From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Ηρώδης Α΄ ο Μέγας από την Ηρωδιανή Δυναστεία, ήταν βασιλιάς της Ιουδαίας από το 37 π.Χ. μέχρι το έτος 4 π.Χ.[1]
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Ηρώδης Α΄ ο Μέγας | |
---|---|
Βασιλιάς των Ιουδαίων | |
Περίοδος | 37 π.Χ. – 4 π.Χ. |
Προκάτοχος | Αντίγονος Ματταθίας |
Διάδοχος | Ηρώδης Αρχέλαος Ηρώδης Φίλιππος Β’ |
Θάνατος | 4 μ. Χ. |
Σύζυγος | Δωρίς Μαριάμνη Α΄ των Ασμοναίων Μαριάμνη Β΄ Μαλθάκη Κλεοπάτρα της Ιερουσαλήμ Παλλάς Φαίδρα Ελπίς μία ανώνυμη εξαδέλφη του μία ανώνυμη ανιψιά του |
Επίγονοι | Αντίπατρος Αλέξανδρος Αριστόβουλος Δ΄ Σαλάμψιο Ηρώδης Β΄ Φίλιππος Ηρώδης Αντίπας Ηρώδης Αρχέλαος Ολυμπιάδα Φίλιππος ο Τετράρχης Σαλώμη Β΄ |
Οίκος | Ηρωδιανή Δυναστεία |
Πατέρας | Αντίπατρος ο Ιδουμαίος |
Μητέρα | Κύπρος Α΄ |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Η δημόσια σταδιοδρομία του Ηρώδη ξεκίνησε όταν ο πατέρας του Αντίπατρος, που κατείχε το αξίωμα του procurator (επιτρόπου) της Ιουδαίας, τον διόρισε -με την έγκριση του ισχυρού άνδρα της Ρώμης Ιούλιου Καίσαρα- ως στρατηγό της Γαλιλαίας.[2] Ταυτόχρονα ο πρεσβύτερος αδελφός του Φασαήλ Α΄ διορίστηκε με τον ίδιο τρόπο στρατηγός της Ιερουσαλήμ.[3]
Η δραστηριότητα του Ηρώδη και η εξόντωση του στασιαστή Εζεκία προκάλεσαν την προσοχή των ρωμαϊκών αρχών, αλλά και το φθόνο του αρχιερέα Υρκανού Β΄.[4] Ο Ρωμαίος έπαρχος της Συρίας Σέξτος Καίσαρας επιβράβευσε τον Ηρώδη, δίνοντας του το αξίωμα του στρατηγού της Κοίλης Συρίας.[2]
Η επικύρωση της θέσης του Ηρώδη από τον έπαρχο της Συρίας Κάσσιο το 43 π.Χ. στάθηκε μοιραία για τον πατέρα του Αντίπατρο, ο οποίος δηλητηριάστηκε σε ένα συμπόσιο και τελικά πέθανε.[5] Ηθικός αυτουργός της δολοφονίας του ήταν ένας υφιστάμενός του, που ονομάζονταν Μάλιχος.[2]
Ο Μάλιχος, που ήθελε να καταλάβει τη θέση του Αντιπάτρου, αποφάσισε να ενεργήσει έτσι, επειδή φοβήθηκε, όταν είδε την ισχύ του Ηρώδη να αυξάνεται. Ο Ηρώδης, που κατάλαβε ποιος ήταν ο ένοχος, αφού πήρε την έγκριση του Κάσσιου, δολοφόνησε τον Μάλιχο.[2] Πριν εγκαταλείψει τη Συρία, ο Κάσσιος υποσχέθηκε στον Ηρώδη τη βασιλεία, αν επέστρεφε νικητής από τη σύγκρουσή του με τους εκδικητές του φόνου του Καίσαρα.[6]
Η αναχώρηση του Κάσσιου από τη Συρία προκάλεσε την εξέγερση ενός οπαδού του Μάλιχου, του Έλικου, στην Ιερουσαλήμ.[7] Την εξέγερση κατέστειλε ο Φασαήλ. Ο Ηρώδης εκείνη την εποχή βρισκόταν στη Δαμασκό και ήταν ασθενής.[8] Όταν έγινε καλά, γύρισε στη Γαλιλαία, η οποία είχε καταληφθεί από τον προσωπικό εχθρό του, Μαρίωνα, δυνάστη της Τύρου. Ο Ηρώδης έδιωξε τον Μαρίωνα από την περιοχή.[9] Ο Μαρίωνας, για να εκδικηθεί τον Ηρώδη, κάλεσε στην Ιουδαία τον Αντίγονο Β΄ Ματταθία, γιο του Αριστόβουλου Β΄. Ο Ηρώδης τον αντιμετώπισε σε μάχη, που έγινε στα σύνορα της Ιουδαίας και τον έδιωξε από την περιοχή. Κατόπιν, για να στερεώσει τη θέση του στην περιοχή, αρραβωνιάστηκε την κόρη του Αλεξάνδρου (γιου του Αριστόβουλου Β΄) και εγγονή του αρχιερέα Υρκανού, τη Μαριάμνη.[2][7][10] Ο Ηρώδης εκείνη την εποχή ήταν ήδη νυμφευμένος με μία ντόπια Ιουδαία, τη Δωρίδα και είχε ένα γιο, τον Αντίπατρο.[11]
