Γερμανός Στρατάρχης της Luftwaffe From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Δρ. Μηχ. Βόλφραμ Καρλ Λούντβιχ Μόριτς Χέρμαν Φράιχερ φον Ρίχτχοφεν (Wolfram Karl Ludwig Moritz Hermann Freiherr[1] von Richthofen[2], Μπάρτσντορφ, επαρχία Στριγκάου, Σιλεσία, 10 Οκτωβρίου 1895 - Μπαντ Ισλ, Αυστρία, 12 Ιουλίου 1945) ήταν, σε ηλικία 47 ετών, ο νεώτερος[3] Γερμανός Αἰθεράρχης της Γερμανικής Πολεμικής Αεροπορίας (Luftwaffe) (ένας από τους έξι μόνο του κλάδου) κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ήταν επίσης τέταρτος ξάδερφος του μεγάλου Γερμανού ιπτάμενου άσου Μάνφρεντ φον Ρίχτχοφεν.
Βόλφραμ Καρλ Λούντβιχ Μόριτς Χέρμαν Φράιχερ φον Ρίχτχοφεν | |
---|---|
Γέννηση | 10 Οκτωβρίου 1895 Μπάρτσντορφ, Σιλεσία |
Θάνατος | 12 Ιουλίου 1945 (ετών 49) Μπαντ Ισλ, Αυστρία |
Χώρα | Γερμανικό Ράιχ (ως το 1918) Δημοκρατία της Βαϊμάρης (1923-1933) Ναζιστική Γερμανία (ως το 1945) |
Κλάδος | Ράιχσχερ (1913-1917) Luftstreitkräfte (1917-1918) Ράιχσβερ (1918-1920, 1923-1933) Luftwaffe (1933-1945) |
Εν ενεργεία | 1913-1920, 1923-1945 |
Βαθμός | Αἰθεράρχης (Generalfeldmarschall) |
Διοικήσεις | Λεγεώνα Κόνδορ, VIII Αεροπορικό Σώμα, 4ος Αεροπορικός Στόλος, 2ος Αεροπορικός Στόλος |
Μάχες/πόλεμοι | Α' Παγκόσμιος Πόλεμος |
Τιμές | Σταυρός των Ιπποτών του Σιδηρού Σταυρού με Φύλλα Δρυός |
Συγγενείς | Μάνφρεντ φον Ρίχτχοφεν (4ος ξάδερφος) |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Ο Βόλφραμ φον Ρίχτχοφεν γεννήθηκε στο χωριό Μπάρτσντορφ (γερμ. Barzdorf) της Σιλεσίας στις 10 Οκτωβρίου του 1895 και ήταν γόνος εύπορης, αριστοκρατικής οικογένειας της Πρωσίας. Ο πατέρας του, Βόλφραμ (1856-1922) ήταν ίλαρχος, βασιλικός θεράπων (γερμ. Kammerherr) και μέλος του πρωσικού Κοινοβουλίου (γερμ. Preußisches Herrenhaus), ενώ ο παππούς του Ούλριχ (1814-1878) διετέλεσε περιφερειακός δικαστής. Η οικογένεια της μητέρας του Τερέζε (1862–1948) είχε εξίσου επιφανή μέλη. Ο πατέρας της, Μπέρναρντ Γκετς φον Όλενχουζεν (Bernhard Götz v. Olenhusen, 1806-1868) από το Αννόβερο ήταν δασάρχης, ο παππούς της Καρλ έπαρχος και ο προπάππους της Καρλ φον Γκρόλμαν (Karl v. Grolman, 1777-1843) Στρατηγός του Πεζικού.[2]
