πρώην χώρα στον Καύκασο From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Δημοκρατία του Αρτσάχ (αρμενικά: Արցախի Հանրապետություն Arts'akhi Hanrapetut'yun),[1][2] ή απλά Αρτσάχ, κοινώς γνωστή με το προηγούμενο όνομά της Δημοκρατία του Ναγκόρνο-Καραμπάχ (1991 - 2017), ήταν μια μονομερώς ανακηρυγμένη, μη αναγνωρισμένη δημοκρατία στον Νότιο Καύκασο. Η περιοχή θεωρούνταν από τον ΟΗΕ μέρος του Αζερμπαϊτζάν, αλλά ήταν υπό τον έλεγχο των Αρμένιων αυτονομιστών. Η Δημοκρατία του Αρτσάχ έλεγχε μεγάλο μέρος της παλαιάς αυτόνομης περιοχής του Ναγκόρνο Καραμπάχ της ΕΣΣΔ και πριν τον πόλεμο του 2020 κάποιες γειτονικές περιοχές που της έδιναν κοινά σύνορα με την Αρμενία προς τη δύση (οι οποίες δόθηκαν στο Αζερμπαϊτζάν μετά από συμφωνία εκεχειρίας), το Αζερμπαϊτζάν στα βόρεια, τα ανατολικά και τα νότια.[3] Από την 1 Ιανουαρίου 2024, έπαψε να υφίσταται και συγχωνεύθηκε με το Αζερμπαϊτζάν.
Τα γεγονότα ή τα δεδομένα που περιγράφει το λήμμα έχουν μεταβληθεί και χρειάζεται ενημέρωση με πιο πρόσφατες πληροφορίες. Αίτιο: Πόλεμος του Ναγκόρνο-Καραμπάχ (2020) Σήμανση: Νοέμβριος 2020 Παρακαλούμε βελτιώστε το λήμμα ενημερώνοντάς το, μη ξεχνώντας να αναφέρετε και αξιόπιστες πηγές. Μπορεί να υπάρχουν πληροφορίες και στη σελίδα συζήτησης του λήμματος. |
Δημοκρατία του Αρτσάχ
Արցախի Հանրապետություն Αρτσάχι Χανραπετουτίουν | |||
---|---|---|---|
| |||
Στεπανακέρτ (de facto) | |||
Αρμενικά Ρωσικά | |||
• Σύνολο | 3.170 km² km2 | ||
Πληθυσμός • Απογραφή 2015 | 150.932 | ||
Νόμισμα | Ντραμ Αρμενίας (AMD) (de facto)1 | ||
UTC+4 (DST +5) | |||
Οδηγούν στα | Δεξιά | ||
Κωδικός κλήσης | +374 97 (Karabakh Telecome GSM)2 | ||
1. Μονομερής χρήση, από τη Δημοκρατία του Αρτσάχ, η οποία δεν έχει δικό της νόμισμα, ενώ διαθέτει επίσης και της δικές, εθνικές όψεις στα κέρματα. 2. Ανεπίσημο, μέσω Αρμενίας (χωρίς διεθνή αναγνώριση) |
Η περιοχή του Ναγκόρνο-Καραμπάχ με αρμενικό κατά βάση πληθυσμό διεκδικήθηκε τόσο από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Αζερμπαϊτζάν, όσο και από την Πρώτη Δημοκρατία της Αρμενίας, όταν οι δύο χώρες απέκτησαν την ανεξαρτησία τους το 1918, μετά την πτώση της Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Κατά τα χρόνια της Σοβιετικής Ένωσης, το 1923, ιδρύθηκε η αυτόνομη περιοχή (όμπλαστ) του Ναγκόρνο-Καραμπάχ εντός της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Αζερμπαϊτζάν. Με τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991, η περιοχή υπήρξε το κέντρο μιας νέας διαμάχης ανάμεσα στην Αρμενία και το Αζερμπαϊτζάν. Το 1991, ένα δημοψήφισμα πραγματοποιήθηκε στην περιοχή του Ναγκόρνο - Καραμπάχ και τη γειτονική επαρχία Σαχουμιάν και οδήγησε στη διακήρυξη της ανεξαρτησίας. Οι μεγάλης κλίμακας εθνοτικές συγκρούσεις οδήγησαν στον Πόλεμο του Ναγκόρνο Καραμπάχ στο διάστημα 1991-1994, που τελείωσε με κατάπαυση του πυρός και διαμόρφωσε τα σύνορα που υπήρχαν μέχρι το 2020 όπου ξέσπασε ο δεύτερος πόλεμος στην περιοχή και η Αρμενία με συμφωνία εκεχειρίας επέστρεψε μέρος της περιοχής στο Αζερμπαϊτζάν.[4]
Η Δημοκρατία του Αρτσάχ ήταν προεδρική δημοκρατία (μετά το δημοψήφισμα του 2017, όπου εγκρίθηκε και η μετονομασία της χώρας) με ένα νομοθετικό σώμα. Η εξάρτηση του Αρτσάχ από την Αρμενία σε πολλούς τομείς ήταν τόσο μεγάλη που λειτουργούσε ως ντε φάκτο μέρος της Αρμενίας. Η χώρα ήταν ορεινή, ενώ ο πληθυσμός ήταν κυρίως χριστιανικός και στενά συνδεδεμένος με την Αρμενική Αποστολική Εκκλησία. Πολλά ιστορικά μοναστήρια είναι δημοφιλή στους τουρίστες, που προέρχονται ως επί το πλείστον από την αρμενική διασπορά, καθώς τα ταξίδια διεξάγονται εύκολα μόνο μεταξύ της Αρμενίας και του Αρτσάχ.
