στρατιωτική συμμαχία From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Οργανισμός Βορειοατλαντικού Συμφώνου (αγγλικά: North Atlantic Treaty Organization, NATO, γαλλικά: Organisation du traité de l'Atlantique nord, OTAN), γνωστός και ως Βορειοατλαντική Συμμαχία,[1] είναι στρατιωτική αμυντική συμμαχία 32 χωρών της Δύσης, που έχει σκοπό την ανάπτυξη της συνεργασίας μεταξύ των χωρών-μελών σε διάφορους τομείς (στρατιωτικό, πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό, μορφωτικό), την προώθηση των γεωπολιτικών συμφερόντων και την αποτροπή της ένοπλης επίθεσης εναντίον κάποιας χώρας-μέλους από άλλες.
North Atlantic Treaty Organization Organisation du traité de l'Atlantique nord | |
Οι χώρες του ΝΑΤΟ εμφανίζονται με πράσινο | |
Συντομογραφία | NATO / OTAN |
---|---|
Ίδρυση | 4 Απριλίου 1949 |
Τύπος | Στρατιωτική συμμαχία |
Έδρα | Βρυξέλλες, Βέλγιο |
Μέλη | 32
Αλβανία
Βέλγιο Βόρεια Μακεδονία Βουλγαρία Γαλλία Γερμανία Δανία Εσθονία Ελλάδα Ηνωμένες Πολιτείες Ηνωμένο Βασίλειο Ισλανδία Ισπανία Ιταλία Καναδάς Κροατία Λετονία Λιθουανία Λουξεμβούργο Μαυροβούνιο Νορβηγία Ολλανδία Ουγγαρία Πολωνία Πορτογαλία Ρουμανία Σλοβακία Σλοβενία Τουρκία Τσεχία Φινλανδία Σουηδία |
Γενικός γραμματέας | Μαρκ Ρούτε |
Επικεφαλής | Ρόμπερτ Μπάουερ |
Ιστότοπος | Επίσημος ιστότοπος |
δεδομένα ( ) |
Η συμμαχία αυτή υπογράφτηκε τον Απρίλιο του 1949 στην Ουάσινγκτον από 12 χώρες της Ευρώπης και της Bόρειας Αμερικής (Βέλγιο, Γαλλία, Δανία, Ηνωμένο Βασίλειο, ΗΠΑ, Ισλανδία, Ιταλία, Καναδάς, Κάτω Χώρες, Λουξεμβούργο, Νορβηγία, Πορτογαλία). Το 1952 προσχώρησαν στη συμμαχία η Ελλάδα και η Τουρκία και το 1955 η τότε Δυτική Γερμανία. Η προσχώρηση της τελευταίας προκάλεσε ως αντίδραση τη σύναψη του συμφώνου της Βαρσοβίας από τα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης. Από τη δεκαετία του 1980 και ιδιαίτερα από το 1999 και έπειτα εντάχθηκαν στη συμμαχία και άλλες χώρες της Ευρώπης. Η τελευταία διεύρυνση έγινε το 2024 και έτσι σήμερα η Βορειοατλαντική Συμμαχία (ΝΑΤΟ) αριθμεί 32 χώρες μέλη.
Το ανώτατο όργανο της Συμμαχίας είναι το Βορειοατλαντικό Συμβούλιο (North Atlantic Council), με έδρα τις Βρυξέλλες στο Βέλγιο. Αποτελεί το κύριο σώμα και αντιπροσωπεύεται από τους υπουργούς Εξωτερικών και Άμυνας των κρατών-μελών. Συνέρχεται δύο φορές το χρόνο, ενώ μία μόνιμη ομάδα είναι το εκτελεστικό του όργανο και συνέρχεται επί εβδομαδιαίας βάσης. Πρόεδρος του συμβουλίου είναι ο Γενικός Γραμματέας (πρώτος γραμματέας εκλέχτηκε ο Άγγλος λόρδος Ισμέι (Ismay) το 1952, ο οποίος και τότε είχε παρατηρήσει σκωπτικά ότι «ο σκοπός του ΝΑΤΟ είναι να κρατά τους Αμερικανούς μέσα, τους Ρώσους έξω και τους Γερμανούς κάτω». Μία φορά κάθε δύο χρόνια διεξάγεται η σύνοδος κορυφής του ΝΑΤΟ, στην οποία μετέχουν οι Αρχηγοί των Κρατών-Μελών (πρόεδροι και πρωθυπουργοί). Άλλο ανώτατο όργανο του ΝΑΤΟ είναι η Στρατιωτική Επιτροπή (Military Committee), η οποία αποτελείται από τους Αρχηγούς των Γενικών Επιτελείων (Α/ΓΕΕΘΑ) όλων των κρατών-μελών και συνέρχεται δύο φορές το χρόνο, ενώ μία μόνιμη ομάδα είναι το εκτελεστικό όργανο της Στρατιωτικής Επιτροπής και συνέρχεται επί εβδομαδιαίας βάσης.
