Αυλώνας
πόλη της Αλβανίας From Wikipedia, the free encyclopedia
πόλη της Αλβανίας From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Αυλώνας (αλβανικά: Vlorë) είναι το δεύτερο μεγαλύτερο λιμάνι της Αλβανίας, μετά το Δυρράχιο, με πληθυσμό 79.948 ( 2011). Είναι η πόλη, όπου κηρύχθηκε η Αλβανική Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας στις 28 Νοεμβρίου 1912 και ήταν για ένα μικρό διάστημα πρωτεύουσα της Αλβανίας.
Αυλώνας | |||
---|---|---|---|
| |||
Χώρα | Αλβανία | ||
Διοικητική υπαγωγή | Δήμος Αυλώνα | ||
Προστάτης | Danax | ||
Διοίκηση | |||
• Δήμαρχος | Dritan Leli | ||
Έκταση | 12 km² | ||
Υψόμετρο | 0 μέτρο | ||
Πληθυσμός | 130.827 (2015) | ||
Ταχ. κωδ. | 9401–9494 | ||
Ζώνη ώρας | UTC+01:00 (επίσημη ώρα) UTC+02:00 (θερινή ώρα) | ||
Ιστότοπος | Επίσημος ιστότοπος | ||
Σχετικά πολυμέσα | |||
Ιδρυμένη ως αρχαία ελληνική αποικία τον 6ο αιώνα π.Χ με το όνομα Αυλών και κατοικούμενη έκτοτε για 26 περίπου αιώνες, η πόλη του Αυλώνα είναι σήμερα το πλέον σημαντικό οικονομικό και πολιτιστικό κέντρο της Νότιας Αλβανίας και αποτελεί έδρα του Πανεπιστημίου του Αυλώνα. Το 1994 στην πόλη ζούσαν 8.000 ’Ελληνες ντόπιοι ελληνόφωνοι.
Το πρώτο του όνομα Αυλών, δηλαδή κοιλάδα στα αρχαία ελληνικά, που χρησιμοποιείται σήμερα και στην Ελλάδα, είναι η πιθανή ερμηνεία αντίστοιχης προελληνικής λέξης.[1] Στα καθιερωμένα αλβανικά η πόλη ονομάζεται Βλόρ (Vlorë) ή Βλόρα (Vlora), στη δε Γκεγκική διάλεκτο της Αλβανικής είναι γνωστή ως Βλόνε (Vlonë). Στις αρχές του περασμένου αιώνα, ο Αυλώνας ήταν γνωστός στα Αγγλικά ως Avlona ή με την ιταλική ονομασία Valona. Κατά την Οθωμανική περίοδο, σε χρήση ήταν και ο τουρκικός τύπος Avlonya.
Η πόλη βρίσκεται στον νομό Αυλώνα της επαρχίας Αυλώνα στην Αλβανία.
Είναι κτισμένη στον ομώνυμο κόλπο, μια εσοχή της Αδριατικής θάλασσας, σχεδόν περικυκλωμένη από ορεινούς όγκους. Το λιμάνι του Αυλώνα είναι το κοντινότερο στον ιταλικό λιμένα του Μπάρι, σε σχέση με οποιοδήποτε άλλο λιμάνι, ενώ απέχει μόλις 70 ναυτικά μίλια (130 χλμ) από τις ακτές του Σαλέντο. Κοντά στην πόλη βρίσκεται το νησάκι Σάσων, σε στρατηγική θέση στην είσοδο του κόλπου της Αυλώνας. Ο Αυλώνας περιβάλλεται από κήπους και ελαιώνες. Η κοινή ονομασία βαλόνια για τα καπάκια των βελανιδιών, από τα γειτονικά δάση βελανιδιάς, και που χρησιμοποιούνται (λόγω των χημικών παραγώγων τους) από τους βυρσοδέψες, πήραν το όνομά τους από το παλιό όνομα της πόλης Βαλόνα.
Κατασκευάζεται ένας νέος αυτοκινητόδρομος, που συνδέει την πόλη με το Φιέρι και την Αλβανία συνολικά. Ένας από τους πιο πανοραμικούς δρόμους της Αλβανικής Ριβιέρας ξεκινά στα νότια της πόλης και φτάνει μέχρι τους Άγιους Σαράντα στο νότιο άκρο της Αλβανίας.
