From Wikipedia, the free encyclopedia
Αυτό το άρθρο αναλύει την ιστορική και τρέχουσα γεωγραφική κατανομή των ομιλητών της ελληνικής γλώσσας, όπως διαμορφώνεται από τις κατά τόπους εγχώριες απογραφές. Η ελληνική γλώσσα αποτελεί επίσημη γλώσσα της Ελλάδας,[1] της Κύπρου[2] και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.[3] Είναι επίσημη γλώσσα των δήμων Δρόπολης και Φοινίκης της Βόρειας Ηπείρου.[4]
Η ελληνική γλώσσα αποτελεί την κύρια και μοναδική επίσημη γλώσσα της Ελληνικής Δημοκρατίας. Η Ελλάδα αποτελεί κατοικία ομιλητών της ελληνικής γλώσσας για αρκετές χιλιετίες, με παρουσία από την 3η χιλιετία π.Χ.[5] και πιθανώς νωρίτερα.[6]
Στην Ελλάδα, οι ομιλητές της ελληνικής γλώσσας πλησιάζουν τα 11.000.000 άτομα.[7][8] Εκτός από τους κατοίκους της Ελλάδας που γεννήθηκαν στην Ελλάδα, σχεδόν όλοι οι μετανάστες με καταγωγή από άλλες χώρες γνωρίζουν την ελληνική γλώσσα σε οποιοδήποτε βαθμό.
Ως αποτέλεσμα της ανταλλαγής πληθυσμών του 1923 και της σταδιακής αφομοίωσης των μεταναστών και άλλων κοινοτήτων, δεν υπάρχει κάποια σημαντική γλωσσική μειονότητα στην Ελλάδα, εκτός από τη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης.
Η Ελληνική γλώσσα είναι μία από τις δύο επίσημες γλώσσες της Κύπρου, μαζί με την τουρκική.[9] Καθώς το ένα τρίτο της Κύπρου βρίσκεται υπό την κατοχή της Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου, σχεδόν όλα τα επίσημα έγγραφα της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι στην ελληνική. Ωστόσο, η ελληνική είναι η κύρια γλώσσα ολόκληρου του νησιού. Η τοπική διάλεκτος ονομάζεται κυπριακή.[10]
Στην Κύπρο, η ελληνική γλώσσα ομιλείται συνεχώς από τον 12ο-11ο αιώνα π.Χ. Στη ρωμαϊκή κατοχή του νησιού, η ελληνική γλώσσα χρησιμοποιούταν ευρέως από τη ρωμαϊκή διοίκηση.[11] Πριν την τουρκική εισβολή του 1974, η ελληνική γλώσσα ομιλούταν ομοιόμορφα σε όλο το νησί, ενώ υπήρχαν και Τουρκοκύπριοι που ομιλούσαν μόνο την ελληνική.[12][13][14] Σήμερα, αρκετοί τουρκοκύπριοι, κυρίως άτομα μεγαλύτερης ηλικίας γνωρίζουν την ελληνική γλώσσα.[15]
Σύμφωνα με την απογραφή του 2011, 679.833 Κύπριοι είχαν ως μητρική τους γλώσσα την ελληνική.[16] Αρκετοί μετανάστες ομιλούν και την ελληνική γλώσσα.
