Οι Rolling Stones είναι ένα από τα σημαντικότερα βρετανικά ροκ συγκροτήματα που έγινε δημοφιλές κατά τη διάρκεια της βρετανικής εισβολής στις αρχές της δεκαετίας του '60. Το ύφος τους βασίζεται στο ροκ εντ ρολ. Το συγκρότημα δημιουργήθηκε στο Λονδίνο το 1962 από τον αρχικό ηγέτη Μπράιαν Τζόουνς, αλλά τελικά επικράτησε η συνεργασία του τραγουδιστή Μικ Τζάγκερ και του κιθαρίστα Κιθ Ρίτσαρντς, οι οποίοι συνέθεταν στίχους και τραγούδια. Ο πιανίστας Ίαν Στιούαρτ, ο ντράμερ Τσάρλι Γουάτς και ο μπασίστας Μπιλ Γουάιμαν συμπλήρωσαν τη σύνθεση του συγκροτήματος. Ο Στιούαρτ απομακρύνθηκε ως επίσημο μέλος του συγκροτήματος το 1963, αλλά συνέχισε να συνεργάζεται με το συγκρότημα ως οδικός διευθυντής και πιανίστας μέχρι το θάνατό του, το 1985.
Rolling Stones | |
---|---|
Οι Rolling Stones στο Μιλάνο το 2006. | |
Πληροφορίες | |
Προέλευση | Αγγλία |
Μουσικά είδη | Ροκ, Ροκ εντ ρολ, Μπλουζ, Hard Rock, Ψυχεδελικό ροκ |
Παρουσία | 1962-παρόν |
Δισκογραφική εταιρεία | Decca, London, Rolling Stones, Virgin, ABKCO, Interscope, Polydor |
Μέλη | Μικ Τζάγκερ Κιθ Ρίτσαρντς Τσάρλι Γουάτς Ρον Γουντ |
Πρώην μέλη | Μπράιαν Τζόουνς Μικ Τέιλορ Μπιλ Γουάιμαν |
Ιστότοπος | |
http://www.rollingstones.com/ | |
wikidata (π) |
Οι πρώτες μουσικές συλλογές των Rolling Stones ήταν κυρίως διασκευές αμερικανικών μπλουζ τραγουδιών. Το κομμάτι, "(I Can't Get No) Satisfaction" καθιέρωσε τους Stones ως ένα από τα μεγάλα ονόματα του είδους. Αρχίζοντας με το άλμπουμ "Aftermath" το 1966, τα τραγούδια του Τζάγκερ και του Ρίτσαρντς, που βοήθησαν τον μουσικό πειραματισμό του Τζόουνς, επέκτειναν την πάντα παρούσα υφολογική ευελιξία τους. Ο Τζόουνς απεβίωσε το 1969, αμέσως μετά από την πυρκαγιά από τη ζώνη και αντικαταστάθηκε από τον Μικ Τέιλορ, τον οποίο διαδέχτηκε ο Ρον Γουντ το 1974. Ο Γουάιμαν αποσύρθηκε το 1993 και αντικαταστάθηκε από τον Ντάρυλ Τζόουνς, ο οποίος δεν συμμετέχει επισήμως στο συγκρότημα.
