αρχαίος Έλληνας θεατρικός συγγραφέας From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Ευριπίδης (480 π.Χ. - 406 π.Χ.) ήταν Έλληνας τραγικός ποιητής και ένας από τους τρεις μεγάλους διδασκάλους του αττικού δράματος στο αρχαίο ελληνικό θέατρο.
Ευριπίδης | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Εὐριπίδης (Αρχαία Ελληνικά) |
Γέννηση | Δεκαετία του 480 π.Χ. Σαλαμίνα[1][2][3] |
Θάνατος | Δεκαετία του 400 π.Χ. Πέλλα[1][2][4] |
Χώρα πολιτογράφησης | Αρχαία Αθήνα |
Δημότης (αρχ. Αττική) | Φλύα[5] |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | αρχαία ελληνικά[6][7] |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | τραγικός ποιητής θεατρικός συγγραφέας[8][9] συγγραφέας[10] ποιητής[11] φιλόσοφος[11] |
Αξιοσημείωτο έργο | Άλκηστις Ανδρομάχη Βάκχαι Εκάβη Ελένη Ηλέκτρα Ηρακλείδαι Ηρακλής μαινόμενος Ικέτιδες Ιππόλυτος Ιφιγένεια εν Αυλίδι Ιφιγένεια εν Ταύροις Ίων Κύκλωψ Μήδεια Ορέστης Ρήσος Τρωάδες Φοίνισσαι |
Οικογένεια | |
Τέκνα | Ευριπίδης ο νεότερος |
Γονείς | Mnesarchus[12] και Cleito[12] |
Σχετικά πολυμέσα | |
Καταγόμενος από τη Φλύα, δήμο της Κεκρωπίας (σημ. Χαλάνδρι), λέγεται ότι γεννήθηκε στη Σαλαμίνα την ημέρα της ναυμαχίας, όταν ο Αισχύλος αγωνιζόταν ως πρόμαχος άνδρας, ο δε Σοφοκλής ως έφηβος που έσερνε το χορό των επί τω τροπαίω επινικίων. Το γένος του ποιητή δεν ήταν επιφανές, όπως των άλλων τραγικών. Γονείς του φέρονται ο Μνήσαρχος και η Κλειτώ, την οποία ο Αριστοφάνης αναφέρει κοροϊδευτικά ως λαχανοπώλισσα (Αχαρν. 480, Ιππ. 19). Ο Ευριπίδης έζησε τα νιάτα του σε εποχή ακμάζουσα, το χρυσό αιώνα του Περικλέους, αλλά γέρασε στα χρόνια του Πελοποννησιακού Πολέμου, όπου έχασε έναν από τους γιους του.
Το έργο των σοφιστών και γενικότερα οι νέες ιδέες και τα καινούρια προβλήματα, συνυπάρχουν στα έργα του Ευριπίδη, αντικατοπτρίζοντας την αμφισβήτηση και τις πνευματικές έριδες της εποχής του. Κατά τον Φιλόχορο ο ποιητής έτυχε επιμελημένης αγωγής, σε συμμετοχή του σε εορτές του δήμου του, έγινε πυρφόρος του εκεί λατρευομένου Ζωστηρίου Απόλλωνα σε δε αγώνες έλαβε μέρος στο παγκράτιο και στην πυγμήν όπου και νίκησε ακόμη και στους Παναθήναιους γυμνικούς αγώνες. Γρήγορα όμως απαρνήθηκε τον αθλητισμό και μίσησε τους αθλητές διότι κατά τον ίδιο:
(Αποσπ. 282) (το κακό είναι τεράστιο στην Ελλάδα, τίποτα πιο κακό όμως δεν υπάρχει από το γένος των αθλητών).
