Τένεδος
νησί του βορειοανατολικού Αιγαίου From Wikipedia, the free encyclopedia
νησί του βορειοανατολικού Αιγαίου From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Τένεδος (στα Τουρκικά Bozcaada) είναι νησί του Αιγαίου, που απέχει 52 μίλια από την είσοδο των στενών των Δαρδανελλίων και μόλις 3 μίλια δυτικά από την ακτή της Τρωάδας, που ανήκει στην Τουρκία και διοικητικά στη νομαρχία του Τσανάκκαλε. Έχει σχήμα κυκλικού τομέα με το τόξο του προς ανατολή. Έχει έκταση μόλις 32 τετραγωνικά χιλιόμετρα και πληθυσμό 2.500 κατοίκων, εκ των οποίων πλέον, μόνον οι 20-25 είναι Έλληνες. Γενικά η Τένεδος είναι χαμηλή, το μεγαλύτερο υψόμετρο έχει η κορυφή του Προφήτη Ηλία (του Αϊλιά) στα 205 μ. Οι μέγιστες διαστάσεις της είναι κατά διεύθυνση Δ.ΒΔ. - Α.ΝΑ. 6 μίλια και κατά Β-Ν 3 μίλια. Το δε ανάπτυγμα της ακτογραμμής της φθάνει τα 15 μίλια. Ακρωτήρια έχει τον Πουνέντη (δυτική άκρη) επί του οποίου υφίσταται φάρος, και άλλα μικρότερα πέριξ. Το έδαφός της είναι αρκετά εύφορο, η δε καλλιεργούμενη απ΄τους Έλληνες έκτασή της έφθανε τα 13.000 στρέμματα, κυρίως εύφοροι αμπελώνες, από τους οποίους και γινόταν εξαγωγή υπέροχου κρασιού.
Το κάστρο της Τενέδου. | |
Γεωγραφία | |
---|---|
Αρχιπέλαγος | Αιγαίο Πέλαγος |
Έκταση | 37.6 km² |
Χώρα | |
Περιφέρεια | Μαρμαρά |
Νομαρχία | Τσανάκκαλε |
Δημογραφικά | |
Πληθυσμός | 2.543 (απογραφής 2000) |
Εθνικότητες | 2.526 Τούρκοι - 27 Έλληνες |
Πρόσθετες πληροφορίες | |
Ιστοσελίδα | www.bozcaada.bel.tr |
Σχετικά πολυμέσα |
Τα αρχαιολογικά ευρήματα προσδιόρισαν την πρώτη ανθρώπινη εγκατάσταση στο νησί στην πρώιμη Εποχή του Χαλκού (3000 π.Χ. - 2700 π.Χ.), ο πολιτισμός είχε μεγάλες ομοιότητες με αυτόν που υπήρχε την ίδια εποχή στη γειτονική Μικρά Ασία και τις Κυκλάδες.[1] Οι οικισμοί υπήρχαν σε μικρούς όρμους στην ανατολική πλευρά του νησιού όπου είχαν δημιουργηθεί φυσικά λιμάνια. Οι αρχαιολογικές εργασίες έγιναν βιαστικά και δεν πρόλαβαν να προσδιορίσουν την καλλιέργεια αμπελιού στην Τένεδο, ήταν ωστόσο διαδεδομένη την ίδια εποχή στα γειτονικά νησιά και στην απέναντι Μικρασιατική ακτή.[2] Ο ιστορικός Γουόλτερ Λιφ σημειώνει ότι οι πρώτοι κάτοικοι ήταν Πελασγοί που εκδιώχθηκαν από τους Φρύγες από την απέναντι Μικρασιατική ακτή.[3] Ο ίδιος συγγραφέας σημειώνει ότι στο νησί είχαν ακμάσει ο Μινωικός πολιτισμός και ο Μυκηναϊκός πολιτισμός.[4] Η Τένεδος είχε σημαντικό ρόλο στην αρχαιότητα για τα πλοία που περνούσαν τη Μεσόγειο χάρη στη θέση της. Στους εννιά μήνες του χρόνου το Μελτέμι που ερχόταν από τη Μαύρη Θάλασσα βοηθούσε τους ναυτικούς στο ταξίδι τους για την Κωνσταντινούπολη. Οι ναυτικοί περίμεναν περισσότερο από μια βδομάδα στην Τένεδο για να έρθουν οι ευνοικοί άνεμοι προκειμένου να ταξιδέψουν στον Ελλήσποντο τη Θάλασσα του Μαρμαρά και τον Βόσπορο. Το νησί κατέκτησαν διαδοχικά η Αθήνα, οι Πέρσες, οι Αρχαίοι Μακεδόνες υπό τον Μέγα Αλέξανδρο, η Αυτοκρατορία των Σελευκιδών και οι Ατταλίδες της Περγάμου.[5]
Ο Όμηρος αναφέρει ότι η κύρια θεότητα στην εποχή του ήταν ο Απόλλων, γράφει επίσης ότι ο Αχιλλέας κυρίευσε το νησί στην πολιορκία της Τροίας.[6] Ο Νέστωρ απέκτησε τη δούλη του Εκαμήδη σε μιά από τις επιδρομές του Αχιλλέα και σταμάτησε στην Τένεδο στον δρόμο του για τη Λέσβο.[7] Η Οδύσσεια αναφέρει ότι οι Έλληνες επιστρέφοντας από την Τροία πήγαν πρώτα στην Τένεδο, από εκεί πέρασαν στη Λέσβο για να επιλέξουν εναλλακτικούς δρόμους.[8] Ο Όμηρος γράφει επίσης στην Ιλιάδα ότι μεταξύ της Ίμβρου και της Τενέδου υπήρχε σπήλαιο στο οποίο ο Ποσειδώνας σταματούσε τα άλογα του.[9][10] Ο Βιργίλιος γράφει στην Αινειάδα ότι όταν έληξε ο Τρωικός Πόλεμος οι Αχαιοί έκρυψαν τον στόλο τους στον όρμο της Τενέδου για να ξεγελάσουν τους Τρώες ότι έληξε ο πόλεμος και να επιτρέψουν να εισέλθει στην πόλη τους ο Δούρειος Ίππος. Στην Αινειάδα περιγράφεται επίσης ότι τα δύο δίδυμα φίδια που σκότωσαν τον Λαοκόων για την ασέβεια του να ρίξει βέλη στον Δούρειο Ίππο προέρχονταν από την Τένεδο.