Η κύρια έδρα του ΝΑΤΟ βρίσκεται στη Boulevard Léopold III/Leopold III-laan, B-1110 Brussels, η οποία βρίσκεται στο Χάρεν, τμήμα του δήμου της πόλης των Βρυξελλών.[2] Στις 25 Μαΐου 2017 ολοκληρώθηκε η κατασκευή ενός νέου κτιρίου για τη στέγαση της έδρας, σε κοντινή απόσταση από την πρώτη, και η μετεγκατάσταση των υπηρεσιών αναμένεται να γίνει σταδιακά μέχρι το τέλος του ίδιου έτους.
Ο σχεδιασμός είναι μια προσαρμογή του αρχικού βραβευμένου συστήματος σχεδιασμένου από τον Μισέλ Μοσεσιάν και την ομάδα του, ενώ ο ίδιος έχει ένα σχέδιο εταιρικής σχέσης με τη Skidmore, Owings & Merrill.[3]
Το προσωπικό στο Αρχηγείο αποτελείται από τις εθνικές αντιπροσωπείες των χωρών μελών και περιλαμβάνει πολιτικά και στρατιωτικά γραφεία συνδέσμου και αξιωματικούς ή διπλωματικές αποστολές και διπλωμάτες των χωρών εταίρων, καθώς και το Διεθνές Επιτελείο (International Staff) και το Διεθνές Στρατιωτικό Επιτελείο (International Military Staff) πλαισιωμένο από το προσωπικό των μελών των ενόπλων δυνάμεων των κρατών μελών.[4] Μη κυβερνητικές ομάδες πολιτών έχουν επίσης προάγει την υποστήριξη του ΝΑΤΟ, σε γενικές γραμμές κάτω από το έμβλημα του κινήματος Ατλαντικού Συμβουλίου/Ομοσπονδίας Ατλαντικού Συμφώνου (Atlantic Council/Atlantic Treaty Association).
Όπως κάθε συμμαχία, το ΝΑΤΟ διοικείται από τα 31 κράτη-μέλη της. Ωστόσο, η Βορειοατλαντική Συνθήκη (North Atlantic Treaty) και άλλες συμφωνίες περιγράφουν πώς οι αποφάσεις πρέπει να γίνονται στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ. Κάθε ένα από τα 30 μέλη του στέλνει μια αντιπροσωπεία ή αποστολή στην έδρα του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες.[5] Το ανώτερο μόνιμο μέλος της κάθε αντιπροσωπείας είναι γνωστό ως Μόνιμος Αντιπρόσωπος (Permanent Representative) και είναι γενικά ένας ανώτερος δημόσιος υπάλληλος ή ένας έμπειρος πρεσβευτής (και κάτοχος διπλωματικού αξιώματος). Αρκετές χώρες έχουν διπλωματικές αποστολές στο ΝΑΤΟ μέσω των πρεσβειών στο Βέλγιο.
