Ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Νικίτα Σεργκιέγιεβιτς Χρουστσόφ (ρωσικά: Никита Сергеевич Хрущёв , προφέρεται: [nʲɪˈkʲitə sʲɪˈrgʲejɪvʲɪtɕ xrʊˈɕːof], ακούστε , 15 Απριλίου 1894 – 11 Σεπτεμβρίου 1971) υπήρξε ο ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης για μία δεκαετία κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Διατέλεσε γενικός γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης από το 1953 έως το 1964 και πρωθυπουργός από το 1958 ως το 1964. Ο Χρουστσόφ έθεσε τις βάσεις για την αποσταλινοποίηση της χώρας, για το διαστημικό πρόγραμμα της Σοβιετικής Ένωσης όπως και για σειρά φιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων στην εσωτερική πολιτική του κράτους. Απομακρύνθηκε από την ηγεσία της χώρας το 1964 και αντικαταστάθηκε από τον Λεονίντ Μπρέζνιεφ.
Νικίτα Χρουστσόφ | |
---|---|
Γενικός Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης | |
Περίοδος 7 Σεπτεμβρίου 1953 – 14 Οκτωβρίου 1964 | |
Προκάτοχος | Γκεόργκι Μαλενκόφ (de facto) |
Διάδοχος | Λεονίντ Μπρέζνιεφ |
Πρόεδρος του Συμβουλίου των Υπουργών | |
Περίοδος 27 Μαρτίου 1958 – 14 Οκτωβρίου 1964 | |
Διάδοχος | Αλεξέι Νικολάγιεβιτς Κοσίγκιν |
Μέλος του Προεδρείου της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΣΕ | |
Περίοδος 22 Μαρτίου 1939 – 14 Οκτωβρίου 1964 | |
Γενικός Γραμματέας της Περιφερειακής Επιτροπής του ΚΚΣΕ Μόσχας | |
Περίοδος 19 Δεκεμβρίου 1949 – 10 Μαρτίου 1953 | |
Γενικός Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ουκρανίας | |
Περίοδος 26 Δεκεμβρίου 1947 – 18 Δεκεμβρίου 1949 | |
Γενικός Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ουκρανίας | |
Περίοδος 27 Ιανουαρίου 1938 – 3 Μαρτίου 1947 | |
Γενικός Γραμματέας της Περιφερειακής Επιτροπής του ΚΚΣΕ Κιέβου | |
Περίοδος Απρίλιος 1938 – 22 Μαρτίου 1947 | |
Προσωπικά στοιχεία | |
Γέννηση | 15 Απριλίου 1894, Καλίνοβκα , Ρωσική Αυτοκρατορία |
Θάνατος | 11 Σεπτεμβρίου 1971 (77 ετών) Μόσχα, Ρωσική Σοβιετική Ομοσπονδιακή Σοσιαλιστική Δημοκρατία, Ε.Σ.Σ.Δ. |
Εθνότητα | Ρώσος |
Πολιτικό κόμμα | Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης |
Σύντροφος | Νίνα Χρούστσεβα |
Βραβεύσεις | |
Θρήσκευμα | αθεϊσμός |
Υπογραφή | |
Σχετικά πολυμέσα | |
Με τον υποβιβασμό του Μαλενκόφ, ο Χρουστσόφ και ο Μολότοφ αρχικά συνεργάστηκαν ομαλά. Ο Μολότοφ πρότεινε έως και την αντικατάσταση του Μαλενκόφ στην πρωθυπουργία από τον Χρουστσόφ αντί για τον Μπουλγκάνιν. Όμως μεταξύ του Χρουστσόφ και του Μολότοφ υπήρξε αυξανόμενη απόκλιση πολιτικών. Ο Μολότοφ αντετίθετο στην πολιτική των Παρθένων Γαιών, προτείνοντας εναλλακτικά έντονη επένδυση στην αύξηση της παραγωγής