Ασχολήθηκε και με τη ζωγραφική, τα δε έργα του παρουσιάσθηκαν στα Μέγαρα, την δε επ' αυτού ιδιοφυΐα μαρτυρούν και πλείστες εικόνες στις τραγωδίες του. Για λίγο ασχολήθηκε με τη φιλοσοφία και την ποίηση, αλλά και τη μουσική. Ήταν πρωτοφανής η αγάπη του για τη θάλασσα, η οποία σφράγισε οριστικώς και το όλο έργο του Ευριπίδη. Ο Ευριπίδης ήταν τύπος αντικοινωνικός (είχε ελάχιστους φίλους), εσωστρεφής, μελαγχολικός και δυσπρόσιτος, δεν ενδιαφέρθηκε για τα πολιτικά και κοινωνικά δρώμενα της εποχής του, ενώ αντιθέτως ασχολήθηκε ενεργά με το πνευματικό κίνημα του διαφωτισμού. Υπήρξε ακουστής (ακροατής) του Αναξαγόρα, Προδίκου, Πρωταγόρα (με τον οποίο κράτησε τις στενότερες σχέσεις) αλλά και του Σωκράτη με τον οποίο διατηρούσε μακρά φιλία. Θαυμαστής των φιλοσόφων Δημοκρίτου και Ηρακλείτου διότι δεν ήταν μόνο μελετηρός αλλά διέθετε μια από τις πιο πλούσιες βιβλιοθήκες (Αθην. Ι,3). Αν και ήταν ιδιαίτερα ανοιχτός στην επίδραση της πνευματικής Αθήνας, εντούτοις διατήρησε την πνευματική του ακεραιότητα, διατυπώνοντας συχνά στις πνευματικές αντιλήψεις της εποχής του διάφορες επικρίσεις.
Με την πολιτική δεν ασχολήθηκε όπως οι άλλοι τραγικοί αλλά τη δική του θέση, γνώμη και θεωρία τις παρουσίαζε μέσα από τα έργα του κρίνοντας την άκρατη οχλοκρατία αλλά και κατακρίνοντας με σφοδρότητα τους δημαγωγούς που με ιταμότητα παρέσερναν στον όλεθρο τα πλήθη ενώ στην μεσαία τάξη των πολιτών αναγνώριζε τους σωτήρες της πόλης και φύλακες της τάξης:
(Ικετ.244-247). Αλλά και η φιλοπατρία του ποιητή είναι φλογερή και ενθουσιώδης, όπως φαίνεται στα έργα του, που δεν διστάζει να καυτηριάσει τους νικητές του Πελοποννησιακού Πολέμου, τους Λακεδαιμονίους, για τους οποίους λέγει:
(Ανδρομ. 444 κ.εξ).
(Μισητότεροι από όλους τους ανθρώπους, κάτοικοι της Σπάρτης, δόλιοι στη σκέψη, βασιλιάδες στο ψέμα, μηχανορράφοι των κακών, που δεν σκέφτεστε τίποτα τίμια και στα ίσα, αλλά πάντα το φέρνετε γύρω-γύρω, είναι αδικία να ευτυχείτε εσείς στην Ελλάδα)
Ήταν σύγχρονος των σοφιστών και γι' αυτόν τον λόγο άλλωστε πολλές από τις απόψεις τους είτε δεν τις δεχόταν είτε τις παραποιούσε σύμφωνα με την δική του σκέψη. Ο Ευριπίδης με τις τραγωδίες του προβληματίζει τους πάντες ακόμη και σήμερα. Η τραγωδία του Ελένη παρουσιάζει στοιχεία πρωτοφανή για την εποχή εκείνη καθώς ο Ευριπίδης δίνει λόγο σε ρόλους ως τότε "βουβούς", όπως στο ρόλο του δούλου. Αρκετές φορές μέσα από τα έργα του αμφισβητεί τα πάντα, ακόμη και την ύπαρξη των θεών, χωρίς ωστόσο να είναι άθεος.