Τον Οκτώβριο του 42 π.Χ. οι καισαροκτόνοι οδηγήθηκαν διαδοχικά στην αυτοκτονία κατά τη διάρκεια της μάχης των Φιλίππων. Ο Μάρκος Αντώνιος, που συγκαταλέγονταν ανάμεσα στους νικητές της μάχης, έδειξε την εύνοιά του στον Ηρώδη διορίζοντας τον τετράρχη της Ιουδαίας.[2][7] Όσοι Ιουδαίοι αντέδρασαν και επιχείρησαν να τον συναντήσουν, προκειμένου να τον πείσουν να αλλάξει την απόφασή του, θανατώθηκαν με εντολή του Αντώνιου.[12]
Ακολούθησε η εισβολή των Πάρθων στη Συρία και η εγκατάσταση στην Ιουδαία του Αντίγονου Ματταθία ως βασιλιά με την υποστήριξή τους. Ο Ηρώδης κατέφυγε στη Ρώμη και ανακηρύχθηκε βασιλιάς από τη σύγκλητο. Τελικά κατέλαβε την εξουσία, ανατρέποντας τον Αντίγονο Ματταθία, ύστερα από πολυετή εμφύλιο πόλεμο, με την υποστήριξη του Μάρκου Αντώνιου. Ο Αντίγονος Ματταθίας αποκεφαλίστηκε με διαταγή του τελευταίου στην Αντιόχεια (37 π.Χ.).[13][14][15] Λίγους μήνες πριν καταλάβει την Ιερουσαλήμ, ο Ηρώδης τέλεσε τους γάμους του με τη Μαριάμνη.[16]
Η άνοδος του Ηρώδη του Μεγάλου στον θρόνο του βασιλείου της Ιουδαίας σηματοδοτεί την αρχή της Ηρωδιανής δυναστείας.[17]
Παρά τη ρωμαϊκή κατοχή της χώρας του διατήρησε τον θρόνο του, γιατί κατάφερε να κερδίσει την εμπιστοσύνη των Ρωμαίων Αυτοκρατόρων.[18] Ήταν πολύ φιλόδοξος και επειδή ήθελε να απαθανατιστεί το όνομά του, έχτισε λαμπρά οικοδομήματα, όπως υδραγωγεία, θέατρα, γυμναστήρια, ανάκτορα, οχυρά και λιμάνια.[19][20] Σημαντικό έργο του ήταν και η ανοικοδόμηση του Ναού του Σολομώντα.[21] Οι εργασίες ξεκίνησαν το 20/19 π.Χ. και σταμάτησαν ύστερα από σαράντα πέντε χρόνια το 25.[22] Μία ιουδαϊκή παροιμία αποτύπωσε το μεγαλείο του: «Αυτός που δεν αντίκρυσε τον Ναό του Ηρώδη, δεν γνωρίζει τι θα πει ομορφιά».[23] Θεωρούσε τον εαυτό του ως τον μοναδικό βασιλιά και χρησιμοποιούσε ωμή βία σε όποιον αντιστρατευόταν τα σχέδιά του.[24]
Σύμφωνα με την Καινή Διαθήκη,[25] όταν πληροφορήθηκε τη γέννηση του Χριστού, διέταξε τους στρατιώτες του να σφάξουν όλα τα νήπια της περιοχής της Βηθλεέμ, γιατί φοβόταν ότι ο Ιησούς θα του έπαιρνε τον θρόνο, καθώς εν τω μεταξύ γνώριζε και τις προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης[26] ότι «στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας θα γεννηθεί ο νέος βασιλιάς των Ιουδαίων, Καὶ σύ, Βηθλέεμ γῆ Ἰούδα, οὐδαμῶς ἐλαχίστη εἶ ἐν τοῖς ἡγεμόσιν Ἰούδα· ἐκ σοῦ γὰρ ἐξελεύσεται ἡγούμενος, ὅστις ποιμανεῖ τὸν λαόν μου τὸν Ἰσραήλ».[27]
Πέθανε από μία οδυνηρή ασθένεια, η οποία τον παρέλυσε και του σάπισε το κάτω μέρος του κορμιού του.[28] Λίγο πριν τον θάνατό του σκότωσε τον γιο του, τον Αντίπατρο.[29] Οι Ιουδαίοι μισούσαν τον Ηρώδη, γιατί είχε αραβική καταγωγή (ήταν Ιδουμαίος) και ήταν υποτακτικός των Ρωμαίων.[30]
