Remove ads
οικισμός της Ελλάδας From Wikipedia, the free encyclopedia
Το Γαλαξίδι (ή Γαλαξείδι)[1][2] είναι παραθαλάσσιο χωριό της Στερεάς Ελλάδας στην Περιφερειακή Ενότητα Φωκίδας (τέως επαρχίας Παρνασσίδας του Νομού Φωκίδας).[3]
Γαλαξείδι | |
---|---|
Άποψη του Γαλαξειδίου | |
Χάρτης | |
Διοίκηση | |
Χώρα | Ελλάδα |
Περιφέρεια | Στερεάς Ελλάδας |
Περιφερειακή Ενότητα | Φωκίδας |
Δήμος | Δελφών |
Δημοτική Ενότητα | Γαλαξιδίου |
Γεωγραφία | |
Γεωγραφικό διαμέρισμα | Στερεά Ελλάδα |
Νομός | Φωκίδα |
Υψόμετρο | 4 |
Πληθυσμός | |
Μόνιμος | 1.761 |
Έτος απογραφής | 2021 |
Πληροφορίες | |
Ταχ. κώδικας | 330 52 |
Τηλ. κωδικός | 22650 |
Σχετικά πολυμέσα | |
Το Γαλαξίδι βρίσκεται στη βόρεια ακτή του Κορινθιακού κόλπου και συγκεκριμένα, στη δυτική πλευρά του κόλπου της Ιτέας.[1] Απέχει 29 χλμ. (οδηγικά - μέσω Ιτέας) νότια από την Άμφισσα (έδρα του δήμου) και 66 χλμ. ανατολικά από τη Ναύπακτο. Είναι αρκετά γνωστό για τη ναυτιλία που είχε αναπτύξει τον προηγούμενο αιώνα καθώς και για τη γραφικότητα του, λόγοι για τους οποίους προσελκύει αρκετούς επισκέπτες, κυρίως κατά τους θερινούς μήνες.
Η ονομασία Γαλαξ(ε)ίδι πρωτοεμφανίστηκε στο χρονικό διάστημα μεταξύ 6ου και 9ου αιώνα μ.Χ. Υπάρχουν πολλές εκδοχές σχετικά με την προέλευση του ονόματος. Οι γλωσσολογικές μελέτες συγκλίνουν στην άποψη ότι το τοπωνύμιο προέρχεται από το μεσαιωνικό φυτωνύμιο γαλατσίδα (ποώδες φυτό που αφθονεί στην περιοχή), το οποίο ανάγεται στον μεταγενέστερο τύπο γαλακτίς, -ίδος και επομένως ετυμολογικά ορθή είναι η γραφή με -ι-: Γαλαξίδι[4]. Ο περιηγητής Dodwell ισχυρίστηκε ότι η ονομασία προερχόταν από τις λέξεις γάλα και οξώδης («όμοιος με το όξος, ξινός»). Δεν ευσταθεί μορφολογικά η άποψη ότι προέρχεται από τις λέξεις γάλα και ιξός (από τον γαλακτώδη παχύρρευστο κολλώδη χυμό που εκρέει, όταν τραυματιστεί ο κορμός του). Διαδεδομένη είναι η υστερογενής άποψη ότι το τοπωνύμιο προέρχεται από την οικογένεια Γαλαξείδη που είχε εκτάσεις στην περιοχή. Διαδιδόταν μάλιστα ότι ο Γαλαξείδης ήταν ο Βυζαντινός τοπάρχης του μικρού αυτού θέματος και αυτός που ανακατασκεύασε την ερειπωμένη πόλη. Στην πραγματικότητα, όμως, το επώνυμο Γαλαξείδης προέρχεται από το τοπωνύμιο Γαλαξίδι[5]. Σχετικά με την προέλευση του ονόματος υπάρχει και ένας μύθος για μια γοργόνα ονόματι Γάλαξα[6].Ο Προμηθέας την είχε ερωτευτεί γι' αυτό και την έκλεψε.
Κατά την περίοδο της αρχαιότητας, η περιοχή του Γαλαξιδίου κατοικήθηκε από τους Οζολούς ή Εσπέριους Λοκρούς τον 8ο αιώνα π.Χ. Στη συγκεκριμένη θέση υπήρχε η αρχαία πόλη Χάλαιον ή Χάλειον. Το Χάλειον ήταν μια από τις σημαντικότερες πόλεις αφού εκεί υπήρχε το ιερό του Απόλλωνα.[2] Οι κάτοικοι του ασχολούνταν κυρίως με τη ναυτιλία και συνεπώς με το εμπόριο[1]. Αξίζει να σημειωθεί ότι μέχρι πρόσφατα οι μελετητές πίστευαν ότι το Γαλαξείδι ήταν συνέχεια της Οιάνθης ή Οιάνθειας. Αυτή βέβαια η άποψη σήμερα δεν θεωρείται αποδεκτή αφού ο Παυσανίας αναφέρει ότι η Οιάνθη βρισκόταν στην περιοχή της Ναυπάκτου. Επίσης και ο Πολύβιος την συγκαταλέγει ανάμεσα στις πόλεις της Αιτωλίας.
