Πετς
πόλη της Ουγγαρίας From Wikipedia, the free encyclopedia
πόλη της Ουγγαρίας From Wikipedia, the free encyclopedia
Το Πετς (ουγγρικά: Pécs, γερμανικά: Fünfkirchen) είναι η πέμπτη μεγαλύτερη πόλη της Ουγγαρίας και βρίσκεται στις πλαγιές των βουνών Μέτσεκ, στα νοτιοδυτικά της χώρας, κοντά στα σύνορά της με την Κροατία. Αποτελεί διοικητικό και οικονομικό κέντρο της Περιφέρειας Μπαράνια. Το Πετς είναι επίσης η έδρα της ομώνυμης Ρωμαιοκαθολικής Επισκοπής.
Πετς | |||
---|---|---|---|
| |||
Χώρα | Ουγγαρία[1] | ||
Διοικητική υπαγωγή | Pécs District[1] | ||
Διοίκηση | |||
• Δήμαρχος | Attila Péterffy (από 2019)[2] | ||
Έκταση | 16.278 εκτάριο[1] | ||
Υψόμετρο | 153 μέτρα | ||
Πληθυσμός | 140.330 (1 Ιανουαρίου 2024)[3] | ||
Ταχ. κωδ. | 7600–7636[4][5] | ||
Τηλ. κωδ. | 72[1] | ||
Ζώνη ώρας | ώρα Κεντρικής Ευρώπης UTC+01:00 (επίσημη ώρα) UTC+02:00 (θερινή ώρα) | ||
Ιστότοπος | Επίσημος ιστότοπος | ||
Σχετικά πολυμέσα | |||
Πόλη που χρονολογείται από τους αρχαίους χρόνους και εποικίσθηκε από τους Κέλτες και τους Ρωμαίους, έγινε επισκοπική έδρα στην πρώιμη μεσαιωνική Ουγγαρία. Διαθέτει το παλαιότερο πανεπιστήμιο της χώρας και είναι ένα από τα σημαντικότερα πολιτιστικά κέντρα. Έχει επίσης μια πλούσια κληρονομιά από τη διάρκειας 150 χρόνων Οθωμανική κατοχή. Το Πετς ήταν ιστορικά μια πολυεθνική πόλη όπου πολλοί πολιτισμοί αναμίχθηκαν, δημιουργώντας ένα χωνευτήρι διαφορετικών αξιών, το πλούσιο αποτέλεσμα ιστορίας 2000 ετών. Τα τελευταία χρόνια η πόλη έχει αναγνωριστεί για την πολιτιστική της κληρονομιά, συμπεριλαμβανομένης της ονομασίας της ως μιας από τις Πολιτιστικήές Πρωτεύουσες της Ευρώπης για το 2010 μαζί με τη γερμανική πόλη Έσσεν και την Κωνσταντινούπολη. Το σλόγκαν της πόλης ήταν "Πόλη χωρίς σύνορα".
Κατά τη διάρκεια των ρωμαϊκών χρόνων στη θέση του Πετς βρισκόταν η πόλη Σοπιάναι (Sopianæ) και πιθανόν αποτελεί τον πληθυντικό της κέλτικης λέξης sop που σημαίνει βάλτος. Σώζεται η παλαιοχριστιανική νεκρόπολη από τον 4ο αιώνα π.Χ., με τους διακοσμημένους υπόγειους τάφους, τα μαυσωλεία και τα παρεκκλήσια. Η Πρώιμη Χριστιανική Νεκρόπολη του Πετς έχει χαρακτηριστεί ως μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς από την UNESCO το 2000.[6]
Το παλαιότερο όνομα για την περιοχή ήταν το ρωμαϊκό όνομα Sopianæ. Το όνομα προέρχεται πιθανώς από τον πληθυντικό του Κελτικού sop που σημαίνει «έλος». Σε αντίθεση με τη λαϊκή πεποίθηση, το όνομα δεν σήμαινε μια ορισμένη πόλη και δεν υπάρχουν ίχνη τείχος που να την περιέβαλλε από την πρώιμη ρωμαϊκή εποχή, μόνο από τον 4ο αιώνα.
Η μεσαιωνική πόλη αναφέρθηκε για πρώτη φορά το 871 με το όνομα Quinque Basilicae ("πέντε καθεδρικοί ναοί"). Το όνομα αναφέρεται στο γεγονός ότι κατά την κατασκευή των εκκλησιών της πόλης οι οικοδόμοι χρησιμοποίησαν υλικό από πέντε παλιά χριστιανικά παρεκκλήσια. Σε μεταγενέστερα λατινικά έγγραφα η πόλη αναφέρθηκε ως Quinque Ecclesiae ("πέντε εκκλησίες", ένα όνομα ταυτόσημο με το γερμανικό όνομα Fünfkirchen και το σλοβακικό Päťkostolie [7]).).
Το όνομα Pécs εμφανίζεται σε έγγραφα το 1235 στη λέξη Pechyut (με σύγχρονη ορθογραφία: pécsi út, που σημαίνει "δρόμος προς / από το Pécs"). Το όνομα Πετς είναι σλάβικης προέλευσης και φωνητικά σημαίνει πέντε ή φούρνος Στα τουρκικά beş σημαίνει πέντε. Το όνομα καταγράφεται για πρώτη φορά μετά τη Μογγολική εισβολή στην Ευρώπη. Σε άλλες γλώσσες: στα Λατινικά Quinque Ecclesiae, στα Κροατικά Pečuh, στα Σερβικά Печуј (Pečuj), στα Σλοβακικά Päťkostolie, στα Τσεχικά Pětikostelí, στα ολλανδικά Vijfkerken στα γερμανικά Fünfkirchen και στα τουρκικά Peçuy.
