Γερμανός οδηγός της Φόρμουλα 1 From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Μίχαελ Σουμάχερ (Γερμανικά: Michael Schumacher, γεννήθηκε 3 Ιανουαρίου 1969) είναι Γερμανός, πρώην οδηγός της Φόρμουλα 1 (F1), ο οποίος υπήρξε επτά φορές παγκόσμιος πρωταθλητής. Το 2006 αποχώρησε από την ενεργό δράση, ωστόσο επέστρεψε το 2010 για άλλες τρεις χρονιές (2010-2012).[15] Τον Οκτώβριο του 2012 αποχώρησε οριστικά από τον μηχανοκίνητο αθλητισμό, ενώ οι επιτυχημένες επιδόσεις του στο άθλημα, είχαν σαν αποτέλεσμα τα υψηλά οικονομικά συμβόλαια, γεγονός που τον συμπεριέλαβε στους πιο ακριβοπληρωμένους αθλητές όλων των εποχών.[16] Θεωρούμενος ως ο κορυφαίος στην ιστορία της F1,[17] το 2020, με αφορμή την συμπλήρωση 70 χρόνων από τον πρώτο αγώνα της Φόρμουλα 1 (1950) και μετά από ψηφοφορία με τη συμμετοχή του κόσμου στην επίσημη ιστοσελίδα της F1, αναδείχθηκε ως η προσωπικότητα με τη μεγαλύτερη επιρροή στο άθλημα σε ολόκληρη την ιστορία του σπορ.[18]
Στις 29 Δεκεμβρίου του 2013 είχε έναν πολύ σοβαρό τραυματισμό, κάνοντας σκι στις Γαλλικές Άλπεις και έκτοτε ακριβείς πληροφορίες για την κατάσταση της υγείας του δεν είναι επαρκώς γνωστές.
Ο Μίχαελ Σουμάχερ γεννήθηκε στο Χιρτ Χερμιλχάιμ, που βρίσκεται κοντά στην Κολωνία. Ο πατέρας του ονομάζεται Ρολφ Σουμάχερ και η μητέρα του, η οποία απεβίωσε στις 20 Απριλίου 2003, ονομαζόταν Ελίζαμπεθ. Έχει έναν μικρότερο αδελφό, τον Ραλφ, ο οποίος ήταν επίσης οδηγός της Φόρμουλα 1, αγωνιζόμενος στις ίδιες περιόδους με τον μεγαλύτερο αδελφό του. Όπως οι περισσότεροι οδηγοί, έτσι και ο Μίχαελ, ξεκίνησε από μικρή ηλικία να οδηγεί καρτ (4 ετών). Το 1981 πήρε για πρώτη φορά μέρος στο Πρωτάθλημα καρτ Γερμανίας, το οποίο κατέκτησε τρεις φορές - 1984, 1985 και 1987 - μάλιστα, το 1987 κατέκτησε και το Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα καρτ, στο οποίο συμμετείχε.[19]
Το 1988 αποφάσισε να κάνει ένα μεγαλύτερο βήμα στην καριέρα του και να μεταπηδήσει από το Πρωτάθλημα καρτ στο Πρωτάθλημα Koening το οποίο και κατέκτησε, στην πρώτη χρονιά που διεξήχθη το συγκεκριμένο μηχανοκίνητο Πρωτάθλημα (1988). Το ίδιο έτος, συμμετείχε στην Γερμανική Φόρμουλα Ford 1600 (κατετάγη έκτος) και στην Ευρωπαϊκή Φόρμουλα Ford 1600 (κατετάγη δεύτερος). Την επόμενη χρονιά (1989), ισοβάθμησε στην δεύτερη θέση στην Γερμανική Φόρμουλα 3 και έναν χρόνο αργότερα (1990), κατετάγη πρώτος σε αυτή τη διοργάνωση, ενώ παράλληλα συμμετείχε και κέρδισε στο Γκραν-Πρι του Μακάο (ετήσιος μηχανοκίνητος αγώνας που διεξάγεται στην ομώνυμη πόλη της Κίνας). Για το ίδιο έτος (1990), συμμετείχε και στην Ευρωπαϊκή Φόρμουλα 3, χωρίς ωστόσο να τερματίσει.
Το 1991 συμμετείχε στο Πανιαπωνικό πρωτάθλημα Φόρμουλα 3000, όπου κατετάγη δεύτερος. Παράλληλα, το 1990 και το 1991 συμμετείχε στο Γερμανικό πρωτάθλημα αυτοκινήτων Τουρισμού (Touring Car), χωρίς όμως να καταφέρει να τερματίσει. Επίσης, πάλι τις ίδιες χρονιές, συμμετείχε στο παγκόσμιο πρωτάθλημα Sports-Prototype, όπου κατετάγη πέμπτος την πρώτη φορά και ένατος την δεύτερη. Το 1991 έλαβε μέρος και στον αγώνα Λε Μαν με την ομάδα της Μερτσέντες (Mercedes) και συνοδηγούς τον Αυστριακό Καρλ Βέντλινγερ και τον Γερμανό Φριτζ Κρέτζποϊντερ, όπου και τερμάτισαν στην πέμπτη θέση. Ωστόσο, κατάφερε να πραγματοποιήσει τον ταχύτερο γύρο του αγώνα με χρόνο 3 λεπτά και 35,564 δευτερόλεπτα.[20]
Από το 1991 μέχρι και το 2006, όπου ανακοίνωσε την πρώτη του αποχώρηση από το άθλημα, συνολικά ο Σουμάχερ συμμετείχε σε 250 Grand Prix (Γκραν-Πρι - αγώνες), από τα οποία κέρδισε τα 91, ενώ είχε ακόμα 43 δεύτερες θέσεις και 20 τρίτες (συνολικά 154 τερματισμοί στην πρώτη τριάδα - πόντιουμ - βάθρα), έχοντας επίσης, άλλες 36 παρουσίες στις βαθμολογούμενες θέσεις. Με εξαίρεση την πρώτη χρονιά, στην οποία συμμετείχε μόνο στους τελευταίους 6 από τους συνολικά 16 αγώνες, η χειρότερη θέση του στην τελική κατάταξη του πρωταθλήματος οδηγών ήταν η 5η το 1999, όπου δεν συμμετείχε σε 6 από τους συνολικά 16 αγώνες, λόγω τραυματισμού που υπέστη σε Γκραν-Πρι. Στην πρώτη του παρουσία στο άθλημα, συνολικά ο Μίχαελ Σουμάχερ συμμετείχε σχεδόν σε 16 περιόδους-χρονιές (στην πρώτη περίοδο προς το τέλος της (1991)), ενώ κατέκτησε επτά φορές το Πρωτάθλημα οδηγών. Επίσης, δύο φορές κατετάγη 2ος και τρεις φορές 3ος, ενώ το 1997, παρόλο που κατετάγη 2ος, τελικά ακυρώθηκε για αντιαθλητική συμπεριφορά, εξαιτίας περιστατικού που συνέβη στον τελευταίο αγώνα της χρονιάς.
Στην επιστροφή του στο άθλημα τις χρονιές 2010-2011-2012, συμμετείχε σε 58 Γκραν-Πρι, έχοντας έναν τερματισμό στην πρώτη τριάδα (τρίτη θέση), καθώς και άλλες 30 παρουσίες στις βαθμολογούμενες θέσεις, ενώ κατετάγη αντίστοιχα στην 9η, 8η και 13η θέση του πρωταθλήματος οδηγών. Εκτός από τα 7 Παγκόσμια πρωταθλήματα οδηγών, ο απολογισμός του μετά από 19 χρονιές που αγωνίστηκε στην Φόρμουλα 1 ήταν: 306 αγώνες, 7 Πρωταθλήματα κατασκευαστών (το πρωτάθλημα κατασκευαστών το κατακτάει η ομάδα της οποίας οι δύο οδηγοί έχουν συγκεντρώσει τους περισσότερους πόντους στο τέλος της χρονιάς), 1566 βαθμοί καριέρας, 91 νίκες, 43 δεύτερες και 21 τρίτες θέσεις (155 συνολικά βάθρα), 68 πρώτες θέσεις εκκίνησης (pole position), 77 ταχύτεροι γύροι αγώνα, ενώ είχε ακόμα 66 τερματισμούς στις βαθμολογούμενες θέσεις, 63 εγκαταλείψεις και άλλους 20 τερματισμούς εκτός βαθμολογούμενων θέσεων, ενώ σε 2 αγώνες ακυρώθηκε.
Ως μάνατζερ, είχε τον Βίλι Βέμπερ από τα χρόνια ακόμα που ήταν στα καρτ, ενώ αργότερα και μέχρι και σήμερα, η μάνατζερ του είναι η Σαμπίνε Κεμ.
Στις 25 Αυγούστου του 1991 ο Έντι Τζόρνταν, επιλέγει για την νεοσύστατη ομάδα του (Τζόρνταν-Jordan) έναν νεαρό οδηγό, του οποίου μόλις είχε αγοράσει τα δικαιώματα από την ομάδα της Mercedes έναντι του ποσού των 150.000$, διότι έπρεπε να αντικαταστήσει, για το Γκραν-Πρι του Βελγίου, τον φυλακισμένο οδηγό της ομάδας του, Μπερτράν Γκασό, ο οποίος είχε τιμωρηθεί σε 2 μήνες φυλάκιση, εξαιτίας ενός βίαιου περιστατικού που είχε με έναν οδηγό ταξί στην Μεγάλη Βρετανία, λίγους μήνες νωρίτερα.[21] Ο νεαρός οδηγός που τον αντικατέστησε ήταν ο Μίχαελ Σουμάχερ.
