γαλλική ποδοσφαιρική ομάδα με έδρα την Μασσαλία From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Ολιμπίκ Μαρσέιγ (γαλλικά: Olympique de Marseille, γαλλική προφορά: Ολιμπίκ ντε Μαρσέιγ) συντομευμένο σε OM, είναι γαλλική ποδοσφαιρική ομάδα που ιδρύθηκε το 1899 από τον Ρενέ Ντυφόρ ντε Μονμιράιγ και εδρεύει στην πόλη της Μασσαλίας. Όντας μία από τις πιο δημοφιλείς και πετυχημένες ομάδες της χώρας έχει στην τροπαιοθήκη της μεταξύ άλλων εννέα τίτλους πρωταθλητή Γαλλίας, δέκα Κύπελλα Γαλλίας, τρία Λιγκ Καπ, δύο εγχώρια Σούπερ Καπ, ένα Κύπελλο Ιντερτότο και έναν τίτλο πρωταθλητή του Τσάμπιονς Λιγκ.
Επίσημη ονομασία | Olympique de Marseille και Olympique Étoile Bleue | |||
---|---|---|---|---|
Ίδρυση | 31 Αυγούστου 1899 | |||
Έδρα | Προπονητικό Κέντρο Ρομπέρ Λουί-Ντρεϊφούς και Μασσαλία, Γαλλία | |||
Στάδιο | Σταντ Βελοντρόμ, 8ο δημοτικό διαμέρισμα της Μασσαλίας[1] | |||
Χρώματα | λευκό και γαλάζιο | |||
Ιδιοκτήτης | Φρανκ ΜακΚορτ | |||
Πρόεδρος | Πάμπλο Λονγκόρια | |||
Προπονητής | Ρομπέρτο Ντε Τζέρμπι | |||
Πρωτάθλημα | Λιγκ 1 | |||
Ιστότοπος | Επίσημος ιστότοπος | |||
| ||||
Μέσα κοινωνικής δικτύωσης | ||||
Πολυμέσα σχετικά με την ομάδα | ||||
wikidata ( ) |
Η ομάδα έδινε τους εντός έδρας αγώνες της στο Σταντ ντε λ'Υβόν από το 1904 ως το 1937, οπότε εγκαινιάστηκε το Σταντ Βελοντρόμ. Προηγουμένως, η ομάδα της Μασσαλίας είχε κατακτήσει τον πρώτο της τίτλο στο Κύπελλο Γαλλίας το 1924 και έγινε η πρώτη επαρχιακή ομάδα που κατάκτησε αυτό τον τίτλο. Η OM κατέκτησε στη συνέχεια το πρώτο της εθνικό πρωτάθλημα το 1937, προτού υποβιβαστεί για πρώτη φορά στην ιστορία της στη δεύτερη κατηγορία το 1959. Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1960 πραγματοποιήθηκε μια σειρά εναλλασσόμενων ανόδων και υποβιβασμών, ενώ η επόμενη δεκαετία σηματοδοτήθηκε από την πρώτη διπλή κατάκτηση Πρωταθλήματος και Κυπέλλου στην ιστορία του συλλόγου, το 1972.
Έπειτα από μια δυσμενή περίοδο στις αρχές της δεκαετίας του 1980, κατά την οποία η Μαρσέιγ έφτασε κοντά στη χρεοκοπία, η άφιξη του Μπερνάρ Ταπί έδωσε το έναυσμα για την πλέον επιτυχημένη περίοδο στην ιστορία της ομάδας με τέσσερις συνεχόμενους τίτλους πρωταθλητή, ένα Κύπελλο Γαλλίας και το Τσάμπιονς Λιγκ της περιόδου 1992-1993, που παραμένει το μοναδικό που έχει κερδίσει οποιαδήποτε γαλλική ομάδα μέχρι σήμερα. Η υπόθεση Βαλανσιέν-Μαρσέιγ και οι οικονομικές της επιπτώσεις, όμως, βύθισαν την ομάδα στη δεύτερη κατηγορία. Από την επάνοδό του το 1996 ο σύλλογος ήρθε και πάλι αντιμέτωπος με τη δικαιοσύνη λόγω της υπόθεσης των ισολογισμών της OM και δεν κατάφερε να κερδίσει ξανά κάποιον μεγάλο τίτλο παρά, μεταξύ άλλων, τους δύο τελικούς για το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ (1999 και 2004). Η στείρα αυτή περίοδος έλαβε τέλος με την απόκτηση του τίτλου του πρωταθλητή Γαλλίας τη σεζόν 2009-2010 και τρεις συνεχόμενες κατακτήσεις για το Λιγκ Καπ το 2010, το 2011 και το 2012.
Το 2011 πρόεδρος της ομάδας έγινε ο Βενσάν Λαμπρύν, ενώ μεγαλομέτοχος τότε ήταν η Μαργκαριτά Λουί-Ντρεϊφούς, χήρα του Ρομπέρ Λουί-Ντρεϊφούς. Η πρώτη ομάδα είχε προπονητή τον Ελί Μποπ από τις 4 Ιουλίου 2012 έως τον Δεκέμβρη του 2013 που αντικατέστησε τον Ντιντιέ Ντεσάν ο οποίος σαν προπονητής τη Μαρσέιγ πήρε τους 4 τελευταίους τίτλους ( πρωτάθλημα 2010,λιγκ καπ 2010-2011-2012).Η Μαρσέιγ αγωνίστηκε τη σεζόν 2016-2017 στην πρώτη κατηγορία του γαλλικού ποδοσφαίρου για 66η φορά στην ιστορία της.
Άρθρο 41 του Καταστατικού και των Κανονισμών της OM[2]
Επισήμως, η ομάδα της Ολιμπίκ Μαρσέιγ ιδρύθηκε από τον Ρενέ Ντυφόρ ντε Μονμιράιγ το 1899.[3] Η ομάδα προέρχεται από τη συγχώνευση της Φουτμπόλ Κλαμπ ντε Μαρσέιγ, από την οποία κληρονομεί το σύνθημά της "Droit au but" (ελ: Κατευθείαν στο γκολ), και του συλλόγου ξιφασκίας L'Épée (ελ: Το Σπαθί). Τα καταστατικά του συλλόγου υιοθετούνται στη διάρκεια μιας εντυπωσιακής γενικής συνέλευσης τον Αύγουστο του 1899 και αναγνωρίζονται επίσημα με νομαρχιακή απόφαση στις 12 Δεκεμβρίου 1900.[3] Παρόλα αυτά, σύμφωνα με τον Αντρέ Γκασκάρ, παίκτη, προπονητή και διοικούντα, και στη συνέχεια αρχειοθέτη της OM, ο αθλητικός σύλλογος της Ολιμπίκ ντε Μαρσέιγ ιδρύθηκε το 1892.[4] Εξάλλου, το χαρτί με το λογότυπο του συλλόγου και οι κάρτες των μελών θα φέρουν πάντα τη φράση "fondé en 1892" (ελ: ιδρυμένη το 1892).[3]
Η ομάδα ράγκμπι αποτελεί το πλέον σημαντικό τμήμα του νεοσύστατου σωματείου στις αρχές της ιστορίας του, με σημαντικούς παίκτες στα πρώτα της βήματα όπως οι Χαρί Μπώρ, Καμίγ Μοντάντ ή ο Φερνάν Μπουισόν. Αναγνωρισμένο από την Ένωση Γαλλικών Αθλητικών Εταιρειών (USFSA) το 1894, το ποδόσφαιρο, που εκείνη την εποχή ονομαζόταν "association" (ελ: ένωση, ομοσπονδία), άρχισε να κάνει την πραγματική του εμφάνιση στη Γαλλία από το 1902.[4] Από όλες τις ποδοσφαιρικές ομάδες της πόλης της Μασσαλίας, η Μαρσέιγ κατάφερε, σε σύντομο χρονικό διάστημα, να γίνει η πλέον σημαντική ομάδα χάρη στην οργάνωση και στον προϋπολογισμό της, υποβιβάζοντας τη Σπορτίνγκ Κλαμπ ντε Μαρσέιγ, ή την Ουνιόν Σπορτίβ Φωσεέν σε δεύτερο πλάνο. Εκείνη την εποχή χρησιμοποιούσε ως έδρα της το Σταντ ντε λ’Υβών.[5]
Το 1903, η Μαρσέιγ κατέκτησε για πρώτη φορά στην ιστορία της το τοπικό πρωτάθλημα της περιοχής (στο οποίο συμμετείχαν οι ομάδες της Μασσαλίας και των προαστίων αυτής), ενώ συμμετείχε για πρώτη φορά στο πρωτάθλημα Γαλλίας, το οποίο οργανωνόταν τότε από την USFSA,[6] όπου, ωστόσο, αποκλείστηκε με σχετική ευκολία στον προκριματικό γύρο.[7] Η ομάδα δεν κατάφερε να φτάσει το τελευταίο σκαλοπάτι πριν την κατάκτησή του, αποκλειόμενη στα ημιτελικά το 1904, το 1907 και το 1908,[8] αλλά σε τοπικό επίπεδο είναι ήταν η απόλυτη κυρίαρχος, κατακτώντας έξι συνεχόμενους τίτλους του τοπικού πρωταθλήματος, από το 1903 μέχρι και το 1908. Το αντίπαλον δέος της, η Σταντ Ελβετίκ ντε Μαρσέιγ, ωστόσο, κατάφερε να θέσει ένα τέλος σε αυτή την κυριαρχία, επιτυγχάνοντας, παράλληλα, να αναδειχτεί τρεις φορές πρωταθλήτρια Γαλλίας εκείνο το διάστημα.[8]
Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος θα διακόψει σχεδόν κάθε αθλητική δραστηριότητα. Παρά τα γεγονότα αυτά, όμως, μια νέα διοργάνωση κάνει την εμφάνισή της: το Κύπελλο Γαλλίας. Η Μαρσέιγ θα αποτελέσει την πλέον ένδοξη ομάδα της. Ο πρώτος αγώνας βρίσκει τη Μαρσέιγ να κερδίζει τη Χέρκουλις του Μονακό με σκορ 7-0[9] Μετά τον Μεγάλο Πόλεμο, η Μαρσέιγ γνώρισε την ήττα στον τελικό του τελευταίου πρωταθλήματος που διοργανώθηκε υπό την USFSA, απέναντι στη Χάβρη (4-1).[8] Η Ολιμπίκ ντε Μαρσέιγ πραγματοποίησε με αυτό τον τρόπο την πρώτη της μεγάλη πορεία στο πρωτάθλημα, αν και ο μεγάλος αριθμός και η ποικιλία των εθνικών διοργανώσεων μείωσαν την σπουδαιότητα της συγκεκριμένης πορείας.