Ο Αυλώνας δημιούργησε ένα εξαιρετικό λιμάνι χάρη στην θέση του σε Αδριατική Θάλασσα στην περιοχή που βρίσκεται ο Κόλπος του Αυλώνα, στην Κλασική αρχαιότητα ήταν ένα από τα σημαντικότερα εμπορικά κέντρα. Η πόλη ιδρύθηκε από τους αρχαίους Έλληνες τον 6ο αιώνα π.Χ. και είναι μία από τις σημαντικότερες στην περιοχή. Ο Κλαύδιος Πτολεμαίος στο έργο του Γεωγραφία 3 12.2 γράφει ότι ήταν μια από τις σημαντικότερες Ελληνικές αποικίες στην Ιλλυρία. Οι ίδιοι οι κάτοικοι ισχυρίζονταν ότι κατάγονταν από τους Νόστους που επέστρεψαν σαν ήρωες όταν έληξε ο Τρωικός Πόλεμος.[2] Ο Αυλώνας αναφέρεται και σε άλλα γεωγραφικά έγγραφα όπως ο Χάρτης του Πόιτινγκερ και ο Συνέκδημος που έγραψε ο Ιεροκλής ο γραμματικός. Στην Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ήταν επίσης σημαντικό λιμάνι και τμήμα της Ηπείρου.[3][4]
Κατά τον πέμπτο αιώνα η Αυλώνα έγινε επισκοπική έδρα. Μεταξύ των γνωστότερων επισκόπων είναι ο Ναζάριος (458 μ.Χ.) κι ο Σωτήρ (553 μ.Χ.) (Δανιήλ Φαρλάτι Illyricum sacrum, VII, 397-401). Την εποχή εκείνη, η επισκοπή του Αυλώνα ανήκε στο Πατριαρχείο της Ρώμης. Το 733 προσαρτήθηκε, μαζί με όλη την ανατολική Ιλλυρία, στο Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, παρόλο που δεν καταγράφεται σε κανένα από τα επισκοπικά αρχεία του Πατριαρχείου. Φαίνεται πως η επισκοπεία της πόλης καταπιεζόταν, αφού ο Αυλώνας δεν έχει καταγραφεί ούτε και στα αρχεία του Πατριαρχείου της Αχρίδας, αν και οι Βούλγαροι κατείχαν την περιοχή για ένα διάστημα. Ο Αυλώνας έπαιξε κεντρικό ρόλο στις διαμάχες μεταξύ του Νορμανδικού Βασιλείου της Σικελίας, του Μεσαιωνικού Βασιλείου της Αλβανίας και της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, κατά την διάρκεια του 11ου και 12ου αιώνα. Επί Φραγκοκρατίας, οι Λατίνοι εγκαθιστούν ρωμαιοκαθολική επισκοπεία, και ο Κορράδος Έουμπελ αναφέρει πολλούς από τους επισκόπους της (Hierarchia catholica medii aevi, I, 124). Διάφοροι Λατίνοι επίσκοποι που αναφέρονται κι από τον ΛεΚιέν (Oriens christianus, III, 855-8) υπάγονται, σύμφωνα με τον Έουμπελ (I, 541), στην έδρα της Βαλεάνα στη Συρία- δεν είναι όμως ξεκάθαρο αν ο Έουμπελ αναφερόταν στον Αυλώνα Αττικής της Ελλάδος ή στον Αυλώνα (Aulon) της Αλβανίας, που μην όντας πια κανονική επισκοπή, αναφέρεται σήμερα από την Καθολική Εκκλησία ως τιτουλάριος επισκοπή, υπαγόμενη στο Δυρράχιο, διακρινόμενη από άλλη ομώνυμη τιτουλάριο επισκοπή με τη χρήση για αυτήν του επίθετου Aulonitanus, ενώ το επίθετο που αφορά τον Αυλώνα στην Εύβοια ήταν Aulonensis.
