παλιά ταβέρνα στη συνοικία Τσούκοβατς. Πρωτοαναφερόμενη το 1658, είναι το παλαιότερο σωζώμενο κτίριο στην αστική περιοχή του Βελιγραδίου, εξαιρουμένου του Φρουρίου της πόλης.[20] Ωστόσο το Σεμλίνο αναπτύχθηκε εντελώς ανεξάρτητα από το Βελιγράδι επί αιώνες και κατά το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας του οι δύο πόλεις ανήκαν σε διαφορετικά κράτη. Το Σεμλίνο έγινε μέρος της ίδιας διοικητικής μονάδας με το Βελιγράδι στις 4 Οκτωβρίου 1929,[21] απώλεσε το ξεχωριστό καθεστώς της πόλης υπέρ του Βελιγραδίου το 1934[22]και κατέστη συνεχόμενη οικιστική περιοχή με το Βελιγράδι μόνο από τη δεκαετία του 1950. Ως εκ τούτου, το Σπίτι στην οδό Τσάρου Δουσάν, στην κεντρική συνοικία του Βελιγραδίου Ντόρτσολ, συνήθως ονομάζεται το παλαιότερο σπίτι στο Βελιγράδι,[23][24] ενώ η Ταβέρνα της Λευκής Αρκούδας ονομάζεται το παλαιότερο σπίτι στο Σεμλίνο.[25]
Η Γεωπονική Σχολή του Πανεπιστημίου του Βελιγραδίου βρίσκεται στο Σεμλίνο, καθώς και πολλές άλλες τριτοβάθμιες σχολές (Δημόσιας Διοίκησης, Οικονομικές, Τεχνολογικές, Ιατρικής και Φυσικής Αγωγής) και ινστιτούτα ( Ινστιτούτο Γεωργίας και Δασοκομίας, Ινστιτούτο Εξόρυξης, το γνωστό σε παγκόσμια κλίμακα Ινστιτούτο για το Καλαμπόκι στο Ζέμουν Πόλιε, Ινστιτούτο Ζωικού Κεφάλαιου, Ινστιτούτο Εφαρμογής της Πυρηνικής Ενέργειας στη Γεωργία και Ινστιτούτο Φυσικής). Στο Σεμλίνο βρίσκεται το Εθνογραφικό και Ιστορικό Μουσείο, που στεγάζεται στο αρχοντικό της οικογένειας Σπίρτα από την Κλεισούρα Καστοριάς. Στο εσωτερικό του κτηρίου παρουσιάζεται ο διάκοσμος και τα έπιπλα της εποχής της ακμής της ελληνικής κοινότητας. Στο Σεμλίνο βρίσκεται και η Όπερα με το Θέατρο Μαντλενιάνουμ.[26]
Περιέχει δύο πολυδύναμα νοσοκομεία και μία γεροντική κλινική. Οι πιο γνωστές ορθόδοξες εκκλησίες είναι ο κοιμητηριακός ναός της συνοικίας Γκάρντος με το ξωκκλήσι της Αγίας Χάριτος, της Παναγίας (1775-1783), ο Άγιος Νικόλαος (1725-1731), ο Αρχάγγελος Γαβριήλ καθώς επίσης και δύο καθολικοί ναοί.[27] Η πόλη είναι γνωστή για τις πολλές πλατείες της, στις οποίες υπάρχουν συχνά υπαίθριες λαϊκές αγορές, καφετέριες και μπιραρίες και θεματικά πάρκα. Σε μία από αυτές τις πλατείες, βρίσκεται το μεγαλύτερο μέχρι πρόσφατα ξενοδοχείο του Βελιγραδίου, το ξενοδοχείο Γιουγκοσλαβία.
