Γάλλος φιλόσοφος και κοινωνιολόγος From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Ωγκύστ Κοντ ή όπως είναι γνωστός Ογκίστ Κοντ[7][8][9][10][11] (γαλλ. Isidore - Auguste - Marie - François - Xavier Comte, 19 Ιανουαρίου 1798 - 5 Σεπτεμβρίου 1857) ήταν Γάλλος φιλόσοφος, γνωστός ως ιδρυτής της κοινωνιολογίας και του θετικισμού.
Ωγκύστ Κοντ | |
---|---|
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Isidore Marie Auguste François Xavier Comte (Γαλλικά) |
Γέννηση | 19 Ιανουαρίου 1798[1][2][3] Μονπελιέ[4][5] |
Θάνατος | 5 Σεπτεμβρίου 1857[1][2][3] Παρίσι[6][5] |
Αιτία θανάτου | Καρκίνος του στομάχου |
Υπηκοότητα | Γαλλία |
Σπουδές | Λύκειο Ζοφρ και Πολυτεχνική Σχολή |
Σύζυγος | Καρολίν Μασσέν |
Γονείς | και Rosalie Boyer |
Επιστημονική σταδιοδρομία | |
Ερευνητικός τομέας | φιλοσοφία και κοινωνιολογία |
Ιδιότητα | φιλόσοφος, κοινωνιολόγος, μαθηματικός και συγγραφέας |
Φοιτητές του | Fabien Magnin, Pierre Laffitte, Richard Congreve και Eugène Sémérie |
δεδομένα ( ) |
Ο Κοντ γεννήθηκε στο Μονπελιέ της Γαλλίας στις 19 Ιανουαρίου 1798. Το 1814, λόγω των εξαιρετικών σχολικών του επιδόσεων, έγινε δεκτός στο Εκόλ Πολυτεκνίκ (École Polytechnique) στο Παρίσι το 1814, το οποίο έκλεισε δύο χρόνια αργότερα με αποτέλεσμα τη διακοπή των σπουδών του. Από το 1817 και μέχρι το 1824 διετέλεσε γραμματέας και συνεργάτης του φιλοσόφου Ανρί ντε Σαιν-Σιμόν. Αυτό αποτέλεσε σημαντική ευκαιρία για τον Κοντ, καθώς ήρθε σε επαφή με την πολιτική και δημοσίευσε έναν σημαντικό αριθμό άρθρων, που τον έκαναν δημοφιλή. Λίγο καιρό αργότερα παντρεύτηκε με την Καρολίν Μασίν. Το 1826 άρχισε να παραδίδει μαθήματα Θετικής Φιλοσοφίας, τα οποία παρακολουθούσαν επιφανείς επιστήμονες της εποχής. Ωστόσο διακόπηκαν απότομα, ύστερα από ένα πρόβλημα υγείας που του παρουσιάστηκε και χρειάστηκε να νοσηλευτεί για κάποιο διάστημα στην κλινική του ιατρού Εσκιρόλ. Τα μαθήματα Θετικής Φιλοσοφίας ξεκίνησαν ξανά τον Ιανουάριο του 1829, σηματοδοτώντας την αρχή της δεύτερης περιόδου του Κοντ και είχαν διάρκεια 13 χρόνια. Στο διάστημα αυτό δημοσιεύθηκαν έξι τόμοι της σειράς Μαθήματα Θετικής Φιλοσοφίας (1830, 1835, 1838, 1839, 1841, 1842). Το 1832 πήρε στην École Polytechnique τη θέση του επιμελητή στην ανάλυση και τη μηχανική και την επόμενη χρονιά επιδίωξε μια θέση στο Collège de France, χωρίς όμως επιτυχία. Το 1842, και μετά από δυο ανεπιτυχείς προσπάθειες για τη θέση καθηγητή στην École Polytechnique, η δημοσίευση της τελευταίας έκδοσης των Μαθημάτων Θετικής Φιλοσοφίας τον έφερε σε αντιπαράθεση με την πανεπιστημιακή κοινότητα. Ακολούθησε μια μεταβατική περίοδος, όπου εκδόθηκαν διάφορα έργα του (το Elementary Treatise on Analytic Geometry το 1843, το Philosophical Treatise on Popular Astronomy και το The Discourse on the Positive Spirit το 1844). Στη συνέχεια επέστρεψε στο αρχικό ενδιαφέρον του, την πολιτική φιλοσοφία. Η φήμη και η αναγνώρισή του ως θετικιστή, εξαπλώθηκε μετά τα άρθρα του φιλοσόφου Εμίλ Λιτρ (Emile Littre) στη Le National. To 1844 είναι η χρονιά, που γνωρίζεται με την Κλοτίντ ντε Βο (Clotilde de Vaux). Ο ίδιος ο Κοντ τοποθετεί σε αυτή την περίοδο την έναρξη της "δεύτερη καριέρας" του, που χαρακτηρίζεται από μια "συνεχή κυριαρχία της καρδιάς". Ξεκινά να γράφει το έργο του Σύστημα Θετικής Πολιτικής, που είχε προαναγγείλει στο τέλος της σειράς των Μαθημάτων. Ο θάνατος της Κλοτίντ το 1846 τον έφερε σε επαφή με τη λατρεία που τής είχε.
