Ιωάννινα
πόλη της Ελλάδας From Wikipedia, the free encyclopedia
πόλη της Ελλάδας From Wikipedia, the free encyclopedia
Τα Ιωάννινα, γνωστά και ως Γιάννενα ή Γιάννινα, είναι πόλη της Ηπείρου, έδρα του δήμου Ιωαννιτών και πρωτεύουσα της περιφερειακής ενότητας Ιωαννίνων. Επίσης, αποτελούν την έδρα και μεγαλύτερη πόλη της περιφέρειας Ηπείρου καθώς και της αποκεντρωμένης διοίκησης Ηπείρου – Δυτικής Μακεδονίας. Ο πληθυσμός της πόλης ανέρχεται στους 64.896 κατοίκους και του ευρύτερου μητροπολιτικού δήμου στους 113.978 σύμφωνα με την απογραφή του 2021.
Ιωάννινα | |
---|---|
Χώρα | Ελλάδα |
Περιφέρεια | Ηπείρου |
Διοικητική υπαγωγή | Δήμος Ιωαννιτών |
Διοίκηση | |
• Δήμαρχος | Θωμάς Μπέγκας (από 2024) |
Έκταση | 403 km² |
Υψόμετρο | 490 μέτρα[1] |
Πληθυσμός | 64.896 (2021)[2] |
Ταχ. κωδ. | 45000–45999 |
Τηλ. κωδ. | 26510 |
Ιστότοπος | Επίσημος ιστότοπος |
Σχετικά πολυμέσα | |
Τα Ιωάννινα βρίσκονται στο βορειοδυτικό τμήμα της ηπειρωτικής Ελλάδας, στο κέντρο του ομώνυμου λεκανοπεδίου. Είναι μία από τις μεγαλύτερες πόλεις της Ελλάδας με πλούσια πολιτιστική παράδοση και σύγχρονες αναπτυξιακές επιχειρήσεις. Μεταξύ των πολυποίκιλων γεωγραφικών χαρακτηριστικών της περιοχής ξεχωριστή θέση κατέχει η λίμνη Παμβώτιδα, που παράκειται της πόλης. Στην πόλη των Ιωαννίνων έχει έδρα το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων από το έτος 1970.
Πολιούχος των Ιωαννίνων είναι ο Νεομάρτυρας Άγιος Γεώργιος ο εν Ιωαννίνοις, ο οποίος εορτάζεται στις 17 Ιανουαρίου.
Για την ονομασία της πόλης υπάρχουν αρκετές εκδοχές χωρίς όμως να είναι επιβεβαιωμένες. Η μια είναι ότι ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας Ιουστινιανός μετέφερε τους κατοίκους της Ευροίας στην περιοχή του κάστρου, την οποία οχύρωσε και έδωσε το όνομα του. Αυτό βασιζόταν στις αναφορές του ιστορικού Προκόπιου, στο έργο του περί κτισμάτων. Άλλη εκδοχή είναι ότι η πόλη αναπτύχθηκε πρώτα γύρω από το μοναστήρι του Αγίου Ιωάννη του Πρόδρομου, το οποίο έδωσε το όνομα στην πόλη. Μια άλλη εκδοχή αναφέρει ότι το όνομα προήλθε από το όνομα Ιωαννίνα, το όνομα της κόρης του Βελισάριου, στρατηγού του Ιουστινιανού.[3][4] Άλλοι πάλι πιστεύουν ότι οφείλεται στον πρώτο οικιστή της πόλης, τον Ιωάννη, γιο του Αλεξίου Κομνηνού.[5] Κατά καιρούς έχουν αναφερθεί διάφορες εκδοχές για την ονομασία της πόλης.[4][6]
Οι πρώτες ενδείξεις ανθρώπινης δραστηριότητας στην περιοχή των Ιωαννίνων εντοπίζονται από την Παλαιολιθική Εποχή (22.000 π.Χ.).[7] Αυτό έχει αποδειχθεί από τα λίθινα εργαλεία που βρέθηκαν στο σπήλαιο της Καστρίτσας. Ανασκαφές στο Κάστρο έχουν δείξει την παρουσία αρχαίου οικισμού και οχυρώσεων στους ύστερους κλασικούς-ελληνιστικούς χρόνους. Σύμφωνα με τα ευρήματα πρόκειται για σημαντική μολοσσική κώμη, το όνομα της οποίας μας παραμένει άγνωστο. Σύμφωνα με τα ευρήματα ιδρύθηκε πιθανόν στα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ. ενώ οχυρώθηκε στις αρχές του 3ου αιώνα π.Χ.[8] Η οχύρωση υπήρχε στο δυτικό κομμάτι που ήταν πιο ευάλωτο ενώ στο ανατολικό υπήρχε προστασία εξαιτίας του γεωφυσικού ανάγλυφου. Πιθανόν υπήρχε ο οικισμός και στα παλαιοχριστιανικά χρόνια, συρρικνωμένος μέσα στα όρια του κάστρου.[9][10] Με την εύρεση μιας επιτύμβιας ρωμαϊκής στήλης και μιας κεφαλής του Διονύσου, τα οποία βρέθηκαν στο Κάστρο, εκτιμάται ότι υπήρχε κατοίκηση και στους ρωμαϊκούς χρόνους. Δεν υπάρχουν όμως ευρήματα πρωτοβυζαντινών χρόνων.[4]
Παλιότερα η δημιουργία των Ιωαννίνων αναγόταν στον αυτοκράτορα Ιουστινιανό, ο οποίος την οχύρωσε και μετέφερε κατοίκους από την Ευροία. Νεότερα αρχαιολογικά δεδομένα όμως έχουν καταρρίψει αυτήν την εκδοχή.[9][10]
Ακολούθησε το διάστημα των σλαβικών επιδρομών στην ευρύτερη περιοχή κατά το τέλος του 6ου και στις αρχές του 7ου αι. μ.Χ.. Στο διάστημα αυτό δεν διασώζονται στοιχεία για την τύχη της πόλης, αν και θεωρείται πιθανή η κατάληψή της από τους επιδρομείς για ορισμένες δεκαετίες. Το 879 η πόλη αναφέρεται για πρώτη φορά με το σημερινό της όνομα στις πράξεις της Δ' Συνόδου της Κωνσταντινούπολης. Συγκεκριμένα αναφέρεται ο Ζαχαρίας, επίσκοπος Ιωαννίνης. Στις αρχές του 10ου αιώνα υπάρχουν αναφορές για την ύπαρξη επισκοπής Ιωαννίνων, η οποία ανήκει στη Μητρόπολη Ναυπάκτου.[8] Το 1020, ο αυτοκράτορας Βασίλειος Β', προσχώρησε την επισκοπή Ιωαννίνων σε αυτήν της Αρχιεπισκοπής Αχρίδας.[11][12] Σύμφωνα με την Άννα Κομνηνή, στο έργο της «Αλεξιάδα», το 1082 η πόλη καταλήφθηκε από τους Νορμανδούς, υπό τον Βοημούνδο του Τάραντα, που επιδιόρθωσε τα τείχη της πόλης.[8] Σε ένα χρυσόβουλο του 1198 προς τη Βενετία, η πόλη αναφέρεται να έχει δικό της θέμα, ξεχωριστό από αυτό της Νικοπόλεως.[13] Με την πτώση της Κωνσταντινούπολης το 1204 και τον διαμοιρασμό των εδαφών από τους σταυροφόρους, τα Ιωάννινα ήταν να δοθούν στη Βενετία. Τελικά όμως έγιναν κομμάτι του Δεσποτάτου της Ηπείρου.[13]