σε ανεπτυγμένες αγροτικές περιοχές, το οποίο ο Χρουστσόφ θεωρούσε ανέφικτο εξαιτίας της έλλειψης πόρων και εκλεπτυσμένου αγροτικού εργατικού δυναμικού. Οι δύο τους διέφεραν και στην εξωτερική πολιτική· λίγο αφότου ο Χρουστσόφ ανέλαβε την εξουσία, προώθησε συνθήκη ειρήνης με την Αυστρία, η οποία θα επέτρεπε την απομάκρυνση των σοβιετικών στρατευμάτων κατοχής. Ο Μολότοφ ήταν αντίθετος, αλλά ο Χρουστσόφ κανόνισε να έρθει μια αυστριακή αντιπροσωπεία στη Μόσχα για τις διαπραγματεύσεις της συνθήκης.[1] Μολονότι ο Χρουστσόφ και άλλα μέλη του Προεδρείου επιτέθηκαν στον Μολότοφ σε συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής στα μέσα του 1955, κατηγορώντας τον για άσκηση εξωτερικής πολιτικής η οποία έστρεφε τον υπόλοιπο κόσμο εναντίον της ΕΣΣΔ, ο Μολότοφ παρέμεινε στη θέση του.[2]
Μέχρι το τέλος του 1955, χιλιάδες πολιτικών αιχμαλώτων είχαν επιστρέψει στο σπίτι τους και διηγούντο τις εμπειρίες τους από τα Γκουλάγκ.[3] Με τη συνέχιση της διερεύνησης των καταχρήσεων έγινε γνωστό στους διαδόχους του Στάλιν το εύρος των εγκλημάτων του. Σε συνεργασία με τον στενό σύμμαχό του Αναστάς Μικογιάν, ο Χρουστσόφ πίστευε ότι μόλις αφαιρείτο ο λεκές του Σταλινισμού το Κόμμα θα ενέπνεε πίστη στον λαό.[4] Από τον Οκτώβριο του 1955 ο Χρουστσόφ αγωνίστηκε για να μπορέσει να μιλήσει στους αντιπροσώπους του επερχόμενου 20ό Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης σχετικά με τα εγκλήματα του Στάλιν. Μερικοί συνάδερφοι, ανάμεσα του ο Μαλενκόφ και ο Μολότοφ, ήταν αντίθετοι στη δημοσιοποίηση και τον έπεισαν να εκφράσει τις παρατηρήσεις του σε μια κλειστή συνεδρίαση.[5] Το 20ό Κομματικό Συνέδριο άνοιξε στις 14 Φεβρουαρίου 1956. Στις εναρκτήριες λέξεις της αρχικής του τοποθέτησης, ο Χρουστσόφ καταρράκωσε τον Στάλιν ζητώντας από τους συνέδρους να σηκωθούν προς τιμήν των κομμουνιστών ηγετών που είχαν πεθάνει από το προηγούμενο συνέδριο, τους οποίους κατονόμασε, εξισώνοντας τον Στάλιν με τον Κλέμεντ Γκότβαλντ και τον σχετικά άγνωστο Κιουίτσι Τοκούντα.[6] Τις πρώτες πρωινές ώρες της 25ης Φεβρουαρίου ο Χρουστσόφ εκφώνησε τον λόγο που αργότερα έγινε γνωστός ως "Μυστική Ομιλία" σε μια κλειστή συνεδρίαση του Συνεδρίου στην οποία παρίσταντο μόνο Σοβιετικοί αντιπρόσωποι. Σε τέσσερις ώρες κατεδάφισε την υστεροφημία του Στάλιν. Ο Χρουστσόφ σημείωσε στα απομνημονεύματα του ότι "το συνέδριο με άκουσε σιωπηλά. Όπως λέει και το ρητό, θα μπορούσες να ακούσεις μια καρφίτσα να πέφτει. Ήταν τόσο απότομο και απρόσμενο."[7] Ο Χρουστσόφ είπε στους συνέδρους:
Εδώ ήταν που ο Στάλιν επέδειξε την μισαλλοδοξία του, την βαρβαρότητά του και την κατάχρηση της εξουσίας του σε μια ολόκληρη σειρά περιπτώσεων ... συχνά προτίμησε την οδό της καταπίεσης της φυσικής εκμηδένισης, όχι μόνο ενάντια σε πραγματικούς εχθρούς αλλά και σε άτομα που δεν είχαν διαπράξει κανένα έγκλημα κατά του κόμματος ή της Σοβιετικής Κυβέρνησης.[8]
Η Μυστική Ομιλία, παρότι δεν άλλαξε θεμελιωδώς τη σοβιετική κοινωνία, είχε ευρεία επίδραση. Η ομιλία ήταν ένας παράγοντας των αναταραχών στο Πόζναν το 1956 και της επανάστασης στην Ουγγαρία αργότερα το 1956, και οι θιασώτες του Στάλιν αναλώθηκαν σε τέσσερις ημέρες αναταραχών στην ιδιαίτερη πατρίδα του, τη Γεωργία, τον Ιούνιο, ζητώντας την παραίτηση του Χρουστσόφ και την εγκαθίδρυση του Μολότοφ.[9] Σε συγκεντρώσεις όπου αναγνώστηκε η Μυστική Ομιλία, υπήρξαν κομμουνιστές που καταδίκασαν ακόμη σφοδρότερα τον Στάλιν και τον Χρουστσόφ, και ζητούσαν μέχρι και πολυκομματικές εκλογές. Όμως ο Στάλιν δεν αποκηρύχθηκε δημοσίως και η προσωπογραφία του παρέμεινε διάσπαρτη στην ΕΣΣΔ, από τα αεροδρόμια μέχρι το γραφείο του Χρουστσόφ στο Κρεμλίνο. Ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, τότε αξιωματούχος της Κομσομόλ, θυμόταν ότι παρότι οι νεαροί και μορφωμένοι Σοβιετικοί της περιφέρειάς του είχαν ενθουσιαστεί με την ομιλία, πολλοί άλλοι την στηλίτευαν είτε υπερασπιζόμενοι τον Στάλιν είτε θεωρώντας ανούσια την αναμόχλευση του παρελθόντος.[9] Τέσσερις δεκαετίες αργότερα, μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, ο Γκορμπατσόφ επαίνεσε τον Χρουστσόφ για το θάρρος του να αναλάβει ένα τεράστιο πολιτικό ρίσκο και να φανεί "τελικά ηθικός άνθρωπος".[10]
Ο όρος "Μυστική Ομιλία" αποδείχτηκε εντελώς παραπλανητικός. Ενώ οι παρακολουθούντες την Ομιλία ήταν όλοι Σοβιετικοί, σύνεδροι από την Ανατολική Ευρώπη επιτράπηκε να την ακούσουν την επόμενη νύχτα, αναγνωσμένη αργά ώστε να μπορέσουν να κρατήσουν σημειώσεις. Μέχρι την 5η Μαρτίου αντίγραφα ταχυδρομούντο σε όλη τη Σοβιετική Ένωση, με επισήμανση "όχι για τον τύπο" παρά "άκρως μυστικό". Μια επίσημη μετάφραση εμφανίστηκε μέσα σε ένα μήνα στην Πολωνία· οι Πολωνοί τύπωσαν 12.000 επιπλέον αντίτυπα, ένα εκ των οποίων σύντομα έφτασε στη Δύση.[5] Ο γιος του Χρουστσόφ, Σεργκέι, έγραψε αργότερα ότι "Προφανώς, ο Πατέρας προσπάθησε να διασφαλίσει ότι θα έφτανε σε όσο το δυνατό περισσότερους ανθρώπους. Σύντομα άρχισε να αναγιγνώσκεται σε συναντήσεις της Κομσομόλ· αυτό σήμαινε δεκαοκτώ εκατομμύρια ακροατές επιπλέον. Περιλαμβάνοντας τους συγγενείς, φίλους και τους γνωστούς τους θα μπορούσες να θεωρήσεις ότι η ομιλία ήταν πλέον οικεία σε όλη τη χώρα ... Η άνοιξη μόλις είχε αρχίσει όταν η ομιλία άρχισε να κυκλοφορεί σε όλο τον κόσμο."[11]