Ο Μάρκος Αντώνιος, ο οποίος βρισκόταν στην Αίγυπτο, παντρεύτηκε την Κλεοπάτρα την άνοιξη του 36 π.Χ., χωρίς να έχει χωρίσει τη νόμιμη σύζυγό του Οκταβία.[31] Ύστερα από τον γάμο τους της «δώρισε» αρκετές περιοχές στη συριακή ενδοχώρα και ακτή (την περιοχή της Χαλκίδος και την παραλία από τον ποταμό Ελεύθερο ως τη Σιδώνα[31]), και την Κύπρο. Η Κλεοπάτρα μισούσε τον Ηρώδη και επεδίωκε να τον εξοντώσει.[32]
Ο Αντώνιος προετοίμασε ταυτόχρονα και την επιθετική εκστρατεία του εναντίον των Πάρθων (36 π.Χ.). Η εκστρατεία του ήταν μια αποτυχία. Ενώ πολιορκούσε την πόλη Φράασπα στην Ατροπατηνή Μηδία, οι Πάρθοι χτύπησαν μια φάλαγγα ανεφοδιασμού τού στρατού του, εξολοθρεύοντας 10.000 άντρες και κυριεύοντας ένα μεγάλο τμήμα των εφοδίων του εκστρατευτικού σώματος. Έτσι υποχώρησε έχοντας σοβαρές απώλειες (το ένα τρίτο της αρχικής δύναμης των 100.000 ανδρών του)[33], ενώ η φήμη του ως ακατανίκητου στρατηγού κλονίστηκε σημαντικά.[34]
Ο Αντώνιος συναντήθηκε με τον Ηρώδη στη Λαοδίκεια της Συρίας, ενώ επέστρεφε από την εκστρατεία του. Για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας που είχαν σχέση με τη σταθερότητα στην περιοχή, τον διατήρησε στη θέση του. Ταυτόχρονα όμως, ύστερα από πιέσεις της Κλεοπάτρας, απέσπασε την περιοχή της Ιεριχούς από το βασίλειο του Ηρώδη και την παραχώρησε στη βασίλισσα. Επίσης ο Αντώνιος παραχώρησε στην Κλεοπάτρα την ανατολική όχθη της Νεκράς Θάλασσας, από όπου εξορυσσόταν φυσική άσφαλτος. Η περιοχή αυτή ανήκε στους Ναβαταίους.[35]
Το 34 π.Χ. ο Αντώνιος πραγματοποίησε μια εκστρατεία στην Αρμενία. Η Κλεοπάτρα τον συνόδευε ως τον Ευφράτη, σχεδιάζοντας ταυτόχρονα και μια επίσκεψη στην Ιεριχώ. Ο Ηρώδης την συνάντησε στα σύνορα της Ιουδαίας και έκλεισε μαζί της μια εμπορική συμφωνία. Εκμίσθωσε την περιοχή της Ιεριχούς από αυτήν, με την υπόσχεση να καταβάλλει 200 τάλαντα ετησίως. Ταυτόχρονα εκμίσθωσε και την ανατολική ακτή της Νεκράς Θάλασσας, υποσχόμενος να καταβάλλει στον βασιλιά των Ναβαταίων Μάλιχο επίσης 200 τάλαντα τον χρόνο, τα οποία εκείνος θα απέδιδε στην Κλεοπάτρα.[36]
Ο Ηρώδης δεν έλαβε άμεσα μέρος στη σύρραξη Οκταβιανού και Αντωνίου. Την εποχή που κηρύχθηκε ο πόλεμος (Οκτώβριος του 32 π.Χ.) [37] ο Αντώνιος ανέθεσε στον Ηρώδη, που είχε συγκεντρώσει αρκετό στρατό για να τον βοηθήσει, να στρέψει αυτόν τον στρατό εναντίον του βασιλιά των Ναβαταίων, επειδή ο τελευταίος είχε αρνηθεί να καταβάλλει στην Κλεοπάτρα το ποσό της εκμίσθωσης.[38] Ο Ηρώδης στην αρχή της εκστρατείας είχε επιτυχίες, κατόπιν όμως υπέστη βαριά ήττα σε μια τοποθεσία που ονομάζονταν Κάναθα, εξαιτίας της προδοσίας του Αθηνίωνα, ενός από τους στρατηγούς της Κλεοπάτρας που τον ακολουθούσε.[39] Την ίδια εποχή έγινε ένας πολύνεκρος σεισμός στην Ιουδαία (άνοιξη του 31 π.Χ.).[40] Τελικά ο Ηρώδης ανασύνταξε τις δυνάμεις του και νίκησε τους Άραβες, σε μάχη που έγινε στη Φιλαδέλφεια.[41]
Λίγο αργότερα έγινε γνωστό το αποτέλεσμα του ρωμαϊκού εμφυλίου πολέμου. Οι αντίπαλοι είχαν συγκρουστεί στο Άκτιο σε ναυμαχία, η οποία τελείωσε με νίκη του Οκταβιανού, η δε Κλεοπάτρα και ο Αντώνιος διέφυγαν στην Αίγυπτο (αρχές Σεπτεμβρίου του 31 π.Χ.).[37]