Τον 13ο αιώνα με την εγκαθίδρυση του Δεσποτάτου της Ηπείρου τα Ιωάννινα ήταν το δεύτερο σημαντικότερο αστικό κέντρο της Ηπείρου, μετά την Άρτα. Ο ιδρυτής του Δεσποτάτου Μιχαήλ Α’ Κομνηνός Δούκας συνέβαλε στην εγκατάσταση στην πόλη επιφανών οικογενειών από την Κωνσταντινούπολη που είχαν διαφύγει λόγω της Άλωσης του 1204 από τους Σταυροφόρους. Επίσης επισκεύασε τα τείχη.[8][13] Μετά τη μάχη της Πελαγονίας το 1259, η αυτοκρατορία της Νίκαιας κατέλαβε την Ήπειρο και τα Ιωάννινα πολιορκήθηκαν. Λίγο αργότερα, ο Μιχαήλ Β΄ Κομνηνός Δούκας με τη βοήθεια του νεότερου γιου του, Ιωάννη Α΄ Δούκα, κατέλαβε την Άρτα και ανακούφισε τα Ιωάννινα, διώχνοντας τους Νικαιώτες από την Ήπειρο.[13][14] Το 1291-1292 τα Ιωάννινα πολιορκήθηκαν από πολυάριθμα βυζαντινά στρατεύματα. Μέχρι το 1318 τα Ιωάννινα παρέμειναν στο Δεσποτάτο. Ο Νικόλαος Ορσίνι δολοφόνησε τον θείο του Θωμά Κομνηνό Δούκα, κάτι που δεν έγινε αποδεκτό από τους γιαννιώτες που ζήτησαν τη βοήθεια των βυζαντινών. Η διοίκηση της πόλης παραδόθηκε στους βυζαντινούς. Σε ανταπόδοση αυτού η επισκοπή της πόλης προάχθηκε σε μητρόπολη. Το 1319 και το 1321, δύο χρυσόβουλα του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Γ΄ Παλαιολόγου έδωσαν πολλά προνόμια στα Ιωάννινα και ευρεία αυτονομία.[8][13]Στο χρυσόβουλο του 1319 γίνεται αναφορά των εβραίων.[15] Το 1330 ο Ιωάννης Ορσίνι έγινε δεκτός ως κυβερνήτης και υποτελής στον αυτοκράτορα, ανανεώνοντας τα προνόμια.[8][16]
Στην επανάσταση που ξέσπασε το 1337-1338 στην Ήπειρο, τα Ιωάννινα έμειναν πιστά στον αυτοκράτορα του Βυζαντίου.[13] Ο εμφύλιος ανάμεσα στον Ιωάννη ΣΤ' Κατακουζηνό και τη δυναστεία των Παλαιολόγων, είχε ως αποτέλεσμα τη σέρβικη κυριαρχία στην Ήπειρο, που ολοκληρώθηκε μέχρι το 1348, από τον Συμεών Ούρεσι Παλαιολόγο.[8][16] Η σέρβικη κυριαρχία κράτησε μέχρι το 1356, όταν ο Νικηφόρος Ορσίνι έδιωξε τον Συμεών και προσπάθησε να ανακτήσει την Ήπειρο. Η προσπάθεια του δεν κράτησε πολύ αφού σκοτώθηκε στη μάχη του Αχελώου εναντίον αλβανικών φυλών.[17][18] Τα Ιωάννινα δεν καταλήφθηκαν αλλά λειτούργησαν σαν καταφύγιο πολλών ελλήνων από την περιοχή της Βαγενετίας.[19][20] Το 1366-1367 ο Συμεών Ούρεσι Παλαιολόγος κατέλαβε ξανά την Ήπειρο και τη Θεσσαλία και έβαλε για κυβερνήτη των Ιωαννίνων τον Θωμά Πρελούμπο. Ο Πρελούμπος απέκρουσε τις αλβανικές επιθέσεις, συμπεριλαμβανομένου αυτήν το 1379, την οποία οι γιαννιώτες την απέδωσαν στον προστάτη άγιο τους Μιχαήλ.[8][16][21][22] Το 1380 εμφανίστηκαν οι τούρκοι στα Ιωάννινα ως σύμβουλοι του Πρελούμπου.[16]Οι τυραννικές μέθοδοι που εφάρμοσε στη διακυβέρνηση του, οδήγησαν στη δολοφονία του το 1384. Οι γιαννιώτες πρόσφεραν την πόλη στον Ησαύ Μπουοντελμόντι.[8] Αυτός αντέστρεψε την πολιτική του προκατόχου του. Επέστρεψαν όσοι είχαν εξοριστεί και αποκατέστησε τις περιουσίες που είχαν δημευθεί. Το 1389 τα Ιωάννινα πολιορκήθηκαν από τον Ιωάννη Μπούα Σπάτα. Ο Μπουοντελμόντι κατάφερε να τον αποκρούσει με βοήθεια από τους τούρκους. Παρά τη συνεχιζόμενη οθωμανική επέκταση και τις συγκρούσεις μεταξύ Τούρκων και Αλβανών στην περιοχή των Ιωαννίνων, ο Μπουοντελμόντι κατάφερε να εξασφαλίσει μια περίοδο ειρήνης για την πόλη, ιδιαίτερα μετά τον δεύτερο γάμο του με την κόρη του Σπάτα, Ειρήνη, το 1396. Με τον θάνατο του, το 1411, οι γιαννιώτες κάλεσαν στη θέση του τον Κάρολο Α΄ Τόκκο. Το 1416 κατέκτησε την Άρτα και για σύντομο χρονικό διάστημα ένωσε την Ήπειρο. Το 1429 με τον θάνατο του, υπήρξαν ανταγωνισμοί των διαδόχων του μέχρι η πόλη να παραδοθεί στους Τούρκους.[8] Ο μεγαλύτερος νόθος γιος του, Ηρακλής, κάλεσε τους Οθωμανούς σε βοήθεια εναντίον του νόμιμου διαδόχου Κάρολου Β΄ Τόκκου.[23]
Στις 9 Οκτωβρίου 1430 οι Οθωμανοί, υπό τον Σινάν Πασά[24] με την είσοδό τους στην πόλη δεσμεύτηκαν με έγγραφη συμφωνία (ορισμός) να γίνουν σεβαστά πολλά προνόμια των κατοίκων, κυρίως περιουσιακά και εκκλησιαστικά.[8] Η συνθήκη υπογράφηκε στο Κλειδί της Μακεδονίας.[25] Κατά τον 16ο αιώνα σύμφωνα με 2 τούρκικα κατάστιχα ο πληθυσμός της πόλης έφτανε περίπου τους 7000 κατοίκους. Την ίδια εποχή στο νησί της λίμνης των Ιωαννίνων αναπτύχθηκε σπουδαίο μοναστικό και πνευματικό κέντρο.[8]
Τον 17ο αιώνα υπάρχει μια προσπάθεια ανασυγκρότησης της πόλης. Τα Ιωάννινα αποκτούν έναν πιο μουσουλμανικό χαρακτήρα. Υπάρχει αύξηση του πληθυσμού ενώ δημιουργούνται πολλά μουσουλμανικά ιδρύματα.[8]
