διάλεκτος της νέας ελληνικής γλώσσας, ομιλούμενη από Ελληνοκύπριους From Wikipedia, the free encyclopedia
Η κυπριακή διάλεκτος (ή κυπριακά) είναι διάλεκτος της Ελληνικής γλώσσας που ομιλείται από πέραν των περίπου οκτακοσίων ογδόντα χιλιάδων (880.000) το έτος 2020 (σύμφωνα με τη Cyprus Times) Ελληνοκυπρίους στο νησί της Κύπρου και μερικές εκατοντάδες χιλιάδες Ελληνοκυπρίους της διασποράς, κυρίως στο Ηνωμένο Βασίλειο, την Αυστραλία, τις ΗΠΑ, καθώς και την Ελλάδα. Σχεδόν ποτέ δεν χρησιμοποιείται ως επίσημος γραπτός λόγος, αλλά είναι η κοινή ομιλουμένη των περισσοτέρων Ελληνοκυπρίων. Είναι, επίσης, η πρώτη γλώσσα πιο ηλικιωμένων Τουρκοκυπρίων από χωριά όπως η Λουρουκίνα και από την περιοχή της Τυλληρίας, ενώ περισσότεροι ηλικιωμένοι Τουρκοκύπριοι μιλούν τα Ελληνικά με Κυπριακή Διάλεκτο ως δεύτερη γλώσσα.
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
(δείτε επίσης: Ελληνικό αλφάβητο) | |
Πρωτοελληνική (περ. 3000 π.Χ.) | |
Μυκηναϊκή (περ. 1600–1200 π.Χ.) | |
Ομηρική (περ. 1200–800 π.Χ.) | |
Αρχαία ελληνική (περ. 800–300 π.Χ.) Διάλεκτοι: Αιολική, Αρκαδοκυπριακή, Αττική–Ιωνική, Δωρική, Παμφυλιακή, Ομηρική Μακεδονική | |
Ελληνιστική Κοινή (περ. από 330 π.Χ. ως 700)
| |
Μεσαιωνική ελληνική (περ. 700–1700) | |
Νέα ελληνική γλώσσα (από το 1700) Ιδιώματα: Δημοτική, Καθαρεύουσα, Αττικισμός Διάλεκτοι: Καππαδοκική, Κατωιταλική , Κρητική, Κυπριακή, Ποντιακή, Ρωμανιώτικη, Τσακωνική | |
Άλλες μορφές (από 19ο/20ό αιώνα) Ελληνικός κώδικας Μπράιγ, Ελληνική νοηματική γλώσσα, Κώδικας Μορς | |
Σε επίσημο περιβάλλον της Κυπριακής Δημοκρατίας θεωρείται πιο αποδεκτή η χρήση της Κοινής Νέας Ελληνικής (όπως στα σχολεία, στο κοινοβούλιο, στα μέσα ενημέρωσης και παρουσία μη Κυπρίων ομιλητών της Ελληνικής). Σύμφωνα με το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, επίσημες γλώσσες της νήσου είναι η Ελληνική και η Τουρκική[1]. Η έντονη επίδραση της Κοινής Νέας Ελληνικής διαμέσου των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, της Εκπαίδευσης, του τύπου και της λογοτεχνίας, έχει ως αποτέλεσμα να υποχωρεί σταδιακά η διάλεκτος έναντι της επίσημης Ελληνικής ή/και να απλοποιείται, γεγονός που παρατηρείται και στις υπόλοιπες διαλέκτους της Ελληνικής Γλώσσας.
Στη νεότερη εποχή σημαντικοί ποιητές όπως ο Βασίλης Μιχαηλίδης (1849-1917) και ο Δημήτρης Λιπέρτης (1866-1937) και ακόμα νεότεροι όπως ο Παύλος Λιασίδης (1901-1985) χρησιμοποιούν τη διάλεκτο σε γραπτή μορφή[2]. Πολλοί άλλοι λογοτέχνες, συνήθως ποιητές αλλά και πεζογράφοι, χρησιμοποιούν ακόμα την Κυπριακή διάλεκτο. Υπάρχει επίσης πληθώρα κυπριακών τραγουδιών (παραδοσιακά, δημοτικά και σύγχρονα), αλλά και σκετς, θεατρικά και τηλεοπτικές σειρές που χρησιμοποιούν τη διάλεκτο.