[11] Ο Πίνδαρος αναφέρει ότι ο οικισμός στο νησί ιδρύθηκε από χάλκινους πολεμιστές που έφερε ο Ορέστης από τις Αμύκλες.[12] Σύμφωνα με τη μυθολογία ο ομώνυμος ιδρυτής Τέννης ήταν γιος του Κύκνου του γιου του θεού Ποσειδώνα και της Καλύκης. Η δεύτερη σύζυγος του πατέρα του Φιλονόμη του έκανε ανήθικες ερωτικές προτάσεις και τις απέρριψε, τότε τον κατηγόρησε στον Κύκνο ότι έκανε απόπειρα να τη βιάσει, εκείνος το πίστεψε τον έβαλε σε μια λάρνακα με την αδελφή του και τον έριξε στη θάλασσα. Ο παππούς του ωστόσο Ποσειδώνας τον έσωσε, η βάρκα προσάραξε στη νησίδα Λευκοφρύς που ονομάστηκε από τότε προς τιμή του Τένεδος. Ο Κύκνος αργότερα κατάλαβε το σφάλμα του και πήγε στο νησί να ζητήσει συγχώρεση από τον γιο του αλλά οι μύθοι διαφέρουν σχετικά με το εάν συμφιλιώθηκαν.[13]
Σύμφωνα με μια έκδοση όταν ο Κύκνος προσάραξε στην Τένεδο ο Τέννες έκοψε το σχοινί, η φράση "τσεκούρι του Τέννες" έμεινε γνωστή για το σφάλμα που δεν συγχωρείται.[14] Με άλλη έκδοση ήταν γιος του θεού Απόλλων, ο Αχιλλέας στον δρόμο του από την Αυλίδα για την Τροία έφτασε στην Τένεδο, πολέμησε μαζί του και τον σκότωσε χωρίς να γνωρίζει ότι είναι γιος του θεού, κατόπιν πήγε στην Τροία και σκότωσε και τον Κύκνο.[15] Ο Σοφοκλής στο έργο του Φιλοκτήτης (409 π.Χ.) γράφει ότι ένα φίδι δάγκωσε στα πόδια τον Φιλοκτήτη στην Τένεδο. Ο Γάιος Ιούλιος Υγίνος γράφει με τη σειρά του ότι η θεά Ήρα αναστατώθηκε που ο Φιλοκτήτης βοήθησε τον Ρωμαικό Ηρακλή και έστειλε ένα φίδι για να τον τιμωρήσει. Το τραύμα δεν έκλεινε και οι Έλληνες τον εγκατέλειψαν, επέστρεψαν αργότερα στην πολιορκία της Τροίας για να ζητήσουν τη βοήθεια του.[16] Ο Αθήναιος ο Ναυκρατίτης αναφέρει τις παρατηρήσεις του Νυμφόδωρου σχετικά με την ομορφιά των γυναικών της Τενέδου.[10] Ο Καλλίμαχος έγραψε έναν μύθο σχετικά με τον οποίο ο γιος της Ινώς Μελικέρτης ξεβράστηκε στην Τένεδο όταν η μητέρα του τον έριξε στη θάλασσα και αυτοκτόνησε μαζί του. Οι Λέλεγες κάτοικοι του νησιού έκτισαν έναν ναό αφιερωμένο στον Μελικέρτη, όταν η πόλη γινόταν βρωμερή μια γυναίκα θα θυσίαζε το νεογέννητο της και κατόπιν θα τυφλωνόταν.[17] Το έθιμο καταργήθηκε όταν ο Ορέστης και οι άντρες του εποίκησαν το νησί.[18] Ο Νεοπτόλεμος παρέμεινε δύο μέρες στην Τένεδο όπως τον συμβούλεψε η γιαγιά του Θέτις, κατόπιν αναχώρησε για τη γη τον Μολοσσών με τον Έλενο.[19]
Η Λέσβος και η Τένεδος ήταν τα πρώτα νησιά που έκοψαν νομίσματα με Ελληνικές επιγραφές.[20] Οι μορφές που ήταν χαραγμένες ήταν τσαμπιά από σταφύλια ή δοχεία κρασιού.[21] Τα πρώτα νομίσματα είχαν χαραγμένες στη μια πλευρά δίδυμα κεφάλια ενός άντρα και μιας γυναίκας.[22] Τα παλιότερα νομίσματα ήταν από ασήμι και είχαν χαραγμένο ένα διπλό τσεκούρι, ο Αριστοτέλης αναφέρει ότι συμβολίζει τον αποκεφαλισμό των μοιχών σύμφωνα με διάταγμα της Τενέδου.[23] Το διπλό τσεκούρι θα μπορούσε να ήταν θρησκευτικό σύμβολο ή εμπορικό σύμβολο.[24] Στις αρχές της εποχής του Χαλκού λατρεύτηκε ο Απόλλων Σμινθεύς που λύτρωσε τους κατοίκους από την πανώλη.[25] Ο Στράβων γράφει ότι ήταν "Αιολική πόλη με δύο λιμάνια και ναό του Απόλλωνα Σμινθέως". Τη σχέση ανάμεσα στην Τένεδο και τον Απόλλωνα περιγράφει η Ιλιάδα στο Βιβλίου 1 σαν ο θεός με το ασημένιο τόξο που προστατεύει την Τένεδο.[26] Στα τέλη της Εποχής του Χαλκού και στην Εποχή του Σιδήρου το νησί έγινε ο βασικός σταθμός για τη σύνδεση ανάμεσα στη Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα, την ίδια εποχή αναφέρεται και από τον Όμηρο στην Ιλιάδα. Ο πολιτισμός εκείνης της εποχής φαίνεται από τα αγγεία και τα κεραμικά αντικείμενα στους τάφους, παρόμοια με αυτά που βρέθηκαν στις απέναντι Μικρασιατικές ακτές. Οι αρχαιολόγοι ισχυρίστηκαν ότι δεν βρήκαν ευρήματα που να επιβεβαιώνουν τις αναφορές του Ηροδότου για την εγκατάσταση των Αιολέων στο νησί.