Ο Ρίχτχοφεν εισήλθε στον Αυτοκρατορικό πρωσικό Στρατό της Γερμανικής Αυτοκρατορίας την άνοιξη του 1913, σε ηλικία 18 ετών, ως Ανθυπασπιστής. Ήταν απόφοιτος της Πολεμικής Ακαδημίας του Κάσελ[4] και κατατάχτηκε σε μία μονάδα ιππικού (1ο σιλεσιανό Σύνταγμα Ουσάρων «φον Σιλλ» Νο. 4 - 1. Schlesisches Husaren-Regiment "von Schill" Nr. 4), φτάνοντας το βαθμό του ανθυπολοχαγού στις 19 Ιουνίου 1914.[5] Πολέμησε με το βαθμό αυτό και στα δύο μέτωπα του πολέμου ως το 1917, οπότε και με πρόταση του ξαδέρφου του, του ιπταμένου άσσου Μάνφρεντ φον Ρίχτχοφεν (γνωστού και με το προσωνύμιο "Der rote Baron", «ο κόκκινος Βαρώνος», προσωνύμιο που οφείλεται στο χρώμα του αεροσκάφους του) μετέβη για εκπαίδευση σε σχολή για πιλότους καταδιωκτικών στο Χάλλε αν ντερ Ζάαλε, με την ολοκλήρωση της οποίας μετατέθηκε στη μοίρα του εξαδέλφου του, τη Μοίρα Καταδίωξης 1 (Jagdgeschwader 1, ευρύτερα γνωστής με την προσωνυμία «Το Ιπτάμενο Τσίρκο του Ρίχτχοφεν»), στο 11ο Σώμα Καταδιωκτικών (Jasta 11).[5][4][6] Ως το τέλος του πολέμου, το Νοέμβριο του 1918, ο Βόλφραμ φον Ρίχτχοφεν είχε σημειώσει 8 καταρρίψεις, όλες στο Δυτικό Μέτωπο, πριν επιστρέψει στην παλιά του μονάδα.[5]
Ο Ρίχτχοφεν παρέμεινε στο δραματικά μειωμένο, σύμφωνα με τους όρους της Συνθήκης των Βερσαλλιών στρατό της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης (Reichswehr) για δύο χρόνια μετά τη λήξη του πολέμου - ως το 1920, οπότε και αποστρατεύθηκε με το βαθμό του Υπολοχαγού.[5][4] Στις 18 Σεπτεμβρίου παντρεύτηκε την Γιούτα φον Ζέλχοβ (Jutta von Selchow, 1896-1991), κόρη του Αντιστρατήγου Ούντο φον Ζέλχοβ στο Μπρεσλάου, με την οποία απέκτησε τρία παιδιά, τον Βόλφραμ (1922-1944), τον Γκετς (γενν.1925) και την Έλεν (γενν. 1928).[2] Κατόπιν σπούδασε Μηχανολογία στο Αννόβερο ως το 1923, αλλά εγκατέλειψε τις σπουδές του και επέστρεψε στο Στρατό, με τον υποβιβασμένο όμως βαθμό του ανθυπολοχαγού, στη 2η Μοίρα του 11ου Πρωσικού Συντάγματος Ιππικού στην Άνω Σιλεσία. Το καλοκαίρι του 1925, ως μέλος της Διοίκησης του Βερολίνου, ανέκτησε το βαθμό του υπολοχαγού.[5] Υπηρέτησε σε διάφορες διοικητικές και επιτελικές θέσεις και το 1928 προήχθη σε Λοχαγό ενώ υπηρετούσε στο Υπουργείο Στρατιωτικών.[5] Το 1932 διετέλεσε ανεπίσημος στρατιωτικός ακόλουθος της Αεροπορίας, κατά παράβαση της Συνθήκης των Βερσαλλιών.[4] Έλαβε επίσης θέσεις στο επιτελείο διαφόρων τμημάτων του 5ου Συντάγματος Πυροβολικού.