Το Πετς βρίσκεται στη Λεκάνη των Καρπαθίων της Κεντρικής Ευρώπης, στο κέντρο της Περιφέρειας Μπαράνια της νότιας Ουγγαρίας. Συνορεύει με τους λόφους Μέτσεκ προς τα βόρεια και με μια επικλινή πεδιάδα προς τα νότια. Η πόλη έχει σημαντικό παρελθόν εξόρυξης. Το δολομιτικό νερό του Μέτσεκ φημίζεται για την υψηλή πυκνότητα μεταλλικών στοιχείων σε σταθερή αναλογία.
Η πόλη Πετς βρίσκεται κοντά στα σύνορα με την Κροατία. Το νότιο τμήμα της είναι αρκετά επίπεδο, ενώ το βόρειο τμήμα του είναι προς την πλαγιά των βουνών Μέτσεκ. Έχει πολύ ευνοϊκό κλίμα και συνορεύει με μια έντονα δασωμένη περιοχή. Τα ζεστά καλοκαιρινά βράδια ένας δροσερός αέρας πνέει από το Μέτσεκ καθαρίζοντας τον αέρα της πόλης. [8]
Το Πετς συνορεύει με πεδιάδες στον νότο (υψόμετρο 120-130 μ.), ενώ τα βουνά Μέτσεκ υψώνονται σε υψόμετρα 400-600 μέτρων πίσω από την πόλη. Ο λόφος Γιάκαμπ, που βρίσκεται στο δυτικό Μέτσεκ, έχει ύψος 592 μ., ο Τούμπες ακριβώς πάνω από το Πετς, έχει ύψος 612 μ. και το Μίσινα 535 μ.[9] Τα ανώτερα τμήματα της πόλης ανεβαίνουν ως τα 200-250 μ., κυρίως τα Πέτσμπανια, Σάμπολτσφαλου, Βάσας και Σόμογκι. Οι δασωμένες περιοχές ξεκινούν γενικά από υψόμετρα περίπου 300 μ. Οι λόφοι του Μέτσεκ χαρακτηρίζονται από πολλές κοιλάδες που διαδραματίζουν βασικό ρόλο στη βελτίωση του κλίματος της πόλης, απουσία λιμνών και ποταμών. Τα νερά που κατεβαίνουν από τους λόφους Μέτσεκ καταλήγουν στο ρέμα Πέτσι κάτω από τη σιδηροδρομική γραμμή ανατολής-δύσης, και μέσω αυτού τελικά στον Δούναβη.
Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς UNESCO | |
---|---|
Απομεινάρια Παλαιοχριστιανικής Εκκλησίας, 4ος αι. μ.Χ. | |
Κριτήρια | Πολιτιστικά: iii, iv |
Παραπομπή | 853 |
Καταγραφή | 2000 (24ο Συνεδρίαση) |
Νεκρή ζώνη | 4.87 ha |
Η περιοχή έχει κατοικηθεί από την αρχαιότητα, με τα αρχαιότερα αρχαιολογικά ευρήματα να είναι 6.000 ετών. Πριν από τη Ρωμαϊκή εποχή ο τόπος κατοικήθηκε από τους Κέλτες.
Η πόλη Sopianae ιδρύθηκε από τους Ρωμαίους στις αρχές του 2ου αιώνα, σε μια περιοχή που κατοικείτο από Κελτικές και Παννονικές φυλές. Τον 4ο αιώνα έγινε πρωτεύουσα της επαρχίας της Βαλέρια και σημαντικό παλαιοχριστιανικό κέντρο. Η παλαιοχριστιανική νεκρόπολη εκείνης της εποχής κηρύχθηκε Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO τον Δεκέμβριο του 2000. [10][11]
Όταν η Δυτική Ουγγαρία ήταν επαρχία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (με την ονομασία Παννονία), οι Ρωμαίοι ίδρυσαν αρκετές οινοπαραγωγικές παροικίες με το συλλογικό όνομα Sopianae, εκεί όπου βρίσκεται σήμερα το Πετς, στις αρχές του 2ου αιώνα μ.Χ.
Το κέντρο των Sopianae βρισκόταν εκεί που είναι σήμερα το Επισκοπικό Μέγαρο. Ορισμένα τμήματα του ρωμαϊκού υδραγωγείου είναι ακόμα ορατά. Όταν η επαρχία της Παννονία χωρίστηκε σε τέσσερις διοικητικές περιοχής, η Sopianae ήταν η πρωτεύουσα του τμήματος που ονομάστηκε Βαλέρια.
Στο πρώτο μισό του 4ου αιώνα οι Sopianae έγιναν σημαντική χριστιανική πόλη. Τα πρώτα χριστιανικά νεκροταφεία, που χρονολογούνται από αυτήν την εποχή, είναι εγγεγραμμένα στον Κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς. Στα τέλη του αιώνα η ρωμαϊκή κυριαρχία αποδυναμώθηκε στην περιοχή, κυρίως λόγω επιθέσεων από Ούννους και άλλους βαρβάρους.
Όταν έφτασε στην περιοχή ο Καρλομάγνος, την κυβερνoύσαν οι Άβαροι. Ο Καρλομάγνος, αφού κατέκτησε την περιοχή, την προσάρτησε στην Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και ανήκε στην Επισκοπή του Σάλτσμπουργκ.
Ένα έγγραφο του Σάλτσμπουργκ του 871 είναι το πρώτο, που αναφέρει την πρώιμη μεσαιωνική πόλη με το όνομα Quinque Basilicae (βλ. Παραπάνω). Κατά τον 9ο αιώνα η πόλη κατοικήθηκε από σλαβικά και αβαρικά φύλα και ανήκε στο Πριγκιπάτο του Μπάλατον, ένα κράτος υποτελές στους Φράγκους.