Οι Rolling Stones έχουν στο ενεργητικό τους περισσότερα από 55 άλμπουμ και έχουν φτάσει στην κορυφή των βρετανικών και αμερικάνικων τσαρτ 32 φορές. Έχουν πουλήσει περισσότερα από 200 εκατομμύρια αντίτυπα, παγκοσμίως. Από τo "Sticky Fingers" του 1971 μέχρι το "Tattoo You" δέκα χρόνια αργότερα, το συγκρότημα κυκλοφόρησε οκτώ δίσκους που έφθασαν στο # 1 στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το 1989, οι Rolling Stones εντάχθηκαν στο Rock and Roll Hall of Fame και το 2004 πήραν την τέταρτη θέση στη λίστα με τους εκατό μεγαλύτερους καλλιτέχνες όλων των εποχών του περιοδικού "Rolling Stone", ενώ έχουν τη δεύτερη θέση στους καλλιτέχνες όλων των εποχών στην ιστοσελίδα "Acclaimed Music". Η πιο πρόσφατη στούντιο κυκλοφορία τους με τίτλο "A Bigger Bang", κυκλοφόρησε το 2005 και συνοδεύθηκε από τις υψηλότερης συνολικής είσπραξης συναυλίες στην ιστορία, οι οποίες διήρκεσαν μέχρι τα τέλη του καλοκαιριού του 2007. Κατά τη διάρκεια της περιοδείας τους στην Αμερική το 1969, ο διευθύνων των συναυλιών τους Σαμ Γκάτλερ τους σύστησε ως τη "μεγαλύτερη ροκ εντ ρολ μπάντα στον κόσμο", ένας τίτλος που έχει παραμείνει μέχρι σήμερα.
Βιογραφία
Δημιουργία του συγκροτήματος
Ο τραγουδιστής Μικ Τζάγκερ γνώρισε τον κιθαρίστα Κιθ Ρίτσαρντς στο δημοτικό σχολείο του Ντάρτφορντ, το 1950.[1] Δέκα χρόνια αργότερα, συναντήθηκαν και πάλι, αναφέροντας στη συζήτηση τους την αγάπη τους για την μπλουζ μουσική.[2] Ο κοινός τους φίλος, Ντικ Τέιλορ, έπαιζε με τον Τζάγκερ στους Little Boy Blue and the Blue Boys, ενώ σπούδαζε μαζί με τον Ρίτσαρντς στη σχολή τεχνών του Σίντκαπ.[3] Ο Ρίτσαρντς εντάχθηκε στο συγκρότημα και λίγο αργότερα αποβλήθηκε από τη σχολή του λόγω του ότι έκανε σκασιαρχείο.
Την ίδια περίοδο, ο Μπράιαν Τζόουνς απέφευγε τη φοίτηση στο σχολείο του στο Τσέλτεναμ για να εξασκηθεί στο σαξόφωνο και το κλαρινέτο. Στα 16 του χρόνια είχε δύο εξώγαμα παιδιά και είχε ταξιδέψει για ένα διάστημα στη Σκανδιναβία, όπου έμαθε να παίζει κιθάρα. Αφού επέστρεψε στο Τσέλτεναμ, εντάχθηκε στους Ramrods και στη συνέχεια μετακόμισε στο Λονδίνο με την κοπέλα του και ένα από τα παιδιά του, όπου εντάχθηκε Alexis Korner's Blues Inc., πριν αποφασίσει να δημιουργήσει ένα νέο συγκρότημα, στο οποίο μετά από αγγελία έγινε μέλος ο πιανίστας Ίαν Στιούαρτ.[4]
Ο Τζόουνς ξεκίνησε να παίζει ως Elmo Lewis στους Ealing Blues Club και έναν χρόνο αργότερα γνώρισε το ντράμερ Τσάρλι Γουάτς, τότε μέλος των Blues Inc..[5] Ο Τζάγκερ εντάχθηκε στο εν λόγω συγκρότημα και παράλληλα έκανε πρόβες με τους Ρίτσαρντς και Τζόουνς.[6] Οι τρεις τους συγκατοικούσαν σε ένα μικρό διαμέρισμα στο Λονδίνο και με το ντράμερ Τόνι Τσάπμαν ηχογράφησαν ένα ντέμο το οποίο απορρίφθηκε από την ΕΜΙ. Ο μπασίστας Ντικ Τέιλορ που είχε παίξει μαζί τους, αποχώρησε για να σπουδάσει στη Βασιλική Σχολή Τεχνών.[7]