Η Σερβική Αυτοκρατορία κατέλαβε τον Αυλώνα, ή Βαλώνα, όπως λεγόταν τότε, το 1345 και αποτέλεσε την έδρα ανεξάρτητου πριγκιπάτου έως την κατάληψη της πόλης από την Οθωμανική Αυτοκρατορία το 1417. Υπό Οθωμανική κυριαρχία, έγινε το κέντρο σαντζακίου στο Εγιαλέτι Ρούμελης ως Αυλώνυα (Αvlonya), ενώ το 1690 έγινε Βενετική κτήση. Επανήλθε υπό τουρκική διοίκηση τον επόμενο χρόνο (1691), οπότε κι έγινε καζάς στο σαντζάκιο του Βερατίου, στο Βιλαέτι Ιωαννίνων. Την εποχή αυτή, η πόλη είχε περί τους 10.000 κατοίκους καθώς και μια καθολική ενορία που ανήκε στην αρχιεπισκοπεία Δυρραχίου. Κατά τον 16ο αιώνα, αποτέλεσε σημαντικό κέντρο Σεφαρδιτών Εβραίων που είχαν έλθει πρόσφυγες από την Ισπανία και την Πορτογαλία.
Το 1861 υπέστη σοβαρές ζημιές από σεισμό.
Ο Ισμαήλ Κεμάλ διακήρυξε την ανεξαρτησία της Αλβανίας στον Αυλώνα στις 28 Νοεμβρίου 1912 κατά τον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο. Η πόλη έγινε η πρώτη πρωτεύουσα της Αλβανίας μετά την ανεξαρτησία της, αλλά δέχθηκε την εισβολή της Ιταλίας το 1914, κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η πόλη παρέμεινε υπό την κατοχή των Ιταλικών δυνάμεων μέχρι το 1920, οπότε μια Αλβανική εξέγερση εξεδίωξε τους Ιταλούς από την Αλβανία. Η Ιταλία εισέβαλε στον Αυλώνα πάλι το 1939. Η πόλη ήταν υπό Ιταλική κατοχή μέχρι την παράδοση της Ιταλίας στους Συμμάχους το 1943, οπότε η Ναζιστική Γερμανία κατέλαβε την πόλη μέχρι το 1944. Η πόλη απελευθερώθηκε το 1944 από τις κομμουνιστικές δυνάμεις υπό τον Ενβέρ Χότζα.
Κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο το νησί Σάσων στον Κόλπο του Αυλώνα έγινε τόπος βάσης υποβρυχίων και ναυτικών εγκαταστάσεων Ιταλών και Γερμανών, που βομβαρδίσθηκαν σφοδρά από τους Συμμάχους.
Μετά το Β΄ΠΠ το λιμάνι εκμισθώθηκε στη Σοβιετική Ενωση και έπαιξε σημαντικό ρόλο στη σύγκρουση μεταξύ του Ενβέρ Χότζα και του Νικίτα Χρουστσόφ το 1960-61, καθώς η Σοβιετική Ενωση είχε κάνει σημαντικές επενδύσεις στις γειτονικές ναυτικές εγκαταστάσεις του Πασαλιμάνι και αντιτάχθηκε σθεναρά στην απώλειά τους, ως συνέπεια της καταγγελίας, εκ μέρους της Αλβανίας, της ΕΣΣΔ ως "ρεβιζιονιστικής" και της σύμπλευσής της με την Κινεζική πλευρά στη διάσπαση του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος. Η Σοβιετική Ενωση απείλησε να καταλάβει τον Αυλώνα τον Απρίλιο του 1961 και να διακόψει όλη τη Σοβιετική οικονομική, στρατιωτική και τεχνική βοήθεια. Η απειλή δεν υλοποιήθηκε, λόγω της ταυτόχρονης εξέλιξης της κρίσης των πυραύλων της Κούβας, αλλά ο Χότζα συνειδητοποίησε πόσο ευάλωτη ήταν η Αλβανία και, μετά τη Σοβιετική εισβολή στην Τσεχοσλοβακία το 1968, κατασκεύασε τα εκατοντάδες τσιμεντένια οχυρά, που ακόμα κηλιδώνουν το τοπίο σε όλη την Αλβανία. Υπό τον Χότζα ο Αυλώνας ήταν σημαντικό κέντρο στρατολόγησης για τη Σιγκουρίμι, τη μυστική αστυνομία.