Κατά το 1929[4][7]απέκτησε επίσης τον τίτλο του Δρος Μηχανολογίας, αν και δεν είχε το δικαίωμα να θεωρεί τον εαυτό του Δόκτορα ως το 1939. Την ίδια χρονιά διορίστηκε διοικητής του 6ου (πρωσικού) Αποσπάσματος Μεταφορών, ενώ διετέλεσε και για μία σύντομη περίοδο, στις αρχές του 1933, καθηγητής σε Σχολή Αξιωματικών του εν λόγω κλάδου.[5]
Μετά την άνοδο των ναζί στην εξουσία, δόθηκε το έναυσμα για τον παράνομο επανεξοπλισμό της Γερμανίας. Εκτός από την επέκταση του τακτικού στρατού (που μετονομάστηκε από "Ράιχσβερ" σε Βέρμαχτ), ξεκίνησε και η ανάπτυξη των κλάδων του ναυτικού (Kriegsmarine), του Πυροβολικού και της Αεροπορίας (Luftwaffe). Λόγω της υπηρεσίας του στη Μοίρα Καταδίωξης 1 το 1918 μετατέθηκε στο Υπουργείο Αεροπορίας (Reichsluftfahrtministerium) της Luftwaffe το φθινόπωρο του 1933. Καθώς ο αριθμός των έμπειρων πιλότων ήταν περιορισμένος, λόγω του ότι τέτοιες δοκιμές απαγορεύονταν κατά το Μεσοπόλεμο στην ηττημένη, του Α΄ Π. Π. Γερμανία, ο Ρίχτχοφεν έγινε επικεφαλής του Τμήματος Δοκιμών και αφιερώθηκε στην ανάπτυξη της νέας Αεροπορίας.[5]
Την 1η Ιουνίου 1934 προήχθη σε Επισμηναγό (Major) του Στρατού, αλλά ο βαθμός έγινε αποδεκτός από τη Luftwaffe ένα περίπου χρόνο αργότερα, την 1η Μαρτίου 1935. Στις 20 Απριλίου 1936 προήχθη σε Αντισμήναρχο και ανέλαβε Αρχηγός Επιτελείου της Λεγεώνας Κόνδορ στην Ισπανία. Η εν λόγω Λεγεώνα είχε σταλεί ως βοήθεια στους εθνικιστές του Φρανθίσκο Φράνκο που μάχονταν εναντίον των Δημοκρατικών στον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο. Εν γένει, το θέατρο επιχειρήσεων του Πολέμου απετέλεσε πεδίο δοκιμών νέων τακτικών - μεταξύ άλλων και της Αεροπορίας. Στα πλαίσια των επιχειρήσεών της στην Ισπανία, η Λεγεώνα «Κόνδωρ» βομβάρδισε τη μικρή βασκική πόλη Γκερνίκα (26 Απριλίου 1937), έγκλημα για το οποίο ένας εκ των κυρίων υπευθύνων ήταν ο Βόλφραμ φον Ρίχτχοφεν.[6] Ακολούθησαν σε σύντομο χρονικό διάστημα η προαγωγή του σε Σμήναρχο για τις επιδόσεις του κατά την εκστρατεία (23 Ιανουαρίου 1938). Τις διακρίσεις του συμπλήρωσε οι απονομές του Χρυσού Ισπανικού Σταυρού με Διαμάντια και το Ισπανικό Χρυσό Στρατιωτικό Μετάλλιο. Την 1η Απριλίου ανέλαβε για μισό χρόνο τη θέση του Διοικητή της Πτέρυγας Μάχης 257 "Löwengeschwader" («Πτέρυγα των Λιονταριών»). Την 1η Νοεμβρίου έλαβε το βαθμό του Υποπτεράρχου (Generalmajor) και, ως το Μάιο του 1939, αποτέλεσε τον τελευταίο διοικητή της Λεγεώνας «Κόνδωρ».[5]
Κατά την Πολωνική Εκστρατεία, η οποία σηματοδότησε την έναρξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου στην Ευρώπη, Ο Ρίχτχοφεν ανέλαβε τη διοίκηση του VIII Αεροπορικού Σώματος.[5][4] Κατά τη Μάχη της Γαλλίας το 1940, τα Στούκας του VIII Αεροπορικού Σώματος συνέβαλαν σε σημαντικό βαθμό στη σαρωτική προέλαση των Γερμανών και στον Ρίχτχοφεν απονεμήθηκε ο Σταυρός των Ιπποτών του Σιδηρού Σταυρού, τη δεύτερη υψηλότερη στρατιωτική διάκριση της Ναζιστικής Γερμανίας, στις 10 Μαΐου 1940, την πρώτη μέρα της εκστρατείας. Εκτός αυτού, προήχθη - κατά υπερπήδηση του βαθμού του Αντιπτεράρχου - σε Πτέραρχο των Αεροπόρων (General der Flieger) (19 Ιουλίου), ενώ κέρδισε και μία Εύφημο Μνεία στην Ημερήσια Διαταγή της Βέρμαχτ μία μέρα αργότερα.[5]
Το VIII Αεροπορικό Σώμα, υπό την ηγεσία του Ρίχτχοφεν, συμμετείχε στην αποτυχημένη προσπάθεια της Luftwaffe να εδραιώσει την απόλυτη κυριαρχία της στον αέρα της Μεγάλης Βρετανίας εναντίον της RAF (Μάχη της Αγγλίας), προετοιμάζοντας την απόβαση στο νησί (Επιχείρηση Θαλάσσιος Λέων).[5] Ωστόσο, η Luftwaffe απέτυχε, χάνοντας αρκετά από τα Στούκας που διέθετε, και η απόβαση δεν έγινε ποτέ. Ο Χίτλερ, άλλωστε, πίστευε ότι όταν κερδιζόταν ο πόλεμος που σχεδίαζε εναντίον της σύμμαχου Σοβιετικής Ένωσης, οι Βρετανοί δεν θα είχαν άλλη επιλογή από το να συνθηκολογήσουν ούτως ή άλλως, οπότε η εισβολή θα περίττευε. Τα γεγονότα τελικά θα τον διέψευδαν.