Η περιοχή χαρακτηρίζεται από συνεχή παρουσία με σημαντικά ευρήματα ήδη από τη Πρωτοελλαδική περίοδο (Ανεμοκάμπι, Πελεκάρης, Κεφαλάρι, νησάκι Αψηφιά). Σημαντικός είναι ο μυκηναϊκός οικισμός στη θέση Βίλλα καθώς και ο οχυρωμένος γεωμετρικός οικισμός στο λόφο του Αγίου Αθανασίου (περίπου 700 π.Χ.). Στην αρχαϊκή και κλασική εποχή (7ος-4ος αι. π.Χ.), παράλληλα με τον οικισμό στη θέση Βίλλα, αναπτύχθηκε στον Άγιο Βλάση το θρησκευτικό και διοικητικό κέντρο της πόλης. Γύρω στο 300 π.Χ. κατοικήθηκε η σημερινή θέση και οικοδομήθηκε το οχυρωματικό τείχος της. Ίσως την εποχή εκείνη τον έλεγχο είχε ήδη αποκτήσει το Κοινό των Αιτωλών, το οποίο και οχύρωσε την πόλη. Το Χάλειον συνέχισε να κατοικείται γνωρίζοντας ιδιαίτερη ακμή μέχρι το 2ο αι. μ.Χ. Στο Βρετανικό μουσείο υπάρχουν δύο χάλκινες επιγραφές[7] του 5ου αιώνα π.Χ. όπου αναγράφεται η συνθήκη μεταξύ Οιάνθειας και Χαλείου. Επίσης στο ίδιο μουσείο φιλοξενούνται άλλα 97 χάλκινα αγγεία και σκεύη, ενώ αρχαιολογικά αντικείμενα από το Γαλαξείδι φυλάσσονται σήμερα σε 15 μουσεία ανά τον κόσμο.[8] Στο Αρχαιολογικό Μουσείο Γαλαξειδίου μπορεί κανείς να δει ευρήματα από το Χάλειον αλλά και την ευρύτερη περιοχή.
Το Γαλαξίδι τεκμηριώνεται για πρώτη φορά τον 10ο αιώνα. Κατά την περίοδο της βασιλείας του Βασιλείου Β΄, το 981 είτε το 996, το Γαλαξίδι κυριεύτηκε, με δραματικές συνέπειες για τους κατοίκους, από τους Βούλγαρους του τσάρου Σαμουήλ. Οι κάτοικοι εγκατέλειψαν την πόλη και εγκαταστάθηκαν στα νησιά του Κόλπου της Ιτέας, και το Γαλαξίδι δεν κατοικήθηκε για τα επόμενα 50 χρόνια.[9] Οι συμφορές για την πόλη του Γαλαξιδίου δεν τελειώνουν εδώ. Το 1054 μια επιδημία αφάνισε πολλούς κατοίκους ενώ το 1064 μια επιδρομή των Ούζων είχε ως αποτέλεσμα τη βίαιη εκδίωξη τους από την πόλη για δύο ολόκληρα χρόνια.
Το Γαλαξίδι λεηλατήθηκε ξανά το 1081 και το 1147 από τους Νορμανδούς.[9] Μετά την Δ΄ Σταυροφορία το Γαλαξίδι αποτέλεσε αρχικά τμήμα της Αυθεντίας των Σαλώνων, αλλά ανακτήθηκε περί το 1211 από το Δεσποτάτο της Ηπείρου. Μετά το 1269 πέρασε υπό τον έλεγχο των αρχόντων της Θεσσαλίας, που είχαν την έδρα τους στην Υπάτη.[9] Το 1311 η πόλη κυριεύτηκε από τους Καταλανούς και πέρασε υπό την εξουσία του Δουκάτου των Αθηνών.[9]
Η πόλη καταλήφθηκε για πρώτη φορά από τους Οθωμανούς το 1394, αλλά ανακτήθηκε από τον Θεόδωρο Α΄ Παλαιολόγο μετά από λίγο καιρό. Περιήλθε για σύντομο χρονικό διάστημα στα χέρια των Ιωαννιτών το 1403/04. Το κάστρο της πόλης, από το οποίο ούτε ίχνη δεν σώζονται σήμερα, ενισχύθηκε το 1447/48 από τον Κωνσταντίνο Καντακουζηνό, αλλά αυτό δεν απέτρεψε την τελική κατάληψή του από τους Οθωμανούς λίγο αργότερα.[9]
Η εποχή της Τουρκοκρατίας άρχισε το 1446. Το 1494 μεταφέρθηκε η έδρα του Μπέη από τα Σάλωνα στο Γαλαξίδι. Πρώτος Μπέης που διορίστηκε ήταν ο Χατζή-Μπαμπας. Τελικά το 1502, ύστερα από εντολή της Υψηλής Πύλης, η έδρα επανήλθε στα Σάλωνα. Αξίζει να σημειωθεί ότι σε όλη τη περίοδο της Τουρκικής Κατοχής, κανένας Τούρκος δεν κατοικούσε στο Γαλαξίδι.[εκκρεμεί παραπομπή]
Το 1655 τον Κορινθιακό και Πατραϊκό κόλπο λυμαινόταν ο Ντουρατζίμπεης, ο οποίος ήρθε σε σύγκρουση με τους Γαλαξιδιώτες για ασήμαντη αφορμή. Η ναυμαχία που ακολούθησε κατέληξε στη συντριβή του Ντουρατζίμπεη, ο οποίος ορκίστηκε όμως να πάρει εκδίκηση. Το Πάσχα του ίδιου χρόνου επιτέθηκε αιφνιδιαστικά και κυρίευσε το Γαλαξίδι. Αυτή η συμφορά είχε ως αποτέλεσμα την φυγή των κατοίκων του Γαλαξιδίου στα βουνά και συγκεκριμένα στα Πεντεόρια. Επέστρεψαν στο ερειπωμένο Γαλαξίδι μόνο μετά τον θάνατο του Ντουρατζίμπεη το 1669.