Η εξέλιξη της ανθρωπότητας αποτέλεσε το θέμα της νέας σειράς μαθημάτων του. Το 1848 ίδρυσε την Κοινωνία των Θετικιστών, δημοσίευσε τη Γενική Θεωρία του Θετικισμού και το Θετικιστικό Ημερολόγιο, διαμόρφωσε τη Λέσχη των Ιακωβίνων και το 1849 ίδρυσε μια νέα θρησκεία, τη Θρησκεία της Ανθρωπότητας. Από το 1851 έως το 1854 δημοσιεύτηκαν οι τέσσερις τόμοι του έργου του Σύστημα Θετικής Πολιτικής. Μέσα στο διάστημα αυτό ασχολήθηκε και με τη συγγραφή του έργου Κατήχηση της Θετικής Θρησκείας.
Απαλλαγμένος από τα καθήκοντά του από την Εκόλ Πολυτεκνίκ, ζούσε πλέον με την οικονομική ενίσχυση, που του προσέφεραν άνθρωποι, οι οποίοι τον υποστήριζαν από την Αγγλία και άλλες χώρες, αλλά και φίλοι του όπως ο Τζον Στιούαρτ Μιλ (John Stuart Mill). Το 1851 επιδοκίμασε το "πραξικόπημα" του Ναπολέοντα Γ΄, που έβαλε ένα τέλος στην κοινοβουλευτική "αναρχία". Ο Λιτρ, διαφωνώντας με τις θέσεις του Κοντ, αρνείται να τον ακολουθήσει. Απογοητευμένος ο Κοντ από την πολιτική κατάσταση και τη Δεύτερη Αυτοκρατορία, έρχεται σε επαφή με τον τσάρο Νικόλαο Α΄.
Το 1856 δημοσίευσε τον πρώτο τόμο μιας μελέτης, που αφορούσε τη φιλοσοφία των μαθηματικών υπό τον τίτλο Υποκειμενική Σύνθεση ή Το Καθολικό Σύστημα των Αντιλήψεων Προσαρμοσμένο στο Κράτος της Ανθρωπότητας. Ο Κοντ πέθανε στο Παρίσι στις 5 Σεπτεμβρίου 1857. Με τον θάνατό του έμειναν ανολοκλήρωτα τα έργα του Διατριβή της Γενικής Εκπαίδευσης, Σύστημα της Θετικής Βιομηχανίας ή Διατριβή για τη Συνολική Δράση της Ανθρωπότητας στον Πλανήτη, και Διατριβή της Πρώτης Φιλοσοφίας. Ετάφη στο Κοιμητήριο Περ Λασαίζ, όπου οπαδοί του από τη Βραζιλία τοποθέτησαν το Άγαλμα της Ανθρωπότητας το 1983.[12][13]
Ο «πατέρας» της κοινωνικής επιστήμης και βασικός επιστημονικός αντίπαλος του Βέλγου Λαμπέρ Κετλέ (Lambert Adolphe Jacques Quetelet), άφησε ένα πληθωρικό έργο αναπτύσσοντας μια σκέψη δυνατή και συνάμα εξελικτική. Ο Κοντ, που επινόησε τον νεολογισμό «κοινωνιολογία» σε αντίθεση με τον όρο «κοινωνική φυσική» που χρησιμοποιούνταν ως τότε, ήταν ιδρυτής της σχολής του θετικισμού και ο πρώτος που αντιλήφτηκε τη συνολική κίνηση και την ανατροπή μιας στρατιωτικής και παραδοσιακής κοινωνίας προς μια βιομηχανική και επιστημονική. Η δημιουργία αυτού του νέου κόσμου παράγει μια βαθιά κρίση στη δυτική κοινωνία, για τη θεραπεία της οποίας ο Κοντ αφιερώνεται στον στοχασμό και το έργο του επιστημονικού ρεφορμιστή. Έτσι εμπνεόμενος από τον Τόμας Χομπς θέτει ως στόχο την αναγωγή της πολιτικής στο επίπεδο της επιστήμης. Επιθυμεί δηλαδή μια καινούρια τάξη πραγμάτων βασισμένη όχι στην παράδοση αλλά στα κεκτημένα της φιλοσοφίας. Αυτός ο θετικισμός έχει δύο στοιχειώδεις κανόνες: την παρατήρηση των γεγονότων μέσω αξιολογικής ουδετερότητας και τη διατύπωση των νόμων.