Η εξέλιξη αυτή θα μπορούσε να καταστρέψει το πολιτικό μέλλον του Ηρώδη, καθώς ήταν ένας από τους γνωστούς φίλους του Μάρκου Αντωνίου. Έτσι, όταν ο Οκταβιανός βρισκόταν στη Ρόδο (άνοιξη του 30 π.Χ.), ο Ηρώδης έσπευσε ως ιδιώτης να τον συναντήσει, προκειμένου να ξεκαθαρίσει τη θέση του. Ο Οκταβιανός αποδέχθηκε τα επιχειρήματά του και τον έστεψε μάλιστα βασιλιά, ενώ, το επόμενο έτος, του παραχώρησε τα εδάφη τού βασιλείου του που του είχε αποσπάσει η Κλεοπάτρα, καθώς και τις πόλεις των Γαδάρων, της Ίππου, της Γάζας, της Ιόππης και του Πύργου Στράτωνος.[42][43]
Το 27 π.Χ. στη Ρώμη ο Οκταβιανός ανακηρύχθηκε από τη σύγκλητο Αύγουστος.[44] Για να τιμήσει αυτό το γεγονός, ο Ηρώδης ανοικοδόμησε την κατεστραμμένη πόλη της Σαμάρειας και τη μετονόμασε σε Σεβαστή.[45] Το 25 π.Χ. ενίσχυσε τη δύναμη του Αίλιου Γάλλου, που είχε εκστρατεύσει στην Αραβία.[46]
Το 20 π.Χ., ύστερα από μεσολάβηση του Ηρώδη, ο αδελφός του Φερώρας διορίστηκε από τον Αύγουστο τετράρχης της Περαίας.[47]
Το 19 π.Χ. ο Αύγουστος, που επισκέφθηκε τον Ηρώδη, του παραχώρησε τις περιοχές της Ιτουραίας, της Γαυλανίτιδας, της Βαταναίας και της Αυρανίτιδας ύστερα από τον θάνατο του Ζηνόδωρου, τοπικού δυνάστη της περιοχής.[46][48][49]
Το 18 π.Χ. ο Ηρώδης, ενώ ταξίδευε προς τη Ρώμη, βρέθηκε στην Ηλεία. Εκεί φρόντισε να δωρίσει μεγάλα ποσά στους Ηλείους, προκειμένου να αναστηλωθεί το κύρος των ολυμπιακών αγώνων. Οι Ηλείοι ανταποδίδοντας, του ανέθεσαν τιμητικά την προεδρία των αγώνων.[50]
Το 17 π.Χ. υποδέχτηκε στην Ιερουσαλήμ τον συνεργάτη του Αυγούστου Αγρίππα και την επόμενη άνοιξη τον συνόδευσε στη θαλάσσια εκστρατεία, που πραγματοποίησε ο τελευταίος στο βασίλειο του Βοσπόρου και τον Εύξεινο Πόντο.[51]
Το 10 π.Χ. ξεκίνησε η οικοδόμηση του ανακτόρου του Ηρώδη στην Ιεριχώ, καθώς ο Αγρίππας είχε ήδη προθυμοποιηθεί σε παλαιότερη επίσκεψή του στον Ιουδαίο βασιλιά να του παράσχει τους εργάτες και τα υλικά για το συγκεκριμένο εγχείρημα. Το ανάκτορο θα χρησίμευε ως εξοχική κατοικία του Ηρώδη.[52]
Ο Ηρώδης έκανε δωρεές και ανήγειρε μνημεία σε πολλές πόλεις, όπως στην Ασκάλωνα, στην Τύρο, στη Σιδώνα, στη Βύβλο, στη Βυρηττό, στην Τρίπολη, στη Δαμασκό, στη Ρόδο, στην Αντιόχεια, στη Χίο, στη Νικόπολη, στην Αθήνα και στη Σπάρτη. Στη Ρόδο ειδικότερα ανέλαβε τα έξοδα οικοδόμησης ενός ναού αφιερωμένου στον Πύθιο Απόλλωνα.[53]
Ο Ηρώδης επίσης ανέλαβε με έξοδα του θησαυροφυλακίου του να θρέψει τον πληθυσμό τού βασιλείου του, αλλά και των γειτονικών περιοχών, κατά τη διάρκεια ενός λιμού (24-23 π.Χ.) [54] αγοράζοντας σιτηρά από την Αίγυπτο, ενώ αρκετές φορές μείωσε τους φόρους που πλήρωναν οι υπήκοοί του.[46] Εμπιστεύτηκε τις σπουδαιότερες θέσεις τού βασιλείου του σε Έλληνες, όπως ο Νικόλαος ο Δαμασκηνός και ο αδελφός του Πτολεμαίος, ενώ ο πυρήνας τού στρατού του αποτελούνταν από Θράκες, Γερμανούς και Κέλτες μισθοφόρους.[54]