Ο Ίαν Στιούαρτ δούλευε σε μία εταιρεία φαρμάκων, βοηθώντας οικονομικά το συγκρότημα.[8] Μετά την αποχώρηση του μπασίστα, το συγκρότημα ονομάστηκε Rolling Stones από το κομμάτι "Rolling Stone" του Muddy Waters.[9] Στις 12 Ιουλίου 1962, έδωσαν την πρώτη τους συναυλία στο κλαμπ "Marquee" του Λονδίνου, με τον Τέιλορ να επιστρέφει στο μπάσο και τον Νικ Έιβορι στα τύμπανα.[10] Οι δύο τελευταίοι αντικαταστάθηκαν από τον Μπιλ Γουαίμαν και τον Τόνι Τσάπμαν, αντίστοιχα, ενώ τον Ιανουάριο του 1963, ο Τσάρλι Γουάτς ανέλαβε τα τύμπανα του συγκροτήματος.[11]
Τα πρώτα χρόνια
Ο τοπικός επιχειρηματίας Τζόρτζιο Γκομέλσκι έκλεισε το συγκρότημα για οκτώ μήνες στο κλαμπ "Crawdaddy" και δούλευε ως μάνατζερ του σχήματος μέχρι να τους αναλάβει ο Άντριου Λουγκ Όλντχαμ.[12][13] Ο Όλντχαμ προώθησε τους Rolling Stones ως το αντίπαλο δέος των Beatles και έβγαλε εκτός συγκροτήματος τον Στιούαρτ, ο οποίος έπαιζε μαζί τους μόνο στις ζωντανές τους εμφανίσεις.[14]
Τον Ιούνιο του 1963, κυκλοφόρησε το πρώτο τους σινγκλ, μία διασκευή στο τραγούδι "Come On" του Τσακ Μπέρι που ανέβηκε στο # 21 των τσαρτ της πατρίδας τους, μετά την εμφάνιση του συγκροτήματος στην τηλεοπτική εκπομπή "Thank Your Lucky Stars".[15] Στη συνέχεια, εμφανίστηκαν ζωντανά στο "National Jazz and Blues Festival" και τον επόμενο Σεπτέμβριο περιόδευσαν μαζί με τους Everly Brothers, Μπο Ντίντλι και Λιτλ Ρίτσαρντ.[16][17] Στα τέλη της χρονιάς, οι Rolling Stones κυκλοφόρησαν το σινγκλ "I Wanna Be Your Man", μία σύνθεση των Τζον Λένον και Πωλ ΜακΚάρτνεϋ, το οποίο έφθασε στο # 12.[18] Τον Ιανουάριο του 1964, πραγματοποίησαν την πρώτη τους περιοδεία ως πρώτο όνομα με support συγκρότημα τις The Ronettes και κυκλοφόρησαν το σινγκλ "Not Fade Away" που έφθασε στο # 3 στη Μεγάλη Βρετανία και το Top-50 στις Ηνωμένες Πολιτείες.[19] [20]
Στις 16 Απριλίου 1964, κυκλοφόρησε το ομώνυμο άλμπουμ τους, το οποίο εκδόθηκε στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού με τίτλο "England's Newest Hit Makers", ανεβαίνοντας στο # 1 στη Βρετανία και την Αυστραλία και το # 11 στο αμερικάνικο Billboard.[21] Τον Ιούνιο πραγματοποίησαν την πρώτη τους αμερικάνικη περιοδεία και η διασκευή τους στο "It's All Over Now" των Valentinos έγινε το πρώτο τους # 1.[22][23] Στα τέλη της χρονιάς διασκεύασαν το "Little Red Rooster" του Howlin' Wolf, το οποίο ανέβηκε στην κορυφή των τσαρτ της πατρίδας τους, αλλά απαγορεύθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες λόγω των απρεπών στίχων του.[24] Στα τέλη της χρονιάς, κυκλοφόρησε το "12 X 5" μόνο στην Αμερική, φθάνοντας στην τρίτη θέση των αμερικάνικων καταλόγων επιτυχιών.[25]