Νωρίτερα εκείνη την αγωνιστική περίοδο, ο Σουμάχερ είχε έρθει σε μία πρώτη επαφή με την Φόρμουλα 1 οδηγώντας στις ελεύθερες δοκιμές του Γκραν-Πρι του Σίλβερστοουν (Silverstone), στην Αγγλία. Στην κατατακτήρια περίοδο του Γκραν-Πρι του Βελγίου (περίοδος που πραγματοποιείται μία ημέρα πριν τον αγώνα και στην οποία ορίζεται η σειρά εκκίνησης των οδηγών στο Γκραν-Πρι, ανάλογα με τον χρόνο που κατέγραψαν), κατάφερε να κάνει τον 8ο ταχύτερο χρόνο (ξεκίνησε 7ος λόγω ποινής στον Ρικάρντο Πατρέζε, οδηγό της Williams), αποτέλεσμα που ήταν το καλύτερο για την ομάδα της Jordan σε όλη την χρονιά (η οποία κατά την πρώτη της περίοδο στην Φόρμουλα 1, πραγματοποίησε πολύ μέτριες εμφανίσεις). Ωστόσο ο αγώνας δεν θα εξελιχθεί θετικά για τον ίδιο και την ομάδα (παρ' ότι στην εκκίνηση προσπέρασε την Ferrari του Ζαν Αλέσι και την Benetton του Νέλσον Πικέ, ο οποίος στην συνέχεια τον ξαναπροσπέρασε), αφού εγκατέλειψε στον πρώτο κιόλας γύρο, με πρόβλημα στον συμπλέκτη.[22]
Μετά την πρώτη του εμφάνιση σε Γκραν-Πρι, ο Φλάβιο Μπριατόρε, γενικός διευθυντής της Μπένετον-Φορντ (Benetton-Ford), αποφάσισε να προσλάβει τον νεαρό Μίχαελ στην ομάδα του. Στην κατατακτήρια περίοδο του Γκραν-Πρι του Βελγίου, ο Μίχαελ κατατάχθηκε ανάμεσα στα δύο μονοθέσια της ομάδας της Benetton, γεγονός που εντυπωσίασε τον Μπριατόρε, ο οποίος, εκμεταλλευόμενος έναν όρο που υπήρχε στο συμβόλαιο του Σουμάχερ με την Jordan,[23] έφερε τον νεαρό Γερμανό στην Αγγλική ομάδα και του έδωσε θέση οδηγού, δίπλα στον Βραζιλιάνο, τρεις φορές Παγκόσμιο πρωταθλητή, Νέλσον Πικέ (ο οποίος στο φινάλε της σεζόν του 1991 αποχώρησε από το άθλημα). Όταν τελείωσε η πρώτη του χρονιά στο άθλημα (1991), ο Σουμάχερ, είχε αποκομίσει 4 βαθμούς σε 3 αγώνες με την ομάδα της Benetton (τους μισούς από όσους μάζεψε ο Ρομπέρτο Μορένο σε 11 αγώνες, τον οποίο αντικατέστησε), πραγματοποιώντας πολύ καλές εμφανίσεις, τερματίζοντας σε ένα Γκραν-Πρι στην 5η θέση και σε άλλα δύο στην 6η, ενώ είχε 2 εγκαταλείψεις στα δύο τελευταία Γκραν-Πρι, καταλαμβάνοντας την 14η θέση στην τελική κατάταξη του πρωταθλήματος οδηγών, με τον Άιρτον Σένα, οδηγό της McLaren, να κατακτάει το πρωτάθλημα για το 1991 και να πανηγυρίζει τον τρίτο και τελευταίο του τίτλο.[24]
Το 1992 ο ανταγωνισμός στη Φόρμουλα 1 ήταν πολύ έντονος: Η Χόντα (Honda) αποχώρησε από τους αγώνες, ως προμηθευτής κινητήρων και η Μακλάρεν (McLaren), που συνεργαζόταν μαζί της, αγωνιζόταν με κινητήρες από την προηγούμενη περίοδο. Η ομάδα της Γουίλιαμς (Williams-Renault) πραγματοποίησε πολύ μεγάλα βήματα στην εξέλιξη του μονοθεσίου της και η Benetton, με τους κινητήρες της Φορντ (Ford), έγινε ιδιαίτερα ανταγωνιστική. Το τέλος της περιόδου βρίσκει τον Σουμάχερ στην τρίτη θέση του πρωταθλήματος οδηγών, πίσω από τους Μάνσελ και Πατρέζε (οι δύο οδηγοί της Williams), αλλά μπροστά από τον Άιρτον Σένα της McLaren. Στις 22 Μαρτίου του 1992, κατέκτησε το πρώτο βάθρο στην καριέρα του (από τα συνολικά 155), στο Γκραν-Πρι του Μεξικού, όπου και τερμάτισε στην τρίτη θέση.[25] Στις 30 Αυγούστου της ίδιας χρονιάς, ο Σουμάχερ πέτυχε την πρώτη νίκη στην καριέρα του, στο Βελγικό Γκραν-Πρι,[26][27] ενώ συνολικά σε όλη την περίοδο, είχε ακόμα 7 τερματισμούς στην πρώτη τριάδα (μαζί με το Γκραν-Πρι του Μεξικού), καθώς και άλλες 3 παρουσίες στις βαθμολογούμενες θέσεις.
Το 1993, ο περσινός πρωταθλητής Νάιτζελ Μάνσελ, είχε προσωρινά εγκαταλείψει την ενεργό δράση και τη θέση του στην Williams πήρε ο νεαρός Ντέιμον Χιλ, ενώ ο, μέχρι τότε, τρεις φορές παγκόσμιος πρωταθλητής, Αλέν Προστ, επέστρεψε στους αγώνες για μία τελευταία χρονιά και πλαισίωσε τον Χιλ στην ομάδα της Williams (στο φινάλε της σεζόν, ο Προστ πανηγύρισε τον τέταρτο και τελευταίο του τίτλο).[28] Και την νέα χρονιά, ο Σουμάχερ είχε πολύ καλές εμφανίσεις, όμως η ανωτερότητα της Williams, οι πολλές μηχανικές βλάβες της Benetton, που τον ανάγκασαν να εγκαταλείψει στους 4 από τους 16 αγώνες (είχε άλλες 3 εγκαταλείψεις από οδηγικά λάθη) και οι εκπληκτικές επιδόσεις του Άιρτον Σένα της McLaren, ο όποιος πραγματοποίησε μία από τις καλύτερες περιόδους του, έστειλαν τον Μίχαελ στην τέταρτη θέση της τελικής κατάταξης του πρωταθλήματος οδηγών, μπροστά ωστόσο από τον βετεράνο συναγωνιστή του, Ρικάρντο Πατρέζε, ο οποίος το 1993 οδηγούσε επίσης για λογαριασμό της Benneton (αυτή ήταν και η τελευταία του χρονιά στο άθλημα). Παρ' όλα αυτά, ο Σουμάχερ κέρδισε στο Γκραν-Πρι Πορτογαλίας, ενώ όλοι οι υπόλοιποι τερματισμοί του (8 αγώνες) ήταν εντός της πρώτης τριάδας.
Προς το φινάλε της σεζόν, ο νέος πρόεδρος της Διεθνούς Ομοσπονδίας Αυτοκινήτου (FIA), Μαξ Μόσλεη, ύστερα από πιέσεις διευθυντών ομάδων αλλά και οδηγών, όπως ο Άιρτον Σένα, που υποστήριζαν πως τα ηλεκτρονικά βοηθήματα τα οποία έχουν κυρίως οι κορυφαίες ομάδες, μειώνουν την επίδραση των οδηγών στο άθλημα, ανακοίνωσε πως από την επόμενη σεζόν (1994), όλα τα ηλεκτρονικά βοηθήματα των μονοθεσίων θα καταργηθούν, οδηγώντας σε μεγάλες αλλαγές στην Φόρμουλα 1. Αυτές οι αλλαγές στους κανονισμούς βοηθούσαν τις μικρότερες ομάδες, που για πολλά χρόνια αγωνίζονταν χωρίς τέτοια βοηθήματα στα μονοθέσιά τους (ανάμεσα σε αυτές και η Benetton), ενώ ομάδες όπως η Williams που στηρίζονταν πολύ σε αυτήν την τεχνολογία, θα έβγαιναν ζημιωμένες.[29]
Παρ' όλες τις πιθανές δυσκολίες που θα αντιμετώπιζε η Williams την νέα χρονιά (1994), εξαιτίας των νέων κανονισμών, ο τρεις φορές παγκόσμιος πρωταθλητής, Άιρτον Σένα, παίρνει μεταγραφή για την ομάδα και όλοι έκαναν λόγο για μία άνετη επικράτηση. Τα γεγονότα, όμως, δεν εξελίχθηκαν σύμφωνα με τις προβλέψεις: Στους δύο πρώτους αγώνες ο Μίχαελ Σουμάχερ κέρδισε, με τον μεγάλο του τότε αντίπαλο (Σένα), να εγκαταλείπει και την Williams να δυσκολεύεται να βρει αγωνιστικό ρυθμό, ενώ στον τρίτο αγώνα, στην Ίμολα, συνέβησαν τα θανατηφόρα ατυχήματα των Σένα και Ρόλαντ Ράτζενμπεργκερ,[30][31] με τους οδηγούς να επηρεάζονται από τα συμβάντα αυτά και να λαμβάνουν μέτρα, ώστε οι αγώνες να εξελιχθούν με μεγαλύτερη ασφάλεια για την υπόλοιπη χρονιά. Μετά τα τραγικά γεγονότα της Ίμολα, άνοιξε ο δρόμος και για μία πρώτη θέση εκκίνησης (pole position) για τον Σουμάχερ (ο οποίος είχε αποκτήσει το υποκοριστικό «Σούμι»), από τον ακριβώς επόμενο αγώνα, στο Γκραν-Πρι του Μονακό, στις 15 Μαΐου του 1994. Σταδιακά όμως, η Williams αναβάθμισε το μονοθέσιό της και κυριάρχησε ξανά για την υπόλοιπη περίοδο, έναντι των άλλων ομάδων, με τον Ντέιμον Χιλ, ο οποίος πλέον ήταν ο πρώτος οδηγός της Williams, να διεκδικεί, μαζί με τον Σουμάχερ, το πρωτάθλημα οδηγών.
Οι πολύ καλές εμφανίσεις του Μίχαελ και ο ανταγωνιστικός του ρυθμός, δημιούργησε υπόνοιες στην Williams πως υπήρχε πιθανότητα η ομάδα της Benetton να χρησιμοποιεί παράνομα ηλεκτρονικά βοηθήματα, όπως αυτόματο κιβώτιο ταχυτήτων, στα μονοθέσιά της. Οι υπόνοιες αυτές οδήγησαν τη Διεθνή Ομοσπονδία Αυτοκινήτου (FIA) στο να πραγματοποιήσει ελέγχους στα μονοθέσια της Benetton. Από τον έλεγχο που έγινε, δεν προέκυψε ότι η Benetton χρησιμοποιούσε αυτόματο κιβώτιο ταχυτήτων, ωστόσο οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι στα μονοθέσια υπήρχε λογισμικό που βοηθούσε στην εκκίνηση του οχήματος (launch control). Η ομάδα υποστήριξε ότι το λογισμικό αυτό χρησιμοποιούνταν μόνο κατά την διάρκεια των ελεύθερων δοκιμών που προηγούνταν των αγώνων (δοκιμές που γίνονται δύο ημέρες πριν το Γκραν-Πρι για το σωστό σετάρισμα - στήσιμο των μονοθεσίων), που σύμφωνα με τους κανονισμούς ήταν επιτρεπτό. Οι περαιτέρω έρευνες στην τηλεμετρία που πραγματοποιήθηκαν, δεν οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι το launch control χρησιμοποιήθηκε στις εκκινήσεις των αγώνων και έτσι, δεν επιβλήθηκε τιμωρία στην ομάδα ή στους οδηγούς. Ωστόσο, η Ομοσπονδία απαίτησε την αφαίρεση του λογισμικού, με την Benetton να συναινεί και να το αφαιρεί, ενώ επέβαλλε και χρηματικό πρόστιμο στην ομάδα (100.000 δολάρια ΗΠΑ).[32]
Όμως, οι αντιπαραθέσεις του Μίχαελ για το 1994 συνεχίστηκαν.[33] Συγκεκριμένα, στο Βρετανικό Γκραν-Πρι στο Silverstone, κατά την διάρκεια του γύρου σχηματισμού (γύρος που πραγματοποιείται με χαμηλές ταχύτητες και για την προθέρμανση των ελαστικών των μονοθεσίων, ακριβώς πριν την εκκίνηση του αγώνα), ο Σουμάχερ, που ξεκινούσε από την δεύτερη θέση στον αγώνα, προσπέρασε, κατά παράβαση των κανονισμών, τον έτερο διεκδικητή του τίτλου, Ντέιμον Χιλ, που ξεκινούσε πρώτος στον αγώνα (στον γύρο σχηματισμού απαγορεύονται οι προσπεράσεις). Οι αγωνοδίκες καθυστέρησαν να προβούν σε τιμωρία του Μίχαελ, ενώ όταν το έπραξαν ήταν εκπρόθεσμα (σύμφωνα με τους κανονισμούς της FIA). Η ποινή που επιβλήθηκε στον Σουμάχερ ήταν «5 δευτερόλεπτα stop and go» (ποινή που εκτίεται εντός των πιτ, με τον οδηγό να ακινητοποιεί το μονοθέσιό του για όσα δευτερόλεπτα έχει τιμωρηθεί). Ωστόσο, όταν οι αγωνοδίκες ενημέρωσαν την ομάδα του, ανακοίνωσαν πως η ποινή ήταν «5 δευτερόλεπτα» (ποινή, που προστίθεται στο τέλος του αγώνα, στο χρόνο του οδηγού).
