Η αγγλική γλώσσα (αγγλικά: English, IPA [ ['ɪŋglɪʃ]]) [2] είναι γλώσσα της ινδοευρωπαϊκής οικογένειας και ειδικότερα του δυτικού γερμανικού υποκλάδου του γερμανικού κλάδου. Συγκεκριμένα αποτελεί μέλος της αγγλικής υποομάδας της αγγλοφριζικής ομάδας. Η αγγλική γλώσσα έλκει την καταγωγή της από την Αγγλία και είναι η μητρική γλώσσα της πλειονότητας των κατοίκων του Ηνωμένου Βασιλείου, των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, του Καναδά, της Αυστραλίας, της Νέας Ζηλανδίας, της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας και της Αγγλόφωνης Καραϊβικής. Χρησιμοποιείται, επίσης, ως δεύτερη ή επίσημη γλώσσα σε πολλές χώρες του κόσμου, κυρίως σε όσες αποτελούν μέλη της Κοινοπολιτείας των Εθνών, καθώς και σε πολλούς διεθνείς οργανισμούς.

Γρήγορες Πληροφορίες Αγγλικά, Προφορά ...
Αγγλικά
English
Προφορά[ˈɪŋɡlɪʃ]
Φυσικοί ομιλητές360 εκατομμύρια (2010).[1]
ΤαξινόμησηΙνδοευρωπαϊκές
Σύστημα γραφήςλατινική γραφή και English orthography
Κατάσταση
Επίσημη γλώσσα54 χώρες,
27 μη κυρίαρχες οντότητες,
Οργανισμοί,
Ηνωμένα Έθνη,
Ευρωπαϊκή Ένωση,
Κοινοπολιτεία των Εθνών,
Συμβούλιο της Ευρώπης,
Οργανισμός για τη Δημοκρατία και την Οικονομική Ανάπτυξη ΓΚΟΥΑΜ
Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο
ΔΟΕ,
ΔΟΤ
NATO,
Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου της Βόρειας Αμερικής
ΟΑΚ
ΟΟΣΑ
Οργανισμός Ισλαμικής Διάσκεψης
ΟΠΕΚ
Φόρουμ Νήσων Ειρηνικού
Σύμφωνο UKUSA.
ISO 639-1en
ISO 639-2eng
ISO 639-3eng
Linguasphere52-ABA
Thumb
  Επίσημη ή εκ των πραγμάτων επίσημη ή γλώσσα της πλειοψηφίας.
  Επίσημη γλώσσα, αλλά όχι στην πλειοψηφία μητρική γλώσσα.
Κλείσιμο

Η σύγχρονη αγγλική γλώσσα, η οποία μερικές φορές χαρακτηρίζεται ως η πρώτη παγκόσμια lingua franca [3][4], κατέχει κυρίαρχη θέση ως διεθνής γλώσσα στους τομείς των επικοινωνιών, της επιστήμης, των επιχειρήσεων, της πολιτικής και της διπλωματίας, της ψυχαγωγίας, της αεροναυτιλίας και της ραδιοεπικοινωνίας, και των ηλεκτρονικών υπολογιστών και του διαδικτύου [5]. Αποτελεί μία από τις συνολικά έξι επίσημες γλώσσες του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, μία από τις 23 επίσημες της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπου κατέχει τη δεύτερη θέση ως μητρική γλώσσα και την πρώτη ως ξένη γλώσσα με ποσοστό 51%, τη μοναδική επίσημη της Κοινοπολιτείας των Εθνών, ενώ χρησιμοποιείται και σε πολλούς ακόμη διεθνείς οργανισμούς.

Η αρχαία αγγλική γλώσσα ήταν κατά βάση γερμανική ως προς το λεξιλόγιο και έμοιαζε αρκετά με γλώσσες όπως τα ολλανδικά και τα φριζικά. Το 1066 η νορμανδική κατάκτηση της Αγγλίας άλλαξε για πάντα την αγγλική γλώσσα, καθώς η χρήση της αγγλονορμανδικής και της λατινικής γλώσσας στην κυβέρνηση για τρεις αιώνες οδήγησε στην δημιουργία μιας αγγλικής γλώσσας με πολύ μεγάλο ποσοστό λατινικών λέξεων, σχεδόν 60%, ενώ το ποσοστό των γερμανογενών λέξεων είναι 25 με 35%. Έρευνες θέτουν το ποσοστό ελληνικών λέξεων στα αγγλικά γύρω στο 5 με 6% του συνολικού λεξιλογίου της αγγλικής.[6] Έχουν υπάρξει ανεπιτυχείς προσπάθειες για την αντιστροφή αυτής της αλλαγής στο διάβα των αιώνων.