Μόλις ο Ηρώδης επικράτησε στην Ιερουσαλήμ, άρχισε την ανοικοδόμηση του πρώην φρουρίου της Βάριδος, που βρισκόταν δίπλα στον ναό, προκειμένου να αποκτήσει ένα ισχυρό εδαφικό έρεισμα στην πόλη. Η ανοικοδόμηση κράτησε δυο έτη (37-35 π.Χ.) και ο Ηρώδης ονόμασε το νέο φρούριο Αντωνία προς τιμήν του Μάρκου Αντωνίου.[55] Ταυτόχρονα ο Ηρώδης άρχισε τις εκκαθαρίσεις εναντίον του Συνεδρίου (Σανχεντρίν), το οποίο αποδεκάτισε σκοτώνοντας 45 από τα 71 μέλη του.[56] Μόνο δύο από τα πλέον σημαντικά μέλη τού Συνεδρίου, ο Πολλίων και ο Σαμαίας σώθηκαν.[57] Κατόρθωσε επίσης να απελευθερώσει και να φέρει πίσω στην Ιερουσαλήμ τον ακρωτηριασμένο Υρκανό Β΄, επειδή φοβήθηκε μήπως οι Πάρθοι τον χρησιμοποιήσουν εναντίον του. Στον πρώην αρχιερέα έδωσε μία τιμητική θέση στην Αυλή του (36 π.Χ.).[58]
Ο Ηρώδης διόρισε στο αξίωμα του αρχιερέα κάποιον Ανανήλο. Η πεθερά του Ηρώδη Αλεξάνδρα δυσφόρησε για τον διορισμό αυτό και παραπονέθηκε στην Κλεοπάτρα και στον Αντώνιο. Τελικά ο Ηρώδης καθαίρεσε τον Ανανήλο ύστερα από πίεση του Αντώνιου και στη θέση του διόρισε τον νεαρότατο Αριστόβουλο Γ΄, γιο της Αλεξάνδρας και αδελφό της συζύγου του Μαριάμνης Α΄ (35 π.Χ.).[59]
Κατά τη γιορτή της Σκηνοπηγίας το πλήθος ξέσπασε σε συγκινητικές εκδηλώσεις, όταν αντίκρισε τον νεαρό αρχιερέα με την επίσημη στολή του. Το γεγονός έγινε αντιληπτό από τον Ηρώδη. Έτσι λίγο μετά τη γιορτή έστειλε τον Αριστόβουλο με κάποια πρόφαση στην Ιεριχώ. Εκεί, κάποιοι από τους Κέλτες σωματοφύλακες τού Ηρώδη, τον έπνιξαν στο λουτρό του ανακτόρου, ύστερα από διαταγή του (35 π.Χ.).[59][60]
Τότε η Αλεξάνδρα ζήτησε από την Κλεοπάτρα και τον Αντώνιο να εκδικηθούν τον Ηρώδη για τον θάνατο του γιου της. Όταν όμως ο Ηρώδης παρουσιάστηκε στον Αντώνιο στη Λαοδίκεια (34 π.Χ.), δεν τιμωρήθηκε για την πράξη του.[59]
Όταν ο Ηρώδης αναχώρησε από την Ιερουσαλήμ για να συναντήσει τον Αντώνιο, ανέθεσε στον Ιωσήφ Α΄ -σύζυγο της αδελφής του Σαλώμης και θείο του- να δολοφονήσει τη Μαριάμνη Α΄, αν δεν γύριζε πίσω. Όμως η μυστική εντολή που είχε δώσει ο Ηρώδης στον Ιωσήφ διέρρευσε προς τη Μαριάμνη, όταν ο τελευταίος της ανέφερε μόνος του την εντολή τού Ηρώδη. Όταν ο Ηρώδης επέστρεψε, η αδελφή του Σαλώμη του κατήγγειλε τα συμβάντα. Ο ζηλότυπος Ηρώδης έγινε έξαλλος. Η Μαριάμνη κατηγορήθηκε ότι συνωμότησε με τον Ιωσήφ, ο οποίος εκτελέστηκε. Τελικά ο Ηρώδης τη συγχώρεσε, φυλάκισε όμως την πεθερά του Αλεξάνδρα, επειδή θεώρησε ότι αυτή υποκίνησε το σκάνδαλο (34 π.Χ.).[61]
Λίγα χρόνια αργότερα ο Ηρώδης, επιστρέφοντας από τον πόλεμο με τους Ναβαταίους και μαθαίνοντας το αποτέλεσμα της ναυμαχίας του Ακτίου, θεώρησε ότι ο Υρκανός τον απειλούσε. Έτσι τον καταδίκασε σε θάνατο και τον εκτέλεσε, με την κατηγορία ότι συνωμότησε εναντίον του με τον βασιλιά των Ναβαταίων Μάλιχο (30 π.Χ.).[58]
Πριν συναντηθεί ο Ηρώδης με τον Οκταβιανό στη Ρόδο, έδωσε εντολή στον αυλικό του Σόαιμο να δολοφονήσει την πεθερά του και τη σύζυγό του, αν δεν επέστρεφε πίσω ζωντανός. Η ίδια ιστορία επαναλήφθηκε ακόμα μια φόρα: ο Σόαιμος αποκάλυψε την εντολή στη Μαριάμνη. Όταν ο Ηρώδης επέστρεψε, η Σαλώμη τού αποκάλυψε ότι η Μαριάμνη σκόπευε να τον δηλητηριάσει. Ο Ηρώδης σκότωσε τον Σόαιμο και οδήγησε τη Μαριάμνη σε δίκη. Η Μαριάμνη καταδικάστηκε σε θάνατο και αποδοκιμάστηκε ακόμη και από τη μητέρα της. Η Σαλώμη ήταν ανάμεσα σε αυτούς που υποστήριξαν την επιβολή της θανατικής καταδίκης, σε αντίθεση με τον Ηρώδη που επιθυμούσε τη φυλάκιση της συζύγου του. Τελικά η Μαριάμνη εκτελέστηκε το 29 π.Χ..[62]