Είναι από τις αρχές της δεκαετίας του 1920 που η Ολιμπίκ ντε Μαρσέιγ άρχισε να γίνεται γνωστή και σε εθνικό επίπεδο. Συγκεκριμένα, ο Μαρίνο Νταλαπόρτα ανέλαβε τη θέση του προέδρου το 1921 και ξεκίνησε μια πολιτική αγοράς «παικτών-κραχτών»,[5] μιμούμενος με αυτό τον τρόπο την πολιτική της μεγάλης αντιπάλου Σετ, αποκτώντας στο Παρίσι ενόψει της νέας σεζόν 1923-1924 τον Εντουάρ Κρυ και τον Ζαν Μπουαγιέ, με τον πρώτο να είναι μέλος της εθνικής ενόπλων της χώρας, και τον δεύτερο να έχει συμμετάσχει στην ιστορική νίκη της Εθνικής Γαλλίας απέναντι στην Εθνική Αγγλίας τον Μάιο του 1921 σημειώνοντας το ένα από τα δύο τέρματα της γαλλικής νίκης[10].
Η Μαρσέιγ κατέκτησε το Κύπελλο Γαλλίας το 1924 (νίκη με 3-2 απέναντι στη ΦΚ Σετ στον τελικό), το 1926 και το 1927,[11] αποτελώντας έτσι την πρώτη ομάδα της επαρχίας που κατακτά αυτό το τρόπαιο, όπως και η πρώτη ομάδα στην οποία το Κύπελλο απονέμεται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.[12] Η Μαρσέιγ επανήλθε στην κορυφή της τοπικής ιεραρχίας του ποδοσφαίρου της περιοχής, κατακτώντας δύο φορές τον τίτλο της πρωταθλήτριας της Νοτιοανατολικής Γαλλίας. Η Μαρσέιγ έδωσε συνέχεια την επιτυχημένη της πορεία κατακτώντας το Ερασιτεχνικό Πρωτάθλημα Γαλλίας το 1929 απέναντι στην Κλαμπ Φρανσαί.[13]
Στις αρχές της δεκαετίας του 1930, η Μαρσέιγ εξακολούθησε να κυριαρχεί στο Νοτιοανατολικό Πρωτάθλημα. Όλες αυτές οι επιτυχίες είχαν ως αποτέλεσμα να δώσουν στη Μαρσέιγ τη δυνατότητα να αποτελέσει μέλος των ομάδων που θα γίνονταν επαγγελματικές και που θα έπαιρναν μέρος στο νεοσύστατο Επαγγελματικό Πρωτάθλημα Γαλλίας που δημιουργήθηκε το 1932. Αυτή η εξέλιξη, που έδωσε στην ομάδα και το επαγγελματικό της καταστατικό, είχε ως άμεση συνέπεια την αναδιοργάνωση της λειτουργίας του συλλόγου με την εκλογή ενός προέδρου, ενός γενικού γραμματέα και ενός οικονομικού διευθυντή.[14]
Αυτό το εθνικό πρωτάθλημα είναι χωρισμένο σε δύο ομίλους. Η Μαρσέιγ τερματίζει δεύτερη στον όμιλό της[15] πίσω από τη μελλοντική πρωταθλήτρια Γαλλίας, Ολιμπίκ Λιλουά, παρά το γεγονός ότι την είχε κερδίσει στον εναρκτήριο αγώνα τα σεζόν με το ευρύ 7-0.[16]
Η σεζόν 1933-1934 των Μασσαλών είναι η σεζόν της διπλής αποτυχίας, με τη ΦΚ Σετ ως δήμιο της Μαρσέιγ. Η ημερήσια εφημερίδα L'Auto αναφέρει ξεκάθαρα μία από τις 29 Απριλίου 1934 μετά από μια νίκη με 7-3 απέναντι στη Σπορτίνγκ Κλαμπ Νιμουά:[17] « Η Ολιμπίκ ντε Μαρσέιγ είναι τύποις πρωταθλήτρια Γαλλίας ». Πράγματι η Σετ βρίσκεται μόλις με έναν βαθμό μπροστά και με χειρότερη διαφορά γκολ από τους Μασσαλούς ενώ η Μαρσέιγ έχει ακόμα τρεις αγώνες να δώσει, σε αντίθεση με τη Σετ που δεν έχει κανέναν. Αρκεί στη Μαρσέιγ μια ισοπαλία στη διάρκεια των τριών εναπομείναντων αγώνων της για να πανηγυρίσει τον τίτλο. Η ομάδα της Σετ θα μάθει την είδηση στη διάρκεια μιας περιοδείας στην Αφρική, μετά από μία νίκη απέναντι στους ίδιους αυτούς Μασσαλούς στον τελικό του Κυπέλλου Γαλλίας:[18] η Μαρσέιγ ηττήθηκε στα τρία ματς που χρωστούσε, και η Σετ ανακηρύχτηκε πρωταθλήτρια Γαλλίας.[19]
Η Μαρσέιγ κατακτά τελικά το πρώτο της γαλλικό πρωτάθλημα το 1937 χάρη σε έναν καλύτερο συντελεστή τερμάτων σε σχέση με τη Σοσό Μονμπελιάρ (1,76 έναντι 1,33).[15] Στις 13 Ιουνίου 1937, η Μαρσέιγ χρησιμοποιεί πλέον ως έδρα το Σταντ Βελοντρόμ, που διαθέτει χωρητικότητα 35.000 θέσεων, το οποίο εγκαινιάζει με έναν φιλικό αγώνα απέναντι στην Τορίνο ΦΚ (2-1).[20] Τον ίδιο καιρό, η Μαρσέιγ επιβεβαιώνει τη φήμη της ως « ομάδα του κυπέλλου » κατακτώντας για μία ακόμη φορά το Κύπελλο Γαλλίας το 1935 (γίνεται η ομάδα με τους περισσότερους τίτλους σε αυτή τη διοργάνωση μαζί με τη Ρεντ Σταρ 93[21]) και 1938.[22] Η ομάδα, παρά την αποχώρηση του τερματοφύλακά της Ντι Λορτό με προορισμό τη ΦΚ Σοσό, ενισχύεται με την άφιξη ενός νεαρού Γάλλου επιθετικού, του Μαριό Ζατελλί, του Βραζιλιάνου Τζαγκουάρε ντε Μπεσβεκόνε Βασκονσέλος και του Μαροκινού Λαρμπί Μπενμπαρέκ, γνωστό ως « μαύρη πέρλα ».[23] Οι Μασσαλοί αναδεικνύονται δευτεραθλητές το 1938 και το 1939.
Το ποδόσφαιρο συνεχίζει να υπάρχει παρά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και την επίταξη του Σταδίου Βελοντρόμ από τις ένοπλες δυνάμεις.[24] Με την επιστροφή της στο Σταντ ντε λ'Υβών, η Μαρσέιγ τερματίζει δεύτερη στο πρωτάθλημα της Νοτιοανατολικής ζώνης του 1939-1940, με την εμφάνιση για έναν μόλις αγώνα του Αχμέντ Μπεν Μπελά, μελλοντικού προέδρου της Αλγερίας,[25] και αποτυγχάνει στον τελικό του Κυπέλλου Γαλλίας απέναντι στη ΡΚ Παρί (2-1).[26] Το 1941, η Μαρσέιγ αναδεικνύεται πρωταθλήτρια Γαλλίας της ελεύθερης ζώνης (που δεν είχε καταληφθεί από τους Γερμανούς και ουσιαστικά αποτελούσε τον νότο της Γαλλίας) παρ'όλα αυτά, ο τίτλος αυτός δεν βρίσκεται στη λίστα των τίτλων που έχει κατακτήσει ο σύλλογος. Τη σεζόν 1942-1943, η επίθεση των Μασσαλών αποδεικνύεται άκρως αποτελεσματική: 100 γκολ[15] επιτεύχθηκαν στο πρωτάθλημα, εκ των οποίων τα 20 σε έναν αγώνα απέναντι στην Αβινιόν, που λήγει με σκορ 20-2. Ο Εμανουέλ Αζνάρ θα πετύχει εννέα τέρματα.[27] Την ίδια εποχή, η ομάδα κατακτά το πέμπτο της Κύπελλο Γαλλίας απέναντι στην Μπορντό (4-0), και αυτό χάρη σε μια νέα γενιά ταλαντούχων ποδοσφαιριστών όπως ο Ροζέ Σκοτί και ο Ζωρζ Νταρ. Τη σεζόν 1943-1944 κάνουν την εμφάνισή τους ομοσπονδιακές ομάδες που έχουν δημιουργηθεί από το καθεστώς του Βισύ, που παίρνουν τη θέση των συλλόγων εντός του πρωταθλήματος Γαλλίας. Αρκετοί παίκτες της Μαρσέιγ αγωνίζονται εκείνη την εποχή στην Ομοσπονδιακή Ομάδα Μασσαλίας-Προβηγκίας. Αυτές οι ομοσπονδιακές ομάδες διαλύονται με την Απελευθέρωση. Το 1945, η Μαρσέιγ παίρνει μέρος στο Κύπελλο της Απελευθέρωσης (με το όνομα να αλλάζει στη συνέχεια σε Κύπελλο της Νίκης) και ηττάται στον τελικό στο Σταντ ντε λ’Υβών από τη ΦΚ Μετς.[28]
Μετά από μία 9η και έπειτα μία 6η θέση, η Μαρσέιγ ξαναγίνεται πρωταθλήτρια Γαλλίας το 1948, έντεκα χρόνια μετά τον τελευταίο τίτλο της, χάρη σε μια ισοπαλία στα τελευταία λεπτά ενός αγώνα με τη Σοσό Μονμπελάρ και δύο νίκες απέναντι στην ΚΟ Ρουμπαί-Τουρκουάν (6-0) και τη ΦΚ Μετς (6-3).[29] Την επόμενη χρονιά οι Φωκαείς καταλαμβάνουν την τρίτη θέση. Το 1949, ο πρόεδρος των Μασσαλών Λουί-Μπερνάρ Ντανκώς, ιδρύει μια δεύτερη επαγγελματική ομάδα, την Γκρουπ Σπορτίνγκ Κλαμπ Μαρσεγιαί, γνωστή στη συνέχεια ως « Μαρσέιγ Β΄ », που σύντομα γίνεται απλώς η δεύτερη ομάδα της Μαρσέιγ, και εξαφανίζεται μέσα στην ανωνυμία το 1951.[30]
Το 1952, η Μαρσέιγ γλυτώνει για λίγο τον υποβιβασμό στη δεύτερη κατηγορία, κυρίως χάρη στις εκτελεστικές ικανότητες του Σουηδού επιθετικού της Γκούναρ Άντερσον (πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος), και καταφέρνει να εξασφαλίσει τη θέση της στην πρώτη κατηγορία στα μπαράζ παραμονής απέναντι στη Βαλανσιέν ΦΚ: η Μαρσέιγ ηττάται με 3-1 στον πρώτο αγώνα προτού επιβληθεί με 4-0 στον δεύτερο αγώνα.[31] Αυτή η σεζόν χαρακτηρίζεται από μια βαριά ήττα απέναντι στην ΑΣ Σαιντ-Ετιέν, που «σκόρπισε» την ομάδα της Μασσαλίας με σκορ 10-3.[27]
Το 1953, ο Γκούναρ Άντερσον διατηρεί τον τίτλο του πρώτου σκόρερ πετυχαίνοντας 35 γκολ, ή αλλιώς το 56 % των τερμάτων της Μαρσέιγ.[32] Η Μαρσέιγ φτάνει στον τελικό δύο διοργανώσεων : του Κυπέλλου Γαλλίας το 1954, όπου ηττάται με 2-1 από την ΟΖΚ Νις, με την επιστροφή του Μπενμπαρέκ, και του Κυπέλλου Σαρλ Ντραγκό το 1957, όπου επιβάλλεται με 3-1 της ΡΚ Λανς.
