μουσείο στην Αθήνα From Wikipedia, the free encyclopedia
Το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο ιδρύθηκε το 1882 από την Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος (ΙΕΕΕ). Αντικείμενό του είναι η ιστορία του νεότερου Ελληνισμού, από την Άλωση της Κωνσταντινούπολης μέχρι τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και η προβολή της πολιτικής, κοινωνικής και πνευματικής εξέλιξης του Ελληνισμού από την περίοδο της Τουρκοκρατίας έως τη σημερινή εποχή.
Εθνικό Ιστορικό Μουσείο | |
---|---|
Εθνικό Ιστορικό Μουσείο | |
Είδος | μουσείο |
Γεωγραφικές συντεταγμένες | |
Διοικητική υπαγωγή | Δήμος Αθηναίων |
Τοποθεσία | Μέγαρο της Παλαιάς Βουλής |
Χώρα | Ελλάδα |
Έναρξη κατασκευής | 1960 |
Ολοκλήρωση | 1882 |
Ιδιοκτήτης | Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος |
Αρχιτέκτονας | Φρανσουά Μπουλανζέ και Παναγής Κάλκος |
Ιστότοπος | |
Επίσημος ιστότοπος | |
Πολυμέσα | |
δεδομένα (π) |
Το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο λειτουργεί και ως κέντρο έρευνας της νεότερης Ελληνικής Ιστορίας. Από το 1960 το Μουσείο στεγάζεται μόνιμα στο Μέγαρο της Παλαιάς Βουλής στην οδό Σταδίου (πλατεία Κολοκοτρώνη). Στο ίδιο κτήριο στεγάζονται το Αρχείο Ιστορικών Εγγράφων, η βιβλιοθήκη και το φωτογραφικό αρχείο της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος.
Στην Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία έχει περιέλθει, από το 1979, το Αρχοντικό του Λάζαρου Κουντουριώτη στην Ύδρα. Από το 2001 οργανώθηκε και λειτουργεί εκεί παράρτημα του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου.[1]
Η Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος ιδρύθηκε το 1882, σε μία εποχή κατά την οποία το ελληνικό κράτος γνώριζε οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη. Ιδρυτικά μέλη της υπήρξαν σημαντικοί εκπρόσωποι των επιστημών, των γραμμάτων και των τεχνών της περιόδου όπως ο δημοσιογράφος, λόγιος και μετέπειτα δήμαρχος Αθηναίων, Τιμολέων Φιλήμων[2], ο λαογράφος Νικόλαος Πολίτης, ο ιστορικός Σπυρίδων Λάμπρος, ο ιστορικός Δημήτριος Καμπούρογλου, ο θεατρικός συγγραφέας Τιμολέων Αμπελάς[2], ο εκδότης της Διάπλασης των Παίδων, Νικόλαος Παπαδόπουλος[2], ο δημοσιογράφος Μπάμπης Άννινος, ο ιστορικός και γεωγράφος Αντώνιος Μηλιαράκης[3], ο ποιητής Γεώργιος Δροσίνης, ο πανεπιστημιακός και λόγιος Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής[4] κ.ά.[5]
Οι αρχές της Εταιρείας ταυτίζονταν με την εθνική ιδεολογία της εποχής η οποία αναζητούσε την ταυτότητα του νεότερου Ελληνισμού και επιδίωκε να καταστήσει σαφή τη συνέχεια του ελληνικού έθνους από την αρχαιότητα ως τη σύγχρονη εποχή.
Σκοποί της Εταιρείας ορίστηκαν η συλλογή, η διαφύλαξη και η προβολή κειμηλίων και μαρτυριών που αποκαλύπτουν πτυχές από την ιστορία του νεότερου Ελληνισμού. Για την πραγματοποίηση αυτού του σκοπού, η ΙΕΕΕ προέβη γρήγορα στη δημιουργία μουσείου, ιστορικού αρχείου και βιβλιοθήκης ενώ από το 1883 ξεκίνησε η έκδοση περιοδικού επιστημονικού συγγράμματος με την ονομασία Δελτίον της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος, που περιείχε μελέτες ιστορικού και λαογραφικού περιεχομένου.