Στις 19 Σεπτεμβρίου 2023, το Αζερμπαϊτζάν εξαπέλυσε επίθεση εναντίον των εναπομεινάντων εδαφών που παρέμειναν υπό την κυριαρχία του Αρτσάχ μετά τον πόλεμο του 2020, η οποία έληξε με παράδοση των Αρμενικών αυτονομιστικών δυνάμεων μετά από 24 ώρες. Ύστερα ανακοινώθηκε πως από την 1η Ιανουαρίου 2024 η Δημοκρατία του Αρτσάχ θα πάψει να υφίσταται με τη διάλυση όλων των κυβερνητικών θεσμών και οργανώσεων.[5]
Η Δημοκρατία του Αρτσάχ βρισκόταν στην οροσειρά του Καυκάσου στην ευρύτερη περιοχή του Καραμπάχ. Το όνομα Καραμπάχ για πρώτη φορά συναντάται σε γεωργιανές και περσικές πηγές του 13ου και 14ου αιώνα και αναφέρεται σε ένα αρμενικό πριγκιπάτο, γνωστό από τους σύγχρονους ιστορικούς ως Βασίλειο του Αρτσάχ ή Κνάχεν.
Κατά την πρώιμη αρχαιότητα η περιοχή κατοικούνταν από τον λαό Κούρα-Άραξη, που ονομάστηκε έτσι από τους σύγχρονους ιστορικούς, επειδή κατοικούσε μεταξύ των δύο αυτών ποταμών. Λίγα είναι γνωστά για την αρχαία ιστορία της περιοχής, αν και έχουν βρεθεί κάποια κοσμήματα που γράφουν επάνω το όνομα του βασιλιά των Ασσυρίων Αντάντ-Νιραρί.
Για πρώτη φορά η περιοχή του Αρτσάχ αναφέρεται σε επιγραφές του Σαρντούρ Β΄, βασιλιά της Ουραρτού (763 - 734 π.Χ) ως Ουρτεχίνι. Ο Στράβωνας ονομάζει την περιοχή Ορχισθένη (Ορχιστένα, σ.σ. Αρτσάχ) και τη θεωρεί περιοχή της Αρμενίας με μεγάλο αριθμό ιππέων[6]. Ο Στράβωνας απαριθμεί όλους τους Αρμένιους βασιλείς μέχρι το 189 π.Χ, αλλά δεν αναφέρει καθόλου την Ορχιστένα όταν μιλά γι' αυτούς. Αυτό ίσως να σημαίνει πως η περιοχή προηγήθηκε χρονικά της Αρμενικής Αυτοκρατορίας. Οι αρχαίοι κάτοικοι του Αρτσάχ μιλούσαν μια διάλεκτο των αρμενικών.