Το "Time Is on My Side" έγινε το πρώτο Top-10 σινγκλ τους στις Ηνωμένες Πολιτείες, μία σύνθεση των Τζάγκερ και Ρίτσαρντς, οι οποίοι από εκεί και έπειτα αποτέλεσαν το βασικό συνθετικό δίδυμο των κομματιών των Rolling Stones.[26] Στις αρχές του 1965 ανέβηκαν και πάλι στο βρετανικό # 1 με το "The Last Time", αλλά το επόμενο τους κομμάτι με τίτλο "(I Can't Get No) Satisfaction" ανέβηκε στην κορυφή των περισσότερων τσαρτ του πλανήτη και έγινε ένα από τα γνωστότερα ροκ τραγούδια όλων των εποχών.[27] Την ίδια περίοδο, κυκλοφόρησε το άλμπουμ "The Rolling Stones No. 2", ανεβαίνοντας στην κορυφή των τσαρτ στη Βρετανία και τη Γερμανία.[28]
Μέχρι τις αρχές του 1966, είχαν κυκλοφορήσει τις επιτυχίες "Get Off of My Cloud", "As Tears Go By" και "19th Nervous Breakdown", όπως και το άλμπουμ "Out of Our Heads", το πρώτο # 1 άλμπουμ τους στις Ηνωμένες Πολιτείες.[29] Ο πρώτος δίσκος με αποκλειστικά δικές τους συνθέσεις κυκλοφόρησε τον Απρίλιο του 1966 στην πατρίδα τους και δύο μήνες αργότερα στην Αμερική, με τίτλο "Aftermath".[30] Το τραγούδι "Paint it Black" συμπεριλήφθηκε στην αμερικάνικη έκδοση του άλμπουμ και ανέβηκε στην κορυφή των καταλόγων επιτυχιών και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.[31]
Τον Ιανουάριο του 1967, το συγκρότημα εμφανίστηκε στην εκπομπή "Ed Sullivan Show" παίζοντας το "Let's Spend the Night Together", με τον Τζάγκερ να ψιθυρίζει το ρεφρέν λόγω απειλής για λογοκρισία.[32] Τον επόμενο μήνα, οι Τζάγκερ και Ρίτσαρντς συνελήφθησαν με την κατηγορία της κατοχής ναρκωτικών ουσιών, ενώ τρεις μήνες αργότερα συνελήφθη και ο Τζόουνς με την ίδια κατηγορία. Οι ποινές φυλάκισης τους απαγγέλθηκαν με αναστολή και το συγκρότημα σταμάτησε προσωρινά να δίνει συναυλίες.[33] Ο Τζάγκερ και η φίλη του και τραγουδίστρια, Μαριάν Φέιθφουλ, ταξίδεψαν στην Ινδία όπου γνώρισαν τον γιόγκι Μαχαρίσι Μαχές,[34] ενώ στις αρχές της χρονιάς είχαν κυκλοφορήσει το άλμπουμ "Between the Buttons", φθάνοντας στο Top-3 και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.[35]
Την ίδια χρονιά, οι Rolling Stones επισκέφθηκαν την Αθήνα για να δώσουν μία συναυλία στο γήπεδο του Παναθηναϊκού. Η συναυλία τους στις 17 Απριλίου διακόπηκε απότομα λόγω κάποιου επεισοδίου ανάμεσα σε έναν συνοδό των Rolling Stones κι έναν αστυνομικό, αμέσως μετά την εκτέλεση του δημοφιλέστερου τραγουδιού τους, (I Can't Get No) Satisfaction[36].