Σήμερα, η ΙΕΕΕ έχει αναπτύξει πλούσια εκδοτική δραστηριότητα με απώτερο στόχο τη δημοσίευση του μεγαλύτερου μέρους των κειμηλίων και ιστορικών τεκμηρίων που φυλάσσονται στις συλλογές του Μουσείου, στη Βιβλιοθήκη, το Αρχείο Ιστορικών Εγγράφων και το Φωτογραφικό Αρχείο της. Επίσης φροντίζει για την περιοδική έκδοση του επιστημονικού περιοδικού Τεκμήρια Ιστορίας.[6]
Το Μουσείο δημιουργήθηκε το 1882, με στόχο τη διαφύλαξη και προβολή των τεκμηρίων που άρχισαν να συλλέγονται από την Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία. Για πολλά χρόνια στεγάστηκε στο κεντρικό κτίριο του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, έπειτα από αίτημα της ΙΕΕΕ προς τον τότε πρωθυπουργό της Ελλάδας, Χαρίλαο Τρικούπη.[7] Το 1960 η συλλογή μεταφέρθηκε στη σημερινή της στέγη, στο κτίριο της Παλαιάς Βουλής στην οδό Σταδίου.
Η έναρξη και λειτουργία του Μουσείου είναι συνδεδεμένη με την πρώτη επίσημη παρουσία της Εταιρείας, την 25η Μαρτίου 1884, όταν, με τη συνεργασία του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός», οργάνωσε σε αίθουσα του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου την «Έκθεση Μνημείων του Ιερού Αγώνος» , με την εποπτεία του ιστοριογράφου Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου.[8][9] Μετά τη λήξη της, οι περισσότεροι εκθέτες κατέθεσαν τα κειμήλια που είχαν προσφέρει για να εκτεθούν, στην Εταιρεία. Τα κειμήλια αυτά αποτέλεσαν τον πυρήνα της πρώτης μόνιμης έκθεση του Ιστορικού Μουσείου, που, από το 1884 και για σειρά ετών στεγάστηκε στο κεντρικό κτήριο του Μετσόβιου Πολυτεχνείου.
Ο εμπλουτισμός των συλλογών του Μουσείου συνεχίστηκε με αμείωτο ρυθμό στην πάροδο των ετών μέσω δωρεών αλλά και επιλεκτικών αγορών. Η περισυλλογή κειμηλίων δεν περιορίστηκε μόνο στα όρια του περιορισμένης έκτασης, μέχρι τους Βαλκανικούς Πολέμους, ελληνικού κράτους αλλά επεκτάθηκε και σε άλλες περιοχές όπου υπήρχαν Έλληνες, όπως ήταν η Μικρά Ασία, η Ήπειρος, η Μακεδονία, τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και η Κύπρος.
Το 1932 με δεδομένη την μεταφορά της Βουλής και του σώματος της Γερουσίας στο κτήριο των Παλαιών Ανακτόρων, ο Ελευθέριος Βενιζέλος προέβη στην παραχώρηση του κτηρίου της Παλαιάς Βουλής στην ΙΕΕΕ για τη μόνιμη εγκατάσταση του Μουσείου της. Η παραχώρηση αυτή επαναλήφθηκε και το 1935 από την κυβέρνηση Τσαλδάρη, μετά την πραγματοποίηση της μεταφοράς της Βουλής στο κτήριο των Παλαιών Ανακτόρων. Από το 1938 έγιναν ενέργειες και τον Μάρτιο του 1940 κινήθηκε η διαδικασία για την οριστική εγκατάσταση του Μουσείου στο κτήριο της Παλαιάς Βουλής, μεσολάβησε όμως η είσοδος της Ελλάδας στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο έτσι τα κειμήλια του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου απομακρύνθηκαν και φυλάχτηκαν στο χώρο του Αρχαιολογικού Μουσείου.
Μετά την Απελευθέρωση έγινε μίσθωση οικήματος στη λεωφόρο Αμαλίας 38, όπου εκτέθηκαν προσωρινά τα κειμήλια. Το 1960 το κτήριο της Παλαιάς Βουλής παραδόθηκε οριστικά για τη στέγαση του Μουσείου. Μετά από έργα αποκατάστασης στο κτήριο που κράτησαν δύο χρόνια, το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο πραγματοποίησε τα εγκαίνιά του στον νέο του χώρο, την 21η Ιουνίου του 1962.[10][11][12]
Το Μουσείο συνεχώς εμπλουτίζεται, ενώ συγχρόνως φροντίζει για τη συντήρηση και την καλή διαφύλαξη των κειμηλίων. Οργανώνει εκθέσεις περιοδικές και πραγματοποιεί εκδόσεις με σκοπό την τεκμηρίωση της ιστορικής μνήμης και τη συμβολή στην εθνική αυτογνωσία.[13]
Η έκθεση του μουσείου καλύπτει χρονικά την περίοδο από τα τελευταία χρόνια πριν την Άλωση της Κωνσταντινούπολης μέχρι τον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο του 1940-41.[14] Αναπτύσσεται σε μια περιμετρική διαδρομή της αίθουσας συνεδριάσεων της Παλαιάς Βουλής του υπερυψωμένου ισογείου του κτιρίου. Η αίθουσα σήμερα ανοίγει μόνο για επίσημες τελετές απονομής βραβείων ( π.χ. βραβείων ιδρύματος Ωνάση κλπ) καθώς και για συνεδριάσεις συλλόγων. Τα εκθέματα παρουσιάζονται σε 13 αίθουσες και 6 ειδικά διαμορφωμένους διαδρόμους, ακολουθώντας χρονολογική σειρά, και επικεντρώνοντας κυρίως στις πολεμικές περιπέτειες της χώρας κατά την ιστορική αυτή περίοδο, με αφετηρία των εκθεμάτων το αριστερό της κυρίας εισόδου και κατάληξη το δεξιό.