Η Δημοκρατία του Αρτσάχ ήταν μια προεδρική δημοκρατία μετά το δημοψήφισμα του 2017. Η θέση του πρωθυπουργού έχει καταργηθεί και η εκτελεστική εξουσία ασκούνταν από τον Πρόεδρο που ήταν και ο αρχηγός του κράτους και επικεφαλής της κυβέρνησης. Ο πρόεδρος εκλεγόταν άμεσα για δύο συνεχόμενες πενταετίες. Ο τελευταίος Πρόεδρος ήταν ο Μπακό Σαχακιάν.[7]
Η Εθνική Συνέλευση αποτελούσε ένα ενιαίο νομοθετικό σώμα. Έχει 33 μέλη, τα οποία εκλέγονταν για 5 χρόνια.[8] Οι εκλογές διεξάγονταν μέσα σε ένα πολυκομματικό σύστημα. Το 2009, η Αμερικανική ΜΚΟ Freedom House κατέταξε τη Δημοκρατία του Αρτσάχ σε ανώτερη θέση από τις Δημοκρατίες της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν όσον αφορά τον σεβασμό προς τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα.[9][10][11] Οι εκλογές στο Αρτσάχ δεν αναγνωρίζονταν από διεθνείς οργανισμούς, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση και ο Οργανισμός Ισλαμικής Συνεργασίας, καθώς και από πολλές επιμέρους χώρες.[12][13][14]
Πολιτικά η Δημοκρατία του Αρτσάχ, όπως και σε πολλούς άλλους τομείς, εξαρτιόταν σε μεγάλο βαθμό από την Αρμενία και λειτουργούσε ουσιαστικά ως ντε φάκτο μέρος της Αρμενίας.[15][16]
Στις 3 Νοεμβρίου 2006, ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, ο Αρκάντι Γουκασιάν, υπέγραψε διάταγμα για να διοργανωθεί δημοψήφισμα για το Σύνταγμα του Ναγκόρνο-Καραμπάχ.[17] Αυτό πραγματοποιήθηκε στις 10 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους[18] και οι ψηφοφόροι με συντριπτική πλειοψηφία ενέκριναν το νέο Σύνταγμα.[19] Σύμφωνα με τα επίσημα προκαταρκτικά αποτελέσματα το ποσοστό συμμετοχής άγγιξε το 87,2% και από αυτούς το 98,6% των ψηφοφόρων ενέκρινε το Σύνταγμα. Το Πρώτο άρθρο του εγγράφου περιέγραφε την τότε Δημοκρατία του Ναγκόρνο-Καραμπάχ ως «κυρίαρχο, δημοκρατικό, νομικό και κοινωνικό κράτος».[20]
Ωστόσο, η ψηφοφορία επικρίθηκε αυστηρά από οργανώσεις, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, ο ΟΑΣΕ και ο Οργανισμός για τη Δημοκρατία και την Οικονομική Ανάπτυξη (GUAM), που απέρριψαν το δημοψήφισμα, θεωρώντας το παράνομο.[21] Το αποτέλεσμα επέκρινε επίσης και η Τουρκία, η οποία παραδοσιακά υποστηρίζει το Αζερμπαϊτζάν σε όλα σχεδόν τα πολιτικά ζητήματα εξαιτίας της κοινής καταγωγής των Τούρκων με τους Αζέρους, και είχε ιστορικά σοβαρές εντάσεις με την Αρμενία.[22][23]
Ένα δεύτερο δημοψήφισμα πραγματοποιήθηκε στις 20 Φεβρουαρίου 2017, με 87.6% των ψηφοφόρων να ψηφίζει υπέρ της θέσπισης νέου Συντάγματος. Η συμμετοχή άγγιξε το 76%. Το σύνταγμα αυτό, μεταξύ άλλων, μετέτρεψε το σύστημα της κυβέρνησης από ημι-προεδρικό σε πλήρως προεδρικό και άλλαξε το επίσημο όνομα της χώρας από Δημοκρατία του Ναγκόρνο-Καραμπάχ σε Δημοκρατία του Αρτσάχ[24][25] Το νέο όνομα υπονοούσε μια αξίωση για τις περιοχές πέρα από το Ναγκόρνο-Καραμπάχ που ελέγχονταν επίσης από τη Δημοκρατία του Αρτσάχ. Το Προεδρικό σύστημα θεωρήθηκε ότι θα επέτρεπε την ταχύτερη λήψη αποφάσεων σε θέματα ασφαλείας. Για πολλούς το δημοψήφισμα του 2017 θεωρείται απάντηση στις συγκρούσεις του 2016 στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ.[26]
Το Υπουργείο Εξωτερικών είχε έδρα τη Στεπανακέρτ. Η Δημοκρατία του Αρτσάχ λειτουργούσε πέντε μόνιμες Αποστολές και ένα Γραφείο κοινωνικοπολιτικών πληροφοριών στη Γαλλία. Μόνιμες Αποστολές υπήρχαν στην Αρμενία, την Αυστραλία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, τη Ρωσία, τις Ηνωμένες Πολιτείες, και ένα για τις χώρες της Μέσης Ανατολής με έδρα τη Βηρυτό.[27] Στόχος των γραφείων αυτών ήταν να παρουσιάζουν τις επίσημες θέσεις του κράτους, να παρέχουν πληροφορίες και να διευκολύνουν την ειρηνευτική διαδικασία.