Πάνω σε αυτή τη βάση ο Κοντ χτίζει τη θεωρία του και μέσα από αυτή φτάνει στο συμπέρασμα ότι η κοινωνία είναι «σαν» ζωντανός οργανισμός και ότι το σύνολο επικρατεί του μέρους. Ο αληθινός όμως «άθλος» του Κοντ είναι ότι προσπάθησε να συμφιλιώσει δύο παραδόσεις, αφενός τους νοσταλγούς της χαμένης κοινότητας και αφετέρου τους θιασώτες της ιδέας, του λόγου και της προόδου. Μέσα από αυτή την προβληματική φτάνει σε ένα διπλό πεδίο μελέτης, την «κοινωνική στατική» και την «κοινωνική δυναμική». Δανειζόμενος από την αντίθεση ανατομία/φυσιολογία των βιολόγων ορίζει τη στατική ως τη σπουδή των προσδιορισμών της τάξης και της κοινωνικής συναίνεσης, όπως η ιδιοκτησία, η οικογένεια, η οικονομία και η γλώσσα, ενώ ως αντικείμενο της κοινωνικής δυναμικής είναι η πρόοδος του ανθρώπινου πνεύματος που παρουσιάζεται παρακάτω μέσα από τον νόμο των τριών σταδίων:
Σε αυτό το ιστορικό πεδίο η παραπάνω κατάσταση εναρμονίζεται με την άνοδο της βιομηχανικής κοινωνίας στους κόλπους της οποίας μπορούν να επιβληθούν η τάξη και η συναίνεση. Οι βιομήχανοι θα έχουν αντικαταστήσει τους πολεμιστές, κάτι που αυτομάτως σημαίνει το τέλος των πολέμων και την ανθρώπινη συνεργασία για την απόκτηση πλούτου.
Το σχήμα των τριών σταδίων θεωρείται από τους σύγχρονους επιστήμονες ξεπερασμένο. Ο Κοντ που υπήρξε βοηθός του Καζιμίρ Περιέ (Casimir Perier) και είχε εισπράξει τα θετικά σχόλια του φιλελεύθερου οικονομολόγου Τζον Στιούαρτ Μιλ (Stuart Mill) είναι πνευματικός ιδιοκτήτης του ρητού «Γνώριζε για να προβλέπεις και πρόβλεπε για να μπορείς».
Η συνεργασία των δυο διανοούμενων ξεκίνησε το καλοκαίρι του 1817, όπου ο εξηντάχρονος τότε Ανρί ντε Σαιν-Σιμόν εντυπωσιάστηκε από τις ικανότητες και την ευστροφία του νεαρού Κοντ. Ο Κοντ μέχρι και το 1824 στάθηκε πιστός γραμματέας κοντά στο πλευρό του Σαιν-Σιμόν, γεγονός το οποίο επηρέασε τις κεντρικές ιδέες της σκέψης του, αλλά και τον ελιτίστικο χαρακτήρα που κουβαλούσε ο φιλόσοφος σε πολλά έργα του. Τελικά η συνεργασία διαλύθηκε μεταξύ των δυο ανδρών το 1824 εξαιτίας μιας διαμάχης σχετικά με τη μορφή που θα εκδίδονταν κάποια χειρόγραφα του Κοντ.
