Αντί Ιμπεριαλιστική εξέγερση στην Κίνα (1899-1901) From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Εξέγερση των Μπόξερ (αγγλικά: The Boxer Rebellion, ή The Boxer Revolution), γνωστή σε παλαιότερη βιβλιογραφία και ως Εξέγερση των Δίκαιων Γροθιών, ήταν εθνικιστική αιματηρή εξέγερση από μέλη της λεγόμενης "Ομάδας της Ηθικής Αρμονίας της Κίνας", ενάντια σε κάθε ξένη και ιδιαίτερα ευρωπαϊκή, ιμπεριαλιστική επιρροή στην Κίνα. Η εξέγερση διήρκεσε από τον Νοέμβριο του 1899 μέχρι τις 7 Σεπτεμβρίου του 1901 και καταπνίγηκε στο αίμα.
Οι επαναστάτες ονομάστηκαν «Μπόξερ» (= πυγμάχοι) από τους Δυτικούς εξαιτίας των πολεμικών τεχνών στις οποίες ασκούνταν στην ύπαιθρο της χώρας. Στην πραγματικότητα, αυτή η επωνυμία προέκυψε από την απόδοση του εμβλήματος και του μότο των εξεγερμένων "Γροθιές της Δίκαιης Αρμονίας",[1] στα κινεζικά Ι-χο Τσουάν. Οι Μπόξερ πίστευαν ότι τα φυλαχτά και η γυμναστική τούς έκαναν άτρωτους. Στερούνταν όμως στρατιωτικών ικανοτήτων, καθώς τους έλειπαν ο στρατιωτικός εξοπλισμός και η οργάνωση.
Ο 19ος αιώνας ήταν μια περίοδος αμοιβαίων απογοητεύσεων για την Κίνα και τη Δύση. Η Δύση, υπονοώντας πάντα τις τότε ιμπεριαλιστικές Μεγάλες Δυνάμεις, προσπαθούσε θεμιτά και αθέμιτα να κάνει την Κίνα να ανοιχτεί στον τομέα του εμπορίου, πρώτιστα για την εξυπηρέτηση των οικονομικών της συμφερόντων, πλην όμως οι Κινέζοι αντιμετώπιζαν τους Δυτικούς σαν βαρβάρους και τούτο διότι δεν είχαν αισθανθεί καμιά ιδιαίτερη ανάγκη εξωτερικού εμπορίου, αλλά και ούτε πίστεψαν ποτέ ότι είχαν κάτι να διδαχθούν από τους ξένους και ιδιαίτερα από τη Δύση.
Ενώ αρχικά οι πρώτοι έμποροι που έφθασαν από τη Δύση (18ος αιώνας) κρατήθηκαν στις κινεζικές ακτές της Καντόνας και σε απόσταση από τον λαό, προκειμένου να μη μεταδώσουν τη "διαφθορά" τους, άρχισαν συνεχώς να επεκτείνονται. Έτσι παρά τις τοπικές συγκρούσεις και επεισόδια που ακολούθησαν, η Αυτοκρατορία της Κίνας τελικώς έφθασε στο σημείο να μη μπορεί να αντισταθεί στις τόσες εμπορικές φιλοδοξίες τους, με συνέπεια να ακολουθήσει μια σειρά από συνθήκες (η πρώτη το 1842) με συνεχείς παραχωρήσεις, εκτεταμένα πολιτικά και εμπορικά δικαιώματα, ανοίγματα λιμανιών, δικαιώματα εγκαταστάσεων, μέχρι και ετεροδικίας, όπου οι ξένοι υπάγονταν έκαστος μόνο στη δικαιοδοσία της πρεσβείας του. Όλα αυτά ήταν φυσικό επόμενο να προκαλούν στους Κινέζους μεγάλη δυσφορία.