Η εναντίον του Χρουστσόφ μειονότητα στο Προεδρείο επαυξήθηκε από εκείνους που αντετίθεντο στις προτάσεις του Χρουστσόφ για αποκέντρωση των αρμοδιοτήτων στη βιομηχανία, οι οποίες χτυπούσαν την καρδιά της βάσης εξουσίας του Μαλενκόφ. Κατά το πρώτο ήμισυ του 1957 ο Μαλενκόφ, ο Μολότοφ και ο Καγκάνοβιτς κινήθηκαν αθόρυβα ώστε να αποκτήσουν υποστήριξη για την αποπομπή του. Στη συνεδρίαση του Προεδρείου στις 18 Ιουνίου, κατά την οποία απουσίαζαν δύο υποστηρικτές του Χρουστσόφ, οι συνωμότες ζήτησαν να αναλάβει την προεδρία ο Μπουλγκάνιν, που είχε μυηθεί στη συνωμοσία, και πρότειναν άλλες κινήσεις που ουσιαστικά θα υποβίβαζαν τον Χρουστσόφ και θα τους παρέδιδαν τον έλεγχο. Ο Χρουστσόφ αντιτέθηκε βάσει της μη ενημέρωσης όλων των μελών του Προεδρείου, μια αντίρρηση που δεν θα γινόταν ποτέ δεκτή αν ο Χρουστσόφ δεν είχε υπό στιβαρό έλεγχο τις ένοπλες δυνάμεις μέσω του Υπουργού Άμυνας Στρατάρχη Ζούκοφ και τις υπηρεσίες ασφαλείας. Μακροσκελείς συνεδριάσεις του Προεδρείου έλαβαν χώρα, κατά τη διάρκεια αρκετών ημερών. Καθώς διέρρεαν πληροφορίες για τον αγώνα εξουσίας, μέλη της Κεντρικής Επιτροπής, ελεγχόμενης από τον Χρουστσόφ, έσπευδαν στη Μόσχα, πολλοί από τους οποίους με στρατιωτικά αεροσκάφη και απαιτούσαν να γίνουν δεκτοί στη συνεδρίαση. Παρότι δεν έγιναν δεκτοί, σύντομα υπήρχαν στη Μόσχα αρκετά μέλη της Κεντρικής Επιτροπής ώστε να συγκαλέσουν έκτακτο Κομματικό Συνέδριο, ουσιαστικά αναγκάζοντας την ηγεσία να επιτρέψει μια συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής. Σε εκείνη τη συνεδρίαση οι τρεις κύριοι συνωμότες ονομάστηκαν Αντικομματική Ομάδα, κατηγορήθηκαν για δημιουργία ξεχωριστών τάσεων και για συνενοχή στα εγκλήματα του Στάλιν. Οι τρεις εκδιώχτηκαν από την Κεντρική Επιτροπή και το Προεδρείο, όπως και ο πρώην Υπουργός Εξωτερικών και client του Χρουστσόφ Ντμίτρι Σεπίλοφ που είχε προσχωρήσει στην ομάδα τους. Ο Μολότοφ στάλθηκε Πρέσβης στη Μογγολία· οι υπόλοιποι στάλθηκαν επικεφαλής βιομηχανικών εγκαταστάσεων και ινστιτούτων μακριά από τη Μόσχα.[12]
Ο Στρατάρχης Ζούκοφ ανταμείφθηκε για την υποστήριξη του με πλήρη συμμετοχή στο Προεδρείο, αλλά ο Χρουστσόφ φοβόταν τη δημοφιλία και την εξουσία του. Τον Οκτώβριο του 1957 ο Ζούκοφ στάλθηκε σε περιοδεία στα Βαλκάνια ενώ ο Χρουστσόφ κανόνιζε συνάντηση του Προεδρείου για να τον αποπέμψει. Ο Ζούκοφ έμαθε τι συνέβαινε και έσπευσε στη Μόσχα όπου απλώς ενημερώθηκε επίσημα για την αποπομπή του. Σε συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής μερικές εβδομάδες αργότερα δεν υπήρξε καμία έκφραση υπεράσπισης του Ζούκοφ.[13] Ο Χρουστσόφ ολοκλήρωσε την εδραίωση της εξουσίας του με την απομάκρυνση του Μπουλγκάνιν από την πρωθυπουργία την οποία ανέλαβε ο ίδιος ο Χρουστσόφ (ο Μπουλγκάνιν διορίστηκε επικεφαλής της Gosbank) και εγκαθιδρύοντας ένα Συμβούλιο Άμυνας της ΕΣΣΔ, με ηγέτη τον ίδιο, καθιστάμενος ουσιαστικά ανώτατος αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων.[14] Αν και ο Χρουστσόφ ήταν πλέον επιφανέστερος όλων, δεν κατείχε την απόλυτη εξουσία του Στάλιν.[14]