Το 1611 ο Διονύσιος ο Φιλόσοφος (ή Σκυλόσοφος), πρώην Επίσκοπος Λάρισας ηγήθηκε εκτεταμένης εξέγερσης στην περιοχή. Η εξέγερση όμως καταπνίγηκε από το διοικητή της πόλης Ασλάν Πασά, που ήταν γενίτσαρος ελληνικής καταγωγής, ενώ ο Διονύσιος βρήκε μαρτυρικό θάνατο στην πόλη των Ιωαννίνων. Απόρροια του ξεσηκωμού αυτού ήταν και η κατάργηση των προνομίων. Ο ναός του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου καταστράφηκε και οι μοναχοί θανατώθηκαν. Στη θέση του ανεγέρθηκε το 1618 τζαμί (Ασλάν Τζαμί, σήμερα μουσείο, επί του κάστρου) αφιερωμένο στον Ασλάν Πασά που κατέπνιξε το κίνημα του Διονύσιου. Από την εποχή εκείνη εγκαταστάθηκαν οικογένειες Τούρκων και Εβραίων στο κάστρο της πόλης. Οι εκδιωχθέντες Έλληνες ίδρυσαν νέους οικισμούς για πρώτη φορά έξω από το κάστρο: της Καλούτσιανης, της Σιαράβας, της Καραβατιάς, τα Δυο Αδέλφια, τα Λακώματα κ.ά.[26]
Το 1670 ο Εβλιγιά Τσελεμπί επισκέφτηκε την πόλη και ανέφερε ότι υπήρχαν 18 μουσουλμανικές συνοικίες, 14 χριστιανικές, 4 εβραϊκές και μια τσιγγάνικη. Επίσης υπάρχουν σημαντικά κτήρια.[8]
Οι Γιαννιώτες συνέχισαν τις εμπορικές και χειροτεχνικές τους δραστηριότητες κατά τον 18ο αιώνα.[8] Οι εμπορικές σχέσεις με σημαντικά κέντρα της Ευρώπης (Βενετία και Λιβόρνο) ήταν έντονες, όπου έμποροι από τα Ιωάννινα ίδρυαν εμπορικούς και τραπεζικούς οίκους. Ταυτόχρονα, διατηρούσαν την επαφή τους με την πατρίδα και χρηματοδοτούσαν την κατασκευή εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Αυτοί οι έμποροι υπήρξαν και οι πιο σημαντικοί εθνικοί ευεργέτες.
Η σημαντικότατη πνευματική και εκπαιδευτική δραστηριότητα την εποχή εκείνη ήταν απόρροια της οικονομικής ευημερίας που η πόλη γνώρισε. Τα Ιωάννινα αποτέλεσαν το σημαντικότερο κέντρο του Νεοελληνικού Διαφωτισμού μαζί με την Κωνσταντινούπολη και τα κέντρα του απόδημου Ελληνισμού στη Βιέννη και στο Βουκουρέστι. Ιωαννίτες ήταν οι ιδρυτές και των τεσσάρων ελληνικών τυπογραφείων της Βενετίας: του Νικολάου Γλυκύ, Ανδρέα Ιουλιανού, Νικολάου Σάρου και Δημητρίου Θεοδοσίου.[27] Στον 17ο και 18ο αιώνα χτίστηκαν πολλές σχολές: η Επιφανείου το 1647, η Μπαλάνειος το 1676, η Μαρούτσιος το 1742, η Καπλάνειος τo 1805 και αργότερα η Ζωσιμαία Σχολή το 1828 και άλλες. Οι σχολές αυτές αποτέλεσαν σημαντικά κέντρα στην ανάπτυξη του Νεοελληνικού Διαφωτισμού.[28] Η Μπαλάνειος ιδρύθηκε από τον Μπαλάνο Βασιλόπουλο, (1684-1760) με χρήματα του ευεργέτη Μάνου Γκιούμα. Εδώ δίδαξαν σημαντικές προσωπικότητες του Ελληνικού Διαφωτισμού, όπως ο Βησαρρίων Μακρής (1675-1683), ο ιερέας Γεώργιος Σουγδουρής (1683-1714), ο ιερέας Αναστάσιος Παπαβασιλείου (1715 -?), ο ιερομόναχος Μεθόδιος Ανθρακίτης (1715-?), ο μαθητής του Αθανάσιος Ψαλίδας (1767-1829), ο μαθητής αυτού Ιωάννης Βηλαράς (1771-1823) και ο Κοσμάς Βαλάνος (1731-1808), γιος του Μπαλάνου Βασιλόπουλου.[29] Ο Αθανάσιος Ψαλίδας με τη σειρά του ίδρυσε την Καπλάνειο Σχολή με χρήματα που δωρήθηκαν από τον πλούσιο έμπορο Ζώη Καπλάνη από τη Ρωσία. Ο Ψαλίδας εξόπλισε την Καπλάνειο με αξιόλογη βιβλιοθήκη και με εξοπλισμό πειραματικής φυσικής και χημείας που προκάλεσε την περιέργεια και καχυποψία του Αλή Πασά. Η Καπλάνειος λειτούργησε έως το 1820, όταν τα Σουλτανικά στρατεύματα μπήκαν στα Ιωάννινα. Στα Ιωάννινα φοίτησε και ο κληρικός και λόγιος Νεόφυτος Δούκας. Τα σχολεία αυτά συνέχισαν τη βυζαντινή παράδοση και συνέβαλαν αποφασιστικά στην αφύπνιση των υπόδουλων Ελλήνων. Ο Νεόφυτος Δούκας, λόγιος και κληρικός της εποχής, με υπέρογκο έργο, αναφέρει χαρακτηριστικά, με μια μικρή δόση υπερβολής, πως «όσοι εχρημάτισαν Έλληνες συγγραφείς υπήρξαν ή Ιωαννίται ή μαθηταί της των Ιωαννίνων σχολής».[30]
Ο Αλή Πασάς κυβέρνησε την επικράτεια του από τα Ιωάννινα από το 1788 ως το 1822. Είχε υπό τον έλεγχό του όλη την περιοχή της βορειοδυτικής Ελλάδας, τη Θεσσαλία, τμήμα της Εύβοιας και την Πελοπόννησο. Υπήρξε μια σημαντική προσωπικότητα της εποχής. Δημιούργησε πολλές οχυρώσεις στην επικράτεια του αλλά και στο ίδιο το κάστρο των Ιωαννίνων. Έφερε σημαντικούς μηχανικούς και αρχιτέκτονες από διάφορα μέρη. Στην αυλή του υπήρξαν σημαντικές προσωπικότητες που αργότερα έπαιξαν ρόλο στην Επανάσταση του 1821 και όχι μόνο.[8]Μερικοί από αυτούς είναι ο Γεώργιος Καραισκάκης, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, ο Μάρκος Μπότσαρης και άλλοι. Παράλληλα πολλές φορές η συμπεριφορά αυτού και του στρατού του ήταν ακραία.[8]Στην εποχή του λεγόταν το ρητό Γιάννινα πρώτα στα άρματα, στα γρόσια και στα γράμματα.