Παρά αυτές τις αναλαμπές στο κύπελλο, η Μαρσέιγ δεν καταφέρνει να επιβεβαιώσει τη δυναμική της στο πρωτάθλημα. Μετά την εξασφάλιση της παραμονής στην τελευταία αγωνιστική το 1958,[33] η Μαρσέιγ υποβιβάζεται για πρώτη φορά στην ιστορία της στη Β΄ Εθνική Γαλλίας το 1959. Ακόμα και στο Κύπελλο αποτυγχάνει πλέον η ομάδα της Μασσαλίας : αποκλείεται από τον πρώτο μόλις γύρο απέναντι στην Περπινιάν Κανέ Φουτμπόλ Κλαμπ (2-1), τότε ουραγό της δεύτερης κατηγορίας. Οι Μασσαλοί δυσκολεύονται στα ξεκινήματά τους στη δεύτερη κατηγορία τερματίζοντας δέκατοι στην πρώτη τους χρονιά. Μετά από μια πρώτη απόπειρα το 1961, επιστρέφουν στην πρώτη κατηγορία το 1962, αλλά ξαναϋποβιβάζονται το 1963, τερματίζοντας στην τελευταία θέση του βαθμολογικού πίνακα,[15] παρά την πρώτη ευρωπαϊκή συμμετοχή στο Κύπελλο Εκθέσεων όπου αποκλείονται από τον μόλις πρώτο γύρο σε διπλούς αγώνες από τους βελγική Ουνιόν Σαιντ-Ζιλουάζ, με συνολικό σκορ 4-3.[34]
Ο Μαρσέλ Λεκλέρ, εμποροβιομήχανος της Μασσαλίας, αποφασίζει να αναλάβει επικεφαλής της Μαρσέιγ το 1965 ενώ η ομάδα φυτοζωεί στην δεύτερη κατηγορία και έχει μόλις πραγματοποιήσει μια από τις πλέον καταστροφικές σεζόν : οι Μασσαλοί τερματίζουν δέκατοι τέταρτοι στη βαθμολογία και ταπεινώνονται στον έκτο γύρο του Κυπέλλου Γαλλίας, εντός έδρας, από τους ερασιτέχνες της Γκαζελέ Αζαξιό (1-5). Αυτή τη σεζόν σημειώνεται επίσης η μικρότερη προσέλευση μέχρι σήμερα στο Βελοντρόμ : στις 23 Απριλίου 1965, μόλις 434 θεατές είναι παρόντες στο στάδιο για να παρακολουθήσουν την αναμέτρηση ΟΜ-ΟΣ Φορμπάχ.[35] Ο Μαριό Ζατελί, αφιχθείς έναν χρόνο νωρίτερα, βρίσκεται στο πόστο του προπονητή.
Σταδιακά, οι φιλοδοξίες του Λεκλέρκ δίνουν τη δυνατότητα στην ομάδα της Μασσαλίας να επιστρέψει στην πρώτη κατηγορία το 1966, και στη συνέχεια να κατακτήσει το έβδομό της Κύπελλο Γαλλίας το 1969.[36] Μετά από μια σκληρή μάχη με τους "μισητούς" Στεφανουά, η ΟΜ κατακτά τον τίτλο του πρωταθλητή Γαλλίας το 1971, με ένα επιθετικό δίδυμο που αποτελείτο από τους Γιόζιπ Σκόμπλαρ (που πετυχαίνει 44 γκολ, κάτι που παραμένει ως το απόλυτο ρεκόρ γκολ που σημειώθηκαν στο πρωτάθλημα σε μία σεζόν) και Ρότζερ Μάγκνουσον.[37] Στη συνέχεια η ΟΜ κάνει ένα μεγάλο μεταγραφικό χτύπημα αποκτώντας τους Στεφανουά Ζωρζ Καρνύς και Μπερνάρ Μποσκιέ.
Το 1971, η ΟΜ συμμετέχει για πρώτη φορά στην ιστορία της στο Κύπελλο Πρωταθλητριών,[34] αλλά αποκλείεται την πρώτη φορά στον δεύτερο γύρο από τον ΑΦΚ Άγιαξ του Γιόχαν Κρόιφ και στη συνέχεια από τη Γιουβέντους[34] το 1972, τη χρονιά κατά την οποία η Μαρσέιγ για πρώτη φορά στην ιστορία της σημειώνει το νταμπλ κατακτώντας πρωτάθλημα και κύπελλο.[38]
Αυτή η περίοδος μένει χαραγμένη στη συλλογική μνήμη των Μασσαλών, κυρίως χαρακτηρισμένη από τον πρόεδρό της Λεκλέρκ που δίνει τη δυνατότητα σε μια παραπαίουσα ομάδα να επιστρέψει στους τίτλους. Είναι υπό την προεδρία του που το κοινό της Μασσαλίας θα έχει την ευκαιρία να δει να αγωνίζονται με τη φανέλα της ομάδας της πόλης τους Ρότζερ Μάγκνουσον, Γιόζιπ Σκόμπλαρ, Ζαν Τζορκαέφ και Ζυλ Ζβουνκά. Κατηγορούμενος για υπεξαίρεση χρήματος, ο Μαρσέλ Λεκλέρ αναγκάζεται να παραιτηθεί το 1972.[39]
Η σεζόν 1973-1974 είναι δύσκολη για του Μασσαλούς. Εκτός από την αποχώρηση του Μάγκνουσον για τη Ρεντ Σταρ 93, η ομάδα τερματίζει δωδέκατη στο πρωτάθλημα και αποκλείεται από τη ΦΚ Κολωνία στο Κύπελλο ΟΥΕΦΑ, με μια βαριά ήττα στην Κολωνία με 6-0. Η επόμενη σεζόν είναι εντελώς διαφορετική, με την ομάδα να τερματίζει δευτεραθλήτρια Γαλλίας με πρωταγωνιστές τους Βραζιλιάνους Πάολο Σέζαρ Λίμα και Ζαΐρ Βεντούρα Φίλιο (γνωστό και ως Ζαϊρζίνιο[40]), και να κατακτά για ένατη φορά στην ιστορία της το Κύπελλο Γαλλίας (1976).[41]
Τις επόμενες σεζόν, η OM τερματίζει δωδέκατη και τέταρτη και το 1979, η επιστροφή στην ομάδα του Ζυλ Ζβουνκά αποτελεί το εφαλτήριο μιας δυναμικής επιστροφής για μια Μαρσέιγ, που πριν τον ερχομό του βρισκόταν σε σταδιακή παρακμή.[42]
Οι αρχές της δεκαετίας του 1980 είναι κάτι παραπάνω από δύσκολες για τους Φωκαείς, που υποβιβάζονται στη δεύτερη κατηγορία το 1980. Η σεζόν 1980-1981 αποτελεί μαύρη ημερομηνία στην ιστορία του συλλόγου, καθώς το 1981 μπαίνει σε καθεστώς δικαστικής εκκαθάρισης. Όλοι οι παίκτες και το προσωπικό βρίσκονται ξαφνικά άνεργοι. Στη δεύτερη κατηγορία, η διοίκηση της ομάδας αποφασίζει να ακολουθήσει μια πολιτική προώθησης νεαρών παικτών στην ομάδα ανεβάζοντας στη πρώτη ομάδα τους « Νέους », οι οποίοι κατέκτησαν το Κύπελλο Γκαμπαρντελά δύο χρόνια νωρίτερα, όπου υπάρχουν παίκτες όπως οι Κριστιάν Καμινιτί, Ζοσέ Ανιγκό, Ερίκ Ντι Μεκό ή ακόμη ο Ζαν-Σαρλ Ντε Μπονό. Οι νέοι αυτοί καταφέρνουν να αποφύγουν τον υποβιβασμό στην τρίτη κατηγορία παραμένοντας αήττητοι για τις έξι τελευταίες αγωνιστικές του πρωταθλήματος, νικώντας μεταξύ άλλων τη νεοφώτιστη Μονπελιέ (3-1).[43]
Μετά από δύο σεζόν όπου η νέα γενιά των Μασσαλών παραλίγο να πάρει την άνοδο (τερματίζει τρίτη και τέταρτη), ο πρόεδρος Ζαν Καριέ σχεδιάζει το 1983 μια νέα ομάδα με τις μεταγραφές των Ζάρκο Ολάρεβιτς, Σαάρ Μπουμπακάρ και Φρανσουά Μπρακί, που έχει ως αποτέλεσμα την επιστροφή της ομάδας στην ελίτ του γαλλικού ποδοσφαίρου ύστερα από μια σεζόν-ρεκόρ σε παραγωγικότητα τερμάτων.[44] Η επιστροφή στην ελίτ αποδεικνύεται ιδιαίτερα δύσκολη, τελικά όμως οι Μασσαλοί θα καταφέρουν να κερδίσουν την παραμονή τους στην πρώτη κατηγορία. Την επόμενη σεζόν, ηττώνται στον τελικό του Κυπέλλου Γαλλίας του 1986 απέναντι στη Ζιροντέν Μπορντό (2-1 ύστερα από παράταση).[45]
Ερχόμενος ύστερα από πρωτοβουλία του δημάρχου της Μασσαλίας, Γκαστόν Ντεφέρ, στη διάρκεια του 1986, ο επιχειρηματίας Μπερνάρ Ταπί αναλαμβάνει τα ηνία του συλλόγου με έναν συγκεκριμένο στόχο: την κατάκτηση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών.[46] Θεωρείται από πολλούς ως ο αρχιτέκτονας μίας εκ των λαμπρότερων στιγμών στην ιστορία της Μαρσέιγ και του γαλλικού ποδοσφαίρου.