Αφότου ανήλθε στην εξουσία ο Χρουστσόφ επέτρεψε μία μέτρια ελευθερία των τεχνών. Vladimir Dudintsev's Not by Bread Alone,[15] about an idealistic engineer opposed by rigid bureaucrats, was allowed to be published in 1956, though Khrushchev called the novel "false at its base".[16] Όμως, το 1958 ο Χρουστσόφ διέταξε μια σφοδρή επίθεση στον Μπόρις Παστερνάκ μετά την έκδοση του μυθιστορήματος Δόκτωρ Ζιβάγκο στο εξωτερικό (είχε απαγορευτεί η δημοσίευσή του στη Σοβιετική Ένωση). Pravda described the novel as "low-grade reactionary hackwork", και ο Παστερνάκ αποπέμφθηκε από την Ένωση Συγγραφέων.[17] Ο Παστερνάκ βραβεύτηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας, αλλά μετά από έντονη πίεση το αρνήθηκε. Μόλις αυτό συνέβη, ο Χρουστσόφ διέταξε να σταματήσουν οι επιθέσεις εναντίον του Παστερνάκ. Στα απομνημονεύματά του, ο Χρουστσόφ δήλωσε ότι είχε δίλημμα σχετικά με το έργο, σχεδόν επέτρεψε τη δημοσιοποίησή του και αργότερα μετάνιωσε που δεν την επέτρεψε.[17] Μετά την πτώση του ο Χρουστσόφ απέκτησε ένα αντίτυπο του βιβλίου και το διάβασε (προηγουμένως είχε διαβάσει μόνο αποσπάσματα) και δήλωσε ότι "Δεν έπρεπε να το απαγορεύσουμε. Έπρεπε να το έχω διαβάσει ο ίδιος. Ουδέν αντισοβιετικό υπάρχει μέσα του."[18]
Ο Χρουστσόφ πίστευε ότι η ΕΣΣΔ μπορούσε να αποκτήσει συγκρίσιμα επίπεδα διαβίωσης με τη Δύση,[19] και δεν φοβόταν οι Σοβιετικοί πολίτες να δουν τα επιτεύγματα της Δύσης.[20] Ο Στάλιν επέτρεπε λίγους τουρίστες στη Σοβιετική Ένωση και λίγοι Σοβιετικοί μπορούσαν να ταξιδέψουν. O Χρουστσόφ άφησε τους Σοβιετικούς να ταξιδεύουν (περισσότεροι από δύο εκατομμύρια Σοβιετικοί πολίτες ταξίδεψαν στο εξωτερικό μεταξύ 1957 and 1961, 700.000 από τους οποίους επισκέφτηκαν τη Δύση) και επέτρεψε σε ξένους να επισκεφτούν τη Σοβιετική Ένωση, όπου οι τουρίστες έγιναν αντικείμενο τεράστιας περιέργειας.[21] Το 1957 ο Χρουστσόφ επέτρεψε τη διεξαγωγή του 6th World Festival of Youth and Students to be held in Moscow that summer. Έδωσε εντολή στους αξιωματούχους της Κομσομόλ να "πνίξουν τους ξένους επισκέπτες στις αγκαλιές".[22] Το επακόλουθο "σοσιαλιστικό καρναβάλι" περιελάμβανε περισσότερους από τρία εκατομμύρια Μοσχοβίτες, οι οποίοι μαζί με 30.000 νεαρούς ξένους επισκέπτες συμμετείχαν σε εκδηλώσεις που κυμαίνονταν από ομάδες συζήτησης σε όλη την πόλη μέχρι εκδηλώσεις στο ίδιο το Κρεμλίνο.[23] Σύμφωνα με τον ιστορικό Βλαντισλάβ Ζούμποκ, το φεστιβάλ "συνέτριψε τα προπαγανδιστικά στερεότυπα" για τους Δυτικούς, επιτρέποντας στους Μοσχοβίτες να κρίνουν από μόνοι τους.[20]