Ο Γάλλος λόγιος Πουκεβίλ που επισκέφτηκε τα Ιωάννινα στις αρχές του 19ου αιώνα ανέφερε ότι μέτρησε 3200 σπίτια (2000 χριστιανικά, 1000 μουσουλμανικά και 200 εβραικά).[31] Το 1820, λίγο πριν ξεσπάσει η Επανάσταση (1821), ο Σουλτάνος Μαχμούτ Β΄, θορυβημένος από τη συνεχώς αυξανόμενη επιρροή του Αλή πασά και από πληροφορίες για πιθανή απόσχισή του από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, διέταξε τον αποκεφαλισμό του για προδοσία ενάντια στην Υψηλή Πύλη. Τα Ιωάννινα πολιορκήθηκαν από τούρκικα στρατεύματα. Δυο χρόνια αργότερα δολοφονήθηκε από αξιωματούχους του Σουλτάνου στο νησί της λίμνης των Ιωαννίνων στο μοναστήρι του Αγίου Παντελεήμονα, όπου κατέφυγε για να αποφύγει τη θανατική καταδίκη και ενώ περίμενε να του απονεμηθεί χάρη.[32] Μέσα σε αυτά τα 2 χρόνια τα Ιωάννινα υπέστησαν πολλές καταστροφές.[8]
Τα επόμενα χρόνια ακολούθησε η επαναδημιουργία του του πολεοδομικού ιστού, μνημείων και εκκλησιών που είχαν καταστραφεί από τα πολεμικά γεγονότα. Ανεγείρονται αρχοντικά, χάνια και στοές.[8]
Το 1828 ιδρύεται η Ζωσιμαία Σχολή με χορηγία των αδελφών Ζωσιμά σε περίοδο δύσκολη για την πόλη. Η Σχολή αυτή συνεχίζει τη λειτουργία της μέχρι σήμερα. Τα Ιωάννινα δεν περιήλθαν εντός της επικράτειας του νεοσύστατου ελληνικού κράτους (1832). Το 1859 φωτιά κατέστρεψε τους στρατώνες στα Λιθαρίτσια, οι οποίοι χτίστηκαν ξανά 10 χρόνια μετά. Το 1869 μεγάλο μέρος της πόλης καταστράφηκε από πυρκαγιά, όμως ανακατασκευάστηκε γρήγορα.[33][8] Ειδικά η αγορά κατασκευάστηκε με σχέδια του Γερμανού αρχιτέκτονα Χολτς, γενικό υπήρξε και το ενδιαφέρον των απόδημων Γιαννιωτών που συνέβαλλαν στη χρηματοδότηση για την ανέγερση πολλών ναών (Αγίου Νικολάου, Αγίας Μαρίνας κ.α.), σχολείων και άλλων κοινωφελών ιδρυμάτων. Την ίδια εποχή χτίστηκε και λειτούργησε πολυτεχνείο.[34]
Εκτός από τη Ζωσιμαία Σχολή, λειτουργούσαν και η Παπαζόγλειος Υφαντική Σχολή, η Καπλάνειος Σχολή, συμβάλλοντας στην πνευματική άνθιση της πόλης. Ο νεοκλασικισμός επηρεάζει και την πόλη των Ιωαννίνων. Ο γιαννιώτης αρχιτέκτονας Π. Μελίρρυτος κατασκεύασε το Ρολόι του 1905.[8]
Τα Ιωάννινα απελευθερώθηκαν κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους και ενσωματώθηκαν στο Ελληνικό Κράτος. Στις 19 Φεβρουαρίου 1913 ξεκίνησε κανονιοβολισμούς το πυροβολικό του ελληνικού στρατού, με τη σημαντική συμβολή του Μικρασιάτη μηχανικού Νικόλαου Μιζαντζή (Νικολάκη Εφέντη) για τον εντοπισμό των οθωμανικών θέσεων. Την επόμενη, στις 20 Φεβρουαρίου 1913 ξεκίνησε η γενική επίθεση του ελληνικού στρατού. Παράλληλα αποκόπηκαν οι επικοινωνίες του τουρκικού στρατού. Στις 21 Φεβρουαρίου 1913, τις πρώτες πρωινές ώρες ο Εσσάτ Πασάς παρέδωσε την πόλη στον ελληνικό στρατό.[35]
Το κάστρο έπαψε πλέον να έχει αμυντικό χαρακτήρα. Υπήρχαν πλέον μόνο στρατώνες ενώ οι τάφροι επιχωματώθηκαν δημιουργώντας νέους δρόμους.[8]
Οι ανταγωνισμοί Ελλάδας και Ιταλίας για την Αλβανία, οι πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα αλλά και ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος που ήταν σε εξέλιξη, οδήγησαν την Ιταλία στο να καταλάβει τμήμα της Ηπείρου. Τα Ιωάννινα καταλήφθηκαν στις 28 Μαΐου 1917. Αμέσως εμφανίστηκαν προβλήματα, με κύριο αυτό της τροφοδοσίας. Στα τέλη Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους, μετά από διαβουλεύσεις με τις υπόλοιπες χώρες της Αντάντ, οι Ιταλοί άρχισαν να αποχωρούν από το τμήμα που είχαν καταλάβει.[36][37]
Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή (1922) και την Ανταλλαγή πληθυσμών, οι περισσότερες τουρκικές οικογένειες αποχώρησαν για την Τουρκία και ταυτόχρονα εγκαταστάθηκαν στην πόλη των Ιωαννίνων πολλές οικογένειες Ελλήνων Μικρασιατών από διάφορες περιοχές της Μικράς Ασίας. Δημιουργήθηκαν προσφυγικά χωριά που σήμερα αποτελούν προάστια της πόλης των Ιωαννίνων όπως η Ανατολή, η Μπάφρα και η Νεοκαισάρεια.[38]