Ο Όμηρος γράφει ότι η Τένεδος χρησιμοποιήθηκε σαν βάση του Αχαϊκού στόλου στη διάρκεια του Τρωικού πολέμου.[27] Ο εποικισμός των περιοχών του βορειοανατολικού Αιγαίου χρεώθηκε βασικά στους Αιολείς αλλά από την άλλη και στους απογόνους του Οίκου του Ατρέα οι οποίοι από τις Μυκήνες εξαπλώθηκαν σε όλη την ηπειρωτική Ελλάδα. Ο Πίνδαρος στις "11ες Νεμαίες Ωδές" γράφει ότι μια ομάδα Πελοποννησίων που διέφυγαν από την Τροία με αρχηγό τον Ορέστη κατέλαβαν την Τένεδο, καταγράφει τον πρόγονο ενός Σπαρτιάτη στρατηγού που ήρθε μαζί με τον Ορέστη. Ο Στράβων προσδιορίζει την αρχή της εγκατάστασης στην Τένεδο 60 χρόνια μετά τη λήξη του Τρωικού πολέμου, τον εποικισμό ξεκίνησε ο γιος του Ορέστη Πένθιλος και ολοκλήρωσε ο εγγονός του Πένθιλου.[20] Τα αρχαιολογικά ευρήματα δεν έχουν αποκαλύψει ενδείξεις για την ύπαρξη στο νησί Αιολικής κατοχής. Στην προ-Αρχαική περίοδο οι νεκροί στη Λέσβο τάφονταν σε πλίνθινα πιθάρια καλυμμένα με πηλό, αργότερα οι νεκροί αποτεφρώνονταν σε τάφους και στα πιθάρια εξακολουθούσαν να θάβονται μόνο τα παιδιά. Τα αρχαιολογικά αντικείμενα που βρέθηκαν στους τάφους δείχνουν επιδράσεις περισσότερο από τις γειτονικές Μικρασιατικές ακτές παρά από την ηπειρωτική Ελλάδα.[20] Άν και οι θυσίες των βρεφών σχετίζονται με την αρχαία Τένεδο δεν υπάρχουν αρχαιολογικά ευρήματα ώστε να τις επιβεβαιώσουν, θεωρείται μυθική. Ο ήρωας Παλαίμων λατρευόταν στην Τένεδο και οι θυσίες σχετίζονταν με τη λατρεία του.[28] Το έθιμο ήταν η θυσία ενός νεογέννητου μοσχαριού από την κοιλιά της μάνας του, στη συνέχεια ο άνθρωπος που θα το σκότωνε θα υπέστη λιθοβολισμό και θα τον έδιωχναν στη θάλασσα. Ο Χάρολντ Ρ. Ουίλομπι σημειώνει ότι οι τελετές λατρείας που έχουν σχέση με το μοσχάρι υποδηλώνει τη σχέση κάποιου θεού με αυτό.[18]
Με τη μετάβαση στην Κλασσική περίοδο ακολούθησε μεγάλη ευημερία στο νησί που βασίστηκε στους αμπελώνες, τα σταφύλια και την παραγωγή κρασιού. Η παρασκευή ψηλών πλατύστομων αγγείων επιβεβαιώνει την πλούσια καλλιέργεια αμπελώνων εκείνη την εποχή, χρησιμοποιήθηκαν μερικές φορές και για την ταφή νεκρών βρεφών. Τον 4ο αιώνα π.Χ. η οικονομία της Τενέδου βασίστηκε αποκλειστικά στους αμπελώνες, έγιναν και πολλές εξαγωγές. Μια διαμάχη με τη γειτονική πόλη Σίγειον την έλυσε ο τύραννος της Κορίνθου Περίανδρος που παρέδωσε τον έλεγχο του νησιού στους Τενέδιους. Τον 1ο αιώνα π.Χ. η Τένεδος ενσωματώθηκε στην Αλεξανδρινή Τρωάδα.[29] Ο Θαλής πάθανε πιθανότατα στην Τένεδο, ο σπουδαίος αστρονόμος Κλεόστρατος ο Τενέδιος που πήρε Βαβυλωνιακά μαθήματα αστρολογίας έζησε στην Τένεδο αλλά δεν γνωρίζουμε αν συνάντησε τον Θαλή.[30] Η Αρχαία Αθήνα είχε ναυτική βάση στο νησί τον 4ο - 5ο αιώνα π.Χ., ο Δημοσθένης γράφει ότι ο Τριήραρχος σταμάτησε στην Τένεδο για να εφοδιάσει το πλήρωμα του, στη συνέχεια παρέδωσε την Τριηραρχία στον Πολύκλη.[5] Οι Πέρσες κατέκτησαν την Τένεδο μαζί με πολλά άλλα νησιά του Αιγαίου.[31] Ο Φίλιππος Β΄ της Μακεδονίας έστειλε έναν στόλο να ελευθερώσει τα νησιά την εποχή που είχαν εξεγερθεί εναντίον των Περσών.[32] Οι Αθηναίοι ενίσχυσαν τη ναυτική βάση που κατείχαν στην Τένεδο με έναν επιπλέον στόλο (450 π.Χ.). Την εποχή που ο Αλέξανδρος ο Μέγας έκανε εκστρατεία κατά των Περσώ ο Πέρσης Σατράπης Φαρνάβαζος Γ΄ της Φρυγίας βρήκε την ευκαιρία να καταλάβει το νησί, ο στρατός του Αλεξάνδρου δεν πρόλαβε να φτάσει για να προλάβει την άλωση. Τα τείχη του νησιού γκραμίστηκαν και οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να αποδεχτούν την παλιότερη συνθήκη που είχαν κλείσει με τον Πέρση αυτοκράτορα Αρταξέρξη Β΄ όταν έκλεισε η Ανταλκίδειος ειρήνη.[33]