Τον Δεκέμβριο του 1967, κυκλοφόρησε ο δίσκος "Their Satanic Majesties Request", χωρίς να περιέχει κάποιο ιδιαίτερα επιτυχημένο σινγκλ, αν και το "She's a Rainbow" ανέβηκε στο Top-30 του Billboard.[37] Εκείνο το διάστημα, το μάνατζμεντ του συγκροτήματος ανέλαβε ο Άλεν Κλάιν.[38]
Μνημειώδης επιτυχία
Τον Μάιο του 1968 κυκλοφόρησαν το σινγκλ "Jumpin' Jack Flash" ανεβαίνοντας στο # 1 στη Βρετανία και το # 3 στις ΗΠΑ,[39] με τον δίσκο "Beggars Banquet" να φτάνει στα ράφια των δισκοπωλείων τον Δεκέμβριο, μετά από πέντε μήνες καθυστέρησης.[40] Το άλμπουμ θεωρήθηκε η καλύτερη κυκλοφορία των Rolling Stones μέχρι τότε και ξεκινούσε με το αμφιλεγόμενο "Sympathy for the Devil", ενώ έφθασε στην κορυφή των γαλλικών τσαρτ.[41]
Στις 9 Ιουνίου 1969, ο Μπράιαν Τζόουνς αποχώρησε από το συγκρότημα λόγω της αποξένωσης των μελών των Rolling Stones και αντικαταστάθηκε από τον Μικ Τέιλορ.[42] Ο Τζόουνς ανακοίνωσε ότι θα σχημάτιζε το προσωπικό του συγκρότημα αλλά στις 3 Ιουλίου βρέθηκε νεκρός στην πισίνα του.[43] Μερικές ημέρες αργότερα, στη ζωντανή εμφάνιση των Rolling Stones στο Hyde Park του Λονδίνου, ο Τζάγκερ του αφιέρωσε ένα ποίημα του Πέρσι Σέλλεϋ και χιλιάδες πεταλούδες αφέθηκαν πάνω από τον χώρο της συναυλίας.[44] Στις 11 Ιουλίου 1969, την επομένη της κηδείας του Τζόουνς, το συγκρότημα κυκλοφόρησε το σινγκλ "Honky Tonk Women" ανεβαίνοντας στην κορυφή των τσαρτ και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.[45]
Από το σημείο αυτό και έπειτα, κάθε δίσκος των Rolling Stones βραβευόταν ως χρυσός και το "Let It Bleed", που κυκλοφόρησε στα τέλη της χρονιάς, έγινε το πρώτο τους βρετανικό # 1 μετά το "Aftermath". Το άλμπουμ περιείχε τις τελευταίες ηχογραφήσεις του Τζόουνς στα κομμάτια "Midnight Rambler" και "You Got the Silver", αλλά και τις πρώτες ηχογραφήσεις του Τέιλορ με το συγκρότημα.[46]
Το συγκρότημα περιόδευσε στη Βόρεια Αμερική με πολύ μεγάλη επιτυχία, μετά από τρία χρόνια, αλλά η εικόνα τους ως "σατανικό" συγκρότημα οδήγησε σε σοβαρά προβλήματα κατά τη διάρκεια ενός μεγάλου φεστιβάλ που διοργάνωσαν στο Altamont Speedway της Καλιφόρνια, όταν ένας θεατής ονόματι Μέρεντιθ Χάντερ δολοφονήθηκε από μέλη των Hell's Angels, μόλις μερικά μέτρα μπροστά από τη σκηνή.[47] Το γεγονός αυτό αποτυπώθηκε στο ντοκιμαντέρ "Gimme Shelter" και η κοινωνική κατακραυγή για τους στίχους του "Sympathy for the Devil" και το ότι κατά κάποιο τρόπο παρότρυναν τέτοιες πράξεις, ανάγκασε το συγκρότημα να αποσύρει το τραγούδι αυτό από το set list των ζωντανών τους εμφανίσεων για τα επόμενα έξι χρόνια.[48][49]
Τον Σεπτέμβριο του 1970, κυκλοφόρησαν το ζωντανά ηχογραφημένο "Get Yer Ya-Ya's Out! The Rolling Stones in Concert", ανεβαίνοντας για άλλη μια φορά στην κορυφή των τσαρτ της πατρίδας τους.[50] Την ίδια χρονιά, το συγκρότημα ίδρυσε τη δισκογραφική εταιρεία "Rolling Stones Records" υπό τη σκέπη της "Atlantic".[51] Το πρώτο τους άλμπουμ που κυκλοφόρησε μέσω της δικής τους εταιρείας ήταν το "Sticky Fingers" του 1971, που ανέβηκε στην κορυφή των περισσότερων τσαρτ του κόσμου και περιείχε την πολύ μεγάλη επιτυχία "Brown Sugar".[52] Ακολούθησε το διπλό "Exile on Main St." τον Μάιο του 1972, με τις επιτυχίες "Tumbling Dice" και "Happy".[53] Για την προώθηση του, οι Rolling Stones περιόδευσαν στις Ηνωμένες Πολιτείες, καθιερώνοντας μία βορειοαμερικανική περιοδεία ανά τρία χρόνια.