Η Δημοκρατία του Αρτσάχ είχε άριστες σχέσεις με την Αρμενία. Σε ομιλία του το 2015, ο Πρόεδρος της Αρμενίας Σερζ Σαρκισιάν, δήλωσε ότι θεωρεί το Ναγκόρνο-Καραμπάχ «αναπόσπαστο κομμάτι της Αρμενίας».[28]
Η Δημοκρατία του Αρτσάχ ήταν μέλος της Κοινότητας για τη Δημοκρατία και τα Δικαιώματα των Εθνών, κοινώς γνωστή ως «Κοινοπολιτεία των μη αναγνωρισμένων εθνών».
Σύμφωνα με το Σύνταγμα του Αρτσάχ ο στρατός βρισκόταν υπό τον άμεσο έλεγχο της κυβέρνησης.[29] Η Αμυντική Δύναμη του Αρτσάχ ιδρύθηκε επίσημα στις 9 Μαΐου 1992, με στόχο την άμυνα κατά του Αζερμπαϊτζάν. Πολέμησε τον στρατό του Αζερμπαϊτζάν έως την κατάπαυση του πυρός στις 12 Μαΐου του 1994.[30] Μέχρι την διάλυσή του Αρτσάχ, η Αμυντική Δύναμη του αποτελούνταν από περίπου 18.000–20.000 αξιωματικούς και στρατιώτες. Ωστόσο, μόνο 8.500 πολίτες υπηρετούσαν στον στρατό του Αρτσάχ και περίπου 10.000 προέρχονταν από την Αρμενία. Υπάρχουν επίσης 177-316 τανκ, 256-324 επιπλέον οχήματα μάχης, και 291-322 όπλα και όλμοι. Πολλές από τις προμήθειες όπλων της Αρμενίας πηγαίνανε κατευθείαν στην περιοχή του Αρτσάχ.[31]
Η περιοχή του Ναγκόρνο-Καραμπάχ θεωρούνταν μία από τις πιο βαριά ναρκοθετημένες περιοχές της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Τα Ηνωμένα Έθνη και οι ΗΠΑ είχαν υπολογίσει τον αριθμό των ναρκών στη χώρα σε 100.000.[εκκρεμεί παραπομπή] Εξαιτίας των ναρκών υπήρξαν πολλές απώλειες αμάχων. Το Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών για την Ανάπτυξη (UNDP) ισχυρίζεται ότι 123 άνθρωποι σκοτώθηκαν και πάνω από 300 τραυματίστηκαν από νάρκες ξηράς από την ανακωχή του 1994 και μετά.[32]
Μέχρι τη διάλυσή της, η Δημοκρατία του Αρτσάχ ήταν ένα ντε φάκτο ανεξάρτητο κράτος. Είχε στενές σχέσεις με τη Δημοκρατία της Αρμενίας και χρησιμοποιούσε το ίδιο νόμισμα, το δράμι. Σύμφωνα με το παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων «από την αρχή της σύγκρουσης στο Καραμπάχ, η Αρμενία παρείχε ενισχύσεις, όπλα και εθελοντές. Η αρμενική ανάμειξη στο Αρτσάχ κλιμακώθηκε μετά την επίθεση του Αζερμπαϊτζάν τον Δεκέμβριο του 1993. Η Δημοκρατία της Αρμενίας άρχισε να στέλνει στρατιώτες και τακτικό στρατό και στρατεύματα του υπουργείου εσωτερικών για να πολεμήσουν στο Αρτσάχ.»[33] Η πολιτική σκηνή της Αρμενίας και του Αρτσάχ ήταν τόσο στενά συνυφασμένη, ώστε ο πρώην πρόεδρος της Δημοκρατίας του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, Ρομπέρτ Κοτσαριάν, έγινε αρχικά πρωθυπουργός (από το 1994 έως το 1997) και στη συνέχεια πρόεδρος της Αρμενίας (από το 1998 έως το 2008).
Ωστόσο, οι αρμενικές κυβερνήσεις έχουν επανειλημμένα δεχθεί διεθνείς πιέσεις για να μην ενωθούν τα δύο κράτη, λόγω των διαπραγματεύσεων που διεξάγονται υπό την αιγίδα της Ομάδας του Μινσκ του ΟΑΣΕ.
Το Αζερμπαϊτζάν είχε ζητήσει επισήμως να αποσυρθούν τα αρμενικά στρατεύματα από όλες τις επίμαχες περιοχές του Αζερμπαϊτζάν εκτός του Ναγκόρνο-Καραμπάχ και όλοι οι εκτοπισμένοι να μπορούν να επιστρέψουν στα σπίτια τους.[εκκρεμεί παραπομπή] Η Αρμενία ισχυριζόταν ότι το Ναγκόρνο-Καραμπάχ δεν ανήκει στο Αζερμπαϊτζάν και πιστεύει στην αυτοδιάθεση των κατοίκων της περιοχής.[34]
Το 2008 ο πρόεδρος του Αζερμπαϊτζάν Ιλχάμ Αλίγιεφ, δήλωσε ότι «το Ναγκόρνο-Καραμπάχ δεν θα γίνει ποτέ ανεξάρτητο, η θέση μας υποστηρίζεται από διεθνείς μεσολαβητές, η Αρμενία πρέπει να αποδεχθεί την πραγματικότητα».