Η ελληνική γλώσσα ομιλείται στη Βόρεια Ήπειρο από την αρχαιότητα. Σήμερα η Ελληνική γλώσσα ομιλείται σε περιοχές των νομών Αυλώνα[17] Αργυροκάστρου, Κορυτσάς[18] και Μπερατίου.[19]
Η ελληνική μειονότητα της Βορείου Ηπείρου αποτελεί ευαίσθητο θέμα στις ελληνοαλβανικές σχέσεις. Έτσι ο ακριβής αριθμός των ομιλητών της ελληνικής γλώσσας στην Αλβανία είναι δύσκολο να εκτιμηθεί. Σύμφωνα με την απογραφή του οργανισμού Ομόνοια, στη Βόρεια Ήπειρο και μέρη της Ελλάδας υπάρχουν 287.000 Έλληνες και άρα σχεδόν 287.000 ομιλητές της ελληνικής.[20]
Η κύρια τοπική διάλεκτος της ελληνικής στην Αλβανία είναι η χειμαρριώτικη και η αργυροκαστριώτικη. Λόγω της γεωγραφικής τους απομόνωσης από την υπόλοιπη Ελλάδα, τείνουν να είναι πιο συντηρητικές[21] και έχουν περισσότερα δάνεια από την αλβανική. Άλλες διάλεκτοι είναι αυτοί της Νάρτας και της Σβέρνιτσας, οι οποίες ανήκουν στις βόρειες ελληνικές διαλέκτους.[22]
Η ελληνόφωνη μειονότητα στην Αλβανία είναι συγκεντρωμένη στους νομούς Αυλώνα και Αργυροκάστρου[23][24][25][26] και σε τέσσερις οικισμούς στα περίχωρα της Χειμάρρας[23][24][25][26][27] όπου σχηματίζουν την πλειοψηφία του πληθυσμού.[23][28] Κοντά στα σύνορα με την Ελλάδα υπάρχουν Ελληνόφωνοι στον δήμο Πρεμετής.[29][30] Ελληνόφωνοι υπάρχουν και στην επαρχία Κορυτσάς.[31] Επίσης, υπάρχουν ελληνόφωνοι οικισμοί στα περίχωρα της Πρεμετής και Τεπελενίου.[26] Εκτός από την περιοχή που ορίζεται ως Βόρειος Ήπειρος, υπάρχουν δύο παραλιακά ελληνόφωνα χωριά κοντά στον Αυλώνα.[32][33] Λόγω εξαναγκασμένων και μη εξαναγκασμένων πληθυσμιακών μετακινήσεων κατά τη διάρκεια της κομμουνιστικής εποχής,[26][34] ελληνόφωνες κοινότητες υπάρχουν και στις πόλεις Μπεράτ,[35] Δυρράχιο, Καβάγια, Πετσίν, Ελμπασάν και Τιράνων, καθώς και στα περίχωρα των προαναφερθέντων πόλεων.[26]
Η ελληνική γλώσσα είναι επίσημη γλώσσα στον δήμο Φοινίκης[36] και στον δήμο Δρόπολης.[εκκρεμεί παραπομπή] Επίσης, αρκετοί Αλβανοί ομιλούν την ελληνική ως δεύτερη ή τρίτη γλώσσα,[37] λόγω παλαιότερης διαμονής στην Ελλάδα ή επιθυμίας να μεταναστεύσουν στην Ελλάδα. Επίσης, η ελληνική γλώσσα διδάσκεται σε μειονοτικά σχολεία της χώρας. Η ελληνική είναι αναγνωρισμένη μειονοτική γλώσσα στην Αλβανία.[38][39]
Η ελληνική γλώσσα ομιλείται από διάσπαρτες κοινότητες, κυρίως στην Κωνσταντινούπολη και τον Πόντο. Οι ομιλητές της ποντιακής ανέρχονται περίπου στους 5.000,[40] ενώ η νεοελληνική ομιλούταν από 3.600 άτομα το 2014.[41][42]
Τα τελευταία 60 χρόνια, ο αριθμός των ομιλητών της ελληνικής γλώσσας έχει συρρικνωθεί. Σύμφωνα με την απογραφή του 1965, η ελληνική γλώσσα ήταν η μητρική γλώσσα 48.096 κατοίκων της Τουρκίας, ενώ μόνο 3.203 από αυτούς ήταν μονόγλωσσοι. Ακόμη, 78.941 ομιλούσαν την ελληνική ως δεύτερη γλώσσα.[43] Στην ίδια περιοχή, οι περισσότεροι ομιλητές βρίσκονταν σε τρεις επαρχίες, στις επαρχίες Κωνσταντινούπολης (35.097 μητρικοί ομιλητές της ελληνικές γλώσσας[44]), Δαρδανελλίων (5.258 ομιλητές[44]) και Τραπεζούντας (4.535 ομιλητές[44]). Μικρότερες κοινότητες υπήρχαν στις επαρχίες Σμύρνης (898 ομιλητές ως μητρική γλώσσα[44]) και Χατάι (767 ομιλητές ως μητρική γλώσσα[44]).