Στο διάστημα του Μεσοπολέμου, η πόλη προσπαθεί να μεταλλαχθεί από μια οθωμανική πόλη σε μια σύγχρονη πόλη του 20ου αιώνα. Υπάρχουν όμως προβλήματα σε αυτήν τη μετάβαση. Η πόλη χάνει τον πρωταγωνιστικό ρόλο που είχε και καταλήγει σε ένα επαρχιακό διοικητικό κέντρο. Το εμπόριο και η οικονομία φθίνει. Το ίδιο συμβαίνει και στη βιοτεχνία αλλά και τον πληθυσμό. Τη δεκαετία του 30' υπάρχει ανάκαμψη. Πρωταγωνιστικό ρόλο θα παίξει ο μητροπολίτης Ιωαννίνων και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Ελλάδος Σπυρίδων, με τη βοήθεια των κληροδοτημάτων των εθνικών ευεργετών. Αυτό θα φανεί από τη δημιουργία νέων κτηρίων. Ο ιδιωτικός τομέας δείχνει μια κινητικότητα. Η πορεία αυτή όμως θα ανακοπεί από την έναρξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.[39]
Η 8η Μεραρχία ανέλαβε να σηκώσει το βάρος της άμυνας στην αρχή του πολέμου στο Καλπάκι. Τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο του 1940 η πόλη των Ιωαννίνων δέχτηκε βομβαρδισμούς από τους Ιταλούς με ανθρώπινες και υλικές απώλειες. Το Πάσχα του 1941 και λίγο πριν τη συνθηκολόγηση υπήρξε βομβαρδισμός της πόλης από τις γερμανικές δυνάμεις. Τότε βομβαρδίστηκε το 2ο Στρατιωτικό Νοσοκομείο, ενώ είχε ευδιάκριτο το σήμα του Ερυθρού Σταυρού με αποτέλεσμα να υπάρξουν 50 νεκροί ανάμεσα σε ιατρικό προσωπικό και νοσηλευόμενους.[40][41] Οι γερμανικές θηριωδίες συνεχίστηκαν στην περιοχή με πιο γνωστές αυτές στις Λιγκιάδες αλλά και στα χωριά του Ζαγορίου.[42][43]
Το 1944, κατά τη διάρκεια της γερμανικής Κατοχής, σχεδόν το σύνολο της εβραϊκής κοινότητας της πόλης (Ρωμανιώτες), εστάλησαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στην Πολωνία και τη Γερμανία, από τους οποίους ελάχιστοι επέστρεψαν. Πολλές μαρτυρίες αναφέρουν ότι η κοινότητα είχε προειδοποιηθεί από Χριστιανούς των Ιωαννίνων και από το ΕΑΜ για τον επερχόμενο εκτοπισμό. Ωστόσο, πρόσωπα με μεγάλη επιρροή, όπως ο έμπορος και θρησκευτικός παράγων Σαμπεθάι Καμπιλή, πίστευαν ότι μπορούσαν να εξαγοράσουν τους Γερμανούς εφοδιάζοντας τους με ό,τι ζητούσαν, και προτίμησαν να παραμείνουν στην πόλη. Μερικοί Εβραίοι που φυγαδεύτηκαν διασώθηκαν από τον εκτοπισμό. Κατά τη Ρωμανιώτισσα συγγραφέα Rae Dalven, "η άμεση αιτία αυτής της τραγωδίας ήταν η ακούσια προδοσία ενός επίμονου και ισχυρογνώμονα θρησκευτικού ηγέτη [Καμπιλή]."[44] Στη σύγχρονη εποχή διατηρείται η Εβραϊκή Συναγωγή Ιωαννίνων. Επίσης υπάρχει το Ίδρυμα Ιωσήφ και Εσθήρ Γκάνη το οποίο δραστηριοποιείται σε ιστορικά θέματα που αφορούν την εβραϊκή Κοινότητα των Ιωάννινων.
Η πόλη απελευθερώθηκε τον Οκτώβριο του 1944 μετά την αποχώρηση των γερμανικών δυνάμεων Κατοχής και την είσοδο ανταρτών του ΕΔΕΣ υπό τον Αλέκο Παπαδόπουλο.[45] Στις 23 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους, στη διάρκεια των Δεκεμβριανών, η πόλη κατελήφθη από δυνάμεις του ΕΛΑΣ υπό τους Στέφανο Σαράφη και Άρη Βελουχιώτη έπειτα από μάχες ανάμεσα στις δύο οργανώσεις.[46]
Το 1964 ιδρύθηκε το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων με τη φιλοσοφική σχολή, ως παράρτημα του ΑΠΘ. Το 1970 αυτονομήθηκε και συνέχισε τη λειτουργία που διευρύνθηκε, περιλαμβάνοντας νέες σχολές και τμήματα. Σήμερα είναι ένα από τα μεγαλύτερα ελληνικά πανεπιστήμια με 7 σχολές και 23 τμήματα. Κατά τη διάρκεια της Χούντας υπήρξε αντίσταση και από φοιτητές του πανεπιστημίου.[47][48]
Τα Ιωάννινα είχαν θέσει υποψηφιότητα για την ανάδειξή τους σε Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης, το 2021 χωρίς όμως να τα καταφέρουν.[49][50]Επίσης κάθε χρόνο διοργανώνεται ο ημιμαραθώνιος με τίτλο Lake Run στον οποίο συμμετέχουν αθλητές από όλη την Ελλάδα.
Κάποια από τα αξιοθέατα είναι τα εξής:
Το νησάκι της λίμνης Παμβώτιδας ή της λίμνης Ιωαννίνων ή του Αλή Πασά είναι ένα από τα δύο κατοικημένα νησιά σε λίμνη στη χώρα (το άλλο είναι ο Άγιος Αχίλλειος Πρεσπών). Σε αυτό βρίσκεται μικρός οικισμός και διάφορα μνημεία και αξιοθέατα, όπως η τελευταία κατοικία του Αλή Πασά. Υπάρχουν επίσης έξι μοναστήρια,[26] το παλιότερο του Αγίου Νικολάου (Ντίλιου) ή Στρατηγοπούλου του 11ου αιώνα, του Αγίου Νικολάου (Σπανού) ή Φιλανθρωπινών από το 1292 μ.Χ., του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου (1506 μ.Χ.), της Ελεούσης (1570 μ.Χ.), του Αγίου Παντελεήμονος (17ου αιώνα) και της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος (1851 μ.Χ.). Στο μοναστήρι του Αγίου Νικολάου (Σπανού) ή Φιλανθρωπινών δίδαξαν κατά τα χρόνια της Τουρκοκρατίας ο λόγιος Αλέξιος Σπανός, οι μοναχοί Πρόκλος και Κομνηνός και οι Άγιοι αυτάδελφοι Θεοφάνης και Νεκτάριος οι αψαράδες εξ Ιωαννίνων (κτήτορες της μονής Βαρλαάμ Μετεώρων).