Στις 14 Μαρτίου 2008, η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών ενέκρινε ένα μη δεσμευτικό ψήφισμα με ψήφους 39 υπέρ και 7 κατά, με 100 αποχές, επιβεβαιώνοντας την εδαφική ακεραιότητα του Αζερμπαϊτζάν και εκφράζοντας την υποστήριξη των διεθνώς αναγνωρισμένων συνόρων της χώρας, απαιτώντας την άμεση απόσυρση όλων των αρμενικών δυνάμεων από όλα τα κατεχόμενα εδάφη.[35]
Κανένα κράτος-μέλος του ΟΗΕ δεν έχει αναγνωρίσει το Αρτσάχ, παρόλο που κάποιες μη αναγνωρισμένες κρατικές οντότητες το έχουν αναγνωρίσει.
Η σύγκρουση στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ είχε ως αποτέλεσμα τη μετατόπιση 528.000 Αζέρων από τα αρμενικά εδάφη, συμπεριλαμβανομένου του Αρτσάχ.
Στις 27 Σεπτεμβρίου του 2020, ξέσπασε δεύτερη αναταραχή μεταξύ της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν για το Αρτσάχ, η οποία κόστισε σημαντικό αριθμό ζωών.[43]. Το Αζερμπαϊτζάν κατέλαβε εδάφη κυρίως στο νότιο μέρος της περιοχής. Μία συμφωνία κατάπαυσης του πυρός υπεγράφη στις 10 Νοεμβρίου 2020 μεταξύ της Αρμενίας, του Αζερμπαϊτζάν και της Ρωσίας για να σταματήσει η νέα σύγκρουση και, προέβλεπε την αποχώρηση της Αρμενίας από τις γύρω περιοχές που περιβάλλουν τον πρώην θύλακα του Ναγκόρνο Καραμπάχ, ενώ το Αζερμπαϊτζάν θα διατηρούσε τον έλεγχο των περιοχών εντός του θύλακα που είχε ήδη καταλάβει κατά τη διάρκεια του πολέμου. Η συμφωνία περιλάμβανε διατάξεις για ανάπτυξη ρωσικής ειρηνευτικής δύναμης στην περιοχή, με τον Ρώσο Πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν να δηλώνει ότι σκοπεύει η τρέχουσα συμφωνία «να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για μια μακροπρόθεσμη διευθέτηση»[44]. Η Αρμενία και οι αποσχισθείσες δυνάμεις διατήρησαν τον έλεγχο εντός του θύλακα του Ναγκόρνο Καραμπάχ που δεν είχαν περιέλθει υπό τον έλεγχο των Αζερικών δυνάμεων κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης (συμπεριλαμβανομένης της πρωτεύουσας Στεπανακέρτ).
Μεταξύ του Αρμενικού λαού η συμφωνία περιγράφη ως ήττα η οποία πυροδότησε διαδηλώσεις στην Αρμενία ζητώντας την παραίτηση της κυβέρνησης. Η μεταπολεμική αψιμαχία συνεχίστηκε στην περιοχή και αυτό είχε ως αποτέλεσμα να ξεσπάσει μια σειρά νέων συγκρούσεων μεταξύ των στρατευμάτων της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν κατά μήκος των συνόρων, σηματοδοτώντας μια μεγάλη κλιμάκωση στη συνοριακή κρίση Αρμενίας-Αζερμπαϊτζάν 2021–2022 κυρίως κατά τον Σεπτέμβριο του 2022[45].
