Ο Τζίμι Πέιτζ (πλήρες όνομα James "Jimmy" Patrick Page, 9 Ιανουαρίου 1944) είναι Άγγλος μουσικός, παραγωγός και συνθέτης. Είναι ιδρυτικό μέλος του συγκροτήματος Led Zeppelin, με το οποίο έγινε γνωστός παγκοσμίως.
Τζίμι Πέιτζ | |
---|---|
Ο Πέιτζ το 2013 | |
Πληροφορίες | |
Όνομα γέννησης | Τζέιμς Πάτρικ Πέιτζ (James Patrick Page) |
Γέννηση | 9 Ιανουαρίου 1944[1][2][3] Heston[4] |
Καταγωγή | Ίστον, Αγγλία |
Eίδος | Hard Rock, Blues, Rock, Folk |
Ιδιότητες | Μουσικός, Συνθέτης, Μουσικός παραγωγός |
Μουσικά όργανα | Κιθάρα |
Παρουσία | 1957 - σήμερα |
Δισκογραφική εταιρεία | Swan Song, Atlantic, Geffen, Fontana, Mercury |
Συμμετοχές | Led Zeppelin, The Yardbirds, The Honeydrippers, The Firm, Page and Plant, Stephen Stills, Eric Clapton, Coverdale and Page, XYZ, Jack White, Herman's Hermits, Τhe Kinks, Joe Cocker, Donovan, Screaming Lord Sutch and the Savages |
Ιστότοπος | |
jimmypage.com | |
wikidata (π) |
Ξεκίνησε την καριέρα του παίζοντας κιθάρα σε δίσκους διάσημων καλλιτεχνών της δεκαετίας του '60. Από το 1966 έως το 1968 ήταν μέλος των Yardbirds, παίζοντας αρχικά μπάσο και στη συνέχεια κιθάρα. Μετά τη διάλυση των Yardbirds, ο Πέιτζ δημιούργησε τους Led Zeppelin. Με τον θάνατο του ντράμερ του συγκροτήματος, Τζον Μπόναμ, οι Led Zeppelin διαλύθηκαν και ο Πέιτζ ακολούθησε σόλο καριέρα. Θεωρείται ένας από τους μουσικούς που έπαιξαν μεγάλο ρόλο στην εξέλιξη της ροκ μουσικής και της ηλεκτρικής κιθάρας.
Βιογραφία
Πρώτα χρόνια
Ο Τζίμι Πέιτζ γεννήθηκε στο Μίντλσεξ της Αγγλίας με γονείς τους Τζίμι και Πατρίτσια Πέιτζ. Το 1952 η οικογένεια μετακόμισε στο Φέλταμ και αργότερα πάλι στο Σάρεϊ, εκεί όπου ο Πέιτζ ξεκίνησε να παίζει κιθάρα, κάνοντας μερικά μαθήματα κοντά στο Κίνγκστον και συνεχίζοντας την προσπάθεια του μόνος του:
«Δεν υπήρχαν πολλοί που να έπαιζαν κιθάρα τότε. Μόνο ένα παιδί στο σχολείο μου, το οποίο μου έδειξε τις βασικές συγχορδίες και έτσι συνέχισα από εκεί μόνος μου, μαθαίνοντας κιθάρα από δίσκους των αγαπημένων μου καλλιτεχνών».
Οι πρώτες επιρροές του Πέιτζ ήταν ο Σκότι Μουρ και ο Τζέιμς Μπάρτον, που έπαιζαν σε ηχογραφήσεις του Έλβις Πρίσλεϊ. Ο ίδιος έχει αναφέρει ότι το τραγούδι Baby Let's Play House του Πρίσλεϊ τον έκανε να αρχίσει να παίζει κιθάρα.
Ο Πέιτζ είχε ένα ιδιαίτερο πάθος για το skiffle (δημοφιλής μουσική της εποχής του) και ειδικά για τη φολκ μουσική. Όμως το μεγαλύτερο ενδιαφέρον το είχε για τη μπλουζ μουσική και για κιθαρίστες όπως ο B.B. King, ο Buddy Guy, ο Willie Dixon και ο Freddie King.[5]
Το 1957, στην ηλικία των 13, εμφανίστηκε στην εκπομπή αναζήτησης ταλέντων "All Your Own", παίζοντας το Mama Don't Want To Skiffle Anymore και το In Them Ol' Cottonfields Back Home.[6] Τότε, ο Πέιτζ είχε δηλώσει ότι ήθελε να κάνει μια βιολογική έρευνα για να βρει θεραπεία για τον καρκίνο.