Η ελληνική γλώσσα ομιλούνταν στη περιοχή της σημερινής Τουρκίας (Μικρασία) και στον Πόντο από την αρχαιότητα. Έως το 1923 (ανταλλαγή πληθυσμών σύμφωνα με τη συμφωνία της Λωζάνης) οι Έλληνες στο σημερινό έδαφος της Τουρκίας ξεπερνούσαν το 1 εκατομμύριο. Σύμφωνα με την οθωμανική απογραφή του 1914, οι Έλληνες στην Αυτοκρατορία έφταναν τα 1.792.202 άτομα, δίνοντας περίπου 2.000.000 ομιλητές της ελληνικής γλώσσας στη χώρα.
Επίσης, άλλο ένα κέντρο της ελληνικής κοινότητας στην Τουρκία είναι τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος, στην επαρχία Δαρδανελλίων. Στην Τουρκία, η ελληνική είναι αναγνωρισμένη μειονοτική γλώσσα.[45] Στις επαρχίες Καρς, Ερζερούμ, Ιγντίρ και Αρνταχάν (αυτές οι επαρχίες πέρασαν στη Ρωσία σύμφωνα με τη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου) υπήρχε σημαντική κοινότητα Ελλήνων του Καυκάσου και Ποντίων, οι οποίοι μιλούσαν κυρίως ποντιακά.
Στην Ιταλία, η ελληνική γλώσσα ομιλείται κυρίως με τη μορφή της κατωιταλικής διαλέκτου,[46] η οποία ομιλείται σε θύλακες στην Καλαβρία (διάλεκτος Γκρίκο), την Απουλία και τη χερσόνησο του Σαλέντο. Η παρουσία τους χρονολογείται από την αρχαιότητα, κατά τη διάρκεια μαζικών μεταναστεύσεων στη νότια Ιταλία και άλλες περιοχές της Ευρώπης.
Ο συνολικός πληθυσμός των Κατωιταλιωτών αριθμεί περί τα 60.000 άτομα.[47][48] Η ελληνική ομιλείται και από Έλληνες μετανάστες στην Ιταλία. Στην Ιταλία η ελληνική είναι αναγνωρισμένη μειονοτική γλώσσα.[49]
Η ελληνική κοινότητα στη Γερμανία αριθμεί περί τα 400.000 άτομα. Ένα μεγάλο ποσοστό αυτών ομιλεί την ελληνική γλώσσα. Σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Στατιστικής φτάνουν τα 320.000 άτομα[50] ενώ το Υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας ανεβάζει τον αριθμό τους στα 380.000 άτομα.[51] Μεταξύ της ελληνικής κοινότητας της Γερμανίας, η ελληνική χρησιμοποιείται κυρίως στο σπίτι και σε συνευρέσεις ομοεθνών τους.
Η Ελληνική γλώσσα ομιλείται από αρκετές χιλιάδες άτομα στη Ρωσία. Από τις 1 Ιανουαρίου 2017, η ελληνική γλώσσα διδάσκεται ως δεύτερη ξένη γλώσσα σε σχολεία της Ρωσίας,[52] ξεκινώντας από τη σχολική χρονιά 2017-2018.[53]
Οι περισσότεροι Ελληνόφωνοι της Ρωσίας ομιλούν τα Ποντιακά, με τους ομιλητές της να είναι περίπου 40.000 άτομα.