Οι αντιθέσεις και οι διαμάχες μεταφέρθηκαν τόσο στη σκέψη όσο και στις διάφορες αντιλήψεις των ανδρών. Συγκεκριμένα ο Σαιν-Σιμόν εμφανιζόταν από τη μια ως ένα ισχυρός ακτιβιστής που απαιτούσε την άμεση αλλαγή του γαλλικού συστήματος μέσα από την κινητοποίηση φιλελεύθερων τραπεζιτών. Από την άλλη πλευρά, ο πρώην βοηθός του, Κοντ, πίστευε ότι η αλλαγή πρέπει να ξεκινήσει σε μια πρώτη φάση σε ένα πιο θεωρητικό επίπεδο χωρίς να προτρέχει κανείς σε άμεσες πρακτικές αλλαγές, αντίληψη η οποία των οδήγησε στο να αντιταχθεί πλήρως απέναντι στο δόγμα του Σαιν-Σιμόν.[14]
Ο Κοντ πρώτα πρώτα περιέγραψε την επιστημολογική οπτική του θετικισμού στο The Course in Positive Philosophy, μια σειρά κειμένων που δημοσιεύθηκαν από το 1830 έως το 1842. Αυτά τα άρθρα προηγούνται του έργου A General View of Positivism (1848, δημοσιεύθηκε στην Αγγλία το 1865). Οι πρώτοι τρεις τόμοι είχαν κυρίως να κάνουν με τις φυσικές επιστήμες που υπήρχαν ήδη (μαθηματικά, αστρονομία, φυσική, χημεία, βιολογία), ενώ οι δύο επόμενοι έδιναν έμφαση στην επερχόμενη κοινωνική επιστήμη. Παρατηρώντας την κυκλική εξάρτηση της θεωρίας και της παρατήρησης στην επιστήμη και ταξινομώντας τις επιστήμες με αυτό τον τρόπο, ο Κοντ θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ο πρώτος φιλόσοφος της επιστήμης με τη σύγχρονη σημασία του όρου. Ο Κοντ ήταν επίσης ο πρώτος που διαχώρισε κατηγορηματικά τη φυσική φιλοσοφία από την επιστήμη. Η οπτική του για τον θετικισμό θα ξεκινούσε να καθορίζει, λεπτομερώς, τους εμπειρικούς στόχους της κοινωνιολογικής μεθόδου. Ο Κοντ ωφέλησε την κοινωνική ανέλιξη προτείνοντας ότι η κοινωνία περνά από τρεις φάσεις αναζητώντας την αλήθεια σύμφωνα με ένα γενικό "νόμο των τριών σταδίων". Η ιδέα είχε κάποια ομοιότητα με την οπτική του Μαρξ. Αυτό δεν προκαλεί μεγάλη έκπληξη καθώς και οι δύο ήταν βαθιά επηρεασμένοι από τον πρώιμο ουτοπικό κοινωνιολόγο Ανρί ντε Σαιν-Σιμόν, ο οποίος υπήρξε δάσκαλος και μέντορας του Κοντ. Τόσο ο Κοντ όσο και ο Καρλ Μαρξ σκόπευαν να αναπτύξουν, επιστημονικά, μια νέα λαϊκή ιδεολογία μαζί με τον ευρωπαϊκό λαϊκισμό.