Η ακμή του γαλαξιδιώτικου ναυτικού ξεκίνησε την περίοδο 1720-1730, δηλαδή αμέσως μετά τη συνθήκη του Πασάροβιτς (1718)[10]. Το 1774, ύστερα από την Συνθήκη Κιουτσούκ-Καϊναρτζή, τα περισσότερα Γαλαξιδιώτικα πλοία σήκωσαν Ρώσικη σημαία. Μία μεγάλη μορφή του αγώνα της Ανεξαρτησίας διαδραμάτισε εξέχοντα ρόλο στην ανάπτυξη της ναυτιλίας, ο Ιωάννης Παπαδιαμαντόπουλος. Ο Παπαδιαμαντόπουλος είχε συγκεντρώσει τη διακίνηση του εμπορίου της Πελοποννήσου και όλης της Δυτικής Ελλάδας. Για να απελευθερωθεί από το μεσολογγίτικο ναυτικό άρχισε τη ναυπήγηση πλοίων στο Γαλαξίδι. Το 1803 ο γαλαξιδιώτικος στόλος αριθμούσε[11] 50 πλοία. Τα συνηθέστερα εμπορικά λιμάνια των γαλαξιδιώτικων πλοίων ήταν: η Μασσαλία, η Κωνσταντινούπολη και διάφορα άλλα λιμάνια της Ισπανίας και της Ιταλίας.
Οι πρώτες διαβουλεύσεις για την έναρξη της Επανάστασης στο Γαλαξίδι είχαν ξεκινήσει από τις αρχές Μαρτίου, ύστερα από πρωτοβουλία του Ιωάννη Παπαδιαμαντόπουλου. Σε αυτή πήραν μέρος, ο επίσκοπος Σαλώνων Ησαΐας, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, ο Πανουργιάς, ο Γιάννης Γκούρας και οι πρόκριτοι της περιοχής. Στις 26 Μαρτίου σώμα 300 ανδρών αναχώρησε για την Άμφισσα. Αξίζει να σημειωθεί ότι ήταν η πρώτη πόλη της Στερεάς Ελλάδας που ύψωσε τη σημαία της Απελευθέρωσης. Οι πλοίαρχοι και οι έμποροι[12] προσέφεραν αμέσως τα πλοία τους υπέρ της πατρίδος ενώ πολλοί Γαλαξιδιώτες[13] έσπευσαν να πολεμήσουν στο Χάνι της Γραβιάς. Μάλιστα για να ενισχύσουν περισσότερο την επανάσταση εξέδωσαν ένα είδος εφημερίδας[14], την πρώτη της επανάστασης, η οποία αργότερα ονομάστηκε ψευτοεφημερίδα λόγω των υπερβολών της. Το σίγουρο είναι ότι η προσφορά της πόλης του Γαλαξιδίου στον απελευθερωτικό αγώνα του 1821 δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από κανέναν.
Το Γαλαξίδι κατά τη διάρκεια της Απελευθερωτικού αγώνα γνώρισε τρεις μεγάλες καταστροφές.
Η πρώτη καταστροφή
Στις 8 Σεπτεμβρίου 1821 απέπλευσε για τον Κορινθιακό κόλπο ο στόλος του Ισμαήλ Μπέη Γιβραλτάρ με 30 οπλισμένα μπρίκια και 2 φρεγάτες. Στις 22 Σεπτεμβρίου, ένα αγγλικό πλοίο οδήγησε στο Γαλαξίδι τον τούρκικο στόλο. Οι Γαλαξιδιώτες μαζί με 200 άντρες του Πανουργιά αμύνονταν σθεναρά. Τη νύχτα όμως οι άντρες του Πανουργιά υποχώρησαν αφού δεν είχαν την απαραίτητη εμπειρία να αντιμετωπίσουν τους ναυτικούς κανονιοβολισμούς. Οι κάτοικοι βλέποντας το ρήγμα στην άμυνα της πόλης αλλά και την ανεπάρκεια των μαχητών εγκατέλειψαν το Γαλαξίδι. Το πρωί της 23ης Σεπτεμβρίου οι Τούρκοι εισέβαλαν στην πόλη και την κατέστρεψαν. Μέσα στο λιμάνι βρήκαν 90 πλοία, τα 13 από αυτά ήταν πολεμικά ενώ τα υπόλοιπα μικρά εμπορικά. Σύμφωνα με τους ιστορικούς οι πιθανότητες να σωθεί το Γαλαξίδι ήταν ελάχιστες αφού έπεσε θύμα των πρώτων πολιτικών διενέξεων. Η καταστροφή οφείλεται στην αδράνεια των Γαλαξιδιωτών αλλά και στη συμφεροντολογική τακτική των πολιτικών της εποχής.