Ο Πέιτζ δυσκολευόταν να βρεi κάποιους μουσικούς με τους οποίους να έπαιζε σε καθημερινή βάση, μέχρι που ρωτήθηκε από τον Νιλ Κρίστιαν να τον ακολουθήσει στο συγκρότημα του με την ονομασία The Crusaders.[7] Το 1962 και ύστερα από συνεχείς συναυλίες για δύο χρόνια, αρρώστησε σοβαρά και σταμάτησε τις συναυλίες με τους Crusaders. Όταν ανάρρωσε, αποφάσισε να σταματήσει για λίγο την μουσική του καριέρα και να ασχοληθεί με την άλλη του αγάπη, την ζωγραφική. Όπως ανέφερε ο ίδιος:
"Ταξίδευα με ένα λεωφορείο για δύο χρόνια αφού σταμάτησα το σχολείο και είχα αρχίσει να παίρνω καλά λεφτά. Όμως ήμουν κάπως άρρωστος. Έτσι αποφάσισα να σταματήσω τις συναυλίες και να αφοσιωθώ στην ζωγραφική αφού ήξερα ότι όσο και να ήθελα να παίξω κιθάρα, δεν θα ήμουν υγιής από τη στιγμή που είχα κάθε δύο μήνες λοιμώδη μονοπυρήνωση. Έτσι για 18 μήνες σταμάτησα τις συναυλίες για να αναρρώσω πλήρως, παρόλο που έπαιζα ακόμα κιθάρα".
Session μουσικός και Yardbirds
Ενώ πήγαινε ακόμη σχολείο, ο Πέιτζ συχνά έπαιζε σε κλαμπ της εποχής με διάφορα συγκροτήματα και συνεργάστηκε με κιθαρίστες όπως ο Τζεφ Μπεκ και ο Έρικ Κλάπτον. Ένα βράδυ του προτάθηκε να παίξει σε μια σειρά από ηχογραφήσεις για την Columbia Graphophone Company. Αργότερα, ο Μάικ Λίντερ του πρόσφερε συχνή δουλειά στο στούντιο, για την εταιρεία Decca Records. Η πρώτη του ηχογράφηση ήταν με το τραγούδι Diamonds, το οποίο έφτασε στο # 1 του καταλόγου επιτυχιών της Μεγάλης Βρετανίας στις αρχές του 1963.[8]
Μετά από κάποιες συνεργασίες αποφάσισε να γίνει session μουσικός, συνεργαζόμενος με συγκροτήματα όπως οι The Who και οι Kinks. Έχει παίξει στο πρώτο άλμπουμ των Kinks, στο σινγκλ I Can't Explain των The Who, στην Top-10 επιτυχία As Tears Go By της Μαριάν Φέιθφουλ, όπως και κομμάτια των Rolling Stones, Them, Βαν Μόρισον, κ.α..[9]
Από το 1965 ως το 1969, συνέγραψε και έπαιξε σε τραγούδια του Τζον Ουίλιαμς, του Donovan, του Τζόνι Χαλιντέι, του Αλ Στιούαρτ, του Τζο Κόκερ, κ.α..
Τον Φεβρουάριο του 1965, του προτάθηκε να αντικαταστήσει τον Έρικ Κλάπτον στους Yardbirds, αλλά προτιμώντας την επικερδή καριέρα του ως session μουσικός, αρνήθηκε προτείνοντας στη θέση του τον Τζεφ Μπεκ. Τον Μάιο του 1966, ο Μπεκ μαζί με τον Πέιτζ, τον μπασίστα Τζον Πωλ Τζόουνς, τον ντράμερ των The Who, Κιθ Μουν, και τον κιμπορντίστα Νίκι Χόπκινς, ηχογράφησαν το κομμάτι Beck's Bolero και λίγες εβδομάδες αργότερα,[10] ο Πείτζ παρακολούθησε μία συναυλία των Yardbirds στην Οξφόρδη και του προτάθηκε να αντικαταστήσει τον Πολ Σάμγουελ-Σμιθ. Αρχικά συμμετείχε σαν μπασίστας του συγκροτήματος, πριν ο Κρις Ντρέτζα αποφασίσει να αναλάβει το μπάσο και ο Πέιτζ γίνει δίδυμο με τον Μπεκ, στις κιθάρες.