Στο ιστορικό κέντρο υπάρχουν ερείπια από τη μεσαιωνική πόλη με ισχυρό φρούριο που χρησιμοποιήθηκε για την άμυνα της πόλης κατά τον πόλεμο του Βασιλείου της Ουγγαρίας με τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία τον 12ο αιώνα, καθώς επίσης και στην πολιορκία του Βελιγραδίου από τον Σουλεϊμάν Α΄ το 1521.[28] Στην ίδια περιοχή, στον ψηλότερο λόφο της συνοικίας Γκάρδος, βρίσκεται ο Πύργος του Ιωάννη Ουνιάδη (που λέγεται και Πύργος του Γκάρντος ή Πύργος της Χιλιετίας), και χτίστηκε υπό τις διαταγές του μεγάλου στρατιωτικού και πολιτικού Ιωάννη Ουνιάδη στις 20 Ιουνίου του 1896 ως μια εναλλακτική αψίδα του θριάμβου για τις κατακτήσεις της Ουγγαρίας στη νότια Σερβία. Λόγω του ύψους του, χρησιμοποιήθηκε κατά το παρελθόν ως πύργος αντιπυρικής παρατήρησης. Ο Ιωάννης Ουνιάδης, αν και πέθανε πριν παραδοθεί ο πύργος, αποτελεί το γνωστότερο ιστορικό πρόσωπο της πόλης. Η περιοχή γύρω από τον πύργο αποτελεί μια γραφική γειτονιά με λιθόστρωτους δρόμους σε μια περιοχή ήπιας οικιστικής ανάπτυξης που διατηρεί τον παραδοσιακό του χαρακτήρα. Το Σεμλίνο δεν έχει πολλά δημόσια πάρκα. Το μεγαλύτερο είναι το Πάρκο της Πόλης, που διαμορφώθηκε πρώτη φορά το 1880.[29]
Πολιτική
Στις τελευταίες Σερβικές Δημοτκές Εκλογές του 2008, οι 57 έδρες του δημοτικού συμβουλίου του Σεμλίνου καταχωρήθηκαν ως εξής:[30]
Δημοτική παράταξη | Έδρες |
---|---|
Ριζοσπαστικό Κόμμα Σερβίας | 28 |
Ζεμούν για μια Ευρωπαϊκή Σερβία | 24 |
Δημοκρατικό Κόμμα Σερβίας - Νέα Σερβία | 5 |
Αθλητισμός
Η πόλη είναι γνωστή στους λάτρεις του ποδοσφαίρου για τη ποδοσφαιρική ομάδα ΦΚ Ζέμουν που παίζει στην Α' Εθνική Κατηγορία. Άλλες τοπικές ομάδες είναι η Μιλουτινάκ και η Μπατιζνίκα. Ένα από τα μεγαλύτερα γήπεδα του Βελιγραδίου, το Πίνκι, βρίσκεται στο Σεμλίνο.
Διεθνείς σχέσεις
Η πόλη του Σεμλίνου, είναι αδελφοποιημένη με αρκετές πόλεις του εξωτερικού:[31]
|
Προσωπικότητες
- Στέφανος Καραματάς (1926 - ), διδάκτορας Γεωλογίας και μέλος της Σερβικής Ακαδημίας Επιστημών και Τεχνών από το 1970.[32]
- Τζόρτζε Σίμιτς (1843 - 1921), πολιτικός και διπλωμάτης της Σερβίας, δύο φορές πρωθυπουργός του Βασιλείου της Σερβίας.
Ιστορικά Πρόσωπα
- Ιωάννης Τουρούντζιας ( - 1824), λόγιος και οπλαρχηγός της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Κατάγεται από τη Σιάτιστα.
- Ιωάννης Καρατζάς (1767 - 1798), ήταν Κύπριος λόγιος και συνεργάτης του Ρήγα Φεραίου.
- Δημήτριος Δάρβαρις (1757-1823), ήταν λόγιος με καταγωγή από την Κλεισούρα Καστοριάς.
- Ιωάννης Καραματάς, σημαντικός απόδημος και ιδρυτής του πρώτου ελληνικού τυπογραφείου στη Σερβία. Κατάγεται από τους Πύργους Κοζάνης.
Φωτογραφίες
- Το αρχοντικό της οικογένειας Σπίρτα στο κέντρο της φωτογραφίας, δίπλα την τράπεζα Alpha Bank.
- Γραφικός δρόμος στο ιστορικό κέντρο της πόλης.
- Η συνοικία Νόβι Γκράντ (Novi Grad) στο Σεμλίνο.
- Το επιβλητικό κτήριο του Γυμνασίου που κτίστηκε του 1858.
- To κτήριο του Ταχυδρομείου, έτος κατασκευής 1896
- Η εκκλησία της Παναγίας φωταγωγημένη το βράδυ.
Παραπομπές
Δείτε επίσης
Βιβλιογραφία
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
Wikiwand in your browser!
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.