Μια άλλη επίσης σημαντική αιτία δυσαρέσκειας ήταν οι ξένοι ιεραπόστολοι, οι οποίοι εκμεταλλευόμενοι και καταστρατηγώντας τις διάφορες συνθήκες παροχής δικαιωμάτων άρχισαν "για του Χριστού την πίστη την Αγία", να περιδιαβαίνουν τις πόλεις του εσωτερικού της Κίνας, που ακόμα παρέμεναν κλειστές κοινωνίες, ερχόμενοι σε συνεχείς προστριβές μέχρι και συγκρούσεις, κυρίως με τις τάξεις των συντηρητικών ευγενών που φρόντισαν κατάλληλα να κεντρίζουν τον λαό εναντίον των πρώτων. Οι δε Κινέζοι προσήλυτοι του Χριστιανισμού, παύοντας να συμμετέχουν στην κοινοτική ζωή με τις αξίες που είχε διαμορφώσει ο Κομφούκιος, αλλά και διακόπτοντας κάθε οικονομική ενίσχυση πατροπαράδοτων ναών και ιερών, προκαλούσαν το μίσος των συμπατριωτών τους. Μάλιστα κάποιοι ιεραπόστολοι είχαν φθάσει στο σημείο να παρεμβαίνουν και στις τοπικές κοινωνίες, τις περισσότερες φορές απερίσκεπτα, εγείροντας έτσι στους Κινέζους έντονη δυσφορία και κατά της ίδιας της Αυτοκρατορίας.
Στις αιτίες της εξέγερσης αυτής δεν θα πρέπει να παραβλέπεται και η ολέθρια για την Κίνα έκβαση του Α΄ Σινοϊαπωνικού πολέμου που είχε μόλις προηγηθεί, όπου οι κινεζικές δυνάμεις είχαν υποστεί αποφασιστική ήττα "κατά ξηρά και κατά θάλασσα" από τους Ιάπωνες, τους οποίους μέχρι τότε πατροπαράδοτα περιφρονούσαν (π.χ. επεισόδιο Ναγκασάκι). Η έκβαση αυτή είχε προκαλέσει στην Κίνα τεράστια εσωτερική κρίση. Δεν υπήρχε σχεδόν επαρχία της Κινεζικής Αυτοκρατορίας που να μη μαστιζόταν από κοινωνική αναταραχή. Μία από τις πλέον ταραγμένες περιοχές της περιόδου εκείνης ήταν το Σαντόνγκ, ακριβώς εκεί όπου ξέσπασε και η εξέγερση των Μπόξερ, το 1898.
Η ανατολική επαρχία Σαντόνγκ ή Σαντούνγκ (που βρίσκεται κατ΄ έναντι της Ιαπωνίας) μαστιζόταν από οικονομική δυσπραγία πριν ακόμα ξεκινήσει ο πόλεμος με την Ιαπωνία. Μετά δε τον πόλεμο η κατάσταση είχε χειροτερέψει λόγω της εκεί συρροής μεγάλου αριθμού Κινέζων στρατιωτών που είχαν αποστρατευτεί αλλά και προσφύγων από νότιες περιοχές οι οποίες είχαν υποστεί ξηρασίες, πλημμύρες και λιμούς. Αυτό το πλήθος των εξαθλιωμένων Κινέζων πρόσθετε στην κοινωνία του Σαντούγκ τη μεγαλύτερη οργή και απελπισία.
Στα παραπάνω, κατά ένα παράδοξο τρόπο, το Καλοκαίρι του 1898 ήλθε και προστέθηκε η μεγάλη πλημμύρα του Κίτρινου ποταμού που κατέκλυσε όλη την πεδιάδα του Σαντούγκ και όχι μόνο, δικαιώνοντας την προσωνυμία του ποταμού ως "πληγή της Κίνας". Η αυτοκρατορική κυβέρνηση στάθηκε ανίκανη να αντιμετωπίσει τις πλημμύρες και το κάθε χωριό είχε αφεθεί στην τύχη του. Η ανικανότητα αυτή ερμηνεύτηκε από τους Κινέζους ως "απώλεια της θεϊκής βούλησης - εντολής προς την αυτοκρατορική δυναστεία για διακυβέρνηση της χώρας. Έτσι και η καταστροφή αυτή που επαναλήφθηκε και το επόμενο έτος απετέλεσε λάδι στη φωτιά για ανοικτή πλέον εξέγερση και σύγκρουση. Η σπίθα όμως της εξέγερσης είχε ήδη ανάψει πάνω στα ορεινά χωριά του Σαντούγκ από τους Μπόξερ από τις αρχές του 1898 με μια ιαχή που διέτρεχε όλη την περιοχή «Γκρεμίστε τους Τσινγκ (δυναστεία), τσακίστε τους ξένους».