Μεταξύ 19 και 20 Σεπτεμβρίου 2023, το Αζερμπαϊτζάν εξαπέλυσε επίθεση στα εδάφη που παρέμειναν υπό την κυριαρχία του Αρτσάχ μετά από τον πόλεμο του 2020. Η επίθεση έληξε με εκεχειρία ύστερα από 24 ώρες, με τον όρο οι Αρμενικές αυτονομιστικές δυνάμεις να παραδώσουν τον στρατιωτικό εξοπλισμό και να ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις για την επανένταξη της περιοχής στο Αζερμπαϊτζάν.[46] Στις 28 Σεπτεμβρίου 2023, η κυβέρνηση του Αρτσάχ ανακοίνωσε πως από την 1η Ιανουαρίου 2024, η Δημοκρατία θα πάψει να υφίσταται, με τη διάλυση όλων των κυβερνητικών θεσμών και οργανώσεων.[5] Η περιοχή σταδιακά επεστράφη υπό τον έλεγχο του Αζερμπαϊτζάν ενώ, η Αρμενία ανακοίνωσε πως μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου, τουλάχιστον 100.000 εθνικά Αρμένιοι της περιοχής (από τους συνολικά 120.000), είχαν εγκαταλείψει το Αρτσάχ με προορισμό την Αρμενία.[47]
Ο Σαμβέλ Σαχραμανιάν εξελέγη ως ο μοναδικός υποψήφιος και ανέλαβε πρόεδρος στις 10 Σεπτεμβρίου 2023.[48][49] Κρατικός υπουργός ανέλαβε ο Αρτούρ Χαρουτιουνιάν στις 18 Σεπτεμβρίου 2023.[50]
Το Αρτσάχ ήταν ορεινό. Είχε έκταση 11.500 τετραγωνικών χιλιομέτρων και συνόρευε με την Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν και το Ιράν. Η υψηλότερη κορυφή στη χώρα είναι το Όρος Μραβ στα 3.340 μέτρα.[51]
Το κλίμα της περιοχής είναι ήπιο και εύκρατο. Η μέση θερμοκρασία είναι 11 °C (52 °F), η οποία κυμαίνεται κάθε χρόνο μεταξύ 22 °C (72 °F) τον Ιούλιο και −1 °C (30 °F) τον Ιανουάριο.
Πάνω από 2.000 είδη φυτών υπάρχουν στα εδάφη που βρισκόταν το Αρτσάχ και περισσότερο από το 36% της χώρας ήταν δασικές εκτάσεις. Η χλωρίδα βρισκόταν ως επί το πλείστον στις στέπες και σε αλπικά τοπία και τούνδρες.
Η Δημοκρατία του Αρτσάχ διαιρούνταν σε οκτώ διοικητικές περιφέρειες. Αυτές περιλάμβαναν τις πέντε περιοχές της πρώην αυτόνομης περιοχής του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, την επαρχία Σαχουμιάν, η οποία βρίσκεται αυτή τη στιγμή υπό τον έλεγχο των αζέρικων δυνάμεων και τις επτά περιοχές γύρω από το πρώην Ναγκόρνο-Καραμπάχ που ήταν υπό τον έλεγχο του Αρτσάχ.
Το 2015, ο πληθυσμός της χώρας ήταν 150.932 και αποτελούνταν από 95% Αρμένιους και 5% άλλους λαούς.[αμφίβολο ] Τον Μάρτιο του 2007, η τοπική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι ο πληθυσμός ήταν 138.000. Το ετήσιο ποσοστό γεννήσεων καταγράφηκε στις 2.200–2.300 ανά έτος, μια αύξηση από σχεδόν 1.500 το 1999.
Πληθυσμός κατά επαρχία:
Το μεγαλύτερο μέρος του αρμενικού πληθυσμού του Αρτσάχ ήταν Χριστιανοί και άνηκαν στην Αρμενική Αποστολική Εκκλησία, η οποία ήταν μια ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία.
Ακολουθούσε ένα μικρό ποσοστό Ανατολικών Ορθόδοξων και Ευαγγελικών δογμάτων, παρόλο που οι στρατιωτικές αρχές απαγόρευαν κάθε Χριστιανική αιρετική δραστηριότητα στο Αρτσάχ για να υπάρχουν ειρηνικές σχέσεις μεταξύ των πολιτών.[52]
Το Γκαντζασάρ ήταν ένα ιστορικό μοναστήρι του Αρτσάχ. Άλλο μοναστήρι είναι το Νταντιβάνκ ή αλλιώς Χουταβάνκ που χτίστηκε μεταξύ του 9ου και του 13ου αιώνα. Στόχος της κυβέρνησης ήταν να συμπεριλάβει το μοναστήρι Γκαντζασάρ στον κατάλογο των μνημείων παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομίας της Ουνέσκο.
Το μοναστήρι Αμαράς του 4ου αιώνα ιδρύθηκε από τον εξέχοντα Αρμένιο Άγιο, τον Άγιο Γρηγόριο τον Διαφωτιστή, που έκανε την Αρμενία το πρώτο Χριστιανικό κράτος στον κόσμο το 301 μ.Χ.
Η κοινωνικοοικονομική κατάσταση της Δημοκρατίας του Αρτσάχ σε μεγάλο βαθμό επηρεάστηκε από τη σύγκρουση. Ωστόσο, ξένες επενδύσεις είχαν αρχίσει να έρχονται. Τα περισσότερα και μεγαλύτερα επιχειρηματικά κεφάλαια προέρχονταν από τους Αρμένιους της Αρμενίας, τη Ρωσία, τις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Γαλλία, την Αυστραλία, το Ιράν και τη Μέση Ανατολή.