Η δεύτερη & τρίτη καταστροφή
Τον Μάιο του 1825 ο Κιουταχής προκειμένου να εξασφαλίσει τα νώτα του έτσι ώστε να πολιορκήσει με ασφάλεια το Μεσολόγγι επιτέθηκε στο Γαλαξίδι και το κατέστρεψε. Βέβαια η δεύτερη αυτή καταστροφή ήταν λιγότερο επώδυνη αφού τα γαλαξιδιώτικα πλοία δεν ήταν αγκυροβολημένα στο λιμάνι. Όμως ακολούθησε χειρότερη καταστροφή, τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου, αυτή την φορά από τον Ιμπραήμ, ο οποίος κατάφερε να αρπάξει πλοία και να αιχμαλωτίσει πολλά γυναικόπαιδα, τα οποία στάλθηκαν ως σκλάβοι στην Αίγυπτο. Ύστερα από αυτή την καταστροφή, οι κάτοικοι έφυγαν και εγκαταστάθηκαν στην Ύδρα, στην Κόρινθο, στο Λουτράκι κ.α. Πολύ αργότερα η κυβέρνηση κατάφερε να επαναφέρει μερικούς Έλληνες αιχμαλώτους από την Αίγυπτο.
Το Γαλαξίδι, όπως και οι άλλες ελληνικές πόλεις, απέστειλε πολλούς νέους στο μέτωπο[15]. Τα πρώτα κατοχικά στρατεύματα εγκαταστάθηκαν στις 15 Μαΐου του 1941 και γρήγορα κατέλαβαν το παρθεναγωγείο, το δημοτικό σχολείο, την οικία Κουτσουλιέρη, την οικία Δροσοπούλου καθώς και την οικία Πλατώνη. Στην πλειονότητα τους οι στρατιώτες ήταν Ιταλοί αφού τη διοίκηση της Στερεάς Ελλάδας είχαν αναλάβει οι Ιταλικές αρχές. Τις επόμενες μέρες συνελήφθησαν οι εν ενεργεία αξιωματικοί του στρατού[16] ενώ οι Ιταλοί απαίτησαν από τους κατοίκους να παραδώσουν τα όπλα τους. Τον Ιανουαρίου του 1942 οι Ιταλοί μετεγκαταστάθηκαν στην Ιτέα. Τον Μάρτιο του ίδιου χρόνου οι δύο Ιταλοί κατάσκοποι εξαφανίστηκαν με αποτέλεσμα να επέμβει ο Ιταλός διοικητής και να δώσει 48ωρο τελεσίγραφο στους κατοίκους του Γαλαξίδιου για να επιστραφούν πίσω σώοι. Το τελεσίγραφο έληξε και έτσι οι Ιταλοί απείλησαν την πόλη με εμπρησμό. Παρ' όλα αυτά η έγκαιρη επέμβαση του κοινοτάρχη Λουκά Πλατώνη καθώς και του πλοιάρχου Ιωάννη Ανδρεόπουλου έσωσε την πόλη από βέβαιη καταστροφή. Τα επόμενα χρόνια ήταν εξαιρετικά δύσκολα για τους Γαλαξιδιώτες αφού η πείνα τους είχε εξαθλιώσει.
Το δυστυχέστερο έτος για το Γαλαξίδι ήταν αυτό του 1944. Στις 7 Φεβρουαρίου του 1944 οι Γερμανοί κινήθηκαν απειλητικά προς τη βίλα Ζαχαριά, όπου διέμεναν μερικοί Άγγλοι αξιωματικοί. Παράλληλα συνελάμβαναν κάθε περαστικό που συναντούσαν. Στον αναβρασμό που ακολούθησε έπεσε νεκρός, ο δεκαεπτάχρονος Θεόδωρος Μπαρλιακός. Αφού καταδίωξαν τους Άγγλους αξιωματικούς, χωρίς επιτυχία, κατευθύνθηκαν στην αγορά όπου είχαν συγκεντρώσει περί τους εκατό Γαλαξειδιώτες. Από αυτούς συνέλαβαν έντεκα άτομα, τα οποία στάλθηκαν στην Αθήνα, πλην τριών[17] όπου στάλθηκαν στη Γερμανία. Δύο ακόμα περιστατικά συνέβησαν το 1944, στα οποία απειλήθηκε το Γαλαξίδι. Το πρώτο έγινε στις 13 Μαρτίου, όταν αντάρτες κατέλαβαν ένα γερμανικό πλοίο με εφόδια, το οποίο ήταν αγκυροβολημένο στο λιμάνι λόγω κακοκαιρίας και αιχμαλώτισαν τους δύο Γερμανούς συνοδούς του. Ο διοικητής απείλησε με ολική καταστροφή της πόλης τους κατοίκους του αν δεν επέστρεφαν εντός τριών ημερών τους αιχμαλώτους. Όμως ένας τυχαίος τραυματισμός του διοικητή οδήγησε στην αντικατάσταση του και συνεπώς στη σωτηρία της πόλης. Μερικούς μήνες αργότερα, και συγκεκριμένα τον Ιουλίου, 800 περίπου Γερμανοί περικύκλωσαν την πόλη με σκοπό να συλλάβουν τους Άγγλους αξιωματικούς. Τελικά απέτυχαν αλλά για εκδίκηση συνέλαβαν 15 Γαλαξιδιώτες, οι οποίοι ύστερα από παρέμβαση του κοινοτάρχη αποφυλακίστηκαν ύστερα από 2-3 μήνες. Το τελευταίο περιστατικό συνέβη τον Αύγουστο του 1944, όταν οι Γερμανοί απέκλεισαν το Γαλαξίδι από την τροφοδοσία του Ερυθρού Σταυρού.
Το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου βρήκε το Γαλαξίδι να μετρά 421[18] νεκρούς.