In 1962 ο Χρουστσόφ εντυπωσιάστηκε από το έργο Μια ημέρα του Ιβάν Ντενίσοβιτς του Αλεξάντρ Σολζενίτσιν και έπεισε το Προεδρείο να μην εμποδιστεί η έκδοσή του.[24] Η φιλελευθεροποίηση διακόπηκε την 1 Δεκεμβρίου 1962, όταν ο Χρουστσόφ πήγε στην Manezh Gallery για μία έκθεση που περιελάμβανε avant-garde works. Μόλις τα είδε, ο Χρουστσόφ εξερράγη από θυμό, σε ένα επεισόδιο γνωστό ως Manege Affair, περιγράφοντας τα έργα τέχνης ως "περιττώματα σκύλων",[25] και δηλώνοντας ότι "ένα γαϊδούρι μπορεί να μουτζουρώσει καλύτερα με την ουρά του".[26] Μία εβδομάδα αργότερα η Πράβντα εξέδωσε ένα κάλεσμα για καλλιτεχνική καθαρότητα. When writers and filmmakers defended the painters, Khrushchev extended his anger to them. Παρ'όλη την οργή του, δεν υπήρξαν συλλήψεις ή εξορίες των καλλιτεχνών. Η Manezh Gallery exhibit remained open for some time after Khrushchev's visit, and experienced a considerable rise in attendance after the article in Pravda.[25]
Υπό τον Χρουστσόφ, τα έκτακτα δικαστήρια που διενεργούντο από τις υπηρεσίες ασφαλείας καταργήθηκαν. Αυτά τα δικαστήρια, γνωστά ως τρόικες, συχνά αγνοούσαν τους νόμους και τις διαδικασίες. Με αυτές τις μεταρρυθμίσεις ουδεμία δίωξη για πολιτικό αδίκημα μπορούσε να εμφανιστεί ακόμα και στα τακτικά δικαστήρια εκτός αν είχε εγκριθεί από την τοπική επιτροπή του Κόμματος. Αυτό σπάνια συνέβαινε· δεν υπήρξαν μεγάλες πολιτικές δίκες υπό τον Χρουστσόφ, και το πολύ μερικές εκατοντάδες πολιτικές διώξεις συνολικά. Αντ'αυτού, άλλες κυρώσεις επιβάλλονταν σε Σοβιετικούς αντιφρονούντες, ανάμεσά τους η απώλεια εργασίας ή ακαδημαϊκής θέσης, ή εκδίωξη από το Κόμμα. During Khrushchev's rule, forced hospitalization for the "socially dangerous" was introduced.[27] Σύμφωνα με τον συγγραφέα Ρόι Μεντβέντεφ, ο οποίος έγραψε μια πρώτη ανάλυση της περιόδου εξουσίας του Χρουστσόφ, "η πολιτική τρομοκρατία σαν μέθοδος διακυβέρνησης αντικαταστάθηκε από διοικητικά μέσα κατάπνιξης την περίοδο του Χρουστσόφ".[27]
Το 1958 ο Χρουστσόφ διεξήγαγε μια ανοιχτή συνάντηση της Κεντρικής Επιτροπής την οποία παρακολούθησαν εκατοντάδες Σοβιετικοί αξιωματούχοι· μερικοί από αυτούς επιτράπηκε να μιλήσουν στη συνάντηση. Για πρώτη φορά οι διεργασίες της επιτροπής δημοσιεύτηκαν σε μορφή βιβλίου, μια πρακτική που εξακολούθησε σε επόμενες συνεδριάσεις. Αυτή η διαφάνεια όμως επέτρεψε στον Χρουστσόφ να έχει μεγαλύτερο έλεγχο της επιτροπής, καθώς οι αντιφρονούντες θα έπρεπε πλέον να εκφράσουν τις απόψεις τους ενώπιον ενός μεγάλου, αρνητικά διακείμενου πλήθους.[28]