Σύμφωνα με τη θεωρία του Γκιέργκι Γκιέρφι σχετικά με τα τοπωνύμια αφότου οι Ούγγροι κατέλαβαν τη Λεκάνη των Καρπαθίων, διατήρησαν ένα ημινομαδικό τρόπο ζωής, αλλάζοντας βοσκότοπους μεταξύ χειμώνα και καλοκαιριού. Η χειμερινή έδρα του Άρπαντ –αμέσως μετά την κατάληψη της Παννονίας το 900– ήταν ίσως στο Πετς. [12] Αργότερα, όταν ιδρύθηκε η Κομητεία της Μπαράνια, πρωτεύουσά της δεν ήταν το Πετς, αλλά ένα κοντινό κάστρο, το Μπαρανιαβάρ ("Κάστρο της Μπαράνια"). Ωστόσο το Πετς έγινε σημαντικό θρησκευτικό κέντρο και επισκοπική έδρα. Στα λατινικά έγγραφα η πόλη αναφέρεται ως Quinque Ecclesiae. Γύρω στο 1000 η περιοχή κατοικήθηκε από τους Μαύρους Μαγυάρους. Η Πράξη Ίδρυσης της Επισκοπής του Πετς εκδόθηκε το 1009 από τον Στέφανο Α΄ και το πρώτο πανεπιστήμιο στην Ουγγαρία ιδρύθηκε στο Πετς το 1367 από τον Λουδοβίκο Α΄ το Μεγάλο. (Το μεγαλύτερο πανεπιστήμιο εξακολουθεί να είναι εκείνο του Πετς με περίπου 34.000 φοιτητές). [13]
Ο Πέτρος Ορσεόλο, ο δεύτερος βασιλιάς της Ουγγαρίας, ετάφη στον καθεδρικό ναό το 1046. Η θέση του τάφου του είναι άγνωστη επειδή το 1064, όταν ο Βασιλιάς Σολομών συμφιλιώθηκε με τον ξάδελφό του, τον μετέπειτα Βασιλιά Γκέζα Α΄, γιόρτασαν το Πάσχα στο Πετς. Αμέσως μετά ο καθεδρικός κάηκε ολοκληρωτικά. Ο σημερινός καθεδρικός χτίστηκε μετά από αυτό, στο δεύτερο μισό του 11ου αιώνα.
Αρκετά θρησκευτικά τάγματα εγκαταστάθηκαν στο Πετς. Εκείνο των Βενεδικτίνων ήταν το πρώτο το 1076. Το 1181 υπήρχε ήδη νοσοκομείο στην πόλη. Το πρώτο μοναστήρι Δομινικανών της χώρας χτίστηκε στο Πετς το 1238.
Ο Βασιλιάς Λουδοβίκος ο Μέγας ίδρυσε ένα πανεπιστήμιο στο Πετς το 1367 ακολουθώντας τη συμβουλή του Γουλιέλμου, επισκόπου του Πετς, που ήταν επίσης καγκελάριος του βασιλιά. Ήταν το πρώτο πανεπιστήμιο στην Ουγγαρία. Το ιδρυτικό έγγραφο είναι σχεδόν λέξη προς λέξη όμοιο με εκείνο του Πανεπιστημίου της Βιέννης, αναφέροντας ότι το πανεπιστήμιο έχει το δικαίωμα να διδάσκει όλες τις τέχνες και τις επιστήμες, με εξαίρεση τη θεολογία.
Το 1459 ο Γιάνους Παννόνιους, ο πιο σημαντικός μεσαιωνικός ποιητής της Ουγγαρίας, έγινε επίσκοπος Πετς και ενίσχυσε την πολιτιστική σημασία της πόλης, που μετατράπηκε σε ένα από τα πολιτιστικά και καλλιτεχνικά κέντρα της χώρας. [14]
Μετά τη Μάχη του Μόχατς (1526) στην οποία ο Οθωμανικός στρατός που επιτέθηκε νίκησε τον στρατό του Βασιλιά Λουδοβίκου Β΄ και ο στρατός του Σουλεϊμάν κατέλαβε το Πετς. Όχι μόνο μεγάλο μέρος της χώρας καταλήφθηκε από τους Οθωμανούς αλλά διχάστηκε επίσης και η κοινή γνώμη για το ποιος θα έπρεπε να είναι ο βασιλιάς της Ουγγαρίας. Η μια μερίδα υποστήριζε τον Φερδινάνδο των Αψβούργων, ενώ η άλλη έστεψε βασιλιά τον Ιωάννη Ζαπόλυα στο Σέκεσφεχερβαρ. Οι πολίτες του Πετς υποστήριζαν τον Αυτοκράτορα Φερδινάνδο, αλλά οι υπόλοιποι της κομητείας Μπαράνια υποστήριζαν τον Βασιλιά Ιωάννη. Το καλοκαίρι του 1527 ο Φερδινάνδος νίκησε τον στρατό του Ζαπόλυα και στέφθηκε βασιλιάς στις 3 Νοεμβρίου. Ο Φερδινάνδος ευνόησε την πόλη λόγω της υποστήριξής της και την εξαίρεσε από την καταβολή φόρων. Το Πετς ανοικοδομήθηκε και οχυρώθηκε.