Από κοινού, τα μόνιμα μέλη αποτελούν το Βορειοατλαντικό Συμβούλιο (North Atlantic Council, NAC), ένα σώμα που συνεδριάζει τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα και έχει ενεργή διακυβέρνηση και εξουσίες λήψης αποφάσεων στο ΝΑΤΟ. Κατά καιρούς, το Συμβούλιο συνεδριάζει επίσης σε συναντήσεις υψηλότερου επίπεδο με τη συμμετοχή υπουργών εξωτερικών, υπουργών άμυνας ή αρχηγών κρατών ή κυβερνήσεων (HOSG) και σε αυτές τις συνεδριάσεις γενικά λαμβάνονται σημαντικές αποφάσεις σχετικά με τις πολιτικές του ΝΑΤΟ. Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι το Συμβούλιο έχει την ίδια αρχή και εξουσίες λήψης αποφάσεων, καθώς και οι αποφάσεις του έχουν το ίδιο καθεστώς και την εγκυρότητα, σε οποιοδήποτε επίπεδο. Διασκέψεις κορυφής του ΝΑΤΟ αποτελούν επίσης ένα επιπλέον χώρο για τη λήψη αποφάσεων σε σύνθετα θέματα, όπως η διεύρυνση.
Οι συνεδριάσεις του Βορειοατλαντικού Συμβουλίου πραγματοποιούνται υπό την προεδρία του Γενικού Γραμματέα του ΝΑΤΟ και, όταν πρέπει να ληφθούν αποφάσεις, η οποιαδήποτε ενέργεια έχει συμφωνηθεί με βάση την ομοφωνία και κοινή συμφωνία. Δεν υπάρχει καμία ψηφοφορία ή απόφαση με πλειοψηφία. Κάθε έθνος εκπροσωπείται στο τραπέζι του Συμβουλίου ή σε οποιαδήποτε από τις δευτερεύουσες επιτροπές στις οποίες διατηρεί την πλήρη κυριαρχία και την ευθύνη για τις δικές της αποφάσεις.
Χώρες μέλη |
Μελλοντικά μέλη |
Ξεχωριστές συνθήκες |
Συνεργασία για την ειρήνη |
Μεσογειακός διάλογος |
Πρωτοβουλία συνεργασίας της Κωνσταντινούπολης |
Διεθνείς εταίροι | ||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Αλβανία Βέλγιο Βόρεια Μακεδονία Βουλγαρία Γαλλία Γερμανία Δανία Ελλάδα Εσθονία Ηνωμένο Βασίλειο Ηνωμένες Πολιτείες Ισλανδία Ιταλία Ισπανία Καναδάς Κροατία Λετονία Λιθουανία Λουξεμβούργο Μαυροβούνιο Νορβηγία Ολλανδία Ουγγαρία Πολωνία Πορτογαλία Ρουμανία Σλοβακία Σλοβενία Τουρκία Τσεχία Φινλανδία Σουηδία |
Βοσνία και Ερζεγοβίνη Γεωργία Ουκρανία |
Αρμενία Αζερμπαϊτζάν Γεωργία Καζακστάν Μολδαβία Σερβία Ουκρανία |
Αρμενία Αυστρία Αζερμπαϊτζάν Βοσνία και Ερζεγοβίνη Γεωργία Δημοκρατία της Ιρλανδίας Καζακστάν Κιργιστάν Μάλτα Μολδαβία Σερβία Σουηδία Ελβετία Τατζικιστάν Τουρκμενιστάν Ουκρανία Ουζμπεκιστάν |
Αλγερία Αίγυπτος Ισραήλ Ιορδανία Μαυριτανία Μαρόκο Τυνησία |
Μπαχρέιν Κουβέιτ Κατάρ Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα |
Αυστραλία Κολομβία Ιράκ Ιαπωνία Μογγολία Πακιστάν Νέα Ζηλανδία Νότια Κορέα |
Από 4 Απριλίου 1949:
Εισήλθαν στο ΝΑΤΟ μετά τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου:
Για την επαύξηση της συνεργασίας έχει καθιερωθεί ένα διπλό πλαίσιο μεταξύ των 31 μελών του NATO και των 20 λεγόμενων συνεταίρων (partner countries):
Οι 20 χώρες PfP είναι:
8 Πρώην Δημοκρατίες της ΕΣΣΔ οι οποίες μετά την διάλυση της, το 1991 είναι πλέον μέλη της ΚΑΚ (εξαιρούνται η Ρωσία και η Λευκορωσία):
3 Χώρες, που αν και στρατιωτικά ουδέτερες, είχαν καπιταλιστικές οικονομίες στον Ψυχρό Πόλεμο: 1 Χώρα, που αν και στρατιωτικά ουδέτερη, είχε σοσιαλιστική οικονομία στον Ψυχρό Πόλεμο: 4 Χώρες, που βρίσκονται σε διαπραγματεύσεις για ένταξη στο NATO: |