Αυτά τα χρόνια χαρακτηρίζονται από πολλές αλλαγές στο ρόστερ της ομάδας, αλλά και σε επίπεδο προπονητών. Με τον ερχομό του, προσλαμβάνει τον Καρλ-Χάιντζ Φέρστερ, ο οποίος είχε συμμετάσχει σε δύο Παγκόσμια Κύπελλα ως μέλος της Εθνικής Γερμανίας, και τον Αλαίν Ζιρές, τον οποίον "άρπαξε" από τα χέρια των "μισητών" αντιπάλων της Μπορντό. Χρόνο με τον χρόνο, γίνονται αλλαγές στην ομάδα και βελτιώσεις, ώστε αυτή να πιάνει καλύτερη απόδοση.
Η εποχή Ταπί βλέπει να διαδέχονται ο ένας τον άλλο ποδοσφαιριστές όπως οι Ζαν-Πιέρ Παπέν, Κρις Γουάντλ, Κλαόυς Άλοφς, Έντζο Φραντσεσκόλι, Αμπεντί Πελέ, Ντιντιέ Ντεσάν, Μπαζίλ Μπολί, Μαρσέλ Ντεσαγί, Ρούντι Φέλερ ή ακόμη ο Ερίκ Καντονά και προπονητές με κύρος όπως οι Φραντς Μπεκενμπάουερ, Ζεράρ Ζιλί ή ο Ρεϊμόν Γκετάλ. Υπό την προεδρία του, η ομάδα, αφού προηγουμένως ήταν δεύτερη πίσω από τους Ζιροντέν Μπορντό το 1987, κατακτά τέσσερα συνεχόμενα πρωταθλήματα Γαλλίας από το 1989 ως το 1992, και ένα Κύπελλο Γαλλίας (1989). Αυτό το Κύπελλο Γαλλίας, που βρίσκει έτσι τη Μαρσέιγ να έχει κατακτήσει το νταμπλ, σημαδεύεται από έναν τελικό ο οποίος ήταν από τους πλέον θεματικούς στην ιστορία του θεσμού με τον Ζαν-Πιέρ Παπέν να αποτελεί τον δήμιο της ΑΣ Μονακό πετυχαίνοντας χατ-τρικ (τελικό σκορ 4-3 υπέρ της Μαρσέιγ). Στη διάρκεια της απονομής του τροπαίου, ο Παπέν φίλισε τον Πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας Φρανσουά Μιτεράν.[47] Οι Μονεγάσκοι τελικά πήραν την εκδίκησή τους το 1991 (ήττα της Μαρσέιγ με 1-0).
Στην Ευρώπη, η ομάδα φτάνει ως τα ημιτελικά του Κυπέλλου Κυπελλούχων το 1988 όπου αποκλείεται από τον ΑΦΚ Άγιαξ του Ντένις Μπέργκαμπ,[34] και στη συνέχεια στα προημιτελικά του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1990 όπου αντιμετωπίζει την Μπενφίκα. Εκεί, οι Φωκαείς επικρατούν στον πρώτο αγώνα με 2-1, ενώ το σκορ του επαναληπτικού αγώνα είναι 0-0 όταν ο παίκτης των Πορτογάλων Βάτα πετυχαίνει ένα τέρμα με το χέρι, το οποίο και θα πάρει την ονομασία "χέρι του διαβόλου" από τους Μασσαλούς, και το οποίο θα μετρήσει κανονικά σύμφωνα με τον διαιτητή της αναμέτρησης.[48] Το 1991, η ομάδα αποτυγχάνει στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών Ευρώπης απέναντι στον Ερυθρό Αστέρα Βελιγραδίου στη διαδικασία των πέναλτι (5-3),[49] αφού προηγουμένως είχε αποκλείσει στα προημιτελικά της διοργάνωσης την Μίλαν, δύο φορές νικήτρια του θεσμού.
Η Μίλαν των Φρανκ Ράικαρντ, Μάρκο φαν Μπάστεν και Ζαν-Πιέρ Παπέν θα γωνρίσει και πάλι την ήττα από την Ολιμπίκ Μαρσέιγ, αυτή τη φορά στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ στο Μόναχο (1-0), στις 26 Μαΐου 1993 με ένα γκολ από κεφαλιά του Μπαζίλ Μπολί.[50] Αυτή είναι η πρώτη φορά που γαλλική ομάδα κατακτά κάποιον ευρωπαϊκό τίτλο, κάτι που αποτελεί και έμπνευση για τους οπαδούς της Μαρσέιγ που βρίσκουν ένα νέο σλόγκαν για την ομάδα: « À jamais les premiers » (Για πάντα πρώτοι). Μία άλλη προέλευση αυτού του σλόγκαν είναι και το γεγονός πως επρόκειτο για το πρώτο Τσάμπιονς Λιγκ (καθώς η προηγούμενη ονομασία του ήταν Κύπελλο Πρωταθλητριών Ευρώπης). Η εποχή του Ταπί θα διακοπεί απότομα το 1993 λόγω της Υπόθεσης Βαλανσιέν-Μαρσέιγ.
Στις 22 Μαΐου 1993, η ομάδα της ΟΣ Βαλανσιέν-Ανζέν αποκαλύπτει την ύπαρξη μιας προσπάθειας δωροδοκίας της. Ο αμυντικός της ομάδας της Βόρειας Γαλλίας Ζακ Γκλασμάν ανέφερε στον προπονητή του Μπόρο Πρίμορατς πως ο Ζαν-Ζακ Εντελί, ένας παίκτης της Μαρσέιγ με τον οποίο παλιότερα είχαν υπάρξει συμπαίκτες, είχε επικοινωνήσει μαζί του τηλεφωνικώς πριν από την έναρξη του αγώνα. Ένα χρηματικό ποσό φέρεται να είχε προσφερθεί από ένα παράγοντα της OM στον Γκλασμάν κι άλλους δύο παίκτες της Βαλανσιέν, τους Χόρχε Μπουρουτσάγα και Κριστόφ Ρομπέρ, προκειμένου αυτοί να μην παίξουν «στο 100% των δυνατοτήτων τους» στον αγώνα και κυρίως οι παίκτες της Μαρσέιγ να μεταβούν χωρίς προβλήματα τραυματισμών στο Μόναχο για τον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ απέναντι στην Μίλαν,[51] ο οποίος θα λάμβανε χώρα τέσσερις μέρες αργότερα. Η υπόθεση, που αρχικά δεν γίνεται περαιτέρω γνωστή στο ευρύτερο κοινό, καθώς η ΟΜ αγωνιζόταν στον τελικό, κατέστη στην πορεία μέγα θέμα τόσο στους δημοσιογραφικούς όσο και στους νομικούς κύκλους στη διάρκεια του καλοκαιριού του 1993.
Ως συνέπεια αυτής της υπόθεσης, το συμβούλιο της Γαλλικής Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου αφαιρεί από την ΟΜ τον τίτλο του πρωταθλητή Γαλλίας του 1993. Η UEFA αποκλείει τη Μαρσέιγ από όλες τις ευρωπαϊκές διοργανώσεις της σεζόν 1993-1994 (Τσάμπιονς Λιγκ και ΟΥΕΦΑ Σούπερ Καπ), ενώ η FIFA απαγορεύει στη Μαρσέιγ να αγωνιστεί στο Διηπειρωτικό Κύπελλο.[51] Η Μαρσέιγ τερματίζει δεύτερη στο πρωτάθλημα το 1994, με την αποκάλυψη στο ευρύ κοινό του Βραζιλιάνου Σόνι Άντερσον, αλλά το συμβούλιο της Γαλλικής Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου υποβιβάζει τη Μαρσέιγ στη δεύτερη κατηγορία.[51]
Μετά από μια χρονιά στη δεύτερη κατηγορία, η OM τερματίζει στη πρώτη θέση της βαθμολογικής κατάταξης (κυρίως χάρη στους Ντε Βολφ, Κασκαρίνο και Φερερί). Στην Ευρώπη, οι Μασσαλοί χάνουν για λίγο την πρόκριση για τα προημιτελικά του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ, αποκλειόμενοι στο δεύτερο γύρο της διοργάνωσης από την ελβετική ΦΚ Σιόν, αφού προηγουμένως είχε αποκλείσει τον Ολυμπιακό.[49] Έτσι, λόγω χρεών που αγγίζουν τα 250 εκατομμύρια φράγκα[52] η ομάδα αναγκάζεται να παραμείνει για άλλη μία χρονιά στη δεύτερη κατηγορία.
Αυτή η δεύτερη σεζόν στη δεύτερη κατηγορία αποδεικνύεται τελικά πιο δύσκολη από την πρώτη, αλλά στις τελευταίες αγωνιστικές του πρωταθλήματος η ομάδα θα καταφέρει να εξασφαλίσει τη δεύτερη θέση-συνώνυμη της ανόδου στην πρώτη κατηγορία. Η Μαρσέιγ, λοιπόν, ύστερα από απουσία τριών ετών επιστρέφει στην πρώτη κατηγορία για τη σεζόν 1996-1997.