Η Κυπριακή διάλεκτος αποτελεί στη σύγχρονη εποχή τη μεγαλύτερη ελληνική διάλεκτο -ακολουθούμενη από τα Ποντιακά, Κρητικά, Κατωιταλικά και άλλες διαλέκτους-, η οποία είναι μητροδίδακτη και παραγωγική στο νησί της Κύπρου. Ανήκει στον γεωγραφικό και διαλεκτικό χώρο της αρχαίας Αρκαδοκυπριακής και, μολονότι δεν προέρχεται άμεσα από αυτήν, είναι δυνατόν ακόμη και σήμερα να εντοπίσει κανείς κατάλοιπά της στο λεξιλόγιο των ομιλητών.
Κατά τη διάρκεια της Ελληνιστικής Κοινής και των πρώιμων μεσαιωνικών χρόνων, θεωρείται ότι η Κυπριακή διάλεκτος αποτέλεσε μέρος μιας ζώνης ανατολικών διαλέκτων (με δωρικές επιρροές), στις οποίες ανήκαν τα ιδιώματα της Δωδεκανήσου και της Μικράς Ασίας. Ωστόσο, η κοινή αυτή πορεία διακόπηκε το 1191 από τους σταυροφόρους, όταν η Κύπρος τέθηκε υπό τη γαλλική δυναστεία των Λουζινιανών και, ως εκ τούτου, μεταβλήθηκε σε φραγκικό κρατίδιο. Φαίνεται ότι μέσα στους τρεις επόμενους αιώνες η διάλεκτος απέκτησε τα περισσότερα από τα ιδιάζοντα χαρακτηριστικά της, όπως επιμαρτυρείται από τα πρώτα διαθέσιμα κείμενα, που είναι οι νομικού περιεχομένου Ασσίζες (14ος αιώνας) και το Χρονικόν του Λεοντίου Μαχαιρά (15ος αιώνας). Η μακρά παρουσία των Φράγκων ερμηνεύει την είσοδο αρκετών λέξεων από την παλαιά γαλλική, οι οποίες απουσιάζουν από άλλες διαλέκτους της Ελληνικής. Επιπλέον, η απομόνωση της διαλέκτου επί τόσους αιώνες εξηγεί γιατί ακόμη και σήμερα αποτελεί αξιόπιστο μάρτυρα της μεσαιωνικής γραμματικής της ελληνικής γλώσσας.
Άλλοι σημαντικοί σταθμοί στην ιστορία της διαλέκτου, οι οποίοι άφησαν αξιοσημείωτα ίχνη στη σύγχρονη μορφή της, υπήρξαν η Ενετοκρατία (από το 1489) και κατόπιν η Τουρκοκρατία (από το 1571). Τέλος, η ισχυρή πολιτιστική επιρροή της αγγλικής γλώσσας είναι εμφανής (από το 1878) και συνεχής στην Κυπριακή διάλεκτο.
Από διαλεκτολογικής πλευράς, η Κυπριακή συγκαταλέγεται στα νότια ιδιώματα της Ελληνικής γλώσσας, καθώς διατηρεί αμετάβλητα τα φωνήεντα των άτονων συλλαβών (εν αντιθέσει προς τα βόρεια ιδιώματα, όπου παρατηρούμε εκτεταμένες στενώσεις και κωφώσεις). Ακόμη ανήκει στη λεγόμενη νησιωτική ζώνη του ίντα, επειδή χρησιμοποιεί την αντωνυμία ίντα (< τι ένι τα) αντί της αντωνυμίας τι στην εισαγωγή ερωτηματικών προτάσεων. Στην ίδια διαλεκτική ζώνη ανήκουν επίσης η Κρητική διάλεκτος, καθώς και τα ιδιώματα των Κυκλάδων και της Δωδεκανήσου.