Ύστερα από την εκτέλεση της Μαριάμνης, ο Ηρώδης βασανιζόταν από τύψεις και οδηγείτο σε άγριες υπερβολές, προκειμένου να ξεχάσει όσα είχαν συμβεί. Κατά τη διάρκεια ενός ταξιδίου που πραγματοποίησε στη Σαμάρεια, αρρώστησε και κυκλοφόρησε η φήμη ότι πέθανε. Τότε η πεθερά του Αλεξάνδρα επιχείρησε να καταλάβει την εξουσία, ο Ηρώδης όμως τη συνέλαβε και την εκτέλεσε (28 π.Χ.). Κάποιοι οπαδοί των Ασμοναίων που την είχαν υποστηρίξει, κατάφεραν τελικά να αποφύγουν την τιμωρία, ύστερα από παρέμβαση του δεύτερου συζύγου τής Σαλώμης, Κοστοβάρου. Η Σαλώμη όμως, η οποία δεν ανεχόταν τον σύζυγό της, τον κατέδωσε στον Ηρώδη. Ο Κοστόβαρος και οι οπαδοί των Ασμοναίων εκτελέστηκαν (25 π.Χ.).[63]
Οι δυο νεαροί γιοι του Ηρώδη από τη Μαριάμνη, Αλέξανδρος και Αριστόβουλος, που είχαν σταλεί για σπουδές στη Ρώμη (23 π.Χ.), επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ το 18 π.Χ. ή 17 π.Χ..[64][65] Η παρουσία των δύο νεαρών πριγκίπων προκάλεσε τον θαυμασμό της κοινωνίας της πόλης και την εχθρότητα της αδελφής τού Ηρώδη, της Σαλώμης, παρά το γεγονός ότι ο Αριστόβουλος είχε νυμφευτεί την κόρη της, Βερενίκη. Η Σαλώμη είχε σύμμαχο τον αδελφό του Ηρώδη, τον Φερώρα.[64][65]
Ο Ηρώδης έμαθε ότι οι δύο γιοι του τον κατηγορούσαν και καταφερόταν εναντίον του και αποφάσισε να αντιδράσει. Επανέφερε από την απομόνωσή του τον πρωτότοκο γιο του από τη Δωρίδα, τον Αντίπατρο, που επιθυμούσε να υποσκελίσει τους δύο αδελφούς του και να πάρει τον θρόνο· ο Ηρώδης άλλαξε τη διαθήκη του κάνοντάς τον διάδοχό του.[64][66][67]
Το χάσμα μεταξύ του Ηρώδη και των δύο γιων του διευρύνθηκε σε τέτοιο βαθμό, ώστε πήγε με τον Αλέξανδρο και τον Αριστόβουλο στην Ακυληία (12 π.Χ.), όπου βρισκόταν ο Αύγουστος και κατηγόρησε τον Αλέξανδρο, ότι επιβουλεύεται τη ζωή του. Ο Αλέξανδρος όμως, που ήταν ικανός ρήτορας, κατάφερε να απολογηθεί με πειστικότητα. Ο Αύγουστος κατάφερε να επιτύχει μια προσωρινή συμφιλίωση ανάμεσα στις δυο πλευρές.[64][65][68]
Μόλις ο Ηρώδης και οι γιοι του επέστρεψαν στην πατρίδα, ο Αντίπατρος, που υποστηριζόταν από τη Σαλώμη και τον Φερώρα, επανέλαβε τις μηχανορραφίες του. Πλαστές επιστολές δημιουργήθηκαν και ομολογίες από βασανισμένους δούλους αποσπάστηκαν, προκειμένου να κατηγορηθούν για συνωμοσία εναντίον της ζωής του βασιλιά.[65] Μία νέα συμφιλίωση έγινε από τον πεθερό του Αλέξανδρου, τον Αρχέλαο, βασιλιά της Καππαδοκίας, αλλά δεν κράτησε πολύ. Χρησιμοποιώντας έναν Λακεδαιμόνιο, που ονομάζονταν Ευρυκλής, ο Αντίπατρος κατηγόρησε εκ νέου τους δύο γιους του. Αφού έλαβε τη συγκατάθεση του Αυγούστου, ο Ηρώδης τους οδήγησε σε μια παρωδία δίκης. Το δικαστήριο που έγινε στη Βηρυτό με πρόεδρο τον έπαρχο της Συρίας Σέντιο Σατουρνίνο και μέλη 150 φίλους του Ηρώδη, τους καταδίκασε σε θάνατο.[67] Λίγο αργότερα στραγγαλίστηκαν στη Σεβαστή (6 π.Χ.).[64] Ο Αντίπατρος έγινε ο κατεξοχήν διάδοχος του θρόνου [69] και τη δεύτερη θέση στο βασίλειο κατέλαβε ο γιος της Μαριάμνης Β΄ του Σίμωνος, ο Ηρώδης Β΄ Φίλιππος.[70]