Τα στάδια του Κοντ ήταν (1) θεολογικό, (2) μεταφυσικό και (3) θετικιστικό. Η Θεολογική φάση φαίνεται στην αντίληψη του 19ου αιώνα της Γαλλίας ως προηγούμενη του Διαφωτισμού, στον οποίο κάποιος ανήκε στην κοινωνία και στους κοινωνικούς περιορισμούς που είχαν σχέση με τον Θεό. Καθένας πίστευε τυφλά σε ότι δίδασκαν οι πρόγονοί του. Πίστευε σε υπερφυσικές δυνάμεις. Ο φετιχισμός έπαιζε σημαντικό ρόλο σ' αυτή την περίοδο. Η Μεταφυσική φάση δεν έχει σχέση με τα μεταφυσικά του Αριστοτέλη ή άλλων αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων. Αντίθετα, η ιδέα είχε τις ρίζες της στα προβλήματα της κοινωνίας της Γαλλίας ως απότοκο της επανάστασης του 1789. Αυτή η μεταφυσική φάση συνεπάγεται την παγίωση των παγκόσμιων δικαιωμάτων, παρόλο που τα δικαιώματα δεν αναφέρονταν στη θρησκεία παρά μόνο μεταφορικά. Αυτό το στάδιο είναι γνωστό ως στάδιο έρευνας, επειδή οι άνθρωποι ξεκίνησαν να αιτιολογούν και να αναρωτιούνται, παρόλο που δεν υπήρχαν σταθερές αποδείξεις. Το στάδιο της έρευνας ήταν το ξεκίνημα ενός κόσμου που αναρωτιόταν για τις αρχές και τη θρησκεία. Στην Επιστημονική φάση, η οποία επήλθε μετά την αποτυχία της επανάστασης και του Ναπολέοντα, οι άνθρωποι μπορούσαν να βρουν λύσεις σε κοινωνικά προβλήματα και να τις φέρνουν σε ισχύ, παρ' όλες τις διακηρύξεις των ανθρώπινων δικαιωμάτων, ή την πρόφαση της θέλησης του Θεού. Η επιστήμη ξεκίνησε να απαντά εντατικά ερωτήσεις. Απ' αυτή την άποψη είχε ομοιότητες με τη Μαρξ και τον Jeremy Bentham. Εκείνη την περίοδο η ιδέα της επιστημονικής φάσης θεωρείτο σύγχρονη, παρ' όλο που αργότερα ήταν παράγωγο της κλασσικής φυσικής και ακαδημαϊκής ιστορίας. Ο νόμος των τριών σταδίων του Κοντ ήταν μία από τις πρώτες θεωρίες της κοινωνικής ανέλιξης.
Τον άλλο παγκόσμιο νόμο τον ονόμασε "εγκυκλοπαιδικό νόμο". Συγκρίνοντας αυτούς τους νόμους, ο Κοντ ανέπτυξε μια συστηματική και ιεραρχική κατηγοριοποίηση όλων των επιστημών, περιλαμβάνοντας την ανόργανη φυσική (αστρονομία, γεωλογία και χημεία) και οργανική φυσική (βιολογία και κοινωνιολογία). Ανεξάρτητα από την εισαγωγή του όρου από τον Emmanouel Joseph Sieyes το 1780, ο Κοντ "επαν-εφηύρε" την κοινωνιολογία, και εισήγαγε τον όρο ως νεολογισμό το 1838. Ο Κοντ είχε χρησιμοποιήσει νωρίτερα τον όρο "κοινωνική φυσική", αλλά αυτός ο όρος θεωρήθηκε κατάλληλος από άλλους, αξιοσημείωτος ο Αντόλφ Κετλέ.
Αυτή η ιδέα της ειδικής επιστήμης -όχι των ανθρώπινων σπουδών ούτε της μεταφυσικής- για την κοινωνική διέπρεψε τον 19ο αιώνα και όχι αποκλειστικά από τον Κοντ. Πρόσφατα ανακαλύφθηκε ότι ο όρος "κοινωνιολογία" -ένας όρος που θεωρείτο ότι επινοήθηκε από τον Κοντ- είχε ήδη θεσπιστεί από το 1780, αν και με διαφορετική σημασία από τον Γάλλο δοκιμιογράφο Emmanouel Joseph Sieyes (1748-1836). Ο φιλόδοξος τρόπος που ο Κοντ συνέλαβε αυτή την ειδική επιστήμη της κοινωνικής ήταν όμως μοναδικός. Ο Κοντ είδε αυτή τη νέα επιστήμη, την κοινωνιολογία, ως την τελευταία και τη μεγαλύτερη απ' όλες τις επιστήμες, μία η οποία θα περιελάμβανε όλες τις άλλες, θα τις ενσωμάτωνε και θα αφορούσε τα ευρήματά τους σε ένα συνεκτικό σύνολο. Πρέπει να επισημανθεί όμως, ότι υπήρχε και μία έβδομη επιστήμη μεγαλύτερη ακόμα και από την κοινωνιολογία. Ο Κοντ θεωρούσε "την ανθρωπολογία, ή την αληθινή επιστήμη του ανθρώπου, ως την τελευταία διαβάθμιση στη μεγάλη ιεραρχία της αφηρημένης επιστήμης".