Δεκαετία του '70 και εμπορική αναγέννηση
Το "Goats Head Soup" του 1973 χαρακτηρίστηκε από τους μουσικοκριτικούς ως ο χειρότερος δίσκος τους μετά το "Their Satanic Majesties Request", παρ' όλα αυτά περιείχε τις επιτυχίες "Angie" και "Doo Doo Doo Doo Doo (Heartbreaker)".[54] Ακολούθησε το "It's Only Rock 'n Roll" τον Οκτώβριο του 1974, με την ομώνυμη επιτυχία να φθάνει στο βρετανικό Top-10, ενώ η διασκευή στο "Ain't Too Proud to Beg" των Temptations έφθασε στο # 17 στις Ηνωμένες Πολιτείες.[55] Μετά την κυκλοφορία του δίσκου, ο Μικ Τέιλορ αποχώρησε από το συγκρότημα, δίνοντας τη θέση του στον Ρον Γουντ.[56]
Το πέμπτο συνεχόμενο στούντιο άλμπουμ του συγκροτήματος που ανέβηκε στην κορυφή του Billboard στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν το "Black and Blue" του 1976, συνοδευόμενο από την επιτυχία "Fool to Cry".[57] Ακολούθησε το "Some Girls" του 1978, με τους στίχους του ομώνυμου κομματιού να προκαλούν αντιδράσεις λόγω ρατσιστικών στερεότυπων.[58][59] Ο δίσκος περιείχε την # 1 επιτυχία "Miss You" και αποτέλεσε την επιστροφή του συγκροτήματος στο δυνατό ροκ εντ ρολ του παρελθόντος. Ένα χρόνο πριν την κυκλοφορία του δίσκου, ο Ρίτσαρντς και η σύζυγος του, Ανίτα Πάλενμπεργκ, συνελήφθησαν στον Καναδά για κατοχή ηρωίνης, έναν εθισμό που αποχωρίστηκε στη συνέχεια.[60]
Το "Some Girls"έγινε εξαπλά πλατινένιο, ενώ το "Emotional Rescue" του 1980 ανέβηκε στην κορυφή των βρετανικών και των αμερικάνικων τσαρτ και βραβεύθηκε ως διπλά πλατινένιο.[61] Το "Tattoo You" αποτέλεσε το όγδοο συνεχόμενο # 1 τους στις Ηνωμένες Πολιτείες και περιείχε τις επιτυχίες "Start Me Up" και "Waiting on a Friend", στο δεύτερο εκ των οποίων συμμετείχε ο σαξοφωνίστας Σόνι Ρόλινς.[62] Κατά την περιοδεία για την προώθηση του άλμπουμ, ηχογραφήθηκε το "Still Life (American Concert 1981)", όπως και το βίντεο "Let's Spend the Night Together" με εισπράξεις πενήντα εκατομμυρίων δολαρίων.[63]
Μετέπειτα εποχή
Ακολούθησαν οι δίσκοι "Undercover" και "Dirty Work" το 1983 και το 1986 αντίστοιχα, οι οποίοι βραβεύθηκαν ως πλατινένιοι στις Ηνωμένες Πολιτείες και χρυσοί στο Ηνωμένο Βασίλειο παρά το ότι δεν έφθασαν στην κορυφή των καταλόγων επιτυχιών.[64][65] Οι δίσκοι περιείχαν τις Top-10 επιτυχίες "Undercover of the Night" και "Harlem Shuffle", αλλά και τα "She Was Hot" και "One Hit (To the Body)".[66][67]