Έτσι στα τέλη του 19ου αιώνα τα αντιδυτικά αισθήματα στην Κίνα ήταν ασυγκράτητα. Ενισχύονταν από την ταπείνωση της Κίνας στους πολέμους του οπίου. Οι δε φήμες για Δυτικούς ιεραπόστολους που απήγαγαν ορφανά κινεζάκια και η οργή για τον σιδηρόδρομο που παραβίαζε το φενγκ σούι χειροτέρευε την κατάσταση. Το κίνημα των Μπόξερ ήταν όχι μόνο αντιδυτικό αλλά και αντιδυναστικό. Στρεφόταν και κατά της δυναστείας των Τσινγκ την οποία θεωρούσε υπεύθυνη για την αδυναμία της Κίνας.
Συνεπώς η εξέγερση των Μπόξερ δεν ήταν μια σύγκρουση διαμετρικά αντίθετων πολιτισμών όπως θέλει να αποδέχεται η Δύση άλλα μία καθαρά αντι-ιμπεριαλιστική εξέγερση ενάντια στην πολιτική διείσδυσης που εφάρμοσαν οι Δυτικοί επεμβαίνοντας στην Άπω Ανατολή.
Όταν οι Μπόξερ εξεγέρθηκαν και άρχισαν να σφαγιάζουν χριστιανούς, η χήρα αυτοκράτειρα Τσισί, που επιθυμούσε να απαλλαγεί η Κίνα από τους ξένους, τους υποστήριξε. Οι Μπόξερ παραμέρισαν τα αντιαυτοκρατορικά αισθήματα τους και συμμάχησαν με την Αυλή για να απαλλαγούν από τους ξένους.
Την άνοιξη του 1900 οι Μπόξερ ήταν εκτός ελέγχου. Οι ξένοι διπλωμάτες ζήτησαν ενισχύσεις από την ακτή αλλά εμποδίστηκαν από τους Κινέζους. Στις 31 Μαΐου επιτράπηκε σε μια διεθνή δύναμη από 340 στρατιώτες να εισέλθει στο Πεκίνο, ενώ μια δύναμη 90 στρατιωτών έφτασε τέσσερεις μέρες αργότερα. Τον Ιούνιο του 1900 οι Μπόξερ ενισχυμένοι από Κινέζους στρατιώτες άρχισαν να επιτίθενται σε ξένες πρεσβείες. Οι πρεσβείες των ΗΠΑ, της Μεγάλης Βρετανίας, της Γαλλίας, της Ολλανδίας, της Ιαπωνίας, της Ιταλίας, της Ρωσίας και της Αυστροουγγαρίας βρίσκονταν όλες στο ίδιο μέρος, κοντά στην Απαγορευμένη Πόλη. Οι πρεσβείες ενώθηκαν και οχυρώθηκαν γρήγορα. Εκεί βρήκαν καταφύγιο οι ξένοι πολίτες στο Πεκίνο. Οι πρεσβείες της Ισπανίας και του Βελγίου ήταν λίγους δρόμους παρακάτω και το προσωπικό τους πρόλαβε να φτάσει σώο στην οχυρωμένη βάση. Η γερμανική πρεσβεία στην άλλη μεριά της πόλης καταλήφθηκε προτού η γερμανική πρεσβευτική αποστολή να προλάβει να ξεφύγει. Όταν ο Γερμανός πρέσβης φον Κέτελερ δολοφονήθηκε στις 20 Ιουνίου, οι ξένες δυνάμεις απαίτησαν επανόρθωση. Στις 21 Ιουνίου η Κίνα κήρυξε πόλεμο προς όλες τις ξένες δυνάμεις, αλλά αρκετοί τοπικοί διοικητές αρνήθηκαν να συνεργαστούν.