Το 1529 οι Οθωμανοί κατέλαβαν το Πετς και ξεκίνησαν μια εκστρατεία κατά της Βιέννης. Εξανάγκασαν την πόλη να δεχτεί ως βασιλιά τον Ιωάννη (που ήταν σύμμαχός τους) ως κυβερνήτη τους. Ο Ιωάννης πέθανε το 1540. Το 1541 οι Οθωμανοί κατέλαβαν το κάστρο της Βούδας και απαίτησαν από την την Ισαβέλλα, χήρα του Ιωάννη, να τους παραδώσει το Πετς, γιατί η πόλη ήταν στρατηγικής σημασίας. Οι πολίτες του Πετς υπερασπίστηκαν την πόλη ενάντια στους Οθωμανούς και ορκίστηκαν πίστη στον Φερδινάνδο. Ο αυτοκράτορας βοήθησε την πόλη και την υπερασπίστηκε από περαιτέρω οθωμανικές επιθέσεις, αλλά οι σύμβουλοί του τον έπεισαν να επικεντρωθεί περισσότερο στις πόλεις Σέκεσφεχερβαρ και Εστεργκομ αντί του Πετς. Το Πετς προετοιμαζόταν για την πολιορκία, αλλά μια μέρα πριν οι Φλαμανδοί και οι Βαλλώνοι μισθοφόροι εγκατέλειψαν την πόλη και επιτέθηκαν στις γειτονικές περιοχές. Την επόμενη μέρα τον Ιούνιο του 1543 ο ίδιος ο Επίσκοπος πήγε στους Οθωμανούς με τα κλειδιά της πόλης.
Αφού κατέλαβαν την πόλη οι Οθωμανοί την οχύρωσαν και τη μετέτρεψαν σε μια πραγματική οθωμανική πόλη. Οι χριστιανικές εκκλησίες μετατράπηκαν σε τζαμιά. Χτίστηκαν τουρκικά λουτρά και μιναρέδες, ιδρύθηκαν μεντρεσέδες, έγινε ένα παζάρι στη θέση της αγοράς. Για εκατό χρόνια η πόλη ήταν ένα νησί ειρήνης μέσα σε μια χώρα πολέμου. Ήταν κέντρο ααντζακίου του Εγιαλετίου της Βούδας στην αρχή και του Εγιαλετίου του Κάνιγιε αργότερα ως "Peçuy".
Η οθωμανική εποχή άφησε πολλά τοπόσημα, όπως το Τζαμί του Πασά Κασίμ του Νικηφόρου στην πλατεία Σέτσενι, τον Τάφο του Ιντρις Μπαμπά και το Τζαμί του Γιακοβαλί Χασάν Πασά.
Ο Οθωμανός χρονικογράφος Ιμπραήμ Πετσεβί (Ιμπραήμ του Πετς), του οποίου το έργο αποτελεί το κύριο σώμα αναφοράς για την οθωμανική ιστορία μεταξύ 1520-1640, είχε γεννηθεί στην πόλη.
Το 1664 ο Κροάτης-Ούγγρος ευγενής Νίκολα Ζρίνι έφτασε στο Πετς με τον στρατό του. Δεδομένου ότι η πόλη βρισκόταν βαθειά στα οθωμανικά εδάφη, ήξερε ότι ακόμα κι αν την κατελάμβανε, δεν μπορούσε να τη διατηρήσει για πολύ, οπότε σχεδίασε μόνο να τη λεηλατήσει. Λεηλάτησε και έκαψε την πόλη, αλλά δεν μπόρεσε να καταλάβουν το κάστρο. Το μεσαιωνικό Πετς καταστράφηκε για πάντα, εκτός από το τείχος που περιβάλλει την ιστορική πόλη, ένα μοναδικό προμαχώνα (Μπάρμπακαν), το δίκτυο σηράγγων και κατακομβών κάτω από την πόλη, τμήματα των οποίων είναι κλειστά, ενώ άλλα ανήκουν στο διάσημο εργοστάσιο σαμπάνιας Litke και είναι επισκέψημα σήμερα. Διάφορα τουρκικά οικοδομήματα διασώθηκαν επίσης, συγκεκριμένα τρία τζαμιά, δύο μιναρέδες, απομεινάρια λουτρών πάνω από τους αρχαίους χριστιανικούς τάφους κοντά στον καθεδρικό ναό και πολλά σπίτια, ένα ακόμη και με πέτρινο κανόνι ενσωματωμένο στον τοίχο.
Μετά την ανακατάληψη του Κάστρου της Βούδας το 1686, ο στρατός επιτέθηκε για να καταλάβει και το υπόλοιπο Πετς. Η εμπροσθοφυλακή μπόρεσε να εισβάλει στην πόλη και να τη λεηλατήσει. Οι Οθωμανοί είδαν ότι δεν μπορούσαν να την κρατήσουν και την έκαψαν και αποσύρθηκαν στο κάστρο. Ο στρατός με επικεφαλής τον Λουδοβίκο του Μπάντεν κατέλαβε την πόλη στις 14 Οκτωβρίου και κατέστρεψε το υδραγωγείο που οδηγούσε στο κάστρο. Οι Οθωμανοί δεν είχαν άλλη επιλογή παρά να παραδοθούν, κάτι που έκαναν στις 22 Οκτωβρίου.
