Έλληνας ιστορικός, πολιτικός, νομικός και κοινωνιολόγος. From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Γιάνης Κορδάτος (Ζαγορά Πηλίου,[1] 1 Φεβρουαρίου 1891 – Αθήνα, 29 Απριλίου 1961) ήταν Έλληνας κοινωνιολόγος, ιστορικός, πολιτικός και νομικός, οπαδός του μαρξισμού. Παρότι αυτοδίδακτος ιστορικός, υπήρξε πολυγραφότατος μελετητής της ελληνικής ιστορίας από την αρχαιότητα έως τη σύγχρονη εποχή.
Γιάνης Κορδάτος | |
---|---|
Προτομή του Γιάνη Κορδάτου | |
Γενικός Γραμματέας του ΣΕΚΕ | |
Περίοδος 1920 – 1920 | |
Προσωπικά στοιχεία | |
Γέννηση | 1 Φεβρουαρίου 1891 Ζαγορά Πηλίου | ,
Θάνατος | 29 Απριλίου 1961 (70 ετών) Αθήνα |
Εθνότητα | Ελληνική |
Υπηκοότητα | Ελλάδα |
Πολιτικό κόμμα | ΣΕΚΕ, ΚΚΕ, ΕΔΑ |
Σπουδές | Νομική Σχολή Αθηνών |
Επάγγελμα | συγγραφέας πολιτικός ιστορικός |
Γεννήθηκε στη Ζαγορά το 1891, όπου και τελείωσε το Ελληνικό Σχολείο (ημιγυμνάσιο) το 1907. Στη συνέχεια ο πατέρας του, που ήταν κτηματίας και έμπορος, τον έστειλε μαθητή στο Ελληνογερμανικό Λύκειο του Γιαννίκη, στη Σμύρνη. Εκεί είχε καθηγητή τον Δημήτρη Γληνό, ο οποίος τον τράβηξε προς τον Δημοτικισμό. Την επόμενη σχολική χρονιά βρέθηκε στην Κωνσταντινούπολη, στο Ελληνογαλλικό Λύκειο Χατζηχρήστου, από όπου όμως διέκοψε, λόγω αρρώστιας. Επέστρεψε στο Βόλο, όπου παρέμεινε και τη σχολική χρονιά 1909-10, για να τον ξαναστείλει κατόπιν ο πατέρας του στην Κωνσταντινούπολη. Το 1911 μετέβη στην Αθήνα και γράφτηκε φοιτητής στο Πανεπιστήμιο, στη Νομική Σχολή. Προσχώρησε "από τους πρώτους", καθώς έλεγε ο ίδιος, στη Φοιτητική Συντροφιά και λίγο αργότερα έγινε μέλος του Εκπαιδευτικού Ομίλου.[2]
Ο Κορδάτος στα φοιτητικά του χρόνια ήρθε σε επαφή με τον σοσιαλισμό και το εργατικό κίνημα του Βόλου.[3] Στην Αθήνα φαίνεται ότι συμπορεύθηκε με τον κύκλο του Νίκου Γιαννιού, ηγέτη του Σοσιαλιστικού Κέντρου και δημοτικιστή. Το Νοέμβριο του 1918 δεν έλαβε μέρος στο ιδρυτικό συνέδριο του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδος (ΣΕΚΕ) –προκατόχου του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας (ΚΚΕ)– γιατί απουσίαζε από την Αθήνα, στο οποίο όμως προσχώρησε το Μάιο του 1919.[4]
Τον Απρίλιο του 1920 εκλέχτηκε μέλος της Κεντρικής Επιτροπής (ΚΕ) και τον επόμενο μήνα ορίστηκε "αντιπρόσωπος του Κόμματος" στην εφημερίδα Ριζοσπάστης,[5] της οποίας ιδιοκτήτης και διευθυντής ήταν ο Γιάννης Πετσόπουλος. Εκλέχτηκε γραμματέας της ΚΕ του κόμματος το Μάιο του 1921 και παρέμεινε στη θέση μέχρι το Νοέμβριο του 1922, οπότε τον διαδέχτηκε ο Νίκος Σαργολόγος.[6]
