φωτο Μητροπολιτου Ιωαννινων From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Ιερά Μητρόπολις Ιωαννίνων είναι μια από τις Μητροπόλεις των λεγομένων «Νέων Χωρών[lower-greek 1]». Έδρα της είναι η πόλη των Ιωαννίνων.
Ιερά Μητρόπολις Ιωαννίνων | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Xώρα | Ελλάδα |
Έδρα | Πατριάρχου Ιωακείμ Γ΄ 10, Ιωάννινα |
Αρχιερατικές Περιφέρειες | 12 |
Ενορίες | 256 |
Μονές | 9 |
Μητροπολιτικός Ναός | Αγίου Αθανασίου |
Ιεραρχία | |
Μητροπολίτης | Μάξιμος |
Πρωτοσύγκελλος | Αρχιμανδρίτης Θωμάς Ανδρέου |
Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος | Αρχιμανδρίτης Εφραίμ Ντέτσικας |
Ιεροκήρυκες | 3 |
Εφημέριοι | 168 |
Διάκονοι | 3 |
Ιστοσελίδα | |
imioanninon.gr/ |
Από τον Ιούνιο του 2014, Μητροπολίτης της είναι ο Μάξιμος Παπαγιάννης.
Η ακριβής εποχή ίδρυσης των Ιωαννίνων είναι άγνωστη. Συνήθως ταυτίζεται με μια ανώνυμη νέα, «καλά οχυρωμένη» πόλη που καταγράφεται από τον ιστορικό Προκόπιο (De Aedificiis, IV.1.39-42) ότι κτίστηκε από τον βυζαντινό αυτοκράτορα Ιουστινιανό Α΄ (βασ. 527–565) για τους κατοίκους της αρχαίας Ευροίας[2] [3], αλλά λείπουν αρχαιολογικές αποδείξεις. Πράγματι, οι ανασκαφές στις αρχές του 21ου αιώνα έφεραν στο φως οχυρώσεις που χρονολογούνται από την ελληνιστική περίοδο (4ος-3ος αιώνας π.Χ.), η πορεία των οποίων ακολούθησε σε μεγάλο βαθμό το μεταγενέστερο κάστρο των Ιωαννίνων[4].
Το όνομα Ιωάννινα εμφανίζεται για πρώτη φορά το 879, στα πρακτικά της Τέταρτης Συνόδου της Κωνσταντινουπόλεως, οι οποίες αναφέρουν έναν Ζαχαρία, επίσκοπος Ιωαννίνων, βοηθό επίσκοπο του Μητροπολίτη Ναυπάκτου[3]. Μετά τη βυζαντινή κατάκτηση της Βουλγαρίας, το 1020 ο αυτοκράτορας Βασίλειος Β΄ (βασ. 976-1025) υπήγαγε την τοπική επισκοπή στην Αρχιεπισκοπή Αχρίδος[3]. Η συνθήκη διαχωρισμού των βυζαντινών εδαφών μετά την Τέταρτη Σταυροφορία υπόσχεται να δώσει τα Ιωάννινα στους Ενετούς, αλλά τελικά συμπεριλήφθηκαν στο νέο Δεσποτάτο της Ηπείρου που ιδρύθηκε από τον Μιχαήλ Α΄ Κομνηνό Δούκα[5].
Μετά τη δολοφονία του τελευταίου τοπικού ηγεμόνα, Θωμά Α΄ Κομνηνού Δούκα από τον ανιψιό του, Νικόλαο Ορσίνι, το 1318, η πόλη αρνήθηκε να δεχτεί τον τελευταίο και στράφηκε στους Βυζαντινούς για βοήθεια. Με την ευκαιρία αυτή, ο αυτοκράτορας Ανδρόνικος Β΄ Παλαιολόγος (βασ. 1282–1328) αναβίβασε την πόλη σε Μητροπολιτική επισκοπή, και το 1319 εξέδωσε χρυσόβουλο με το οποίο παραχωρούνταν ευρεία αυτονομία και διάφορα προνόμια και εξαιρέσεις στους κατοίκους της[5] [6]. Η νέα Μητρόπολη[7] τοποθετήθηκε στην 53η θέση μεταξύ των Μητροπόλεων του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, αλλά ανήλθε στην 42η θέση υπό τον Ανδρόνικο Γ΄ Παλαιολόγο (βασ. 1328–1341) και μετά στην 33η θέση περί το 1470[8]. Δεν είναι γνωστές οι επισκοπές της νέας μητρόπολης τον 14ο αιώνα, αλλά είναι πιθανό να είναι οι ίδιες που μαρτυρούνται το 1470: οι επισκοπές Βελλάς, Δρυϊνουπόλεως, Βουθρωτού / Γλυκέως και Χειμάρρας [9].