Η πόλη τέθηκε υπό στρατιωτικό νόμο υπό την ηγεσία του Καρλ φον Τύνγκεν. Η Αυλή της Βιέννης αρχικά ήθελε να καταστρέψει την πόλη, αλλά αργότερα αποφάσισε να τη διατηρήσει για να αντισταθμίσει τη σημασία του Σίγκετβαρ, που ήταν ακόμη υπό οθωμανική κυριαρχία. Σταδιακά η πόλη άρχισε να ευημερεί και πάλι, αλλά τη δεκαετία του 1690 δύο επιδημίες πανώλης αφαίρεσαν πολλές ζωές. Το 1688 έφτασαν Γερμανοί έποικοι. Μόνο περίπου το ένα τέταρτο του πληθυσμού της πόλης ήταν Ούγγροι, οι άλλοι ήταν Γερμανοί ή Νότιοι Σλάβοι. Η απογραφή των φορολογουμένων του 1698 απαριθμεί 637 οικογένειες για τις οποίες η Γιάνια Ζίβκοβιτς Μάντιτς καταλήγει στο συμπέρασμα ότι 308 ήταν Κροάτες (Καθολικοί Κροάτες, Ρατς, Σόκτσι, Μπούνιεβτσι, Ιλλυριοί, Σλάβοι, Bόσνιοι) και οι υπόλοιποι 329 ήταν Ούγγροι, Γερμανοί, Σέρβοι ή Έλληνες. Σύμφωνα με την ίδια απογραφή ο Ιστβαν Τάμπο αναφέρει 171 Ούγγρους, 349 Σλάβους και 79 Γερμανούς, ενώ ο Τζούρο Σάροσατς αναφέρει ότι εκείνη την εποχή στην πόλη ζούσαν 325 Κροάτες, 139 Ούγγροι, 92 Γερμανοί, 53 Βλάχοι και 28 Σέρβοι. [15] Σύμφωνα με στοιχεία του 1698 οι Νότιοι Σλάβοι αποτελούσαν περισσότερο από το μισό του πληθυσμού της πόλης. Επειδή οι Ούγγροι ήταν μόνο μια μειονότητα του πληθυσμού το Πετς δεν υποστήριξε την επανάσταση ενάντια στην κυριαρχία των Αψβούργων με επικεφαλής τον Φραγκίσκο Β΄ Ράκοτσι και ο στρατός του λεηλάτησε την πόλη το 1704.
Μια πιο ειρηνική εποχή ξεκίνησε μετά το 1710. Η βιομηχανία, το εμπόριο και η αμπελουργία ευημερούσαν, ιδρύθηκαν εργοστάσια και χτίστηκε ένα νέο δημαρχείο. Φεουδάρχης της πόλης ήταν ο Επίσκοπος του Πετς, αλλά η πόλη ήθελε να απελευθερωθεί από τον επισκοπικό έλεγχο. Ο επίσκοπος Γκέργκι Κλίμο, ένας διαφωτισμένος άνθρωπος (που ίδρυσε την πρώτη δημόσια βιβλιοθήκη της χώρας), θα είχε συμφωνήσει να παραχωρήσει τα δικαιώματά του στην πόλη, αλλά η Αγία Έδρα του το απαγόρευσε. Όταν ο Κλίμο πέθανε το 1777 η Βασίλισσα Μαρία Θηρεσία αναβάθμισε γρήγορα το Πετς σε καθεστώς ελεύθερης βασιλικής πόλης πριν εκλεγεί ο νέος επίσκοπος. Αυτό κόστισε στην πόλη 83.315 φιορίνια.
Σύμφωνα με την πρώτη απογραφή (πραγματοποιήθηκε το 1787 με εντολή του Ιωσήφ Β΄), υπήρχαν στο Πετς 1.474 σπίτια και 1.834 οικογένειες, συνολικά 8.853 κάτοικοι, εκ των οποίων 133 ιερείς και 117 ευγενείς.
Το 1785 η Ακαδημία του Γκιέρ μεταφέρθηκε στο Πετς και τελικά εξελίχθηκε σε νομική σχολή. Το πρώτο θέατρο της πόλης από πέτρα χτίστηκε το 1839.
Η βιομηχανία αναπτύχθηκε πολύ στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Το 1848 υπήρχαν 1.739 βιομηχανικοί εργάτες. Μερικές από τα εργοστάσια ήταν διάσημα σε εθνικό επίπεδο. Τα εργοστάσια σιδήρου και χαρτιού ήταν από τα πιο σύγχρονα της εποχής και επαρκής εξόρυξη άνθρακα. Κατασκευάστηκε επίσης εργοστάσια ζάχαρης και μπύρας. Η πόλη είχε 14.616 κατοίκους.
Κατά την επανάσταση το 1848–49 το Πετς καταλήφθηκε για λίγο από Κροατικό στρατό, αλλά απελευθερώθηκε από αυτούς από τον στρατό των Αψβούργων τον Ιανουάριο του 1849.
Μετά τον Αυστροουγγρικό Συμβιβασμό του 1867 το Πετς αναπτύχθηκε, όπως όλες οι άλλες πόλεις και κωμοπόλεις της χώρας. Το 1867 συνδέθηκε σιδηροδρομικά με την κοντινή πόλη Μπαρτς καιτο 1882 επίσης με τη Βουδαπέστη. Το 1913 ιδρύθηκε ένα σύστημα τραμ, αλλά καταργήθηκε το 1960.
Στο τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου η περιφέρεια της Μπαράνια καταλήφθηκε από Σερβικά στρατεύματα και μόλις τον Αύγουστο του 1921 επιβεβαιώθηκε η παραμονή του Πετς στην Ουγγαρία. Το Πανεπιστήμιο του Πρέσμπουργκ (σημερινή Μπρατισλάβα της Σλοβακίας) μεταφέρθηκε στο Πετς, αφού η Ουγγαρία έχασε το Πρέσμπουργκ σύμφωνα με τη Συνθήκη του Τριανόν.
Κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο το Πετς καταλήφθηκε από Σοβιετικά στρατεύματα του 3ου Ουκρανικού Μετώπου στις 29 Νοεμβρίου 1944 κατά την επίθεσης κατά της Βουδαπέστης. Η πόλη υπέστη μόνο μικρές ζημιές, παρόλο που μια μεγάλη μάχη με τανκ έλαβε χώρα 20–25 χιλιόμετρα νότια της πόλης, κοντά στην περιοχή Βίλανι στα τέλη του πολέμου, όταν ο προελαύνων Κόκκινος Στρατός άνοιγε τον δρόμο προς την Αυστρία.
Μετά τον πόλεμο η ανάπτυξη έγινε πάλι γρήγορα και η πόλη μεγάλωσε, απορροφώντας αρκετές κοντινές πόλεις. Τη δεκαετία του 1980 το Πετς είχε ήδη 180.000 κατοίκους.