Ισχυροί τύποι | Κλιτικά | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|
Ονομ. | Αιτ. | Γεν. | Αιτ. | Γεν. | |||
1ο πρόσωπο | Εν. Πληθ. |
(εγιώ / εγιώνι) / εγώ(νι) εμείς |
εμένα(ν) εμάς |
με μας |
μου μας | ||
2ο πρόσωπο | Εν. Πληθ. |
εσού / εσούνι εσείς |
εσένα(ν) εσάς |
σε σας |
σου σας | ||
3ο πρόσωπο | Εν. | αρσ. θηλ. ουδ. |
τούτος τούτη(ν) τούτο(ν) |
τούτο(ν)/τούντο(ν) τούτη(ν)/τούντη(ν) τούτο(ν)/τούντο(ν) |
τούτου/τούντου τούτης/τούντης τούτου/τούντου |
το(ν) τη(ν) το |
του της του |
Πληθ. | αρσ. θηλ. ουδ. |
τούτοι τούτες τούτα |
τούτους/τούντους τούτες/τούντες τούτα/τούντα |
τούτων/τούντων τούτων/τούντων τούτων/τούντων |
τους τες τα |
τους τους τους |
Εξαιτίας των διαφόρων γλωσσικών στρωμάτων που ανά τους αιώνες συνδέθηκαν με το νησί της Κύπρου, μπορούμε σήμερα να εντοπίσουμε τις ακόλουθες χαρακτηριστικές λεξιλογικές ομάδες, πέρα από το λεξιλόγιο που είναι κοινό κτήμα με τις υπόλοιπες διαλέκτους και με την Κοινή:
Η 9η Ιουλίου του 1821 (Γράφτηκε στα χρόνια 1884-1895) |
---|
18 «Η Ρωμιοσύνη εν φυλή συνότζαιρη του κόσμου,
κανένας δεν εβρέθηκεν για να την ι-ξηλείψη, κανένας, γιατί σιέπει την που τα 'ψη ο Θεός μου. Η Ρωμιοσύνη εν να χαθή, όντες ο κόσμος λείψει! 19 Σφάξε μας ούλους τζι ας γενεί το γαίμαν μας αυλάτζιν, κάμε τον κόσμον ματζιελλειόν τζαι τους Ρωμιούς ταούλλια, αμμά ξέρε πως ύλαντρον όντες κοπεί καβάτζιν τριγύρου του πετάσσουνται τρακόσια παραπούλια. Το 'νιν αντάν να τρώ' την γην, τρώει την γην θαρκέται μα πάντα τζιείνον τρώεται τζαι τζιείνον καταλυέται. Είσαι πολλά πικράντερος, όμως αν θεν να σφάξης, σφάξε τους λας που πολεμούν αλλού αρματωμένοι. Εμάς με σιέρκα όφκαιρα γιατί να μας πειράξεις, πού 'μαστον δίχως άρματα, τζι είμαστον νεπαμέν
εγίνην η ανατολή κροκότσιηνη περίτου, άρτζιεψεν πκιον το Σάββατον να πικροξημερώννη τζι ακούστηκεν του ξύλενου σημάντρου η φωνή του. Εξέβην ο Τζιυπριανός με τζιείνον τον καμόν του, τζι επήεν εις την εκκλησ'ιάν τζαι βάλλει τον σταυρόν του τζι ήτουν όσον τζι εκάμασιν αρκήν της λειτουργίας, τζι εστάθηκεν περίλυπος τζαι σγιαν να δκιαλοίστην, τζι επήεν τζι εγονάτισεν ομπρός της Παναίας τζαι κάτι εψουψούρισεν τζι ευτύς εκλαμουρίστην.
πως ήρτεν ένας τοπκιανός καλόηρος που πέρα τζι έφερεν κάμποσα χαρκιά πο τζιει που πολεμούσιν τζι έδωκεν τα τζαι χάθηκεν, δεν έμεινεν με μέραν, τζαι τζιείνα ούλλα τα χαρκιά πως ήταν του πολέμου. Τα άλλα ούλλα που λαλείς εν τάκουσα ποττέ μου.» «Είντα μας περιπαίζεις, βρε, είμαστον μισταρκοί σου; Είπες το με το στόμαν σου μεσ' σ' τόσον παναύριν, πε το, γιατί σκοτώννω σε, κόβκω την τζιεφαλήν σου. Φέρτε μου τον τζιελλάττην δα, ναν δαχαμαί χαζίριν!»