Υπό τη βασιλεία του Θωμά Β΄ Πρελούμπου (1367–1384), οι πολίτες και η τοπική Εκκλησία υπέφεραν πολύ: ο Θωμάς κατέσχεσε περιουσίες υπέρ των Σέρβων οπαδών του, και εξόρισε τον Μητροπολίτη Σεβαστιανό. Ωστόσο, κατάφερε να αποκρούσει τις διαδοχικές προσπάθειες των Αλβανών αρχηγών Peter Losha και Ιωάννη Μπούα να καταλάβουν την πόλη, ιδίως τη μεγάλη αιφνιδιαστική επίθεση του 1379, την αποτυχία της οποίας οι Ιωαννίτες απέδωσαν σε παρέμβαση του προστάτη τους, του Αγίου Μιχαήλ[9] [6]. Μετά τη δολοφονία του Θωμά τον Δεκέμβριο του 1384, οι πολίτες των Ιωαννίνων προσέφεραν την πόλη τους στον Ησαύ Μπουοντελμόντι. Ο Ησαύ φρόντισε να ανακαλέσει εκείνους που εξορίστηκαν από τον Θωμά, συμπεριλαμβανομένου του Μητροπολίτη Γαβριήλ, και να αποκαταστήσει τις περιουσίες που κατασχέθηκαν. Ο Ησαύ εξασφάλισε μια περίοδο ειρήνης για την πόλη, η οποία διήρκεσε μέχρι το θάνατό του το 1411. Οι Ιωαννίτες στη συνέχεια προσκάλεσαν τον Κάρολο Τόκκο, κόμη της Κεφαλονιάς και της Ζακύνθου, ως νέο κυβερνήτη τους. Μετά τον θάνατό του, τον Οκτώβριο του 1430, τα Ιωάννινα παραδόθηκαν στον οθωμανικό στρατό[10] [9].
Με επικεφαλής τον Μητροπολίτη, οι προύχοντες της πόλης εξασφάλισαν έναν χάρτη, τον «ὁρισμὸ τοῦ Σινᾶν πασᾶ», ο οποίος σκιαγραφούσε τα προνόμια της πόλης: οι καμπάνες των ναών θα συνέχιζαν να χτυπούν, δεν θα ανεγείρονταν τζαμιά, και η εξουσία του Μητροπολίτη και η περιουσία της Εκκλησίας έπρεπε να γίνουν σεβαστά[10]. Αυτή η προνομιακή κατάσταση διατηρήθηκε μέχρι το 1611, οπότε η πόλη κατακλύστηκε από την εξέγερση των αγροτών με επικεφαλής τον Διονύσιο τον Φιλόσοφο, Μητροπολίτη Λάρισας. Στη συνέχεια, οι Χριστιανοί εκδιώχθηκαν από το Κάστρο των Ιωαννίνων, και μουσουλμανικές και εβραϊκές οικογένειες εγκαταστάθηκαν στη θέση τους. Η κατοικία του Μητροπολίτη μεταφέρθηκε από το Κάστρο στην Εκκλησία του Αγίου Αθανασίου, όπου παραμένει μέχρι σήμερα (η εκκλησία ξαναχτίστηκε το 1832 αφού καταστράφηκε από φωτιά το 1820). Ο αρχικός καθεδρικός ναός της πόλης, που βρισκόταν στο νοτιοανατολικό τμήμα του Κάστρου, σώθηκε τουλάχιστον μέχρι το 1430, αλλά καταγράφεται ότι καταστράφηκε το 1596/97. Κολώνες του επαναχρησιμοποιήθηκαν στο Φετιχιέ τζαμί που χτίστηκε από τον Αλή Πασά το 1795.
