Ο Αλεξάντερ Λερ (μεταγραμματίζεται ενίοτε και ως Λαιρ) (γερμανικά: Alexander Löhr) (* 20 Μαΐου 1885, Τούρνου-Σεβερίν, Τρανσυλβανία, † 26 Φεβρουαρίου 1947 στο Βελιγράδι, Σοσιαλιστική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας) ήταν Αυστριακός στρατιωτικός, ο οποίος υπήρξε ένας από τους δώδεκα στρατιωτικούς που έφτασαν στο βαθμό του Αρχιπτεράρχου στη Ναζιστική Γερμανία και επίσης αποδέκτης του Σταυρού των Ιπποτών του Σιδηρού Σταυρού με Φύλλα Δρυός.

Γρήγορες Πληροφορίες Αλεξάντερ Λερ, Ψευδώνυμο ...
Αλεξάντερ Λερ
Thumb
Thumb
Ο Αλεξάντερ Λερ ως Πτέραρχος των Αεροπόρων τον Οκτώβριο του 1939
ΨευδώνυμοΣάσα[1]
Γέννηση20 Μαΐου 1885
Ντρομπέτα-Τούρνου Σεβερίν, Ρουμανία
Θάνατος26 Φεβρουαρίου 1947 (ετών 61)
Βελιγράδι, Γιουγκοσλαβία
Χώρα Αυστροουγγαρία (1906-1918)
Πρώτη Αυστριακή Δημοκρατία (1919-1938)
Ναζιστική Γερμανία (1938-1945)
Κλάδος Αυστροουγγρικός Στρατός
Αυστριακός Ομοσπονδιακός Στρατός
Luftwaffe
Εν ενεργεία1906-1945
ΒαθμόςΑρχιπτέραρχος (Generaloberst)
Διοικήσεις4ος Αεροπορικός Στόλος, Ομάδα Στρατιών «Ε»
Μάχες/πόλεμοιΑ' Παγκόσμιος Πόλεμος

Β' Παγκόσμιος Πόλεμος

ΤιμέςΣταυρός των Ιπποτών του Σιδηρού Σταυρού με Φύλλα Δρυός
Commons page Σχετικά πολυμέσα
Κλείσιμο

Γεννημένος στην Τρανσυλβανία από πατέρα Αυστριακό και μητέρα Ορθόδοξη Ρωσίδα, ο Λερ ακολούθησε σταδιοδρομία αξιωματικού και, αφού έλαβε μέρος σε μάχες του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, συνεισέφερε σε σημαντικότατο βαθμό στη δημιουργία της Αεροπορικής Δύναμης της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας. Κατά το Μεσοπόλεμο αφιερώθηκε στην ανάπτυξη της αεροπορίας της Αυστριακής Δημοκρατίας, όντας ένθερμος υποστηρικτής του Όπλου αυτού, και τελικά έγινε Διοικητής της Αυστριακής Αεροπορικής Δύναμης. Μετά την ενσωμάτωση (Άνσλους) της Αυστρίας στη Ναζιστική Γερμανία ανέλαβε τα ηνία του 4ου Αεροπορικού Στόλου, με τον οποίο έλαβε μέρος στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.

Συμμετείχε ενεργά στην εκστρατεία της Πολωνίας (1939) όπου οι μονάδες του είχαν σημαντική συνεισφορά στη συντριβή της πολωνικής αεροπορικής δύναμης, αλλά και στο βομβαρδισμό της Βαρσοβίας. Κατά τη Βαλκανική Εκστρατεία (Απρίλιος 1941) διέταξε το βομβαρδισμό του απροστάτευτου Βελιγραδίου και κατόπιν του ανατέθηκε ο ρόλος της οργάνωσης των Γερμανικών δυνάμεων για την κατάληψη της Κρήτης, έχοντας προαχθεί σε Αρχιπτέραρχο στις 3 Μαΐου 1941.[Σημ. 1] Έλαβε επίσης μέρος στη γερμανική εισβολή στη Σοβιετική Ένωση, όπου και διακρίθηκε επανειλημμένα.

Το καλοκαίρι του 1942 του ανατέθηκε η διοίκηση της 12ης Στρατιάς στα Βαλκάνια και ήταν ως τον Αύγουστο του 1943 Ανώτατος Διοικητής Νοτιοανατολής. Έπειτα έγινε επικεφαλής της Ομάδας Στρατιών «Ε» με έδρα τη Θεσσαλονίκη, απ' όπου διεύθυνε τον αφοπλισμό των ιταλικών στρατευμάτων, όπως και τη σφαγή της Μεραρχίας Άκουι στην Κεφαλλονιά, τον εκτοπισμό των Εβραίων της Ελλάδας στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τη βίαιη καταπολέμηση των ανταρτών στη Σερβία, στην Ελλάδα, στο Μαυροβούνιο και στην Αλβανία.

Όταν η Ομάδα Στρατιών του αναγκάστηκε να υποχωρήσει από τα Βαλκάνια, ο Λερ κατάφερε, κάτω από αντίξοες συνθήκες, να οδηγήσει τα στρατεύματά του λίγα χιλιόμετρα πριν τα σύνορα της Αυστρίας, όπου οι άντρες του θα γλίτωναν την εξόντωση από τους Γιουγκοσλάβους παρτιζάνους (αντάρτες). Η άνευ όρων συνθηκολόγηση της Γερμανίας όμως (8 Μαΐου 1945) απαγόρευσε εκ των πραγμάτων τη φυγή των μονάδων του Λερ. Μετά από τις αποτυχημένες προσπάθειές του να συνεννοηθεί με τους Βρετανούς για να παραδώσει σε αυτούς τα στρατεύματά του, επέστρεψε από την ασφαλή Καρινθία όπου βρισκόταν και παραδόθηκε οικειοθελώς στους Γιουγκοσλάβους στο Μαριμπόρ της Σλοβενίας. Κρατήθηκε αιχμάλωτος για δύο χρόνια, οπότε δικάστηκε και καταδικάστηκε από γιουγκοσλαβικό δικαστήριο σε θάνατο για εγκλήματα πολέμου κατά αμάχων πολιτών στα Βαλκάνια. Μετά την απόρριψη της αίτησης χάριτος που υπέβαλε εκτελέστηκε στο Βελιγράδι μαζί με άλλους υψηλόβαθμους αξιωματικούς το Φεβρουάριο του 1947.

Πρώτα χρόνια

Ο Αλεξάντερ Λερ γεννήθηκε στις 20 Μαΐου 1885 στο Τούρνου-Σεβερίν στο Βασίλειο της Ρουμανίας (σήμερα Ντρομπέτα-Τούρνου Σεβερίν, Ρουμανία).[2][3] Πατέρας του ήταν ο Φρίντριχ Λερ, οδηγός ποταμόπλοιου από το Μάιντς που εργαζόταν για λογαριασμό της Donaudampfschiffahrtsgesellschaft (συντομογραφία DDSG, Εταιρεία Ναυσιπλοΐας Ατμόπλοιων Δούναβη) από το 1875.[3] Μητέρα του ήταν η Καταρίνα Χάυμαν (γενν. 1849), Ορθόδοξη Ρωσίδα νοσοκόμα, κόρη στρατιωτικού γιατρού από την Οδησσό.[3] Οι δύο τους είχαν γνωριστεί κατά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1877–1878 και αποτελούσαν ένα αρκετά παράταιρο ζευγάρι: ο πατέρας του μιλούσε Γερμανικά, η μητέρα του Ρωσικά, και καθώς ο ένας δεν μιλούσε τη γλώσσα του άλλου, ως μέση λύση στην καθημερινή ζωή χρησιμοποιούσαν τα Γαλλικά. Έτσι ο νεαρός Λερ μιλούσε άπταιστα και τις τρεις αυτές γλώσσες, καθώς και τα Ρουμανικά.[4]

Κατά την εφηβεία του φοίτησε στο Πρωσικό ευαγγελικό σχολείο στη γενέτειρά του, κατόπιν στην Πάνσκοβα (σημερινό Πάντσεβο, Σερβία)[1] και αργότερα στη Στρατιωτική Ακαδημία του Βίνερ Νόιστατ.[4] Ακολούθησε έτσι την καριέρα του στρατιωτικού. Μετά την αποφοίτησή του, στις 18 Αυγούστου 1906,[5] σε ηλικία 21 ετών, εισήλθε με το βαθμό του ανθυπολοχαγού στο k.u.k. 85ο Σύνταγμα Πεζικού του Αυστροουγρικού στρατού (σε σύντμηση, k.u.k – "kaiserlich und königlich", "Αυτοκρατορικό και Βασιλικό")[6][7] όπου και ανέλαβε τη διοίκηση του λόχου μηχανικού και πολυβόλων, ως τις 30 Σεπτεμβρίου 1910.[5] Στο μεσοδιάστημα μετατέθηκε στην Ουγγαρία και αργότερα στο Βίσεγκραντ, στα σύνορα ΒοσνίαςΣερβίας. Εκεί ο γλωσσομαθής ανθυπολοχαγός έμαθε να μιλά όλες τις γλώσσες της Βαλκανικής, μεταξύ των οποίων Ελληνικά,[8] Ουγγρικά, Σερβικά και Ιταλικά.[4] Στις 21 Οκτωβρίου 1910[5] ξεκίνησε την τριετή εκπαίδευσή του στη Στρατιωτική Ακαδημία της Βιέννης, κατά τη διάρκεια της οποίας έλαβε τον βαθμό του Υπολοχαγού.[2][5] Με την ολοκλήρωση της φοίτησής του στις 31 Οκτωβρίου 1913,[5] διορίστηκε διοικητής της Ταξιαρχίας Μεταφορών στο Γενικό Επιτελείο Ενόπλων Δυνάμεων.[6]

Α' Παγκόσμιος Πόλεμος

Όταν ξέσπασε ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, ο Λερ υπηρετούσε στο k.u.k. Γενικό Επιτελείο στο Τμήμα Επιχειρήσεων 5 της Ανώτατης Διοίκησης Στρατού και ταυτόχρονα ως Παρατηρητής Αεροπορίας (26 Ιουλίου – 22 Σεπτεμβρίου 1914).[5] Ως το Οκτώβριο του 1915 υπηρετούσε στο Επιτελείο της 52ης Ταξιαρχίας Πεζικού, έχοντας προαχθεί σε Λοχαγό την 1η Μαρτίου 1915.[7]

Την 1η Δεκεμβρίου μετατέθηκε στο Απόσπασμα 5/Μ του πρωτοποριακού για την εποχή τομέα της αεροπορίας [Abteilung 5/M (Luftfahrtgruppe)] του k.u.k Υπουργείου Πολέμου, με το βαθμό πλέον του λοχαγού,[6] ως εκπαιδευόμενος αντιπρόσωπος[5] από 1η Μαΐου 1916 ως τις 11 Νοεμβρίου 1918 και ασχολήθηκε με την ανάπτυξη της αεροπορίας της χώρας του.[3][7] Ο Λερ επέδειξε εξαιρετικές ικανότητες στην οργάνωση αυτή: μέχρι το Νοέμβριο του 1918, οπότε και οι Κεντρικές Δυνάμεις συνθηκολόγησαν, η Αυστροουγγρική Αεροπορία διέθετε πάνω από 1.700 αεροσκάφη, ένα αναντίρρητα αξιοθαύμαστο επίτευγμα, το οποίο στο μεγαλύτερο μέρος του ήταν έργο του δραστήριου Λερ.[9] Από τις 15 Ιανουαρίου ως τις 3 Μαρτίου 1918 διοικούσε παράλληλα με τη θέση του Αντιπροσώπου του Διοικητή του Τμήματος 5/L ένα τάγμα στο 74ο Σύνταγμα Πεζικού.[5]

Μεσοπόλεμος

Στις 11 Νοεμβρίου 1918, η Ανακωχή της Κομπιέν έφερε το τέλος του πολέμου και την ήττα των Κεντρικών δυνάμεων. Μετά από αυτό, ο Λερ παρέμεινε σε ενεργό υπηρεσία στον νέο Ομοσπονδιακό Στρατό της Αυστρίας (Österreichisches Bundesheer).[3][7] Την επόμενη της παράδοσης ονομάστηκε αντιπρόσωπος του Διοικητή του 11ου Τμήματος του Κρατικού Γραφείου Υποθέσεων του Στρατού, θέση την οποία κράτησε ως τις 31 Δεκεμβρίου 1918. Την επόμενη μέρα έλαβε τη θέση που θα κρατούσε για τα επόμενα οκτώ χρόνια: αυτή του Αντιπροσώπου της Διαχείρισης, Οργάνωσης και Στρατιωτικών Υποθέσεων των Αεροπορικών Υποθέσεων στο Κρατικό Γραφείο, και αργότερα, με τη διάσπαση της Αυστροουγγαρίας, στο αντίστοιχο Ομοσπονδιακό Γραφείο.[5] Εν τω μεταξύ, το 1919, νυμφεύθηκε την Κριστίνε Γιοχάνε ή Γιοχάνα Φέλνερ (Christine Johanna ή Johanne Fellner) (γενν. 1891), με την οποία απέκτησε μια κόρη.[3]

Thumb
Ο Αλεξάντερ Λερ ως Στρατηγός των Ιπταμένων το 1939

Ως μεγάλος υποστηρικτής της Αεροπορίας, διαβλέποντας τις δυνατότητες του νέου αυτού όπλου στον πόλεμο,[8] ο Λερ απογοητεύθηκε από τη Συνθήκη του Σεν Ζερμέν, η οποία άφησε την Αυστρία με ένα μόνο αεροσκάφος, και αυτό για μετεωρολογικούς σκοπούς. Έκτοτε, όπως έγραφε και ο ίδιος, θα έθετε ως στόχο, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο «να δυσκολέψει τη δουλειά των ξένων επιτρόπων που θα ήθελαν να χώσουν τη μύτη τους παντού […] και μετά […] να βάλει πετραδάκι πετραδάκι τα θεμέλια για την αναδημιουργία της αεροπορικής δύναμης της Αυστρίας.»[9] Μάλιστα, συνέβαλε και στην ανάπτυξη ενός κέντρου εκπαίδευσης για νέους πιλότους στο Άσπερν πλησίον της Βιέννης (το οποίο μεταφέρθηκε στο Γκρατς-Τάλερχοφ το 1929), χαρακτηρίζοντάς το μάλιστα παραπλανητικά ως κέντρο εκπαίδευσης πιλότων για συμμετοχή σε αθλήματα.[3] Με αυτές τις τακτικές, ως το Μάρτιο του 1938, οπότε και η Αυστρία ενσωματώθηκε στη Ναζιστική Γερμανία, υπήρχαν διαθέσιμα δύο Αεροπορικά Σμήνη (στη Βιέννη και το Γκρατς) με 93 αεροσκάφη, καθώς και μία εκπαιδευτική Μοίρα.[3] Κατά το διάστημα αυτό, ο Λερ δραστηριοποιήθηκε δίνοντας διαλέξεις σχετικά με την αεροπορία και ασχολήθηκε με τη συγγραφή βιβλίων αεροπορικής τακτικής.[3] Εκεί τονίστηκε ιδιαίτερα η σημασία των ακριβών πληγμάτων καίριων εχθρικών στόχων, τα οποία σε συνδυασμό με τον ψυχολογικό αντίκτυπο που θα είχαν στον αντίπαλο, θα προκαλούσαν την κατάρρευσή του.[10]