Ο στρατηγός του Μεγάλου Αλεξάνδρου Ηγέλοχος ανακατέλαβε την Τένεδο από τους Πέρσες.[34] Ο Αλέξανδρος ο Μέγας έκλεισε αργότερα συμφωνία με τον λαό της Τενέδου με στόχο να περιορίσει την Περσική ναυτική δύναμη, προσέλαβε 3.000 Τενέδιους μισθοφόρους και κωπηλάτες στον στρατό και τον στόλο του.[35][36] Η γη της Τενέδου ήταν ακατάλληλη για βοσκή, η καλλιέργεια αμπελιών φαίνεται καθαρά στα νομίσματα της Τενέδου αλλά ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος και άλλοι σύγχρονοι συγγραφείς δεν αναφέρουν τίποτα. Οι περισσότερες εξαγωγές γινόντουσαν από τη θάλασσα αλλά οι εισαγωγές επίσης από τη θάλασσα ήταν απαραίτητες και περισσότερες.[5] Η Τένεδος σε αντίθεση με την Αθήνα δεν είχε ποτέ δημοκρατία.[37] Η ρίγανη ήταν το βασικό συστατικό στην κουζίνα των κατοίκων της.[38] Οι Τενέδιοι τιμωρούσαν τη μοιχεία κόβοντας το κεφάλι του μοιχού με ένα τσεκούρι.[39] Ο Αριστοτέλης γράφει και αυτός αναλυτικά για τα κοινωνικά έθιμα και τα πολιτικά γεγονότα των Τενέδιων.[6] Ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού είχε κύρια ασχολία τα πορθμεία, εκατοντάδες σε έναν συνολικό πληθυσμό που δεν ξεπερνούσε τους χίλιους.[5] Ο Παυσανίας χρησιμοποιεί υποτημική φράση για τους κατοίκους του νησιού σαν "άνδρας από την Τένεδο", πιθανότατα αναφέρεται στα πρόσωπα που "αποκεφαλίζονται με τσεκούρι".[40] Ο Λυκόφρων αναφέρεται τον 2ο αιώνα π.Χ. για την τοπική θεότητα Μελικέρτης χάρη της οποίας γίνονταν "θυσίες βρεφών".[17] Ο Ξενοφών γράφει ότι την κυρίευσαν οι Σπαρτιάτες (389 π.Χ.) αλλά συνετρίβησαν δύο χρόνια αργότερα από τους Αθηναίους.[5] Ο Περίπλους του Ψευδοσκύλακα γράφει ότι ο διάσημος αστρονόμος Κλεόστρατος καταγόταν από την Τένεδο.[41] Στην Ελληνιστική εποχή λατρευόταν στην Τένεδο η Αιγυπτιακή θεότητα Ίσις, οι κάτοικοι τη συσχέτιζαν με τον ήλιο.[42]
Όταν πέθανε ο Άτταλος Γ΄ της Περγάμου (133 π.Χ.) χωρίς γιους η Τένεδος πέρασε στη Ρωμαϊκή δημοκρατία.[5] Οι Ρωμαίοι έκτισαν ένα νέο λιμάνι στην Αλεξάνδρεια Τρωάς στην απέναντι ακτή των Δαρδανελλίων και από τότε το νησί έπεσε σε παρακμή.[43] Ο Βιργίλιος γράφει στην Αινειάδα ότι τα πλοία είχαν εγκαταλείψει το λιμάνι, η καλλιέργεια της αμπέλου δεν υπήρχε, καλλιεργούσαν μόνο ελιές αλλά χωρίς εξαγωγές. Οι αρχαιολογικές ενδείξεις δείχνουν ότι οι κάτοικοι έμεναν στην πόλη, στην ύπαιθρο υπήρχαν ελάχιστες σκόρπιες κατοικίες.[44] Ο Στράβων γράφει ότι οι κάτοικοι της Τενέδου είχαν κοινή καταγωγή με τους Τενεάτες της Κορινθίας. Ο Μάρκος Τύλλιος Κικέρων γράφει αντίστοιχα ότι οι κάτοικοι της Τενέδου λάτρευαν τον ομώνυμο ιδρυτή Τέννη. Στο έργο του "Περιγραφή της Ελλάδας" ο Παυσανίας γράφει ότι ο Περίκλυτος από την Τένεδο αφιέρωσε μερικά τσεκούρια στους Δελφούς. Όταν ξέσπασε ο Γ´ Μιθριδατικός πόλεμος (73 π.Χ.) στην Τέλενδο έγινε μεγάλη ναυμαχία ανάμεσα στον Ρωμαίο στρατηγό Λούκουλλο και τον βασιλιά του Πόντου Μιθριδάτη ΣΤ΄, ήταν αποφασιστική νίκη για τους Ρωμαίους.[45] Την περίοδο 81 - 75 π.Χ. ο λεγάτος του κυβερνήτη της Κιλικίας Βέρρες λεηλάτησε το νησί αρπάζοντας το άγαλμα του Τέννη και πολλά χρήματα.[5] Αργότερα (6 π.Χ.) το λιμάνι της Τρωάδος έπεσε σε αχρηστία και η Τένεδος γνώρισε νέα ανάπτυξη.[43] Ο Δίων ο Χρυσόστομος και ο Πλούταρχος γράφουν ότι γύρω στο 100 μ.Χ. η Τένεδος ήταν διάσημη για την κεραμική της.[46] Η Τένεδος αναμόρφωσε ξανά το νομισματικό της σύστημα, έκοψε νομίσματα με την παλιά μορφή αλλά με μεγαλύτερη λεπτομέρεια.[47] Ο Κικέρων γράφει ότι στην εποχή του κτίστηκε νέος ναός προς τιμή του ιδρυτή του νησιού Τέννη και για το σκληρό σύστημα της δικαιοσύνης που εφαρμοζόταν.[5]
Όταν η πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη (330) η Τένεδος έγινε σημαντικός εμπορικός σταθμός. Ο Ιουστινιανός Α´ διέταξε την κατασκευή ενός μεγάλου πορθμείου σιτηρών στην Τένεδο και η επικοινωνία ανάμεσα στην Κωνσταντινούπολη και το νησί ήταν συνεχής.[5] Τα πλοία που μετέφεραν σιτηρά από την Αίγυπτο στην Κωνσταντινούπολη σταματούσαν πάντα στην Τένεδο όταν επικρατούσε τρικυμία. Η ύπαιθρος του νησιού εξακολουθούσε ωστόσο να είναι φτωχή και οι περισσότεροι αμπελώνες εγκαταλημένοι.[48] Τον 9ο αιώνα η Ορθόδοξη Εκκλησία ανεξαρτητοποίησε την επισκοπή της Τενέδου από τη Μητρόπολη της Μυτιλήνης, μέχρι τον 14ο αιώνα προβιβάστηκε σε Μητρόπολη. Η θέση της Τενέδου στη Βυζαντινή αυτοκρατορία έγινε αντικείμενο διαμάχης ανάμεσα στη Δημοκρατία της Βενετίας, τη Δημοκρατία της Γένοβας και την Οθωμανική αυτοκρατορία. Η θέση ήταν στρατηγική για τους Βυζαντινούς που ήταν εξασθενημένοι από τους συχνούς εμπορικούς πολέμου με τους Βενετούς και τους Γενουάτες.[49] Ο Ανδρόνικος Γ΄ Παλαιολόγος έδωσε τον τίτλο του Κυρίου της Τενέδου στον Γενοβέζο πειρατή Αντρέα Μορίσκο (1304).