Σύμφωνα με τη ρωσική απογραφή του 2002, 56.473 κάτοικοι της Ρωσίας είχαν ως μητρική τους γλώσσα την ελληνική[54] (0.04% του πληθυσμού της χώρας). Στην απογραφή του 2010 οι μητρικοί ομιλητές της ελληνικής στη Ρωσία μειώθηκαν αρκετά. Η μείωση τους έφτασε τα 13.955 άτομα ή 24.71%, φτάνοντας τους 42.518 ομιλητές. Επίσης το μερίδιο επί του πληθυσμού της χώρας μειώθηκε στο 0.03% του συνολικού πληθυσμού της χώρας.[55]
Το κέντρο της ελληνόγλωσσης μειονότητας αποτελεί η Μόσχα και η νότια Ρωσία, η οποία γειτνιάζει με τη Μαύρη Θάλασσα. Στη Σεβαστούπολη, πόλη ομοσπονδιακής σημασίας στη Κριμαία (η οποία αμφισβητείται μεταξύ Ρωσίας-Ουκρανίας), η ελληνική είναι η μητρική γλώσσα 326 κατοίκων της πόλης ή το 0.09% του πληθυσμού.[56] Στην ειδική απογραφή του 2014 στη Κριμαία, 450 άτομα ανέφεραν την ελληνική ως μητρική τους γλώσσα (434 στη Δημοκρατία της Κριμαίας και 16 στη Σεβαστούπολη).[57] Στη ρωσική απογραφή του 1897, 17.114 άτομα στο κυβερνείο Ταυρίδας (Κριμαία και ορισμένες περιοχές της νότιας Ουκρανίας ανατολικά της Χερσώνας) ανέφεραν την ελληνική ως μητρική τους γλώσσα (3,13% του πληθυσμού).[58][59] Μικρή ελληνόφωνη κοινότητα υπήρχε και στη νήσο Σαχαλίνης στην άπω Ανατολή, σύμφωνα με την απογραφή του 1897, όπου 13 άτομα (όλοι τους άνδρες) δήλωσαν την ελληνική ως μητρική τους γλώσσα.[60]
Αρκετοί ομιλητές της ελληνικής γλώσσας μένουν στο Κράι Κρασνοντάρ, όπου ζουν 22.000 από τους 85.000 Έλληνες που κατεγράφησαν στην απογραφή του 2010.[61][62] Η ελληνική διδάσκεται σε ορισμένα σχολεία του κράι.[53]
Στη ρωσική απογραφή του 1897, 186.925 άτομα δήλωσαν την ελληνική ως τη μητρική τους γλώσσα. Ομιλούσαν κυρίως τα ανατολικά ποντιακά, ενώ οι σημαντικότερες κοινότητες βρίσκονταν στην Κριμαία, τη νότια Ρωσία και βόρεια Γεωργία, αλλά και στην περιφέρεια Καρς (σήμερα αποτελεί μέρος της Τουρκίας, ενώ το έδαφος της περιφέρειας Καρς ανήκει στις επαρχίες Αρνταχάν, Ερζερούμ και Καρς).[63] Στην περιφέρεια Καρς, 32.593 άτομα (το 11.2% των ερωτηθέντων) δήλωσαν τα ελληνικά ως τη μητρική τους γλώσσα (16.469 άνδρες και 16.124 γυναίκες).[64] Η σημαντική ελληνόφωνη κοινότητα στο Καρς διαμορφώθηκε κυρίως από τις μεταναστεύσεις ή μετακινήσεις Ελλήνων του Καυκάσου, Αρμενίων και Ποντίων στα εδάφη της ρωσικής περιφέρειας του Καρς.[65] Μάλιστα, σε ορισμένες περιοχές της περιφέρειας (όμπλαστ) του Καρς, οι ελληνόφωνοι αποτελούσαν πλειοψηφία. Στο κυβερνείο Αστραχάν, σύμφωνα με την απογραφή του 1897, εικοσιεφτά άτομα ομιλούσαν την ελληνική ως μητρική γλώσσα (20 άνδρες και 7 γυναίκες).[66] Στο κυβερνείο Τόμπολσκ, σύμφωνα με την ίδια απογραφή, είκοσι τέσσερα άτομα μιλούσαν την ελληνική ως μητρική γλώσσα (22 άνδρες και 2 γυναίκες).[67]
Στη Ρωσία, η ελληνική γλώσσα χρησιμοποιείται στο πρώτο κανάλι της κριμαϊκής τηλεόρασης[68] σε δύο τηλεοπτικά προγράμματα, ενώ η ελληνική γλώσσα ομιλείται στην χερσόνησο για πάνω από 3 χιλιετίες και αποτελούσε κτήση του Βυζαντίου για εκατοντάδες χρόνια.