Η χρυσή περίοδος ακμής για το Γαλαξείδι ήταν μεταξύ 1829 και 1912. Βέβαια από την εποχή της Τουρκοκρατίας οι Γαλαξιδιώτες είχαν αρχίσει να ασχολούνται με μεγάλη επιτυχία με τη ναυτιλία. Ως αφετηρία της εποχής της ναυτιλιακής ανάπτυξης μπορεί να αναφερθεί το 1774, όταν έγινε η συνθήκη Κιουτσούκ-Καϊναρτζή. Σημαντικό ρόλο διαδραμάτισε ο Ιωάννης Παπαδιαμαντόπουλος. Το 1803 το Γαλαξίδι αριθμούσε 50 πλοία και συγκαταλεγόταν στις πέντε πόλεις με τα περισσότερα πλοία στον ελλαδικό χώρο.
Μετά την επανάσταση και αφού η πόλη συνήλθε από τις καταστροφές, η ναυτιλία άρχισε πάλι να αναπτύσσεται. Την τριετία 1838-1840 το Γαλαξίδι είχε μέσο όρο 21 ναυπηγήσεις τον χρόνο. Το ναυπηγείο της πόλης μπορούσε να συναγωνιστεί επάξια τα ξένα ενώ συνέφερε περισσότερο αφού η κατασκευή ενός πλοίου κόστιζε τα μισά σε σχέση με τα ξένα ναυπηγεία. Τα εμπορικά πλοία κινούνταν στην περιοχή της Μαύρης θάλασσας, της Αζοφικής, του Δούναβη, της Μεσογείου, της Αγγλίας κ.α. Η τοπική κοινότητα με κατάλληλες ενέργειες προσπάθησε να ενθαρρύνει τους νέους να ασχοληθούν με το εμπόριο και τη ναυτιλία γι'αυτό και ίδρυσε Ναυτικό σχολείο, στο οποίο δίδαξαν σπουδαίες προσωπικότητες όπως ο Ευθύμιος Καβάσιλας. Στα μεγάλα λιμάνια της Ευρώπης δηλαδή στο Λιβόρνο, στην Οδησσό, στην Τεργέστη, στη Μασσαλία, στη Νίκαια κ.α. ήταν εγκαταστημένοι πολλοί Γαλαξιδιώτες ναυτιλιακοί πράκτορες έτσι ώστε να συντονίζουν τις επιχειρήσεις τους. Όσο η ζήτηση αυξανόταν, τόσα περισσότερα ναυπηγεία δημιουργούνταν. Το 1860 υπολογίζεται ότι τα γαλαξιδιώτικα πλοία έφταναν τα 300. Μέχρι το 1900 υπήρξε συνεχής ανάπτυξη της ναυτιλίας αλλά στις αρχές το 1900 παρατηρήθηκε μείωση των εμπορικών πλοίων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι ενώ το 1892 το Γαλαξίδι είχε 126 ιστιοφόρα, το 1903 είχαν μειωθεί σε 92. Σε αντίθεση με την παρακμή του εμπορίου, τα ατμόπλοια των Γαλαξιδιωτών κατάφεραν να διατηρηθούν μέχρι τη δεκαετία του 1930.
Την παρακμή της ναυτιλίας ακολούθησε το δημογραφικό πρόβλημα το οποίο παρουσιάστηκε σχεδόν αμέσως. Ο κύριος λόγος ήταν γιατί λόγω των λιγοστών δουλειών οι Γαλαξιδιώτες, οι οποίοι συνήθως δούλευαν ως καπετάνιοι ή μούτσοι σε ξένα καράβια, έπρεπε να μετακομίζουν στον Πειραιά όπου είχαν συγκεντρωθεί όλες οι ναυτιλιακές εταιρίες.
Με την κήρυξη της ανεξαρτησίας του Ελληνικούς Έθνους οι Γαλαξιδιώτες ανέλαβαν τα έξοδα για την κατασκευή σχολικού κτιρίου. Το σχολείο άρχισε να λειτουργεί την περίοδο 1830-1831. Στη συνέχεια το ενιαίο σχολείο χωρίστηκε σε αρρένων και κορασίδων. Το 1880 με πρωτοβουλία του δημάρχου Λουκέρη κατασκευάστηκε το παρθεναγωγείο. Το 1850, περίπου, ιδρύθηκε στο Γαλαξίδι «Ελληνικόν σχολαρχείον», το οποίο προσέφερε καλύτερης ποιότητας εκπαίδευση. Μέχρι τότε οι κάτοικοι αναγκάζονταν να στέλνουν τα παιδιά τους στην Άμφισσα. Τελικά αυτού του είδους τα σχολεία καταργήθηκαν το 1929. Σήμερα λειτουργεί κανονικά δημοτικό, γυμνάσιο και λύκειο.
Ιδιαίτερη προσοχή έδωσαν οι Γαλαξιδιώτες στις ναυτικές σπουδές αφού ήταν και η κυρίως ασχολία τους. Έτσι με διάταγμα της κυβέρνησης το 1867 ιδρύθηκε ναυτικό σχολείο στην πόλη του Γαλαξειδίου καθώς και στην Ύδρα, Σπέτζα, Σύρο και στο Αργοστόλι. Πρώτος καθηγητής ήταν ο Ευθύμιος Καβάσιλας, στου οποίου το σπίτι στεγαζόταν η ναυτική σχολή. Στη συνέχεια η σχολή απέκτησε ιδιόκτητο κτίριο. Το 1885 έπαψε να λειτουργεί η σχολή. Το 1963 με διάταγμα ιδρύθηκε ναυτικό λύκειο το οποίο μετατράπηκε σε Γενικό Λύκειο το 1980 και ύστερα από απαιτήσεις των κατοίκων. Επίσης μέχρι το 1990 λειτουργούσε η «Ανωτέρα δημόσια σχολή εμπορικού ναυτικού Γαλαξειδίου-Πλοιάρχων», η οποία όμως συγχωνεύτηκε με αυτήν της Πρέβεζας. Στη θέση της λειτουργεί σήμερα η «Σχολή Τουριστικών Επαγγελμάτων Γαλαξιδίου».