Στις 3 Οκτωβρίου 1927 μετατέθηκε στο επιτελείο του 2ου Τάγματος Ποδηλατιστών και κατόπιν, την 1η Μαρτίου 1928, στο Ομοσπονδιακό Υπουργείο Στρατιωτικών, όπου προήχθη σε Σμήναρχο την 1η Ιουλίου 1928.[6] Από την 1η Νοεμβρίου 1928 ως τις 30 Απριλίου 1934[5] κατείχε τη θέση του Διοικητή του Τμήματος 5/L της Αεροπορίας στο Υπουργείο Στρατιωτικών.[6] Ακολούθησε η τοποθέτησή του ως διοικητή της Αεροπορικής Άμυνας της Αυστρίας (1 Μαΐου 1934 - 10 Ιουνίου 1935) και η προαγωγή του σε Υποπτέραρχο στις 25 Σεπτεμβρίου 1934.[5]

Την 1η Ιουλίου 1934 ονομάστηκε επικεφαλής της Αυστριακής Αεροπορίας και τη θέση αυτή κατείχε ως τις 15 Μαρτίου 1938, οπότε και η Αυστριακή Αεροπορία ενσωματώθηκε στη Luftwaffe, μετά την ενσωμάτωση της Αυστρίας στη Ναζιστική Γερμανία (Άνσλους). Ο Λερ ορκίστηκε πίστη στο πρόσωπο του Αδόλφου Χίτλερ και δήλωσε επίσης την ετοιμότητα της Αεροπορίας του (την οποία παρομοίασε με «πύρινη ρομφαία») να ταχθεί στο πλευρό της Γερμανίας και να αντιμετωπίσει τους εχθρούς της.[11] Λίγες μέρες αργότερα, στις 24 Μαρτίου 1934, ο Λερ έγινε ο πρώτος Αυστριακός που έφθασε τον βαθμό του Αντιπτεράρχου της Luftwaffe.[12] Ως τις 31 Ιανουαρίου παρέμεινε διοικητής της Luftwaffe Αυστρίας, οπότε και ανέλαβε διοικητής της Διοίκησης Luftwaffe Ανατολικού Μαρκ, ως τις 17 Μαρτίου 1939. Στις 18 Μαρτίου διορίστηκε διοικητής του 4ου Αεροπορικού Στόλου, έχοντας προαχθεί σε Στρατηγό των Ιπταμένων στις 25 Μαρτίου.[5] Παράλληλα, εκείνη την εποχή συνέγραψε το βιβλίο «Η Θέση μου στην Αυστρία 1906-1938» (Meine Stellung in Österreich 1906-1938) με θέμα τη στρατιωτική του υπηρεσία και τις πολεμικές του εμπειρίες.[13]

Ο Αδόλφος Χίτλερ αναφέρεται πως συμπάθησε τον Λερ από την πρώτη συνάντηση που είχε μαζί του, ενώ, σύμφωνα με τον υφιστάμενό του Λερ Έριχ-Σμιτ Ρίχμπεργκ, στο πρόσωπό του διέκρινε «έναν αξιωματικό με μοναδικές γνώσεις».[8][9] Αυτό που τον εντυπωσίασε ήταν η οξύνοια και η πολυετής εμπειρία του πολυπαρασημοφορημένου και έμπειρου Λερ στις χώρες της Ευρώπης και της Βαλκανικής. Ο ίδιος ο Λερ με τις αδίστακτες τακτικές που έμελλε να ακολουθήσει στον πόλεμο θα δικαίωνε την εμπιστοσύνη του Χίτλερ και θα παρέμενε ένας από τους αγαπημένους του στρατηγούς.[9][12]

Β' Παγκόσμιος Πόλεμος

Πολωνία

Με την κορύφωση της διπλωματικής κρίσης του 1939, η Ναζιστική Γερμανία εισέβαλε στην Πολωνία την 1η Σεπτεμβρίου, σηματοδοτώντας έτσι την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου στην Ευρώπη. Ο 4ος Αεροπορικός στόλος που διοικούσε ο Λερ έλαβε ενεργά μέρος στην αποκαλούμενη Πολωνική Εκστρατεία. Η πολωνική αεροπορία είχε τεθεί σχεδόν εκτός μάχης (ωστόσο όχι ολοκληρωτικά) από τις πρώτες μέρες της εισβολής, με τα περισσότερα αεροσκάφη της να έχουν καταστραφεί στο έδαφος από τις 2 Σεπτεμβρίου.[10] Επιχείρησε σε Πολωνία, Σιλεσία και Σλοβακία και συνέβαλε στην αποκοπή της διόδου υποχώρησης των Πολωνικών στρατευμάτων στη γραμμή του Βιστούλα ποταμού.[3]

Για τις επιτυχίες του στην Πολωνία, στις 12 Σεπτεμβρίου, ο Λερ μαζί με τον Υποπτέραρχο Μπρούνο Λέρτσερ (Bruno Loerzer) έγιναν οι πρώτοι αξιωματικοί της Βέρμαχτ που έλαβαν τον Σιδηρό Σταυρό. Η απονομή έγινε στο τρένο του Χίτλερ, όπου ο Λερ έλαβε τον Σιδηρό Σταυρό Β' Τάξης και ο Λέρτσερ, ήδη κάτοχος του παρασήμου από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, έλαβε την αντίστοιχη πόρπη.[14]

Thumb
Γιουγκοσλάβοι πολίτες κοιτούν ερείπια κτιρίων που προκλήθηκαν από τον γερμανικό βομβαρδισμό στο Βελιγράδι, άνοιξη του 1941

Στην εκστρατεία της Πολωνίας ο Λερ, μαζί με τον επικεφαλής του 1ου Αεροπορικού Στόλου, Άλμπερτ Κέσσελρινγκ, εφάρμοσε για πρώτη φορά την τακτική την οποία υποστήριξε κατά τον Μεσοπόλεμο: τα αεροσκάφη τους βομβάρδισαν με σφοδρότητα την πρωτεύουσα Βαρσοβία, επιφέροντας μεγάλες απώλειες μεταξύ των αμάχων πολιτών.[15] Μετά την επιτυχή έκβαση της εκστρατείας για τη Γερμανία, ο Λερ ήταν ένας από τους δεκατρείς υψηλόβαθμους αξιωματικούς, και ένας από τους τρεις μόνον της Luftwaffe (μαζί με τον Χέρμαν Γκέρινγκ και τον Άλμπερτ Κέσσελρινγκ) που έλαβαν τον Σταυρό των Ιπποτών του Σιδηρού Σταυρού στις 30 Σεπτεμβρίου 1939.[6]

Γιουγκοσλαβία

Το 1940 ο Λερ επέστρεψε στη Βιέννη, όπου και ασχολήθηκε με μία μελέτη σχετικά με τη συνέχιση του πολέμου.[7] Μετά τη λήξη και της μάχης της Γαλλίας τον Ιούνιο του 1940 και τη συντριβή των Συμμαχικών δυνάμεων, η Βέρμαχτ (Γερμανικές Ένοπλες Δυνάμεις) ξεκίνησε την ανασύνταξή της εν όψει της επικείμενης εισβολής στη Σοβιετική Ένωση. Την άνοιξη του 1941, με αφορμή την ανατροπή του φιλογερμανικού καθεστώτος της Γιουγκοσλαβίας, η Γερμανία αποφάσισε να καταλάβει τα Βαλκάνια τόσο για γεωστρατηγικούς όσο και πολιτικούς λόγους. Η "Επιχείρηση 25", όπως επικράτησε να ονομάζεται η γερμανική εισβολή στη Γιουγκοσλαβία, εξαπολύθηκε στις 6 Απριλίου 1941. Την ίδια μέρα, και έχοντας σχεδιάσει το χτύπημα αρκετές μέρες πριν, ο Λερ μπόρεσε να δοκιμάσει στην πράξη την τακτική του στοχευμένου βομβαρδισμού εναντίον καίριων εχθρικών στόχων με τον Βομβαρδισμό του Βελιγραδίου (Επιχείρηση «Τιμωρία»).[15]

Εκείνη την ημέρα 484 βομβαρδιστικά καθέτου εφορμήσεως πέταξαν στις 7 το πρωί απροειδοποίητα πάνω από το σχεδόν απροστάτευτο Βελιγράδι.[4] Με διαταγή του Χίτλερ,[15] και ενώ ο γιουγκοσλαβικός στρατός κατέρρεε, έριξαν 3.200 εκρηκτικές και 14.000 εμπρηστικές βόμβες σε διάστημα αρκετών ημερών. Ο βομβαρδισμός αυτός ήταν από τους φονικότερους που διενέργησε η Luftwaffe κατά τη διάρκεια του πολέμου,[4] αλλά είναι ακόμα άγνωστος ο ακριβής αριθμός των θυμάτων. Το δικαστήριο που καταδίκασε τον Λερ σε θάνατο το 1947 έκανε λόγο για 2.274[16] νεκρούς, ο Ουίνστον Τσώρτσιλ με μία υπερβολική εκτίμηση, 270.000, ενώ ο φίλος και βιογράφος του Λερ Γιάρομιρ Ντιάκοβ για 1.500. Εντούτοις, οι επικρατέστερες εκτιμήσεις κάνουν λόγο για 1.500 ως 30.000 νεκρούς.[4]

Thumb
Ο Πτέραρχος Αλεξάντερ Λερ (αριστερά) με το Στρατάρχη Βόλφραμ φον Ρίχτχοφεν στη Σοβιετική Ένωση

Ένα μεγάλο τμήμα της πρωτεύουσας μετατράπηκε σε ερείπια, ενώ ο τρομοκρατημένος πληθυσμός κατέφυγε στην ύπαιθρο.[10] Τα πολιτικά αποτελέσματα ήταν αυτά ακριβώς που προσδοκούσε ο Λερ: σε μία μόνο συνεδρίαση, το υπουργικό συμβούλιο της Γιουγκοσλαβίας αποφάσισε να συνθηκολογήσει,[17] κάτι που έγινε στις 17 Απριλίου 1941.[3] Λόγω της αδίστακτης αυτής τακτικής του, ο Λερ κέρδισε την εύνοια του Χίτλερ, ο οποίος ήταν της άποψης πως ο πόλεμος δεν θα κερδιζόταν «με μεθόδους του Στρατού της Σωτηρίας».[8]

Ελλάδα

Στις 6 Απριλίου 1941, παράλληλα με την επίθεση στη Γιουγκοσλαβία, οι Γερμανοί στράφηκαν εναντίον της Ελλάδας. Ως τις 27 Απριλίου οι Γερμανοί είχαν καταλάβει την Αθήνα και οι εναπομείνασες ελληνικές και συμμαχικές (κυρίως βρετανικές και νεοζηλανδικές) δυνάμεις αποσύρθηκαν στην Κρήτη. Την οργάνωση της κατάληψής της ανέλαβε ο Λερ, ο οποίος είχε προαχθεί σε Πτέραρχο στις 3 Μαΐου 1941, με το XI Αεροπορικό Σώμα του Στρατηγού των Ιπταμένων Κουρτ Στούντεντ.[18] Στις 20 Μαΐου 1941 οι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές ξεκίνησαν την έφοδό τους στο νησί (Επιχείρηση «Ερμής»). Παρά την αποφασιστική αντίσταση που συνάντησαν ακόμα και από τον ντόπιο πληθυσμό, η οποία τους απέφερε βαριές απώλειες (6.000 νεκροί, τραυματίες και αγνοούμενοι και 325 αεροσκάφη), το νησί κατελήφθη την 1η Ιουνίου.[19] Αναγγέλοντας την επιτυχή παρ' όλα αυτά έκβαση της επιχείρησης, ο Λερ δήλωσε με την ημερήσια διαταγή που εκδόθηκε στα στρατεύματά του στις 2 Ιουνίου 1941, πως «ακολουθώντας τον όρκο που δώσαμε στον Φύρερ και Ανώτατο Διοικητή του Στρατού, είμαστε έτοιμοι να αναλάβουμε νέα καθήκοντα».[20]

Αν και ο Λερ επιθυμούσε να συνεχίσει τον πόλεμο κατά των Άγγλων στη Βόρεια Αφρική, τους οποίους θεωρούσε τους κύριους εχθρούς του Γερμανικού Ράιχ, ενημερώθηκε απογοητευμένος πως το βάρος των γερμανικών δυνάμεων θα ριχνόταν στην Ανατολή, και συγκεκριμένα στη Σοβιετική Ένωση.[18]

Σοβιετική Ένωση και πίσω στα Βαλκάνια

Στις 22 Ιουνίου 1941 η Ναζιστική Γερμανία εξαπέλυσε την Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης. Ο Λερ διοίκησε τον 4ο Αεροπορικό Στόλο στη Νότια Ρωσία και την Ουκρανία.[7][18] Εκεί διακρίθηκε επανειλημμένα, κερδίζοντας οκτώ αναφορές στην Ημερήσια Διαταγή της Βέρμαχτ (Wehrmachtbericht).[6] Κατά τις επιχειρήσεις για την κατάληψη της Κριμαίας το θέρος του 1942 ήρθε σε διάσταση με τους υφιστάμενούς του ως προς το θέμα της τακτικής χρήσης των αεροσκαφών του[1] και λόγω αυτού τέθηκε στην εφεδρεία στα τέλη Ιουνίου 1942[6] και στις 2 Ιουλίου 1942 παρέδωσε απρόθυμα[18] τη διοίκηση του 4ου Αεροπορικού Στόλου στον Πτέραρχο (κατόπιν Στρατάρχη) Βόλφραμ φον Ρίχτχοφεν. Έτσι του ανατέθηκε η αρχηγία της 12ης Στρατιάς στα Βαλκάνια για ένα σύντομο χρονικό διάστημα, ως τις 11 Ιουλίου.[5] Ο ίδιος ο Λερ, μετά την αιχμαλωσία του από τους Γιουγκοσλάβους, είχε εξομολογηθεί πως ο Χίτλερ τον είχε παραμερίσει στα Βαλκάνια λόγω της προκατάληψής του για τους Αυστριακούς.[21] Σε γράμμα του στον φίλο του Ντιάκοβ στις 8 Ιουλίου 1942, ο Λερ αποκάλεσε τη μετάθεσή του «υποβιβασμό» και χαρακτήρισε τη νέα του θέση στα Βαλκάνια «κηδεία πρώτης τάξης».[22]