Στα πλαίσια της επικείμενης εισβολής, οι Γερμανοί εισέβαλαν στα Βαλκάνια με αφορμή ένα πραξικόπημα που ανέτρεψε τη φιλοναζιστική κυβέρνηση του Βελιγραδίου, για να εξασφαλίσουν το νότιο πλευρό της προέλασης και το κυριότερο, να στερήσουν από τους Άγγλους, με την κατάληψη της Ελλάδας, αεροπορικές βάσεις απ' τι οποίες θα μπορούσαν να πλήξουν τις πετρελαιοπηγές του Πλοέστι, ζωτικότατης σημασίας για τη γερμανική πολεμική προσπάθεια. Μέχρι το τέλος του Απριλίου, τόσο η Γιουγκοσλαβία όσο και η Ελλάδα είχαν καταληφθεί. Το VIII Αεροπορικό Σώμα συμμετείχε σε όλο το εύρος των επιδρομών, συμπεριλαμβανομένου του Βομβαρδισμού του Βελιγραδίου[6] το 1941, που στοίχισε τη ζωή σε 2.274 αμάχους, και της Μάχης της Κρήτης.[5]
Την 21η Ιουνίου 1941 η Γερμανία έθεσε σε εφαρμογή την Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα και εισέβαλε στη Σοβιετική Ένωση, κατά παράβαση του Συμφώνου μη Επίθεσης (Σύμφωνο Ρίμπεντροπ-Μολότοφ). Ο Κόκκινος Στρατός δεν μπόρεσε να αποτρέψει τη διείσδυση των Γερμανών, οι οποίο έφτασαν στα περίχωρα της Μόσχας τον χειμώνα του 1941. Για τις επιδόσεις του στην εκστρατεία, ο Ρίχτχοφεν τιμήθηκε με τα Φύλλα Δρυός στο Σταυρό των Ιπποτών στις 17 Ιουλίου 1941. Κατά το μεγαλύτερο μέρος του θέρους του 1942, το Σώμα του Ρίχτχοφεν υποστήριζε τις επιχειρήσεις στη Χερσόνησο της Κριμαίας στη νότια Ουκρανία. Στις 4 Ιουλίου ανέλαβε τη διοίκηση του 4ου Αεροπορικού Στόλου (Luftflotte 4), αντικαθιστώντας τον πρώην προϊστάμενό του, τον πενηνταεπτάχρονο Πτέραρχο Αλεξάντερ Λερ (Alexander Löhr, 1885-1947).[5][4]
Το φθινόπωρο του 1942, η Βέρμαχτ είχε πλέον φτάσει στην δυτική όχθη του Βόλγα ποταμού, όπου ο Χίτλερ πίστευε πως θα έδινε το αποφασιστικό πλήγμα στον Κόκκινο Στρατό. Την κατάληψη της πόλης του Στάλινγκραντ ανέλαβε να περατώσει η 6η Στρατιά, ο ισχυρότερος σχηματισμός της Ομάδας Στρατιών «Νότος». Την προπαρασκευή έκανε το VIII Αεροπορικό Σώμα του Ρίχτχοφεν με σφοδρούς βομβαρδισμούς στην πόλη, καταστρέφοντας μεγάλο μέρος της και σκοτώνοντας 40.000 περίπου αμάχους σε μία εβδομάδα, αρχής γενομένης στις 23 Αυγούστου.[8] Ο κύριος όγκος της, ωστόσο, ενεπλάκη σε μάχες εκ του σύνεγγυς στην πόλη, με συνέπεια ο ρυθμός προέλασης να μειωθεί δραματικά και οι απώλειες σε ανθρώπινο δυναμικό και υλικό να αυξάνονται. Ο Ρίχτχοφεν αντιμετώπιζε με σκεπτικισμό τις ανησυχίες του Στρατηγού Φρίντριχ Φον Πάουλους, διοικητή της 6ης Στρατιάς, για το ότι το αριστερό του πλευρό ήταν ευάλωτο σε εχθρικές επιθέσεις, καθώς αποτελούνταν κυρίως από αναξιόπιστα Ρουμάνικα και Ιταλικά στρατεύματα.[9]