Όταν οι αγωνοδίκες είδαν πως ο Μίχαελ δεν εξέτισε την ποινή «stop and go» στα προβλεπόμενα χρονικά όρια, επέβαλλαν στον οδηγό μαύρη σημαία (ακύρωση-αποκλεισμός του οδηγού από το Γκραν-Πρι, με τον οδηγό να οφείλει να ακινητοποιήσει το όχημά του στα πιτ). Μετά από συζητήσεις των αγωνοδικών και του διευθυντή της Benetton, Φλάβιο Μπριατόρε, τελικά ο Σουμάχερ εξέτισε την σωστή ποινή του (stop and go), 14 γύρους μετά την επιβολή της, ενώ η μαύρη σημαία μετά από λίγη ώρα αποσύρθηκε, αφού οι αγωνοδίκες παραδέχθηκαν ότι έδωσαν λάθος ποινή. Το επεισοδιακό φινάλε του αγώνα βρίσκει τον Μίχαελ δεύτερο, πίσω από τον Ντέιμον Χιλ. Λίγες εβδομάδες μετά όμως, η FIA τιμώρησε τον Σουμάχερ με αποκλεισμό από το Βρετανικό Γκραν-Πρι, διότι αγνόησε την μαύρη σημαία, χάνοντας έτσι την δεύτερη θέση που κατέκτησε, ενώ τον τιμώρησε με επιπλέον αποκλεισμό δύο αγώνων, ποινή πολύ αυστηρή, αφού ποτέ στο παρελθόν δεν υπήρξε παρόμοια τιμωρία για το ίδιο παράπτωμα.
Επίσης, στο Βελγικό Γκραν-Πρι, τον τελευταίο αγώνα πριν ο Μίχαελ εκτίσει την ποινή του αποκλεισμού του για δύο αγώνες, οι αγωνοδίκες προχώρησαν σε εκ νέου αποκλεισμό του και σε αυτό το Γκραν-Πρι. Σε εκείνον τον αγώνα χρησιμοποιήθηκε, για πρώτη φορά στο άθλημα, η ξύλινη ράβδος στο σασί των μονοθεσίων, με σκοπό την μείωση της τελικής ταχύτητας των οχημάτων, για λόγους ασφαλείας. Η λήξη του αγώνα βρήκε τον Σουμάχερ στην πρώτη θέση όμως, όταν οι αγωνοδίκες εξέτασαν την ράβδο στο μονοθέσιό του, βρήκαν πως ήταν ελάχιστα μικρότερη από τις προδιαγραφές που έθεσαν με αποτέλεσμα να προβούν σε αποκλεισμό του Μίχαελ από το Γκραν-Πρι, μία ποινή που λίγο καιρό αργότερα καταργήθηκε, για παρόμοια παραπτώματα, ενώ νικητής του αγώνα αναδείχθηκε ο ανταγωνιστής του για τον τίτλο, Ντέιμον Χιλ (τερμάτισε δεύτερος στο Γκραν-Πρι, πίσω από τον Σουμάχερ), παίρνοντας σημαντικούς βαθμούς για την συνέχεια.
Με τον Σουμάχερ να χάνει το 1/4 του πρωταθλήματος ύστερα από την επιβολή ποινών (4 στους 16 αγώνες), ο έτερος διεκδικητής του τίτλου, Ντέιμον Χιλ, κατάφερε να εκμηδενίσει την διαφορά του από τον πρωτοπόρο Μίχαελ στον 1 βαθμό, ενώ έμενε μόλις ένας αγώνας για την λήξη του πρωταθλήματος. Στο τελευταίο Γκραν-Πρι της χρονιάς, στην Αδελαΐδα της Αυστραλίας, ο Ντέιμον Χιλ στον 35ο γύρο, κατάφερε να φτάσει τον Σουμάχερ που βρισκόταν στην πρώτη θέση και προσπάθησε να τον προσπεράσει στην επόμενη στροφή της πίστας, όμως οι δύο οδηγοί, βρισκόμενοι πλάι-πλάι στην είσοδο της στροφής, έστριψαν ταυτόχρονα, με αποτέλεσμα να συγκρουστούν και τελικά να εγκαταλείψουν και οι δύο τον αγώνα,[34] γεγονός που έχρισε τον Μίχαελ πρωταθλητή, για πρώτη φορά στην καριέρα του,[35] αφού με την εγκατάλειψη και των δύο οδηγών, ο Σουμάχερ κράτησε το προβάδισμα του ενός βαθμού. Οι αγωνοδίκες θεώρησαν το περιστατικό ως αγωνιστικό συμβάν, ενώ ο Ντέιμον Χιλ και η Williams κατηγόρησαν τον Σουμάχερ πως χτύπησε επίτηδες τον Ντέιμον με σκοπό να τον βγάλει εκτός αγώνα, όμως η ομάδα της Williams, ύστερα από μία ταραχώδη σεζόν, αποφάσισε να μην διεκδικήσει το πρωτάθλημα οδηγών στα δικαστήρια. Στο πρωτάθλημα κατασκευαστών, νικήτρια αναδείχθηκε η ομάδα της Williams, όπου τερμάτισε 15 βαθμούς μπροστά από την ομάδα του Μίχαελ, την Benetton.
Για το 1995 οι ομάδες της Benetton και Williams διέθεταν τον ίδιο κινητήρα της Ρενό (Renault), πράγμα που έκανε και τις δύο ομάδες ισοδύναμες. Επιπλέον, η Φερράρι (Ferrari) πραγματοποίησε σημαντικά βήματα προόδου, χωρίς ακόμη ωστόσο, να είναι από τους διεκδικητές του τίτλου. Έτσι, έγινε φανερό ότι και το 1995 θα ήταν μία επανάληψη της προηγούμενης χρονιάς, με τον Μίχαελ και τον Ντέιμον να ανταγωνίζονται για το πρωτάθλημα. Τελικά, για το 1995, ο Σουμάχερ δεν άφησε κανέναν να αμφισβητήσει την κυριαρχία του, και με 9 νίκες, 1 δεύτερη, 1 τρίτη θέση και 1 τερματισμό στις βαθμολογούμενες θέσεις (σε σύνολο 17 αγώνων), έφτασε στην κατάκτηση του δεύτερου πρωταθλήματος στην καριέρα του (και δεύτερου συνεχόμενου). Ωστόσο και αυτήν την χρονιά δεν έλειπαν οι αντιπαραθέσεις, καθώς σε δύο αγώνες (Βρετανικό και Ιταλικό Γκραν-Πρι) ο Ντέιμον Χιλ, με δική του υπαιτιότητα, συγκρούστηκε με τον Μίχαελ, αναγκάζοντας και τους δύο σε εγκατάλειψη. Κατά σύμπτωση, και στους δύο αγώνες στους οποίους υπήρξε σύγκρουση μεταξύ Σουμάχερ και Χιλ το 1995, νικητής αναδείχθηκε ο teammate (συναγωνιστής) του Σουμάχερ στην Benetton, Τζόνι Χέρμπερτ. Την χρονιά αυτήν, το πρωτάθλημα κατασκευαστών το κατέκτησε η Benetton. Αυτό ήταν το πρώτο και το μοναδικό πρωτάθλημα που κατέκτησε η Αγγλική εταιρία στην ιστορία της Φόρμουλα 1.
Με το τέλος της σεζόν του 1995, ο Μίχαελ Σουμάχερ αποχώρησε από την ομάδα της Benetton. Ο απολογισμός του μετά από 5 χρόνια στην Αγγλική ομάδα ήταν: 68 αγώνες, 2 Πρωταθλήματα οδηγών, 1 Πρωτάθλημα κατασκευαστών, 303 συνολικοί βαθμοί, 19 νίκες, 11 δεύτερες και 8 τρίτες θέσεις (38 συνολικά βάθρα), 10 πρώτες θέσεις εκκίνησης (pole position), 23 ταχύτεροι γύροι αγώνα, ενώ είχε ακόμα 7 τερματισμούς στις βαθμολογούμενες θέσεις, 19 εγκαταλείψεις και άλλους 2 τερματισμούς εκτός βαθμολογούμενων θέσεων, ενώ σε 2 αγώνες ακυρώθηκε. Η τελευταία του νίκη, αλλά και το τελευταίο του βάθρο, με την Benetton, ήταν στο Ιαπωνικό Γκραν-Πρι, στις 29 Οκτωβρίου 1995, ενώ η τελευταία του pole position με την ομάδα σημειώθηκε στον ίδιο αγώνα, μία ημέρα νωρίτερα (28 Οκτωβρίου 1995).