Η συγκεκριμένη σύνθεση ηχογράφησε το σινγκλ Happenings Ten Years Time Ago, πριν ο Μπεκ αποχωρήσει αφήνοντας τους Yardbirds ως τετραμελές σχήμα, για να κυκλοφορήσουν τον δίσκο Little Games, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία.[11]
Led Zeppelin
Οι Yardbirds αποφάσισαν να διαλυθούν το 1968, με τον Πέιτζ να σχηματίζει τους New Yardbirds, με τον τραγουδιστή Ρόμπερτ Πλαντ, τον μπασίστα Τζον Πωλ Τζόουνς, και τον ντράμερ Τζον Μπόναμ. Μετά την πρώτη τους περιοδεία στις σκανδιναβικές χώρες,[12] άλλαξαν το όνομά τους σε Led Zeppelin και περιόδευσαν στις Ηνωμένες Πολιτείες για να προωθήσουν τον πρώτο τους δίσκο, ο οποίος έφθασε στο Top-10 και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.[13]
Το "Led Zeppelin II" ανέβηκε στην κορυφή των τσαρτ και από εκεί και έπειτα κάθε στούντιο δίσκος τους έγινε πλατινένιος.[14] Μετά από δύο χρόνια συνεχών περιοδειών, ξεκίνησαν να περιορίζουν τον αριθμό των εμφανίσεών τους. Η αμερικάνικη περιοδεία τους το 1973 έσπασε τα ρεκόρ εισιτηρίων των Beatles και, το 1975, οι φρενήρεις ρυθμοί πώλησης των εισιτηρίων και των δίσκων των Led Zeppelin τους είχαν καταστήσει το κορυφαίο ροκ συγκρότημα του πλανήτη.
Μετά από ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα του Ρόμπερτ Πλαντ, ενώ βρισκόταν σε διακοπές με την οικογένειά του στο νησί της Ρόδου,[15] το συγκρότημα εμφανιζόταν ζωντανά ακόμη πιο σπάνια. Ένα χρόνο αργότερα, και ενώ το συγκρότημα ετοιμαζόταν να ξεκινήσει την περιοδεία για την προώθηση του δίσκου Presence, ο γιος του Πλαντ πέθανε από μόλυνση.[16] Η περιοδεία αναβλήθηκε και το συγκρότημα ανέβαλε τις δραστηριότητές του για τον επόμενο χρόνο.
Οι Led Zeppelin διαλύθηκαν μετά τον θάνατο του Μπόναμ, στις 25 Σεπτεμβρίου 1980.[17]
Μετά τους Led Zeppelin
Μετά τον θάνατο του Μπόναμ, ο Πέιτζ δεν έπαιξε κιθάρα για εννέα μήνες. Αρχικά, διαδόθηκε η φήμη ότι ο Ρόμπερτ Πλαντ, ο Τζίμι Πέιτζ, ο Κρις Σκουάιρ και ο Άλαν Γουάιτ των Yes θα σχημάτιζαν τους XYZ, κάτι που δεν έγινε ποτέ.[18]
Το 1982, οι Led Zeppelin κυκλοφόρησαν το άλμπουμ Coda με ακυκλοφόρητα τραγούδια από παλιότερες ηχογραφήσεις. Η πρώτη ηχογράφηση του Πέιτζ μετά τους Led Zeppelin ήταν το σάουντρακ της ταινίας Εκτελεστής χωρίς οίκτο, ενώ συμμετείχε στο πρώτο προσωπικό άλμπουμ του Πλαντ, με τίτλο Pictures at Eleven.[19]
Δύο χρόνια αργότερα, σχημάτισε τους The Firm μαζί με τον Πολ Ρότζερς των Bad Company.[20] Στα τέλη του 1984, συνελήφθη για κατοχή κοκαΐνης, ενώ είχαν δυναμώσει οι φήμες για το ενδιαφέρον του για τον αποκρυφισμό.[21] Οι Firm κυκλοφόρησαν δύο δίσκους λαμβάνοντας μέτριες κριτικές.