Το 1962 οι κομματικές επιτροπές στο επίπεδο των όμπλαστ χωρίστηκαν σε δύο παράλληλες δομές, μία για τη βιομηχανία και μία για τη γεωργία. Αυτό δυσαρέστησε τα κρατικά στελέχη και οδήγησε σε σύγχυση στην αλυσίδα εντολών, καθώς δεν ήταν σαφές αν οι γραμματείς της μίας ή της άλλης επιτροπής ήταν ανώτεροι στην ιεραρχία. Εφόσον υπήρχαν περιορισμένοι αριθμοί εδρών στην Κεντρική Επιτροπή για κάθε όμπλαστ, η διαίρεση αυτή πυροδότησε τη δυνατότητα ανταγωνισμού για αξιώματα μεταξύ φατριών και, σύμφωνα με τον Μεντβέντεφ, μπορούσε να οδηγήσει μέχρι και σε δικομματικό σύστημα.[29] Ο Χρουστσόφ ακόμα όρισε να ανανεώνεται το ένα τρίτο των μελών κάθε επιτροπής σε κάθε εκλογή, από τα χαμηλόβαθμα συμβούλια μέχρι και την ίδια την Κεντρική Επιτροπή. Αυτό το διάταγμα δημιούργησε ένταση μεταξύ Χρουστσόφ και Κεντρικής Επιτροπής,[30] αναστατώνοντας τους κομματικούς παράγοντες με των οποίων τη στήριξη ο Χρουστσόφ ανέβηκε στην εξουσία.[31]
Η ένταση μεταξύ των υπερδυνάμεων κορυφώθηκε με την Κρίση των Πυραύλων της Κούβας (γνωστή ως "Κρίση της Καραϊβικής" στην ΕΣΣΔ) τον Οκτώβριο του 1962, όταν η Σοβιετική Ένωση προσπάθησε να εγκαταστήσει πυρηνικούς πυραύλους μέσου βεληνεκούς στην Κούβα, περίπου 90 miles (140 km) από τις ακτές των ΗΠΑ.[31] Ο Κουβανός ηγέτης Φιντέλ Κάστρο δίσταζε αρχικά να αποδεχτεί τους πυραύλους και όταν πείστηκε προειδοποίησε τον Χρουστσόφ να μη μεταφερθούν μυστικά. Τρεις δεκαετίες αργότερα ο Κάστρο δήλωσε "Είχαμε απόλυτο δικαίωμα να αποδεχτούμε τους πυραύλους. Δεν παραβιάζαμε το διεθνές δίκαιο. Γιατί να γίνει μυστικά σαν να ήταν παράνομο; Προειδοποίησα τον Νικίτα ότι η μυστικότητα θα έδινε πλεονέκτημα στους ιμπεριαλιστές."[32]
Την 16η Οκτωβρίου ο Κέννεντι πληροφορήθηκε ότι πτήσεις των U-2 πάνω από την Κούβα είχαν ανακαλύψει κατά πάσα πιθανότητα εγκαταστάσεις πυραύλων μεσαίου βεληνεκούς, και μολονότι εκείνος και οι σύμβουλοί του σκέφτηκαν να προσεγγίσουν τον Χρουστσόφ με διπλωματικές οδούς, αδυνατούσαν να εντοπίσουν έναν τρόπο που θα επέτρεπε μια τέτοια προσέγγιση χωρίς να εκληφθεί ως αδυναμία.[33] Στις 22 Οκτωβρίου ο Κέννεντι απευθύνθηκε τηλεοπτικά στους πολίτες της χώρας του και αποκάλυψε την ύπαρξη των πυραύλων ενώ ανακοίνωσε αποκλεισμό της Κούβας. Πληροφορούμενος εκ των προτέρων την ομιλία αλλά όχι (μέχρι μία ώρα πριν την έναρξή της) το περιεχόμενό της, ο Χρουστσόφ και οι σύμβουλοί του φοβούνταν μια εισβολή στην Κούβα. Ακόμα και πριν από την ομιλία του Κέννεντι, είχαν δώσει στους σοβιετικούς επιτελείς στην Κούβα το ελεύθερο να χρησιμοποιήσουν όλα τα όπλα σε περίπτωση επίθεσης—εκτός των ατομικών όπλων.[34]