Ο Ρολάν Κουρμπίς ανακοινώνεται ως ο επόμενος προπονητής της Μαρσέιγ το 1997 από τον νέο πρόεδρο και μεγαλομέτοχο Ρομπέρ Λουί-Ντρεϊφούς. Αποκτά τους Λοράν Μπλαν, Αντρέας Κέπκε και Φαμπρίτσιο Ραβανέλι, κάτι που δίνει τη δυνατότητα στην ομάδα να ξαναβρεί το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ χάρη στη κατάληψη της τέταρτης θέσης του πρωταθλήματος, καλύτερης πορείας της ομάδας από τότε που αυτή επέστρεψε στην πρώτη κατηγορία.[53]
Στη διάρκεια της σεζόν 1998-1999, η Μαρσέιγ γιορτάζει τα 100 της χρόνια και επενδύει σε αρκετούς ταλαντούχους παίκτες : τον Ρομπέρ Πιρές, τον Φλοριάν Μωρίς και τον Κριστόφ Ντυγκαρί. Με αυτή την ομάδα, η Μαρσέιγ καταφέρνει να καταλάβει την δεύτερη θέση του πρωταθλήματος ως αποτέλεσμα μίας πορείας πρωταθλητισμού στις τελευταίες αγωνιστικές του πρωταθλήματος απέναντι στην ομάδα της Μπορντό, με αποτέλεσμα ένα μέσο όρο πόντων ανά αγώνα-ρεκόρ για μια δευτεραθλήτρια Γαλλίας (2,09, ήτοι 71 πόντοι μετά από 34 αγωνιστικές), ενώ φτάνει στον τελικό του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ, που χάνει όμως από την ιταλική Πάρμα (3-0).[54] Αυτή η σεζόν σημαδεύεται επίσης από μια επική ανατροπή : ενώ ηττώνται στο ημίχρονο με 4-0 από τη Μονπελιέ στο Βελοντρόμ, οι Φωκαείς καταφέρνουν να "γυρίσουν" τον αγώνα σε 5-4 με μια εύστοχη εκτέλεση πέναλτι του αρχηγού της ομάδας, Λοράν Μπλαν.[55]
Αυτή η καλή, αλλά τελικά άκαρπη σεζόν, δεν θα έχει συνέχεια: παρά την ενίσχυση του ήδη υπάρχοντος υλικού με την άφιξη του νεαρού φέρελπι Γάλλου Στεφάν Νταλμά, του Ιβοριανού επιθετικού Ιμπραχίμα Μπακαγιόκο και τον δανεισμό του Ισπανού διεθνούς Ιβάν ντε λα Πένια, η ομάδα θα χάσει τον αρχηγό της Λοράν Μπλαν, ο οποίος ωθήθηκε στην αποχώρηση από την αρχή κιόλας της καλοκαιρινής μεταγραφικής περιόδου. Στο Τσάμπιονς Λιγκ, η OM θα καταβάλει στο Βελοντρόμ την αντίσταση της πρωταθλήτριας Ευρώπης Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ,[56] αλλά οι Μασσαλοί αποκλείονται μετά τη δεύτερη φάση των ομίλων. Ο Κουρμπίς θα αποχωρήσει από τη Μαρσέιγ το Νοέμβριο του 1999, εξαιτίας ενός αποτυχημένου ξεκινήματος στη σεζόν.[57] Τη θέση του στη τεχνική ηγεσία της ομάδας της Μασσαλίας θα πάρει ο Μπερνάρ Κασονί.
Στη διάρκεια των τριών επόμενων σεζόν, η OM δυσκολεύεται να σταθεροποιήσει την απόδοσή της, καθώς αρκετοί παίκτες αποχωρούν, ενώ οι απολύσεις και προσλήψεις προπονητών αποτελούν πλέον σύνηθες φαινόμενο. Ο σύλλογος φτάνει δύο φορές κοντά στον υποβιβασμό, τερματίζοντας στην 15η θέση του πρωταθλήματος το 2000 και το 2001. Επιπλέον, η Εθνική διεύθυνση της διαχείρισης ελέγχου αποφασίζει τον Ιούνιο του 2001 τον υποβιβασμό του συλλόγου στη δεύτερη κατηγορία εξαιτίας έλλειψης οικονομικών εγγυήσεων. Ο Ρομπέρ Λουί-Ντρεϊφούς καλύπτει τα χρέη, με την ομάδα να παραμένει, έτσι, στην πρώτη κατηγορία. Το 2002, ο Αλαίν Περέν καταφτάνει και βοηθά την ομάδα να ανέβει στην τρίτη θέση του πρωταθλήματος, συνώνυμη της πρόκρισης για τον τρίτο προκριματκό γύρο του Τσάμπιονς Λιγκ, αλλά παραιτείται μετά τον αποκλεισμό της ομάδας στη φάση των ομίλων από τις ΦΚ Πόρτο (μελλοντική νικήτρια) και Ρεάλ Μαδρίτης (κάτοχος του τίτλου).[49] Η ΟΜ, παρ'όλα αυτά, συνεχίζει την ευρωπαϊκή της πορεία στο Κύπελλο ΟΥΕΦΑ, έχοντας πάρει την τρίτη θέση στον όμιλό της στο Τσάμπιονς Λιγκ, πάνω από τους Σέρβους της Παρτιζάν Βελιγραδίου. Εκεί, χάρη κυρίως στην εκτελεστική ικανότητα του Ντιντιέ Ντρογκμπά, η ομάδα καταφέρνει να φτάσει ως τον τελικό της διοργάνωσης έχοντας προηγουμένως αποκλείσει διαδοχικά τις Ίντερ, Λίβερπουλ Φ.Κ. και Νιούκασλ Γιουνάιτεντ, με τον τελευταίο αυτό αγώνα να αποτελεί προσέλευση-ρεκόρ στην ιστορία της Μαρσέιγ στο Βελοντρόμ : 58.897 θεατές.[58] Η Μαρσέιγ τελικά θα γνωρίσει την ήττα στον τελικό από τη Βαλένθια Κ.Φ. (2-0), μετά την αποβολή του τερματοφύλακά της Φαμπιάν Μπαρτέζ. Η OM, για δεύτερη φορά σε διάστημα πέντε ετών αποτυγχάνει σε τελικό του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ.[59]
Με τον Ντρογκμπά να έχει αποχωρίσει με προορισμό την Τσέλσι, η ομάδα, υπό τη διοίκηση του Σενεγαλέζου Πάπε Ντιούφ (με τον Ρομπέρ Λουί-Ντρεϊφούς να παραμένει ο μεγαλομέτοχος της ομάδας), γνωρίζει αρκετές αλλαγές στο ρόστερ της και φτάνει μόλις στην πέμπτη θέση του πρωταθλήματος το 2005 και το 2006, ενώ ηττάται στον τελικό του Κυπέλλου Γαλλίας του 2006 από την Παρί Σεν Ζερμέν (2-1).[60] Είναι στη διάρκεια αυτής της σεζόν που ένας παίκτης αρχίζει να συστήνεται στο διεθνές κοινό : ο Φρανκ Ριμπερί, ο οποίος γίνεται βασικός με την Εθνική Γαλλίας στη διάρκεια του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2006.
Για τη σεζόν 2006-2007, ο Αλμπέρ Εμόν, ο οποίος έχει μια ξεκάθαρη προτίμηση για τον επιθετικό τρόπο παιχνιδιού, αναλαμβάνει το πόστο του προπονητή στην ομάδα της Μασσαλίας, βλέπει τις μεταγραφικές αφίξεις του Τζιμπρίλ Σισέ ή του Ρονάλντ Ζουμπάρ. Η Μαρσέιγ ξαναβρίσκει τις υψηλές θέσεις της βαθμολογίας του πρωταθλήματος, τερματίζει δευτεραθλήτρια (καλύτερη βαθμολογική θέση από το 1999) πίσω από την Ολιμπίκ Λυών, και παίρνει μέρος σε ακόμη έναν τελικό του Κυπέλλου Γαλλίας, όπου χάνει στα πέναλτι από τη ΦΚ Σοσό.[61] Αυτή η σεζόν παραμένει χαραγμένη για την ανάδειξη των Σεντρίκ Καρασό και Σαμίρ Νασρί δίπλα στους Ριμπερί, Σισέ και Νιάνγκ.
Με αυτή την πρόκριση για το Τσάμπιονς Λιγκ, και τη μεταγραφή του μέσου Φρανκ Ριμπερί στην Μπάγερν Μονάχου έναντι 30 εκατομμυρίων ευρώ, η Μαρσέιγ αποδεικνύεται ιδιαίτερα δραστήρια στη διάρκεια της μεταγραφικής περιόδου του καλοκαιριού του 2007, με σημαντικότερες τις αφίξεις των Μπουντεβάιν Ζέντεν, Καρίμ Ζιανί, Μπενουά Σεϊρού ή ακόμα του Στεβ Μανταντά. Με αυτή τη φιλόδοξη μεταγραφική ενίσχυση, η Μαρσέιγ γίνεται στα μάτια των δημοσιογράφων ο βασικός αντίπαλος της κατόχου του τίτλου, Ολιμπίκ Λυών. Αυτός ο ενθουσιασμός τελειώνει άδοξα μετά από μια καταστροφική εκκίνηση στο πρωτάθλημα (1 νίκη σε 9 αγώνες) που έχει ως αποτέλεσμα την απόλυση του προπονητή Αλμπέρ Εμόν και την άφιξη του Βέλγου Έρικ Γκέρετς, που συνοδεύεται από την ιστορική νίκη στο Άνφιλντ απέναντι στη Λίβερπουλ ΦΚ.[62] Στο Κύπελλο Γαλλίας, οι Μασσαλοί αποκλείονται από την ομάδα της CFA 2 ΟΣΖΑ Καρκεφού στα προημιτελικά του θεσμού (1-0). Τελικά, οι Φωκαείς θα καταφέρουν να σώσουν τη σεζόν, τερματίζοντας τρίτοι στη τελική βαθμολογία του πρωταθλήματος.