Ο τομέας των τηλεπικοινωνιών αναπτύχθηκε σε μεγάλο βαθμό με την Karabakh Telecom[53], που επένδυσε εκατομμύρια δολάρια στην κινητή τηλεφωνία με την υποστήριξη μιας λιβανέζικης εταιρείας.
Η εξόρυξη χαλκού και χρυσού έχει αρχίσει να προωθείται από το 2002 με την ανάπτυξη και την έναρξη των εργασιών στο Ντρμπον. Περίπου 27-28 χιλιάδες τόνοι συμπυκνωμάτων παράγονται (υγρό βάρος)[54] με μέση περιεκτικότητα χαλκού γύρω στο 19-21% και χρυσού γύρω στα 32-34 g/t.[55]
Το τραπεζικό σύστημα ελεγχόταν από Artsakhbank, που ήταν η κρατική τράπεζα της χώρας και από έναν αριθμό αρμενικών τραπεζών. Η Δημοκρατία του Αρτσάχ χρησιμοποιούσε το δράμι Αρμενίας ως επίσημο νόμισμά της.
Η Δημοκρατία του Αρτσάχ είχε αναπτύξει μια τουριστική βιομηχανία προσανατολισμένη προς την Αρμενία και την αρμενική διασπορά. Το Αρτσάχ είχε ήδη παρουσιάσει μια μεγάλη αύξηση στον αριθμό των τουριστών τα τελευταία χρόνια, η οποία συνέχιζε να αυξάνεται λόγω των πολλών πολιτιστικών αξιοθέατων στο Αρτσάχ. Μέχρι την διάλυση του Αρτσάχ υπήρχαν εννέα[56] ξενοδοχεία στη Στεπανακέρτ. Το πρακτορείο ανάπτυξης του Αρτσάχ έλεγε πως 4.000 τουρίστες εκτός της Αρμενίας επισκέφθηκαν τη χώρα το 2005. Ο αριθμός αυξήθηκε σε 8.000 το 2010 [57]
Το κόστος διαμονής στο Αρτσάχ ήταν σχετικά πολύ φθηνό σε σύγκριση με την υπόλοιπη περιοχή και κυμαίνεται περίπου στα 25 - 70 US $ ανά άτομο (Μάιος 2017).
Ωστόσο, εκείνοι που ταξίδευαν στο Αρτσάχ χωρίς την προηγούμενη συγκατάθεση και άδεια της κυβέρνησης του Αζερμπαϊτζάν θα στερηθούν την είσοδο στο Αζερμπαϊτζάν, εφόσον η χώρα αυτή θεωρούσε ότι το Αρτσάχ καταλαμβάνεται παράνομα από τον αρμενικό στρατό. Η κυβέρνηση του Αζερμπαϊτζάν διατηρούσε και δημοσίευε ηλεκτρονικά έναν κατάλογο αλλοδαπών που επισκέφτηκαν αυτούς τους κατεχόμενους χώρους χωρίς προηγούμενη έγκριση. Στα τέλη του 2017, ο κατάλογος περιείχε 699 ονόματα με πρόσθετες λεπτομέρειες (ημερομηνία, χώρα, επάγγελμα, σκοπός της επίσκεψης). Ο κατάλογος περιλάμβανε πολλούς δημοσιογράφους και μέλη κοινοβουλίων ξένων χωρών.