Οι Τζάγκερ και Ρίτσαρντς αποξενώθηκαν και το συγκρότημα δεν παρουσίασε κάποια δραστηριότητα για την επόμενη τριετία. Ο Τζάγκερ ηχογράφησε το πρώτο του προσωπικό άλμπουμ με τίτλο "She's the Boss" το 1984,[68] ακολουθούμενο από το λιγότερο επιτυχημένο "Primitive Cool" τρία χρόνια αργότερα.[69] Ο Ρίτσαρντς κυκλοφόρησε το χρυσό "Talk Is Cheap" το 1988.[70] Η κόντρα των δύο μουσικών πέρασε και στη δισκογραφία τους, με τον Ρίτσαρντς να απευθύνεται στον Τζάγκερ στο κομμάτι "You Don't Move Me".[71] Λίγο πριν την ένταξη των Rolling Stones στο Rock and Roll Hall of Fame, οι δύο μουσικοί ταξίδεψαν στα Μπαρμπάντος για τη σύνθεση κομματιών για το επόμενο τους άλμπουμ. Το "Steel Wheels" ανέβηκε στο # 2 στη Μεγάλη Βρετανία και το # 3 στις Ηνωμένες Πολιτείες και το συγκρότημα περιόδευσε στη Βόρεια Αμερική για πρώτη φορά μετά από οκτώ χρόνια.[72] Οι 50 βορειοαμερικάνικες εμφανίσεις απέφεραν στους Rolling Stones κέρδη ύψους 140 εκατομμυρίων δολαρίων, ενώ ακολούθησε ο ζωντανά ηχογραφημένος δίσκος "Flashpoint", το 1991.[73]
Στα τέλη του 1992, ο Μπιλ Γουάιμαν ανακοίνωσε την αποχώρηση του από το συγκρότημα.[74] Στις αρχές της δεκαετίας του '90, τα μέλη του συγκροτήματος επικεντρώθηκαν στις προσωπικές τους καριέρες και οι Rolling Stones επέστρεψαν στη δισκογραφία το 1994, με τον μπασίστα Ντάριλ Τζόουνς ως γκεστ, κυκλοφορώντας το "Voodoo Lounge", το πρώτο # 1 άλμπουμ στην πατρίδα τους μετά το "Emotional Rescue" του 1980.[75] Η περιοδεία για την προώθηση του άλμπουμ απέφερε έσοδα 295 εκατομμυρίων δολαρίων και ο δίσκος κέρδισε βραβείο Γκράμι για το καλύτερο ροκ άλμπουμ της χρονιάς.[76]
Το 1996, κυκλοφόρησε το βίντεο και το άλμπουμ με τίτλο "The Rolling Stones Rock and Roll Circus", ηχογραφημένο το 1968 με τη συμμετοχή ονομάτων όπως οι The Who, Jethro Tull, Τζον Λένον, Έρικ Κλάπτον, Taj Mahal, κ.α..[77] Ακολούθησε το στούντιο άλμπουμ "Bridges to Babylon", ο 19ος πλατινένιος δίσκος τους, για την προώθηση του οποίου περιόδευσαν παγκοσμίως παίζοντας πολΛές από τις μεγάλες επιτυχίες τους.[78] Οι ζωντανές τους εμφανίσεις αποτυπώθηκαν στο άλμπουμ "No Security".[79]
Νέα χιλιετία
Το 2000, το "(I Can't Get No) Satisfaction" κατατάχθηκε πρώτο στη λίστα με τα εκατό καλύτερα ροκ τραγούδια όλων των εποχών από το "VH1" και στις 21 Οκτωβρίου 2001, οι Rolling Stones έπαιξαν στο Madison Square Garden σε μία εμφάνιση με τίτλο "Concert for New York City", για τα θύματα των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου 2001.[80][81]