Αφετηρία της τεράστιας εξάπλωσης της αγγλικής γλώσσας υπήρξε η ίδρυση αποικιών, οι πολεμικές κατακτήσεις και οι διπλωματικές συμφωνίες, οι οποίες οδήγησαν στην ίδρυση κτήσεων, αποικιακών κρατών και προτεκτοράτων και στην κατοχή περιοχών υπό το καθεστώς της εντολής, τις οποίες πέτυχε το Ηνωμένο Βασίλειο από τον 16ο έως και τον 20ό αιώνα. Κατ’ αυτόν τον τρόπο στα τέλη του 19ου αιώνα η πολιτική ισχύς της Βρετανικής Αυτοκρατορίας επέβαλε την αναγνώριση της αγγλικής γλώσσας σε παγκόσμιο επίπεδο [7].

Ένας ακόμη σημαντικός λόγος που βοήθησε στην εξάπλωση της αγγλικής γλώσσας, αποτέλεσε η ανάδειξη των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, η πλειοψηφία των κατοίκων των οποίων έχει ως μητρική γλώσσα την αγγλική, σε υπερδύναμη μετά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο και η επακόλουθη οικονομική και πολιτιστική επιρροή τους παγκοσμίως, με τη βοήθεια και της εξάπλωσης των μέσων ενημέρωσης και του διαδικτύου [3].

Η γνώση της αγγλικής έχει καταστεί απαραίτητη σε ένα ευρύ εργασιακό φάσμα, ενώ σε πολλές χώρες, στις οποίες δεν αποτελεί επίσημη γλώσσα, είναι απαραίτητη ως προσόν για την εξεύρεση εργασίας, με αποτέλεσμα πάνω από ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι σε όλον τον κόσμο να την μιλούν, τουλάχιστον στο βασικό της επίπεδο. Στο ελληνικό σύστημα εκπαίδευσης τα Αγγλικά διδάσκονται από την τρίτη τάξη του Δημοτικού μέχρι την τρίτη τάξη του Λυκείου ως πρώτη ξένη γλώσσα.

Η παγκόσμια εξάπλωση της αγγλικής γλώσσας και η χρήση της ως διεθνούς γλώσσας, συνέτεινε στη συρρίκνωση της γλωσσικής ποικιλομορφίας, κυρίως στις περιοχές της Αυστραλασίας και της Βόρειας Αμερικής, ενώ μέσω της συνεχούς επίδρασής της, συνέτεινε στη γλωσσική φθορά άλλων γλωσσών, από την άποψη του λεξιλογίου, της γραμματικής και του συντακτικού [8]. Από την άλλη μεριά, όμως, αυτή καθαυτή η παγκόσμια εξάπλωσή της συνέτεινε στη φθορά της ίδιας της αγγλικής γλώσσας από τις κατά τόπους πληθυσμιακές ομάδες οι οποίες τη χρησιμοποιούσαν και τη χρησιμοποιούν, γεγονός το οποίο κατέληξε έως και στη δημιουργία γλωσσών διαφορετικής γλωσσικής οικογένειας, όπως είναι οι κρεολικές γλώσσες και οι γλώσσες πίτζιν.