Έτος | Πληθ. | ±% |
---|---|---|
1870 | 30.821 | — |
1890 | 43.869 | +42.3% |
1900 | 53.721 | +22.5% |
1910 | 60.237 | +12.1% |
1920 | 58.808 | −2.4% |
1930 | 74.395 | +26.5% |
1941 | 88.473 | +18.9% |
1949 | 88.302 | −0.2% |
1960 | 114.655 | +29.8% |
1970 | 149.253 | +30.2% |
1980 | 168.715 | +13.0% |
1990 | 170.039 | +0.8% |
2001 | 162.489 | −4.4% |
2011 | 156.049 | −4.0% |
2020 | 141.843 | −9.1% |
Μετά το τέλος της Σοσιαλιστικής εποχής (1989-1990) το Πετς και η περιφέρειά του, όπως και πολλές άλλες περιοχές, επλήγησαν έντονα από τις αλλαγές, το ποσοστό ανεργίας ήταν υψηλό, τα ορυχεία και πολλά εργοστάσια έκλεισαν και ο πόλεμος στη γειτονική Γιουγκοσλαβία τη δεκαετία του 1990 επηρέασε τον τουρισμό.
Το Πετς ήταν επίσης το κέντρο της Ομάδας Στήριξης των Βόρειων Χωρών (NSG), που αποτελείτο από μονάδες από τη Δανία, τη Νορβηγία, τη Σουηδία, τη Φινλανδία και την Πολωνία, ως μέρος των δυνάμεων της IFOR και αργότερα της SFOR του ΝΑΤΟ, μετά τη Συμφωνία του Ντέιτον και την ειρήνη που ακολούθησε στην πρώην Γιουγκοσλαβία. Οι πρώτες μονάδες αναπτύχθηκαν στο Πετς στα τέλη του 1995 και στις αρχές του 1996. Η NSG διαχειρίστηκε τη μεταβίβαση προμηθειών, προσωπικού και άλλων υλικοτεχνικών μέσων μεταξύ των συμμετεχουσών χωρών και των δυνάμεών τους στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη.
Το 1998 απονεμήθηκε στο Πετς το βραβείο της UNESCO «Πόλεις για την ειρήνη» για τη διατήρηση των πολιτιστικών μειονοτήτων του, καθώς και για την ανεκτική και βοηθητική του στάση απέναντι στους πρόσφυγες των Γιουγκοσλαβικών Πολέμων.[16]
Το 2007 το Πετς ήταν τρίτη και το 2008 δεύτερη "Βιώσιμη Πόλη" (The LivCom Awards) [17] στην κατηγορία των πόλεων μεταξύ 75.000 και 200.000 κατοίκων.[18]
Το 2010 επιλέχθηκε ως Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης μαζί με το Έσσεν και την Κωνσταντινούπολη. Το σύνθημα της πόλης είναι "Η πόλη χωρίς σύνορα". Αφού έλαβε τον τίτλο ξεκίνησε στην πόλη η μεγάλη ανανέωση. [19][20] Σχεδιάστηκαν ανανεωμένοι δημόσιοι χώροι, δρόμοι, πλατείες και γειτονιές, νέα πολιτιστικά κέντρα, αίθουσα συναυλιών, μια νέα βιβλιοθήκη και σχεδιάσθηκαν κέντρο και μια πολιτιστική συνοικία. [21][22]
Ένα καλό παράδειγμα της ιστορίας της πόλης και του ενδιαφέροντος παρελθόντος της μπορεί να δει κανείς στην κεντρική πλατεία, όπου βρίσκεται το Τζαμί του Γκαζί Κασίμ, στο οποίο, παρόλο που μετατράπηκε σε εκκλησία μετά την αποχώρηση των Οθωμανών Τούρκων πριν από αιώνες, η ημισέληνος του Ισλάμ παραμένει ορατή στον τρούλο, επικαλυμμένη από ένα σταυρό. Πράγματι το Πετς είναι η πλουσιότερη πόλη της Ουγγαρίας όσον αφορά την τουρκική αρχιτεκτονική, με δύο άλλα αξιοσημείωτα υπολείμματα εκείνα των Λουτρών του Μεμί Πασά και του μαυσωλείο του θαυματοποιού Ιντρίς Μπαμπά. Το Τζαμί Γιακοβαλί Χασάν Πασά, που χρονολογείται από τα μέσα του 16ου αιώνα, λειτουργεί ακόμα ως ενεργό τζαμί σήμερα. Είναι ανοιχτό στο κοινό εκτός από την Παρασκευή από τις 2.30 έως τις 3.30 μ.μ.
Η πλειοψηφία των πολιτών (84,0%) είναι Ούγγροι σύμφωνα με την απογραφή του 2011. Οι Γερμανοί της πόλης είναι η μεγαλύτερη μειονότητα με 4,2%. Ακολουθούν οι Ρομά (2,0%), οι Κροάτες (1,2%) και οι Ρουμάνοι (0,2%).
Η μεγαλύτερη θρησκευτική ομάδα είναι οι Καθολικοί με 39,7% [[Ρωμαιοκαθολικούς και 0,3% Ελληνοκαθολικούς. Το δεύτερο μεγαλύτερο δόγμα είναι οι Καλβινιστές (5,2%), το τρίτο οι Λουθηρανοί (1,3%). Το 27,8% του πληθυσμού είναι μη θρησκευόμενοι.