Η επόμενη σεζόν σημαδεύεται από μια κούρσα τίτλου με τη Ζιροντέν Μπορντό, η οποία τελειώνει με τους Γιρονδίνους πρωταθλητές όπως και πριν από δέκα χρόνια. Στα Ευρωπαϊκά Κύπελλα, η Μαρσέιγ αποκλείεται στα προημιτελικά του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ από τη μελλοντική νικήτρια του θεσμού, τη ΦΚ Σαχτάρ Ντονέτσκ. Ο Έρικ Γκέρετς ανακοινώνει την αποχώρησή του από τον πάγκο της ομάδας στο τέλος της σεζόν για την ομάδα της Σαουδικής Αραβίας Αλ Χιλάλ Ριάντ και αφήνει τη θέση του στον παλιό αρχηγό των Μασσαλών Ντιντιέ Ντεσάν.[63] Στις 17 Ιουνίου 2009, ο Πάπε Ντιούφ εγκαταλείπει την ομάδα[64] μετά από διαφωνίες με το εποπτικό συμβούλιο του συλλόγου, και πιο συγκεκριμένα με τον πρόεδρό του, Βενσάν Λαμπρύν. Αντικαθίσταται στις 22 Ιουνίου 2009 από τον Ζαν-Κλοντ Ντασιέ.[65] Ο θάνατος του Ρομπέρ Λουί-Ντρεϊφούς από λευχαιμία στις 4 Ιουλίου 2009[66] βάζει τέλος στα 13 χρόνια παρουσίας του στην ομάδα, χωρίς πάντως να έχει καταφέρει να κατακτήσει κάποιον μεγάλο τίτλο στη διάρκεια της παρουσίας του στον σύλλογο της Μασσαλίας.
Η Μαρσέιγ του Ντιντιέ Ντεσάν ενισχύεται κυρίως από τις αφίξεις των Αργεντίνων διεθνών Λούτσο Γκονσάλες και Γκάμπριελ Χάιντσε, όπως και του πρώην Γιρονδίνου Σουλεϊμάν Ντιαβαρά. Η ομάδα σπάει την αρνητική παράδοση των 17 σεζόν χωρίς τίτλο στις 27 Μαρτίου 2010 κατακτώντας το Λιγκ Καπ Γαλλίας της σεζόν, επικρατώντας της Μπορντό στον τελικό (3-1), και στη συνέχεια κατακτώντας το Πρωτάθλημα Γαλλίας του 2010, δύο αγωνιστικές πριν από το τέλος του. Στις 28 Ιουλίου 2010, η OM κατακτά το Σούπερ Καπ Γαλλίας, νικώντας εκεί την Παρί Σεν Ζερμέν στη διαδικασία των πέναλτι. Η Μαρσέιγ συνεχίζει την επέλασή της διατηρώντας το Λιγκ Καπ Γαλλίας και την επόμενη σεζόν (2010-2011), επικρατώντας στον τελικό της Μονπελιέ ΣΚ (1-0). Στο πρωτάθλημα, η ομάδα τερματίζει δευτεραθλήτρια Γαλλίας πίσω από τη Λιλ ΟΣΚ. Η offseason σημαδεύεται από την ανανέωση της συνεργασίας των Μασσαλών με τον προπονητή τους Ντιντιέ Ντεσάν έως το 2014[67] και την αλλαγή στη προεδρία και τη νομική δομή του συλλόγου : η OM εγκαταλείπει τη δομή της ως "Εκτελεστικό και Εποπτικό Συμβούλιο" για να γίνει μια Ανώνυμη Εταιρία με Διοικητικό Συμβούλιο, και με τον Ζαν-Κλοντ Ντασιέ να αντικαθίσταται από τον πρόεδρο του πρώην Εποπτικού Συμβουλίου, Βενσάν Λαμπρύν.[68] Τον Ιούλιο του 2011, η Ολιμπίκ Μαρσέιγ κατακτά για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά, το Σούπερ Καπ Γαλλίας κερδίζοντας τη Λιλ ΟΣΚ (5-4).[69]
Ο Ρενέ Ντυφώρ ντε Μονμιράιγ, ιδρυτής του συλλόγου, εμπνεύστηκε από το δικό του έμβλημα, ένα D και ένα M μπλεγμένα μεταξύ τους, για να δημιουργήσει το πρώτο έμβλημα της ομάδας. Το σλόγκαν « Droit au but » της παλιάς Φουτμπόλ Κλαμπ ντε Μαρσέιγ[70] θα χρησιμοποιηθεί από την ομάδα και θα τοποθετηθεί κατά μήκος του εμβλήματός της. Το έμβλημα της OM θα εξελιχτεί στη συνέχεια σε μια Art déco εκδοχή από το 1935 ως το 1972, και μετέπειτα σε μια πιο kitsch έκδοση από το 1972 και μετά. Το 1986, το σλόγκαν ξανακάνει την επανεμφάνισή του πάνω στο έμβλημα.
Η κυριότερη αλλαγή, που επιτελέστηκε στη συνέχεια στο σήμα της ομάδας, ήταν η προσθήκη ενός αστεριού το οποίο συμβολίζει τις 10 κατακτήσεις του Κυπέλλου Γαλλίας από τους Φωκαείς.[70] Με την ευκαιρία της εκατονταετηρίδας από την ίδρυση της ομάδας το 1999, θα κάνει την εμφάνισή του στο έμβλημα το χρυσό χρώμα, το οποίο θα είναι και αυτό των τρίτων εμφανίσεων που θα φορά η ομάδα στο Κύπελλο ΟΥΕΦΑ. Στις 17 Φεβρουαρίου 2004[70] γίνεται η επίσημη παρουσίαση του νέου εμβλήματος το οποίο εμφανισιακά δείχνει πιο μοντέρνο από τα προηγούμενα, με τα αρχικά του ονόματος του συλλόγου να μην είναι πλέον μπλεγμένα μεταξύ τους, αλλά να είναι συνδεδεμένα μεταξύ τους σε γαλάζια απόχρωση[71] και με το σλόγκαν να μην είναι πλέον γραμμένο σε πλακέτα πάνω από τα αρχικά της ομάδας αλλά κάτω από αυτά και σε χρυσή απόχρωση.
Οι Φωκαείς, στους εντός έδρας αγώνες τους, φορούν μια άσπρη φανέλα, κι αυτό χρονολογείται από την ίδρυση της ομάδας. Το άσπρο χρώμα επιλέχτηκε για να συμβολίζει την αγνότητα του ολυμπισμού, οπαδός του οποίου ήταν ο Πιέρ ντε Κουμπερτέν (οι αθλητές που συμμετείχαν στους Θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896 στην Αθήνα ήταν όλοι τους ντυμένοι στα άσπρα). Το σορτσάκι της εμφάνισης ήταν μαύρης απόχρωσης ως φόρο τιμής στην παλιά Φουτμπόλ Κλαμπ ντε Μαρσέιγ, κι αυτό μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1920,[72] όπου κάνουν την εμφάνισή τους το άσπρο σορτσάκι και οι μπλε κάλτσες, τα χρώματα της πόλης της Μασσαλίας. Η σημασία αυτών των χρωμάτων περιγράφεται από τον Λουί Ντυτρέ, μέλος του συλλόγου, τον Νοέμβριο του 1930:[73]
Να είσαι Μαρσέιγ, σημαίνει, αναμφίβολα, να αγαπάς την Ομάδα σου, να ζεις τη ζωή της, να ενδιαφέρεσαι γι'αυτή· για όλα και για όλους όσους αποτελούν κομμάτι της. Να ξέρεις να απορρίπτεις οποιαδήποτε χαρά προκειμένου να είσαι παρών σε κάθε εκδήλωσή της, είναι να υποστηρίζεις μέσω της παρουσίας σου, μέσω των πληροφοριών σου και της ενημέρωσής σου, όλους όσους φοράνε την άσπρη φανέλα και το μπλε σορτσάκι.
Το 1969, η εμφάνιση αλλάζει, με την εμφάνιση ενός κολάρου μπλε αποχρώσεως, του δεύτερου χρώματος της πόλης της Μασσαλίας όπως και με την εμφάνιση του Coq Sportif, πρώτου χορηγού αθλητικού υλικού της ομάδας. Το 1971, το μπλε κολάρο γίνεται τρίχρωμο με τα χρώματα της σημαίας της Γαλλίας ύστερα από την κατάκτηση του τίτλου του πρωταθλητή Γαλλίας, μια παράδοση που πλέον έχει εξαφανιστεί στις μέρες μας. Αξίζει επίσης να σημειωθεί, πως την ίδια εκείνη σεζόν, η OM θα αγωνιστεί με εκτός έδρας εμφάνιση που αποτελείται από κόκκινη φανέλα, άσπρο σορτς και μπλε κάλτσες, ακριβώς τα ίδια χρώματα με την Παρί Σεν Ζερμέν, η οποία μόλις έχει ιδρυθεί εκείνη την εποχή[74] Το 1974, με το ερχομό της Adidas, τρεις μπλε γραμμές κάνουν την εμφάνισή τους στις άκρες της φανέλας και του σορτς. Το 1980, η εμφάνιση γίνεται άσπρη με λεπτές μπλε γραμμές, ενώ το 1984, η άσπρη φανέλα και οι μαύρες κάλτσες και σορτς αποτελούν την τρίτη εμφάνιση των Μασσαλών. Το 1985, η OM εγκαινιάζει μια άσπρη εμφάνιση με δύο μπλε λωρίδες στα μανίκια, με την εκτός έδρας εμφάνιση να είναι ίδια, αλλά με τα δύο χρώματα ανάποδα. Το 1986, η OM εγκαταλείπει τις μπλε κάλτσες για να τις αντικαταστήσει με μπλε σορτς,[75] με τις πρώτες να κάνουν την επανεμφάνισή τους για σύντομο χρονικό διάστημα στη διάρκεια του πρώτου μισού της σεζόν 95-96.[76] Από το 1989 ως το 2012, και με εξαίρεση μια σύντομη χρονικά επιστροφή στις μπλε κάλτσες στη διάρκεια του πρώτου μισού της σεζόν 1996-1997,[77] η OM θα αγωνίζεται με ολόλευκες εμφανίσεις, πλην των διάφορων σχεδίων (λωρίδες, σταυροί). Το 1990, το μπλε χρώμα της εμφάνισης των Μασσαλών θα γίνει πιο ανοιχτόχρωμο, ενώ θα αφαιρεθούν από την περιοχή του ώμου οι τρεις λωρίδες-σήμα κατατεθέν της Adidas, εξαιτίας μιας αναδιάρθρωσης στο marketing της εταιρίας, πρόεδρος της οποίας ήταν τότε ο Μπερνάρ Ταπί, επίσης πρόεδρος της OM. Τις σεζόν 1994-1995 και 1995-1996, η OM έχει πλέον ως χορηγό αθλητικού υλικού τις Reebok και Mizuno, πριν από την επιστροφή της Adidas το 1997, μετά την αγορά του συλλόγου από τον Ρομπέρ Λουί-Ντρεϊφούς. Από το 1996 και μετά, το design των εμφανίσεων της ομάδας βρίσκεται σε συνεχή πρόοδο: άσπρες λωρίδες στο μπροστινό μέρος της φανέλας,[78] θυμίζοντας τη νίκη στο Κύπελλο Γαλλίας το 1989,[79] μπλε σταυρός το 2000,[80] θυμίζοντας το έμβλημα της πόλης της Μασσαλίας, όπως και την περίοδο 2004-2006 ή γενικότερα ένα άσπρο σύνολο. Η εκτός έδρας εμφάνιση της σεζόν 2007-2008 έχει ως μοτίβο κάθετες λωρίδες άσπρης και μπλε απόχρωσης, θυμίζοντας έτσι την εμφάνιση της Εθνικής Αργεντινής. Αν και τη σεζόν 2011-12, η ομάδα ξαναβρίσκει το μπλε για τις εκτός έδρας εμφανίσεις της και τις εμφανίσεις που φορούν οι παίκτες στις προπονήσεις, τα χρώματα θα ξαναγίνουν πιο ανοιχτόχρωμα την αμέσως επόμενη σεζόν. Πάραυτα, η επιστροφή των μπλε καλτσών στην εντός έδρας εμφάνιση της σεζόν 2012-2013, αποτελεί δείγμα μιας θέλησης των διοικούντων τον σύλλογο για μια επιστροφή στις καταβολές του και, μ'αυτό τον τρόπο, να ηρεμήσουν τα πνεύματα και οι εντάσεις που δημιουργήθηκαν με την εμφάνιση ενός πορτοκαλί αποχρώσεως κολάρου,[81] ως φόρο τιμής προς το σκληροπυρηνικό γκρουπ οπαδών του συλλόγου, Souths Winners, στην εμφάνιση της ομάδας.