Αποκριές
Η εβδομάδα της Αποκριάς στο Γαλαξίδι έχει ιδιαίτερη σημασία, ειδικά την καθαρά Δευτέρα όπου λαμβάνει χώρα το έθιμο του αλευρομουτζουρώματος. Το έθιμο είναι σχετικά απλό. Οι κάτοικοι μαζεύονται στο λιμάνι το μεσημέρι της Δευτέρας και εφοδιασμένοι με σακούλες αλευριού και μπογιάς. Στη συνέχεια επιδίδονται σε «επικές» μάχες, οι οποίες κρατάνε για ώρες. Το έθιμο έχει τις ρίζες του στην εποχή του Βυζαντινής Αυτοκρατορίας που οι παλιάτσοι των ιπποδρόμων χρωμάτιζαν τα πρόσωπα τους. Τη σημερινή του μορφή την έλαβε την εποχή της ιστιοφόρου Ναυτιλίας, δηλαδή από το 1840 και μετά, οπότε η γιορτή αυτή πήρε μεγάλες διαστάσεις αφού ήταν η τελευταία και αποχαιρετιστήρια πριν από την αναχώρηση των ναυτικών.
Η πρώτη εφημερίδα που εκδόθηκε στο Γαλαξίδι ήταν χειρόγραφη και επονομάστηκε ψευτοεφημερίδα λόγω των υπερβολών της. Εκδόθηκε το 1821 για να εμψυχώσει τους αγωνιστές της Στερεάς Ελλάδας και γι' αυτό δεν συνεχίστηκε η έκδοση της. Πολύ αργότερα, το 1925 έγινε μια προσπάθεια από φοιτητές για την έκδοση φιλολογικού περιοδικού με το όνομα «Φοιτητική συντροφιά», η οποία εκδόθηκε μόνο τους μήνες του καλοκαιριού της περιόδου 1925-1926. Η πρώτη σοβαρή προσπάθεια πραγματοποιήθηκε από τον Γαλαξιδιώτη δικηγόρο Ιωάννη Μητρόπουλο, κάτοικο Πειραιά, το 1929 με την εφημερίδα «η Γαλαξειδιώτικη». Ήταν μηνιαία και ασχολείτο με τοπικά ζητήματα της περιοχής του Γαλαξιδίου αλλά κυκλοφορούσε κυρίως στον Πειραιά. Η έκδοση της διακόπηκε το 1933. Την ίδια εποχή, συγκεκριμένα την 1η Νοεμβρίου του 1930, κυκλοφόρησε μια δεκαπενθήμερη εφημερίδα, η οποία στη συνέχεια έγινε μηνιαία. Λεγόταν «Οιάνθη» και καταπιανόταν με τοπικά προβλήματα καθώς και με λογοτεχνικές αναζητήσεις. Η σημαντικότερη εφημερίδα, η οποία επιβιώνει μέχρι τις μέρες μας, είναι «το Γαλαξείδι». Υπεύθυνοι για την έκδοσή της είναι τα μέλη του συλλόγου των Γαλαξιδιωτών του Πειραιά. Η συγκεκριμένη εφημερίδα κυκλοφορεί κάθε μήνα ακατάπαυστα από το 1947. Επίσης κατά καιρούς είχαν εκδοθεί και άλλες εφημερίδες όπως «ο Γαλαξειδιώτης», «Τα Γαλαξειδιώτικα», ο «Γαλαξειδιώτικος τύπος» και το «Γαλαξειδιώτικο Βήμα».
Το Γαλαξίδι χρωστάει πολλά στους ευεργέτες του. Σημαντικοί ευεργέτες ήταν οι Νικόλαος Μάμας, Ευθυμία & Παναγιώτης Κουλομπούρου, οικογένεια Αγγελή, Ευσταθία Τσαλαγκύρα-Ρέλλα, Ιωάννης Μιχαλόπουλος κ.α.
Ο Νικόλαος Μάμας με τη διαθήκη του κληροδότησε στην κοινότητα Γαλαξιδίου, το 1939, ένα πολυκατάστημα στον Πειραιά, αποτελούμενο από οκτώ καταστήματα και μία αίθουσα κινηματογράφου. Με τα έσοδα του συγκεκριμένου ακινήτου χρηματοδοτούνται τα ομώνυμα βραβεία σε μαθητές καθώς και διάφορες οικονομικές ενισχύσεις σε απόρους. Επίσης ενίσχυσε οικονομικά τις ανασκαφές του αρχαιολογικού μουσείου.
Το τριώροφο πέτρινο κτίριο στο οποίο στεγάζεται το δημαρχείο ανήκε αρχικώς στην οικογένεια Τσαλαγκύρα. Το 1957 η Ευσταθία Τσαλαγκύρα - Ρέλλα δώρισε με τη διαθήκη της το συγκεκριμένο οίκημα με σκοπό τη στέγαση του δημαρχείου.[19] Σήμερα μαζί με το δημαρχείο στεγάζεται και η δημοτική βιβλιοθήκη.