Προς το φινάλε της σεζόν του 1995, έγινε φανερό πως ο Μίχαελ δεν θα συνέχιζε για την επόμενη χρονιά στην Benetton. Οι ομάδες που ενδιαφέρονταν για αυτόν ήταν οι Williams, McLaren και Ferrari (Φερράρι). Αν και η προοπτική της Williams φαινόταν η πιο δελεαστική, αφού ήταν τότε η ισχυρότερη ομάδα στο άθλημα, εντούτοις ο Σουμάχερ επέλεξε την Ferrari, με την οποία όμως γνώριζε πως θα υπολείπονταν από τους αντιπάλους της.[36] Το 1996 η Ferrari, μαζί με τον Μίχαελ, προσλαμβάνει και τον Ιρλανδό Έντι Ιρβάιν, αντικαθιστώντας τους μέχρι τότε οδηγούς της, Ζαν Αλεζί και Γκέρχαρντ Μπέργκερ, οι οποίοι μετακινήθηκαν στην Benetton. Ο Σουμάχερ πραγματοποίησε μία πολύ καλή προσπάθεια, ωστόσο, η έλλειψη ανταγωνιστικότητας της Ferrari, τα πολλά μηχανικά προβλήματα της ομάδας και η πολύ ανώτερη αγωνιστικά Williams-Renault, έφεραν τον Μίχαελ στην τρίτη θέση της τελικής κατάταξης στο πρωτάθλημα οδηγών, έχοντας 4 pole positions (πρώτη του pole position στο Γκραν-Πρι του Σαν Μαρίνο, στις 5 Μαΐου του 1996) και κατακτώντας 3 νίκες, άλλα 5 βάθρα και 1 τερματισμό στις βαθμολογούμενες θέσεις, με τους Χιλ (πρώτος και μοναδικός του τίτλος) και Ζακ Βιλνέβ (στην πρώτη του χρονιά στο άθλημα) της Williams να τερματίζουν στην πρώτη και δεύτερη θέση του πρωταθλήματος. Το πρώτο βάθρο με την ομάδα της Ferrari, το κατέκτησε στο Γκραν-Πρι της Βραζιλίας, στις 31 Μαρτίου του 1996, ενώ η πρώτη από τις 72 νίκες του Σουμάχερ με τα χρώματα της Ferrari ήρθε στο Ισπανικό Γκραν-Πρι, στις 2 Ιουνίου του 1996, ενώ κατά το μεγαλύτερο μέρος του αγώνα, το μονοθέσιό του είχε πρόβλημα στον κινητήρα, γεγονός που τον ανάγκασε να κινείται με μικρότερη ταχύτητα. Παρόλα αυτά, τερμάτισε 45 δευτερόλεπτα μπροστά από τον δεύτερο οδηγό της κατάταξης, Ζαν Αλεζί.[37]
Το 1997 η Ferrari είχε ένα σαφώς πιο αναβαθμισμένο μονοθέσιο, όμως ακόμα η Williams βρισκότανε σε ισχυρότερη θέση, παρόλο που ο πρωταθλητής του 1996, Ντέιμον Χιλ, αποχώρησε από την ομάδα μετά από τέσσερα χρόνια, με τον Γερμανό Χάιντς-Χάραλντ Φρέντσεν να παίρνει την θέση του. Παρότι η Ferrari υστερούσε σαφώς από την ανταγωνίστριά της Williams, ο Σουμάχερ πραγματοποίησε πάρα πολύ καλές εμφανίσεις και μέχρι το τέλος της περιόδου, ανταγωνιζόταν με τον Βιλνέβ για τον τίτλο. Τελικά ο Καναδός Βιλνέβ, που οδηγούσε για την Williams, επικράτησε και έγινε Παγκόσμιος πρωταθλητής (για πρώτη και μοναδική φορά στην καριέρα του), αφού στον τελευταίο αγώνα της σεζόν, στο Ευρωπαϊκό Γκραν-Πρι, στην πίστα του Χερέζ στην Ισπανία, ο Σουμάχερ, όντας στην πρώτη θέση και έτοιμος να δεχτεί το προσπέρασμα του Βιλνέβ, προσπάθησε να τον βγάλει εκτός πίστας, ώστε να διατηρήσει την πρωτοπορία που είχε στον βαθμολογικό πίνακα των οδηγών με 1 βαθμό διαφορά, με τον Μίχαελ τελικά να εγκαταλείπει τον αγώνα και τον Βιλνέβ να τερματίζει 3ος και να κατακτάει το πρωτάθλημα (η 3η θέση έδινε 4 βαθμούς).[38][39] Αποτέλεσμα όλων των παραπάνω, ήταν η τιμωρία του Σουμάχερ από την FIA με ακύρωση όλης της χρονιάς για τον ίδιο, κράτησε ωστόσο τους βαθμούς και τα βάθρα που κατέκτησε μέσα στην σεζόν.
Το 1998 η Ρενό (Renault) αποχωρεί από την Φόρμουλα 1, ως προμηθευτής κινητήρων και έτσι η Williams, μην έχοντας πλέον ισχυρούς κινητήρες, έχασε την δύναμη της. Όμως, όσοι βιάστηκαν να βγάλουν την "Σκουντερία" (Scuderia - προσωνύμιο της Ferrari) πρώτη, δεν είχαν λάβει υπόψη τους την παρουσία της ΜακΛάρεν-Μερτσέντες (McLaren-Mercedes), η οποία εξέλιξε πάρα πολύ το μονοθέσιό της και πλέον ήταν αυτή η κυρίαρχη δύναμη στην Φόρμουλα 1, φέρνοντας τους Σουμάχερ και Ferrari στην ίδια θέση με την περυσινή, να υστερούν δηλαδή από τον πρωτοπόρο. Με οδηγούς τους Μίκα Χάκινεν και Ντέιβιντ Κούλθαρντ, η McLaren πραγματοποίησε πολύ καλές εμφανίσεις και τελικά ανακηρύχθηκε Πρωταθλήτρια Κατασκευαστών (κατακτώντας το όγδοο και τελευταίο της πρωτάθλημα στη σχετική κατηγορία). Ο Σουμάχερ κατατάχθηκε δεύτερος στο Πρωτάθλημα Οδηγών, με 14 βαθμούς διαφορά από τον Χάκινεν που ανακηρύχθηκε Πρωταθλητής, είχε ωστόσο, σοβαρά παράπονα από τον έτερο οδηγό της McLaren, τον Σκωτσέζο Ντέιβιντ Κούλθαρντ. Συγκεκριμένα, στην διάρκεια του επεισοδιακού Βελγικού Γκραν-Πρι, ο Κούλθαρντ βρισκόταν έναν γύρο πίσω από τον πρωτοπόρο Μίχαελ και έπρεπε να τον αφήσει να περάσει, σύμφωνα με τους κανονισμούς. Εντούτοις, ο Ντέιβιντ, αντί να αλλάξει αγωνιστική γραμμή ώστε να δεχτεί το προσπέρασμα, επέλεξε να επιβραδύνει πάνω στην αγωνιστική γραμμή της πίστας, με τον επερχόμενο Μίχαελ να μην αντιλαμβάνεται την κίνησή του, εξαιτίας της έντονης βροχόπτωσης, με αποτέλεσμα να συγκρουστεί μαζί του και τελικά να εγκαταλείψει τον αγώνα.[40]
Η άκρως ανταγωνιστική σεζόν του 1998 στη Φόρμουλα 1, έδειξε ότι η επόμενη περίοδος θα ήταν γεμάτη εκπλήξεις. Το 1999 οι προβλέψεις αυτές επαληθεύτηκαν, με την McLaren να είναι ακόμα στην κορυφή και την Ferrari, με πρώτο οδηγό τον Σουμάχερ και δεύτερο τον Ιρβάιν, να διεκδικεί τον τίτλο της Πρωταθλήτριας, ενώ η πρώτη ομάδα στην οποία αγωνίστηκε ο Μίχαελ (η Jordan), πραγματοποίησε την καλύτερή της χρονιά στο άθλημα, με τον πρώτο της οδηγό, Χάιντς-Χάραλντ Φρέντζεν (το 1999 μετακινήθηκε από την Williams στην Jordan), να είναι κοντά στους πρωτοπόρους για το μεγαλύτερο μέρος της σεζόν και να αποτελεί έναν από τους διεκδικητές για το Πρωτάθλημα οδηγών. Και οι τέσσερις οδηγοί των McLaren-Mercedes, Ferrari και Jordan (Χάκινεν, Σουμάχερ, Ιρβάιν και Φρέντζεν) διεκδικούν, αρχικά, τον τίτλο. Στον όγδοο, ωστόσο, αγώνα, στο Γκραν-Πρι της Βρετανίας, ο Σουμάχερ, εξαιτίας προβλήματος στα φρένα του μονοθεσίου του, στον πρώτο γύρο, βγήκε εκτός πίστας και χτύπησε με δύναμη στα προστατευτικά τοιχώματα της πίστας και τραυματίστηκε, με αποτέλεσμα να χάσει αρκετούς αγώνες (έξι),[41] με τον Φινλανδό Μίκα Σάλο να τον αντικαθιστά. Τελικά, το φινάλε του πρωταθλήματος βρίσκει τον Σουμάχερ στην 5η θέση του βαθμολογικού πίνακα με τον Ιρβάιν να τερματίζει 2ος πίσω από τον Χάκινεν, χάνοντας το πρωτάθλημα στον τελευταίο αγώνα, στο Ιαπωνικό Γκραν-Πρι. Για τον Χάκινεν, ήταν το δεύτερο συνεχόμενο και τελευταίο του πρωτάθλημα. Όμως, η Ferrari, εκείνη την χρόνια κατέκτησε τον τίτλο στο Πρωτάθλημα Κατασκευαστών, μετά από 16 χρόνια (1983). Το 1999 ήταν η χρονιά που αποτέλεσε την έναρξη της κυριαρχίας της Ferrari στο άθλημα.
Το 2000, ο Ιρβάιν αποχώρησε από την ομάδα μετά από τέσσερα χρόνια και προσλήφθηκε στην νεοσύστατη Jaguar, με την θέση του να παίρνει ο έμπειρος Βραζιλιάνος Ρούμπενς Μπαρικέλο. Παρά τον πολύ δυνατό ανταγωνισμό μεταξύ Ferrari-McLaren και Σουμάχερ-Χάκινεν, αυτήν την φορά θα είναι ο Μίχαελ που θα επικρατήσει επί του Φινλανδού διεκδικητή, κατακτώντας τον τρίτο Παγκόσμιο τίτλο του (και πρώτο με την Ferrari), συγκεντρώνοντας συνολικά 108 βαθμούς. Ήταν ο πρώτος Παγκόσμιος τίτλος για οδηγό της Ferrari, μετά το 1979 και τον Τζόντι Σέκτερ, που οδηγούσε τότε για λογαριασμό της Scuderia. Μαθηματικά, ο Σουμάχερ κατέκτησε το πρωτάθλημα στον προτελευταίο αγώνα στην Ιαπωνία, ενώ με το πέσιμο της καρό σημαίας (λήξη του αγώνα), ξέσπασε σε λυγμούς και έντονους πανηγυρισμούς.[42] Η Ferrari, αναδείχτηκε επίσης πρωταθλήτρια κατασκευαστών για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά.
Το 2001, θα είναι ο έτερος οδηγός της McLaren, Ντέιβιντ Κούλθαρντ, που θα ανταγωνιστεί με τον Σουμάχερ για τον τίτλο, όμως ο Μίχαελ πραγματοποίησε μία εξαιρετική χρονιά και κατατάχθηκε πρώτος με 123 βαθμούς, αφήνοντας τον δεύτερο Κούλθαρντ 58 βαθμούς πίσω και αναδείχτηκε έτσι, Πρωταθλητής για τέταρτη φορά στην καριέρα του, ενώ και η Ferrari κατέκτησε ξανά τον τίτλο των κατασκευαστών. Στο φινάλε της σεζόν, ο ανταγωνιστής του για τέσσερα χρόνια, Μίκα Χάκινεν, αποφάσισε να εγκαταλείψει την ενεργό δράση.[43]
Το 2002, η Ferrari ήταν πλέον πολύ πιο ισχυρή, κατακτώντας άνετα το πρωτάθλημα. Επίσης, οι οδηγοί της έκαναν σχετικά εύκολα το 1-2 στον βαθμολογικό πίνακα των οδηγών, με τον Μίχαελ να ανακηρύσσεται Πρωταθλητής, πραγματοποιώντας μία αψεγάδιαστη χρονιά, τερματίζοντας και στα 17 Γκραν-Πρι της σεζόν στην πρώτη τριάδα (11 πρώτες θέσεις, 5 δεύτερες, 1 τρίτη). Δεύτερη ομάδα τερμάτισε η παλιά αντίπαλος, Williams-BMW (η οποία πλέον προμηθευόταν κινητήρες από την εταιρία της BMW), στην οποία οδηγούσαν οι Χουάν Πάμπλο Μοντόγια και ο αδελφός του Μίχαελ, Ραλφ Σουμάχερ.