Ανώτατος Διοικητής Νοτιοανατολής και Ομάδας Στρατιών «Ε», 1943-1945

Ο Γερμανός στρατιώτης θα βρεθεί αντιμέτωπος με έναν ύπουλο και παμπόνηρο αντίπαλο που δεν τον τρομάζει κανένα μέσο. [...] [Θα πρέπει] ο Γερμανός στρατιώτης να χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα που οδηγούν στην επιτυχία [...] για να διατηρηθεί ηρεμία και τάξη. [...] Καθόλου συναισθηματισμούς! [...] Είναι προτιμότερο να εκτελεστούν πενήντα ύποπτοι από το να χαθεί ένας Γερμανός στρατιώτης [...] Αιχμάλωτοι επαναστάτες θα πρέπει κατά βάση να τουφεκίζονται ή να απαγχονίζονται· κατά τον ίδιο τρόπο και όποιος τους ακολουθεί, τους υποστηρίζει ή τους υποστήριζε στο παρελθόν. Χωριά κοντά στα οποία έλαβαν χώρα επιθέσεις, καταστροφές ή ανατινάξεις ή άλλου είδους ενέργειες δολιοφθοράς [...] θα πρέπει να καταστρέφονται. [...] Χωριά με κομμουνιστική διοίκηση θα καταστρέφονται. Άνδρες θα συλλαμβάνονται ως όμηροι [...]. Αν δεν καθίσταται δυνατό να εντοπισθούν ή να συλληφθούν εκείνοι που πράγματι συμμετέχουν στην επανάσταση, υπάρχουν αντίποινα γενικής μορφής, όπως π.χ. η εκτέλεση του ανδρικού πληθυσμού από τις γύρω περιοχές, σύμφωνα με μία προκαθορισμένη ποσοστιαία αναλογία.[23]

— ΑΛΕΞΑΝΤΕΡ ΛΕΡ

(Από την οδηγία για την «Καταπολέμηση των Επαναστατών» στην Ελλάδα προς τις γερμανικές μονάδες, Μάρτιος του 1942)

Από τις 12 Ιουλίου ως τις 31 Δεκεμβρίου 1943 ο Λερ ήταν Ανώτατος Διοικητής της 12ης Στρατιάς στα Βαλκάνια,[5] έχοντας αναλάβει με διαταγή του Χίτλερ καθήκοντα Γενικού Διοικητή Ενόπλων Δυνάμεων Νοτιοανατολικής Ευρώπης (Wehrmachtsbefehlshaber Südost), με δικαιοδοσία στην κατεχόμενη Ελλάδα, Σερβία και Κροατία.[6][12] Προκειμένου να αντιμετωπιστεί η ανικανότητα των Ιταλών στην πάταξη των ανταρτών στην Ελλάδα, με την Οδηγία Νο. 47 του Χίτλερ στις 28 Δεκεμβρίου 1942, αποφασίστηκε ενίσχυση και αναδιοργάνωση των γερμανικών μονάδων στα Βαλκάνια. Στα πλαίσια της αναδιοργάνωσης αυτής, ο Λερ ονομάστηκε Ανώτατος Διοικητής Νοτιοανατολής (Oberbefehlsshaber Südost), ως τις 23 Αυγούστου 1943.[24][25] Παράλληλα, ανέλαβε τα ηνία της νεοσύστατης Ομάδας Στρατιών «Ε» (πυρήνας της οποίας ήταν η 12η Στρατιά)[5] με έδρα το Αρσακλή (σημερινό Πανόραμα) κοντά στη Θεσσαλονίκη, και ανέλαβε το δύσκολο έργο της καταπολέμησης των ανταρτών στην ηπειρωτική Ελλάδα, που με τα συνεχή τους χτυπήματά αποτελούσαν μόνιμο «αγκάθι στα πλευρά» της Γερμανικής Διοίκησης. Επιπλέον, επωμιζόταν το καθήκον της οχύρωσης της Νότιας Ελλάδας ενάντια σε συμμαχική απόβαση, που οι Γερμανοί ήταν πεπεισμένοι πως επίκειτο, έχοντας παραπλανηθεί από στοχευμένες επιχειρήσεις των Συμμάχων.[26] Η επιλογή του Λερ από τον Χίτλερ να αναλάβει τα καθήκοντα αυτά δεν ήταν τυχαία καθώς γνώριζε καλά πως ο Λερ, όντας Αυστριακός, ήταν από τους αξιωματικούς της «παλιάς σχολής» της Αυστροουγγαρίας, οι οποίοι λόγω της γειτνίασης κινούνταν βάσει του στερεότυπου του «Βαλκάνιου φανατικού».[27] Όπως ο Λερ εξομολογήθηκε στον Γερμανό Πρεσβευτή στο κράτος-μαριονέτα του Ανεξάρτητου Κράτους της Κροατίας, Ζίγκφριντ Κάσε (Siegfried Kasche) ο στόχος του στα Βαλκάνια ήταν σαφής: ο τόπος έπρεπε να «ησυχάσει», ακόμα και αν «αυτή ήταν η ησυχία ενός νεκροταφείου».[28]

Η «προδοσία των Ιταλών» και η σφαγή της Μεραρχίας Άκουι

Παρότι οι Ιταλοί είχαν αποτύχει να σημειώσουν οποιαδήποτε νίκη εναντίον του Ελληνικού στρατού μέχρι την επέμβαση των Γερμανών, ήταν αυτοί που διατήρησαν την κυριότητα του μεγαλύτερου μέρους της ηπειρωτικής Ελλάδας και της Κρήτης. Ωστόσο γρήγορα φάνηκε πως δεν ήταν ιδιαίτερα πρόθυμοι να ασχοληθούν αποτελεσματικά με το θέμα των Ελλήνων ανταρτών. Παρά τις συστάσεις που τους γίνονταν από τους Γερμανούς, οι Ιταλοί απέρριπταν τα αντίμετρα ως απάνθρωπα.[29] Οι Γερμανοί αποδοκίμαζαν την απειθαρχία και την έλλειψη οργάνωσης των Ιταλών, και έτσι οι σχέσεις τους με τους Ιταλούς επιδεινώνονταν συνεχώς. Ο Λερ ήδη από τον Αύγουστο του 1943 έγραφε πως η συνθηκολόγηση των Ιταλών με τους Συμμάχους ήταν «απλώς θέμα χρόνου».[30] Στην πραγματικότητα, οι 100.000 περίπου Γερμανοί στρατιώτες που η Ανώτατη Διοίκηση της Βέρμαχτ είχε υποσχεθεί στην Ομάδα Στρατιών «Ε» τον Φεβρουάριο του 1943 και τελικά έφθασαν μέχρι το τέλος του καλοκαιριού, θα έπρεπε, παράλληλα με τη διαφύλαξη των ακτών, να αφοπλίσουν τους Ιταλούς στρατιώτες, αν οι τελευταίοι συνθηκολογούσαν.[26] Για να επιτευχθεί αυτό, ο Λερ εκμεταλλεύθηκε το γεγονός ότι οι Ιταλοί, αν και κατείχαν το 70% της Ελλάδας, εκδιώκονταν από την ύπαιθρο από τους αντάρτες. Έτσι γερμανικές μονάδες τοποθετήθηκαν σε νευραλγικά σημεία, προκειμένου να αναλάβουν δράση όποτε οι συνθήκες το απαιτούσαν.[31]

Thumb
Ιταλοί αιχμάλωτοι σε πορεία στην Κέρκυρα (φθινόπωρο του 1943)

Στις 8 Σεπτεμβρίου 1943 ανατράπηκε το φασιστικό καθεστώς του Μπενίτο Μουσολίνι στην Ιταλία. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας, ο Ιταλός στρατηγός Κάρλο Βεκιαρέλι, διοικητής των Ιταλικών στρατευμάτων στην Ελλάδα, επικοινώνησε με τον Γερμανό στρατηγό Χανς φον Γκύλενφελντ για να τον διαβεβαιώσει πως τα στρατεύματα υπό τη διοίκησή του δεν θα πολεμούσαν εναντίον των Γερμανών και παρότρυνε τους τελευταίους να μην χρησιμοποιήσουν βία. Το αίτημα διαβιβάστηκε στον Λερ, ο οποίος αντί άλλης απάντησης έστειλε τελεσίγραφο στους Ιταλούς: μπορούσαν είτε να συνεχίσουν τον πόλεμο στο πλευρό των Γερμανών ή να παραδοθούν άνευ όρων,[30] και η απόφαση έπρεπε να παρθεί εντός μίας ώρας,[32] διαφορετικά θα αφοπλίζονταν με τη βία. Ο Βεκιαρέλι αρνήθηκε, τονίζοντας την παράνομη φύση του τελεσιγράφου. Έτσι οι Γερμανοί έθεσαν σε εφαρμογή την Επιχείρηση «Άξονας» (Unternehmen Achse).[30][32]

Στις 13 Σεπτεμβρίου ξεκίνησαν εχθροπραξίες στην Κέρκυρα. Μονάδες της Γερμανικής 1ης Ορεινής Μεραρχίας του στρατηγού Βάλτερ Στέττνερ επιχείρησαν να πραγματοποιήσουν απόβαση, αλλά αποκρούστηκαν από τους Ιταλούς. Στις 16 Σεπτεμβρίου ο Λερ επέπληξε τον διοικητή του ΧΧΙΙ Ορεινού Σώματος Στρατού Χούμπερτ Λαντς για τη διαλλακτικότητα που επεδείκνυε στις διαπραγματεύσεις του με τους Ιταλούς και εξέδωσε διαταγή σύμφωνα με την οποία «Οι υπεύθυνοι για την αντίσταση Ιταλοί διοικητές θα εκτελεστούν μετά τη σύλληψή τους».[33] Επιπλέον, μαζί με τον διοικητή της Ομάδας Στρατιών «F», Στρατάρχη Μαξιμίλιαν φον Βάιχς, αποφασίστηκε πως «Λόγω της ύπουλης και προδοτικής στάσης των Ιταλών, να μην πιαστούν καθόλου αιχμάλωτοι». Τα γεγονότα για μία από τις μεγαλύτερες ακρότητες του Β' Παγκοσμίου Πολέμου που διαπράχθηκαν από τον τακτικό στρατό και όχι από τα SS, η σφαγή των ανδρών της 33ης Ορεινής Ιταλικής Μεραρχίας «Άκουι», είχαν δρομολογηθεί.[34] Στις 17 Σεπτεμβρίου, οι Γερμανοί αποβιβάστηκαν στην Κεφαλλονιά και ως τις 23 Σεπτεμβρίου εκτελούσαν αδιακρίτως «ό,τι περνά μπροστά απ' την κάννη» όπως έγραψε ο δεκανέας Βάλντεμαρ Τάουτμαν στο ημερολόγιό του.[35] Συνολικά περίπου 2.500 εκτελέστηκαν από τους Γερμανούς και πάνω από 1.500 πνίγηκαν κατά τη μεταφορά τους στην ηπειρωτική Ελλάδα.[36] Στις 28 Σεπτεμβρίου, ο Λερ εξέδωσε νέα διαταγή με την οποία απαιτούσε περισσότερα αντίποινα κατά των Ιταλών.[37]

Αν και την ευθύνη για την εκτέλεση των διαταγών αυτών είχε ο ίδιος ο Λερ ως διοικητής της Ομάδας Στρατιών «Ε», το παράδοξο είναι πως ο ίδιος, σε μία μεγάλης κλίμακας έρευνα που διεξήχθη στην Ιταλία τη δεκαετία του 1950, αθωώθηκε - εξαιτίας της προχειρότητας που χαρακτήρισε τη διεξαγωγή της.[38]

Η αντιμετώπιση των ανταρτών και εγκλήματα πολέμου κατά αμάχων πολιτών

Ένα από τα κρισιμότερα προβλήματα που απασχολούσαν τη γερμανική ηγεσία ήδη από το 1942 ήταν η περιοχή του επονομαζόμενου «Φρουρίου Ευρώπη» (Festung Europa) στο οποίο οι Δυτικοί Σύμμαχοι θα έκαναν απόβαση. Με το θέατρο επιχειρήσεων της Βόρειας Αφρικής να χάνεται για τους Γερμανούς και με τον Τσώρτσιλ να εμφανίζει μία επιμονή με το χώρο των Βαλκανίων, ο Χίτλερ ήταν πεπεισμένος πως η επόμενη συμμαχική απόβαση θα γινόταν στην Πελοπόννησο.[39] Οι Σύμμαχοι βέβαια, που σχεδίαζαν απόβαση στη Σικελία φρόντισαν να ενθαρρύνουν τη στάση αυτή όσο μπορούσαν: οι επιχειρήσεις «Κιμάς», «Ζώα» και «Πλύσιμο», μαζί με άλλες παραπλανητικές ενέργειες στη Μεσόγειο, έδωσαν την εντύπωση στους Γερμανούς πως οι Σύμμαχοι σκόπευαν να αποβιβαστούν σύντομα στη νότια Ελλάδα.[40]

Thumb
Απαγχονισμένος άνδρας από τις κατοχικές δυνάμεις κάπου στην Ελλάδα του 1943 κρέμεται σε κοινή θέα. Το πτώμα του φυλάγει άνδρας των Ταγμάτων Ασφαλείας

Τα Βαλκάνια κηρύχθηκαν θέατρο επιχειρησιακού πολέμου και η Ομάδα Στρατιών του Λερ έλαβε μεγάλη ενίσχυση της τάξεως των 100.000 ανδρών, οι οποίοι θα εγγυώνταν τη διαφύλαξη των ακτών, την αντιμετώπιση των ανταρτών και τον αφοπλισμό των Ιταλών - η αποσκίρτηση των οποίων ο Λερ ήταν πεπεισμένος πως επίκειτο. Η διασφάλιση του Ελλαδικού χώρου ήταν ουσιώδης για τους Γερμανούς: αφενός θα προστατευόταν το νότιο πλευρό των Γερμανών στη Σοβιετική Ένωση και αφετέρου οι πρώτες ύλες, όπως ο βωξίτης και ο λιθάνθρακας, που παρήγαγε η Ελλάδα αλλά κυρίως οι ρουμανικές πετρελαιοπηγές στο Πλοέστι ήταν απαραίτητα για την πολεμική προσπάθεια.[40] Πλην όμως, το ορεινό ανάγλυφο των Βαλκανίων ευνοούσε ιδιαίτερα τον ανταρτοπόλεμο, ο οποίος σύντομα άρχισε να παίρνει απειλητικές διαστάσεις, ιδιαίτερα στη Γιουγκοσλαβία και στην Ελλάδα. Στα πλαίσια της προετοιμασίας της διασφάλισης των ακτών των Βαλκανίων, ο Χίτλερ εξέδωσε διαταγές σύμφωνα με τις οποίες οι ομάδες των «συμμοριτών» (σύμφωνα με τη γερμανική φρασεολογία) έπρεπε να συντριβούν με «την πλέον ακραία ένταση» - η αρχή είχε γίνει με τη διαβόητη «Διαταγή των Κομμάντος», η οποία διέτασσε τη συνοπτική εκτέλεση των ατόμων που δρούσαν πίσω από τις γερμανικές γραμμές με σκοπό τη δολιοφθορά.[41]