Καθώς η κρίση εξελισσόταν υπήρχε ένταση στις ΗΠΑ· λιγότερη στη Σοβιετική Ένωση, όπου ο Χρουστσόφ έκανε αρκετές δημόσιες εμφανίσεις κι πήγε στο Θέατρο Μπολσόι για να ακούσει τον Αμερικανό τραγουδιστή όπερας Jerome Hines, who was then performing in Moscow.[31][35] Μέχρι τις 25 Οκτωβρίου, με τους Σοβιετικούς στο σκοτάδι για τις αληθείς προθέσεις του Κέννεντι, ο Χρουστσόφ αποφάσισε ότι οι πύραυλοι έπρεπε να αποσυρθούν από την Κούβα. Δύο ημέρες αργότερα πρότεινε στον Κέννεντι όρους για την απόσυρση.[36] Ο Χρουστσόφ συμφώνησε να απομακρύνει τους πυραύλους σε αντάλλαγμα της υπόσχεσης των ΗΠΑ να μην επιτεθούν στην Κούβα και μιας μυστικής υπόσχεσης ότι οι ΗΠΑ θα απομάκρυναν πυραύλους από την Τουρκία, η οποία βρισκόταν κοντά στην καρδιά της Σοβιετικής Ένωσης.[37] Επειδή ο τελευταίος όρος δεν δημοσιοποιήθηκε τότε μετά από παράκληση των ΗΠΑ, και δεν δημοσιοποιήθηκε παρά λίγο πριν τον θάνατο του Χρουστσόφ το 1971,[31] η εκτόνωση της κρίσης θεωρήθηκε μεγάλη ήττα για τους Σοβιετικούς και συνέβαλε στην πτώση του Χρουστσόφ περίπου δύο έτη αργότερα.[31] Ο Κάστρο παρότρυνε τον Χρουστσόφ να προβεί σε προληπτική πυρηνική επίθεση προς τις ΗΠΑ σε περίπτωση εισβολής στην Κούβα[38] και εξοργίστηκε με την κατάληξη της κρίσης, καθυβρίζοντας τον Χρουστσόφ.[39]
Μετά την κρίση, οι σχέσεις των υπερδυνάμεων βελτιώθηκαν, καθώς ο Κέννεντι έδωσεa conciliatory speech at American University on 10 June 1963, αναγνωρίζοντας πόσο υπέφερε ο Σοβιετικός λαός κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, και αποτίοντας φόρο τιμής στα κατορθώματά τους.[40] Ο Χρουστσόφ αποκάλεσε την ομιλία ως την καλύτερη ενός Αμερικανού Προέδρου από την εποχή του Φράνκλιν Ρούζβελτ και τον Ιούλιο διαπραγματεύτηκε ένα test ban treaty with U.S. negotiator Άβερελ Χάριμαν and with Lord Hailsham of the United Kingdom.[41] Τα σχέδια για μια δεύτερη σύνοδο κορυφής ανατράπηκαν με τη δολοφονία του Κέννεντι τον Νοέμβριο 1963. Ο νέος Πρόεδρος των ΗΠΑ Λύντον Τζόνσον ήλπιζε στη συνέχιση βελτιωμένων σχέσεων αλλά είχε περισπαστεί από άλλα ζητήματα και δεν είχε την ευκαιρία να αναπτύξει μια σχέση με τον Χρουστσόφ προτού εκείνος εκδιωχθεί από τη θέση του.[42]
Καθώς διαφαίνονταν όλο και πιο έντονοι οι τριγμοί στις πολιτικές του, η αυξανόμενη δύναμη των εσωκομματικών του αντιπάλων πέτυχε τελικά την καθαίρεσή του από την ηγεσία του κράτους το 1964.[εκκρεμεί παραπομπή]
Ο Νικίτα Χρουστσόφ πέθανε το 1971. Τα απομνημονεύματά του δημοσιεύτηκαν στον δυτικό κόσμο το 1970.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.