Το δίκτυο μεταφορών, το οποίο είχε καταστραφεί εξαιτίας των συγκρούσεων είχε πλέον αισθητά βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια. Ο αυτοκινητόδρομος που συνέδεε το βόρειο με το νότιο Αρτσάχ είχε σε μεγάλο βαθμό διευκολύνει την ανάπτυξη του συστήματος μεταφοράς.[58]
Ο αυτοκινητόδρομος 169 χιλιομέτρων που περνά από τις πόλεις Χαντρούτ, Στεπανακέρτ, Ασκεράν, Μαρτακέρτ αποτελούσε τη σανίδα σωτηρίας του Αρτσάχ. 25 εκατομμύρια δολάρια που προέκυψαν από δωρεές κατά τη διάρκεια του παναρμενικού τηλεμαραθωνίου του Χαγιαστάν αξιοποιήθηκαν για την κατασκευή του δρόμου.[59]
Η διαδρομή από την αρμενική πρωτεύουσα Γερεβάν προς τη Στεπανακέρτ εκτιμάται ότι θα διεξάγεται σε πολύ λιγότερο χρόνο από τον τωρινό που είναι περίπου 8-9 ώρες με το αυτοκίνητο.[60]
Το αεροδρόμιο της Στεπανακέρτ είναι το μοναδικό πολιτικό αεροδρόμιο της Δημοκρατίας του Αρτσάχ. Βρίσκεται περίπου 8 χιλιόμετρα ανατολικά της πρωτεύουσας της χώρας και είναι κλειστό από την έναρξη του πολέμου και για διάστημα μεγαλύτερο των είκοσι χρόνων. Η κυβέρνηση της χώρας προχώρησε το σχέδιο για να ξανανοίξει το αεροδρόμιο από τις αρχές του 2011 και επένδυσε περίπου 1 δισ. δράμια (2.8 εκατομμύρια δολάρια) για την ανακατασκευή από απροσδιόριστες «φιλανθρωπικές πηγές.» Άρχισε να χτίζει ένα νέο τερματικό σταθμό του αεροδρομίου και να επισκευάζει τον διάδρομο στα τέλη του 2009. Σε κάθε περίπτωση, η έλλειψη διεθνούς αναγνώρισης της χώρας καθιστά την άμεση επικοινωνία με τις άλλες χώρες εκτός της Αρμενίας αδύνατη.[61] Τον Μάιο του 2012, ο διευθυντής της Διοίκησης Πολιτικής Αεροπορίας του Αρτσάχ, Τιγκράν Γκαμπριελιάν, ανακοίνωσε ότι το αεροδρόμιο θα αρχίσει να λειτουργεί στα μέσα του 2012.[62] Ωστόσο, το αεροδρόμιο παραμένει κλειστό για πολιτικούς λόγους.
Η εκπαίδευση στη Δημοκρατία του Αρτσάχ είναι υποχρεωτική και παρέχεται δωρεάν μέχρι την ηλικία των 18 ετών. Το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας κληρονόμησε το παλιό σύστημα της Σοβιετικής Ένωσης.[63]
Το σχολικό σύστημα του Αρτσάχ είχε υποστεί σοβαρές ζημιές λόγω της σύγκρουσης, αλλά η κυβέρνηση της χώρας με σημαντική ενίσχυση από τη Δημοκρατία της Αρμενίας και από δωρεές που προήλθαν από την αρμενική διασπορά ανακατασκεύασαν πολλά από τα σχολεία. Η Δημοκρατία έχει περίπου 250 σχολεία διαφόρων μεγεθών. Ο μαθητικός πληθυσμός εκτιμάται σε περισσότερους από 20.000 μαθητές, με σχεδόν τους μισούς να βρίσκονται στην πρωτεύουσα Στεπανακέρτ.
Το κρατικό πανεπιστήμιο του Αρτσάχ ιδρύθηκε με την καταβολή κοινών προσπαθειών της κυβέρνησης της χώρας και της Αρμενίας, με την κύρια πανεπιστημιούπολη να βρίσκεται στη Στεπανακέρτ.
Ο αθλητισμός στο Αρτσάχ οργανώνεται επίσημα από το Υπουργείο Πολιτισμού και Νεολαίας της Δημοκρατίας του Αρτσάχ. Εξαιτίας της έλλειψης διεθνούς αναγνώρισης του Αρτσάχ οι αθλητικές ομάδες της χώρας δεν μπορούν να αγωνιστούν στα περισσότερα διεθνή τουρνουά.
Το ποδόσφαιρο είναι το δημοφιλέστερο άθλημα στη χώρα. Στην πρωτεύουσα Στεπανακέρτ έχει κατασκευαστεί γήπεδο ποδοσφαίρου. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 οι ποδοσφαιρικές ομάδες της χώρας άρχισαν να παίρνουν μέρος σε ορισμένες εγχώριες διοργανώσεις της Δημοκρατίας της Αρμενίας. Η Λερναγίν Αρτσάχ ΦΚ είναι η σημαντικότερη ποδοσφαιρική ομάδα της Στεπανακέρτ. Το ποδοσφαιρικό πρωτάθλημα του Αρτσάχ ξεκίνησε το 2009. Η εθνική ομάδα ποδοσφαίρου Αρτσάχ δημιουργήθηκε το 2012 και έπαιξε τον πρώτο αγώνα της με την εθνική ομάδα ποδοσφαίρου της Αμπχαζίας στο Σοχούμι, ένας αγώνας που τελείωσε με αποτέλεσμα ισοπαλία 1-1. Στον επαναληπτικό αγώνα μεταξύ των δυο ομάδων, ο οποίος πραγματοποιήθηκε στο Στάδιο της Στεπανακέρτ, στις 21 Οκτωβρίου 2012, η ομάδα του Αρτσάχ νίκησε την ομάδα της Αμπχαζίας με 3-0.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.