Δέκα μέρες μετά την έκδοσή της, ο Λερ, στις 28 Οκτωβρίου 1942, εξέδωσε μία συμπληρωματική διαταγή προς την 12η Στρατιά που διοικούσε. Σύμφωνα με τη λογική του, εφόσον τόσο ο Γιουγκοσλαβικός όσο και ο Ελληνικός στρατός είχαν παραδοθεί, περαιτέρω αντίσταση κατά των Γερμανικών δυνάμεων αντέβαινε το διεθνές δίκαιο - έτσι είχε την ελευθερία να κινηθεί και αυτός έξω από τα όριά του. Η κατευθυντήρια γραμμή που θα ακολουθούνταν εκφράστηκε σε ένα σημείο της διαταγής αυτής (η έμφαση του κειμένου συμβαδίζει με αυτή του αυθεντικού εγγράφου):[21]

[...] Συνεπώς οι υποκινητές αυτού του αγώνα [ενν. της ένοπλης αντίστασης] - αδιάφορο σε ποια παράταξη ανήκουν - δεν θα αντιμετωπίζονται ως μέλη μιας ένοπλης δύναμης. [...] Αυτό δεν ισχύει μόνο για τον ένοπλο, αλλά και κατά τον ίδιο τρόπο και για όποιον μπορεί να αποδειχθεί πως υποστηρίζει ενεργά αυτόν τον αγώνα. Εκούσια παράδοση δεν αλλάζει τίποτε. Όλες οι εχθρικές ομάδες που θα ανακαλύπτονται θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να εξοντώνονται μέχρι τον τελευταίο άνδρα. Μόνο όταν κάθε επαναστάτης θα γνωρίζει πλέον ότι αποκλείεται να γλιτώσει ζωντανός θα μπορούμε να θεωρήσουμε ότι οι δυνάμεις κατοχής είναι σε θέση να ελέγχουν κάθε επαναστατική οργάνωση. Σε αυτό τον αγώνα παίζονται όλα για όλα. Δεν υπάρχουν μέσες λύσεις. Αντιλήψεις όπως «ο ηρωισμός ενός λαού που αγαπά την ελευθερία του» κ.λπ. είναι άτοπες. Διακυβεύεται πολυτιμότατο γερμανικό αίμα. Απαιτώ από κάθε προϊστάμενο να κάνει τα πάντα με προσωπική του παρέμβαση για να εκτελεστεί αυτή η διαταγή από τις μονάδες, χωρίς εξαιρέσεις και με κτηνώδη σκληρότητα. Αντιθέτως, θα ελέγξω κάθε αποτυχία και θα τιμωρήσω ανελέητα τους υπεύθυνους. [...][42]

Το ορεινό ανάγλυφο των Βαλκανίων ομολογουμένως δεν ευνοούσε τις συγκοινωνίες, έτσι οι ζωτικής σημασίας σιδηρόδρομοι και οι γέφυρες αποτελούσαν συνήθη στόχο των ανταρτών. Μετά την ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου τη νύχτα της 25ης προς 26η Νοεμβρίου 1942 από Βρετανούς πράκτορες και αντάρτες του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ, ο Λερ έκρινε απαραίτητο το μέτρο της τοποθέτησης αμάχων (περίπου 50) σε περιφραγμένο βαγόνι με συρματόπλεγμα μπροστά από ατμομηχανές σαν ανθρώπινη ασπίδα. Ούτε ωστόσο οι αντάρτες δίσταζαν να επιτεθούν. Ανάλογα μέτρα λήφθηκαν από τον Λερ για την προστασία των ραγών για τις νάρκες: οι πολίτες που κατοικούσαν κοντά σε σιδηροδρομικές ράγες εξαναγκάζονταν σε περιπολίες κοντά τους. Αν εκρήγνυτο κάποια, οι πολίτες που είχαν κάνει περιπολία εκτελούνταν, εάν βέβαια δεν έπεφταν πρώτα θύματα των ναρκών.[43]

Τον Αύγουστο του 1943, ο Λερ είχε επίσης εκδώσει την ακόλουθη διαταγή, προκειμένου να ενισχυθεί το εργατικό δυναμικό στην υπηρεσία του Γ' Ράιχ με είλωτες από τις κατεχόμενες χώρες:

Ίσως κρίνεται απαραίτητο σε περιοχές [που ελέγχονται από αντάρτες] να απάγεται ολόκληρος ο ανδρικός πληθυσμός, από τη στιγμή που δεν πρέπει να τουφεκιστεί ή να απαγχονιστεί λόγω συμμετοχής ή υποστήριξης των συμμοριτών, και από τη στιγμή που δεν είναι ανίκανος για εργασία, και να μεταφερθεί σε σημεία διακομισμού αιχμαλώτων για περαιτέρω μεταφορά στο Ράιχ.[44]

Με τέτοιου τύπου διαταγές να αποτελούν την απαρέγκλιτη πολιτική του τακτικού στρατού στη Γιουγκοσλαβία και την Ελλάδα, τα θύματα από πλευράς αμάχων πολιτών αυξάνονταν κατακόρυφα. Οι Γερμανοί εκμεταλλεύονταν το γεγονός πως οι αντάρτες δεν έφεραν στολή αλλά πολιτικά, κατά παράβαση του Διεθνούς δικαίου, και επομένως ο άμαχος πληθυσμός θεωρούνταν (συν)υπεύθυνος στις ενέργειες των ανταρτών. Εφόσον δεν μπορούσε να γίνει κάποια διάκριση, μεταξύ των πολιτών και των ανταρτών η εκκαθάριση θα ήταν ολοκληρωτική.[45] Έτσι, μία τυπική διαταγή του Λερ ανέφερε πως «δεν πρέπει, για παράδειγμα, αν κάποιοι σε ένα χωριό πυροβολήσουν Γερμανούς στρατιώτες, να μην γίνει τίποτα επειδή δεν θα μπορεί να προσδιοριστεί ακριβώς ο δράστης. Σε τέτοιες περιπτώσεις πρέπει να γίνονται αντίποινα, με την άμεση σύλληψη και εκτέλεση, ή ακόμα καλύτερα (!) με τον δημόσιο απαγχονισμό, των εξεχόντων προσώπων του χωριού.»[45] Με άλλα λόγια, το σύστημα αντιμετώπισης των ανταρτών βασιζόταν στην τυφλή τρομοκρατία.

Τέτοιες διαταγές δεν έμεναν στα χαρτιά. Όταν στις 2 Ιουλίου 1943 ένας αξιωματικός σκοτώθηκε σε ενέδρα ανταρτών και μία γέφυρα ανατινάχθηκε στο Λιτόχωρο, ο Λερ διέταξε την εκτέλεση 50 Ελλήνων.[46] Τον επόμενο μήνα, ενημερώθηκε για την πορεία της επιχείρησης «Αύγουστος» στην ελληνοαλβανική μεθόριο. Ο απολογισμός της ήταν 300 νεκροί Έλληνες και 50 Αλβανοί, 500 αιχμάλωτοι και η καταστροφή πάνω από χιλίων σπιτιών σε 70 χωριά - με την απώλεια 3 Γερμανών νεκρών και 15 τραυματιών.[47] Είναι ευνόητο πως ο Λερ έφερε ευθύνη για τα αναρίθμητα εγκλήματα που διαπράχθηκαν κατά Ελλήνων και Γιουγκοσλάβων πολιτών, τις καταστροφές, τις πυρπολήσεις και τις λεηλασίες.

Η διαταγή της 22ας Δεκεμβρίου 1943

Στις 13 Δεκεμβρίου 1943, με αφορμή την εκτέλεση 70[48] αιχμάλωτων στρατιωτών της 117ης Μεραρχίας Καταδρομών του Υποστράτηγου Καρλ φον Λε Σουίρ (Karl von Le Suire, 1898-1953)[49] που διαπράχθηκε στις 7 Δεκεμβρίου, διατάχθηκαν αντίποινα τόσο στην πόλη των Καλαβρύτων όσο και σε χωριά και μονές γύρω από αυτά.[50] Μετά το πέρας των επιχειρήσεων στην περιοχή (16 Δεκεμβρίου) οι πλέον αξιόπιστες εκτιμήσεις κάνουν λόγο για 487[51] θύματα στα Καλάβρυτα, με τα συνολικά θύματα να είναι αρκετά περισσότερα. Η επιχείρηση αυτή μπορεί να μην ήταν η πρώτη του είδους της - εκτελέσεις αμάχων πραγματοποιούνταν ήδη από το 1941 - η είδηση για τη σφαγή κλόνισε τη Γερμανική ηγεσία. Ο αριθμός των θυμάτων βέβαια ήταν μικρότερος από τον απαιτούμενο - 100 άμαχοι για ένα νεκρό Γερμανό - αλλά, όπως έθεσε και ο Χέλμουτ Φέλμυ, ο οποίος αναπλήρωνε τον Λερ στη Θεσσαλονίκη, «από την άλλη πλευρά [...] επρόκειτο για ολόκληρο πλήθος ανθρώπων».[52] Χάρη στις προσπάθειες του Χέρμαν Νοϊμπάχερ, παλιού Αυστριακού ναζί και Ειδικού Πληρεξουσίου του Ράιχ για Οικονομικά και Νομισματικά Ζητήματα στην Ελλάδα,[53] (κατόπιν Ειδικός Εκπρόσωπος του Υπουργείου Εξωτερικών για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη)[54] ο οποίος προέβαλε σθεναρή αντίσταση στις τυφλές εκκαθαρίσεις που πραγματοποιούνταν στην ύπαιθρο,[55] ο Λερ, μόλις επέστρεψε και ενημερώθηκε για την κατάσταση, εξέδωσε νέα διαταγή περί της επιβολής αντιποίνων στις 22 Δεκεμβρίου 1943, που αντικατέστησε την ισχύουσα διαταγή του Χίτλερ (16 Δεκεμβρίου 1941) είχε στα κυριότερα σημεία της ως εξής:[56]

Τα έως τώρα συνήθη μέτρα αντιποίνων, τιμωρίας και εκδίκησης θα πρέπει στο μέλλον να συμβάλλουν στους νέους πολιτικούς στόχους. Πρώτη αρχή θα πρέπει να είναι η σύλληψη των αυτουργών των επιθέσεων, των ενεργειών δολιοφθοράς κ.λπ. και να διεξάγονται αντίποινα μόνο σε δεύτερη φάση, όταν μέσω των αντιποίνων αναμένεται πρόληψη μελλοντικών επιθέσεων. [...]

[Απαγορεύεται] μετά από επίθεση ή ενέργεια δολιοφθοράς να εφαρμόζονται αντίποινα αδιακρίτως ες βάρος προσώπων και κατοικημένων περιοχών που βρίσκονται κοντά στον τόπο της επίθεσης. [Αυτό] κλονίζει την πίστη στη δικαιοσύνη (sic) των δυνάμεων κατοχής και οδηγεί και το πιστό τμήμα του πληθυσμού στα δάση. [...] Σε αντίποινα δε θα χρησιμοποιούνται πρόσωπα που δεν έχουν καμία σχέση με τους στόχους των επαναστατών, [...] εχθροί του κομμουνισμού, [...] και γυναίκες και νεαρά άτομα. Τα πρόσωπα αυτά επιτρέπεται να εκτελούνται μόνο ως αυτουργοί ή υποστηρικτές των συμμοριτών. [...] Αν όμως η επιτόπια έρευνα φέρει στο φως την προφανή ή κρυφή συνεργασία και μια συνειδητά παθητική στάση συγκεκριμένων ατόμων απέναντι στους αυτουργούς, τότε θα πρέπει κατ' αρχάς να εκτελούνται αυτά τα πρόσωπα ως υποστηρικτές των συμμοριτών και να καταστρέφονται οι κατοικίες τους. [...] Αν δεν μπορούν να εντοπιστούν παρόμοιοι συνένοχοι, τότε θα πρέπει να επιλέγονται άτομα τα οποία, χωρίς να συνδέονται με τη συγκεκριμένη ενέργεια, μπορούν εντούτοις να θεωρηθούν συνυπεύθυνα. Συνυπεύθυνα είναι κατ' αρχάς τέτοια πρόσωπα που υποστηρίζουν ανοικτά τον κομμουνισμό.[57]

Η διαταγή πρακτικά δεν άλλαξε τίποτα. Τα χαρακτηριστικά των «συνυπεύθυνων προσώπων» παρέμεναν αδρά. Ούτως ή άλλως, ακόμα και αν δεν μπορούσε να αποδειχτεί η ενοχή κάποιου ατόμου, τότε το άτομο εκτελούνταν και μετά υποστηριζόταν πως ήταν πράγματι ένοχο. Για παράδειγμα, στα Καλάβρυτα οι κάτοικοι δεν προέβαλαν ένοπλη αντίσταση, αλλά αυτό δεν εμπόδισε τους διοικητές να αναφέρουν πως «[Η γερμανική μονάδα] δέχτηκε πυροβολισμούς [...] το χωριό καταλήφθηκε μετά από ένοπλη σύγκρουση [..] και ο πληθυσμός διέπραξε απερίγραπτες φρικαλεότητες [εναντίον Γερμανών]».[58]

Η «συμφωνία κυρίων» του Ναπολέοντα Ζέρβα

Όπως ήταν αναμενόμενο, οι διαταγές του Λερ έφεραν πενιχρά αποτελέσματα. Αν και ο τοπικός πληθυσμός είχε κατατρομοκρατηθεί, το κίνημα της αντίστασης τόσο στην Ελλάδα όσο και στη Γιουγκοσλαβία δυνάμωνε. Η πολιτική που εφαρμοζόταν στη διαχείριση της Ελλάδας και της Γιουγκοσλαβίας ήταν αναποτελεσματική. Οι Γερμανοί είχαν αποτύχει πλήρως να εκμεταλλευθούν τα φιλικά αισθήματα των Ελλήνων προς τα Γερμανικά στρατεύματα το 1941, αγνοώντας τις προειδοποιήσεις διαφόρων διπλωματικών παραγόντων όπως του Νοϊμπάχερ,[59] αλλά ο Λερ διέβλεπε (εκ των υστέρων) τη δυνατότητα υποστήριξης των κατοχικών δυνάμεων μέσω της ενίσχυσης των αντικομμουνιστικών κύκλων, που δεν σπάνιζαν στην κατεχόμενη Ελλάδα.