Το 2003 αποτέλεσε μία από τις καλύτερες περιόδους των τελευταίων ετών της Φόρμουλα 1, καθώς τρεις ομάδες ανταγωνίστηκαν για τον τίτλο: Ήταν οι Ferrari, Williams και McLaren, ενώ οι οδηγοί τους (Σουμάχερ, Μπαρικέλο, Ράικονεν, Μοντόγια και Ραλφ) διεκδίκησαν, για το μεγαλύτερο μέρος της σεζόν, τον τίτλο του καλύτερου οδηγού. Χαρακτηριστικό είναι πως μετά το Βρετανικό Γκραν-Πρι και με μόλις 5 αγώνες να απομένουν, η διαφορά του πρώτου στην βαθμολογία Μίχαελ, με τον πέμπτο Μπαρικέλο ήταν μόλις στους 20 βαθμούς. Τελικά, η κούρσα για το πρωτάθλημα οδηγών ήταν για τρεις (Σουμάχερ, Ράικονεν - της McLaren, Μοντόγια - της Williams), με τον Μίχαελ να επικρατεί του δεύτερου Ράικονεν μόλις για 2 βαθμούς και να γίνεται για έκτη φορά Παγκόσμιος Πρωταθλητής, ξεπερνώντας τον θρυλικό Αργεντινό Χουάν Μανουέλ Φάντζιο που είχε πέντε πρωταθλήματα.[44] Στους κατασκευαστές, η Ferrari επικράτησε ξανά επί της Williams, με 14 βαθμούς διαφορά (στην τελευταία χρονιά που οι δύο ομάδες ανταγωνίστηκαν για το πρωτάθλημα), κερδίζοντας τον πέμπτο συνεχόμενο τίτλο της στο πρωτάθλημα κατασκευαστών. Ξεχωριστό, για τον Μίχαελ και τον αδελφό του Ραλφ, ήταν το τέταρτο Γκραν-Πρι της περιόδου στην Ίμολα, διότι λίγες ώρες πριν τον αγώνα, οι αδελφοί Σουμάχερ (Μίχαελ-Ραλφ) πληροφορήθηκαν τον θάνατο της μητέρας τους, ωστόσο αποφάσισαν να αγωνιστούν κανονικά, σε ένδειξη τιμής προς την μνήμη της,[45] με τον Μίχαελ να κερδίζει τον αγώνα και τον Ραλφ να τερματίζει τέταρτος.
Το 2004 η Ferrari είχε ως βασικό αντίπαλο την έκπληξη: Επιστρέφει στους αγώνες η Χόντα (Honda), με την ομάδα BAR-Honda και οδηγούς τους Τζένσον Μπάτον και Τακούμα Σάτο, ενώ και η Renault, επιστρέφοντας και αυτή, εξελίσσει ένα πολλά υποσχόμενο μονοθέσιο, όπου στην θέση του γενικού διευθυντή βρίσκεται ο παλιός γνώριμος του Σουμάχερ, από τα χρόνια της Benetton, Φλάβιο Μπριατόρε. Όπως όμως και το 2002, έτσι και το 2004, η Ferrari βρίσκεται μπροστά από τον ανταγωνισμό και τελικά η περίοδος λήγει με εύκολη επικράτηση της, καθώς και του Σουμάχερ, που γίνεται Παγκόσμιος Πρωταθλητής για έβδομη και τελευταία φορά στην καριέρα του και πέμπτη συνεχόμενη με την Ferrari.[46] Για την Ferrari, ήταν ο έκτος συνεχόμενος και συνολικά ο 14ος τίτλος κατασκευαστών που κατέκτησε στην πολύχρονη ιστορία της (κατέκτησε άλλα δύο πρωταθλήματα τις χρονιές 2007 και 2008 φτάνοντας συνολικά τους 16 τίτλους).
Το 2005 η Ferrari δεν κάνει μεγάλη πρόοδο στην εξέλιξη των μονοθεσίων της και σε (καθοριστικό) συνδυασμό με μία αιφνίδια αλλαγή στους κανονισμούς των ελαστικών από την FIA που ίσχυσε μόνο τη σεζόν του 2005 και έκανε (ουσιαστικά) τα μονοθέσια της Ferrari μη ανταγωνιστικά ως προς όλες τις αντίπαλες ομάδες (δείτε σχετικά εδώ), το μονοθέσιο της εταιρείας βρέθηκε πολύ πίσω σε επιδόσεις από τις McLaren-Mercendes και Renault, αλλά ακόμα και από την ομάδα της Toyota σε ορισμένους αγώνες. Έτσι, ο Σουμάχερ σε μία μέτρια χρονιά, τερμάτισε στην τρίτη θέση του Πρωταθλήματος οδηγών, πίσω από τους Φερνάντο Αλόνσο της Reanult και Κίμι Ράικονεν της McLaren, έχοντας μόλις μία pole position, μία νίκη και άλλες τέσσερις παρουσίες στην πρώτη τριάδα. Την χρονιά εκείνη, η Renault κατέκτησε το Πρωτάθλημα Κατασκευαστών για πρώτη φορά στην ιστορία της, κερδίζοντας την ομάδα της McLaren. Η Ferrari τερμάτισε τρίτη.
Ούτε όμως και το 2006 η Ferrari έδειξε να προσαρμόζεται εύκολα στους νέου τύπου κινητήρες που έγιναν υποχρεωτικοί (η FIA επέβαλλε τότε και ως τη λήξη της σεζόν του 2013, κινητήρες 2.4 λίτρων V8, αντί για τους 3.0 λίτρων V10 που χρησιμοποιούνταν μέχρι και το 2005), αν και ο προηγούμενος ολέθριος για αυτήν κανονισμός σχετικά με τα ελαστικά καταργήθηκε οριστικά. Παρ' όλα αυτά, ο Σουμάχερ επανέρχεται στις συχνές νίκες, κερδίζοντας 7 φορές στη σεζόν, και μέχρι το τέλος διεκδικεί τον τίτλο, τον οποίο έχασε ουσιαστικά στον προτελευταίο αγώνα, όπου είχε την ατυχία να εγκαταλείψει από σπάσιμο κινητήρα, ενώ ήταν στην πρώτη θέση, και ο Αλόνσο της ομάδας της Renault πήρε την πρωτοπορία και εν τέλει την νίκη, και (με επίσης 7 νίκες στη σεζόν) τελικά το πρωτάθλημα για το 2006 (δεύτερος συνεχόμενος και τελευταίος του τίτλος). Για την ιστορία, στον τελευταίο αγώνα ο Μίχαελ τερμάτισε 4ος. Στο Πρωτάθλημα Κατασκευαστών η Renault επικράτησε επί της Ferrari και κατέκτησε το δεύτερο (και δεύτερο συνεχόμενο) πρωτάθλημά της (δεν κατάφερε να κερδίσει άλλο πρωτάθλημα τις επόμενες χρονιές).
Ο Σουμάχερ είχε από την αρχή της περιόδου δηλώσει ότι με τη λήξη της χρονιάς θα εγκατέλειπε την ενεργό δράση, κάτι που έπραξε στο τέλος της σεζόν.[47] Η τελευταία pole position του Μίχαελ Σουμάχερ με την ομάδα της Ferrari σημειώθηκε στο Γαλλικό Γκραν-Πρι στις 15 Ιουλίου 2006, ενώ η τελευταία νίκη με την ομάδα (αλλά και της καριέρας του), ήρθε λίγους αγώνες μετά, στο Γκραν-Πρι της Κίνας στις 1 Οκτωβρίου 2006.[48] Η νίκη στο Γκραν-Πρι της Κίνας, αποτέλεσε και το τελευταίο βάθρο του Σουμάχερ με την ομάδα της Ferrari.
Ο απολογισμός του μετά από 11 χρόνια στην ομάδα της Ferrari ήταν: 179 αγώνες, 5 Πρωταθλήματα οδηγών, 6 Πρωταθλήματα κατασκευαστών, 1.066 συνολικοί βαθμοί, 72 νίκες, 32 δεύτερες και 12 τρίτες θέσεις (116 συνολικά βάθρα), 58 πρώτες θέσεις εκκίνησης (pole position), 53 ταχύτεροι γύροι αγώνα, ενώ είχε ακόμα 29 τερματισμούς στις βαθμολογούμενες θέσεις, 29 εγκαταλείψεις και μόλις 5 τερματισμούς εκτός βαθμολογούμενων θέσεων.
Το 2009 ο τραυματισμός του Φελίπε Μάσα (οδηγού της Ferrari από το 2006) στο Ουγγρικό Γκραν-Πρι, έφερε τον Σουμάχερ στο προσκήνιο για μία πιθανή αντικατάσταση του οδηγού της Ferrari. Προς αυτή την κατεύθυνση ξεκίνησε εντατική προπόνηση,[49] εντούτοις, ένας τραυματισμός στο λαιμό κατά τη διάρκεια αγώνα μοτοσυκλετών, στον οποίο είχε συμμετάσχει νωρίτερα το 2009, αποδείχτηκε επίπονος και τον οδήγησε στην ματαίωση της επιστροφής του στο κόκπιτ (η θέση του οδηγού στο μονοθέσιο), με τον οδηγό-δοκιμαστή της Ferrari, Λούκα Μπαντοέρ, να παίρνει τελικά τη θέση του Φελίπε Μάσα.[50] Ωστόσο, στις 23 Δεκεμβρίου 2009 επιβεβαιώθηκε από την ομάδα της Μερτσέντες (Mercedes), ότι ο Σουμάχερ είχε υπογράψει συμβόλαιο για να συμμετάσχει ξανά σε αγώνες της Φόρμουλα 1 με ομόσταβλό του (συναγωνιστή-teammate) τον Νίκο Ρόσμπεργκ, για το 2010.[51][52] Η Mercedes πήρε την διεύθυνση της ομάδας Brawn GP, πρωταθλήτριας της προηγούμενης χρονιάς (2009) την οποία προμήθευε με κινητήρα, κάνοντας έτσι την επανεμφάνισή της ως κατασκευάστρια μονοθέσιου Φόρμουλα 1 μετά από 55 χρόνια (1955). Ο Σουμάχερ πήρε την θέση του παγκόσμιου πρωταθλητή της προηγούμενης χρονιάς Τζένσον Μπάτον, ο οποίος υπέγραψε στην άλλη ομάδα που τροφοδοτούσε με κινητήρες η Mercedes, την Mclaren.