Τον Φεβρουάριο του 1924 ορίστηκε με τους Θωμά Αποστολίδη και Σεραφείμ Μάξιμο στη λεγόμενη "τριμελή ΚΕ",[7] η οποία εκτελούσε χρέη επικεφαλής στο κόμμα μέχρι τη διεξαγωγή του 3ου Έκτακτου Συνεδρίου το Νοέμβριο-Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς. Το Νοέμβριο του 1922 ανέλαβε τη διεύθυνση του Ριζοσπάστη, ο οποίος στο μεταξύ είχε γίνει κομματικό όργανο.[8]
To 1922 συνελήφθη δυο φορές, μαζί με άλλα ηγετικά στελέχη του κόμματος (Γ. Γεωργιάδης, Γρ. Παπανικολάου, Αρ.Σίδερης) και της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδας (ΓΣΕΕ). Αρχικά στις 5 Ιουλίου, εξαιτίας της αντιπολεμικής αρθρογραφίας του Ριζοσπάστη, και εκ νέου το Σεπτέμβριο κατόπιν της κατάρρευσης του Μικρασιατικού μετώπου και την εκδήλωση του αντιμοναρχικού κινήματος της 11ης Σεπτεμβρίου από τους Πλαστήρα-Γονατά-Φωκά. Η φιλοβασιλική κυβέρνηση Τριανταφυλλάκου και συγκεκριμένα ο Ιωάννης Μεταξάς, ο οποίος μετέβη στη φυλακή για να συνομιλήσει με τον Κορδάτο, επιχείρησε μάταια να διαπραγματευτεί μαζί τους τη στήριξή της από το ΣΕΚΕ και την εκ μέρους τους καταδίκη των βενιζελικών κινηματιών, απειλώντας τους ακόμη και με εκτέλεση. Τελικά, η απόφαση εκτέλεσης ματαιώθηκε και οι τελευταίοι απελευθέρωσαν τους φυλακισμένους στις 5 Οκτωβρίου.[9]
Περί τα τέλη του 1924 ή αρχές 1925 αποχώρησε από το μόλις μετονομασμένο ΚΚΕ καθώς διαφώνησε με τις επίσημες –έπειτα την πλήρη ευθυγράμμιση αυτού με τις αποφάσεις της Κομμουνιστικής Διεθνούς– θέσεις στο Μακεδονικό Ζήτημα, για να διαγραφεί οριστικά το 1927.[10] Για ένα διάστημα παρέμεινε στο πλάι του κόμματος, μετά όμως την ανάληψη της θέσης του γενικού γραμματέα από το Νίκο Ζαχαριάδη δέχτηκε σφοδρά πυρά. Το στέλεχος της νέας ηγεσίας Γιάννης Ζεύγος (Ζέβγος) εξαπέλυσε το 1933 σειρά επιθέσεων με εναντίον του χαρακτηρισμούς, όπως μεταξύ άλλων, "ιστορικός της μπουρζουαζίας" και "οικονομολόγος στις πρώτες γραμμές της αντεπανάστασης".[11][12] Ο Κορδάτος αντέδρασε έντονα με σειρά άλλων άρθρων τα οποία, όπως ο ίδιος έγραψε λίγο πριν το θάνατό του, επέκριναν "τη νέα ηγεσία του Κόμματος που ερμήνευε χοντροκομμένα και σχηματικά το λενινισμό" ενώ υποστήριζε "πως οι ηγέτες του ΚΚΕ πήραν το στραβό δρόμο".[13]
Στα τέλη Δεκεμβρίου 1940 συνελήφθη από τη μεταξική κυβέρνηση, επειδή σε δημοσιεύματα είχε χαρακτηρίσει τον ελληνοϊταλικό πόλεμο ως αντιφασιστικό.[14] [σημ. 1] Κατά τη διάρκεια της Κατοχής έλαβε μέρος στην Αντίσταση από τις τάξεις του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (ΕΑΜ). Μεταπολεμικά διετέλεσε μέλος του Γενικού Συμβουλίου της Ενιαίας Δημοκρατικής Αριστεράς (ΕΔΑ). Παρότι οι διαφορές του με το ΚΚΕ είχαν αμβλυνθεί με αφετηρία την κατοχική περίοδο, οι μεταξύ τους σχέσεις ποτέ δεν αποκαταστάθηκαν πλήρως.[16]