Ο ηγέτης του ΕΔΕΣ Ναπολέων Ζέρβας είχε έρθει σε επαφή με την ηγεσία της 104ης Μεραρχίας Καταδρομών του Αντιστράτηγου Χάρτβιγκ φον Λούντβιγκερ (Hartwig von Ludwiger, 1895-1947) στο Αγρίνιο. Το όλο θέμα είχε τραβήξει την προσοχή του προϊστάμενου XXII Σώματος Στρατού του Στρατηγού Χούμπερτ Λαντς. Αν και οι μονάδες του Ζέρβα ήταν αρκετά αποδυναμωμένες (περίπου 2.500 άνδρες συνολικά και με έλλειψη οπλισμού),[60] το XXII Σώμα Στρατού είχε απωλέσει την αξιόμαχη 1η Ορεινή Μεραρχία, την οποία είχε αποσπάσει ο Στρατάρχης φον Βάιχς για να αντιμετωπίσει τους αντάρτες του Τίτο στο Μαυροβούνιο.[61] Επομένως, οι Γερμανοί μπορούσαν εύκολα να εξοντώσουν τις μονάδες του ΕΔΕΣ, πλην όμως αποφασίστηκε να τις χρησιμοποιήσουν για να διαφυλάξουν τις οδούς ανεφοδιασμού στη δυτική Ελλάδα ενάντια στις επιθέσεις του ΕΛΑΣ του Άρη Βελουχιώτη.[60] Η «συμφωνία κυριών» μεταξύ του Ζέρβα και του XXII Σώματος Στρατού υποτίθεται πως ήταν μυστική, αλλά τόσο ο Λερ όσο και ο Βάιχς λάμβαναν σε τακτική βάση αναφορές.[62] Στις 3 Φεβρουαρίου 1944, με απόρρητη διαταγή του προς το ΧΧΙΙ Σώμα Στρατού, ο Λερ διέτασσε την ενίσχυση των «εθνικόφρονων συμμορίτικων ομάδων» που, όπως υποστήριζε, είχαν περιέλθει σε δυσχερή θέση λόγω της ενίσχυσης των υπολοίπων αντάρτικων ομάδων.[63]

Thumb
Ο ηγέτης του ΕΔΕΣ Ναπολέων Ζέρβας (δεύτερος από αριστερά)

Σύντομα όμως, με την πλάστιγγα να γέρνει υπέρ των Συμμάχων στον πόλεμο, οι υφιστάμενοι του Ζέρβα άρχισαν να αναλαμβάνουν πρωτοβουλία και να επιτίθενται εναντίον των γερμανικών μονάδων στη δυτική Στερεά Ελλάδα.[64] Ο ίδιος ο Ζέρβας δεχόταν έντονες πιέσεις από τους Βρετανούς συνδέσμους τους και, παρά την ανάκαμψη των σχέσεων τον Ιούλιο του 1944, οι σχέσεις άρχισαν να φθίνουν και τον Ιούλιο οι Γερμανοί απέκτησαν την εντύπωση πως ο Ζέρβας ήταν αιχμάλωτος των Γερμανών, κάτι που δεν ίσχυε. Ο Λερ, από κοινού με τον Λαντς αποφάσισε στις 10 Ιουλίου να «απελευθερώσει» τον Ζέρβα, καθώς υπολόγιζε πως όταν οι Σύμμαχοι αποβιβάζονταν στην Ελλάδα, ο Ζέρβας, εφόσον θα ήταν στα χέρια των Γερμανών, δεν θα είχε άλλη επιλογή από τη συνεργασία.[65] Για την Επιχείρηση «Ζέρβας», όπως ονομάστηκε η σχεδιασμένη ενέργεια, συγκεντρώθηκε δύναμη ανδρών της Abwehr (Αντικατασκοπείας) και της Geheime Feldpolizei (GFP, Μυστική Στρατιωτική Αστυνομία). Η επιχείρηση όμως ακυρώθηκε, καθώς σύντομα οι Γερμανοί ειδοποιήθηκαν πως ο Ζέρβας είχε «αφεθεί ελεύθερος» (sic) και πως τασσόταν πλέον με το μέρος των Άγγλων.[66]

Εν τω μεταξύ, οι αντάρτες του ΕΔΕΣ είχαν αποσπάσει μία λωρίδα ακτής κοντά στην Πάργα, έτσι ώστε να προετοιμάσουν το έδαφος για τη συμμαχική απόβαση. Ο Λερ είχε πλέον χάσει την υπομονή του με την αμφιταλαντευόμενη στάση του Ζέρβα και έδωσε άδεια στον Λαντς να επιτεθεί εκεί ισχυρά τμήματα της 4η Αστυνομική Μεραρχία Πάντσερ SS, μόλις τα αποδέσμευε ο Βάιχς. Αυτό που έσωσε τον Ζέρβα από την εξολόθρευση ήταν η αιματηρή επίθεση του ΕΛΑΣ στην Αμφιλοχία, (13 Ιουλίου) η οποία κατέληξε με πάνω από 120 νεκρούς και από τις δύο πλευρές.[67] Ακόμα και έτσι, μία εβδομάδα αργότερα ο Ζέρβας ισχυρίστηκε πως οι επιθέσεις του ΕΔΕΣ στους Γερμανούς γίνονταν χωρίς την άδειά του και υποσχέθηκε να θέσει την κατάσταση υπό έλεγχο.[68] Οι Γερμανοί ανέκτησαν έτσι προσωρινά την αισιοδοξία τους.[68]

Μετά την αποτυχημένη απόπειρα κατά της ζωής του Χίτλερ (20 Ιουλίου 1944) οι Βρετανοί προσέγγισαν τον Λαντς, που δε φημιζόταν για την εμπιστοσύνη του στο καθεστώς, για να προτείνουν ανακωχή: οι Γερμανοί θα παρέμεναν στην Ελλάδα για να διασφαλίσουν πως η χώρα θα παρέμενε στην αγγλική σφαίρα επιρροής, αναχαιτίζοντας τους Σοβιετικούς που πλησίαζαν στη Ρουμανία. Ο Λερ διαβίβασε την πρόταση στους ανωτέρους του και παράλληλα επέμεινε σε περαιτέρω διαπραγματεύσεις με τον Ζέρβα, χαρακτηρίζοντας τη μέρχι τότε στάση του αξιόπιστη. Σε περίπτωση ωστόσο που ο Ζέρβας αντιτασσόταν στους Γερμανούς, έπρεπε να εξοντωθεί.[69]

Αυτό δεν άργησε να γίνει. Στις 17 Αυγούστου μονάδες του ΕΔΕΣ επιτέθηκαν στη γερμανική φρουρά στη Μενίνα-Τσούκα, σκοτώνοντας εν τέλει 90 Γερμανούς, με 22 ίδιες απώλειες και 53 τραυματίες.[70] Την επομένη οι Γερμανοί ετοιμάστηκαν να εξολοθρεύσουν τελειωτικά τον ΕΔΕΣ με μονάδες των SS, ενώ ο Λερ ανακοίνωνε στην Ομάδα Στρατιών «F» πως τα περιθώρια διαπραγματεύσεων είχαν εξαντληθεί, καθώς ο Ζέρβας αδυνατούσε εκ των πραγμάτων (λόγω των Βρετανών) να κρατήσει τη «συμφωνία κυριών».[71] Επρόκειτο για μία αρκετά μεγάλη επιχείρηση, η οποία έλαβε το κωδικό όνομα «Προδοσία» και σκοπό είχε να περικυκλώσει και να εξαλείψει το προγεφύρωμα στην Πάργα με τις δυνάμεις που είχαν αποβιβαστεί εκεί σε 10 περίπου ημέρες, με ημερομηνία έναρξης την 27η Αυγούστου.[72]

Thumb
Συγκέντρωση Ελλήνων Εβραίων στη Θεσσαλονίκη από τις αρχές κατοχής

Ο Λερ μεταβίβασε την ευθύνη στον Λαντς και την 21η Αυγούστου μετέβη στο αεροπορικώς Αρχηγείο του Χίτλερ στο Ράστενμπουργκ της Ανατολικής Πρωσίας για επιχειρησιακή ενημέρωση του Χίτλερ και σημαινόντων παραγόντων του στρατού και της πολιτικής ηγεσίας, μαζί με τον Βάιχς και τον Νοϊμπάχερ.[73] Η τύχη ήταν προφανώς με το μέρος του Ζέρβα, καθώς εν τω μεταξύ η Ρουμανία είχε συνταχθεί με τη Σοβιετική Ένωση και ελλόχευε ο κίνδυνος να ακολουθήσει η Βουλγαρία, στρέφοντας την προσοχή των Γερμανών εκεί.[73] Ο Χίτλερ άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο εκκένωσης της Ελλάδας, καθώς τα προβλήματα στο Βορρά ήταν σοβαρότερα. Ο Λερ με τον Βάιχς συμφώνησαν να αποσύρουν όλες τις μονάδες που βρίσκονταν στην Ελλάδα βόρεια της Θεσσαλίας και στην Ήπειρο. Το θέμα της Ελλάδας ήταν, στρατηγικά τουλάχιστον, λήξαν.[74]

Ο Λερ και το Ολοκαύτωμα

Η Ελλάδα ήταν από τις χώρες της Ευρώπης με σημαντική παρουσία του Εβραϊκού στοιχείου, και δεν άργησε να συμπεριληφθεί στο πρόγραμμα της Τελικής Λύσης που εφάρμοζαν οι Ναζί για την εξόντωση των Εβραίων στις κατεχόμενες χώρες. Αν και την ευθύνη για την περάτωση των επιχειρήσεων είχαν τα SS και οι κλάδοι τους - και όχι ο τακτικός στρατός, ο Λερ προσπαθούσε να πείσει τις ιταλικές αρχές να επιτρέψουν τον εκτοπισμό των Εβραίων από τα εδάφη που κατείχαν. Οι Ιταλοί θεωρούσαν τις τακτικές αυτές βάρβαρες και ο Στρατηγός Κάρλο Τζελόζο δεν ενέδωσε στις πιέσεις του του Λερ.[75] Ωστόσο σύντομα οι Ιταλοί εκτοπίστηκαν με τη βία μετά την ανακωχή της χώρας τους και εν τέλει η Τελική Λύση υλοποιήθηκε με αρκετή αποτελεσματικότητα. Όχι μόνο δεν εξέφρασε ουδεμία αντίθεση - όπως ήταν άλλωστε ο χαρακτήρας του,[15] αλλά ιδιαίτερα διαφωτιστικό για τη στάση του απέναντι στην Τελική Λύση ήταν ένα χωρίο από μια αναφορά που έγραψε λίγες εβδομάδες μετά την ανάληψη της θέσης του ως Ανώτατου Διοικητή Νοτιοανατολής. Σχετικά με την κατάσταση της Σερβίας, επέκρινε το χάος που επέφερε η ασυνεννοησία μεταξύ των τοπικών παραγόντων και των δυνάμεων κατοχής στη διοίκηση, αλλά «τουλάχιστον», έγραφε, «στη Σερβία δεν υπάρχουν άλλοι Εβραίοι.»[76] Ο Λερ ήταν άλλωστε παρών όταν οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης περικυκλώνονταν - «κάτω απ' τα παράθυρα του γραφείου του» - για να μεταφερθούν στα στρατόπεδα εξόντωσης, και ο ίδιος ήταν που παρείχε τα απαραίτητα μεταφορικά μέσα για να διευκολύνει το έργο της εξόντωσης των Εβραίων.[77]

Το Μάιο του 1945, αντίθετα, όταν ανακρίθηκε, αιχμάλωτος πλέον, από τους Γιουγκοσλάβους, υποστήριξε πως δεν είχε επιλογή παρά να ακολουθήσει της διαταγές του Χίτλερ:

[Είχα ακούσει πως] οι Εβραίοι κλείονταν σε γκέτο και είχα επίσης ακούσει πως πολλοί είχαν χάσει τη ζωή τους, πως φορτηγά-θάλαμοι αερίων είχαν χρησιμοποιηθεί από τις αστυνομικές αρχές (sic) για να καταστρέψουν τους Εβραίους, απ' ό,τι φαίνεται στην Πολωνία. Είτε αυτές η ιστορίες ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα είτε όχι, δεν το έχω ερευνήσει, από τη στιγμή που δεν ήμουν ικανός να το κάνω και δεν είχα την πιθανότητα να το κάνω.[78]

Επρόκειτο για μια ανειλικρινή προσπάθεια δικαιολόγησης. Ούτως ή άλλως ο γνώριζε πως θα εκτελούνταν πριν ακόμα παραδοθεί, και οι Γιουγκοσλάβοι δεν θα του αναγνώριζαν ελαφρυντικό στο ρόλο του στο Ολοκαύτωμα, ακόμα και αν ο ισχυρισμός του ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα.[77]

Τελευταίες μάχες στα Βαλκάνια

Τον Ιούνιο του 1944 οι Σοβιετικοί εξαπέλυσαν μία κολοσσιαία επίθεση, την Επιχείρηση «Μπαγκρατιόν» κατά της Γερμανικής Ομάδας Στρατιών «Κέντρο» στη Λευκορωσία. Ως τον Σεπτέμβριο είχαν καταλάβει τη Ρουμανία και πλησίαζαν επικίνδυνα τη Γιουγκοσλαβία. Αυτό σήμαινε πως, αν οι Σοβιετικοί κατόρθωναν να φτάσουν στη Δαλματία, οι 250.000[79]-300.000[80] περίπου άνδρες της Ομάδας Στρατιών «Ε» και τμημάτων της «F» του Βάιχς θα αποκόπτονταν από τα υπόλοιπα Βαλκάνια και θα εγκλωβίζονταν μέσα στην Ελλάδα. Η αποσκίρτηση της Ρουμανίας και της Βουλγαρίας (8 Σεπτεμβρίου) από το πλευρό του Άξονα έκανε την κατάσταση ακόμα πιο δύσκολη για την Ομάδα Στρατιών «Ε».[80] Έτσι, οι δύο διοικητές - Λερ και Μαξιμίλιαν φον Βάιχς - βρέθηκαν σε αδιέξοδο. Υπήρχε πλέον ένα κενό 700 χιλιομέτρων από τον Δούναβη μέχρι τη Βόρεια Ελλάδα.[81] Η κατάσταση επιδεινωνόταν περισσότερο με τις συνεχείς καταστροφές γεφυρών από τη Συμμαχική αεροπορία και τους αντάρτες, όπως και με τις ναρκοθετήσεις.[80]

Thumb
Γερμανικές μονάδες σε υποχώρηση από τα Βαλκάνια (Νοέμβριος 1944)