Ο Πάουλους, όμως, είχε δίκιο. Αυτό αποδείχτηκε όταν στις 19 Νοεμβρίου οι Σοβιετικοί εξαπέλυσαν την Επιχείρηση «Ουρανός», συντρίβοντας το αριστερό (βόρειο) πλευρό του Πάουλους με μία άριστα σχεδιασμένη επίθεση, περικυκλώνοντας 290.000 στρατιώτες σε αυτό που έγινε γνωστό ως «Θύλακας (Kessel) του Στάλινγκραντ». Αντί όμως να διατάξει επίθεση για διάσπαση του κλοιού εκ των έσω και εκ του εξωτερικού πριν να ήταν αργά, ο Χίτλερ απαγόρευσε οποιαδήποτε τέτοια επίθεση. Αντί αυτού, διέταξε τον από αέρος εφοδιασμό της περικυκλωμένης Στρατιάς μέχρι τον απεγκλωβισμό της, άποψη της οποίας θερμός υποστηρικτής ήταν ο Χέρμαν Γκαίρινγκ, ανώτατος αρχηγός της Αεροπορίας. Η "αερογέφυρα" είχε δοκιμαστεί με επιτυχία στο Θύλακα του Ντεμιάνσκ - αλλά τότε, οι Γερμανοί απολάμβαναν μεγάλης υπεροχής στους αιθέρες και οι καιρικές συνθήκες ήταν ευνοϊκές. Όπως ήταν αναμενόμενο, ο Ρίχτχοφεν δεν ενθουσιάστηκε ιδιαίτερα, και παρά τις υπεράνθρωπες προσπάθειες της Αεροπορίας, το φιλόδοξο αυτό σχέδιο απέτυχε. Η Luftwaffe έχασε περίπου 500 αεροσκάφη από τις 24 Νοεμβρίου 1942 ως την 31η Ιανουαρίου 1943, το ισοδύναμο ενός ολόκληρου αεροπορικού Σώματος, χωρίς ιδιαίτερο αντίκρισμα, και το χειρότερο, η επιχείρηση απεγκλωβισμού, με το κωδικό όνομα «Χειμερινή Θύελλα» (12-23 Δεκεμβρίου) απέτυχε. Ο ίδιος ο Ρίχτχοφεν εμπιστεύθηκε στον αρχηγό του επιτελείου της Luftwaffe, Χανς Γεσόνεκ πως η εμπιστοσύνη του στην ηγεσία είχε καταρρεύσει κάτω από το μηδέν.[10] Όταν πληροφορήθηκε πως ο υπέρβαρος Γκαίρινγκ σχολίασε στις 19 Δεκεμβρίου πως η κατάσταση στο θύλακα «δεν ήταν και τόσο άσχημη», ενώ χιλιάδες στρατιώτες λιμοκτονούσαν υπό το πολικό ψύχος, έγραψε με πικρία στο ημερολόγιό του:
Εκτός από το γεγονός ότι θα έκανε πολύ καλό στη σιλουέτα του να περνούσε λίγο καιρό στον θύλακα, το μόνο που μπορώ να υποθέσω είναι ότι οι αναφορές μου είτε δε διαβάζονται είτε είτε υπάρχουν αμφιβολίες για την αξιοπιστία τους.[10]
Μοιραία, οι 91.000 επιζώντες της 6ης Στρατιάς παραδόθηκαν στους Σοβιετικούς στις 2 Φεβρουαρίου 1943. Στη Γερμανία θα επέστρεφαν μόλις 5.000, δώδεκα χρόνια αργότερα.[11]
Στις 16 Φεβρουαρίου 1943 ο Ρίχτχοφεν προήχθη σε Αιθεράρχη,[5] αποτελώντας έναν από τους έξι μόνο αξιωματικούς της Luftwaffe που έφτασαν το βαθμό αυτό (οι υπόλοιποι ήταν ο Χέρμαν Γκαίρινγκ, ο Έρχαρντ Μιλχ, ο Άλμπερτ Κέσσελρινγκ, ο Χούγκο Σπέρρλε και ο Ρόμπερτ Ρίττερ φον Γκράιμ). Στις 12 Ιουνίου ανέλαβε καθήκοντα διοικητή του 2ου Αεροπορικού Στόλου στην Ιταλία, της οποίας το καθεστώς κατέρρεε λόγω της εκεί απόβασης των Δυτικών Συμμάχων. Το Σεπτέμβριο του 1943 διορίστηκε Ανώτατος Διοικητής του 2ου Αεροπορικού Στόλου. Ένα περίπου χρόνο αργότερα, το χειμώνα του 1944,[4] διαγνώστηκε με καρκίνο του εγκεφάλου και αναγκάστηκε αρχικά να πάρει άδεια ενός μήνα (27 Οκτωβρίου ως 27 Νοεμβρίου 1944), μετά την παρέλευση της οποίας τέθηκε στην εφεδρεία χωρίς να αναλάβει πάλι ενεργό δράση.