Το λαογραφικό μουσείο στεγάζεται στην άλλοτε οικία της οικογένειας Αγγελή. Οι απόγονοι του Παναγιώτη Αγγελή (1814 - 1897) δώρισαν το οίκημα το 1955, το οποίο βρίσκεται στη συνοικία Χηρόλακα, στην κοινότητα Γαλαξιδίου με σκοπό τη στέγαση σχολείου ή μουσείου. Αρχικά στεγάστηκε το σχολείο του Γαλαξιδίου και στη συνέχεια μετατράπηκε σε λαογραφικό μουσείο.[20] Το διοικητικό συμβούλιο είναι πενταμελές και πρόεδρος αυτής είναι ο εκάστοτε δήμαρχος.
Τα κυριότερα αξιοθέατα της ιστορικής πόλης του Γαλαξιδίου:
Ο σημερινός ναός του Αγίου Νικολάου είναι χτισμένος πάνω σε ειδωλολατρικό ιερό[21]. Τον 7ο αιώνα χτίστηκε ο πρώτος ναός, αφιερωμένος στον Άγιο Νικόλαο ενώ το 1800 οι Γαλαξιδιώτες με δικά τους έξοδα άρχισαν τις εργασίες για την κατασκευή μεγαλύτερου ναού. Το 1900 χτίστηκε η σημερινή εκκλησία. Η απόφαση πάρθηκε από τον δήμαρχο Κωνσταντίνο Παπαπέτρο το 1896. Αρχιτέκτονες ήταν ο Γερμανός Χάγερ και ο Κωνσταντίνος Παπαπέτρος. Η εκκλησία είναι Βυζαντινού ρυθμού με δύο καμπαναριά και τρούλο. Είναι τρίκλιτος ενώ στο καμπαναριό υπάρχει το μεγάλο ωρολόγιο της πόλης, το οποίο δωρήθηκε το 1908 από τους αδερφούς Νικόλαο & Παύλο Σιδηρόπουλο. Χαρακτηριστικό δείγμα ομορφιάς είναι το ξύλινο τέμπλο[22] του ναού. Κατασκευάστηκε τη δεκαετία 1840-1850 και είναι τεχνοτροπίας «μπαρόκ».
Ο Ιερός Ναός της Αγίας Παρασκευής είναι ο παλαιότερος ναός του Γαλαξιδίου (1667). Η εκκλησία είναι βασιλικού ρυθμού με καμπαναριό και γυναικωνίτη. Στην εξωτερική νοτιοδυτική γωνία του ναού υπάρχει το ηλιακό ρολόι, όπου όταν υπάρχει ηλιοφάνεια μια μεταλλική αντένα δείχνει την ώρα. Στο εσωτερικό του ναού, το 1911, ο καπετάνιος ο Ηλίας Σκούρτης (1835-1911), σκάλισε στις πέτρινες πλάκες του δαπέδου το ζωδιακό κύκλο με τους δώδεκα μήνες του χρόνου και τα σύμβολα των ζωδίων, το «Ηλιοτρόπιο – Ζωδιακό Κύκλο». Πρόκειται για ένα ηλιακό ημερολόγιο, όπου κάθε μεσημέρι στις 12 μια ακτίνα του ήλιου εισχωρεί στο ναό από μια τρύπα του ταβανιού και πέφτει στο αντίστοιχο σημείο δείχνοντας μας την ημερομηνία.[23]
Το μοναστήρι βρίσκεται σε υψόμετρο 300 μέτρων σε έναν κοντινό λόφο, νότια του Γαλαξιδίου. Η εκκλησία υπήρχε από τα πρώτα χρόνια της χριστιανοσύνης αλλά ένας καταστροφικός σεισμός στις αρχές του 13ου αιώνα το κατέστρεψε. Ύστερα από παρακλήσεις των κατοίκων ο Δεσπότης της Ηπείρου Δούκας Μιχαήλ Β΄ Άγγελος Κομνηνός έκτισε καινούριο, γύρω στο 1250. Το εκκλησάκι είναι αφιερωμένο στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος Χριστού. Ο ναΐσκος είναι μονόκλιτος, σταυρεπίστεγος με ορθογώνια κάτοψη. Το 1750 ιδρύθηκε ανδρικό μοναστήρι αλλά ο σεισμός του 1756 γκρέμισε το καθολικό της μονής και έκοψε την παροχή νερού με αποτέλεσμα να ερημωθεί. Το 1927 εγκαταστάθηκαν μερικοί μοναχοί, οι οποίοι όμως έφυγαν 5 χρόνια αργότερα. Η ουσιαστική ανασυγκρότηση της μονής έγινε το 1989, ύστερα από ενέργειες του μητροπολίτη Φωκίδος Αθηναγόρα. Το 1990 εγκαταστάθηκε η μοναχή Ισιδώρα, η οποία επιμελείται το μοναστήρι και τον γύρω χώρο. Σε μια κρύπτη της ερειπωμένης εκκλησίας του Αγίου Σωτήρος βρέθηκε το «Χρονικό του Γαλαξειδίου» από τον Κωνσταντίνο Σάθα το 1864, το οποίο είχε γραφτεί από τον ιερομόναχο Ευθύμιο το 1703.