Η υποχώρηση θα αποδεικνυόταν εξαιρετικά δύσκολη, αν και αποτελούσε τη μοναδική λύση. Λόγω των όρεων που κυριαρχούσαν στα Βαλκάνια, η πολύτιμη «οδός σωτηρίας» των Γερμανών ήταν η σιδηροδρομική γραμμή Νις-Σκόπια-Θεσσαλονίκη.[80] Ο Λερ έλαβε διαταγή από τον Βάιχς να τη διαφυλάξει με κάθε κόστος, και επιπλέον την ευθύνη για την ασφάλεια των περιοχών που κατείχαν οι Βούλγαροι.[82] Η διαταγή της «οργανωμένης αποχώρησης», όπως χαρακτηριστικά την αποκάλεσε ο Λερ[79] από την Ελλάδα δόθηκε τελικά από τον Χίτλερ στις 3 Οκτωβρίου. Το μεγαλύτερο μέρος της χώρας είχε απελευθερωθεί μέχρι τα τέλη του μήνα, ενώ την ίδια εποχή Σοβιετικοί και Γιουγκοσλάβοι περικύκλωσαν και κατέστρεψαν μεγάλο αριθμών γερμανικών δυνάμεων γύρω από το Βελιγράδι, το οποίο απελευθερώθηκε στις 18 Οκτωβρίου.[83] Ο φον Βάιχς θεωρούσε πως η υποχώρηση της Ομάδας Στρατιών «Ε» ήταν πλέον αδύνατη, ωστόσο ο Λερ ήταν λόγω της υπηρεσίας του πριν από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, εξοικειωμένος με την τοπική γεωγραφία. Έτσι διέταξε την αξιοποίηση των ορεινών περασμάτων κοντά στο Σεράγιεβο, ενώ είχε τη δυνατότητα να σχεδιάζει εναλλακτικές παρακαμπτήριες διαδρομές όταν π.χ. μαίνονταν μάχες στο Κράλιεβο. Το μεγάλο υδάτινο κώλυμα του Δρίνου, του οποίου οι γέφυρες είχαν καταστραφεί, προσπελάστηκε και μέχρι τις αρχές Δεκεμβρίου τα κεντρικά Βαλκάνια είχαν εκκενωθεί επιτυχώς.[84]

Μία ανέλπιστη ωστόσο κίνηση των Σοβιετικών έδωσε «ανάσα ζωής» στην Ομάδα Στρατιών του Λερ. Αυτή η «λυτρωτική καμπή», όπως την αποκάλεσε χαρακτηριστικά, ήταν η αποχώρηση των Σοβιετικών από τη Σερβία, με συμφωνία μεταξύ του Ιωσήφ Στάλιν και του Γιόσιπ Μπροζ Τίτο στα τέλη Οκτωβρίου. Τις περαιτέρω επιχειρήσεις κατά των Γερμανών ανέλαβαν οι Γιουγκοσλάβοι παρτιζάνοι.[85] Στο διάστημα που μεσολάβησε, ο Λερ κατάφερε να οδηγήσει τον κύριο όγκο της Ομάδας Στρατιών «Ε» δυτικά της Γιουγκοσλαβίας για να κρατήσει το λεγόμενο Μέτωπο του Σιριμίου. Αυτός ήταν ένας διάδρομος διαφυγής που θα χρησιμοποιούσαν οι γερμανικές μονάδες για να εκκενώσουν ολοκληρωτικά τα Βαλκάνια και εκτεινόταν κατά μήκος του ποταμού Δρίνου, στη σημερινή Βοσνία-Ερζεγοβίνη,[85] από το Βούκοβο ως το Βίσεγκραντ.[84] Αυτό ο Στρατάρχης φον Βάιχς το αποκάλεσε «μία μοναδική επίδοση στρατιωτικής μονάδας στην ιστορία του πολέμου».[85] Στις 16 Νοεμβρίου, ο Λερ εγκατέστησε το αρχηγείο του στο Σεράγιεβο.[84] Οι μάχες συνέχισαν να μαίνονται ολόκληρο το χειμώνα του 1944, ενώ ο Κόκκινος Στρατός είχε επικεντρωθεί στην κατάληψη της Ουγγαρίας.[86] Για τις στρατηγικές του επιτυχίες στα Βαλκάνια, ο Λερ έγινε ο 705 στρατιωτικός του Γ' Ράιχ που τιμήθηκε με τα Φύλλα Δρυός στον Σταυρό των Ιπποτών του Σιδηρού Σταυρού, στις 20 Ιανουαρίου 1945.[6]

Τον Μάρτιο του 1945 (21,[5] ή 25[6]) ο Λερ ονομάστηκε Ανώτατος Διοικητής Νοτιοανατολής. Εν όψει της γενικής επίθεσης των παρτιζάνων αυτές τις ημέρες, διέταξε επίθεση από τις καταπονημένες του μονάδες, προκειμένου να αποφευχθεί η περικύκλωση των δυνάμεών του, και πράγματι ο σκοπός αυτός επιτεύχθηκε.[87] Μετά την οργάνωση της τελευταίας αμυντικής γραμμής Μαριμπόρ-Τσέλιε,[1] στις 27 Μαρτίου ο Λερ εγκατέστησε το αρχηγείο του στο Ζάγκρεμπ.[88]

Στις 2 Μαΐου 1945[1] ο Λερ μετέβη σε σύσκεψη στο Γκρατς.[89] Παρόντες ήταν ο Στρατάρχης Κέσσελρινγκ και ο Στρατηγός του Πυροβολικού Μαξιμίλιαν ντε Ανγκέλις (Maximilian de Angelis).[1] Την 6η Μαΐου, πληροφορήθηκε έκπληκτος για την άνευ όρων συνθηκολόγηση της Γερμανίας, που θα ετίθετο σε ισχύ δύο ημέρες αργότερα.[1] Για τον Λερ αυτό ήταν πραγματικά τραγικό: 175.000[90]-300.000[89] στρατιώτες παρέμεναν ακόμα στην Κροατία και τη Σλοβενία, σε απόσταση αναπνοής από την Αυστρία - τον στόχο που ο Λερ είχε θέσει από τον Οκτώβριο του 1944. Χρειάζονταν περίπου ακόμα 72 ώρες για τη διεκπεραίωσή τους, τις οποίες δεν είχε πλέον.[89][91] Η παράδοση στους Γιουγκοσλάβους ήταν εκτός επιλογής. Κατά κανόνα, οι Γερμανοί εκτελούνταν αμέσως μετά την παράδοσή τους, ενώ η αιχμαλωσία ήταν εξίσου μαρτυρική.[92]

Ο ίδιος ο Λερ δεν απειλούνταν από γιουγκοσλαβική αιχμαλωσία. Βρισκόταν στην Καρινθία, απ' όπου κάλλιστα θα μπορούσε να είχε παραδοθεί στα βρετανικά στρατεύματα, όπου θα μπορούσε να περιμένει ευνοϊκή μεταχείριση.[91] Εκεί ήρθε σε επαφή με Βρετανούς, επιδιώκοντας να παραδώσει τα στρατεύματά του σε αυτούς, εξασφαλίζοντας την επιβίωσή τους.[93] Οι Βρετανοί ωστόσο αρνήθηκαν να κάνουν κάτι τέτοιο[93] και ο Λερ, προφανώς απογοητευμένος από την τροπή των εξελίξεων, έλαβε την απόφαση να μοιραστεί την τύχη των χιλιάδων στρατιωτών του που αιχμαλωτίστηκαν ή εκτελέστηκαν από τους Γιουγκοσλάβους.[16] Πραγματικά, όπως έκαναν τα προηγούμενα χρόνια οι Γερμανοί, οι Γιουγκοσλάβοι δεν έδειξαν έλεος. Οργανώθηκαν πορείες αντιποίνων αιχμαλώτων στη χώρα, και οι ίδιοι οι αιχμάλωτοι αντιμετωπίστηκαν με μεγάλη σκληρότητα. Από τους 240.000 Γερμανούς που βρίσκονταν στη Γιουγκοσλαβία, τα δύο τρίτα επέστρεψαν στην πατρίδα τους ζωντανά τον Ιανουάριο του 1949. Ο Λερ αποχαιρέτησε το επιτελείο του και άφησε τους αξιωματικούς του ελεύθερους να επιλέξουν τη μοίρα τους. Εννιά αξιωματικοί και στρατιώτες επέλεξαν να τον ακολουθήσουν - τρεις επιτελικοί αξιωματικοί και ένας υπαξιωματικός, δύο υπασπιστές, ένας υποδεκανέας, ένας υπαξιωματικός και δύο απλοί οδηγοί φορτηγών.[91] Ο Σμιτ-Ρίχμπεργκ αναφέρει πως όταν ρώτησε τον Λερ «τι είχε να περιμένει προσωπικά από τους Γιουγκοσλάβους, αυτός μου απάντησε: "Σίγουρα το θάνατο"».[91]

Ο Λερ παραδόθηκε οικειοθελώς στους Γιουγκοσλάβους στις 15 Μαΐου 1945[5] στο Μαριμπόρ (για τους Γερμανούς Μάρμπουργκ επί του Ντράου, Marburg an der Drau) της βορειοδυτικής Σλοβενίας.[93] Αυτό θα πρέπει να ήταν γεγονός μεγάλης ευτυχίας για τους παρτιζάνους, καθώς τοποθέτησαν μια πλάκα στα σύνορα με την Αυστρία προς ενθύμηση της σύλληψής του, η οποία υπάρχει μέχρι σήμερα.[94]

Καταδίκη και εκτέλεση

Οι δίκες των Γερμανών εγκληματιών πολέμου στη Σοσιαλιστική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας διέφεραν ριζικά από αυτές που διεξήγαγαν οι Δυτικοί Σύμμαχοι για τα εγκλήματα στα Βαλκάνια. Ο Βάιχς ουδέποτε δικάστηκε στην εν λόγω δίκη (η επονομαζόμενη και «Δίκη των Ομήρων») για λόγους υγείας. Ακόμη όμως και αυτοί που δικάστηκαν εκεί έλαβαν αρκετά ελαφριές ποινές – και όλοι είχαν απελευθερωθεί ως το 1953.[Σημ. 2][95] Οι Γιουγκοσλάβοι όμως είχαν υποφέρει αρκετά κατά τη γερμανική κατοχή, και ο Τίτο δεν έδειξε οίκτο.[92] Αμέσως μετά τη λήξη των Δικών της Νυρεμβέργης και την καταδίκη σημαίνοντων στελεχών της ναζιστικής ηγεσίας, οι Γιουγκοσλάβοι κήρυξαν την έναρξη των Δικών των Γερμανών Εγκληματιών Πολέμου.[3]

Μέχρι την έναρξη της δίκης, ο Λερ κρατήθηκε σε στρατόπεδο αιχμαλώτων έξω από το Βελιγράδι.[88] Αυτή, γνωστή και ως «4η Διεξαγωγή Δικών Γερμανών εγκληματιών Πολέμου» διενεργήθηκε από στρατοδικείο της 3ης Γιουγκοσλαβικής Στρατιάς και διήρκεσε 5 ως τις 13 Φεβρουαρίου 1947. Μαζί με τον Λερ δικάστηκαν άλλοι έξι υψηλόβαθμοι αξιωματικοί,[96] αλλά και αρκετοί άλλοι Γερμανοί:[97]

  • Γιόζεφ Κύμπλερ (Joseph Kübler). Αντιστράτηγος, πρώην διοικητής της 1ης Ορεινής Μεραρχίας, της 118ης Μεραρχίας Καταδρομών και άλλων γερμανικών μονάδων στα Βαλκάνια[98]
  • Γιόχαν Φόρτνερ (Johann Fortner). Αντιστράτηγος, πρώην διοικητής της 718ης Μεραρχίας Πεζικού το 1944[99]
  • Φριτς Νάιντχολτ (Fritz Neidholdt). Αντιστράτηγος, πρώην διοικητής της 369ης (κροατικής) Μεραρχίας Πεζικού από το 1942 ως το 1944[100]
  • Άνταλμπερτ Λόντσαρ (Adalbert Lontschar). Υποστράτηγος, πρώην διοικητής του Βελιγραδίου το 1943[101]
  • Άουγκουστ Σμιντχούμπερ (August Schmidhuber ή Schmidthuber). Ταξίαρχος των SS και πρώην διοικητής των μεραρχιών SS Skanderbeg[102] και Prinz Eugen[103]
  • Γκύντερ Τριμπουκάιτ (Günther Tribukait ή Tribukeit ή Tribukayt). Συνταγματάρχης, πρώην διοικητής του 750ού Συντάγματος Καταδρομέων της 118ης Μεραρχίας Καταδρομέων[104]

Οι παραπάνω κατηγορούμενοι κρίθηκαν ένοχοι για «Μαζικές εκτελέσεις αμάχων, ιδιαίτερα γυναικών και παιδιών, καταστροφές και πυρπολήσεις κατοικιών, απαγωγές Γιουγκοσλάβων πολιτών σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και βασανισμούς και δολοφονίες αιχμαλώτων πολέμου.» [16] Στον Λερ προσάφθηκε επίσης η κατηγορία της αυτουργίας του βομβαρδισμού του Βελιγραδίου το 1941.[16] Η ετυμηγορία ήταν η αναμενόμενη: η ποινή του θανάτου για όλους. Ο Λερ μάταια υπέβαλε αίτηση χάριτος,[97] καθώς αυτή απορρίφθηκε και ο ίδιος οδηγήθηκε στο στρατόπεδο κράτησης ως την εκτέλεση της ποινής. Σε κάποιον συγκρατούμενο του Λερ, ο οποίος επιβίωσε για να δώσει τη μαρτυρία του στη βιογραφία του Λερ από τον Γιάρομιρ Ντιάκοβ, έκανε εντύπωση η ψυχική εγκαρτέρηση του Λερ εκείνες τις ώρες, καθώς φαίνεται πως διατηρούσε πλήρως την αυτοκυριαρχία του.[91]

Σύμφωνα με την ίδια μαρτυρία, ο Λερ πέρασε τις τελευταίες του ώρες σε ένα μικρό κελί μαζί με δέκα συγκρατούμενούς του, αλυσοδεμένος και φορώντας μόνο τα εσώρουχα.[91] Σύντομα ωστόσο, τη νύχτα της 25ης προς την 26η Φεβρουαρίου 1947, φορτώθηκαν στο προαύλιο της φυλακής σε κάποιο φορτηγό που είχε φτάσει για αυτό το σκοπό.[91] Ο Αλεξάντερ Λερ τουφεκίστηκε την ίδια νύχτα, σε ηλικία 61 ετών.[Σημ. 3] Οι υπόλοιποι αξιωματικοί απαγχονίστηκαν.[16][91]

Μεταπολεμικά χρόνια

Το όνομα του Λερ και ο ρόλος που διαδραμάτισε στα εγκλήματα πολέμου που διαπράχθηκαν στα Βαλκάνια αποτέλεσαν σημείο τριβών τις επόμενες δεκαετίες, παρ' όλο που ο ίδιος εκτελέστηκε το 1947. Όπως και στην περίπτωση του Στρατηγού των Ορεινών Στρατευμάτων Λούντβιχ Κύμπλερ που απαγχονίστηκε στη Λιουμπλιάνα στις 18 Αυγούστου 1947, εγέρθηκαν εμμέσως αμφιβολίες για το κατά πόσο η καταδίκη του και η εκτέλεσή του ήταν δίκαιες.