[7][5] Έζησε ωστόσο για να δει την καταστροφή και την άνευ όρων παράδοση της χώρας του στις 8 Μαΐου 1945, μετά την οποία περιήλθε σε αμερικανική αιχμαλωσία. Η κατάστασή του επιδεινώθηκε και κρίθηκε απαραίτητη εγχείρηση στον εγκέφαλό του,[4] από την οποία ο Βόλφραμ φον Ρίχτχοφεν πέθανε λόγω εγκεφαλικού επεισοδίου σε νοσοκομείο της Luftwaffe στη λουτρόπολη Μπαντ Ισλ της Αυστρίας στις 12 Ιουλίου 1945, σε ηλικία 49 ετών.[5][4]
Ο μεγαλύτερος γιος του, Βόλφραμ, ακολούθησε και αυτός την σταδιοδρομία του πατέρα του και κατετάγη στην Πολεμική Αεροπορία. Κηρύχθηκε αγνοούμενος κατά τα τέλη Αυγούστου 1944 στο Ιάσιο της Ρουμανίας. Ο Γκετς ασχολήθηκε με το εμπόριο, ενώ η Έλεν νυμφεύθηκε τον Βίκτορ Φρίτσε (Victor Fritsche, 1912–2002), κρατικό αξιωματούχο στο Μόναχο.[2]
Σύνοψη βαθμών[7] | ||
---|---|---|
Γερμανικός Βαθμός | Ελληνικό αντίστοιχο | Ημερομηνία |
Fähnrich | Ανθυπασπιστής | 22 Μαρτίου 1913 |
Leutnant | Ανθυπολοχαγός | 19 Ιουνίου 1914 |
Charakter als Oberleutnant | προσωρινά Υπολοχαγός | 29 Φεβρουαρίου 1920 |
Leutnant | Ανθυπολοχαγός | 1 Νοεμβρίου 1923 |
Oberleutnant | Υπολοχαγός | 29 Φεβρουαρίου 1920 |
Hauptmann | Λοχαγός | 1 Φεβρουαρίου 1929 |
Major | Επισμηναγός | 1 Ιουνίου 1934 |
Oberstleutnant | Αντισμήναρχος | 20 Απριλίου 1936 |
Oberst | Σμήναρχος | 23 Ιανουαρίου 1938 |
Generalmajor | Υποπτέραρχος | 1 Νοεμβρίου 1938 |
General der Flieger | (Πτέραρχος των Αεροπόρων)[Σημ. 1] | 19 Ιουλίου 1940 |
Generaloberst | Αρχιπτέραρχος | 1 Φεβρουαρίου 1942 |
Generalfeldmarschall | Αἰθεράρχης | 16 Φεβρουαρίου 1943 |
Παρατίθενται οι διακρίσεις (παράσημα και μετάλλια) που απονεμήθηκαν στον Ρίχτχοφεν κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του σταδιοδρομίας:[3][7][12]
Ημερομηνία | Αυθεντικό κείμενο | Μετάφραση |
---|---|---|
20 Ιουνίου 1940 | Beim Durchbruch durch die Maginotlinie sowie bei der schnellen Einschließung des Feindes in Elsass-Lothringen und Burgund zeichneten sich vor allem die von Generalleutnant Ritter von Greim und Generalmajor von Richthofen geführten Fliegerverbände sowie eine von Hauptmann Steiner geführte Schlachtfliegergruppe aus.[5] | Στη διάσπαση της Γραμμής Μαζινό και της ταχύτατης περικύκλωσης των εχθρικών δυνάμεων στην Αλσατία-Λωρραίνη και τη Βουργουνδία, διακρίθηκαν ιδιαίτερα από τους υπολοίπους οι μονάδες της Αεροπορίας που διοικούνταν από τον Αντιπτέραρχο Ρίττερ φον Γκράιμ και τον Υποπτέραρχο φον Ρίχτχοφεν, καθώς και μία ομάδα μαχητικών αεροσκαφών υπό την ηγεσία του Σμηναγού Στάινερ. |