2 Χώρες που έχουν αποβλήθεί τυπικά από το 2022, από την Ευρωατλαντική συνεργασία, λόγω της Εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία, ενώ δεν αποτελούν ούτε μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης:
Μεγαλύτερη συμφωνία για τη συμμετοχή της χώρας τους στο ΝΑΤΟ έχουν διαχρονικά οι Πολωνοί (~80%). Η μικρότερη αποδοχή μεταξύ των πολιτών παρουσιάζεται στην Τουρκία (~20%). Στην Ελλάδα, το ποσοστό της αρνητικής γνώμης είναι μεγαλύτερο από τη θετική.[19]
Η Ελλάδα έχει στο παρελθόν προχωρήσει σε αποχώρηση από τον Οργανισμό Βορειοατλαντικού Συμφώνου και ύστερα, σε επανένταξή της σε αυτόν. Η αποχώρηση έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια μίας "φορτισμένης" περιόδου, ιστορικά και πολιτικά, για την Ελλάδα, λόγω της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο το 1974. Πιο συγκεκριμένα, κατά την πραγματοποίηση του Αττίλας ΙΙ από τους Τούρκους στις 14 Αυγούστου 1974, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής αποφάσισε την έξοδο της Ελλάδας από το ΝΑΤΟ ως αντίδραση στην αδυναμία της συμμαχίας να αποτρέψει την εισβολή και να επέμβει αποτελεσματικά για την επαναφορά του διεθνούς δικαίου[20].
«…το ΝΑΤΟ αποδείχθηκε ανίκανο να παρεμποδίσει την Τουρκία από την εξαπόλυση νέας βάρβαρης και απρόκλητης επίθεσης κατά της Κύπρου… Το ΝΑΤΟ δεν έχει επομένως λόγο ύπαρξης και δεν μπορεί να εκπληρώσει το σκοπό για τον οποίο συνεστήθη, αφού δεν μπορεί να αποτρέψει τον πόλεμο μεταξύ δύο μελών του….» δήλωσε μεταξύ άλλων ο Καραμανλής[21].
Ουσιαστικά, ο Καραμανλής πήρε την εν λόγω απόφαση λαμβάνοντας υπόψιν το αντιαμερικανικό αίσθημα που είχε δημιουργηθεί στον λαό λόγω της μη δραστικής επιβολής περιορισμών στην Τουρκία, ενώ έθεσε και θέμα παραμονής των αμερικανικών βάσεων στην Ελλάδα[22][23].
Η ελληνική κυβέρνηση όμως, σύντομα άλλαξε τη στάση της και άρχισε να διαπραγματεύεται εκ νέου ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ. Τον Οκτώβριο του 1975, ανακοίνωσε ορισμένους όρους, οι οποίοι έπρεπε να τηρηθούν από τη νατοϊκή πλευρά ώστε να επιτευχθεί η επανένταξη. Μερικοί εκ των οποίων ήταν α) η χορήγηση άδειας από την ελληνική Κυβέρνηση σε περίπτωση που κράτη-μέλη της Συμμαχίας επιθυμούν να χρησιμοποιήσουν τον ελληνικό εναέριο, θαλάσσιο και ηπειρωτικό χώρο, και β) ότι σε καιρό πολέμου οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις θα υπάγονται στο ΝΑΤΟ μόνο για στρατιωτικές επιχειρήσεις[22][24].
Εν τέλει, στις 19 Οκτωβρίου 1980, λίγο καιρό πριν την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ, αποφασίζεται με τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής Αμυντικής Σχεδίασης της Συμμαχίας και του Υπουργικού Συμβουλίου στην Αθήνα[20] η επανένταξη της χώρας. Η απόφαση έγινε ευμενώς δεκτή από τις δυτικές κυβερνήσεις, ωστόσο το Σοβιετικό πρακτορείο «Τας» μετέδιδε ότι "η Ελλάδα ενέδωσε στις πιέσεις των Αμερικανών".
Στις 21 Φεβρουαρίου του 1966, ο Γάλλος πρόεδρος Σαρλ ντε Γκωλ ανακοίνωσε την αποχώρηση της Γαλλίας από το ΝΑΤΟ.