Στα πλαίσια της απόδοσης ευθυνών για τη σφαγή της Μεραρχίας Άκουι στην Κεφαλονιά, στις αρχές της δεκαετίας του 1950, συστάθηκε στη Ρώμη ένα στρατοδικείο, που είχε την ευθύνη, μεταξύ άλλων, της διερεύνησης του ρόλου ορισμένων Γερμανών αξιωματικών. Αν και οι έρευνες διήρκεσαν δέκα ολόκληρα χρόνια, η προχειρότητα ήταν τέτοια, ώστε ο ιστορικός Χέρμαν Φρανκ Μάγερ αποκάλεσε την όλη διαδικασία «φάρσα».[105] Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός πως το όνομα του Λερ είχε γραφτεί αντί «Λερ» (Löhr ή Loehr), «Λόχερ» (Loher).[105] Όπως ήταν αναμενόμενο, με επίσημη απόφαση, το δικαστήριο 14 Ιουνίου 1960 αθώωσε συλλήβδην όλους τους κατηγορουμένους.[106]

Η περίπτωση του Κουρτ Βαλντχάιμ

Το όνομα του Λερ έγινε ευρύτερα γνωστό το 1986 και τα χρόνια που ακολούθησαν. Αιτία ήταν η υποψηφιότητα του Αυστριακού πολιτικού Κουρτ Βαλντχάιμ για την προεδρία της χώρας. Οι πολιτικοί του αντίπαλοι αποκάλυψαν ότι ο Βαλντχάιμ είχε υπηρετήσει στο επιτελείο της Ομάδας Στρατιών «Ε» μετά τον τραυματισμό του στη Σοβιετική Ένωση το 1941, αρχικά (Απρίλιος 1942) ως διερμηνέας και την επόμενη χρονιά, ως υπασπιστής. Τα χρόνια που προηγήθηκαν του σκανδάλου, ο Βαλντχάιμ είχε διατελέσει Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών.[107]

Επιπλέον, την κατάσταση βάρυνε η απόφαση του Υπουργού Άμυνας της Αυστρίας τον Σεπτέμβριο του 1985 να επιτρέψει σε αξιωματικούς της Αεροπορίας να αναρτήσουν μια πλάκα προς τιμήν του Λερ στον τοίχο της Εθνικής Ακαδημίας Άμυνας στη Βιέννη.[108] Το αν η πλάκα θα έπρεπε τελικά να κατέβει από τον τοίχο της Ακαδημίας ή όχι εξελίχθηκε σε αντιδικία μεταξύ του Υπουργού Άμυνας και του ομολόγου του στην Πολεοδομία, οπότε και ο τσεχικής καταγωγής δημοσιογράφος Χουμπέρτους Τσέρνιν άρχισε να ερευνά το παρελθόν του Βαλντχάιμ στην Ομάδα Στρατιών «Ε».[108]

Η κατάσταση άρχισε να παίρνει απειλητική τροπή για τον Βαλντχάιμ μετά από το «σκάνδαλο Βαλντχάιμ» που ξέσπασε σχετικά με το παρελθόν του υπό τις διαταγές του Λερ. Μια δημοσίευση για τον Λερ στο αυστριακό περιοδικό Profil θορύβησε τους ιθύνοντες του Παγκοσμίου Ισραηλιτικού Συμβουλίου. Εν τέλει, ο Βαλντχάιμ μπήκε στη λίστα των «ανεπιθύμητων» του Υπουργείου Δικαιοσύνης των ΗΠΑ τον Απρίλιο του 1987[107] και του απαγορεύθηκε η είσοδος στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής.[109] Παρ' όλα αυτά, ο Βαλντχάιμ εξελέγη πρόεδρος το 1986 και παρέμεινε στη θέση αυτή ως το 1992. Μέχρι το θάνατό του από καρδιακή προσβολή το 2007, σε ηλικία 88 χρονών, αρνούνταν πεισματικά κάθε ενεργή ανάμιξη σε δολοφονίες αιχμαλώτων πολέμου στη Γιουγκοσλαβία και την Ελλάδα.[107]

Μνήμη

Αφιερωμένη στη μνήμη του Αλεξάντερ Λερ υπάρχει μία πλάκα στην Εκκλησία Stiftskirche της Βιέννης. Φέρει, με κεφαλαία γράμματα την επιγραφή «Dem unvergesslichen Kameraden Generaloberst Alexander Löhr, ehemaligem Kommandanten der österreichischen Luftstreitkräfte. 20. V. 1885 - 26.II. 1947. Der wiener Aero-Club».[110] (Μετάφραση: Στον αξέχαστο σύντροφο Αλεξάντερ Λερ, πρώην Διοικητή της Αυστριακής Αεροπορικής Δύναμης. 20 Μαΐου 1885 - 26 Φεβρουαρίου 1947. Ο Αεροπορικός σύλλογος της Βιέννης).

Στο πάνω μέρος της πλάκας, ωστόσο, έχει γραφεί με γκράφιτι, με κεφαλαία κόκκινα γράμματα η λέξη KRIEGSVERBRECHER! (Εγκληματίας Πολέμου!),[110] πράγμα που, αν μη τι άλλο, καταδεικνύει πως θα περάσει ακόμη αρκετός καιρός πριν η κοινή γνώμη της Αυστρίας σταματήσει να διχάζεται σχετικά με τις πράξεις και κατ' επέκταση το πρόσωπο του Αλεξάντερ Λερ.[108]

Η στολή του Λερ εκτίθεται στο κοινό στο μουσείο του Κόμπαριντ της σημερινής Σλοβενίας και το περίστροφό του στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Ιστορίας της Σλοβενίας στη Λιουμπλιάνα (σλοβενικά: Muzej novejše zgodovine Slovenije v Ljubljani).[111]

Στη λαϊκή κουλτούρα

Ο κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο Συνταγματάρχης Γιάρομιρ Ντιάκοβ (Jaromir Diakow), ο οποίος υπήρξε και προσωπικός φίλος του Λερ,[4] βασισμένος σε προσωπικές εμπειρίες, έρευνες και συνεντεύξεις, έγραψε το βιβλίο «Generaloberst Alexander Löhr: Ein Lebensbild» (Αρχιστράτηγος Αλεξάντερ Λερ. Η εικόνα μιας ζωής), το οποίο εκδόθηκε στο Φράιμπουρκ ιμ Μπράισγκαου το 1964[112] και αποτελεί βασική πηγή πληροφοριών σε δημοσιεύσεις σχετικά με τον Λερ. Στη γιουγκοσλαβικής παραγωγής ταινία Η Μάχη της Σουτγιέσκα του 1973, τον Αλεξάντερ Λερ υποδύεται ο Γερμανός ηθοποιός Άντον Ντίφρινγκ.[113]

Προσωπικότητα και αποτίμηση

Για την προσωπική ζωή του Λερ λίγα είναι γνωστά. Παντρεύτηκε με την Κριστίνε Φέλνερ στη Βιέννη το 1919 και είχε μια κόρη.[111] Υπέφερε επίσης από άσθμα[114] και ήταν άνθρωπος μικρού σχετικά αναστήματος.[114] Χαρακτηριζόταν από μετριοπάθεια και φέρεται να ήταν πολιτισμένος και καλλιεργημένος άνθρωπος, επίσης γλωσσομαθής και μορφωμένος,[115] αλλά στωικός[114] και λιγομίλητος.[116] Ο φίλος του Ντιάκοβ, επιπλέον, τον παρουσίαζε ως «υπάκουο» και προσέθετε πως ο Λερ ποτέ δεν είχε υιοθετήσει αντίθετη στάση από αυτή των ανωτέρων του.[115]

Αν και ένας από τους ευνοούμενους στρατηγούς του Χίτλερ, ο Λερ δεν ήταν από τους φανατικούς του θαυμαστές.[116] Έχει υποστηριχθεί επίσης πως ο Λερ και οι αξιωματικοί που τον περιέβαλλαν ήταν στην πραγματικότητα αντιναζιστές, ωστόσο κάτι τέτοιο υπαγορευόταν περισσότερο από υπεροψία έναντι στους ταπεινής καταγωγής ηγέτες των ναζί.[117] Παρ' όλα αυτά, τα πρακτικά αποτελέσματα λίγο διέφεραν από αυτά που επεδίωκαν οι ναζί:[116] τα αντίποινα ενάντια στον άμαχο πληθυσμό εφαρμόστηκαν χωρίς αντιρρήσεις - και μάλιστα με ιδιαίτερη σκληρότητα, όπως επεδίωκε ο ίδιος ο Λερ -, ενώ οι Εβραίοι της Ελλάδας εξοντώθηκαν σχεδόν ολοκληρωτικά. Ο Λερ είχε εμμέσως συνδράμει σε αυτή την προσπάθεια, ακόμα και αν δεν ήταν υποχρεωμένος να το κάνει: την ευθύνη για την εκκένωση των Εβραίων απ' την Ελλάδα έφεραν τα SS και όχι τα τμήματα του τακτικού στρατού του Λερ, ωστόσο αυτά είχαν το μεγαλύτερο μερίδιο στις εκτοπίσεις.[118]

Ο ίδιος ο Λερ υποστήριζε πως ο Χίτλερ τον είχε τοποθετήσει στα Βαλκάνια επειδή ήταν Αυστριακός, και υποστηρίζεται ο Χίτλερ είχε μια προκατάληψη για αυτούς, πράγμα που ίσως οφείλεται στο γεγονός ότι και ο ίδιος προσπαθούσε να αποκρύψει την αυστριακή του καταγωγή.[21] Ο Λερ μπορεί να έφτασε τον δεύτερο υψηλότερο ιεραρχικά βαθμό στις Ένοπλες Δυνάμεις (Αρχιστράτηγος) ωστόσο έχει λεχθεί πως ακριβώς λόγω της καταγωγής του δεν προήχθη σε Στρατάρχη.[119]

Υπήρξε αναμφίβολα ευφυής στρατιωτικός. Αυτό αποδεικνύεται από τις οργανωτικές του ικανότητες στην οργάνωση της Αεροπορίας της Αυστρίας, και στη διαχείριση της Ομάδας Στρατιών «Ε» κατά την υποχώρηση από Βαλκάνια, για την οποία τιμήθηκε με τα Φύλλα Δρυός στον Σταυρό των Ιπποτών του Σιδηρού Σταυρού. Παρ' όλα αυτά, δεν κατάφερε κάτι ιδιαίτερο στην αντιμετώπιση των ανταρτών. Αν και στη σημερινή Αυστρία το όνομά του είναι μάλλον θέμα-ταμπού, ιδίως μετά το σκάνδαλο Βάλντχαϊμ, υπάρχουν ακόμα παράγοντες οι οποίοι, αγνοώντας τις πράξεις του κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, θαυμάζουν ακόμα τον Λερ για τον ρόλο του στην αναστήλωση της Αυστριακής Αεροπορίας κατά το Μεσοπόλεμο.[120]

Διακρίσεις

Παρατίθενται οι διακρίσεις (παράσημα και μετάλλια) που απονεμήθηκαν στον Λερ κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του σταδιοδρομίας:[5]

Γρήγορες Πληροφορίες Σύνοψη βαθμών, Γερμανικός Βαθμός ...
Σύνοψη βαθμών[5]
Γερμανικός ΒαθμόςΕλληνικό αντίστοιχοΗμερομηνία
GeneraloberstΑρχιπτέραρχος03 Μαΐου 1941
General der Flieger(Πτέραρχος των Αεροπόρων)[Σημ. 4]25 Μαρτίου 1939
GeneralleutnantΑντιπτέραρχος24 Μαρτίου 1938
GeneralmajorΥποπτέραρχος25 Σεπτεμβρίου 1934
OberstΣμήναρχος20 Ιουλίου 1928
OberstleutnantΑντισμήναρχος01 Ιανουαρίου 1921
MajorΕπισμηναγός01 Ιουλίου 1920
HauptmannΛοχαγός01 Μαρτίου 1915
OberleutnantΥπολοχαγός01 Νοεμβρίου 1911
LeutnantΑνθυπολοχαγός18 Αυγούστου 1906
Κλείσιμο
  • k.u.k.[Σημ. 5] Αυστριακός Σταυρός Ιωβηλαίου 1848-1908
  • k.u.k. Αυστριακός Αναμνηστικός Σταυρός 1912/1913
  • k.u.k. Αυστριακός Σταυρός των Ιπποτών του Τάγματος του Φραντς-Γιόζεφ με Πολεμική Διακόσμηση
  • k.u.k. Αυστριακός Σταυρός Πολεμικής Υπηρεσίας 3ης Τάξης με Πολεμική Διακόσμηση Στεφανιού και Ξίφη
  • k.u.k. Μπρούντζινο Αυστριακό Μετάλλιο Πολεμικής Υπηρεσίας στην κορδέλα του Σταυρού Πολεμικής Υπηρεσίας με Ξίφη
  • k.u.k. Αργυρό Αυστριακό Μετάλλιο Πολεμικής Υπηρεσίας στην κορδέλα του Σταυρού Πολεμικής Υπηρεσίας με Ξίφη
  • k.u.k. Αυστριακό Μετάλλιο Τραυματισμού με 4 λωρίδες (4 τραυματισμοί)
  • Βασιλικό Βαυαρικό Παράσημο Στρατιωτικής Υπηρεσίας 4ης Τάξης με Ξίφη
  • Γενικός Σταυρός της Καρινθίας για Γενναιότητα
  • Χρυσό Σήμα Τιμής για Υπηρεσία στη Δημοκρατία της Αυστρίας
  • Αυστριακό Μετάλλιο Ανάμνησης του Πολέμου με Ξίφη
  • Βασιλικό Ουγγρικό Μετάλλιο Ανάμνησης του Πολέμου με Ξίφη
  • Σταυρός της Τιμής για τους Μαχητές του Μετώπου 1914/1918
  • Έμβλημα Υπηρεσίας της Βέρμαχτ 4ης Τάξης
  • Σιδηρούς Σταυρός 2ας Τάξεως (12 Σεπτεμβρίου 1939)
  • Σιδηρούς Σταυρός 1ης Τάξεως (25 Σεπτεμβρίου 1939)
  • Αργυρό Έμβλημα Τραυμάτων (1939)
  • Χρυσή Κονκάρδα Συνδυασμένων Πιλότων – Παρατηρητών με Διαμάντια
  • Μέγας Σταυρός του Βασιλικού Βουλγαρικού Τάγματος του Αγίου Αλεξάνδρου με Ξίφη
  • Βασιλικό Ρουμανικό Τάγμα του Μιχαήλ του Ανδρείου 3ης Τάξεως (19 Σεπτεμβρίου 1941)
  • Σταυρός Διοικητή του Βασιλικού Ρουμανικού Τάγματος Αεροναυτικής Ανδρείας με Ξίφη (11 Οκτωβρίου 1941)
  • Βασιλικό Ρουμανικό Τάγμα του Μιχαήλ του Ανδρείου 2ας Τάξεως (29 Αυγούστου 1942)
  • Περιβραχιόνιο «Κρήτη»
  • Ασπίδα της Κριμαίας
  • Σταυρός των Ιπποτών του Σιδηρού Σταυρού με Φύλλα Δρυός
    • 4ος τον Σταυρό των Ιπποτών του Σιδηρού Σταυρού στις 30 Σεπτεμβρίου 1939 ως Στρατηγός των Ιπταμένων και Αρχηγός του 4ου Αεροπορικού Στόλου
    • 705ος τα Φύλλα Δρυός στις 20 Ιανουαρίου 1945 ως Πτέραρχος και Ανώτατος Διοικητής της Ομάδας Στρατιών «Ε»
  • 11 μνείες στην ημερήσια Αναφορά της Βέρμαχτ