Κλιματικά δεδομένα Pécs | |||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Μήνας | Ιαν | Φεβ | Μάρ | Απρ | Μάι | Ιούν | Ιούλ | Αύγ | Σεπ | Οκτ | Νοε | Δεκ | Έτος |
Μέση Μέγιστη °C (°F) | 1.6 | 4.8 | 10.3 | 16.0 | 20.9 | 24.0 | 26.3 | 25.9 | 22.3 | 16.6 | 8.8 | 3.4 | 15,08 |
Μέση Μηνιαία °C (°F) | −1.4 | 1.3 | 5.6 | 10.7 | 15.5 | 18.6 | 20.5 | 20.1 | 16.6 | 11.3 | 5.1 | 0.6 | 10,38 |
Μέση Ελάχιστη °C (°F) | −4 | −1.7 | 1.6 | 6.0 | 10.5 | 13.6 | 15.0 | 14.7 | 11.7 | 7.0 | 2.2 | −1.7 | 6,24 |
Υετός mm (ίντσες) | 39 | 32 | 38 | 55 | 63 | 84 | 61 | 63 | 47 | 37 | 56 | 44 | 619 |
% υγρασίας | 90 | 85 | 70 | 65 | 65 | 70 | 70 | 70 | 75 | 80 | 85 | 90 | 76,3 |
Μέσες ημέρες κατακρημνίσεων (≥ 1.0 mm) | 7 | 6 | 7 | 8 | 9 | 10 | 7 | 7 | 6 | 6 | 8 | 8 | 89 |
Μέσες μηνιαίες ώρες ηλιοφάνειας | 68.2 | 92.4 | 145.7 | 186.0 | 235.6 | 258.0 | 294.5 | 266.6 | 207.0 | 164.3 | 81.0 | 58.9 | 2.058,2 |
Πηγή: Hong Kong Observatory.[23] |
Από παλιά το Πετς είναι γνωστό στην Ουγγαρία για τη βιομηχανία του με πολλά εργοστάσια, αλλά μετά την πτώση του Σιδηρού Παραπέτασματος πολλά δεν κατάφεραν να διαχειριστούν την οικονομική μετάβαση και χρεοκόπησαν (π.χ. Pécsi Kesztyűgyár, Pécsi Bőrgyár, Littke Pezsgőgyár κ.λπ.). [24] Μέχρι πριν από μερικά χρόνια είχε ένα ορυχείο άνθρακα και ουρανίου, τώρα υπάρχει μόνο το ορυχείο άμμου του, που το λειτουργεί η ουγγρική εταιρεία εξόρυξης Quartz [25].
Το εγχωρίως (και σε περιορισμένο βαθμό διεθνώς) διάσημο εργοστάσιο πορσελάνης Zsolnay Porcelain είναι το μεγαλύτερο καύχημα του Πετς. Οι τοίχοι και οι στέγες πολλών δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων της πόλης είναι διακοσμημένα με πορσελάνες της εταιρείας που συμβάλλουν στο μοναδικό αστικό τοπίο της.
Η Pécsi Sörfőzde (Ζυθοποιεία Πετς) είναι μία από τις τέσσερις μεγαλύτερες ζυθοποιείες της χώρας (οι υπόλοιπες είναι οι Dreher Breweries, Borsod Brewery και Heineken Hungária), αλλά η μόνη από αυτές που ανήκει εξ ολοκλήρου στους Ούγγρους. Παράγει μια ειδική μπύρα, που είναι γνωστή για το ότι δεν έχει στραγγιστεί πριν εμφιαλωθεί.[26]
Εγκαταστάσεις παραγωγής στην πόλη έχουν επίσης η Rovitex Hungária (κατασκευή υφασμάτων), [27] η αμερικανική Terex (κατασκευή γερανών)[28], η Pécsi Mérlegstúdió (κατασκευή ζυγαριών), [29] η Megyeri Bútor (κατασκευή επίπλων), [30] η FORSZ (κατασκευή εργαλείων κοπής), [31] η γερμανική HB-Kapcsolószekrénygyártó (κατασκευή ηλεκτρικών πινάκων) (μέλος της Bader Gruppe), [32] η Alcufer (εταιρεία ανακύκλωσης), [33] η HIDROT (κατασκευή γεωργικών οχημάτων), [34] η Önitató (κατασκευή εργαλείων κτηνοτροφίας), [35] το εργοστάσιο καπνού Pécsi Dohánygyár (ιδιοκτησία της British American Tobacco), η Matro (κατασκευή ανταλλακτικών αυτοκινήτων), [36] η Strauss Metal (κατασκευή χρηματοκιβωτίων),[37] η SOMAPAK (κατασκευή μηχανημάτων συσκευασίας),[38] η Termoplast [34] (παραγωγός πλαστικών), [39] η Bocz Printing House, [40] η Babina (κατασκευή τουρσιών), [41] η Karsai Pécs (κατασκευή πλαστικών προϊόντων) [42] και η Riner Metal (κατασκευή μετάλλων) [43]
Υπάρχει μια σταδιακή ανάπτυξη της σύγχρονης βιομηχανίας υψηλής τεχνολογίας, με τη φινλανδική εταιρεία κατασκευής ηλεκτρονικών ειδών Elcoteq, που είναι ο μεγαλύτερος βιομηχανικός εργοδότης στην πόλη, τη Z Elektronika (κατασκευή ηλεκτρονικών) [44] και την IT TG Netcom (κατασκευή δικτύου) [45].