Το 2002, κυκλοφόρησαν τη συλλογή "Forty Licks" με τέσσερα νέα κομμάτια και περιόδευσαν σε όλο τον κόσμο,[82] ενώ το 2004 το περιοδικό "Rolling Stone" τους κατέταξε τέταρτους στη λίστα με τους εκατό σπουδαιότερους καλλιτέχνες όλων των εποχών, μετά τους Beatles, τον Μπομπ Ντίλαν και τον Έλβις Πρίσλεϊ.[83]
Στις 26 Ιουλίου 2005, κατά τον εορτασμό των 62ων γενεθλίων του Μικ Τζάγκερ, το συγκρότημα ανακοίνωσε την κυκλοφορία του νέου του άλμπουμ με τίτλο "A Bigger Bang", το οποίο σκαρφάλωσε στη δεύτερη θέση στην πατρίδα τους και την τρίτη θέση στις Ηνωμένες Πολιτείες.[84] Ο δίσκος περιείχε το κομμάτι "Sweet Neo Con", του οποίου οι στίχοι κατέκριναν την πολιτική του Μπους όσον αφορά τον Πόλεμο του Ιράκ.[85] Η περιοδεία για την προώθηση του άλμπουμ ξεκίνησε τον Αύγουστο του 2005 και μέχρι τα τέλη της χρονιάς είχε αποφέρει έσοδα ύψους 162 εκατομμυρίων δολαρίων, ενώ έπαιξαν ακόμη και στο αμερικάνικο Super Bowl. Η περιοδεία ολοκληρώθηκε δύο χρόνια αργότερα στο Λονδίνο και είχε κέρδη 558 εκατομμυρίων, όντας η πιο κερδοφόρος περιοδεία όλων των εποχών.[86]
Το τετραπλό box set με τίτλο "The Biggest Bang" εκδόθηκε τον Ιούνιο του 2007 και την επόμενη χρονιά ο Μάρτιν Σκορσέζε σκηνοθέτησε το ντοκιμαντέρ "Shine a Light", το οποίο γυρίστηκε κατά την εμφάνιση του συγκροτήματος στο "Beacon Theater" της Νέας Υόρκης το 2006, με γκεστ συμμετοχές από την Κριστίνα Αγκιλέρα, τον Τζακ Γουάιτ και τον Buddy Guy.[87][88]
Το 2012, το συγκρότημα γιόρτασε την πεντηκοστή επέτειο του με την κυκλοφορία του βιβλίου "50".[89] Ακολούθησε η συλλογή "GRRR!" που έγινε πλατινένια στην πατρίδα τους και κατά τους εορτασμούς των πενήντα χρόνων τους έδωσαν δύο συναυλίες στο "Hyde Park" του Λονδίνου, οι οποίες ηχογραφήθηκαν και κυκλοφόρησαν μέσω διαδικτύου με τίτλο "Hyde Park Live (Live 2013)", τον Ιούλιο του 2013.[90][91]
Στις 6 Οκτωβρίου 2016, οι Rolling Stones ανακοίνωσαν ότι επιστρέφουν με νέο δίσκο, έντεκα έτη μετά την τελευταία δουλειά τους.[92] Το καινούριο άλμπουμ του συγκροτήματος θα περιέχει διασκευές μπλουζ τραγουδιών και θα κυκλοφορήσει στις 2 Δεκεμβρίου 2016, έχοντας τον τίτλο "Blue & Lonesome".[92] Την ανακοίνωση του δίσκου συνόδευσε μία διασκευή των Rolling Stones στο τραγούδι "Just Your Fool".[92]
Μέλη
Παρούσα σύνθεση
Πρώην μέλη
|
Γκεστ μουσικοί για τις συναυλίες |
Δισκογραφία
Στούντιο ηχογραφήσεις
Συλλογές
|
Ζωντανές ηχογραφήσεις
|
Παραπομπές
Πηγές
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
Wikiwand in your browser!
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.