Η αρχιτεκτονική των Ιωαννίνων κατά τα τέλη του 18ου και τις αρχές του 19ου αιώνα ήταν μίξη μεσαιωνικών, βυζαντινών και ανατολίτικων στοιχείων. Αυτού του είδους ο ρυθμός εμφανίζεται στα Ιωάννινα και ονομάστηκε τουρκογιαννιώτικος ή μεταβυζαντινός. Η πόλη δέχτηκε πολλές καταστροφές κατά την πολιορκία της από τους Τούρκους το 1820. Η πόλη ανοικοδομήθηκε μετά την καταστροφή με τα κλασικά πρότυπα αλλά όχι τόσο πλούσια όσο στο παρελθόν. Κατά τα μέσα του 19ου αιώνα γίνεται προσπάθεια εξευρωπαισμού της οθωμανικής αυτοκρατορίας με το Τανζιμάτ (1839) και το πρώτο οθωμανικό σύνταγμα το 1876. Το 1869 ο Ρασίμ Πασάς πυρπολεί το κέντρο της πόλης. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να χαθούν πολλά κτήρια που είχαν σωθεί από την καταστροφή του 1820. Η πολεοδομία της πόλης δεν άλλαξε σημαντικά αλλά ανανεώθηκαν σε μεγάλο βαθμό τα κτήρια. Άρχισαν να εμφανίζονται στα δημόσια κτήρια επιρροές από ευρωπαϊκά πρότυπα. Το ίδιο συνέβαινε σε οικίες εμπόρων και γενικά των ανώτερων τάξεων. Στις κατώτερες και πιο φτωχές τάξεις οι οικίες ήταν πιο απλές και παραδοσιακές. Ο νεοκλασικισμός εισάγεται στα Ιωάννινα πριν το 1913, έτος που η πόλη απελευθερώθηκε, αλλά με καθυστέρηση σε σχέση με το υπόλοιπο νεοσύστατο κράτος. Η πόλη γενικότερα δεν αποκόπηκε από το οθωμανικό παρελθόν της παρά την εισαγωγή δυτικών προτύπων.[57]
Άνθρωποι που συνέβαλαν στην αρχιτεκτονική τη συγκεκριμένη εποχή είναι ο Περικλής Μελίρρυτος (1870-1937), ο γιαννιώτης πολιτικός μηχανικός και μετέπειτα δήμαρχος Γεώργιος Ιωαννίδης και ο Πολωνός αρχιτέκτονας και νομομηχανικός του βιλαετίου, Σιγισμόνδος Μινέικο.[58]
Το 1940-1941 εκτός από ανθρώπινες απώλειες, υπήρξαν και καταστροφές κτηρίων. Τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο του 1940 βομβαρδίζονται συνοικίες της πόλης. Μεγάλες καταστροφές υπήρξαν στην Καλούτσιανη. Το τζαμί παραμένει από τότε ημιτελές. Κάποια κτήρια καταστράφηκαν ή είχαν σοβαρές ζημιές. Το στρατιωτικό νοσοκομείο στο Ιτς Καλέ, στο μέρος που σήμερα βρίσκεται το Βυζαντινό μουσείο, βομβαρδίστηκε στις 5 Νοεμβρίου 1940 και κατεδαφίστηκε τη δεκαετία του 50. Βομβαρδισμούς δέχτηκε και η Ζωσιμαία στην οδό Ζωσιμάδων αλλά επισκευάστηκε τη δεκαετία του 60. Ένα ιδιαίτερο αρχιτεκτονικά κτήριο της πόλης που βρισκόταν στη συμβολή των οδών Τσακάλωφ και Βαλαωρίτου κατεδαφίστηκε μεταπολεμικά εξαιτίας των σημαντικών καταστροφών του. Στο παρελθόν είχε φιλοξενήσει το ρωσικό προξενείο. Στη θέση του χτίστηκε πολυκατοικία. Τον Απρίλιο του 1941, λίγο πριν τη συνθηκολόγηση, η πόλη δέχτηκε νέο σφοδρό βομβαρδισμό. Τότε βομβαρδίστηκε το 2ο Στρατιωτικό Νοσοκομείο στην παλαιά Ζωσιμαία Παιδαγωγική Ακαδημία.[40]
Μεταπολεμικά ο Άρης Κωνσταντινίδης έφερε στην πόλη τη σφραγίδα της νεωτερικότητας με 2 κτήρια. Συνδύασε τον μοντερνισμό με την παράδοση. Το ένα είναι το αρχαιολογικό μουσείο και το άλλο το καφενείο «Όαση». Παρότι ήταν να δημιουργήσει ένα ακόμα καφενείο, το γυαλί καφενέ, τελικά δεν ανέλαβε τη δημιουργία του. Παρότι ήταν ο επικεφαλής του εγχειρήματος των «Ξενία» πανελλαδικά, αυτό των Ιωαννίνων έγινε από τον αρχιτέκτονα Γεράσιμο Βώκο.[59][60][61]
Ο Κωνσταντίνος Δοξιάδης άφησε έστω και εν μέρει το στίγμα του στα Ιωάννινα. Δημιούργημα του είναι η πρώην παιδόπολη «Αγία Ελένη», κοντά στο αεροδρόμιο των Ιωαννίνων το 1961. Τα εγκαίνια έγιναν το 1962. Εκεί μεταφέρθηκε η παιδόπολη που προϋπήρχε σε τολ στην πλατεία Ομήρου. Στα σχέδια υπήρχε και μια εκκλησία που δεν χτίστηκε ενώ ιδιαίτερη έμφαση έδινε στο φυσικό περιβάλλον με δενδροφύτευση, λουλούδια. Τη δεκαετία του 60' υπήρξε και το σχέδιο Δοξιάδη για το πολεοδομικό των Ιωαννίνων. Εφαρμόστηκε όμως κατά ένα μέρος.[62]
Άλλο ένα σημαντικό αρχοντικό καταστράφηκε από φωτιά στις 22 Απριλίου του 1975. Χτίστηκε στα μέσα του 19ου αιώνα και ανήκε στον Χαϊρεντίν πασά. Τη δεκαετία του 20' αγοράστηκε από την οικογένεια Ιωαννίδη. Το 1952 χαρακτηρίστηκε διατηρητέο κτίριο. Τη δεκαετία του 60' στέγασε την Εταιρία Ηπειρωτικών Μελετών και μετά ξενώνα νεότητας. Προς το τέλος της ζωής του έμειναν οικογένειες και χρησιμοποιήθηκε παράλληλα για επαγγελματικούς σκοπούς. Το κτήριο καταγράφηκε στην ταινία «Η αρχόντισσα και ο αλήτης». Το 1986 έγινε άρση του χαρακτηρισμού ως διατηρητέου υπό όρους. Σήμερα η αυλόπορτα του συνυπάρχει με μια πολυκατοικία με γυαλί.[63]
Μερικά κτήρια της πόλης που δείχνουν τις διάφορες κοινότητες που έζησαν και ζουν στην πόλη. Αρκετά είναι έργα των Μελίρρυτου, Ιωαννίδη και Μινέικο.