[50] Όταν ξέσπασε ο Βυζαντινός Εμφύλιος Πόλεμος (1341-1347) οι Βενετοί πρόσφεραν στον Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγο 20.000 Δουκάτα για να αποκτήσουν το νησί (1350). Ο Ιωάννης Ε΄ Παλαιολόγος ηττήθηκε ωστόσο, αιχμαλωτίστηκε από τον Ιωάννη ΣΤ΄ Καντακουζηνό και εξορίστηκε στην Τένεδο.[49] Ο Ιωάννης Ε΄ Παλαιολόγος βγήκε τελικά νικητής στον εμφύλιο αλλά το κόστος ήταν μεγάλο ιδιαίτερα για τους Βενετούς.[49] Το καλοκαίρι του 1369 ο Ιωάννης Ε΄ εξέπλευσε για τη Βενετία, τους πρόσφερε την Τένεδο με αντάλλαγμα 25.000 χρυσά δουκάτα και τα κοσμήματα του στέμματος.[51] Ο αντιβασιλέας και γιος του ωστόσο Ανδρόνικος Δ´ Παλαιολόγος που βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη απέρριψε την πρόταση κάτω από σκληρή Γενουάτικη πίεση, ταυτόχρονα προσπάθησε ανεπιτυχώς να εκθρονίσει τον πατέρα του.[49] Ο Ιωάννης Ε΄ πούλησε την Τένεδο στους Ενετούς, αυτό προκάλεσε εξέγερση στους Γενουάτες του Γαλατά που βοήθησαν τον Ανδρόνικο Δ΄ να δραπετεύσει και να ανατρέψει τον πατέρα του. Ο Ανδρόνικος Δ΄ παραχώρησε ως αντάλλαγμα την Τένεδο στους Γενουάτες αλλά η φρουρά του νησιού που ήταν πιστή στους Βενετούς αρνήθηκε να τους δεχτεί.[51]
Οι Βενετοί ίδρυσαν ένα φυλάκιο στην Τένεδο, αυτό εξόργισε τους Βυζαντινούς του Ανδρόνικου Δ΄ και τους Γενοβέζους. Ο πόλεμος της Κιότζα ανάμεσα στη Γένοβα και τη Βενετία έληξε με την "Συνθήκη του Τορίνο". Οι Βενετοί θα έπρεπε να παραχωρήσουν την Τένεδο στον Αμεντέο της Σαβοΐας και οι Γενοβέζοι θα αναλάμβαναν το κόστος να κατεδαφίσουν όλα τα κάστρα, τις κατοικίες και τις οχυρώσεις του νησιού, ο πληθυσμός θα μεταφερόταν.[52][53] Ο Ελληνικός πληθυσμός της Τενέδου δεν συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις αλλά δεν ήθελε τον ξεριζωμό του, ο μπάιλος της Τενέδου Ζακκαρία Μουτάτζιο αρνήθηκε να εκτελεστεί η απόφαση, τον προστάτευσε ο Δόγης της Βενετίας Αντόνιο Βενιέρ. Η Γερουσία της Βενετίας αποφάσισε να παραδώσει την Τένεδο στον Βυζαντινό αυτοκράτορα αλλά αυτό δεν έγινε αποδεκτό από τους Γενοβέζους. Στα τέλη του 1383 οι 4.000 κάτοικοι μεταφέρθηκαν στην Εύβοια και την Κρήτη, η Τένεδος ισοπεδώθηκε από κτίρια αλλά οι Βενετοί εξακολουθούσαν να χρησιμοποιούν το λιμάνι.[54] Οι Βενετοί συνέχισαν να τηρούν με πάθος όλα τα προνόμια που τους παρείχε στο νησί η "Συνθήκη του Τορίνο". Ο Μέγας Μάγιστρος των Ιωαννιτών Ιπποτών της Ρόδου επισκέφτηκε την Τένεδο και ζήτησε από τους Βενετούς να τους επιτρέψουν να οικοδομήσουν μια οχύρωση στην Τένεδο, εκείνη το αρνήθηκαν.[55] Η Τένεδος παρέμεινε ακατοίκητη για πολλές δεκαετίες, ο Ισπανός διπλωμάτης Ρουί Γκονθάλεθ ντε Κλαβίχο (1403) δήλωσε ότι χάρη στη Συνθήκη του Τορίνου "δεν υπάρχει κανένας άνθρωπος".[56] Ακολούθησε η πρώτη μάχη ανάμεσα στους Ενετούς και τον ανερχόμενο Οθωμανικό στόλο, η ναυμαχία της Καλλίπολης (29 Μαίου 1416). Ο Βενετός ναύαρχος Πιέτρο Λορεντάν ήταν ο μεγάλος νικητής, επέστρεψε στην Τένεδο και εκτέλεσε όλους τους χριστιανούς αιχμαλώτους που είχαν αποστατήσει στους Οθωμανούς.[57] Με τη Συνθήκη ανάμεσα στον σουλτάνο Μωάμεθ Α΄ (1419) και τους Βενετούς η Τένεδος ήταν το διαχωριστικό όριο πέρα από το οποίο δεν θα μπορούσε να περάσει ο Οθωμανικός στόλος.[58] Ο Ισπανός περιηγητής Πέντρο Ταφούρ επισκέφτηκε το νησί και το βρήκε άδειο (1437), μόνο λίγα κουνέλια και οι αμπελώνες ήταν κατεστραμμένοι, οι Βενετοί είχαν ωστόσο ισχυρή οχύρωση στο λιμάνι αποκρούοντας τις επιθέσεις των Τούρκων.[59] Ο Βενετός ναύαρχος Τζάκομο Λορεντάν χρησιμοποίησε το λιμάνι της Τενέδου σαν παρατηρητήριο του Οθωμανικού στόλου την εποχή που πήγαινε να κατακτήσει την Κωνσταντινούπολη (1453).[60]