Η εξήγηση του Κοντ για τη θετική φιλοσοφία εισήγαγε τη σημαντική σχέση ανάμεσα στη θεωρία, την πράξη και την ανθρώπινη κατανόηση του κόσμου. Στη σελίδα 27 της εκτύπωσης του 1855 της μετάφρασης της Harriet Martineau για το The Positive Philosophy of Auguste Comte, βλέπουμε την εξής παρατήρηση "αν αληθεύει ότι η θεωρία πρέπει να βασίζεται σε γεγονότα που μπορούν να παρατηρηθούν, είναι εξίσου αληθές ότι τα γεγονότα δεν μπορούν να παρατηρηθούν χωρίς την καθοδήγηση ορισμένων θεωριών. Χωρίς τέτοια καθοδήγηση τα γεγονότα μας θα ήταν ασύνδετα και άκαρπα, δεν θα μπορούσαμε να τα διατηρήσουμε, ούτε θα μπορούσαμε να τα αντιληφθούμε".
Ο Κοντ θεωρείται γενικά ως ο πρώτος δυτικός κοινωνιολόγος (έχοντας προηγηθεί ο Ιμπν Χαλντούν στη Βόρεια Αφρική σχεδόν τέσσερις αιώνες πριν). Ο Κοντ έδωσε έμφαση στη διασύνδεση των κοινωνικών στοιχείων ως προδρόμου της σύγχρονης λειτουργικότητας. Παρ' όλα αυτά, όπως συμβαίνει και με πολλούς άλλους σύγχρονούς του, ορισμένα στοιχεία του έργου του θεωρούνται σήμερα εκκεντρικά και αντιεπιστημονικά, και το μεγάλο όραμα για την κοινωνιολογία ως κεντρική όλων των επιστημών δεν έχει αποδώσει καρπούς.
Η έμφαση που έδωσε σε μια ποσοτική, μαθηματική βάση για τη λήψη αποφάσεων ισχύει μέχρι και σήμερα. Αποτελεί θεμέλιο της σύγχρονης έννοιας του θετικισμού, της σύγχρονης ποσοτικής στατιστικής ανάλυσης, και της επιχειρηματικής λήψης αποφάσεων. Η περιγραφή του για την κυκλική σχέση ανάμεσα στη θεωρία και την πράξη φαίνεται στα σύγχρονα επιχειρηματικά συστήματα της Διοίκησης Ολικής Ποιότητας και Συνεχούς Ποιότητας Βελτίωσης, όπου οι υποστηρικτές περιγράφουν ένα συνεχή κύκλο θεωρίας και πράξης μέσω ενός κύκλου τεσσάρων βημάτων, πλάνου, πράξης, ελέγχου και δράσης. Παρά την υπεράσπιση της ποσοτικής ανάλυσης, ο Κοντ διαπίστωσε την ύπαρξη ενός ορίου στην ικανότητα να βοηθήσει την εξήγηση κοινωνικών φαινομένων.
Η πρώιμη κοινωνιολογία του Χέρμπερτ Σπένσερ συνέβη σε γενικές γραμμές ως αντίδραση στον Κοντ, γράφοντας έπειτα από διάφορες εξελίξεις στην εξελικτική βιολογία, ο Σπένσερ προσπάθησε (μάταια) να αναδιατυπώσει την πειθαρχία σε ό,τι περιγράφουμε σήμερα ως κοινωνικό δαρβινισμό.
Σήμερα ο Κοντ χρωστάει τη φήμη του εν μέρει στον Εμίλ Λιτρ, ο οποίος ίδρυσε τη θετικιστική αναθεώρηση το 1867. Ωστόσο συνεχίζουν να γίνονται συζητήσεις για το κατά πόσο ο Κοντ σφετερίστηκε το έργο του μέντορά του Σαιν-Σιμόν.
Ένας από τους βασικούς διαχωρισμούς στο οποίο προχώρησε ο Κοντ ως προς την κοινωνιολογία ήταν αυτός της κοινωνικής στατικής και δυναμικής. Ο διαχωρισμός αυτός του Κοντ ξεκίνησε από τη λογική ότι όπως η βιολογία διακρίνεται από την ανατομία έτσι μπορεί να διαχωριστεί και η επιστήμη της κοινωνιολογίας. Η κοινωνική στατική και δυναμική συνδυάζουν τη συνύπαρξη των εννοιών της τάξης από τη μία μέσω της κοινωνικής στατικής και της εξέλιξης από την άλλη μέσω της κοινωνικής δυναμικής, στον κλάδο της κοινωνιολογίας. Ο Κοντ προκειμένου να αναλύσει αυτό το νέο σύστημα, πραγματεύτηκε κατά κύριο λόγο τα θεμέλια της κοινωνικής στατικής.