«Τίποτα δεν μπορεί να συντηρήσει αμετάβλητη μια συνθήκη που δεν ανταποκρίνεται στις επικρατούσες συνθήκες», δήλωσε μπροστά σε χίλιους περίπου δημοσιογράφους ο Σαρλ ντε Γκωλ, ξετυλίγοντας το νήμα της πολιτικής του φιλοσοφίας για τη διεθνή θέση της Γαλλίας: «Αλλιώς, τέτοιες συνθήκες, απογυμνωμένες από κάθε ουσία, δεν θα είναι, όταν έρθει η ώρα να εφαρμοστούν, τίποτα παραπάνω από χαρτιά για τα αρχεία... Οι δυτικές χώρες δεν απειλούνται σήμερα από τις ανατολικές, όπως συνέβαινε στα πρώτα χρόνια μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν οργανώθηκε μια Ευρώπη αμερικανικό προτεκτοράτο κάτω από τον μανδύα του ΝΑΤΟ. Από την άλλη πλευρά, οι συγκρούσεις στις οποίες εμπλέκονται οι ΗΠΑ –προχτές στην Κορέα, χτες στην Κούβα, αύριο στο Βιετνάμ– χάρη στην περίφημη αρχή της κλιμάκωσης, κινδυνεύουν να πάρουν διαστάσεις που μπορεί να οδηγήσουν σε γενική σύγκρουση. Σε μια τέτοια περίπτωση, η Γαλλία, της οποίας η νατοϊκή στρατηγική συμπίπτει αναγκαστικά με εκείνη των ΗΠΑ, θα εμπλεκόταν σε μια σύγκρουση την οποία η ίδια δεν θα είχε επιδιώξει... Πάνω απ' όλα, η απόφαση της Γαλλίας να είναι υπεύθυνη για το πεπρωμένο της είναι ασυμβίβαστη με έναν αμυντικό οργανισμό στον οποίο η χώρα έχει θέση υποτακτικού».
Και η πρακτική κατάληξη: η Γαλλία, αν και παρέμεινε στο πολιτικό σκέλος της συμμαχίας, αποχώρησε από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ και έθεσε την 1η Απριλίου 1967 ως ύστατο όριο για τη μεταφορά από το γαλλικό έδαφος των νατοϊκών βάσεων, που φιλοξενούσαν περί τους 37.000 νατοϊκούς στρατιώτες και πολιτικούς υπαλλήλους. Ακόμα, πρόσθεσε σε τόνο πολεμικού τελεσίγραφου, ο Σαρλ ντε Γκωλ, από 1ης Ιουνίου 1967 απαγορεύεται η διέλευση νατοϊκών αεροσκαφών από το γαλλικό ουρανό, εκτός εάν έχει δοθεί ειδική άδεια από τις γαλλικές αρχές, ισχύος όχι μεγαλύτερης του ενός μήνα. Σε περίπτωση πτήσεων χωρίς άδεια, τα νατοϊκά αεροπλάνα θα αντιμετωπίζονταν σαν εχθρικά και θα καταρρίπτονταν χωρίς δισταγμό.
Στις 7 Μαρτίου του 1966 ο Σαρλ ντε Γκωλ απηύθυνε επιστολή προς τον Αμερικανό πρόεδρο Λίντον Τζόνσον, στην οποία του εξήγησε τους λόγους της γαλλικής κίνησης: η αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων στον κόσμο είχε ελαττώσει τον κίνδυνο πολέμου στην Ευρώπη. Η Γαλλία, η οποία είχε ήδη από εξαετίας καταστεί ατομική δύναμη, απέβλεπε πλέον στην «πλήρη άσκηση της κυριαρχίας της», η οποία ήταν αδύνατον να επιτευχθεί όσο υπήρχαν ξένες δυνάμεις στο έδαφός της.
«Πραγματικά, μας είναι δύσκολο να πιστέψουμε ότι η Γαλλία, που είχε μέχρι σήμερα μοναδική συμβολή στην ασφάλεια και την ανάπτυξη της Δύσης, θα απέχει για πολύ καιρό των κοινών μας προσπαθειών και των ευθυνών της Ατλαντικής Συμμαχίας. Σαν παλιός φίλος και σύμμαχος, θα μπορεί πάντα να βρει τη θέση της να την περιμένει, έως ότου αποφασίσει να αναλάβει και πάλι τον ηγετικό ρόλο που της αρμόζει», ανέφερε ο πρόεδρος των Η.Π.Α. στην απαντητική του επιστολή.