Η χαμηλή δυναμική της Mercedes τα πρώτα χρόνια μετά την επιστροφή της στο άθλημα, σε σχέση με τις κορυφαίες ομάδες (Red Bull, Ferrari, McLaren), αλλά και η μεγάλη ηλικία του Μίχαελ, όταν επέστρεψε στο άθλημα (41 ετών), είχαν σαν αποτέλεσμα να πραγματοποιήσει μέτριες εμφανίσεις, με πολύ συχνές παρουσίες στις βαθμολογούμενες θέσεις, χωρίς ωστόσο κάποιον τερματισμό στην πρώτη τριάδα. Το 2012, που ήταν και η τελευταία του χρονιά στο άθλημα, ήταν και η χειρότερη μετά την επιστροφή του και πιθανώς η χειρότερη σε ολόκληρη την καριέρα του, αφού εκτός από τον μη αγωνιστικό ρυθμό του μονοθεσίου, είχε να αντιμετωπίσει και σωρεία μηχανικών προβλημάτων που τον ανάγκασαν να εγκαταλείψει σε 6 αγώνες.
Παρ' όλα αυτά, το 2012, στο Γκραν-Πρι του Μονακό κατάφερε στις κατατακτήριες δοκιμές, να κάνει τον καλύτερο χρόνο, παίρνοντας την pole position, που ήταν και η τελευταία στην καριέρα του. Εξαιτίας όμως μίας τιμωρίας που δέχτηκε για μία σύγκρουση στον προηγούμενο αγώνα, εκίνησε τελικά από την έκτη θέση, με τον Μαρκ Γουέμπερ της Red Bull να εκκινεί πρώτος (έκανε τον δεύτερο καλύτερο χρόνο στα δοκιμαστικά).[53] Δύο αγώνες μετά, στο Ευρωπαϊκό Γκραν-Πρι στην Βαλένθια, θα τερματίσει στην τρίτη θέση, πίσω από τους Αλόνσο και Ράικονεν, στο μοναδικό, όπως αποδείχτηκε βάθρο που πήρε, στις τρεις σεζόν που αγωνίστηκε στην επιστροφή του.[54] Αυτό ήταν το 155ο και τελευταίο βάθρο που κατέκτησε στην πολύχρονη καριέρα του. Οι θέσεις που κατέλαβε στον βαθμολογικό πίνακα στο πρωτάθλημα οδηγών τις σεζόν 2010, 2011 και 2012 ήταν 9η, 8η και 13η. Η ομάδα του Μίχαελ, η Mercendes, τις τρεις αυτές χρονιές, κατέλαβε την 4η, 4η και 5η θέση αντίστοιχα, στο Πρωτάθλημα Κατασκευαστών.
Στις 4 Οκτωβρίου 2012, ο Σουμάχερ ανακοίνωσε ότι θα αποχωρήσει από τους αγώνες της Φόρμουλα 1 μετά το τέλος της σεζόν, θέτοντας τέλος στην πλούσια και μακροχρόνια καριέρα του.[55][56] Ο απολογισμός του μετά από 3 χρόνια στην ομάδα της Mercedes ήταν: 58 αγώνες, 197 συνολικοί βαθμοί, 1 τρίτη θέση, 1 πρώτη θέση εκκίνησης (pole position) (ξεκίνησε 6ος λόγω τιμωρίας), 1 ταχύτερος γύρος αγώνα, ενώ είχε ακόμα 30 τερματισμούς στις βαθμολογούμενες θέσεις, 14 εγκαταλείψεις και άλλους 13 τερματισμούς εκτός βαθμολογούμενων θέσεων.
Το κράνος του Μίχαελ Σουμάχερ κατασκευάζονταν από τις εταιρίες Bell (μέχρι το 2001) και Schuberth (μέχρι το 2012). Τα χαρακτηριστικά του κράνους του όσο οδηγούσε για λογαριασμό της Benetton και της Ferrari μέχρι και το 1999, ήταν λευκό χρώμα, με την κορυφή να είναι μπλε και κατά θέσεις να υπάρχουν αστέρια. Από το 2000 άλλαξε τον χρωματισμό σε κόκκινο με διαστήματα λευκού (τα αστέρια παρέμειναν), ενώ τις τρεις τελευταίες του χρονιές στο άθλημα (2010-2011-2012) το χρώμα του κράνους ήταν κόκκινο.
Στις 30 Απριλίου 1994, στην πίστα της Ίμολα, συνέβη το θανατηφόρο ατύχημα του Ρόλαντ Ράτζενμπεργκερ (οδηγού της ομάδας της Simtek), κατά την διάρκεια των κατατακτήριων δοκιμών. Την επόμενη ημέρα οι οδηγοί, με επικεφαλής τον Άιρτον Σένα (λίγες ώρες πριν το δικό του θανατηφόρο ατύχημα) συζήτησαν και αποφάσισαν την επανασύσταση της GPDA (Gran Prix Drivers' Association),[57] που είναι η ένωση οδηγών, η οποία προωθεί την ασφάλεια και τα δικαιώματα των πιλότων της Φόρμουλα 1. Η ένωση αυτήν είχε καταργηθεί το 1982 και μετά την επανασύστασή της το 1994 συνεχίζει να υπάρχει μέχρι και σήμερα. Πρώτοι διευθυντές της ήταν οι Άιρτον Σένα, Γκέρχαρντ Μπέργκερ και Μίχαελ Σουμάχερ, με τον Νίκι Λάουντα να είναι ο σύμβουλός τους, ενώ ο Μίχαελ κράτησε την θέση του μέχρι και το 2005, όπου και τον αντικατέστησε ο Ντέιβιντ Κούλθαρντ. Στην διάρκεια της θητείας του (1994-2005) έλαβε πολλές σημαντικές αποφάσεις προς την κατεύθυνση της ασφάλειας κατά την διάρκεια των αγώνων. Σήμερα, πρόεδρος της GPDA είναι ο πρώην οδηγός της Φόρμουλα 1 Αλεξάντερ Βουρτς.
Μετά την πρώτη αποχώρησή του από το άθλημα το 2006, παρέμεινε κοντά στην Ferrari για άλλα τρία χρόνια (2007-2008-2009), ως σύμβουλος, ενώ κατά την διάρκεια των χειμερινών δοκιμών εξέλιξης των μονοθεσίων το 2008, συμμετείχε και ο ίδιος ενεργά, οδηγώντας συχνά τα οχήματα της ομάδας.
Συνήθως ο Σουμάχερ, στο Πρωτάθλημα οδηγών, τερμάτιζε μπροστά από τους συναγωνιστές του (teammate), με εξαίρεση την πρώτη περίοδό του στους αγώνες της Φόρμουλα 1 (1991), όπου έτρεξε μονάχα σε 6 αγώνες, καθώς και το 1999, χρονιά στην οποία τραυματίστηκε. Όσο ήταν στην Benetton όσο και στην Ferrari ήταν ο πρώτος οδηγός, πράγμα που του έδινε εύνοια απέναντι στους συναγωνιστές του. Χαρακτηριστικό είναι το προσπέρασμα του στον Ρούμπενς Μπαρικέλο στο Αυστριακό Γκραν-Πρι το 2002, όπου ο Βραζιλιάνος τον άφησε να τον περάσει λίγα μέτρα πριν τον τερματισμό, "χάρη" όμως που ο Μίχαελ του ξεπλήρωσε στο Γκραν-Πρι των ΗΠΑ, αφήνοντας τον Ρούμπενς να τον προσπεράσει πριν την καρό σημαία (σημαία που κυματίζει στην ευθεία εκκίνησης-τερματισμού και συμβολίζει την λήξη του αγώνα). Σε αυτόν τον αγώνα, ο Μπαρικέλο τερμάτισε μόλις 0,011 χιλιοστά του δευτερολέπτου μπροστά από τον Μίχαελ, γεγονός που αποτελεί μέχρι και σήμερα το ρεκόρ του πλησιέστερου τερματισμού σε Γκραν-Πρι, μεταξύ του πρώτου και δεύτερου οδηγού. Στις χρονιές που ο Σουμάχερ επέστρεψε στο άθλημα (2010-2011-2012), ελλείψει ανταγωνιστικού ρυθμού, τερμάτιζε πίσω από τον ομόσταβλό του Νίκο Ρόζμπεργκ, στην τελική κατάταξη.
Στον παρακάτω πίνακα παρουσιάζονται όλοι οι συναγωνιστές που είχε ο Μίχαελ Σουμάχερ στα 19 χρόνια που έτρεχε σαν οδηγός της Φόρμουλα 1.
Χρονιά | Ομάδα | Teammate - Συναγωνιστής (στην ίδια ομάδα) |
---|---|---|
1991 | Jordan Grand Prix | Αντρέα ντε Τσέζαρις |
1991 | Benetton Ford | Νέλσον Πικέ |
1992 | Benetton Ford | Μάρτιν Μπραντλ |
1993 | Benetton Ford | Ρικάρντο Πατρέζε |
1994 | Benetton Ford | Τζέι Τζέι Λέιτο/ Γιος Φερστάπεν/ Τζόνι Χέρμπερτ |
1995 | Benetton Renault | Τζόνι Χέρμπερτ |
1996 | Scuderia Ferrari | Έντι Ιρβάιν |
1997 | Scuderia Ferrari | Έντι Ιρβάιν |
1998 | Scuderia Ferrari | Έντι Ιρβάιν |
1999 | Scuderia Ferrari | Έντι Ιρβάιν |
2000 | Scuderia Ferrari | Ρούμπενς Μπαρικέλο |
2001 | Scuderia Ferrari | Ρούμπενς Μπαρικέλο |
2002 | Scuderia Ferrari | Ρούμπενς Μπαρικέλο |
2003 | Scuderia Ferrari | Ρούμπενς Μπαρικέλο |
2004 | Scuderia Ferrari | Ρούμπενς Μπαρικέλο |
2005 | Scuderia Ferrari | Ρούμπενς Μπαρικέλο |
2006 | Scuderia Ferrari | Φελίπε Μάσα |
2010 | Mercedes GP | Νίκο Ρόσμπεργκ |
2011 | Mercedes GP | Νίκο Ρόσμπεργκ |
2012 | Mercedes GP | Νίκο Ρόσμπεργκ |
Ο Σουμάχερ ζει την Ελβετία με την γυναίκα του Corinna Betsch (από το 1995) και τα δύο παιδιά τους, Gina-Maria (γενν.1997) και Μικ (γενν. 1999). Ο γιος του, είναι επίσης οδηγός αγώνων και τρέχει στο πρωτάθλημα της Φόρμουλα 1 από το 2020.[58] Εκτός όμως από τα χρήματα, τα οποία κέρδισε ως οδηγός στη Φόρμουλα 1, ο Μίχαελ δραστηριοποιείται και σε άλλες επιχειρήσεις. Έχει, επίσης, να επιδείξει ένα αξιόλογο φιλανθρωπικό έργο, με χαρακτηριστικό το γεγονός της χρηματικής βοήθειας που πρόσφερε μετά τον φονικό σεισμό και τσουνάμι στον Ινδικό Ωκεανό στις 26 Δεκεμβρίου 2004.[59][60] Είναι μέλος της Εθνικής Ομάδας Πιλότων (ομάδα που απαρτίζεται από πρώην και νυν οδηγούς της Φόρμουλα 1 και οδηγεί σε πολλούς αγώνες για φιλανθρωπικό σκοπό), ενώ είναι επίσης, πρέσβης της UΝESCO.