Οι αγγλόφωνοι χρησιμοποιούν το εξής αλφάβητο:

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

a b c d e f g h i j k l m n o p q r s t u v w x y z

Ιστορία

Προϊστορία

Πριν από την κατάκτηση της Βρετανίας από τους Ρωμαίους, αρχικά από τον Ιούλιο Καίσαρα το 55 π.Χ. και στη συνέχεια από τον Κλαύδιο το 42 μ.Χ., δεν υπάρχουν γραπτές μαρτυρίες για τη γλώσσα η οποία μιλιόταν στα Βρετανικά νησιά. Οι Ρωμαίοι, όταν έφτασαν στη Βρετανία, βρήκαν ένα Κελτικό φύλο, τους Βρετανούς, οι οποίοι είχαν έλθει προγενέστερα ως εισβολείς από την ηπειρωτική Ευρώπη, γύρω στα μέσα της πρώτης χιλιετίας π.Χ.. Οι Βρετανοί αντιστάθηκαν πεισματικά στη ρωμαϊκή εισβολή, όμως τελικά νικήθηκαν και οι Ρωμαίοι σταδιακά κατέκτησαν το μεγαλύτερο μέρος της χώρας.

Παρ' όλα αυτά, η ρωμαϊκή εξουσία περιορίστηκε εξαιτίας των φυσικών εμποδίων, τα οποία οριοθετούσαν τα όρη της Σκωτίας και της Ουαλίας, στα οποία κατέφυγαν οι Κέλτες. Έτσι, οι Ρωμαίοι αναγκάστηκαν να περιοριστούν στα ήδη κατακτημένα εδάφη, κτίζοντας τείχη, όπως το περίφημο Τείχος του Αδριανού, τμήματα του οποίου σώζονται έως σήμερα, κατασκευάζοντας στρατόπεδα και οχυρώνοντας πόλεις για να προστατευθούν από τις επιθέσεις των ορεσίβιων κελτικών φύλων. Έξω από την ελεγχόμενη από τους Ρωμαίους περιοχή, η παλαιά κελτική γλώσσα ήταν σε σχεδόν αποκλειστική χρήση και τα Λατινικά δεν κατάφεραν να επιβληθούν, όπως συνέβη στην υπόλοιπη Αγγλία και κυρίως στις μεγαλύτερες πόλεις της [9]. Τελικά το 410 οι Ρωμαίοι αποχώρησαν για να υπερασπιστούν την ίδια τη Ρώμη η οποία απειλούνταν από τους Γότθους.

Το κενό εξουσίας στα Βρετανικά νησιά έδωσε την ευκαιρία στους Σκώτους και τους Πίκτους από τον βορρά να επιχειρούν συνεχείς επιδρομές λεηλατώντας και καταδιώκοντας τούς υπό ρωμαϊκή πολιτιστική επιρροή Κέλτες οι οποίοι αναγκάστηκαν να ζητήσουν βοήθεια από τους Ρωμαίους. Οι Ρωμαίοι, όμως ήταν τόσο απασχολημένοι με τα δικά τους προβλήματα, που η έκκληση απευθύνθηκε εις ώτα μη ακουόντων. Έτσι, οι Ρωμαιο-Κέλτες αυτοί, αναγκάσθηκαν να αναζητήσουν αλλού βοήθεια και προσέφυγαν στις γερμανικές φυλές των Σαξόνων οι οποίοι κατοικούσαν στις ακτές της σημερινής βόρειας Γερμανίας.

Επιρροές από την κελτική γλώσσα

Στα Βρετανικά νησιά, η Πρωτοκελτική γλώσσα εξελίχθηκε στις ομιλούμενες ακόμη και σήμερα κελτικές γλώσσες της Γοϊδελικής υποοικογένειας και συγκεκριμένα στα Κελτικά Σκωτικά, στα Ιρλανδικά και στη γλώσσα Μανξ και τις γλώσσες της Βρυθονικής υποοικογένειας και συγκεκριμένα στην Ουαλική, στην Κορνουαλική και στη Βρετονική της Γαλλίας. Εκτός από τα βρετονικά, οι παραπάνω κελτικές γλώσσες έχουν χαρακτηριστεί από μεγάλη γεωγραφική γλωσσική μετάβαση υπέρ της αγγλικής.

Παρ' όλη τη μακρά ιστορική παρουσία των κελτικών γλωσσών στα Βρετανικά νησιά, οι επιρροές τους στην αγγλική γλώσσα είναι αξιοσημείωτα μικρές. Ελάχιστες είναι οι λέξεις τις οποίες η αγγλική υιοθέτησε από τα κελτικά κατά τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο και ακόμη λιγότερες αυτές οι οποίες παρέμειναν σε χρήση έως σήμερα, από τις οποίες πολλές μόνον σε διαλεκτική χρήση [10][11].