Οι οχυρωμένες πρεσβείες πολιορκήθηκαν από τις 20 Ιουνίου έως τις 14 Αυγούστου. Διοικητής των πολιορκημένων ήταν ο Βρετανός πρέσβης στην Κίνα Κλωντ Μακ Ντόναλντ. Η φρουρά των πρεσβειών που αποτελείτο από 507 άντρες κατάφερε να αντέξει ενάντια σε περίπου είκοσι χιλιάδες Κινέζους χάρη στην υπεροχή του εξοπλισμού της. Η πολιορκία άρθηκε από ένα διεθνές στράτευμα.
Οι ΗΠΑ, η Βρετανία, η Ιαπωνία, η Ρωσία, η Αυστροουγγαρία, η Γαλλία, η Ιταλία και η Γερμανία συμμάχησαν για να αντιμετωπίσουν τους Μπόξερ. Η διεθνής δύναμη που στάλθηκε για να βοηθήσει τους ξένους στο Πεκίνο αποτελείτο από 18.000 άντρες υπό τη διοίκηση του Βρετανού στρατηγού Άλφρεντ Γκέιζλι. Μετά από μερικές αποτυχημένες προσπάθειες κατάφερε να εισβάλει στο Πεκίνο στις 14 Αυγούστου και να σώσει τους πολιορκημένους ξένους. Ακολούθησε άγρια λεηλασία από τους στρατιώτες, ιδιαίτερα από τους Γερμανούς, από όπου έμεινε και ο χαρακτηρισμός Ούννοι, όπως τους αποκαλούσαν κατά τη διάρκεια των δύο παγκοσμίων πολέμων.
Στις 7 Σεπτεμβρίου η Κίνα αναγκάστηκε να υπογράψει το πρωτόκολλο των Μπόξερ. Σύμφωνα με αυτό η Κίνα έπρεπε να καταβάλει πολεμική αποζημίωση στις ξένες δυνάμεις. Έπρεπε επίσης να εκτελεστούν κυβερνητικοί αξιωματούχοι και ευγενείς οι οποίοι είχαν υποστηρίξει τους Μπόξερ.
Κατά τη διάρκεια της εξέγερσης 48 καθολικοί ιεραπόστολοι και 18.000 Κινέζοι καθολικοί δολοφονήθηκαν. Δολοφονήθηκαν επίσης 222 Κινέζοι ορθόδοξοι, 182 προτεστάντες ιεραπόστολοι και 500 Κινέζοι προτεστάντες. Η διεθνής δύναμη έχασε περίπου 250 άντρες ενώ οι κινέζικες απώλειες ήταν τεράστιες. Με την εξέγερση των Μπόξερ η Κίνα συνειδητοποίησε τη γενικότερη αδυναμία της και ότι έπρεπε να εκσυγχρονιστεί. Η αυτοκρατορική δύναμη εξασθένησε και άλλο ενώ φούντωσαν τα αισθήματα ενάντια στη δυναστεία των Τσινγκ, η οποία εκδιώχθηκε τελικά το 1911.
Η Εξέγερση των Μπόξερ έχει παρουσιαστεί ή αναφερθεί σε διάφορα μέσα ψυχαγωγίας.
Η αμερικανική δραματική ταινία του Νίκολας Ρέι, 55 Μέρες στο Πεκίνο (55 Days at Peking, 1963) με τους Τσάρλτον Ίστον, Άβα Γκάρντνερ και Ντέιβιντ Νίβεν, εξελίσσεται κατά τη χρονική περίοδο της Εξέγερσης.[2]
Οι τελευταίες μέρες του Πεκίνου (Die letzten Tage von Peking, 2006): Δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ του γερμανικού τηλεοπτικού σταθμού ZDF, από τη σειρά Imperium.[3] Αφηγητής: Μαξιμίλιαν Σελλ.[4]
Η Εξέγερση αναφέρεται στο βιντεοπαιχνίδι BioShock Infinite.[5]
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.