Οι Έλληνες της Ουκρανίας αριθμούν 91.548 άτομα, σύμφωνα με την ουκρανική απογραφή του 2001. Ωστόσο, λόγω της αφομοίωσης και του εκρωσισμού κατά τη διάρκεια του μεγαλύτερου μέρους της ύπαρξης της Σοβιετικής Ένωσης, μόνο ένα μικρό μέρος των Ελλήνων της Ουκρανίας ομιλεί την ελληνική γλώσσα. Στις σοβιετικές απογραφές του 1970, 1979 και 1989 και την ουκρανική απογραφή του 2001, οι Έλληνες με μητρική γλώσσα τα ελληνικά αποτελούσαν το 6.7%, 8.9% και 18.5% του συνολικού πληθυσμού Ελλήνων της Ουκρανικής ΣΣΔ.[69][70][71][72]
Σύμφωνα με την απογραφή του 2001, μόνο το 23.4% των Ελλήνων της Ουκρανίας γνώριζε την ελληνική σε κάποιο βαθμό.[73][74] Οι περισσότεροι ελληνόφωνοι Ουκρανοί βρίσκονται στην περιφέρεια Ντονέτσκ (όπου βρίσκονται οι Μαριούπολη). Στο χωριό Μπουγάς (πρώην Μαξίμοβκα), της επαρχίας Βολνόβαχα, το 22.29% των κατοίκων του χωριού ομιλούν την ελληνική ως μητρική γλώσσα.[75][76]
Στην Ουκρανία, η ελληνική είναι αναγνωρισμένη ως μειονοτική γλώσσα.[77]
Σύμφωνα με την πολωνική απογραφή του 2002, η ελληνική γλώσσα χρησιμοποιούταν στο σπίτι από 3.166 άτομα, από τα οποία 2.759 είχαν αποκτήσει την πολωνική υπηκοότητα.[78] Ο ελληνόφωνος πληθυσμός της χώρας αυξήθηκε κατακόρυφα με την εισροή πολιτικών προσφύγων από τον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο.
Σύμφωνα με τη ρωσική απογραφή του 1897 (βλέπε διαμελισμοί της Πολωνίας), 77 κάτοικοι της Βαρσοβίας μιλούσαν την ελληνική ως μητρική γλώσσα (64 άνδρες και 13 γυναίκες).[79] Στο κυβερνείο Καλίς, 15 άτομα μιλούσαν την ελληνική ως μητρική γλώσσα (14 άνδρες και 1 γυναίκα).[80]
Η ελληνική κοινότητα στο Ηνωμένο Βασίλειο αριθμεί δεκάδες χιλιάδες μέλη λόγω της συνεχιζόμενης μετανάστευσης. Αρκετοί μετανάστες είναι ελληνοκύπριοι, ενώ κέντρο της ελληνόφωνης ελληνοκυπριακής κοινότητας είναι το Πάλμερς Γκρην,[81][82] όπου 605 άτομα δήλωσαν την ελληνική ως μητρική τους γλώσσα.[83] Σύμφωνα με έρευνα υπό τη χορηγία της Επιχείρισης της Πόλης του Λονδίνου,[84] υπάρχουν 280.600 με 300.000 ομιλητές της ελληνικής γλώσσας στην περιοχή του μείζονος Λονδίνου.[81]
Η ελληνόφωνη κοινότητα στη Σουηδία δημιουργήθηκε προσφάτως.[85][86] Οι περισσότεροι Έλληνες μετανάστες στη Σουηδία, ειδικά αυτοί που μετανάστευσαν τα πρόσφατα χρόνια, μπορούν να ομιλήσουν την ελληνική γλώσσα. Λόγω της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα, η ελληνόφωνη κοινότητα στη Σουηδία αυξάνεται γρήγορα.[87][88]
Η ελληνόφωνη κοινότητα στη Νορβηγία αποτελεί μερικές δεκάδες μέλη. Το 2009 11 μαθητές είχαν τα ελληνικά ως μητρική γλώσσα.[89]
Οι ομιλητές της ελληνικής γλώσσας στη Φινλανδία ξεπερνούν τις 1.000.[90] Για στατιστικούς λόγους, η ελληνική γλώσσα ταξινομείται μαζί με τη λατινική, όπου αθροιστικά οι δύο γλώσσες έχουν 1.644 ομιλητές (0.03% του πληθυσμού). Σχεδόν όλοι οι προαναφερόμενοι 1.644 ομιλητές ανήκουν στην ελληνική, διότι η λατινική έχει ελάχιστους μητρικούς ομιλητές.