Μέσα στο οικογενειακό περιβάλλον του Ηρώδη, ο Αντίπατρος είχε επιβάλλει τη θέλησή του και είχε την υποστήριξη του Φερώρα.[71] Αυτό το γεγονός τον έφερε σε αντίθεση με τη Σαλώμη, η όποια κατηγορούσε τη σύζυγο τού Φερώρα στον Ηρώδη.[72] Για να προφυλαχθεί από την αποκάλυψη των συνωμοσιών του, ο Αντίπατρος κατάφερε να αποσπάσει μία κλήση για τη Ρώμη και εγκατέλειψε την Ιουδαία. Εκεί, μαζί με έναν απελεύθερό του, τον Βάθυλλο και μία Ιουδαία δούλη της αυτοκράτειρας Λιβίας, την Ακμή, συνωμοτούσε εναντίον της Σαλώμης. Ταυτόχρονα, μαζί με τη Σαλώμη και τον Φερώρα, ο Αντίπατρος συνωμοτούσε εναντίον του Ηρώδη.[69] Την ίδια εποχή πήγε στη Ρώμη και ο Συλλαίος ο Άραβας για να κινήσει δίκη εναντίον του Αντίπατρου. Ο Συλλαίος κατηγορούσε τον Αντίπατρο, ότι ήθελε να εκμεταλλευτεί τη φιλία του πατέρα του με τον Αύγουστο, για να πραγματοποιήσει τα δικά του επίβουλα σχέδια. Ο Ηρώδης δωροδόκησε μερικούς Ρωμαίους αξιωματούχους πιστούς στον Συλλαίο και εκείνοι του αποκάλυψαν, ότι αυτός, σε συνεργασία με κάποιον σωματοφύλακα του Ηρώδη, σχεδίαζαν τη δολοφονία του. Όλα αυτά τα αποκάλυψε ο Ηρώδης στον Σατουρνίνο, ο οποίος έστειλε τον σωματοφύλακα σιδηροδέσμιο στη Ρώμη.[73]
Ο Ηρώδης πήρε το μέρος της Σαλώμης στην αντίθεσή της με τον Φερώρα, ζητώντας του να χωρίσει τη σύζυγό του και ο τελευταίος αποσύρθηκε στην τετραρχία του στην Περαία,[74] όπου αρρώστησε και πέθανε λίγο αργότερα (5 π.Χ.).[47] Ο Ηρώδης, που είχε και εκείνος αρρωστήσει, μετέφερε τη σορό τού αδελφού του στην Ιερουσαλήμ και την έθαψε με μεγάλες τιμές.[75] Ο θάνατος του Φερώρα έγινε η αιτία να αποκαλυφθούν οι μηχανορραφίες του Αντίπατρου. Η σύζυγος τού Φερώρα κατηγορήθηκε, ότι τον δηλητηρίασε. Στην προσπάθειά της να αποδείξει την αθωότητά της, αποκάλυψε τον Αντίπατρο.[76] Έγιναν πολλές ανακρίσεις και πολλοί αυλικοί και συνεργάτες του Ηρώδη βασανίστηκαν μέχρι θανάτου, ενώ αρκετοί συγγενείς του, όπως η Δωρίδα και η Μαριάμνη Β΄ του Σίμωνος [77] κατηγορήθηκαν, ότι γνώριζαν τη συνωμοσία. Η Δωρίδα εκδιώχθηκε από το παλάτι[78] και ο γιος της Μαριάμης του Σίμωνος, ο Ηρώδης Φίλιππος, εξαιτίας της ενοχής της μητέρας του, αποκλείστηκε από τη διαδοχή.[79] Ο Αντίπατρος, αφού είχε ολοκληρώσει επιτυχώς τις δικαστικές διενέξεις του στη Ρώμη, επέστρεψε στην πατρίδα του αρκετά ανυποψίαστος για ό,τι είχε συμβεί, μια και ο Ηρώδης είχε φροντίσει επιμελώς να τον παραπλανήσει. Όταν παρουσιάστηκε ενώπιον του Ηρώδη, δοκίμασε μία οδυνηρή έκπληξη. Ο Ηρώδης τον συνέλαβε και τον προσήγαγε σε δίκη για προδοσία, ενώπιον του νέου έπαρχου της Συρίας Πόπλιου Κουιντήλιου Ουάρρου, που έτυχε να βρίσκεται εκεί. Έτσι ο Αντίπατρος είχε την ίδια τύχη με τους ετεροθαλείς αδελφούς του.[76][80]