Η κεντρική πλατεία των Ιωαννινων βρίσκεται μπροστά από το κτίριο της Περιφέρειας Ηπείρου. Η ονομασία της είναι πλατεία Πύρρου, όνομα που δόθηκε το 1931. Όμως είναι γνωστή ως η κεντρική πλατεία.[85]Με τη δημιουργία υπόγειου πάρκινγκ έγινε ανάπλαση της πλατείας ενώ νέα ανάπλαση θα γίνει στο κοντινό μέλλον.[86]
Η πλατεία Πάργης είναι άλλη μια πλατεία σε κοντινή απόσταση από την κεντρική πλατεία. Η ονομασία επί τουρκοκρατίας ήταν Εμίρ Μεϊντάν (πλατεία του εμίρη ή αρχηγού). Υπήρχε τζαμί και νεκροταφείο σε μια μουσουλμανική συνοικία από τα τέλη του 15ου ή 16ου αιώνα. Με το τέλος της τουρκοκρατίας το τζαμί και το νεκροταφείο έφυγαν. Για κάποια διάστημα γινόταν αλογοπάζαρο. Επίσης απέκτησε τη σημερινή της ονομασία σαν πλατεία Πάργης. Τον Δεκέμβριο του 1959 και μέχρι το 1965 η πλατεία μετονομάστηκε σε πλατεία Ντουάιτ Αϊζενχάουερ. Η ονομασία αυτή επανήλθε για κάποιο διάστημα επί Χούντας.[87][85]
Η πλατεία Ανδρέα Παπανδρέου ή κάτω πλατεία, αν και πλέον δεν αποτελεί πλατεία. Είναι το κομμάτι από τα φανάρια της 28ης Οκτωβρίου μέχρι το δημαρχείο. Τις πρώτες δεκαετίες μετά την απελευθέρωση θεωρούταν η κεντρική πλατεία των Ιωαννίνων. Το 1913 πήρε το όνομα του Κωνσταντίνου του Ελευθερωτή ενώ το 1916 εξαιτίας των πολιτικών εξελίξεων πήρε την ονομασία πλατεία Εθνικής Αμύνης. Το 1935 επέστρεψε στον προηγούμενο όνομα του ενώ για κάποιο διάστημα πήρε και το όνομα του Γεωργίου του Α. Το 1986 μετονομάστηκε σε πλατεία Δημοκρατίας ενώ το 1997 σε πλατεία Ανδρέα Παπανδρέου.[85]
Η πλατεία Μαβίλη βρίσκεται κοντά στην Παμβώτιδα. Δίπλα της υπήρχε ξεχωριστή πλατεία (πλατεία Ασκεριέ) αλλά πλέον ολόκληρο το κομμάτι είναι γνωστό ως πλατεία Μαβίλη. Υπάρχουν αναφορές ότι υπήρχαν καφέ σαντάν. Υπήρχαν εξοχικά κέντρα, θερινός κινηματογράφος αλλά και πάργκινγκ στρατιωτικών οχημάτων. Παράλληλα υπήρχαν δραστηριότητες στη λίμνη αλλά και μεταφορά στην Ντραμπάτοβα. Στις 25 Μαρτίου 1944 οι ναζί συγκέντρωσαν τους εβραίους της πόλης στην πλατεία με σκοπό τη μεταφορά τους στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Στα μεταπολεμικά χρόνια έγινε σημείο συνάντησης με καφετέριες και με έντονο τουριστικό ενδιαφέρον.[88]
Στα Ιωάννινα λειτουργούν μουσεία, πινακοθήκες με διάφορες εκδηλώσεις όλη τη διάρκεια του χρόνου.
Στα Ιωάννινα λειτουργεί το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.
Τη δεκαετία του 50 και με την ίδρυση της Εταιρίας Ηπειρωτικών Μελετών, το 1954, υπήρχε το αίτημα δημιουργίας πανεπιστημίου στην πόλη των Ιωαννίνων. Το 1962 στην Αθήνα δημιουργήθηκε η Κεντρική Επιτροπή Αγώνος Πανεπιστημίου Ιωαννίνων με σκοπό τη δημιουργία πανεπιστημίου. Στις 8 Μαΐου του 1964 εξαγγέλθηκε μέσω του τύπου η ίδρυση τμήματος φιλοσοφίας ως παραρτήματος του Α.Π.Θ.. Η ίδρυση έγινε με το υπ’ αριθμ. 735/64 Β.Δ. και άρχισε να λειτουργεί με το νέο ακαδημαϊκό έτος με 200 φοιτητές. Η στέγαση του τμήματος έγινε στο παλαιό κτίριο της Ζωσιμαίας Παιδαγωγικής Ακαδημίας. Από το 1970 με το υπ’ αριθμ. 746/70 Ν. Δ. δημιουργήθηκε ανεξάρτητο πανεπιστήμιο από αυτό της Θεσσαλονίκης.[109]
Καταλαμβάνει μια έκταση 3500 στρεμμάτων. Η πανεπιστημιούπολη απέχει 6 χλμ από το κέντρο της πόλης. Υπάρχει πρόσβαση σε αυτήν με τα μέσα μαζικής μεταφοράς. Στο πανεπιστήμιο φοιτούν περίπου 20000 φοιτητές.[110][111]
Το πανεπιστήμιο λειτουργεί σύμφωνα με τον νόμο 4559/3-8-2018. Αποτελείται από 11 Σχολές και 26 Τμήματα.[112]
Το πρώην ΤΕΙ Ηπείρου ιδρύθηκε το 1994 με έδρα του την Άρτα. Αποτελούταν από 5 σχολές και 8 τμήματα. Φοιτούσαν 10.200 φοιτητές.[113]
Στην πόλη λειτουργούν δύο νοσοκομεία, το Γενικό Κρατικό «Χατζηκώστα» και το Πανεπιστημιακό Περιφερειακό «Δουρούτη», τα οποία δέχονται ασθενείς από το σύνολο του νομού. Τα νοσοκομεία εφημερεύουν εναλλάξ τις μονές (Πανεπιστημιακό) και ζυγές (Χατζηκώστα) μέρες.
Το Γενικό Κρατικό «Χατζηκώστα» αρχικά στεγαζόταν στις εγκαταστάσεις επί της οδού Γ. Παπανδρέου. Στα τέλη της δεκαετίας του 70' μεταφέρθηκε στα κτήρια του Σανατορίου Ιωαννίνων επί της Λεωφόρου Μακρυγιάννη, η οποία αποτελεί πλέον την παλιά πτέρυγα του νοσοκομείου. Στις αρχικές εγκαταστάσεις συνέχισαν να λειτουργούν τμήματα του νοσοκομείου όπως Μέση Τεχνική Επαγγελματική Σχολή - ΤΕΕ Νοσηλευτικής, Ψυχιατρικές Δομές, Οφθαλμολογικό, Ψυχιατρικό. Στο παλαιό Χατζηκώστα δημιουργήθηκαν προκατασκευασμένα κτίρια για να καλύψουν ανάγκες του νοσοκομείου. Το νοσοκομείο δέχτηκε 4 επεκτάσεις στο πέρασμα του χρόνου για να φτάσει στη σημερινή του μορφή.
Το 1987, όντας το μοναδικό νοσοκομείο των Ιωαννίνων εγκρίθηκε ο Οργανισμός του Νοσοκομείου με 465 κλίνες και το ανάλογο προσωπικό που με μικρές διαφορές ισχύει μέχρι σήμερα. Το 1991 άρχισε η μεταφορά των πανεπιστημιακών τμημάτων και ιατρικού εξοπλισμού στο Πανεπιστημιακό νοσοκομείο και στο Χατζηκώστα παρέμειναν κυρίως τμήματα του ΕΣΥ. Το 2001 λειτούργησαν νέα χειρουργεία σε νέα πτέρυγα του νοσοκομείου. Μέσα στη δεκαετία αυτή αποκτήθηκαν και λειτούργησαν Αξονικός και Μαγνητικός Τομογράφος, Ψηφιακός Μαστογράφος και Αγγειογραφικό Συγκρότημα στο Καρδιολογικό Τμήμα. Το 2013 παραδόθηκε κτήριο για τις ανάγκες του Πολυδύναμου Κέντρου Αντιμετώπισης της κρίσης αλκοολικών και χρηστών Ναρκωτικών.[114]
Σήμερα το νοσοκομείο διαθέτει δύναμη 350 κλινών.[115]
Το πανεπιστημιακό νοσοκομείο ιδρύθηκε με το Π.Δ 391/86 (ΦΕΚ 174/Α/86). Αποτελεί ΝΠΔΔ και υπάγεται στις διατάξεις του Ν.Δ 2592/53 «περί οργάνωσης της Ιατρικής Αντίληψης (ΦΕΚ 254/Α/53).