Την Τένεδο κατέκτησε ο Οθωμανός σουλτάνος Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής περίπου δύο χρόνια μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης (1455), είναι το πρώτο νησί που κατακτούν οι Οθωμανοί στο Αιγαίο Πέλαγος.[61] Το νησί ήταν ακατοίκητο 75 χρόνια, ο Μωάμεθ κατάλαβε αμέσως τη στρατηγική του σημασία, οικοδόμησε ένα φρούριο και το χρησιμοποίησε σαν ναυτική βάση.[43][62] Ο Βενετός ναύαρχος Γιάκοπο Λορεντάνο κατέκτησε ξανά την Τένεδο (1464) αλλά την ανακατέλαβε την ίδια χρονιά ο Οθωμανός ναύαρχος Μαχμούτ Πασάς.[63][64] Οι Οθωμανοί έφεραν νέους κατοίκους στο νησί με το καθεστώς της φορολογικής απαλλαγής.[65] Ο Οθωμανός ναύαρχος και χαρτογράφος Πίρι Ρέις στο βιβλίο του Κιτάμπ Μπαχρίγιε (1521) παρουσίασε έναν χάρτη της Τενέδου τονίζοντας τις ακτές του νησιού. Ο Πίρι Ρέις σημείωσε ότι τα πλοία στον δρόμο τους από τη Σμύρνη στην Κωνσταντινούπολη περνούν από το στενό 7 μιλίων που χωρίζει την Τένεδο από την απέναντι ξηρά.[66] Ο Τομάσο Μοροζίνι εξέπλευσε με 23 πλοία από την Κρήτη για την Κωνσταντινούπολη (20 Μαρτίου 1646), έκανε στάση στην Τένεδο αλλά ξέσπασε πυρκαγιά θανατώνοντας πολλούς άντρες από το πλήρωμα του.[67] Ο Οθωμανός ναύαρχος Αμάζ Αλί προσάραξε στην Τένεδο (1654), συγκέντρωσε στόλο προκειμένου να προχωρήσει σε ναυμαχία με τους Βενετούς.[68] Ακολούθησε η Μάχη των Δαρδανελλίων (1654) η πρώτη σε μια σειρά από μάχες στις οποίες οι Οθωμανοί νίκησαν.[69] Σε δύο χρόνια ωστόσο ο Βενετός Μπαρμπάρο Τζιακόμο Μπαντοέρ κατέλαβε την Τένεδο (8 Ιουλίου 1656).[70] Η Οθωμανική ήττα εξασθένισε τον νεαρό σουλτάνο Μωάμεθ Δ΄ που ήταν τότε μόλις 16 ετών, αναδείχθηκε ο Μέγας Βεζύρης Κοπρούλου Μεχμέντ Πασάς.[71] Τον Μάρτιο του 1657 μια Οθωμανική Αρμάδα βάδισε στα Δαρδανέλλια με στόχο να ανακαταλάβει το νησί, οι Βενετοί ανησύχησαν αλλά οι Οθωμανοί διέκοψαν την προσπάθεια.[72]
Τον Ιούλιο του 1657 ο Μέγας Βεζύρης Κοπρουλού αποφάσισε σοβαρά να ανακαταλάβει την Τένεδο.[73] Η Βενετική Γερουσία αποφάσισε να εγκαταλείψει τα νησιά Λήμνο και Τέλενδο με αποτέλεσμα ο Κοπρουλού να την ανακαταλάβει εύκολα στην τέταρτη και τελευταία Μάχη των Δαρδανελλίων (31 Αυγούστου 1657).[74] Μετά την Οθωμανική νίκη ο Μέγας Βεζύρης Κοπρουλού έφτασε στην Τένεδο και επέβλεψε προσωπικά τις επισκευές, οικοδόμησε ένα μεγάλο τζαμί στη θέση ενός παλιού που είχε καταστραφεί στην εποχή της Ενετικής ανακατάληψης.[75] Την εποχή που πέθανε ο Κοπρουλού τον Σεπτέμβριο του 1661 είχε ιδρύσει στο νησί φούρνο, 84 καταστήματα, 9 μύλους, δύο τζαμιά, σχολείο, σταθμό για τους ταξιδιώτες, στάβλο και λουτρό.[76] Τα κουνέλια ήταν σε μεγάλη αφθονία στην Τένεδο στα τέλη του 17ου αιώνα, ο Μεχμέτ Δ΄ έστειλε στο νησί τον περιηγητή Εβλιγιά Τσελεμπή για τη συλλογή αναμνηστικών αντικειμένων.[77] Οι δυσκολίες στις γραμμές ανεφοδιασμού που υπήρχαν τη δεκαετία του 1600 προκάλεσαν έλλειψη σιτηρών.[78] Οι μεγάλες αποτυχίες που είχε εκείνη την εποχή ο Οθωμανικός στρατός στη Ρωμυλία για τις οποίες ευθυνόταν τόσο ο Σουλτάνος Μωάμεθ Δ΄ όσο και ο νέος Μέγας Βεζύρης Σαρί Σουλεϊμάν Πάσα που αντικατέστησε τον Κοπρουλού έδωσε θάρρος στους κατοίκους και εξεγέρθηκαν (1687). Ο Οθωμανικός στρατός έντονα ενοχλημένος καθαίρεσε την ίδια χρονιά τόσο τον Σουλτάνο όσο και τον Σαρί Σουλεϊμάν.[79] Οι Βενετοί και οι σύμμαχοι τους συγκάλεσαν πολεμικό συμβούλιο στη γαλέρα του ναυάρχου τους Ντομένικο Μοτσενίγκο με στόχο την ανακατάληψη της Τενέδου, εκείνη την εποχή οι μόνοι κάτοικοι του νησιού ζούσαν μέσα στο κάστρο, ο Μοτσενίγκο εκτίμησε τους κατοίκους σε 300 και την άμυνα ασθενή.[80] Το Συμβούλιο εκτίμησε ότι η φρουρά είναι μικρή, αδύναμη να αντισταθεί και αποφάσισε να ανακαταλάβει το νησί (17 Ιουλίου 1691).[81] Το πρώτο βήμα ήταν η συγκέντρωση πληροφοριών, με έκπληξη έμαθαν ότι οι κάτοικοι ήταν 3.000 και οι οχυρώσεις ήταν ισχυρές, αποφάσισαν να διακόψουν το έργο της ανακατάλυψεις.[82] Η τελευταία προσπάθεια των Βενετών να ανακαταλάβουν την Τένεδο ήταν το ίδιο αποτυχημένη (1697).[83]
Η Συνθήκη του Κάρλοβιτς ήταν η πρώτη εισαγωγή των Οθωμανών στην Ευρωπαϊκή διπλωματία, την υπέγραψαν οι Βενετοί, οι Οθωμανοί και ένας μεγάλος αριθμός από Ευρωπαϊκές δυνάμεις. Η Βενετσιάνικη αντιπροσωπεία ταξίδευσε για την Κωνσταντινούπολη, σταμάτησε στην Τένεδο όπου ο Πασάς του έκανε θερμή υποδοχή με κανονιοβολισμούς.[84] Στην κλασική Οθωμανική περίοδο την Τένεδο κυβερνούσε ένας Καζάς, οικοδομήθηκαν Τζαμιά, πηγές, Χαμάμ και ένας Μεντρεσές.[85] Οι Οθωμανοί αντέγραψαν τη Βυζαντινή πρακτική να στέλνουν σε μικρά νησιά τους αιχμαλώτους σαν τιμωρία, στην Τένεδο εξορίστηκαν ο Κωνσταντίνος Μουρούζης και ο Χαλίλ Χαμίντ Πασάς.