Ο ιδιωτικός βίος του ποιητή δεν ήταν ευτυχής. Τη πρώτη του γυναίκα την Χοιρίνη την απέπεμψε για ακολασία. Η δεύτερη η Μελιτώ, υπήρξε πιο ακόλαστη απ τη πρώτη και τον εγκατέλειψε. Από την πρώτη απέκτησε τρεις γιους τον Μνησαρχίδη (έμπορος), τον Μνησίλοχο (έγινε υποκριτής) και τον Ευριπίδη τον νεότερο που δίδαξε (ανέβασε και παίχθηκαν) δράματα του πατέρα του μετά τον θάνατο εκείνου. Αναφέρεται και τέταρτος γιος[13][14][15][16], ο Ξενοφών, που σκοτώθηκε το 428 π.Χ., τη χρονιά που ο Ευριπίδης κέρδιζε διάκριση για τον Ιππόλυτο.
Ο Ευριπίδης το μεγαλύτερο διάστημα της ζωής του το πέρασε στην Αθήνα αλλά τα τελευταία χρόνια, τα έζησε στη Μακεδονία, προσκεκλημένος στην βασιλική αυλή της Πέλλας από τον ίδιο τον φιλόμουσο βασιλιά Αρχέλαο που συνήθιζε να συγκεντρώνει μεγάλους καλλιτέχνες και να στηρίζει τη δραστηριότητά τους. Ειδικότερα, τα βασιλικά ανάκτορα διακοσμήθηκαν από τον ζωγράφο Ζεύξι και στην αυλή τους φιλοξενήθηκαν ο χορικός ποιητής Τιμόθεος ο Μιλήσιος, που είχε επηρεάσει την αρμονία των λυρικών μερών στις τραγωδίες του Ευριπίδη, ο επικός Χοιρίλος από τη Σάμο και ο Αθηναίος τραγικός ποιητής Αγάθων.[17]
Στη Μακεδονία ο ποιητής - μετά ολιγόχρονη παραμονή στη Μαγνησία όπου τιμήθηκε τα μέγιστα μέχρι προξενίας και ατέλειας - έγινε δέκτης επίσης μεγάλων τιμών από τον ίδιο τον βασιλιά. Έγραψε το δράμα με τον τίτλο Αρχέλαος στο οποίο εγκωμίαζε τον βασιλιά καθώς και το έργο Βάκχαι που όμως δεν αξιώθηκε να το παρουσιάσει λόγω του πρόωρου θανάτου του. Σύμφωνα με την επικρατέστερη θεωρία υπέκυψε στα τραύματα που του προκάλεσαν άγρια σκυλιά στην Αρέθουσα όπου και τελικά ετάφη με βασιλικές τιμές. Ο Αρχέλαος πένθησε και του ανήγειρε μεγαλοπρεπή τάφο που αργότερα έγινε τόπος προσκυνήματος των θαυμαστών του. Διασώθηκε το επίγραμμα που χαράχθηκε στον τάφο του Ευριπίδη {Ανθολογία, Ελληνικά 7,51} και αναγράφετε.
Επίσης ανεγέρθηκε κενοτάφιο στη μνήμη Ευριπίδη στην Πέλλα.
Αλλά και οι Αθηναίοι, όταν έμαθαν το θάνατό του πένθησαν. Ο δε Σοφοκλής παρουσιάσθηκε με μαύρο χιτώνα και εισήγαγε αστεφάνωτους (λόγω του θανάτου του Ευριπίδη) τους υποκριτές και τον χορό κατά την είσοδό τους στο θέατρο. Μετά την άρνηση του Μακεδόνα βασιλιά να τους παραδώσει τα οστά του Ευριπίδη, εκείνοι ανήγειραν μέγα κενοτάφιο στην άγουσα προς Πειραιά οδό (Παυσ. 1,2,2) με το υπό Θουκυδίδη επίγραμμα:
(Μνήμα όλη η Ελλάδα για τον Ευριπίδη, κι ας είναι τα κόκαλά του στη Μακεδονία, αφού αυτή δέχτηκε το τέλος της ζωή του, πατρίδα του είναι η Αθήνα, η Ελλάς της Ελλάδος)
Κατόπιν οι Αθηναίοι με πρόταση του ρήτορα Λυκούργου έστησαν χάλκινο ανδριάντα του ποιητή στο θέατρο του Διονύσου. Κατά τον βιογράφο ο τραγικός ποιητής φαίνονταν σκυθρωπός, αυστηρός και αγέλαστος, εικόνα θεόπνευστου ποιητή.