ΑγγλικάΠροφορά IPAΣημασίαΚελτικά ΣκωτικάΙρλανδικάΓλώσσα ΜανξΟυαλικάΚορνουαλικάΒρετονικά
bannock[['bæn.ɘk]]κομμάτι σπιτικού ψωμιούbonnach / bannach
bard[[bαːd]]βάρδοςbàrdbardbarddbarz
brock (broc)[[brɒk]]ασβόςbroc (brec > breac)broc (breac)(brech / brych)brōch / brogh(breach)
cairn[[keɘn]]σωρός λίθων ως ορόσημο ή μνημείοcarncarncarncarncarncarn
clan[[klæn]]φατρία, ομάδα οικογενειώνclanncland / clannplant / plantaplans / planz / plansa
crag[[kræg]]γκρεμόςcreagcraig /creagcregcraig (πλ. creigiau)clegarkarreg (πλ. kerreg)
druid[['druː.ɪd]]δρυΐδηςdraoi / draidhdrui (γεν. druad) / draoidhdruīderwydddruwdrouiz (πλ. drouized)
flannel[['flæn.ɘl]]φανέλα (ύφασμα)olannolannollangwlanen < gwlāngulān / glāngulān
galore[[gɘ'lɔːr]]αφθονίαgo leōr
gull[[gʌl]]γλάροςguilb (γεν. gulbann)gulbangilbin > gwylanguilan / gullangwelan
shamrock[['ʃæm.rɒk]]τριφύλλιseamragsemrach > seamrdg / seamróg

Παρ' όλα αυτά, αρκετές κελτικές λέξεις επέζησαν ως γλωσσικά απολιθώματα σε πολυάριθμα τοπωνύμια [12], όπως:

  • Ονομασίες ποταμών: Aire, Avon (= ποταμός), Don, Doune (οι δύο τελευταίες λέξεις προέρχονται από μια λέξη για το νερό), Exe, Ouse, Stour, Tees, Thames, Trent, Usk, Wey, Wye.
  • Ονομασίες πόλεων, είτε εξ ολοκλήρου: Dover (= νερό), Glasgow, Kent, London (όνομα φυλής), York, είτε ως πρώτο συνθετικό: dun (= προστατευμένος τόπος) > Dundee, Dunbar, Dunedin, kill (= εκκλησία) > Kildare, Kilkenny, caer (= οχυρωμένος τόπος) > Caerleon, Carlisle, Cardiff, pen (= κορυφή, λόφος) Pendle, llan (= άγιος) Llangollen, Llandudno, ή ως δεύτερο: combe (= κοίλωμα, κοιλότητα) Ilfracombe. Ακόμη το πρώτο συνθετικό στα ονόματα των πόλεων Dorchester, Gloucester, Manchester, Winchester, Salisbury είναι κελτικής προέλευσης με δεύτερο συνθετικό τις λέξεις της αρχαίας αγγλικής γλώσσας ceaster (< λατ. castra, civitas < ελλ. κεῖται) = στρατόπεδο > πόλη και burgh = φρούριο, οχυρό.

Επιρροές από τη λατινική γλώσσα

Τα Λατινικά γενικά άσκησαν μεγάλη επιρροή στην ιστορία της αγγλικής γλώσσας. Στην περίοδο της ρωμαϊκής κυριαρχίας (55 π.Χ. - 410 μ.Χ.) οι λεγεωνάριοι του ρωμαϊκού στρατού και οι έμποροι από την ηπειρωτική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία έδωσαν νέα ονόματα σε αντικείμενα της περιοχής και εισήγαγαν νέες έννοιες, χρησιμοποιώντας πολλές φορές λέξεις τις οποίες οι ίδιοι είχαν δανειστεί από τα Ελληνικά. Περίπου οι μισές από αυτές τις λέξεις αφορούσαν σε φυτά, ζώα, φαγητά και ποτά, και οικιακά είδη, ενώ λέξεις οι οποίες αφορούσαν σε άλλους σημαντικούς τομείς είχαν σχέση με την ένδυση, τα κτήρια και την κατασκευή τους, τους στρατιωτικούς και τους νομικούς θεσμούς, το εμπόριο και τη θρησκεία [13].