Αλλά και οι τελευταίες ελπίδες των Αμερικανών εξανεμίστηκαν στη σύνοδο των υπουργών Εξωτερικών του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες στο διάστημα 6-9 Ιουνίου του 1966[25]. Η αποχώρηση της Γαλλίας από το ΝΑΤΟ έθεσε συν τοις άλλοις και σοβαρά λογιστικά προβλήματα. Πάνω από 30.000 Αμερικανοί και Καναδοί πέραν των υπολοίπων που προέρχονταν από τις ευρωπαϊκές νατοϊκές χώρες, έπρεπε να αναδιαταχθούν σε νέες στρατιωτικές βάσεις στη Γερμανία, τη Μεγάλη Βρετανία, το Βέλγιο και την Ολλανδία. Το ίδιο και 800.000 τόνοι πολεμικού υλικού έπρεπε να απομακρυνθούν από τη Γαλλία και να μεταφερθούν σε αποθήκες άλλων νατοϊκών χωρών, ενώ έπρεπε να μεταφερθούν και τα κυριότερα επιτελικά όργανα του ΝΑΤΟ, τα οποία είχαν έδρα τη Γαλλία.
Στις 14 Σεπτεμβρίου του 1966 το Συμβούλιο Μονίμων Αντιπροσώπων του ΝΑΤΟ αποφάσισε να μεταφερθεί από το Παρίσι στο προάστιο Καστό των Βρυξελλών το Ανώτατο Αρχηγείο των Συμμαχικών Δυνάμεων (SHAPE). Στη Στουτγκάρδη μεταφέρθηκε το Ανώτατο Αρχηγείο των αμερικανικών δυνάμεων που στάθμευαν στην Ευρώπη (EUCOM). Δεδομένου ότι η Γαλλία παρέμεινε στο πολιτικό σκέλος του ΝΑΤΟ και δεν είχε αντίρρηση να παραμείνει στο Παρίσι η έδρα του Συμβουλίου του ΝΑΤΟ, το θέμα της μεταφοράς της προκάλεσε εντονότατες συζητήσεις μεταξύ των συμμάχων και απειλούσε να προκαλέσει κρίση στις σχέσεις τους.
Οι ΗΠΑ και η Μεγάλη Βρετανία απαίτησαν την άμεση μεταφορά της έδρας του Συμβουλίου, ενώ η Ιταλία, ο Καναδάς, η Δανία και η Πορτογαλία ζήτησαν να παραμείνει στο Παρίσι, ώστε να διευκολύνεται ψυχολογικά ενδεχόμενη μελλοντική επιστροφή της Γαλλίας στο ΝΑΤΟ. Τελικά, κάτω από την ασφυκτική πίεση της Ουάσινγκτον, στις 16 Οκτωβρίου αποφασίστηκε ομόφωνα η μεταφορά της έδρας του Συμβουλίου στις Βρυξέλλες[26].
Στις 16 Οκτωβρίου του 1967 εγκαινιάστηκαν στις Βρυξέλλες οι νέες κτιριακές εγκαταστάσεις του ΝΑΤΟ και οι σημαίες των χωρών-μελών και της Συμμαχίας κυμάτισαν για πρώτη φορά στο στρατηγείο. Νωρίτερα, στις 31 Μαρτίου του 1967, εγκαινιάστηκε το στρατηγείο του SHAPE στη βελγική πόλη Καστό. Κατά την έπαρση της σημαίας του ΝΑΤΟ έσπασε η τροχαλία του ιστού και μέχρι να διορθωθεί, τη σημαία κρατούσαν ευλαβικά δύο αξιωματικοί, ένας Ολλανδός και ένας Αμερικανός[27].
Στις 11 Μαρτίου του 2009 ο τότε Γάλλος πρόεδρος Νικολά Σαρκοζύ ανακοίνωσε επίσημα την επιστροφή της χώρας στο στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ.