Η γερμανική εταιρεία μεταφορών Dachser διαθέτει κέντρο logistics στο Πετς.[46]
Η εταιρεία διαχείρισης και ανακύκλωσης αποβλήτων Biokom [47] (που ανήκει στον δήμο) είναι υπεύθυνη για τη μεταφορά και την ανακύκλωση απορριμμάτων σε όλο το Πετς και τις γύρω περιοχές. Η ενέργεια που χρησιμοποιείται στην εγκατάσταση παράγεται κυρίως από τους δύο σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής βιομάζας της Pannonpower (μέλους της Veolia), μονάδες παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος 49,9 MW από υπολείμματα ξύλου και 35 MW από γεωργικά υποπροϊόντα. [48] Το μεγαλύτερο πεδίο ηλιακών κυψελών της χώρας βρίσκεται επίσης στο Πετς, χάρη στη νότια τοποθεσία της πόλης και τις περισσότερες ώρες ηλιοφάνειας, που μπορούν να παράγουν περίπου 10 MW ενέργειας ετησίως. Τη μονάδα ηλιακής ενέργειας λειτουργεί η MVM Hungarowind (μέλος του ομίλου MVM). [49]
Το Εκθεσιακό και Συνεδριακό Κέντρο Expo Center Pécs διαθέτει χώρους για διεθνείς εκθέσεις και συνέδρια. [50]
Το Πανεπιστήμιο του Πετς ιδρύθηκε από τον Λουδοβίκο Α΄ της Ουγγαρίας το 1367. Είναι το παλαιότερο πανεπιστήμιο της Ουγγαρίας και συγκαταλέγεται στα πρώτα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια. Στο πρόσφατο παρελθόν χωριζόταν σε δύο πανεπιστήμια, ένα για την ιατρική και την ορθοδοντική (POTE) [47] και ένα μεγαλύτερο για άλλες σπουδές: JPTE (Janus Pannonius Tudományegyetem). Η POTE (Ιατρική Σχολή του Πανεπιστήμιου του Πετς]], γνωστή σήμερα ως Ιατρική Σχολή) διαθέτει ένα μεγάλο αγγλικό πρόγραμμα για τη γενική ιατρική και την οδοντιατρική (με μαθητές από την Αμερική, την Ασία, την Αφρική και τις ευρωπαϊκές χώρες - συμπεριλαμβανομένων πολλών Σκανδιναβών) και ένα νέο γερμανικό πρόγραμμα. Την 1η Ιανουαρίου 2000 τα πανεπιστήμια αυτά συγχωνεύθηκαν με την ονομασία Πανεπιστήμιο του Πετς (αρκτικόλεξο: PTE - Pécsi Tudományegyetem - Πανεπιστήμιο του Πετς).
Δήμαρχος του Πετς είναι ο Ατιλα Πέτερφι (Ολοι για το Πετς).
Η τοπική δημοτική συνέλευση, που εκλέχθηκε στις εκλογές τοπικής αυτοδιοίκησης του 2019, απαρτίζεται από 26 μέλη που χωρίζονται στα παρακάτω πολιτικά κόμματα και συμμαχίες.[51]Η πολιτική του Φίντες περιλαμβάνει ένα νόμο που καθιστά τους άστεγους παράνομους (2014) [52].
Ο αυτοκινητόδρομος M6 συνδέει το Πετς και τη Βουδαπέστη με χρόνο οδήγησης περίπου 1,5 ώρες. Λειτούργησε στο σύνολό του στις 31 Μαρτίου 2010. Η Εθνική Οδός 6 διασχίζει την πόλη κατά έναν άξονα Ανατολής-Δύσης και την αφήνει προς το Μπαρτς στα σύνορα με την Κροατία. Δευτερεύουσες οδοί είναι: Οδός 57: Πετς - Mόχατς, Οδός 58: Πετς - Ντράβασαλμποτς, Οδός 66: Πετς - Kάποσβαρ. Αν και την τελευταία δεκαετία η σύνδεση των κύριων οδών μέσα στην πόλη υπήρξε ένα συνεχιζόμενο έργο, λόγω του ανεπαρκούς μήκους τους, αυτό δεν κατάφερε να απαλλάξει την πόλη από τις διασταυρώσεις. Ο πρόσφατα εγκαινιασμένος αυτοκινητόδρομος M6 μπορεί να αποδειχθεί λύση για αυτό το πρόβλημα. [53][54]
Το Πετς συνδέεται με τη Βουδαπέστη μέσω του Πούστασαμπολτς και έχει απευθείας συνδέσεις με Mόχατς και Νάγκικανιζα.
Σχεδιασμένο από τον Φέρεντς Πφαφ [55] ο κεντρικός σιδηροδρομικός σταθμός χτίστηκε το 1900 και έγινε διατηρητέο κτίριο το 2008. [56] Το κτίριο χτίστηκε σε ρυθμό Αναγεννησιακού Εκλεκτισμού και διαθέτει ανάγλυφα που απεικονίζουν τον Τζέιμς Βατ και τον Τζορτζ Στέφενσον, σχεδιασμένα από τον Κλέιν και κατασκευάστηκαν από το εργοστάσιο Ζόλναϊ. [57] Ένας κόμβος μαζικής μετεπιβίβασης - συμπεριλαμβανομένου τερματικού και στάσης λεωφορείου και ζώνης αναμονής ταξί- βρίσκεται στην πλατεία μπροστά από το σιδηροδρομικό σταθμό.
Τα λεωφορεία Volvo και Kravtex-Credo παρέχουν τη μόνη μορφή δημόσιας συγκοινωνίας στο Πετς, αν και η γραμμή του τραμ λειτουργούσε από το 1913 έως το 1960, όταν έκλεισε λόγω αλλαγής της πολιτικής μεταφορών. Τα περισσότερα από τα υπολείμματα αυτού του παλαιότερου συστήματος έχουν αφαιρεθεί, αν και μερικές ράγες είναι ακόμη ορατές γύρω από την πόλη. Το 1965 ο διευθυντής της εταιρείας μεταφορών φυλακίστηκε για το ξήλωμα και την πώλησή τους για σκραπ. [58]
Ένα νέο αεροδρόμιο λειτούργησε στο Πετς Διεθνές Αεροδρόμιο Πετς-Πόγκανι τον Μάρτιο του 2006. Η κύρια κίνηση του παρέχεται από μικρότερα αεροσκάφη τσάρτερ.
Το Πετς είναι αδελφοποιημένο με :[59][60]
Η πόλη έχει επίσης έναν άτυπο σύνδεσμο φιλίας με το Πίτερμπρο, Αγλία.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.