για τζιείνους πων να κόψουσιν τζι αννοίξαν το δεφτέριν τζι είδασιν πόσοι εν π' αλλού τζιαι πόσοι που την Χώραν τζιαι πόσοι για συρτοθηλειάν τζιαι πόσοι για μασιαίριν. τζι είσιεν πεντ' έξι πούπασιν πως εν πολλοί τζι εν κρίμαν, τζι ο Μουσελλίμης είπεν τους: «Εν ούλλοι για το μνήμαν»! Ο ήλιος πκιον εστύλλωσεν, εγίνην μεσομέριν τζι ακούστην εις τον μιναρέν ο χότζ'ας να φωνάζη τζι επάψασιν την συντυσιάν τζι αφήκαν το δεφτέριν τζι εσηκωθήκαν ούλοι τους τζι επήαν στο ναμάζι. |
Πλαίσιο 1: Δίστιχα |
---|
Αντά σειστείς κ̌αι λυγιστείς κ̌αι σιγοπερπατήσεις, κ̌ινούρκο[nb 1] δ-δαχτυλίν φ-φορείς απά στο δαχτυλό σ-σου, Την αγαπώ χαρτολοούν[nb 2] κ̌αι μενά εν ρωτούσιν, κ̌αι να ’μουν κλήμαν κρεμ-μαστόν εις την κληματερή σ-σου, Τα παραπάνω δίστιχα σε φωνητική μεταγραφή στο ΔΦΑ[andasːiˈstis tʃɛ liːˈstis tʃɛ siɣɔpɛɾpaˈtisis ˈulu tu ˈkɔzmu tus kaˈmus ɛnːa mu tus pɔˈtisis tʃiˈnuɾkɔ ðːaxtiˈliði fːɔˈɾisːtɔ ˈʃɛɾisːu stim ˈbɛtɾa ˈɣɾafi ˈpanɔ na ˈʝinɔ ˈtɛɾisːu tin aɣaˈpɔ xaɾtɔlɔˈunːdʒɛˈmɛm baɾi.ɔˈɾusin ˈpalɛ ta ˈmːaðca mu ðiˈklun din aɣaˈpɔ na ˈðusin tʃɛ ˈnamuŋ gˈlimaŋ gɾɛmːasˈtɔn is tiŋ glimatɛˈɾisːu ˈna ɾcɛsuˈ nːa pːʰɛftɛsːtɔ ˈʃːɔz na ˈxɔɾtanːa tɔ ˈðisːu] |
Πλαίσιο 2: Παραμύθι, περ. Κυπριακαί Σπουδαί, τόμ. ΙΓ΄, Λευκωσία 1949, σ. 26-7 | |
---|---|
Κυπριακή διάλεκτος | Μεταγραφή στην Κοινή Νέα Ελληνική |
Η κοντονούρα η αλουπού, άμα κ̌ι’ αρκ̌έψασιν οι άλ-λες να την περιπαίζουν, εγίνην φ-φωδκιά ’που το θ-θυμόν της, αμ-μά εν είπε λ-λέξη. Γιάλι-άλι έφυεν κ̌αι πήε μ-μανιχ̌ή της αλ-λού. Ύστερις που λ-λίες ημέρες ευρεθήκασιν πάλε, αμ-μά, η κοντονούρα η αλουπού εχών-νετουν που λ-λόου τους να δει ίντα που λαλούσιν. Ακούει τες κ̌αι παραπονιούνται πως εν ιβρίσκουν τίποτες να φάσιν. |
Η αλεπού με την κομμένη ουρά, όταν άρχισαν οι άλλες να την κοροϊδεύουν, έγινε φωτιά από τον θυμό της, αλλά δεν είπε λέξη. Αργά-αργά (αγάλι-αγάλι) έφυγε και πήγε μοναχή της αλλού. Ύστερα από λίγες ημέρες βρέθηκαν πάλι, αλλά η αλεπού με την κομμένη ουρά κρυβόταν απ' αυτές, για να δει τι λένε. Τις ακούει να παραπονούνται ότι δεν βρίσκουν τίποτα να φάνε.
Μεταγραφή στο ΔΦΑ [i kɔndɔˈnuɾa i alɛˈpu ˈama tʃaɾˈtʃɛpsan i ˈalːɛz na tim bɛɾiˈpɛzun|ɛ.ˈini fːɔˈðca pu tɔ θːiˈmɔn dis|aˈmːan ipɛ ˈlːɛksi‖ ˈʝali ˈaliˈɛfi.en dʒɛ ˈpi.emːaniˈʃi tis aˈlːu‖ ˈistɛɾa pu ˈlːi.es iˈmɛɾɛs ɛvɾɛˈθikasim ˈbalɛ|amːa i kɔndɔˈnuɾa i alɛˈpu ɛˈxɔnːɛtum bu ˈlːɔu tuz na ˈðiˈːndam bu laˈlun‖ aˈku.i tɛs tʃɛ paɾapɔˈɳundɛ pɔs ˈɛn ivˈɾiskunˈdipɔtɛ na ˈfasin] |
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.