Η ανάπτυξη του ξεκίνησε με την αριθ. 17781/5-12-88 (ΦΕΚ 875/Β/88) απόφαση του Υπουργού Υγείας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Η δυναμικότητα του είναι 760 κλινών.
Το νοσοκομείο βρίσκεται σε μια έκταση 68000 τ.μ. επί της Λεωφόρου Σταύρου Νιάρχου. Λειτουργούν τμήματα Παθολογικού, Χειρουργικού, Ψυχιατρικού και Εργαστηριακού Τομέα της Ιατρικής Υπηρεσίας. Στους χώρους του νοσοκομείου παράγονται ερευνητικό και εκπαιδευτικό έργο διαθέτοντας ιατρικό και τεχνολογικό εξοπλισμό.[116]
Νότια της πόλης βρίσκονται πλέον οι κύριοι οδικοί άξονες που ενώνουν τα Ιωάννινα με την υπόλοιπη Ελλάδα. Από εκεί διέρχεται η Εγνατία Οδός ενώνοντας τα Ιωάννινα με την Ηγουμενίτσα, τη Θεσσαλονίκη, την Καβάλα και την Αλεξανδρούπολη. Από τη νότια πλευρά της πόλης ξεκινά και η Ιόνια Οδός συνδέοντας τα Ιωάννινα με την Νότια - Δυτική Ελλάδα. Από τη βόρεια έξοδο της πόλης ξεκινά η παλαιά ΕΟ που συνδέει την πόλη τόσο με τη Δυτική Μακεδονία, όσο και με την Αλβανία.
Μέσα στην πόλη υπάρχει αστική συγκοινωνία η οποία διεξάγεται με αρκετές λεωφορειακές γραμμές. Το ΚΤΕΛ Ιωαννίνων εκτελεί καθημερινά δρομολόγια εντός νομού, αλλά και με αρκετές πόλεις της Ελλάδας.
Σε απόσταση 5 χιλιομέτρων από το κέντρο των Ιωαννίνων βρίσκεται ο Κρατικός Αερολιμένας Ιωαννίνων Βασιλεύς Πύρρος. Τα τελευταία χρόνια το αεροδρόμιο επεκτάθηκε και έχουν μπει αρκετές πτήσεις προς την υπόλοιπη Ελλάδα και το εξωτερικό.[117]
Παλιότερα γινόταν πτήσεις με υδροπλάνο, κυρίως προς Κέρκυρα. Γίνονται ενέργειες ώστε στο άμεσο μέλλον να υπάρξουν ξανά πτήσεις.[118]
Στα Ιωάννινα λειτουργούν τρείς τηλεοπτικοί σταθμοί, είναι το Ήπειρος TV1, η Βήμα Τηλεόραση (πρώην ΗΡΤ) και το ITV (Ιωάννινα TV). Εκπέμπουν επίσης, οι δημόσιοι και ιδιωτικοί σταθμοί πανελλαδικής εμβέλειας. Η ΕΡΤ3 με έδρα τη Θεσσαλονίκη αντίστοιχα, διατηρεί επιτόπου παράρτημα στα Ιωάννινα. Επίσης εκπέμπουν στα Ιωάννινα και οι περιφερειακοί σταθμοί των γύρω νομών και πόλεων: Άρτα, Αγρίνιο και Κέρκυρα.
Ο πρώτος ραδιοφωνικός σταθμός ανήκε στην ΕΡΑ Ιωαννίνων και εγκαινιάστηκε το 1949. Έχει εμβέλεια που καλύπτει ευρύτερα τη Βορειοδυτική Ελλάδα (FM 88.2) και το πρόγραμμά της εστιάζει στην ειδησεογραφία τοπικού ενδιαφέροντος, με τη συνοδή συμπερίληψη εκπομπών ποικίλης θεματολογίας.[119]
Εδώ και αρκετά χρόνια η περιοχή φημίζεται για την υψηλή ποιότητα των τοπικών προϊόντων (γάλα, τυρί, γιαούρτι, κρέας) αλλά και για τις νόστιμες συνταγές (πίτες).
Σύμφωνα με την κλιματική ταξινόμηση Κέππεν, τα Ιωάννινα έχουν ένα κλίμα οριακό μεταξύ μεσογειακού (Csa) και υγρού υποτροπικού (Cfa), δεδομένου ότι υπάρχει μόνο ένας καλοκαιρινός μήνας με βροχόπτωση μικρότερη των 40 χιλιοστών.[120][121] Το καλοκαίρι είναι θερμό και ξηρό, ενώ ο χειμώνας είναι υγρός και ψυχρότερος από τις παραθαλάσσιες περιοχές της Ηπείρου. Είναι από τις πιο βροχερές πόλεις της Ελλάδας. Η υψηλότερη θερμοκρασία που έχει καταγραφεί είναι 42,4°C και η χαμηλότερη -13°C.[122]
Κλιματικά δεδομένα Ιωαννίνων | |||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Μήνας | Ιαν | Φεβ | Μάρ | Απρ | Μάι | Ιούν | Ιούλ | Αύγ | Σεπ | Οκτ | Νοε | Δεκ | Έτος |
Μέση Μέγιστη °C (°F) | 10.1 | 11.5 | 14.4 | 17.7 | 23.0 | 27.6 | 30.8 | 30.9 | 26.7 | 21.2 | 15.5 | 11.1 | 20,0 |
Μέση Μηνιαία °C (°F) | 4.7 | 6.1 | 8.8 | 12.4 | 17.4 | 21.9 | 24.8 | 24.3 | 20.1 | 14.9 | 9.7 | 5.9 | 14,25 |
Μέση Ελάχιστη °C (°F) | 0.2 | 1.0 | 3.2 | 5.9 | 9.6 | 12.8 | 14.9 | 15.0 | 12.2 | 8.5 | 4.7 | 1.8 | 7,5 |
Υετός mm (ίντσες) | 124,2 | 111,6 | 95,4 | 78 | 69,3 | 43,5 | 32 | 31,2 | 54 | 99,5 | 167,9 | 174,9 | 1,181 |
% υγρασίας | 76.9 | 73.7 | 69.5 | 67.9 | 65.9 | 59.1 | 52.4 | 54.4 | 63.6 | 70.8 | 79.8 | 81.5 | 68,0 |
Μέσες ημέρες κατακρημνίσεων | 13.3 | 12.4 | 12.8 | 12.6 | 11.0 | 6.9 | 4.8 | 4.8 | 6.5 | 9.7 | 13.7 | 15.2 | 123,7 |
Πηγή: Greek National Weather Service |
Η εξέλιξη του πληθυσμού της πόλης και του δήμου των Ιωαννίνων έχει ως εξής:[123][124]
Έτος απογραφής |
Πληθυσμός πόλης |
Πληθυσμός δήμου |
---|---|---|
1913 | 16.804 | - |
1920 | 20.765 | - |
1928 | 20.485 | - |
1940 | 21.877 | - |
1951 | 32.315 | - |
1961 | 34.997 | - |
1971 | 40.130 | - |
1981 | 44.829 | - |
1991 | 56.699 | - |
2001 | 67.384 | 75.550 |
2011 | 65.574 | 112.486 |
2021 | 64.896 | 113.978 |
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.