Ο Πέιτζ κυκλοφόρησε τον πρώτο του προσωπικό δίσκο, εκτός του σάουντρακ, το 1988, με τίτλο Outrider, σκαρφαλώνοντας στο # 26 του Billboard.[22] Το άλμπουμ του έδωσε υποψηφιότητα για βραβείο "Grammy" στην κατηγορία "best rock instrumental" και για την προώθηση του πραγματοποίησε την πρώτη του σόλο περιοδεία.
Στη συνέχεια, συνεργάστηκε με τον πρώην τραγουδιστή των Deep Purple και των Whitesnake, Ντέιβιντ Κόβερντεϊλ, στο πρότζεκτ Coverdale-Page, κυκλοφορώντας το ομώνυμο, πλατινένιο άλμπουμ το 1993.[23]
Το 1994, ήρθε σε επαφή με τον Ρόμπερτ Πλαντ για να συνεργαστούν και πάλι μετά από 14 χρόνια, στο συγκρότημα Page and Plant. Προϊόν αυτής της συνεργασίας ήταν ο ζωντανός δίσκος No Quarter, ηχογραφημένος στο Μαρόκο, την Ουαλία και την Αγγλία.[24] Ο δίσκος βραβεύθηκε ως πλατινένιος και το δίδυμο περιόδευσε σε όλο τον κόσμο.
Ακολούθησε το Walking Into Clarksdale, ο πρώτος δίσκος με νέο υλικό, που ηχογράφησαν μετά από σχεδόν δύο δεκαετίες. Ο Πέιτζ συνεργάστηκε με τον ράπερ Παφ Ντάντι στο κομμάτι "Come with Me" από το σάουντρακ της ταινίας Godzilla του 1998.[25]
Το 1999, περιόδευσε με τους Black Crowes παίζοντας διάφορα τραγούδια του συγκροτήματος και των Led Zeppelin. Το 2000, κυκλοφόρησαν το ζωντανά ηχογραφημένο Live at the Greek.[26]
Τον Δεκέμβριο του 2007, οι Led Zeppelin επανενώθηκαν με τον γιο του Τζον Μπόναμ, Τζέισον, στα τύμπανα για μία εμφάνιση στη μνήμη του ιδρυτή της Atlantic Records, Αχμέτ Ερντεγκάν. Η ηχογράφηση της συναυλίας κυκλοφόρησε πέντε χρόνια αργότερα στο άλμπουμ Celebration Day, ενώ ο Πέιτζ συμμετείχε στο ντοκιμαντέρ It Might Get Loud με τον Τζακ Γουάιτ των White Stripes και τον The Edge των U2.[27]
Το 2010, ο Πέιτζ ανακοίνωσε την έκδοση της αυτοβιογραφίας του σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων, με τίτλο Jimmy Page by Jimmy Page.[28]
Δισκογραφία
με τους Led Zeppelin
- Led Zeppelin (1969)
- Led Zeppelin II (1969)
- Led Zeppelin III (1970)
- Led Zeppelin IV (1971)
- Houses of the Holy (1973)
- Physical Graffiti (1975)
- Presence (1976)
- In Through the Out Door (1979)
- Coda (1982)
- The Song Remains the Same (1976)
- Led Zeppelin Boxed Set (1990)
- Led Zeppelin Remasters (1990)
- Led Zeppelin Boxed Set 2 (1993)
- The Complete Studio Recordings (1993)
- BBC Sessions (1997)
- Early Days: Best of Led Zeppelin Volume One (1999)
- Latter Days: Best of Led Zeppelin Volume Two (2000)
- Early Days and Latter Days (2002)
- How the West Was Won (2003)
- Mothership (2007)
- Definitive Collection (2008)
- Celebration Day (2012)
με τον Ρόι Χάρπερ
- Whatever Happened to Jugula? (1985)
με τους The Honeydrippers
- The Honeydrippers: Volume One (ΕΡ, 1984)
με τους The Firm
- The Firm (1985)
- Mean Business (1986)
με τους Coverdale and Page
- Coverdale-Page (1993)
Προσωπικές κυκλοφορίες
- OST Death Wish II (1982)
- Outrider (1988)
- Lucifer Rising and Other Sound Tracks (2012)
με τους Page and Plant
- No Quarter (1994)
- Walking into Clarksdale (1998)
με τους Black Crowes
- Live at the Greek (2000).
Παραπομπές
Πηγές
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
Wikiwand in your browser!
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.