Το 1997 ο Αυλώνας ήταν κέντρο λαϊκών διαδηλώσεων, μετά την κατάρρευση αρκετών απατηλών επενδυτικών σχημάτων (πυραμίδες), που οδήγησαν στην πτώση της κυβέρνησης του Σαλί Μπερίσα και μετατράπηκαν σχεδόν σε εμφύλιο πόλεμο.
Ο Αυλώνας έχει το δεύτερο μεγαλύτερο πανεπιστήμιο στην Αλβανία. Το Πανεπιστήμιο Τζούτζινο Ισμαήλ Κεμάλ ιδρύθηκε το 1994 ως Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο. Ξεκίνησε με λίγες εκατοντάδες φοιτητές και σήμερα έχει σχεδόν 15.000. Εξακολουθεί να εστιάζει στην τεχνολογία, αλλά έχει επεκταθεί στους τομείς οικονομίας και χρηματοοικονομικών, εκπαίδευσης, ιατρικής και νομικής και είναι το κορυφαίο ερευνητικό πανεπιστήμιο της Αλβανίας. Είναι το παραγωγικότερο πανεπιστήμιο της χώρας στη διοργάνωση επιστημονικών συνεδρίων, στην πρόσκληση ερευνητών από κορυφαία ιδρύματα και στην αποστολή δικών του ερευνητών στο εξωτερικό. Μερικοί από τους σημαντικότερους επιστημονικούς τομείς είναι τα μαθηματικά, η επιστήμη των υπολογιστών και η μηχανική. Εχει επίσης ομάδες που ασχολούνται με την Αλβανική λογοτεχνία, την οικονομία και τα χρηματοοικονομικά, την παραδοσιακή μουσική και χορό, την εκπαίδευση κ.λπ. Το Συνεδριακό Κέντρο του Αυλώνα είναι πρωτοπόρο στη διοργάνωση συνεδρίων στην Αλβανία και το διοικητικό συμβούλιό του αποτελείται από διεθνώς γνωστούς επιστήμονες.
Υπάρχουν τρία διεθνώς γνωστά επιστημονικά περιοδικά του Πανεπιστημίου του Αυλώνα. Είναι τα υψηλόετρς ποιότητας επιστημονικά περιοδικά οποιουδήποτε Αλβανόφωνου πανεπιστημίου, το Αλβανικό Περιοδικό Μαθηματικών, το Αλβανικό Περιοδικό Μηχανολογίας και ένα επιστημονικό περιοδικό που εκδίδεται τριμηνιαία στα Αλβανικά, το Buletini Shkencor i Universitetit te Vlorës. Από το 2008 έχει και το Διεθνές Επιστημονικό Περιοδικό Academicus, επιστημονική έκδοση στην Αγγλική γλώσσα. Στο Πανεπιστήμιο οργανώνονται πολλά θερινά σχολεία και εκπαιδευτικά σεμινάρια. Ο Αυλώνας είναι δημοφιλής τουριστικός προορισμός και αυτό τον κάνει πολύ ελκυστικό για τη διοργάνωση επιστημονικών συνεδρίων.
Ακόμη το Πανεπιστήμιο του Αυλώνα έχει εξαιρετικά προγράμματα στη ναυπηγική και στη ναυτιλία. Η μελέτη του Κόλπου του Αυλώνα έχει γίνει ένα από τα κύρια έργα του ναυτιλιακού τμήματος τα λίγα τελευταία χρόνια. Ο κόλπος αυτός αποτελεί σημαντικό τόπο για την παγκόσμια ιστορία, με σημαντικά γεγονότα όπως ναυμαχίες του Καίσαρα και κατά τη μεσαιωνική εποχή, τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, κ.λπ. Στον κόλπο βρίσκεται μια από τις αρχαιότερες στρατιωτικές ναυτικές βάσεις στον κόσμο, που εξακολουθεί να χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα. Η Ναυτική Βάση του Πασαλιμάν ήταν η μοναδική Ρωσική βάση στη Μεσόγειο τη δεκαετία του 1950 και ήταν το επίκεντρο της σύγκρουσης μεταξύ Ρώσων και Αλβανών το 1961, όταν η Αλβανία αποχώρησε από το Σύμφωνο της Βαρσοβίας. Το Ναυτιλιακό Τμήμα χαρτογραφεί όλα τα βυθισμένα πλοία στην περιοχή του κόλπου και κάνει έρευνες στον τομέα της υποβρύχιας αρχαιολογίας στην αρχαία πόλη Ωρικό.
Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο συμμετέχουν σε συνέδρια και διασκέψεις σε όλο τον κόσμο. Το Πανεπιστήμιο έχει κοινά προγράμματα και προγράμματα ανταλλαγών με μερικά από τα καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου και προσπαθεί πολύ ενεργά να επεκτείνει αυτά τα προγράμματα. εχει αναλάβει ηγετικό ρόλο, μεταξύ όλων των Αλβανικών ιδρυμάτων, να αυξήσει την ενεργό συνεργασία με δυτικά πανεπιστήμια και να έχει την έρευνα ως κύρια προτεραιότητά του.
Εκτός από το κρατικό πανεπιστήμιο υπάρχουν δύο ιδιωτικά: το Universiteti Pavarësia Vlorë, που ιδρύθηκε το 2009, και η Akademia e Studimeve të Aplikuara "Reald", που ξεκίνησε ως πρωτοβάθμιο-δευτρεροβάθμιο σχολείο και από το 2011 λειτουργεί επίσης ως πανεπιστήμιο.
Ο Αυλώνας παραμένει μεγάλο θαλάσσιο λιμάνι και εμπορικό κέντρο, με σημαντικό αλιευτικό και βιομηχανικό τομέα στην Αλβανία. Η γύρω περιοχή παράγει πετρέλαιο, φυσικό αέριο, πίσσα και αλάτι. Η πόλη είναι επίσης θέση σημαντικών εγκαταστάσεων του Αλβανικού Ναυτικού. Ο Αυλώνας έχει αυξήσει τη σημασία του ως αγροτικό κέντρο ευρύτατης κλίμακας φυτεύσεων ελαιόδενδρων και οπωροφόρων και ως κέντρο βιομηχανιών επεξεργασίας τροφίμων, πετρελαίου και εξαγωγής πίσσας. Η γύρω περιοχή είναι κυρίως γεωργική και κτηνοτροφική, παράγοντας βρώμη, αραβόσιτο, βαμβάκι, ελαιόλαδο, βοοειδή, πρόβατα, δέρματα και βούτυρο, που εξάγονται. Ο τουρισμός έχει γίνει βασικός κλάδος τα τελευταία χρόνια με πολλά ξενοδοχεία, κέντρα αναψυχής και απέραντες παραλίες. Είναι ευχάριστο μέρος για χαλάρωση, καφέ και να θαυμάσεις την ωραία θέα πάνω από τον Κόλπο του Αυλώνα, αν και προς τα ηπειρωτικά το τοπίο χαλάει ιδιαίτερα λόγω των κακών υποδομών.
Κύριο αξιοθέατο είναι το κτίριο, όπου κηρύχθηκε η Αλβανική ανεξαρτησία στις 28 Νοεμβρίου 1912. Απεικονίζεται στην πίσω όψη του Αλβανικού χαρτονομίσματος των 200 λεκ του 1992-1996 και σε εκείνο των 500 λεκ, που εκδίδεται μετά το 1996.
Τα τελευταία χρόνια, λόγω της ανάπτυξης του τουρισμού, έχουν ανοίξει παμπ, νάιτ κλαμπ, εστιατόρια και μπαρ, ιδιαίτερα στην περιοχή "Κρύα Νερά" (Uji i Ftohte), γύρω στα 3 χλμ. από το κέντρο της πόλης.
Ο πληθυσμός της πόλης είναι 79.948, με τον ομώνυμο νομό, που μπορεί να θεωρηθεί ως μητροπολιτική περιοχή, να έχει πληθυσμό 184.279. Το 1994 η Ελληνική κοινότητα της πόλης αριθμούσε 8.000 ανθρώπους, ενώ ένα Ελληνικό σχολείο λειτουργούσε στην πόλη το 1741.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.