7 Αυγούστου 1941 | Am Verlauf dieser gewaltigen Schlacht waren die Armeen des Generalfeldmarschalls von Kluge und der Generalobersten Strauß und Freiherr von Weichs, die Panzergruppen der Generalobersten Guderian und Hoth sowie die Luftwaffenverbände der Generale der Flieger Loerzer und Freiherr von Richthofen ruhmreich beteiligt.[5] | Στην πορεία αυτής της μεγάλης μάχης δοξάστηκαν οι εμπλεκόμενες Στρατιές του Στρατάρχη φον Κλούγκε και των Στρατηγών Στράους και Φράιχερ φον Βάιχς, οι Ομάδες Πάντσερ των Στρατηγών Γκουντέριαν και Χοτ, καθώς και οι μονάδες της Luftwaffe των Στρατηγών των Ιπταμένων Λέρτσερ και Φράιχερ φον Ρίχτχοφεν. |
21 Οκτωβρίου 1941 | In schwerem, von den Fliegerverbänden der Generale der Flieger Freiherr von Richthofen und Förster unermüdlich unterstützen Ringen, haben die in der Heeresgruppe des Generalfeldmarschalls Ritter von Leeb zusammengefaßten Verbände des Heeres und der Waffen-SS seit dem Bericht des Oberkommandos der Wehrmacht vom 6. August 1941 über 300.000 Gefangene eingebracht, 1.581 Panzerkampfwagen und 4.063 Geschütze erbeutet oder vernichtet.[5] | Στις σκληρές και ακούραστα υποστηριζόμενες από τις αεροπορικές μονάδες των Στρατηγών των Ιπταμένων Φράιχερ φον Ρίχτχοφεν και Φέρστερ συγκρούσεις, οι στην Ομάδα Στρατιών του Στρατάρχη Ρίττερ φον Λέεμπ ενσωματωμένες μονάδες του Στρατού και των Waffen-SS από την αναφορά της Ανώτατης Διοίκησης των Ενόπλων Δυνάμεων της 6ης Αυγούστου 1941, συνέλαβαν πάνω από 300.000 αιχμαλώτους και αιχμαλώτισαν ή κατέστρεψαν 1.1581 άρματα μάχης και 4.063 πυροβόλα. |
20 Μαΐου 1942 | Auf der Krim haben deutsche und rumänische Truppen unter dem Oberbefehl des Generalobersten von Manstein, unterstützt von starken Luftwaffenverbänden unter Führung der Generalobersten Löhr und Freiherr von Richthofen, in der Verfolgung des geschlagenen Feindes die Meerenge von Kertsch in ganzer Breite erreicht und die letzten stark befestigten Brückenköpfe beiderseits der Stadt nach erbittertem Widerstand genommen.[5] | Στην Κριμαία τα γερμανικά και ρουμανικά στρατεύματα υπό την ανώτατη διοίκηση του Στρατηγού φον Μανστάιν, υποστηριζόμενα από ισχυρές μονάδες της Luftwaffe υπό τη διοίκηση των Πτεράρχων Λερ και Φράιχερ φον Ρίχτχοφεν πέτυχαν στην καταδίωξη του χτυπημένου εχθρού στη Χερσόνησο του Κερτς σε όλη την έκταση και κατέβαλε την πεισματώδη αντίσταση των τελευταίων οχυρωμένων προγεφυρωμάτων εκατέρωθεν της πόλης. |