Από τα νεανικά του χρόνια αρθρογραφούσε σε διάφορα έντυπα. Αρχικά σε φύλλα του Βόλου και αργότερα σε δημοτικιστικά περιοδικά, όπως Ο Νουμάς και τα Γράμματα της Αλεξάνδρειας. Την περίοδο έως το 1925 δημοσίευσε πάρα πολλά άρθρα στα κομματικά έντυπα του ΣΕΚΕ/ΚΚΕ.[17] Πολλά από τα κείμενα της περιόδου που ήταν ενταγμένος στο κόμμα ήταν μελέτες γύρω από το αγροτικό ζήτημα, καθόσον είχε αναδειχτεί στον "υπ' αριθμ[όν] 1 αγροτιστή μέσα στο Σοσιαλεργατικό Κόμμα".[18] Επηρεασμένος από καιρό από το βιβλίο του Γεωργίου Σκληρού Το κοινωνικόν μας ζήτημα (1907) και έχοντας ήδη στραφεί στη μελέτη της νεοελληνικής ιστορίας, ο Κορδάτος κυκλοφόρησε το 1924 το βιβλίο Η κοινωνική σημασία της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821. Ήταν ένα από τα πρώτα δείγματα του ιστορικού υλισμού και της μαρξιστικής ιστοριογραφίας στην Ελλάδα, προκαλώντας ποικίλες και έντονες αντιδράσεις.[19]
Μετά την αποχώρησή του από την ενεργό πολιτική επιδόθηκε σχεδόν αποκλειστικά στην ιστορική και κοινωνιολογική έρευνα, εκδίδοντας πλήθος από αυτοτελείς μελέτες και δημοσιεύοντας πολλά άρθρα, σχόλια και βιβλιοκρισίες. Ως αρθρογράφος, την περίοδο του Μεσοπολέμου, συνεργάστηκε κυρίως με αριστερά λογοτεχνικά και πολιτιστικά περιοδικά, όπως η Αναγέννηση του Γληνού, ο αλεξανδρινός Ερμής, η Νέα Επιθεώρηση του Αιμιλίου Χουρμούζιου και οι Πρωτοπόροι (αργότερα Νέοι Πρωτοπόροι) του Πέτρου Πικρού, ενώ κείμενά του εμφανίζονταν τακτικά στη Νέα Εστία και στο Αρχείον Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών του καθηγητή Δημητρίου Καλιτσουνάκη. Μετά τον πόλεμο αρθρογράφησε σε εφημερίδες της αριστεράς και του κέντρου. Παράλληλα, υπήρξε συνεργάτης πολλών εγκυκλοπαιδειών, όπως λ.χ του "Πυρσού".[17]
Στη διάρκεια της δικτατορίας του Μεταξά η συγγραφική παρουσία του είχε μειωθεί. Την περίοδο εκείνη τα πνευματικά ενδιαφέροντά του στράφηκαν αφενός στις νομικές έρευνες και, αφετέρου, στη μελέτη της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, επιλογές που έγιναν λαμβάνοντας υπόψιν το αυστηρό κλίμα λογοκρισίας της εποχής.[20] Σε αυτό το πλαίσιο, το 1937-38 ο Κορδάτος δημοσίευσε νομικά δοκίμια σε καθιερωμένα περιοδικά του χώρου, κατόπιν εξέδωσε το μοναδικό νομικό, επιστημονικό βιβλίο του[21] και το 1939 ανέλαβε διευθυντής της σειράς "Βιβλιοθήκη Αρχαίων Ελληνών Πεζογράφων και Ποιητών", που κυκλοφόρησε από τον εκδοτικό οίκο Ιω. & Π. Ζαχαρόπουλου.[22]
Αφιέρωσε τα τελευταία χρόνια της ζωής του στην υλοποίηση του "μεγαλόπνευστου", όπως χαρακτηρίστηκε, σχεδίου του να ολοκληρώσει μια σύνθεση της ιστορίας του ελλαδικού χώρου από τα προϊστορικά χρόνια έως το 1924.[23]