Σύγχρονα ΑγγλικάΠροφορά IPAΣημασίαΑρχαία ΑγγλικάΛατινικά
pea[[piː]]μπιζέλιpisepisum < ελλ. πίσον
plant[[plɑːnt]]φυτόplanteplanta
cheese[[tʃiːz]]τυρίcese / cysecaseus
cat[[kæt]]γάταcat / catt / cattecattus
wine[[waɪn]]κρασίwinvinum
kettle[['ket.ḷ]]χύτραcetelcatillus < ελλ. κοτύλη
dish[[dɪʃ]]πιάτοdiscdiscus < ελλ. δίσκος
candle[['kæn.dḷ]]λαμπάδα, κερίcandlecandela
belt[[belt]]ζώνηbeltbalteus
tile[[taɪl]]κεραμίδιtigletegula
wall[[wɔːl]]τείχος, τοίχοςweallvallum
city[['sɪt.i]]στρατόπεδο > πόληceastercastra, civitas < ελλ. κεῖται[εκκρεμεί παραπομπή]
street[[striːt]]δρόμος, οδόςstræt(via) strata
pound[[paʊnd]]μέτρο βάρους ή όγκουpundpondo
Mass[[mæs]]Λειτουργία, Ακολουθίαmæssemissa
monk[[mʌŋk]]μοναχόςmunucmonachus < ελλ. μοναχὸς
minster[['mɪn.stɘr]](απρχ.) μεγάλος ναόςmynstermonasterium < ελλ. μοναστήριον

Αρχαία αγγλική γλώσσα

Η αγγλική γλώσσα προέρχεται από τις αγγλοφριζικές διαλέκτους τις οποίες χρησιμοποιούσαν οι γερμανικής καταγωγής άποικοι, οι οποίοι προέρχονταν από διαφορετικές περιοχές της σημερινής βορειοδυτικής Γερμανίας και της βόρειας Ολλανδίας. Αρχικά, τα αρχαία αγγλικά ήταν ένα συνονθύλευμα διαφορετικών διαλέκτων, γεγονός το οποίο αντικατόπτριζε τη διαφορετική γεωγραφική προέλευση των αγγλοσαξονικών βασιλείων της Αγγλίας. Μία από αυτές τις διαλέκτους, η ύστερη δυτική σαξονική, έμελε τελικά να υπερισχύσει. Η πρωταρχική αρχαία αγγλική γλώσσα επηρεάστηκε στη συνέχεια από τα δύο κύματα εισβολέων στα Βρετανικά νησιά. Το πρώτο έλαβε χώρα κατά τον 8ο και 9ο αιώνα, όταν κατακτητές οι οποίοι προέρχονταν από τη Σκανδιναβία και μιλούσαν γλώσσες του βόρειου γερμανικού υποκλάδου του γερμανικού κλάδου εγκαταστάθηκαν σε περιοχές της Βρετανίας. Το δεύτερο συνέβη κατά τον 11ο αιώνα, όταν έφτασαν οι Νορμανδοί, οι οποίοι μιλούσαν την αρχαία νορμανδική γλώσσα και τελικά ανάπτυξαν μια αγγλική διάλεκτο η οποία ονομάζεται αγγλονορμανδική γλώσσα. Κατ' αυτόν τον τρόπο, οι καταβολές της αγγλικής γλώσσας συνέτειναν στο να παρουσιάζεται αυτή ως μικτή γλώσσα (σαν υβριδική μορφή γερμανικής και ιταλικής γλώσσας) χωρίς, όμως, να είναι στην πραγματικότητα, αφού η γραμματική της αγγλικής και το μεγαλύτερο μέρος του βασικού λεξιλογίου παραμένει γερμανικό. Σήμερα το γερμανογενές λεξιλόγιο στα αγγλικά είναι γύρω στο 30% και ένα 5-6% προέρχεται από τα ελληνικά μέσω των λατινικών.[6]