Στην Αρμενία, η ελληνική είναι αναγνωρισμένη ως μειονοτική γλώσσα.[77] Στην ελληνική κοινότητα της Αρμενίας, η οποία αριθμεί 1.176 άτομα, αρκετά μέλη της (κυρίως ηλικιωμένοι) μπορούν να ομιλήσουν την ποντιακή διάλεκτο.[91] Ο ακριβής αριθμός των ομιλητών της ελληνικής είναι άγνωστος.[92] Η ρωσική απογραφή του 1897 ανέφερε ότι 1.323 άτομα στο κυβερνείο του Εριβάν ομιλούσαν την ελληνική ως μητρική γλώσσα.[93] Στην Αρμενία, η ελληνική γλώσσα ομιλείται εκατοντάδες χρόνια από άτομα που μετανάστευσαν εκεί κατά την ελληνιστική, ρωμαϊκή και βυζαντινή περίοδο ή και αργότερα. Ορισμένοι Ελληνόφωνοι ζούσαν και στο κυβερνείο Γκαντζά.[94]
Η μικρή ελληνόφωνη κοινότητα στο Αζερμπαϊτζάν αποτελείται από απογόνους μεταναστών από τον Πόντο και νεότερους μετανάστες. Σύμφωνα με τη ρωσική απογραφή του 1897, στο κυβερνείο Ελιζαβετπόλ (με πρωτεύουσα την Ελιζαβετπόλ, σημ. Γκαντζά, αποτελούμενο κυρίως από περιοχές στο δυτικό Αζερμπαϊτζάν και γειτονικές περιοχές της Αρμενίας) 558 άτομα μιλούσαν την ελληνική ως μητρική γλώσσα (347 άνδρες και 211 γυναίκες).[94]
Στη Γεωργία, υπάρχει μια σημαντική ελληνόφωνη κοινότητα, κυρίως στην Αμπχαζία (αμφισβητούμενη περιοχή μεταξύ της Γεωργίας και της δημοκρατίας της Αμπχαζίας) και την Τσάλκα. Σύμφωνα με τη ρωσική απογραφή του 1897, στο κυβερνείο Κουτάισι (συμπεριλάμβανε και το Σουχούμι, καθώς και το μεγαλύτερο μέρος της Αμπχαζίας) ζούσαν 14.482 ελληνόφωνοι (8.215 άνδρες και 6.267).[95]
Η ελληνική είναι μια από τις κυριότερες γλώσσες της Αμπχαζίας,[96] ενώ ομιλείται για αρκετούς αιώνες στην περιοχή.
Αρκετές εκατοντάδες ελληνοφώνων παραμένουν στο Ουζμπεκιστάν. Αυτοί ζουν κυρίως στην Τασκένδη, όπου μετακόμισαν πολιτικοί πρόσφυγες του ελληνικού εμφυλίου πολέμου και Έλληνες της Σοβιετικής Ένωσης οι οποίοι μεταφέρθηκαν χωρίς τη θέλησή τους από άλλες περιοχές της Σοβιετικής Ένωσης.
Η ελληνική γλώσσα είναι μία από τις μεγαλύτερες, σε αριθμό ομιλητών, γλώσσες της Αυστραλίας. Το 2016, ελληνική ομιλούταν στο σπίτι από 237.588 Αυστραλούς, αντιπροσωπεύοντας μείωση κατά 5.8% από το 2011. Τα ελληνικά είναι η έβδομη μεγαλύτερη γλώσσα της Αυστραλίας σε αριθμό ομιλητών.[97]
Το κέντρο της ελληνόγλωσσης μειονότητας στην Αυστραλία είναι η Μελβούρνη.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.