[86] Ο Μητροπολίτης του Χαλεπίου Κύριλλος Κονταρί έγινε πατριάρχης αφού υποσχέθηκε πρώτα στους Οθωμανούς 50.000 δολάρια, δεν μπόρεσε να τα βρει και εξορίστηκε στην Τένεδο.[87] Όταν ξέσπασαν οι Ρωσο-Τουρκικοί πόλεμοι ένας ενωμένος στόλος Ρώσων και Άγγλων κατέλαβε το νησί από τους Οθωμανούς.[88] Οι Ρώσοι τη χρησιμοποίησαν σαν βάση για τις επιχειρήσεις τους στα βόρεια αλλά σύντομα έκλεισαν ανακωχή με τους Οθωμανούς και την παρέδωσαν.[89][90] Η Ρωσική κατοχή αποδείχτηκε καταστροφική για την Τένεδο, το νησί κάηκε ολοσχερώς, το λιμάνι και όλα τα κτίρια ισοπεδώθηκαν, ερήμωσε για δεύτερη φορά από κατοίκους μετά την παλιότερη συνθήκη με τους Γενουάτες.[89] Όταν ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση του 1821 (1822) οι επαναστάτες υπό την ηγεσία του Κωνσταντίνο Κανάρη έκαψαν ένα Οθωμανικό πλοίο έξω από την Τένεδο.[91] Το γεγονός αυτό έδωσε μεγαλύτερο κύρος στην επανάσταση και προκάλεσε έκπληξη στις Ευρωπαϊκές δυνάμεις.[92]
Στη διάρκεια του πολέμου καταστράφηκαν τα περισσότερα από τα δέντρα που υπήρχαν στο νησί.[93] Τον 19ο αιώνα οι αμπελώνες παρείχαν ξανά μεγάλο εισόδημα στους κατοίκους, η παραγωγή σιταριού κάλυπτε τις ανάγκες μόνο τρεις μήνες τον χρόνο.[94] Το μόνο εξαγώγιμο προϊόν πέρα από το κρασί ήταν μικρή ποιότητα μαλλιού.[93] Τον 19ο αιώνα εισήλθε στην Τένεδο η καλλιέργεια αχλαδιών, σύκων και μουριών.[95] Υπήρχαν ωστόσο και παλιότερες αναφορές για φρούτα στο νησί, ιδιαίτερα σύκα.[89] Με την Τουρκική μεταρρύθμιση Τανζιμάτ για τα νησιά (1852) η Τένεδος εισήλθε στο Βιλαέτι του Αρχιπελάγους.[96] Το νησί καταστράφηκε από φωτιά (1874).[97] Αργότερα (1876) ιδρύθηκε Γυμνάσιο με 22 σπουδαστές, δίδασκε Τούρκικα, Αραβικά και Περσικά.[98] Ο πληθυσμός του νησιού ήταν (1878) 2015 άνδρες σε 800 νοικοκυριά, το 1/4 ήταν Μουσουλμάνοι.[99] Στην Τένεδο υπήρχε μια Οθωμανική μεραρχία πυροβολικού, Αυστριακό και Γαλλικό προξενείο. Οι 500 τόνοι πυρίτιδας που είχαν μεταφέρει οι Ρώσοι στο νησί υπήρχαν ακόμα, στο φρούριο υπήρχαν Τουρκική φρουρά, σιταποθήκη και δυο πηγάδια.[97] Το 1854 η Τένεδος είχε 4.000 κατοίκους από τους οποίους το 1/3 ήταν Τούρκοι, υπήρχε Ελληνικό σχολείο με 200 μαθητές.[100] Με την Οθωμανική απογραφή (1893) ο πληθυσμός κατανέμεται ως εξής : 2.479 Έλληνες, 1.247 Τούρκοι, 103 ξένες εθνότητες και 6 Αρμένιοι. Στις αρχές του 20ου αιώνα το νησί ήταν υπό την κατοχή των Τούρκων, οι 2.000 κάτοικοι ζούσαν σε ξύλινα σπίτια με κήπους, το λιμάνι ήταν πάντα καταφύγιο πλοίων από τους ισχυρούς ανέμους. Στην πόλη υπήρχε Βρετανικό προξενείο και ένας τηλεγραφικός σταθμός στον οποίο ερχόταν Αυστριακό πλοίο κάθε δύο βδομάδες. Οι εισαγωγές ανέρχονταν σε 17.950 λίρες και οι εξαγωγές που αφορούσαν κυρίως σταφίδες και κρασί 6.250 λίρες, κοντά στο λιμάνι υπήρχαν και τηλεγραφικά καλώδια.[101]
Κατά την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών το νησί, που κατοικούνταν κατ' απόλυτη σχεδόν πλειοψηφία από Έλληνες, παραχωρήθηκε στην Ελλάδα. Στην απογραφή της νήσου το 1920, ο πληθυσμός της αποτελούσε κοινότητα της επαρχίας Λήμνου και αριθμούσε 2.835 κατοίκους, όλοι Έλληνες, που ήταν συγκεντρωμένοι στο ομώνυμο μεγαλοχωριό στο βόρειο μέρος της ανατολικής ακτής, και που ήταν και ο μόνος οικισμός της νήσου. Μετά την ήττα όμως της Ελλάδας στο Μικρασιατικό Πόλεμο και την πτώση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που ακολούθησε, κατά την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης η Τένεδος, μαζί με την Ίμβρο, προσαρτήθηκαν στην Τουρκία. Τα δύο νησιά, κατά το 14ο άρθρο της συνθήκης, θα απολάμβαναν καθεστώς αυτονομίας, με δική τους αστυνομία και τοπική διοίκηση, ενώ οι Έλληνες που ζούσαν εκεί εξαιρέθηκαν από την ανταλλαγή πληθυσμών. Οι όροι της συνθήκης παρ' όλα αυτά δεν τηρήθηκαν. Περιουσιακά στοιχεία των Ελλήνων δημεύτηκαν, ναοί βεβηλώθηκαν και το ελληνικό σχολείο έκλεισε, για λόγους ασφαλείας σύμφωνα με το τουρκικό κράτος, ενώ η θέση τους υποβαθμίστηκε, ιδιαίτερα μετά την όξυνση στις σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας τη δεκαετία του 1960. Σήμερα απομένουν μόλις λίγες δεκάδες ηλικιωμένοι Έλληνες.