Εκτός από το φιλανθρωπικό του έργο, συμμετείχε και σε διαφημίσεις που αφορούσαν την μη κατανάλωση αλκοόλ κατά την οδήγηση, όπως έκαναν πολλές φορές και άλλοι οδηγοί, όπως ο Τζάκι Στιούαρτ, ενώ εμφανίστηκε, έχοντας μικρή παρουσία, στην παιδική ταινία Αυτοκίνητα το 2006, ενσαρκώνοντας τον εαυτό του, καθώς και το 2008 συμμετείχε στην ταινία Ο Αστερίξ στους Ολυμπιακούς Αγώνες έχοντας το ρόλο του Γερμανού αρματοδρόμου. Τον Σεπτέμβριο του 2021, η συνδρομητική πλατφόρμα του Netflix, κυκλοφόρησε δίωρο ντοκιμαντέρ για την ζωή και την καριέρα του.[61]
Στις 29 Δεκεμβρίου του 2013, ο Μίχαελ Σουμάχερ τραυματίστηκε σοβαρά στο κεφάλι, ενώ έκανε σκι στις γαλλικές Άλπεις, σε σημείο που βρισκόταν εκτός της πίστας. Η βοήθεια που του παρασχέθηκε ήταν άμεση και οι τραυματιοφορείς έφτασαν κοντά του σε διάστημα οκτώ λεπτών. Στη συνέχεια μεταφέρθηκε με ελικόπτερο σε νοσοκομείο στο Μουτιέ (στις 11:53 τοπική ώρα) έχοντας ακόμη τις αισθήσεις του. Το νοσοκομείο στο Μουτιέ δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει το συμβάν και ο Σουμάχερ μεταφέρθηκε με ελικόπτερο στη γειτονική Γκρενόμπλ (στις 12:45 τοπική ώρα).
Ωστόσο, σύμφωνα με πληροφορίες που διέρρευσαν τα γαλλικά ΜΜΕ, τα τραύματα που έφερε ο Σουμάχερ ήταν πιο σοβαρά απ' ότι αρχικά έδειχναν. Η κατάσταση της υγείας του είχε επιδεινωθεί και οι γιατροί τον υπέβαλαν σε τεχνητό κώμα. Ο Σουμάχερ υποβλήθηκε σε δύο νευροχειρουργικές επεμβάσεις, καθώς είχε εγκεφαλική αιμορραγία.[62]
Μελέτη του βίντεο και φωτογραφικού υλικού από την κάμερα που ήταν στο κράνος του Σουμάχερ από τις γαλλικές αρχές δείχνουν πως ο Σουμάχερ δεν έκανε σκι με μεγάλη ταχύτητα την ώρα που χτύπησε. Ερευνάται αν ο Σουμάχερ μείωνε την ταχύτητά του πριν το ατύχημα, πιθανώς επειδή δεν αισθανόταν καλά.[63]
Στις 16 Ιουνίου του 2014, η μάνατζερ του Σουμάχερ, Σαμπίνε Κεμ, προχώρησε σε ανακοίνωση όπου ενημέρωσε πως ο Σουμάχερ βγήκε από το κώμα, ενώ μεταφέρθηκε και από το νοσοκομείο της Γκρενόμπλ όπου νοσηλεύονταν για 6 μήνες, σε άγνωστο μέρος, ώστε να ξεκινήσει την αποθεραπεία του μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας.[64] Έκτοτε, οι πληροφορίες για την κατάσταση της υγείας του είναι λίγες, ύστερα και από επιθυμία της συζύγου του.
Παρακάτω δίνονται συνοπτικά τα αποτελέσματα του Μίχαελ Σουμάχερ στους αγώνες που έτρεξε στα 19 χρόνια της καριέρας του.
Η επεξήγηση του πίνακα δίνεται στο κάτω μέρος.
Έτος | Συμμετοχή | Σασί | Κινητήρας | 1 | 2 | 3 | 4 | 5 | 6 | 7 | 8 | 9 | 10 | 11 | 12 | 13 | 14 | 15 | 16 | 17 | 18 | 19 | 20 | Θέση | Βαθμοί |
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
1991 | Team 7UP Jordan | Jordan 191 | Ford HBB 4 3.5 V8 | USA | BRA | SMR | MON | CAN | MEX | FRA | GBR | GER | HUN | BEL Εγκ |
14ος | 4 | |||||||||
Camel Benetton Ford | Benetton B191 | Ford HBA 5 3.5 V8 | ITA 5 |
POR 6 |
ESP 6 |
JPN Εγκ |
AUS Εγκ |
||||||||||||||||||
1992 | Camel Benetton Ford | Benetton B191B | Ford HB 3.5 V8 | RSA 4 |
MEX 3 |
BRA 3 |
3ος | 53 | |||||||||||||||||
Benetton B192 | ESP 2 |
SMR Εγκ |
MON 4 |
CAN 2 |
FRA Εγκ |
GBR 4 |
GER 3 |
HUN Εγκ |
BEL 1 |
ITA 3 |
ΡOR 7 |
JPN Εγκ |
AUS 2 |
||||||||||||
1993 | Camel Benetton Ford | Benetton B193 | Ford HB 3.5 V8 | RSA Εγκ |
BRA 3 |
4ος | 52 | ||||||||||||||||||
Benetton B193B | EUR Εγκ |
SMR 2 |
ESP 3 |
MON Εγκ |
CAN 2 |
FRA 3 |
GBR 2 |
GER 2 |
HUN Εγκ |
BEL 2 |
ITA Εγκ |
POR 1 |
JPN Εγκ |
AUS Εγκ |
|||||||||||
1994 | Mild Seven Benetton Ford | Benetton B194 | Ford Zetec-R 3.5 V8 | BRA 1 |
PAC 1 |
SMR 1 |
MON 1 |
ESP 2 |
CAN 1 |
FRA 1 |
GBR ΑΚ |
GER Εγκ |
HUN 1 |
BEL ΑΚ |
ITA |
POR |
EUR 1 |
JPN 2 |
AUS Εγκ |
1ος | 92 | ||||
1995 | Mild Seven Benetton Renault | Benetton B195 | Renault RS7 3.0 V10 | BRA 1 |
ARG 3 |
SMR Εγκ |
ESP 1 |
MON 1 |
CAN 5 |
FRA 1 |
GBR Εγκ |
GER 1 |
HUN 11† |
BEL 1 |
ITA Εγκ |
POR 2 |
EUR 1 |
PAC 1 |
JPN 1 |
AUS Εγκ |
1ος | 102 | |||
1996 | Scuderia Ferrari S.p.A. | Ferrari F310 | Ferrari 046 3.0 V10 | ΑUS Εγκ |
BRA 3 |
ARG Εγκ |
EUR 2 |
SMR 2 |
MON Εγκ |
ESP 1 |
CAN Εγκ |
FRA ΔΕΚ |
GBR Εγκ |
GER 4 |
ΗUN 9† |
BEL 1 |
ITA 1 |
ΡOR 3 |
JPN 2 |
3ος | 59 | ||||
1997 | Scuderia Ferrari Marlboro | Ferrari F310B | Ferrari 046/2 3.0 V10 | AUS 2 |
BRA 5 |
ARG Εγκ |
SMR 2 |
MON 1 |
ΕSP 4 |
CAN 1 |
FRA 1 |
GBR Εγκ |
GER 2 |
HUN 4 |
BEL 1 |
ITA 6 |
AUT 6 |
LUX Εγκ |
JPN 1 |
EUR Εγκ |
AK^^^ | 78 | |||
1998 | Scuderia Ferrari Marlboro | Ferrari F300 | Ferrari 047 3.0 V10 | AUS Εγκ |
BRA 3 |
ΑRG 1 |
SMR 2 |
ESP 3 |
MON 10 |
CAN 1 |
FRA 1 |
GBR 1 |
AUT 3 |
GER 5 |
HUN 1 |
BEL Εγκ |
ITA 1 |
LUX 2 |
JPN Εγκ |
2ος | 86 | ||||
1999 | Scuderia Ferrari Marlboro | Ferrari F399 | Ferrari 048 3.0 V10 | AUS 8 |
BRA 2 |
SMR 1 |
MON 1 |
ESP 3 |
CAN Εγκ |
FRA 5 |
GBR ΔΕΚ |
AUT |
GER |
HUN |
BEL |
ITA |
EUR |
MAL 2 |
JPN 2 |
5ος | 44 | ||||
2000 | Scuderia Ferrari Marlboro | Ferrari F1-2000 | Ferrari 049 3.0 V10 | AUS 1 |
BRA 1 |
SMR 1 |
GBR 3 |
ESP 5 |
EUR 1 |
MON Εγκ |
CAN 1 |
FRA Εγκ |
AUT Εγκ |
GER Εγκ |
HUN 2 |
BEL 2 |
ITA 1 |
USA 1 |
JPN 1 |
MAL 1 |
1ος | 108 | |||
2001 | Scuderia Ferrari Marlboro | Ferrari F2001 | Ferrari 050 3.0 V10 | AUS 1 |
MAL 1 |
BRA 2 |
SMR Εγκ |
ESP 1 |
AUT 2 |
MON 1 |
CAN 2 |
EUR 1 |
FRA 1 |
GBR 2 |
GER Εγκ |
HUN 1 |
BEL 1 |
ITA 4 |
USA 2 |
JPN 1 |
1ος | 123 | |||
2002 | Scuderia Ferrari Marlboro | Ferrari F2001 | Ferrari 050 3.0 V10 | AUS 1 |
MAL 3 |
1ος | 144 | ||||||||||||||||||
Ferrari F2002 | Ferrari 051 3.0 V10 | BRA 1 |
SMR 1 |
ESP 1 |
AUT 1 |
MON 2 |
CAN 1 |
EUR 2 |
GBR 1 |
FRA 1 |
GER 1 |
HUN 2 |
BEL 1 |
ΙTA 2 |
USA 2 |
JPN 1 |
|||||||||
2003 | Scuderia Ferrari Marlboro | Ferrari F2002 | Ferrari 051 3.0 V10 | AUS 4 |
MAL 6 |
BRA Εγκ |
SMR 1 |
1ος | 93 | ||||||||||||||||
Ferrari F2003-GA | Ferrari 052 3.0 V10 | ESP 1 |
AUT 1 |
MON 3 |
CAN 1 |
EUR 5 |
FRA 3 |
GBR 4 |
GER 7 |
HUN 8 |
ITA 1 |
USA 1 |
JPN 8 |
||||||||||||
2004 | Scuderia Ferrari Marlboro | Ferrari F2004 | Ferrari 053 3.0 V10 | AUS 1 |
MAL 1 |
BHR 1 |
SMR 1 |
ESP 1 |
MON Εγκ |
EUR 1 |
CAN 1 |
USA 1 |
FRA 1 |
GBR 1 |
GER 1 |
HUN 1 |
BEL 2 |
ITA 2 |
CHN 12 |
JPN 1 |
BRA 7 |
1ος | 148 | ||
2005 | Scuderia Ferrari Marlboro | Ferrari F2004M | Ferrari 053 3.0 V10 | AUS Εγκ |
MAL 7 |
3ος | 62 | ||||||||||||||||||