Ο Κοντ κατά την προσέγγιση του κοινωνικού συστήματος δε εξετάζει τις ατομικότητες ξεχωριστά, για τον Κοντ μια τέτοια επιστήμη που θα ξεκινούσε από τις ατομικότητες θα αποτύγχανε τον σκοπό της. Το κοινωνικό όλο αποτελείται από κοινωνικά στοιχεία τα οποία βρίσκονται σε αμοιβαίες αρμονικές σχέσεις μεταξύ τους, ωστόσο πάντα υπάρχει ο κίνδυνος δημιουργίας μιας παθολογικής κατάστασης μέσα από την αποδιοργάνωση τους. Αυτό το σύστημα αποτελείται από οικογένειες, κάστες και τάξεις οι οποίες εξελίσσονται εν τέλει σε πόλεις. Βέβαια ο Κοντ στην πορεία ανάλυσης αυτού του διαχωρισμού συμπέρανε πως η ανθρώπινη κοινωνία δεν μοιάζει σε πολλά σημεία με έναν βιολογικό οργανισμό –εξάλλου αυτή ήταν και η εναρκτήρια σκέψη του διαχωρισμού του – γι’ αυτό θεώρησε θεμελιώδες λειτουργικό κομμάτι της κοινωνίας τη γλώσσα, η οποία μας συνδέει με το παρόν και την ανθρώπινη ιστορία. Άλλο ένα βασικό στοιχείο της κοινωνικής στατικής που θεώρησε σημαντικό ο φιλόσοφος ήταν αυτό της θρησκείας, η οποία λειτουργικά εξαλείφει τον ανθρώπινο εγωισμό. Τρίτο και τελευταίο λειτουργικό στοιχείο της κοινωνικής στατικής είναι ο διαχωρισμός της εργασίας.
Παρά τις προσπάθειες που κατέλαβε ο Γάλλος φιλόσοφος προκειμένου να αποδώσει μια λειτουργική και δομική πλευρά της ανθρώπινης κοινωνίας μέσα από την τάξη και την εξέλιξη, δεν κατάφερε να συνδέσει την κοινωνική δυναμική και την ανάπτυξη της κοινωνίας με την κοινωνική στατική και τον τρόπο λειτουργίας της.[15]
Ο Κοντ εισάγει μια θρησκεία χωρίς θεό και χωρίς το στοιχείο του υπερφυσικού, ωστόσο η αποτυχία του συστήματος οδήγησε υποστηρικτές και αντιπάλους εναντίον του. Για τον Κοντ η θρησκεία είναι ένα είδος συμμαχίας, ένα χαρακτηριστικό στοιχείο της ανθρώπινης ύπαρξης το οποίο απαρτίζεται από δυο λειτουργίες (τη θρησκευτική και την πολιτική) και τρία συστατικά στοιχεία (το δόγμα, τη λατρεία και τον ηθικό κανόνα). Όλα τα στοιχεία της θρησκείας ταυτοχρόνως αναφέρονται στην έννοια της Ανθρωπότητας. Το νέο στοιχείο που εισάγει ο Κοντ σε αντίθεση με τους προγενέστερούς του ήταν αυτό της λατρείας, το οποίο συνδέει με την αγάπη -εμπνευσμένο ίσως από τη μέχρι τότε καθολική λατρεία- που είναι είτε ιδιωτική είτε δημόσια. Στο συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει μετά από σκέψη και τροποποιήσεις ο φιλόσοφος είναι ότι η αγάπη προηγείται της πίστης με άλλα λόγια δηλαδή η λατρεία προηγείται του δόγματος.
Ο Ογκίστ Κοντ μεταξύ των άλλων επιθυμούσε να διακρίνει τις κοσμικές από τις πνευματικές εξουσίες, η συγχώνευση των οποίων ήταν ένα σύνηθες φαινόμενο εκείνη την εποχή με κυρίαρχο παράδειγμα αυτό της Αγγλικανικής Εκκλησίας την πρωτοκαθεδρία της οποίας την είχε η βασίλισσα, γεγονός που τον ώθησε στην προτίμηση του Γαλλικού μοντέλου εξουσίας. Αυτές οι αντιλήψεις του Κοντ οδήγησαν τους μεταγενέστερούς του να ζητήσουν τον διαχωρισμό της εκκλησίας από το κράτος.[16]
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.