Ο Ευριπίδης εκτός ενός επινίκιου προς τιμή του Αλκιβιάδη που νίκησε στο άρμα και μιας ελεγείας προς τιμή των πεσόντων Αθηναίων στις Συρακούσες, εποίησε 92 δράματα ή 23 τετραλογίες αλλά στα χρόνια των βιογράφων του σώζονταν μόνο τα 78 εκ των οποίων τα 8 ήταν σατυρικά. (Στην πίσω πλευρά του εις Λούβρο ανδριάντα αναγράφονται σε αλφαβητική σειρά 37 δράματα μέχρι του Ορέστη). α είναι γνωστοί 81 τίτλοι έργων εκ των οποίων έχουν διασωθεί «πλήρη» 19 εξ ων 1 σατυρικό. Αν και η συγγραφική σταδιοδρομία του Ευριπίδη υπήρξε έντονη, εντούτοις επειδή προξένησε πολύ θόρυβο για την εποχή του, δεν τον επιδοκίμαζε ιδιαίτερα το κοινό, γεγονός που φαίνεται από το ότι ο Ευριπίδης αν και συμμετείχε πενήντα χρόνια στους δραματικούς αγώνες, βγήκε πρώτος σε αυτούς μόλις τέσσερις φορές. Για πρώτη φορά συμμετείχε σε ποιητικό αγώνα το 455 π.Χ., τρία χρόνια έπειτα από την Ορέστεια του Αισχύλου (452 π.Χ.), όπου βγήκε τρίτος (ο Ευριπίδης), διδάσκοντας το έργο Πελιάδας με το οποίο και έλαβε τις «τριτείες» και εφεξής δίδασκε μέχρι το τέλος του βίου του. Κατά το Πάριο μάρμαρο το 441 π.Χ. σε αγώνα αξιώθηκε των πρωτείων σε ηλικία μόλις 39 ετών.
Ένα επίγραμμά του σώζεται στην Παλατινή Ανθολογία (Χ 107).
«σοφὸς Σοφοκλῆς, σοφώτερος δ' Εὐριπίδης, ἀνδρῶν δὲ πάντων Σωκράτης σοφώτατος.»
(ο παρά του Πλάτωνα χρησμός, υπό τινος σχολιαστή μνημονευόμενος).
Σύμφωνα με ιστορικές μαρτυρίες, ο Ευριπίδης τάφηκε στην αρχαία μακεδονική πόλη της Αρέθουσας. Η πόλη, της οποίας η ακριβής τοποθεσία δεν έχει βρεθεί μέχρι σήμερα, τοποθετείται ανάμεσα στα σημερινά χωριά Ρεντίνα και Σταυρός Θεσσαλονίκης.
Τα διασωθέντα 19 πλήρη έργα από τους 81 γνωστούς τίτλους, κατ΄ αλφαβητική σειρά με το έτος παρουσίασης
Οι ακόλουθοι τίτλοι, αντιστοιχούν σε αποσπασματικά ή μη σωζόμενα έργα του Ευριπίδη, σε χρονολογική σειρα:
Οι ακόλουθοι τίτλοι, αντοιστοιχούν σε αποσπασματικά ή μη σωζώμενα έργα του Ευριπίδη, σε αλφαβητική σειρά, εφόσον δεν είναι γνωστό το έτος που διδάχτηκαν:
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.