Ferrari F2005 | Ferrari 055 3.0 V10 | BHR Εγκ |
SMR 2 |
ESP Εγκ |
MON 7 |
EUR 5 |
CAN 2 |
USA 1 |
FRA 3 |
GBR 6 |
GER 5 |
HUN 2 |
TUR Εγκ |
ΙTA 10 |
ΒEL Εγκ |
BRA 4 |
JPN 7 |
CHN Εγκ |
|||||||
2006 | Scuderia Ferrari Marlboro | Ferrari 248 F1 | Ferrari 056 2.4 V8 | BHR 2 |
MAL 6 |
AUS Εγκ |
SMR 1 |
EUR 1 |
ESP 2 |
MON 5 |
GBR 2 |
CAΝ 2 |
USA 1 |
FRA 1 |
GER 1 |
HUN 8† |
ΤUR 3 |
ITA 1 |
CHN 1 |
JPN Εγκ |
BRA 4 |
2ος | 121 | ||
2010 | Mercedes GP Petronas F1 Team | Mercedes MGP W01 | Mercedes FO 108X 2.4 V8 | BHR 6 |
AUS 10 |
MAL Εγκ |
CHN 10 |
ESP 4 |
MON 12 |
TUR 4 |
CAN 11 |
EUR 15 |
GBR 9 |
GER 9 |
HUN 11 |
BEL 7 |
ITΑ 9 |
SIN 13 |
JPN 6 |
ΚOR 4 |
BRA 7 |
ABU Εγκ |
9ος | 72 | |
2011 | Mercedes GP Petronas F1 Team | Mercedes MGP W02 | Mercedes FO 108Y 2.4 V8 | AUS Εγκ |
MAL 9 |
CHN 8 |
TUR 12 |
ESP 6 |
MON Εγκ |
CAN 4 |
EUR 17 |
GBR 9 |
GER 8 |
HUN Εγκ |
BEL 5 |
ITA 5 |
SIN Εγκ |
JPN 6 |
ΚOR Εγκ |
IND 5 |
ABU 7 |
BRA 15 |
8ος | 76 | |
2012 | Mercedes AMG Petronas F1 Team | Mercedes F1 W03 | Mercedes FO 108Z 2.4 V8 | AUS Εγκ |
MAL 10 |
CHN Εγκ |
BHR 10 |
ESP Εγκ |
MON Εγκ |
CAN Εγκ |
EUR 3 |
GBR 7 |
GER 7 |
HUN Εγκ |
BEL 7 |
ITA 6 |
SIN Εγκ |
JPN 11 |
KOR 13 |
IND 22† |
ABU 11 |
USA 16 |
BRA 7 |
13ος | 49 |
Ένδειξη και Σημασία | |
---|---|
1 | Νικητής |
2 | 2η θέση |
3 | 3η θέση |
Πράσινο | Τερμάτισε σε βαθμολογούμενη θέση |
Μωβ | Τερμάτισε σε μη βαθμολογούμενη θέση |
Εγκ | Εγκατέλειψε κατά τη διάρκεια του αγώνα |
ΑΚ | Ακυρώθηκε αφού είχε εκινήσει |
ΔΕΚ | Δεν εκίνησε τον αγώνα λόγω προβλήματος στο μονοθέσιο |
Το † σημαίνει ότι ο οδηγός εγκατέλειψε τον αγώνα, αλλά κατατάχτηκε στην τελική κατάταξη διότι συμπλήρωσε το 90% των γύρων
Έντονοι λατινικοί χαρακτήρες (bold) - Pole position (πρώτη θέση εκκίνησης)
Πλάγιοι λατινικοί χαρακτήρες (Italics) - Ταχύτερος γύρος του αγώνα
Σε ορισμένα Γκραν-Πρι υπάρχουν και οι δύο παραπάνω παράμετροι
Επιπλέον επεξήγηση: Οι αριθμοί από το 1 έως το 20 ψηλά στον πίνακα, συμβολίζουν τον αριθμό των Γκραν-Πρι που διεξήχθησαν κάθε χρονιά. Ο αριθμός σε κάθε χρωματισμένο τετράγωνο δείχνει την θέση που τερμάτισε ο οδηγός στον συγκεκριμένο αγώνα. Οι λατινικοί χαρακτήρες πάνω σε κάθε χρωματισμένο τετράγωνο συμβολίζουν το εκάστοτε Γκραν-Πρι, π.χ BEL = Βελγικό Γκραν-Πρι, ITA = Ιταλικό Γκραν-Πρι. Τα λευκά τετράγωνα με λατινικούς χαρακτήρες στο κέντρο, συμβολίζουν το γεγονός ότι δεν συμμετείχε στο Γκραν-Πρι. Δεξιά, η στήλη Θέση αναφέρει την τελική θέση του οδηγού στο Πρωτάθλημα οδηγών, ενώ η στήλη Βαθμοί αναφέρει τους βαθμούς που συγκέντρωσε ο οδηγός κάθε χρονιά. Παρακάτω δίνονται πληροφορίες για το σύστημα βαθμολόγησης των οδηγών, αφού ανά χρονικές περιόδους αυτό άλλαζε.
^^^Το 1997 ο Σουμάχερ ακυρώθηκε για όλη την σεζόν, καθώς θεωρήθηκε ότι επέδειξε αντιαθλητική συμπεριφορά στο τελευταίο Γκραν-Πρι, προσπαθώντας να βγάλει εκτός αγώνα τον αντίπαλο οδηγό Ζακ Βιλνέβ. Κράτησε όμως τους βαθμούς και τα βάθρα που κέρδισε εκείνη την σεζόν.
Το 1991 έτρεξε από τον 11ο έως και τον 16ο αγώνα, χωρίς να συμμετάσχει σε όλους τους προηγούμενους αγώνες.
Το 1999, τραυματίστηκε στο 8ο Γκραν-Πρι της χρονιάς και εξαιτίας του τραυματισμού του δεν αγωνίστηκε μέχρι και τον 14ο αγώνα.
Ο Σουμάχερ αποτελεί "ζωντανό θρύλο" για τη Φόρμουλα 1, καθώς έχει καταρρίψει τα περισσότερα ρεκόρ που έχει καταρρίψει ποτέ αγωνιζόμενος σε αυτό το άθλημα. Χαρακτηριστικά μέχρι το 2012:
Επίτευγμα | Αριθμός | |
---|---|---|
Τίτλοι | ||
1 | Πρωταθλήματα οδηγών | 7 (1994, 1995, 2000, 2001, 2002, 2003, 2004) |
2 | Συνεχόμενα Πρωταθλήματα οδηγών | 5 (2000 - 2001 - 2002 - 2003 - 2004) |
3 | Η πιο γρήγορη κατάκτηση πρωταθλήματος οδηγών | 2002 (6 αγώνες πριν το φινάλε της χρονιάς) |
4 | Νίκες σε Γκραν-Πρι * | 91 |
5 | Συνεχόμενες νίκες | 7 (2004, Ευρωπαϊκό Γκραν-Πρι έως Ουγγρικό Γκραν-Πρι) |
6 | Νίκες με την ίδια ομάδα * | 72 (Scuderia Ferrari) |
7 | Περισσότερες νίκες σε Γκραν-Πρι | 8 (Γαλλικό Γκραν-Πρι) |
8 | Νίκες σε διαφορετικά Γκραν-Πρι * | 22 |
9 | Μεγαλύτερο διάστημα μεταξύ πρώτης και τελευταίας νίκης | 14 χρόνια, 1 μήνας και 2 ημέρες |
10 | Μεγαλύτερο διάστημα μεταξύ πρώτου και τελευταίου βάθρου | 20 χρόνια, 2 μήνες και 2 ημέρες |
11 | Δεύτερες θέσεις * | 43 |
12 | Συνολικά Πόντιουμ (Πρώτη τριάδα - βάθρα) * | 155 |
13 | Συνεχόμενοι τερματισμοί μέσα στην πρώτη τριάδα | 19 (2001 Αμερικάνικο Γκραν-Πρι έως 2002 Ιαπωνικό Γκραν-Πρι) |
14 | Τερματισμοί εντός των βαθμολογούμενων θέσεων * | 221 (βάθρα ΚΑΙ τερματισμοί σε βαθμολογούμενες θέσεις) |
15 | Προπορευόμενοι γύροι * | 4.741 (22.155 Km) |
16 | Πρώτη θέση εκκίνησης (Pole position) * | 68 |
17 | Πρώτη σειρά εκκίνησης (Πρώτη-δεύτερη θέση εκκίνησης) * | 115 |
18 | Ταχύτεροι γύροι | 77 |
19 | Διπλό αποτέλεσμα (Pole ΚΑΙ νίκη) | 40 |
20 | Τριπλό αποτέλεσμα (Pole ΚΑΙ Ταχύτερος γύρος ΚΑΙ νίκη) | 22 |
21 | Περισσότερα τριπλά αποτελέσματα σε μία σεζόν | 5 (2004) |
22 | Συνολικοί πόντοι καριέρας * | 1.566 |
23 | Περισσότεροι συνεχόμενοι τερματισμοί σε αγώνες * | 24 (2001 Ουγγρικό Γκραν-Πρι έως 2003 Γκραν-Πρι Μαλαισίας) |
24 | Περισσότεροι βαθμοί σαν δεύτερος στο πρωτάθλημα * | 121 / από τους 180 διαθέσιμους (2006) |
25 | Περισσότερες νίκες σαν δεύτερος στο πρωτάθλημα * | 7 (2006) |
26 | Νίκες στην Ιντιανάπολις (ΗΠΑ) (Με οποιοδήποτε αγωνιστικό αυτοκίνητο) | 5 |
27 | Νίκες στην Μόντσα (Ιταλία) (Στην Φόρμουλα 1) | 5 |
28 | Νίκες σε μία περίοδο * | 13 / από τους 18 αγώνες (2004) |
29 | Συνεχόμενοι τερματισμοί σε πρώτη και δεύτερη θέση | 15 (2002, Γκραν-Πρι Βραζιλίας έως Γκραν-Πρι Ιαπωνίας) |
30 | Ταχύτεροι γύροι σε μία περίοδο | 10 (2004) |
31 | Περισσότεροι πόντοι που πέτυχε σε μία περίοδο * | 148 / από τους 180 διαθέσιμους (2004) |
32 | Πόντιουμ (βάθρα) σε μία περίοδο * | 17 / από τους 17 αγώνες (2002) |
33 | Υψηλότερο ποσοστό παρουσίας στο βάθρο σε μία περίοδο | 100%, (17 / 17 αγώνες) (2002) |
34 | Πρωτάθλημα κερδίζοντας τις περισσότερες "αριστερόστροφες" πίστες | 6 (2002) |
35 | Περισσότερες περίοδοι με μία τουλάχιστον νίκη | 15 |
36 | Συνεχόμενες περίοδοι με μία τουλάχιστον νίκη | 15 |
37 | Συνεχόμενες μέρες ως Πρωταθλητής | 1813 (από 8 Οκτωβρίου 2000 μέχρι 25 Σεπτεμβρίου 2005) |
* Τα ρεκόρ έχουν καταρριφθεί από άλλον οδηγό
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.