Στα τέλη του 16ου αιώνα ιδρύθηκε ξεχωριστή επισκοπή για την περιοχή του Ζαγορίου, αλλά αποκαταστάθηκε αμέσως μετά. Η έδρα της ήταν πιθανώς η Μονή Ρογκοβού[10]. Το 1659, ο Σουλτάνος Αχμέτ Γ΄ ίδρυσε την Εξαρχία του Μετσόβου ως ειδικό προνόμιο για τα χωριά της περιοχής του Μετσόβου. Η Εξαρχία βρισκόταν υπό την άμεση δικαιοδοσία του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως και διήρκεσε μέχρι το 1795. Μετά τη Μικρασιατική εκστρατεία και την ελληνοτουρκική ανταλλαγή πληθυσμών, το 1924 ιδρύθηκε ξεχωριστή Μητρόπολη Μετσόβου για την προσωρινή αποκατάσταση επισκόπων που εκδιώχθηκαν από τη Μικρά Ασία. Ο πρώτος και μοναδικός μητροπολίτης της ήταν ο πρώην Μητροπολίτης Γάνου και Χώρας, Τιμόθεος (1924-1928).
Εκτός από τον Επίσκοπο Ζαχαρία το 879, κανένας επίσκοπος δεν είναι γνωστός με το όνομά του πριν την αναβάθμιση της επισκοπής σε Μητρόπολη[10]. Από τον 14ο αιώνα, ο επισκοπικός κατάλογος έχει ως εξής[11]:
Όνομα | Έτη | Σημειώσεις |
---|---|---|
Σεβαστιανός | 1365 – 1381 | κατόπιν Κυζίκου[12] |
Ματθαίος | 1382 – 1385 | |
Γαβριήλ | 1386 – 1408 | |
Ιωσήφ | ~ 1408 | |
Πρόκλος | ; | |
Νεόφυτος | 1480 – 1487 | |
Νήφων | ~ 1500 | |
Νείλος | ~ 1513 | |
Θεόληπτος | ~ 1513 | μετέπειτα Οικουμενικός Πατριάρχης (1513–1522) |
Γρηγόριος | ~ 1513 | |
Σωφρόνιος | ~ 1520 | |
Νήφων | 1526 – 1545 | |
Μακάριος | 1545 – 1549 | |
Ιωάσαφ | 1549 – 1571 | α΄ θητεία |
Δανιήλ | 1571 – 1580 | |
Ιωάσαφ Β΄ | 1580 – 1585 | β΄ θητεία |
Ματθαίος | πριν τις 27 Φεβρουαρίου 1585[13] – 1595 | μετέπειτα Οικουμενικός Πατριάρχης (1596, 1598–1602, 1603) |
Νεόφυτος | 1597 | α΄ θητεία |
Μανασσής | 1605 – 1613 | |
Ματθαίος | ~ 1614 | |
Νεόφυτος | 1616 – 1620 | β΄ θητεία |
Θεόκλητος | 1621 – 1632 | |
Ιωαννίκιος | 1632 | από Ξάνθης |
Παρθένιος | 30 Ιουνίου 1632[14] – 1639 | από Ναυπάκτου, κατόπιν Αδριανουπόλεως, μετέπειτα Οικουμενικός Πατριάρχης (1639–1644) |
Θεοφάνης | ~ Μάιος 1639[15] | |
Καλλίνικος | 1639 – 1640 | α΄ θητεία, καθαιρέθηκε[16] |
Ιωάσαφ | 1640 – Σεπτέμβριος 1644 | από Ευρίπου, καθαιρέθηκε[16] |
Καλλίνικος | Σεπτέμβριος 1644 – Ιανουάριος 1666 | β΄ θητεία, καθαιρέθηκε[17] |
Κύριλλος | 1666 – 1689 | α΄ θητεία |
Καλλίνικος | 1669 – 1670 | γ΄ θητεία |
Κύριλλος | 1670 – 1676 | β΄ θητεία |
Ιάκωβος | 1676 – 1680 | |
Κλήμης ο Χίος | 1680 – 1715 | |
Ιερόθεος (Ράπτης) | 1716 – 1735 | |
Γρηγόριος ο Βυζάντιος | 1736 – 1767 | α΄ θητεία |