Αρχίζει με εκθέματα που αφορούν τα τελευταία χρόνια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, τους Έλληνες λόγιους της διασποράς, εικονογραφημένα χειρόγραφα, τον ανδριάντα του τελευταίου αυτοκράτορα του Βυζαντίου και της ακόλουθης Ενετοκρατίας και οθωμανικής κυριαρχίας στον σημερινό ελλαδικό χώρο, όπως κράνη, πανοπλίες, όπλα και νομίσματα. Η αίθουσα που αφορά τους προεπαναστατικούς χώρους φιλοξενεί τη Χάρτα της Ελλάδος του Ρήγα Φεραίου, το γραφείο του Αδαμάντιου Κοραή καθώς και κειμήλια, σύμβολα και σημαίες της Φιλικής Εταιρίας.
Το μεγαλύτερο μέρος της έκθεσης, που καταλαμβάνει τρεις αίθουσες και ισάριθμους διαδρόμους, αφορά την Ελληνική Επανάσταση του 1821. Φιλοξενούνται προσωπογραφίες των Αγωνιστών του 1821, διάφορα εκθέματα που καλύπτουν όλες τις πτυχές και περιόδους της Επανάστασης, όπως το ναυτικό αγώνα, τον Φιλελληνισμό, τη συμβολή του κλήρου, την έξοδο του Μεσολογγίου κ.ά. Εκτίθενται πολλά προσωπικά αντικείμενα, όπλα και πολεμικός εξοπλισμός αγωνιστών της Επανάστασης.
Η περίοδος της ίδρυσης του νεοελληνικού κράτους αντιπροσωπεύεται μέσα από τη συλλογή των προσωπικών αντικειμένων προσωπικοτήτων όπως ο Ιωάννης Καποδίστριας και οι πρώτοι βασιλείς της Ελλάδας, Όθωνας και Αμαλία (1833-1862). Εκτίθενται επίσης το πρωτότυπο του Συντάγματος του 1843 και κειμήλια, σημαίες από τις επαναστάσεις στην Ήπειρο και τη Θεσσαλία. Υπάρχουν επίσης εκθέματα από κρητικές επαναστάσεις του 19ου αιώνα, μεταξύ των οποίων και η σημαία της μονής Αρκαδίου, αλλά και από την περίοδο του Μακεδονικού Αγώνα. Εκτίθενται επίσης προσωπικά αντικείμενα του βασιλιά Γεωργίου του Α΄ (1864-1913) και αρκετών πρωθυπουργών της ίδιας εποχής.
Η μόνιμη έκθεση διαθέτει και σημαίες από ελληνικά και τουρκικά τμήματα (λάφυρα) από τους Βαλκανικούς Πολέμους και τη Μικρασιατική Εκστρατεία, τον φορτωτήρα του θωρηκτού Αβέρωφ κατεστραμμένο από τη Ναυμαχία της Έλλης καθώς και ελαιογραφίες από τον ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940 - 1941 που ολοκληρώνουν το πολεμικό μέρος της έκθεσης. Στην ίδια αίθουσα φιλοξενούνται ακόμα η αρχιερατική μίτρα [15] του Χρυσοστόμου Σμύρνης και ο κονδυλοφόρος [16] με τον οποίο ο Ελευθέριος Βενιζέλος υπέγραψε τη Συνθήκη των Σεβρών το 1920.