# | Όνομα (γέννηση-θάνατος) | Χώρα | Διάρκεια |
---|---|---|---|
1 | Χέιστινγκς Ισμέι (1887-1965) |
Ηνωμένο Βασίλειο | 4 Απριλίου 1952 – 16 Μαΐου 1957 |
2 | Πoλ Ανρί Σπάακ (1899-1972) |
Βέλγιο | 16 Μαΐου 1957 – 21 Απριλίου 1961 |
3 | Ντιρκ Στίκερ (1897-1979) |
Ολλανδία | 21 April 1961 – 1 Αυγούστου 1964 |
4 | Μάνλιο Μπρόζιο (1897-1980) |
Ιταλία | 1 Αυγούστου 1964 – 1 Οκτωβρίου 1971 |
5 | Τζόζεφ Λουνς (1911-2002) |
Ολλανδία | 1 Οκτωβρίου 1971 – 25 Ιουνίου 1984 |
6 | Πίτερ Κάρινγκτον (1919-2018) |
Ηνωμένο Βασίλειο | 25 Ιουνίου 1984 – 1 Ιουλίου 1988 |
7 | Μάνφρεντ Βέρνερ (1934-1994) |
Γερμανία | 1 Ιουλίου 1988 – 13 Αυγούστου 1994 |
– | Σέρτζιο Μπαλαντσίνο (1934-2018) |
Ιταλία | 13 Αυγούστου 1994 – 17 Οκτωβρίου 1994 |
8 | Βίλι Κλάες (1938-) |
Βέλγιο | 17 Οκτωβρίου 1994 – 20 Οκτωβρίου 1995 |
– | Σέρτζιο Μπαλαντζίνο (1934-2018) |
Ιταλία | 20 Οκτωβρίου 1995 – 5 Δεκεμβρίου 1995 |
9 | Χαβιέ Σολάνα (1942-) |
Ισπανία | 5 Δεκεμβρίου 1995 – 6 Οκτωβρίου 1999 |
10 | Τζορτζ Ρόμπερτσον (1946-) |
Ηνωμένο Βασίλειο | 14 Οκτωβρίου 1999 – 17 Δεκεμβρίου 2003 |
– | Αλεσάντρο Μινούτο Ρίτζο (1940-) |
Ιταλία | 17 Δεκεμβρίου 2003 – 1 Ιανουαρίου 2004 |
11 | Γιάπ ντε Χόοπ Σέφερ (1948-) |
Ολλανδία | 1 Ιανουαρίου 2004 – 1 Αυγούστου 2009 |
12 | Άντερς Φογκ Ράσμουσεν (1953-) |
Δανία | 1 Αυγούστου 2009 – 30 Σεπτεμβρίου 2014 |
13 | Γενς Στόλτενμπεργκ (1959-) |
Νορβηγία | 1 Οκτωβρίου 2014 — |
# | Όνομα | Χώρα | Διάρκεια |
---|---|---|---|
1 | Γιόνκερ βαν Βρέντεμπουχ | Ολλανδία | 1952–1956 |
2 | Μπάρον Άντολφ Μπέντικ | Ολλανδία | 1956–1958 |
3 | Αλμπερίκο Κασάρντι | Ιταλία | 1958–1962 |
4 | Γκουίντο Κολόνα ντι Παλιάνο | Ιταλία | 1962–1964 |
5 | Τζέιμς Α. Ρόμπερτς | Καναδάς | 1964–1968 |
6 | Οσμάν Ολκάι | Τουρκία | 1969–1971 |
7 | Πάολο Πάνσα Τσεντρόνιο | Ιταλία | 1971–1978 |
8 | Ρινάλντο Πετρινιάνι | Ιταλία | 1978–1981 |
9 | Έρικ ντα Ριν | Ιταλία | 1981–1985 |
10 | Μαρτσέλο Γκουίντι | Ιταλία | 1985–1989 |
11 | Αμεντέο ντε Φράνσις | Ιταλία | 1989–1994 |
12 | Σέρτζιο Μπαλαντζίνο | Ιταλία | 1994–2001 |
13 | Αλεσάντρο Μινούτο Ρίτζο | Ιταλία | 2001–2007 |
14 | Κλαούντιο Μπισονιέρο | Ιταλία | 2007–2012 |
15 | Αλεξάντερ Βέρσμποου | Ηνωμένες Πολιτείες | 2012– |
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.