Τεκμηριωμένα αρχαία ελληνικά ονόματα για το νησί είναι Λευκόφρυς,[102][103] Κάλυδνα, Φοινίκη και Λυρνησσός (Πλίνιος, ΦΙ 5.140).[104]
Κατά τον Α' Βαλκανικό Πόλεμο (1912-1913) η Τένεδος καταλήφθηκε στην αρχή μαζί με την Ίμβρο από ελληνικά αποβατικά αγήματα για ανάγκες και μόνο "προκεχωρημένου ναυτικού παρατηρητηρίου" και όχι ως ορμητήριο του ελληνικού στόλου όπως νεότερα ιστορικά για την περίοδο εκείνη κείμενα αναφέρουν. Η Τένεδος λόγω της μικρής απόστασης, τόσο από τα Στενά των Δαρδανελίων, όσο και από τις τουρκικές ακτές, ήταν αρκετά εκτεθειμένη και ούτε ασφάλεια παρείχε. Αντ΄ αυτής ορμητήριο ήταν η Λέσβος. Η Τένεδος χρησιμοποιήθηκε περισσότερο ως προσωρινό αγκυροβόλιο των πλοίων που περιπολούσαν στην περιοχή και ως λιμένας καταφυγής σε περιπτώσεις κακοκαιρίας.
Το πρωί της 9ης Δεκεμβρίου του 1912, εξερχόμενος στο Αιγαίο ο Οθωμανικός Στόλος, επικεφαλής του οποίου ήταν το καταδρομικό "Μετζητιέ", ακολούθησε συμπλοκή εκ μακρόθεν μεταξύ αυτού και των υπό τη διοίκηση του αντιπλοιάρχου Δ. Παπαχρήστου ελληνικών αντιτορπιλικών ("ανιχνευτικών", όπως λέγονταν τότε), τύπου "Λέων". Κατά τη διάρκεια αυτής της συμπλοκής τρία τουρκικά νεότευκτα αντιτορπιλικά τύπου "Σιχάο", επωφελούμενα της απομάκρυνσης στα δυτικά των ελληνικών ανιχνευτικών, πλησίασαν την Τένεδο και άρχισαν να βάλλουν κατ΄ αυτής. Στη συμπλοκή επίσης εκείνη το ελληνικό υποβρύχιο Δελφίν, προβαίνοντας σε έγκαιρη άπαρση από την Τένεδο, καταδύθηκε και επιχείρησε τορπιλοβόλο επίθεση κατά του "Μετζητιέ", η οποία όμως απέτυχε λόγω κακής λειτουργίας της τορπίλης. Στη συνέχεια το υποβρύχιο επιχειρώντας μεγαλύτερη κατάδυση προκειμένου ν΄ αποφύγει τα τουρκικά αντιτορπιλικά που είχαν τεθεί προς καταδίωξή του, προσέκρουσε στον πυθμένα, ο οποίος ευτυχώς ήταν αμμώδης και έτσι το σκάφος δεν υπέστη καμία βλάβη, οπότε και επανήλθε σε "περισκοπικό βάθος". Η επίθεση αυτή του ελληνικού υποβρυχίου ήταν η πρώτη στην παγκόσμια ιστορία αναφερόμενη περίπτωση χρησιμοποίησης υποβρυχίου σε πολεμική επιχείρηση εμπόλεμων χωρών.
Στο μεταξύ, αντιλαμβανόμενα τα ελληνικά ανιχνευτικά το βομβαρδισμό που δεχόταν η Τένεδος, επέστρεψαν κινούμενα προς ανατολάς καταδιώκοντας τα τουρκικά, τα οποία έσπευσαν να καλυφθούν υπό το προστατευτικό βεληνεκές των τουρκικών πυροβολείων των Δαρδανελίων, χωρίς να υποστούν βλάβη εκ των ελληνικών πυρών. Πλησιάζοντας όμως το μεσημέρι φάνηκε στον ορίζοντα το θωρηκτό ΑΒΕΡΩΦ, στη θέα του οποίου όλα τα τουρκικά πλοία επανέπλευσαν μετά σπουδής στα Στενά.
Εκτός όμως των παραπάνω γεγονότων, στις 17 Φεβρουαρίου του 1913, κάτω από σφοδρή χιονοθύελλα, το ελληνικό ανιχνευτικό ΙΕΡΑΞ, προσπαθώντας να καλυφθεί σε υπήνεμο μέρος της Τενέδου, λόγω χαμηλής ορατότητας προσάραξε, διατρέχοντας μεγάλο κίνδυνο. Προς βοήθειά του προσέτρεξε αμέσως το ανιχνευτικό ΛΕΩΝ, που βρισκόταν σε υπήνεμο όρμο της Ίμβρου, το οποίο επεχείρησε ανεπιτυχώς την αποκόλληση του "Ιέρακα". Αργότερα έφθασε και το εύδρομο (καταδρομικό) "ΕΣΠΕΡΙΑ". Εμπρός όμως στον κίνδυνο να γίνουν αντιληπτά τα συμβάντα αυτά στον εχθρό, ο ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης έπλευσε με το "ΑΒΕΡΩΦ" στην περιοχή, και τις απογευματινές ώρες κατορθώθηκε η αποκόλληση και η ασφαλής ρυμούλκηση του Ιέρακα στο Μούδρο της Λήμνου.
Ο Σύλλογος Τενεδίων ο Τέννης ιδρύθηκε το 2006 από μια μικρή ομάδα Τενεδίων προσφύγων που είναι εγκατεστημένοι στην Αττική και εκδιώχθηκαν από την Τένεδο μετά το 1964. Πρωταρχικός στόχος του συλλόγου είναι η διατήρηση των δεσμών όλων των Τενεδίων, όπου γης.
Ο σύλλογος έχει 225 εγγεγραμμένα μέλη (καταγραφή 2008) και ασχολείται στενά και αποτελεσματικά με τα προβλήματα της ελληνικής κοινότητας στην Τένεδο, αξιοποιώντας παράλληλα και την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας. Η στενή συνεργασία του συλλόγου με όλους τους φορείς και τα διεθνή θεσμοθετημένα όργανα αποτελεί άμεση προτεραιότητά του.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.