Η έκθεση ολοκληρώνεται με εθνικές και τοπικές ενδυμασίες [17] από διάφορα μέρη της Ελλάδας και από περιοχές που ιστορικά υπήρχε ελληνική παρουσία, κεντήματα, κοσμήματα και κεραμικά, καθώς και έπιπλα ιστορικών προσώπων του 19ου αιώνα. Στις περισσότερες αίθουσες υπάρχουν επίσης πίνακες Ελλήνων και ξένων ζωγράφων που απεικονίζουν αρκετά από τα σημαντικά πρόσωπα της κάθε περιόδου.
Η Βιβλιοθήκη της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος δημιουργήθηκε το 1884 υπό την εποπτεία του Αντώνη Μηλιαράκη[18][19]. Οι σκοποί της δημιουργίας της ήταν ερευνητικοί, τεκμηριωτικοί και εκπαιδευτικοί. Μάλιστα, για την ανάπτυξή της, η ΙΕΕΕ προχώρησε τόσο το 1891 όσο και το 1895 στην αγορά ελληνικών αλλά και ξενόγλωσσων βιβλίων που σχετίζονταν με την Ελληνική Επανάσταση[20].
Από τότε συνέχισε αδιάκοπα την πορεία της και παράλληλα εμπλουτίζεται συνεχώς με νέα αποκτήματα. Με την πάροδο των ετών, διαμορφώθηκαν ενότητες οι οποίες έχουν ως αντικείμενο την Ιστορία του Ελληνισμού από τον 15ο μέχρι και τον 20ό αιώνα, οι οποίες διακρίνονται για την πληρότητά τους όσον αφορά τη θεματολογία που καλύπτουν (Ιστορία Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, Φραγκοκρατία, Τουρκοκρατία, ελληνική Ιστορία 19ου και 20ού αιώνα όπου περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων η Ελληνική Επανάσταση του 1821, η καποδιστριακή περίοδος, η αγγλοκρατία στα Επτάνησα, ο Κριμαϊκός Πόλεμος, οι ελληνικές επαναστάσεις του 19ου αιώνα, ο Μακεδονικός Αγώνας, οι Βαλκανικοί Πόλεμοι, η Μικρασιατική Καταστροφή κλπ).
Ως βασική αποστολή της βιβλιοθήκης έχει οριστεί η συγκέντρωση και η φύλαξη των εντύπων (βιβλία, περιοδικά κλπ) που συμπληρώνουν τις υπάρχουσες θεματικές ενότητες και η επεξεργασία σε επίπεδο βιβλιοθηκονομίας. Σκοπός της βιβλιοθήκης αποτελεί πρωτίστως η βιβλιογραφική έρευνα και η μελέτη από το επιστημονικό προσωπικό του μουσείου για την τεκμηρίωση των συλλογών του και των ιστορικών κειμηλίων που τις συγκροτούν όπως και η εξυπηρέτηση των ερευνητών.[18]
Το αρχείο ιστορικών εγγράφων αποτελείται από 350 περίπου αρχειακές μονάδες που περιλαμβάνουν έγγραφα από τα προεπαναστατικά χρόνια μέχρι και την περίοδο της Εθνικής Αντίστασης, χειρόγραφους κώδικες από τον 11ο ως τον 20ό αιώνα καθώς και διάφορα έντυπα όπως προκηρύξεις, διατάγματα, θεσπίσματα κλπ.[21] Ιστορικά, πρώτος αρμόδιος διαχείρισης του αρχείου ανέλαβε ο Γεώργιος Π. Κρέμος ενώ μεταξύ των διαδόχων του συγκαταλέγονταν ο Αντώνιος Μηλιαράκης, ο Σπυρίδων Λάμπρος, ο Αριστοτέλης Κουρτίδης κ.ά.[22]
Το φωτογραφικό αρχείο διαθέτει μια τεράστια συλλογή που αποτελείται περίπου 100.000 φωτογραφίες διαφόρων μεγεθών. Οι περισσότερες είναι πρωτότυπες και ορισμένες επιζωγραφισμένες. Διαθέτει επίσης περίπου άλλες 10.000 φωτογραφίες που περιέχονται σε 142 φωτογραφικά λευκώματα καθώς και αρκετές χιλιάδες επιστολικά δελτάρια.[23]
Το εργαστήριο συντήρησης του μουσείου δημιουργήθηκε το 1993 και το 2006 μεταφέρθηκε σε νέες ανακαινισμένες αίθουσες. Διαθέτει τμήμα συντήρησης χάρτινων αντικειμένων, βιβλίων και φωτογραφιών, τμήμα συντήρησης έργων ζωγραφικής και τμήμα συντήρησης έργων μεταλλοτεχνίας και κεραμικής.[24]
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.