Ο συγχρωτισμός των πρώτων αποίκων με τους σκανδιναβούς εισβολείς, είχε ως αποτέλεσμα τη γραμματική απλοποίηση και τον λεξιλογικό εμπλουτισμό του αρχικού αγγλοφριζικού γλωσσικού υποστρώματος. Η νορμανδική κατάκτηση οδήγησε στον εγκεντρισμό, πάνω σ' αυτό το γερμανικό γλωσσικό υπόστρωμα, ενός περισσότερο εκλεπτυσμένου φάσματος λέξεων από τον Ιταλικό κλάδο. Αυτή η νορμανδική γλωσσική επιρροή εισέβαλε στα αγγλικά κυρίως μέσω της δικαστικής και της κυβερνητικής γλώσσας. Κατ' αυτόν τον τρόπο, η αγγλική γλώσσα αναπτύχθηκε στον μέγιστο βαθμό ως δανειζόμενη γλώσσα, με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τη μεγάλη ευελιξία και προσαρμοστικότητα, και το τεράστιο λεξιλόγιο.

Ταξινόμηση και συγγενικές γλώσσες

Thumb
Αγγλικά συμβολίζεται με τον κωδικό γλώσσας «EN», σύμφωνα με το ISO 639-1

Η αγγλική γλώσσα ανήκει στον δυτικό γερμανικό υποκλάδο του γερμανικού κλάδου της ινδοευρωπαϊκής οικογένειας γλωσσών. Η πλησιέστερη συγγενικά ζωντανή γλώσσα προς τα αγγλικά, είναι τα Σκωτικά (Σκωτς), τα οποία ομιλούνται κατά κύριο λόγο στη Σκωτία και σε περιοχές της Βόρειας Ιρλανδίας. Η Σκωτική γλώσσα (Σκωτς) αντιμετωπίζεται από τους γλωσσολόγους είτε ως διαφορετική γλώσσα, είτε ως ομάδα διαλέκτων της αγγλικής. Η αμέσως κοντινότερη συγγενική γλώσσα της αγγλικής είναι η φριζική γλώσσα, η οποία ομιλείται στη βορειοδυτική Γερμανία και στη βόρεια Ολλανδία. Σε μικρότερο βαθμό συγγενικές ζωντανές γλώσσες προς την αγγλική, είναι οι δυτικές γερμανικές γλώσσες, δηλαδή η ολλανδική, η κάτω γερμανική, η γερμανική και η αφρικάανς. Οι σκανδιναβικές γλώσσες του βόρειου γερμανικού υποκλάδου είναι ακόμη πιο μακρινές συγγενικά από τις υπόλοιπες γλώσσες του δυτικού γερμανικού υποκλάδου.

Πολλές γαλλικές λέξεις είναι κατανοητές σε κάποιον αγγλόφωνο (παρά το γεγονός ότι η ακουστική κατανόηση δεν είναι ανάλογη με την οπτική, λόγω της συχνά διαφορετικής προφοράς των λέξεων), ως αποτέλεσμα της υιοθέτησης εκτεταμένου λεξιλογικού υλικού από τα νορμανδικά και τα γαλλικά μετά τη νορμανδική κατάκτηση και κατευθείαν από τα γαλλικά κατά τους επόμενους αιώνες (κοντά 30%). Ως αποτέλεσμα, μεγάλο μέρος του αγγλικού λεξιλογίου προέρχεται από τα γαλλικά, με κάποιες μικρές διαφοροποιήσεις στην ορθογραφία (κυρίως στις καταλήξεις των λέξεων, στη χρήση παρωχημένων μορφών γαλλικής ορθογράφησης, κ.λπ.), όπως επίσης και στην κατά περιπτώσεις νοηματική διαφοροποίηση. Η προφορά των λέξεων οι οποίες αποτελούν γλωσσικά δάνεια από τα γαλλικά, έχει πλέον προσαρμοστεί ολοκληρωτικά στα αγγλικά πρότυπα και ακολουθεί το τυπικό υπόδειγμα τονισμού των γερμανικών γλωσσών.

Παράλληλα λόγω της λατινικής επιρροής το ελληνικό λεξιλόγιο στα αγγλικά είναι πολύ πιο εκτενές σε σχέση με τις υπόλοιπες γερμανικές γλώσσες. Και αυτές έχουν προσαρμοστεί στον τονισμό της αγγλικής γλώσσας.

Δείτε επίσης

Παραπομπές

Βιβλιογραφία

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Wikiwand in your browser!

Seamless Wikipedia browsing. On steroids.

Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.

Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.