Η ομάδα, που πραγματοποιούσε, αρχικά, τις δραστηριότητές της στο Παρκ Μπορελί, καθώς και σε μία αλάνα, δίπλα στο Παρκ Σανό, αποφάσισε, μετά τον πρώτο τίτλο πρωταθλητή της στην USFSA, το 1904, να αποκτήσει ένα γήπεδο αντάξιο του διαμετρήματός της, με αυτό να είναι το Σταντ ντε λ’Υβών.[5] Το γήπεδο αυτό, πήρε αργότερα την ονομασία του Φερνάν Μπουϊσόν, διεθνούς και αρχηγού ομάδας ράγκμπι του συλλόγου. Το στάδιο αυτό, χωρητικότητας 15.000 θέσεων, χρησιμοποιήθηκε επίσης στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, καθώς το Βελοντρόμ χρησιμοποιούνταν από τις στρατιωτικές δυνάμεις, και, αργότερα, μεταξύ 1965 και 1966 μετά την άρνηση του Δήμου της πόλης να αλλάξει τον τόπο διεξαγωγής των αγώνων της ομάδας στο Σταντ Βελοντρόμ και κατά τη σεζόν 1982-1983, ενώσο το Βελοντρόμ ανακαινιζόταν, ενόψει του Euro 1984.[82]
Το Σταντ Βελοντρόμ αποτελεί, από το 1937, την έδρα της Ολιμπίκ Μαρσέιγ. Ο πρώτος αγώνας της ομάδας στο γήπεδο αυτό, διεξήχθη στις 13 Ιουνίου 1937, απέναντι στην Τορίνο ΦΚ, σε μια φιλική αναμέτρηση που έληξε με τη νίκη των Φωκαιών με σκορ 2-1.[20] Το Σταντ Βελοντρόμ ανήκει στον Δήμο της Μασσαλίας. Στη διάρκεια της ιστορίας του γνώρισε αρκετές ανακαινίσεις, με την ευκαιρία του Euro 1984 και του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1998. Το Βελοντρόμ έγινε, έτσι, το δεύτερο σε χωρητικότητα γήπεδο στη Γαλλία, πίσω από το Σταντ ντε Φρανς, με χωρητικότητα 60.013 θέσεις. Παρόλα αυτά, δεν αποτελεί μέρος των γαλλικών γηπέδων που έχουν αξιολογηθεί από την UEFA ως πέντε αστέρων. Δεχόμενο οξεία κριτική και χωρίς να έχει καταφέρει να γίνει αγαπητό στο φίλαθλο κοινό της Μασσαλίας,[83] κυρίως λόγω της αρχιτεκτονικής του (απουσία στεγάστρου, σχεδόν μηδαμινή ακουστική), το Σταντ Βελοντρόμ αποτελεί, από το 2003, αντικείμενο διάφορων προσπαθειών που στοχεύουν στη στέγασή του ή στην αύξηση της χωρητικότητάς του. Στις 9 Ιουλίου 2009, το δημοτικό συμβούλιο της πόλης της Μασσαλίας ενέκρινε σχέδιο που προέβλεπε την ολική αναμόρφωση του Σταδίου Βελοντρόμ, καθώς και του περίγυρού του, στο οποίο περιλαμβανόταν και η στέγαση του συνόλου των κερκίδων, καθώς και η αύξηση της χωρητικότητας στις 67.000 θέσεις.[84]
Το κομμάτι Jump των Van Halen συνοδεύει την είσοδο των παικτών στον αγωνιστικό χώρο, από τον Αύγουστο του 1986.[16] Το Come with me του Puff Daddy και του Jimmy Page είναι το κομμάτι που ακούγεται από τα μεγάφωνα του γηπέδου, κατά την επίτευξη ενός τέρματος από τους Μασσαλούς.[85]
Οι προπονητικές εγκαταστάσεις της La Commanderie εγκαινιάστηκαν τον Ιούλιο του 1991 από τους παίκτες της OM, βάζοντας, έτσι, τέλος στην χρήση των προπονητικών εγκαταστάσεων του Λυμινί ή του Σαιν-Μενέ, οι οποίες ήταν διάσπαρτες εντός της πόλης. Το σχέδιο αυτό υλοποιήθηκε κατόπιν επιθυμίας του πρώην αθλητικού διευθυντή της ομάδας, Μισέλ Χινταλγκό.
Το 2002, στο συγκεκριμένο προπονητικό κέντρο, ευρισκόμενο στο 12ο δημοτικό διαμέρισμα της Μασσαλίας, ξεκίνησαν εργασίες ανάπτυξής του και εκσυγχρονισμού του. Τον Ιανουάριο του 2005, το σύνολο των διοικητικών υπηρεσιών, καθώς και η υπηρεσία OM Médias του συλλόγου μετακόμισαν στις νεότευκτες εγκαταστάσεις στην περιοχή του προπονητικού κέντρου της ομάδας.[86] Στις 26 Αυγούστου 2009, οι εγκαταστάσεις πήραν την ονομασία «Προπονητικό Κέντρο Ρομπέρ Λουί-Ντρεϊφούς», προς τιμή του παλιού ιδιοκτήτη της ομάδας.[87] Με αυτή την ευκαιρία, το κέντρο γνώρισε ακόμη μία επέκταση, με τα εγκαίνια ενός κτιρίου για το τμήμα στίβου του συλλόγου, στο οποίο συμπεριλαμβάνονταν και ειδικές αίθουσες για αποκατάσταση των αθλητών, εντός της πόλης της Μασσαλίας.
Οι παίκτες των ακαδημιών, προπονούνται μεν στις εγκαταστάσεις αυτές, αλλά φιλοξενούνται στην Bastide des Accates[88] στο 9ο δημοτικό διαμέρισμα της πόλης. Τον Ιανουάριο του 2011, ένα ολοκαίνουργιο κέντρο φιλοξενίας εγκαινιάστηκε στο Προπονητικό Κέντρο Ρομπέρ Λουί-Ντρεϊφούς, έκτασης 1.900m². Αντικατέστησε την Bastide, η οποία είχε γίνει, πλέον, πολύ μικρή για τις ανάγκες του συλλόγου.
Πριν από το Προπονητικό Κέντρο Ρομπέρ Λουί-Ντρεϊφούς, η OM είχε τη διοικητική της έδρα σε πολλές διαφορετικές διευθύνσεις.
Αρχικώς, η ομάδα εγκαταστάθηκε στον αριθμό 7 της Οδού Συφρέν κοντά στο Vieux-Port, όπου έδρευε η διαλυμένη ομάδα ξιφασκίας της Épée προτού μετακομίσει στην Οδό ντε λα Τουρ στην Μπρασερί Σαιν-Ζορζ το 1909, στο Café de la Bourse το 1920, και αργότερα στην Μπρασερί ντε Σπορ στην Πλατεία Καστελάν το 1924. Η OM θα εγκατασταθεί στον αριθμό 6 της Οδού Εντμόν Ροστάν και στη συνέχεια στον αριθμό 1 της Οδού της Βασίλισσας Ελισάβετ στο ύψος της Κανεμπιέρ μέχρι το 1949.