Ο Ηρώδης τον καταδίκασε σε θάνατο. Η απόφαση στάλθηκε από τον Ουάρρο στον Αύγουστο για να εγκριθεί. Οι συνωμότες που βρισκόταν στη Ρώμη, όπως η Ακμή, τιμωρήθηκαν από τον Αύγουστο με θάνατο.[76] Διάδοχος του θρόνου έγινε ο γιος του Ηρώδη από τον τέταρτο γάμο του με τη Μαλθάκη, ο Ηρώδης Αντίπας.[81]
Η ασθένεια του Ηρώδη συνεχιζόταν.[82] Μία ομάδα μαθητών του Νόμου, που είχε ακούσει ότι ο Ηρώδης πέθαινε, υπό την ηγεσία των Φαρισαίων νομοδιδασκάλων Ιούδα του Σεπφωραίου και Ματθία του Μαργάλου, εισέβαλε στον Ναό και τσάκισε έναν χρυσό αετό, που θεωρήθηκε ρωμαϊκό σύμβολο. Ο Ηρώδης τους δίκασε και τους τιμώρησε με φρικτό θάνατο (οι περισσότεροι κάηκαν ζωντανοί).[80]
Η ασθένεια του Ηρώδη επιδεινώθηκε και αυτός μεταφέρθηκε στις θερμές πηγές της Καλλιρρόης στη Νεκρά θάλασσα για θεραπεία. Η θεραπεία απέτυχε και ο Ηρώδης γύρισε πίσω στην Ιεριχώ. Εκεί συγκέντρωσε τους άνδρες της πόλης και τους έκλεισε στον Ιππόδρομο, με σκοπό -όπως είπε στους γύρω του- να τους θανατώσει αν πεθάνει, έτσι ώστε να είναι σίγουρος, ότι οι Ιουδαίοι θα θρηνήσουν για τον θάνατό του.[80]
Λίγο αργότερα έφτασε και η έγκριση του Αυγούστου για τη θανάτωση του Αντιπάτρου. Όταν έμαθε τα νέα ο Ηρώδης συνήλθε. Λίγο αργότερα όμως έχασε τις αισθήσεις του. Οι ακόλουθοί του άρχισαν να θρηνούν. Ο Αντίπατρος, ο οποίος ήταν φυλακισμένος, άκουσε τους θρήνους και ζήτησε από τον δεσμοφύλακα να τον απελευθερώσει. Εκείνος όχι μόνο δεν τον απελευθέρωσε, αλλά πήγε στον μισολιπόθυμο Ηρώδη και τον πληροφόρησε για την πρόταση του Αντιπάτρου. Ο Ηρώδης αντέδρασε βγάζοντας μια τρομερή κραυγή. Ο Αντίπατρος εκτελέστηκε (4 π.Χ.).[83]
.
Νυμφεύτηκε πρώτα τη Δωρίδα και είχε τέκνο:
Έπειτα ο Ηρώδης Α΄ έκανε 2ο γάμο με τη Μαριάμνη Α΄ των Ασμοναίων/Μακκαβαίων, κόρη του Αλεξάνδρου της Ιουδαίας και είχε τέκνα:
Σε 3ο γάμο πήρε τη Μαριάμνη Β΄, κόρη του Σίμωνα αρχιερέα του Ναού της Ιερουσαλήμ και είχε τέκνο:
Σε 4ο γάμο πήρε τη Μαλθάκη από τη Σαμάρεια και είχε τέκνα:
Σε 5ο γάμο πήρε την Κλεοπάτρα, μάλλον κόρη ευγενούς της Ιερουσαλήμ και είχε τέκνα;
Σε 6ο γάμο πήρε τη Παλλάδα και είχε τέκνο:
Σε 7ο γάμο πήρε τη Φαίδρα και είχε τέκνο:
Σε 8ο γάμο πήρε την Ελπίδα και είχε τέκνο:
Σε 9ο γάμο πήρε μία εξαδέλφη του, την αγνώστου ονόματος κόρη τού θείου του Ιωσήφ Α΄. Δεν απέκτησαν απογόνους.
Σε 10ο γάμο πήρε μία ανιψιά του, που δεν γνωρίζουμε το όνομά της, κόρη τού αδελφού του Ιωσήφ Β΄. Δεν είχαν παιδιά.
Ο Ηρώδης άλλαξε τη διαθήκη του για τελευταία φορά. Διάδοχός του και βασιλιάς γινόταν ο Αρχέλαος, γιος του από τη σύζυγό του Μαλθάκη, ενώ ο Ηρώδης Αντίπας και ο Ηρώδης Φίλιππος, γιος της πέμπτης γυναίκας του Ηρώδη Κλεοπάτρας, έγιναν τετράρχες της Γαλιλαίας και Περαίας ο πρώτος και της Πανειάδος, Γαυλανίτιδος, Βαταναίας και Τραχωνίτιδος ο δεύτερος.[84] Λίγες μέρες αργότερα ο Ηρώδης πέθανε (Μάρτιος του 4 π.Χ.[56]). Η Σαλώμη απελευθέρωσε τους ομήρους της Ιεριχούς και ο σύμβουλος του Πτολεμαίος διάβασε τη διαθήκη του στο λαό και ανέλαβε να μεταφέρει στη Ρώμη τα επίσημα έγγραφα.[85] Η σορός του κηδεύτηκε με μεγάλες τιμές στο φρούριο του Ηρωδείου[80]
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.