2 Ιουλίου 1942 | Wie bereits durch Sondermeldung bekanntgegeben, haben deutsche und rumänische Truppen unter Führung des Generalfeldmarschalls von Manstein, hervorragend unterstützt von den bewährten Nahkampffliegerkorps des Generalobersten Freiherrn von Richthofen, nach fünfundzwanzigtägigem erbitterten Ringen am Mittag des 1. Juli 1942 die bisher stärkste Land- und Seefestung Sewastopol, bezwungen.[5] | Ήδη γνωστοποιημένο με ειδική ανακοίνωση, τα γερμανικά και ρουμανικά στρατεύματα υπό τη διοίκηση του Στρατάρχη φον Μανστάιν, εξαιρετικά υποστηριζόμενων από τα επιτυχημένα σώματα αεροπορίας κοντινής υποστήριξης του Πτεράρχου Φράιχερ φον Ρίχτχοφεν κατέβαλαν, μετά από εικοσιπενταήμερες σφοδρές επιθέσεις, το απόγευμα της 1ης Ιουλίου 1942, την αντίσταση του φοβερού, ισχυρότατου χερσαίου και θαλάσσιου φρουρίου της Σεβαστούπολης. |
12 Αυγούστου 1942 | Wie durch Sondermeldung bekanntgegeben, haben Truppen des Heeres unter Führung des Generals der Panzertruppen Paulus, hervorragend unterstützt durch die Flakartillerie und die fliegenden Verbände der Luftwaffe unter Führung des Generalobersten Freiherrn von Richthofen, im Grossen Don-Bogen westlich Kalatsch die Masse der sowjetrussischen 62. Armee und starke Teile der 1. Panzerarmee vernichtet.[5] | Ήδη γνωστοποιημένο μέσω ειδικής ανακοίνωσης, στρατεύματα του Στρατού του Στρατηγού των Τεθωρακισμένων Πάουλους, εξαίσια υποστηριζόμενα από του αντιαεροπορικό πυρ και οι ιπτάμενες μονάδες της Luftwaffe υπό τη διοίκηση του Πτεράρχου Φράιχερ φον Ρίχτχοφεν κατέστρεψαν δυτικά της μεγάλης καμπύλης του Βόλγα δυτικά του Καλάτς τον όγκο των δυνάμεων των σοβιετικών 62ης Στρατιάς και ισχυρών τμημάτων της 1ης Στρατιάς Τεθωρακισμένων. |
16 Φεβρουαρίου 1943 | Die unter dem Oberbefehl des Generalfeldmarschalls von Manstein stehenden Truppen des Heeres und der Waffen-SS haben in hervorragendem Zusammenwirken mit Verbänden der Luftwaffe unter dem Oberbefehls des Generalfeldmarschall von Richthofen im Verlaufe der deutschen Gegenoffensive zwischen Donez und Dnjepr, die zur Wiedereroberung der Städte Charkow und Bjelgorod führte, dem Feind schwerste Verluste an Menschen und Material zugefügt.[5] | Τα ευρισκόμενα υπό τη διοίκηση του Στρατάρχη φον Μανστάιν στρατεύματα του Στρατού και των Waffen-SS, σε εξαίσιο συνδυασμό με τις μονάδες της Luftwaffe κάτω από την ανώτατη διοίκηση του Στρατάρχη φον Ρίχτχοφεν κατά την γερμανική αντεπίθεση μεταξύ Ντόνετς και Δνείπερου, που οδηγήθηκαν στην ανακατάληψη των πόλεων του Χαρκόβου και του Μπιέλγκοροντ, κατάφεραν βαριές απώλειες στον εχθρό σε άντρες και υλικό. |
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.