Απεβίωσε ξαφνικά, από καρδιακή προσβολή, στις 29 Απριλίου του 1961 και ενώ βρισκόταν στο γραφείο του. Ετοίμαζε ένα άρθρο γύρω από τον εορτασμό της εργατικής πρωτομαγιάς, προκειμένου να δημοσιευτεί στην εφημερίδα Αυγή. Η κηδεία του έγινε στο νεκροταφείο της Καλλιθέας και την παρακολούθησε πλήθος κόσμου, ενώ παραβρέθηκε επίσης αντιπροσωπεία της ΕΔΑ. Τη στιγμή του θανάτου του είχε έτοιμα για δημοσίευση τρία βιβλία: την Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, μια ιστορία για το αγροτικό κίνημα και τη μελέτη Ιησούς Χριστός και Χριστιανισμός.[24]
Ομάδα διανοουμένων φίλων του συνέστησε μετά θάνατον το σύλλογο "Οι Φίλοι του Γιάνη Κορδάτου" και το συνδεδεμένο με αυτόν "Ιστορικό-Φιλολογικό Ινστιτούτο Γιάνης Κορδάτος". Το τελευταίο είχε πρόεδρο τον καθηγητή Γιάννη Ιμβριώτη και σκοπό την προβολή του έργου του εκλιπόντος. Με την επιβολή της δικτατορίας του 1967 οι φορείς αυτοί διέκοψαν οριστικά τη λειτουργία τους.[25]
Σήμερα, στην γενέτειρά του Ζαγορά Πηλίου λειτουργεί πολιτιστικός σύλλογος που φέρει το όνομά του, ενώ το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας τον τίμησε δίνοντας το όνομά του σε κεντρικό αμφιθέατρο του κτηρίου Παπαστράτου στο Βόλο.[26] Επιπλέον, στο Δήμο Καλλιθέας υπάρχει και δρα το Πολιτιστικό Κέντρο "Γιάννης Κορδάτος".[27]
Αναλυτική εργογραφία του Κορδάτου περιέχεται στη διδακτορική διατριβή της Ζωής Σπανάκου Η έννοια της ιστορικής νομοτέλειας στο μεσοπολεμικό έργο του Γιάνη Κορδάτου (Αθήνα 1991, σ. 459-494). Σύμφωνα με το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου, τις τελευταίες δεκαετίες έχουν εκδοθεί τουλάχιστον 28 έργα του από μία ή περισσότερες φορές.[29]
Εκδόθηκε το 1927 σε "μετάφραση, εισαγωγή, ιστορικά σχόλια κ.λ.π Γιάννη Κ. Κορδάτου".[30] Αργότερα, μετέφρασε τα έργα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας:
Αποτέλεσαν μέρη της προαναφερθείσας εκτενούς σειράς "Βιβλιοθήκη Αρχαίων Ελληνών Πεζογράφων και Ποιητών", την οποία ο Κορδάτος επιμελήθηκε εξ ολοκλήρου(;), σχολίασε και διεύθυνε. Περιλαμβάνει έργα των συγγραφέων: Αισχίνης, Αισχύλος, Αλκαίος ο Μυτιληναίος, Αντιφών ο Ραμνούσιος, Απολλόδωρος, Αριστοτέλης, Αριστοφάνης, Αρριανός, Δημήτριος, Δημοσθένης, Ευριπίδης, Ηλιόδωρος ο Εμεσηνός, Ηρόδοτος, Ησίοδος, Θεόκριτος, Ιουλιανός ο Παραβάτης, Ισαίος, Ισοκράτης, Ιώσηπος Φλάβιος, Λόγγος, Λουκιανός ο Σαμοσατεύς, Λυσίας, Ξενοφών ο Αθηναίος, Όμηρος, Παυσανίας, Πλάτων, Πλούταρχος, Σοφοκλής, Στράβων κ.ά, με τμήμα της να επανακυκλοφορεί το 2003.[32]
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.