Μνείες στην Αναφορά της Βέρμαχτ

Περισσότερες πληροφορίες Ημερομηνία, Πρωτότυπο κείμενο ...
Ημερομηνία Πρωτότυπο κείμενο Μετάφραση
Σάββατο, 12 Απριλίου 1941Die Luftwaffe war mit Verbänden des General der Flieger Löhr im Südostraum gestern besonders erfolgreich.[121]Δυνάμεις της Luftwaffe υπό την ηγεσία του Στρατηγού των Ιπταμένων Λερ υπήρξαν εξαιρετικά επιτυχημένες στον νοτιοανατολικό χώρο των επιχειρήσεων σήμερα.
Πέμπτη, 23 Απριλίου 1941Verbänden des General der Flieger Löhr haben an den großen Erfolgen be der Bekämpfung der feindlichen Schiffahrt in den griechischen Gewässern besonderen Anteil.[122]Δυνάμεις του Στρατηγού των Ιπταμένων Λερ συνεισέφεραν σημαντικά στη μεγάλη επιτυχία κατά του εχθρικού στόλου στα ελληνικά ύδατα.
Παρασκευή, 8 Αυγούστου 1941Die sowjetische 6. und 12. Armee sowie Teile der sowjetischen 18. Armee, im ganzen etwa 25 Schützen-, Gebirgs- und Panzerdivisionen, wurden, wie soeben von der Heeresgruppe des Generalfeldmarschalls von Rundstedt gemeldet wird, im Zusammenwirken mit der Luftflotte des Generalobersten Löhr vernichtet.[123]Η Σοβιετική 6η και 12η Στρατιά, όπως και τμήματα της Σοβιετικής 18ης Στρατιάς, συνολικά περίπου 25 μεραρχίες πεζικού, ορεινές και τεθωρακισμένες, όπως ανέφερε η Ομάδα Στρατιών υπό την ηγεσία του Στρατάρχη φον Ρούντστεντ, καταστράφηκαν σε συνεργασία με τον Αεροπορικό Στόλο του Πτεράρχου Λερ.
Σάββατο, 11 Οκτωβρίου 1941Die Schlacht am Asowschen Meer ist abgeschlossen. Im Zusammenwirken mit der Luftflotte des Generaloberst Löhr hat die Armee des Generals der Infanterie von Manstein, die rumänische Armee des Korpsgenerals Dumitrescu und die Panzerarmee des Generaloberst von Kleist die Masse der 9. und 18. sowjetischen Armee geschlagen und vernichtet.[124]Η μάχη στην Αζοφική Θάλασσα τελείωσε. Σε συνδυασμό με τον Αεροπορικό Στόλο του Πτεράρχου Λερ, η Στρατιά του Στρατηγού του Πεζικού φον Μάνσταϊν, η Ρουμανική Στρατιά του Στρατηγού Σώματος Ντιμιτρέσκου και η Στρατιά Πάντσερ του Αρχιστράτηγου φον Κλάιστ, κατατρόπωσαν και κατέστρεψαν τον όγκο της Σοβιετικής 9ης και 18ης Στρατιάς.
Κυριακή, 12 Οκτωβρίου 1941Wie die gestrige Sondermeldung bekanntgab, ist die Schlacht am Asowschen Meer abgeschlossen. Im Zusammenwirken mit der Luftflotte des Generaloberst Löhr hat die Armee des Generals der Infanterie von Manstein, die rumänische Armee des Korpsgenerals Dumitrescu und die Panzerarmee des Generaloberst von Kleist die Masse der 9. und 18. sowjetischen Armee geschlagen und vernichtet.[124]Όπως γνωστοποιήθηκε με τη χθεσινή ειδική αναφορά, η μάχη στην Αζοφική Θάλασσα έχει τελειώσει. Σε συνδυασμό με τον Αεροπορικό Στόλο του Πτεράρχου Λερ, η Στρατιά του Στρατηγού του Πεζικού φον Μάνσταϊν, η Ρουμανική Στρατιά του Στρατηγού Σώματος Ντιμιτρέσκου και η Στρατιά Πάντσερ του Αρχιστράτηγου φον Κλάιστ, κατατρόπωσαν και κατέστρεψαν τον όγκο της Σοβιετικής 9ης και 18ης Στρατιάς.
Τρίτη, 19 Μαΐου 1942An diesem gewaltigen Erfolg haben starke Luftwaffenverbände unter der Führung der Generalobersten Löhr und Freiherr von Richthofen hervorragenden Anteil.[125]Ισχυρές δυνάμεις της Luftwaffe υπό την ηγεσία των Πτεράρχων Λερ και Φράιχερ φον Ρίχτχοφεν συνεισέφεραν εντυπωσιακά σε αυτή τη μεγάλη επιτυχία.
Τετάρτη, 20 Μαΐου 1942Wie durch Sondermeldung bekanntgegeben, haben deutsche und rumänische Truppen unter dem Oberbefehl des Generalobersten von Manstein, unterstützt von starken Luftwaffenverbänden unter Führung der Generalobersten Löhr und Freiherr von Richthofen, in der Verfolgung des geschlagenen Feindes die Meerenge von Kertsch in ganzer Breite erreicht und die letzten stark befestigten Brückenköpfe beiderseits der Stadt nach erbittertem Widerstand genommen.[126]Όπως γνωστοποιήθηκε με ειδική αναφορά, τα γερμανικά και ρουμανικά στρατεύματα υπό την ανώτατη διοίκηση του Στρατηγού φον Μανστάιν, υποστηριζόμενα από ισχυρές μονάδες της Luftwaffe υπό τη διοίκηση των Πτεράρχων Λερ και Φράιχερ φον Ρίχτχοφεν πέτυχαν στην καταδίωξη του νικημένου εχθρού στη Χερσόνησο του Κερτς σε όλη την έκταση και κατέβαλαν την πεισματώδη αντίσταση των τελευταίων οχυρωμένων προγεφυρωμάτων εκατέρωθεν της πόλης.
Σάββατο, 30 Μαΐου 1942Die Luftwaffenverbände des Generalobersten Löhr und des Generals der Flieger Pflugbeil unterstützten in schonungslosem Einsatz die Kämpfe des Heeres in der Abwehr wie im Angriff und schlugen die feindliche Luftwaffe aus dem Felde.[127]Οι δνάμεις της Luftwaffe υπό την ηγεσία του Πτεράρχου Λερ και του Στρατηγού των Ιπταμένων Πφλούγκμπαϊλ υποστήριξαν μέσω της ασταμάτητης δράσης τους τις αμυντικές, όπως και τις επιθετικές επιχειρήσεις του Στρατού και εξεδίωξαν την εχθρική Πολεμική Αεροπορία από το πεδίο της μάχης.
26 Ιουνίου 1944Auf dem Balkan haben unter dem Oberbefehl des Generalobersten Löhr stehende Truppen eines Gebirgskorps in dreiwöchigen schweren Kämpfen in den Bergen Südalbaniens kommunistische Bandengruppen zerschlagen.[128]Στα Βαλκάνια, τα ευρισκόμενα υπό την ηγεσία του Πτεράρχου Λερ στρατεύματα ενός Ορεινού Σώματος Στρατού μετά από τρεις εβδομάδες σκληρών μαχών στα βουνά της νότιας Αλβανίας κατατρόπωσαν κομμουνιστικές συμμορίτικες ομάδες.
19 Ιανουαρίου 1945Unter der sicheren Führung des Generalfeldmarschalls Freiherr von Weichs und des Generalobersten Löhr haben Truppen aller Waffengattungen des Heeres und der Waffen-SS in vorbildlicher Kampfgemeinschaft mit Verbänden der Luftwaffe und Kriegsmarine erst bei tropischer Hitze und dann in Schneestürmen der kroatischen Berge, die besonderen Schwierigkeiten dieses Gebirgs- und Bandenkrieges gemeistert und sämtliche gegen Flanken und Rücken ihrer Bewegungen gerichteten feindlichen Angriffe erfolgreich abgewehrt.[129]Κάτω από τη σίγουρη ηγεσία του Στρατάρχη Φράιχερ φον Βάιχς και του Πτεράρχου Λερ, στρατεύματα όλων των Όπλων του Στρατού και των Waffen-SS σε υποδειγματικό αγώνα με τη συνεργασία μονάδων της Luftwaffe και της Kriegsmarine, πρώτα σε συνθήκες τροπικής ζέστης και μετά στις χιονοθύελλες των κροατικών βουνών, απέκτησαν το πλεονέκτημα σε αυτόν τον σκληρό ορεινό και εναντίον συμμοριτών αγώνα, προετοίμασαν όλα τα πλευρά και την οπισθοφυλακή των κινήσεών τους και απέκρουσαν επιτυχώς τις επιθέσεις του εχθρού.
9 Μαΐου 1945Meldungen über die Lage bei den Heeresgruppen Löhr, Rendulic und Schörner liegen beim Oberkommando der Wehrmacht zur Stunde noch nicht vor.[130]Αναφορές σχετικά με την κατάσταση στις Ομάδες Στρατιών Λερ, Ρέντουλιτς και Σέρνερ δεν είναι διαθέσιμες στην Ανώτατη Διοίκηση των Ενόπλων Δυνάμεων μέχρι αυτή την ώρα.
Κλείσιμο

Σημειώσεις

  1. Ο Λερ έφτασε το βαθμό του Generaloberst και ανήκε οργανικά στη Luftwaffe. Στα γερμανικά, ο βαθμός αυτός είναι ίδιος για το Πεζικό και την Αεροπορία. Λόγω όμως του ότι ο Λερ διοίκησε την Ομάδα Στρατιών «Ε» και ήταν Ανώτατος Διοικητής Νοτιοανατολής για μεγάλο διάστημα του πολέμου, θέσεις τις οποίες λάμβαναν συνήθως αξιωματικοί του Στρατού Ξηράς, πολλές φορες φέρει, στην ελληνική βιβλιογραφία, το αντίστοιχο του Generaloberst στον Στρατό Ξηράς, δηλαδή το βαθμό του Αρχιστράτηγου.
  2. Οι Λόταρ Ρέντουλιτς, Βίλχελμ Σπάιντελ, Χέλμουτ Φέλμυ, Έρνστ φον Λάυζερ, Χούμπερτ Λαντς και Ερνστ Ντένερ έλαβαν χάρη στις 31 Ιανουαρίου 1951 και απελευθερώθηκαν. Ο Βίλχελμ Λιστ απελευθερώθηκε για λόγους υγείας το Δεκέμβριο του 1952, ωστόσο πέθανε το 1971. Ο Βάλτερ Κούντσε απελευθερώθηκε για τον ίδιο λόγο το 1953 και πέθανε το 1960.
  3. Πρέπει να σημειωθεί πως, όπως και με πολλούς άλλους αξιωματικούς που εκτελέστηκαν μεταπολεμικά στη Γιουγκοσλαβία, υπάρχει σύγχυση σχετικά με την ακριβή ημερομηνία εκτέλεσης της ποινής. Ο Μάγερ, παραπέμπει στην έγκυρη και, ως σήμερα, πιο εμπεριστατωμένη μελέτη σχετικά με την τύχη των Γερμανών αιχμαλώτων στη Σοσιαλιστική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας, Zur Geschichte der deutschen Kriegsgefangenen des Zweiten Weltkrieges. Die deutschen Kriegsgefangenen in Jugoslawien 1949-1953 του ιστορικού Kurt W. Böhme, αναφέρεται πως ο Λερ τουφεκίστηκε την 26η Φεβρουαρίου 1947, ημερομηνία την οποία αναφέρουν και οι περισσότερες πηγές. Άγνωστο γιατί, το Lexicon der Wehrmacht δίνει ως ημερομηνία εκτέλεσης την 6η Απριλίου, πράγμα που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα εξαιτίας της μεγάλης χρονικής απόστασης από την καταδίκη του Λερ. Πέρα από αυτό, υπάρχουν και άλλες υποτιθέμενες ημερομηνίες εκτελέσεις που φέρονται επομένως ως ανακριβείς. Επίσης, σε ορισμένες πηγές (πβ. το έργο του Mazower «Στην Ελλάδα του Χίτλερ: Η εμπειρία της Κατοχής») αναφέρεται πως ο Λερ δεν τουφεκίστηκε, αλλά απαγχονίστηκε, αντίθετα απ' όσα αναφέρει ο Böhme και άλλες εξειδικευμένες πηγές. Ωστόσο η 26η Φεβρουαρίου και ο τουφεκισμός φέρονται ως τα επικρατέστερα.
  4. Ο βαθμός αυτός δεν υπάρχει οργανικά στον Ελληνικό Στρατό. Τα Generalleutnant και General der...[Όπλο/Σώμα] (π.χ. Στρατηγός του Πεζικού [Infanterie], Ιπταμένων [Flieger], Ιππικού [Kavallerie], Τεθωρακισμένων [Panzertruppe], Αλεξιπτωτιστών [Fallschirmtruppe], Ορεινών Στρατευμάτων [Gebirgstruppe] κ.λπ.) αποδίδονται ενίοτε ως «Αντιστράτηγος / Αντιπτέραρχος Β' Τάξης» (ανάλογα τον κλάδο) και «Αντιστράτηγος / Αντιπτέραρχος Α' Τάξης» αντίστοιχα.
  5. Η συντομογραφία σημαίνει «Αυτοκρατορικό και Βασιλικό» (σύντμηση: k.u.k., kaiserlich und königlich) και χαρακτήριζε τον στρατό της Αυστροουγγαρίας.

Παραπομπές

Πηγές

Περαιτέρω ανάγνωση

Wikiwand in your browser!

Seamless Wikipedia browsing. On steroids.

Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.

Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.