Έπειτα, επί σχεδόν είκοσι έτη, η ομάδα είχε την έδρα της στην Πλατεία Φελίξ-Μπαρέ προτού ο Μαρσέλ Λεκλέρ αποφασίσει τη μετεγκατάστασή της εντός του Σταδίου Βελοντρόμ. Η άφιξη του Μπερνάρ Ταπί στη Μαρσέιγ, είχε ως αποτέλεσμα μια νέα μετακόμιση, αυτή τη φορά επί της Λεωφόρου Πραντό. Το 1996, ο σύλλογος εγκαταστάθηκε και πάλι κοντά στην έδρα του, επί της Οδού Νεγκρεσκό, προτού, οριστικά, εγκατασταθεί στη La Commanderie το 2005.[89]
Τέσσερα επίσημα καταστήματα της ομάδας είναι διαθέσιμα εντός της πόλης της Μασσαλίας: το μουσείο-κατάστημα του Σταδίου Βελοντρόμ και τρία άλλα καταστήματα (Rue Saint-Ferréol, Κανμπιέρ και Λα Βαλεντίν). Ένα πέμπτο κατάστημα άνοιξε στη Βιτρόλ τον Ιούλιο του 2010, ενώ ένα έκτο εγκαινιάστηκε το 2011, στο Plan de Campagne. Η Ολιμπίκ Μαρσέιγ, εγκαινίασε επίσης ένα κατάστημα στο κέντρο της πόλης του Αλγερίου, το Δεκέμβριο του 2008, κάτι που την κατέστησε την πρώτη γαλλική ομάδα που διαθέτει επίσημο κατάστημα σε χώρα του εξωτερικού. Συνολικά, η Ολιμπίκ Μαρσέιγ διαθέτει περίπου χίλια σημεία πώλησης των προϊόντων της ανά τη Γαλλία.[90] Ο σύλλογος σχεδιάζει, ακόμα, τη δημιουργία δικτύου για τη διάθεση των προϊόντων του στην Αφρική,[91] καθώς και στην Ασία και τη Μέση Ανατολή.[92]
Οι οπαδοί της Ολιμπίκ Μαρσέιγ αποτελούν τμήμα της ζωής του συλλόγου, εδώ και περίπου έναν αιώνα. Άλλωστε, αυτοί ήταν που χρηματοδότησαν την ανακατασκευή του Σταντ ντε λ’Υβών στις αρχές της δεκαετίας του 1920.[93] Αδρανείς στη διάρκεια των δεκαετιών 1950 και 1960, οι Μασσαλοί οπαδοί επανενεργοποιήθηκαν με την ανάληψη της προεδρίας του συλλόγου από τον Λεκλέρκ, ιδρύοντας την Ένωση Οπαδών της ΟΜ.[94] Απογοητευμένοι από τις διοικητικές αναταράξεις στα τέλη της δεκαετίας του 1970, οι οπαδοί της OM πραγματοποίησαν δυναμική επιστροφή στα κοινά της ομάδας με την ανάληψη της προεδρίας του συλλόγου από τον Μπερνάρ Ταπί. Το φαινόμενο των ultras, προερχόμενο από την Ιταλία, εκείνη την περίοδο, σηματοδότησε τη γέννηση πολλών οπαδικών λεσχών, μεταξύ των οποίων και η Commando Ultra'84, που αποτελεί και την παλαιότερη λέσχη ultra στη Γαλλία.[95] Ο Μπερνάρ Ταπί παραχώρησε τη διαχείριση των συνδρομών για τα διαρκείας στα πέταλα σε αυτές τις οπαδικές λέσχες, εντάσσοντάς τες, με αυτόν τον τρόπο, στη ζωή της ομάδας. Μια αύξηση στις συνδρομές, της τάξης των 30 με 50 ευρώ ετησίως, αποφασίστηκε από τις λέσχες, βοηθώντας έτσι στη χρηματοδότηση των tifos, των εκδηλώσεων, αλλά και των μετακινήσεων για τις εκτός έδρας αναμετρήσεις. Το σύστημα αυτό βρίσκεται ακόμη σε ισχύ, παρά τις οικονομικές δυσκολίες του συλλόγου (χρέος υπολογιζόμενο στα 3 εκατομμύρια ευρώ για το 2006[96]), καθώς αποτελεί εγγύηση για την πληρωμή εισιτηρίου στα πέταλα των οργανωμένων.[97] Το 2009, η Μαρσέιγ αριθμούσε εννέα επίσημους οπαδικούς φορείς : το Club Central des Supporters de l'OM, το Commando Ultra'84, τους South Winners, το Yankee Nord Marseille, το Club des Amis de l'OM, τους Fanatics, τους Dodger's, τους Marseille Trop Puissant και το Handi Fan Club.[94] Διαμάχες είναι δυνατό να υπάρξουν και μεταξύ των διαφορετικών οπαδικών παρατάξεων, όπως στην περίπτωση της συμπλοκής μεταξύ Ultras και Winners στη διάρκεια ενός αγώνα για το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ της σεζόν 2008-2009 απέναντι στη ΦΚ Σαχτάρ Ντονέτσκ.[98]
Οι οπαδοί που προέρχονται από τις Μπους-ντυ-Ρον δεν αποτελούν τους μόνους υποστηρικτές του συλλόγου. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με δημοσκόπηση των εταιρειών Ipsos (2006),[99] TNS Sofres (2008),[100] IFOP (2009)[101] και Sportfive (2010),[102] η OM αποτελεί τη δημοφιλέστερη ομάδα στη Γαλλία με αριθμό 9 εκατομμυρίων υποστηρικτών. Επί των συνολικά εικοσιδύο περιοχών της ηπειρωτικής Γαλλίας, η OM είναι ο δημοφιλέστερος σύλλογος σε έντεκα περιοχές, μεταξύ των οποίων και η Ιλ-ντε-Φρανς, με τη Ζιροντέν Μπορντό να βρίσκεται στη δεύτερη θέση με τρεις περιοχές.[103] Μια μελέτη του SportMarkt εκτίμησε στα 7,8 εκατομμύρια τον αριθμό των συμπαθούντων τη Μαρσέιγ ανά την Ευρώπη, κάτι που τοποθέτησε την ομάδα στη δέκατη τέταρτη θέση, από πλευράς υποστηρικτών, σε ευρωπαϊκό επίπεδο,[104] με μεγάλη διαφορά πίσω από την Μπαρτσελόνα, πρώτη της σχετικής κατάταξης, και τα 57,8 εκατομμύρια φιλάθλους της. Πλέον δημοφιλής ευρωπαϊκή ομάδα στο Μαγκρέμπ, μπροστά από την Μπαρτσελόνα,[91] και δημοφιλέστερη γαλλική ομάδα στην Αφρική,[105] με, παράδειγμα, μια οπαδική λέσχη στη Σενεγάλη,[106] η Ολιμπίκ διαθέτει επίσης, οπαδικές λέσχες στον Καναδά, τις ΗΠΑ και τη Ρωσία.[107]
Στη διάρκεια της σεζόν 2007-2008, 365.000 εμφανίσεις πωλήθηκαν ανά τη Γαλλία, καθιστώντας την OM την ομάδα με τις μεγαλύτερες πωλήσεις εμφανίσεων στη Γαλλία, συμπεριλαμβανομένης και της Εθνικής Γαλλίας, και υπ’ αριθμόν 5 στην Ευρώπη για τις εμφανίσεις της Adidas, ισοβαθμώντας με την Μπάγερν Μονάχου.[108] Η ομάδα ξεπέρασε το προσωπικό της ρεκόρ στη διάρκεια της σεζόν 2008-2009 με 420.000 εμφανίσεις να έχουν πωληθεί.[109]
Σύμφωνα με μια έρευνα που δημοσιεύτηκε από το Futebol Finance τον Φεβρουάριο του 2010, η διαδικτυακή ιστοσελίδα της OM είναι η έβδομη επίσημη ιστοσελίδα ποδοσφαιρικής ομάδας σε επισκεψημότητα στο σύνολο του δικτύου και η πρώτη μεταξύ των γαλλικών ομάδων με 16,1 εκατομμύρια μοναδικούς επισκέπτες ετησίως.[110]
Η OM μετρά περισσότερα από 1,9 εκατομμύρια επισκέπτες στη σελίδα της στο Facebook, κάτι που την καθιστά ως τη δημοφιλέστερη γαλλική ομάδα σε αυτό το κοινωνικό δίκτυο, αλλά και τη δωδέκατη δημοφιλέστερη ομάδα σε αυτή την ιστοσελίδα.[111]
Το Σταντ Βελοντρόμ γνώρισε από τη σεζόν 1998-1999 έως τη σεζόν 2010-2011 την καλύτερη προσέλευση στη Λιγκ 1, με ένα, ακατάριπτο μέχρι σήμερα, ρεκόρ από πλευράς κατόχων διαρκείας (44.415)[112] στη διάρκεια της σεζόν 2003-2004 και έναν μέσο όρο 52.996 θεατών στη διάρκεια της σεζόν 2004-2005.[113] Στη διάρκεια της σεζόν 2008-2009, η ομάδα διέθετε τη δωδέκατη καλύτερη προσέλευση στην Ευρώπη.[114]
Η Μαρσέιγ είναι επίσης η πρώτη γαλλική ομάδα που αγωνίστηκε μπροστά σε κοινό μεγαλύτερο των 40.000 θεατών στη δεύτερη κατηγορία — 40.376 απέναντι στην Τουλούζ ΦΚ, στις 16 Οκτωβρίου 1981.[115]
Στις 10 Αυγούστου 2012[116]
Σημείωση: Οι σημαίες αφορούν την εθνική ομάδα, σύμφωνα με τους κανόνες επιλεξιμότητας της FIFA. Οι παίκτες μπορεί να κατέχουν περισσότερες ιθαγένειες εκτός FIFA.
No. | Έθνος | Θέση | Παίκτης |
---|---|---|---|
1 | Τ | Τζενάρο Μπρασιγκλιάνο | |
2 | Α | Κασίμ Αμπνταλά | |
3 | Α | Νικολά Ν'Κουλού | |
4 | Α | Λούκας Μέντες | |
5 | Α | Λεϊτί Ν'Ντάι | |
6 | Μ | Τζόι Μπάρτον (δανεικός από την ΚΠΡ) | |
7 | Μ | Μπενουά Σεϊρού | |
8 | Ε | Τζορντάν Αγιού | |
9 | Ε | Αντρέ-Πιέρ Ζινιάκ | |
10 | Ε | Αντρέ Αγιού | |
11 | Ε | Λοΐκ Ρεμί | |
12 | Μ | Κέβιν Οσέι | |
13 | Μ | Ραφιντίν Αμπντουλά | |
14 | Α | Πάπε Μ'Μπόου | |
15 | Α | Ζερεμί Μορέλ | |
17 | Μ | Αλεξάντερ Ν'Ντουμπού | |
18 | Μ | Αμαλφιτανό | |
19 | Μ | Σαρλ Καμπορέ | |
20 | Μ | Νατζίμπ Αμαρί | |
21 | Α | Σουλεϊμάν Ντιαβαρά | |
22 | Α | Σενά Μανγκό | |
24 | Α | Ροντ Φανί | |
25 | Ε | Μπιλέλ Ομρανί | |
27 | Ε | Φλοριάν Ρασπεντινό | |
28 | Μ | Ματιέ Βαλμπουενά | |
30 | Τ | Στεβ Μανταντά (αρχηγός) |
Σημείωση: Οι σημαίες αφορούν την εθνική ομάδα, σύμφωνα με τους κανόνες επιλεξιμότητας της FIFA. Οι παίκτες μπορεί να κατέχουν περισσότερες ιθαγένειες εκτός FIFA.
Εγχώριοι αγώνες | Διεθνείς αγώνες |
---|---|
|
|
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.