Γαβριήλ | 1767 – 1771 | εκ Σμύρνης, μετέπειτα Οικουμενικός Πατριάρχης (1780–1785) |
Γρηγόριος ο Βυζάντιος | 1771 – 1776 | β΄ θητεία |
Ιερόθεος | ~ 1776 | |
Παΐσιος | 1776 – 1780 | |
Κύριλλος | περί το 1782[18] | |
Μακάριος | δεκαετία 1780 – 16 Ιουνίου 1799 | κατόπιν Πατρών |
Ιερόθεος (Τρέμουλας ή Γάιος) | 1799 – 1810 | από τη Νάξο, ανηψιός του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτη, από Ευρίπου |
Γαβριήλ (Γκάγκας) | Οκτώβριος 1810 – Αύγουστος 1826 † | από Λαρίσης |
Βενέδικτος (Ατονίδης ή Βυζάντιος) | Αύγουστος 1826 – 12 Αυγούστου 1830 † | από Νύσσης |
Ιωακείμ (Μελενικής ή Μελενίκιος) | Σεπτέμβριος 1830 – Ιούλιος 1835 | από Σόφιας, επαύθη |
Ιωακείμ (Κοκκώδης) | Ιούλιος 1835 – 21 Αυγούστου 1838 | από Δρυϊνουπόλεως, α΄ θητεία, επαύθη |
Ιωαννίκιος (Μεταξάς Λαζαρόπουλος, ο Κρης) | 21 Αυγούστου 1838 –Αύγουστος 1840 | επαύθη |
Ιωακείμ (Κοκκώδης) | 7 Αυγούστου 1840 – Απρίλιος 1845 | β΄ θητεία, κατόπιν Κυζίκου, μετέπειτα Οικουμενικός Πατριάρχης (1860–1863, 1873–1878) |
Ιωαννίκιος | 1845 – 17 Νοεμβρίου 1854 | επαύθη[19] |
Παρθένιος | 17 Νοεμβρίου 1854[19] – 26 Μαΐου 1869 | κατόπιν Πελαγονίας |
Σωφρόνιος (Χρηστίδης) | 26 Μαΐου 1869 – 25 Σεπτεμβρίου 1889 | α΄ θητεία, κατόπιν Θεσσαλονίκης |
Γρηγόριος (Καλλίδης) | 28 Σεπτεμβρίου 1889 – 22 Μαΐου 1902 | από Θεσσαλονίκης, κατόπιν Ηρακλείας, άγιος |
Σωφρόνιος (Χρηστίδης) | 22 Μαΐου 1902 – 1 Ιουνίου 1906 | β΄ θητεία, παραιτήθηκε |
Γεράσιμος (Τανταλίδης) | 1 Ιουνίου 1906 – 13 Μαρτίου 1910 | από Πισιδίας, κατόπιν Ρόδου |
Γερβάσιος (Ωρολογάς) | 16 Μαρτίου 1910 – 31 Μαΐου 1916 † | από Καισαρείας |
Σπυρίδων (Βλάχος) | 1 Οκτωβρίου 1916 – 27 Οκτωβρίου 1922 | από Βελλάς και Κονίτσης, α΄ θητεία, κατόπιν Αμασείας |
Γερμανός (Καραβαγγέλης) | 27 Οκτωβρίου 1922 – 15 Απριλίου 1924 | από Αμασείας, κατόπιν Ουγγαρίας |
Σπυρίδων (Βλάχος) | 15 Απριλίου 1924 – 4 Ιουνίου 1949 | β΄ θητεία, μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος (1949–1956) |
Δημήτριος (Ευθυμίου) | 17/18 Απριλίου 1956 – 1 Ιανουαρίου 1958 † | από Δρυϊνουπόλεως |
Σεραφείμ (Τίκας) | 11 Μαρτίου 1958 – 12 Ιανουαρίου 1974 | από Άρτης, μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος (1974–1998) |
Θεόκλητος (Σετάκης) | 26 Οκτωβρίου 1975 – 13 Απριλίου 2014 † | |
Μάξιμος (Παπαγιάννης) | 28 Ιουνίου 2014 – σήμερα | |
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.