Βρίσκεται στη θέση Κούκουνας και είναι ένα από τα παλαιότερα σχολεία. Κατασκευάστηκε επί Ιωάννη Καποδίστρια με δαπάνες της κοινότητας, η οποία προσέφερε 4.389 γρόσια, και της κυβέρνησης. Μέχρι το 1932 λειτούργησε ως δημοτικό σχολείο και στη συνέχεια εγκαταλείφθηκε με αποτέλεσμα να πουληθεί από τη σχολική εφορία. Με υπουργική απόφαση έχει κηρυχθεί διατηρητέο.[24]
Το Ναυτικό και Ιστορικό Μουσείο Γαλαξειδίου στεγάζεται σε ένα κτίριο που κατασκευάστηκε το 1868-1870 από τον Δήμαρχο Δεδούση Ευθ. Χαρδαβέλλα και αρχικά χρησιμοποιήθηκε ως Δημαρχείο. Το 1928 ο γιατρός και τότε Κοινοτάρχης Ευθύμιος Βλάμης ζήτησε από τους Γαλαξειδιώτες να δωρίσουν τα κειμήλια που για χρόνια στόλιζαν τα σαλόνια τους (πίνακες ιστιοφόρων ναυτικά εργαλεία, ναυτικά όργανα, εξαρτήματα καραβιών και άλλων ναυτικών αντικειμένων) με σκοπό τη δημιουργία μουσείου. Όλα αυτά τα αντικείμενα αποτέλεσαν τον βασικό πυρήνα της Ναυτικής Συλλογής του Μουσείο και δημιούργησαν το πρώτο ναυτικό μουσείο της Ελλάδας. Το 1932 σε μια ακόμη αίθουσα του Δημαρχείου, στεγάστηκε η Αρχαιολογική Συλλογή, η οποία περιλάμβανε ευρήματα από ανασκαφές και της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, καθώς και τυχαία ευρήματα. Το 1980, οι υπηρεσίες του Δημαρχείου μεταφέρθηκαν σε νέο κτίριο και το κτίριο χρησιμοποιήθηκε όλο ως Μουσείο. Σημαντικός υπήρξε ο ρόλος του πλοιάρχου Ε.Ν. Πλοηγού Αθανάσιου Μπομπογιάννη, που ήταν ο πρώτος επιμελητής του μουσείου (1962). Κατέγραψε για πρώτη φορά τους πίνακες με τα ιστιοφόρα και τα ναυτικά αντικείμενα. Έφορος και ψυχή του Ναυτικού Μουσείου ήταν για πενήντα περίπου χρόνια (1974-2022) η λαογράφος Ροδούλα – Σταθάκη Κούμαρη. Με μία μεγάλη χορηγία από το ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος έγινε η συντήρηση των πινάκων και η ριζική ανακαίνιση του μουσείου επι Δημαρχίας Δημητρίου Κουτουνιά. Το 2004 έπι Δημαρχίας Νικολάου Γουργουρή. Στις πέντε αίθουσες του Ναυτικού και Ιστορικού Μουσείου Γαλαξειδίου, σήμερα, εκτίθενται σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα, το Χρονικό του Γαλαξειδιού που έγραψε το 1704 ο Ιερομόναχος Ευθύμιος και ανακάλυψε το 1865 ο ιστοριοδίφης Κων/νος Σάθας, ναυτικά αντικείμενα και πορτραίτα ιστιοφόρων που ζωγράφιζαν οι ζωγράφοι των λιμανιών όπου ταξίδευαν οι Γαλαξιδιώτες.[25]
Το παρθεναγωγείο κατασκευάστηκε το 1880 επί δημαρχίας Νικολάου Λουκέρη. Χρησιμοποιήθηκε ως σχολείο θηλέων μέχρι το 1929 και από τότε χρησιμοποιείτο ως θέατρο. Για πολλά χρόνια εγκαταλείφθηκε και μάλιστα προκειμένου να μην καταρρεύσει η σχολική εφορεία το δημοπράτησε (1949). Το ζεύγος Ευθυμία και Παναγιώτης Κουλομπούρου το αγόρασε και με τη σειρά του το δώρισε στην κοινότητα Γαλαξιδίου. Από το 1992 το Υπουργείο Πολιτισμού το έχει ανακηρύξει διατηρητέο μνημείο λόγω της αρχιτεκτονικής και της ιστορικής σημασίας του.[26]
Το μεγαλύτερο μέρος της πόλης αποτελείται από πλιθόχτιστα αρχοντικά τα οποία υπενθυμίζουν το θαυμαστό παρελθόν της πόλης και πάρα πολλά αυτά έχουν χαρακτηριστεί ως ιστορικά διατηρητέα μνημεία.[27] Η αρχιτεκτονική έκφραση επηρεάστηκε από το ναυτικό επάγγελμα των κατοίκων που σαν κοσμογυρισμένοι φέρνανε οικοδομικά υλικά και τεχνίτες από το εξωτερικό. Τα πρώτα αρχοντικά χτίστηκαν το 1850 ενώ η ευρωπαϊκή επίδραση είναι φανερή. Πολλά σπίτια μάλιστα έχουν ταβάνια σχεδιασμένα από Ιταλούς ζωγράφους. Μερικά από τα αρχοντικά που ξεχωρίζουν για την τεχνοτροπία τους είναι το Μπουρζέϊκο του Κατσούλη, το Δεδουσαίϊκο του καραβοκύρη Δεδούση, το Μοσχολαίϊκο, το Νινέϊκο του Π. Τσούνα κ.α.
Μετά την Επανάστση το 1821 αναφέρεται επίσημα το 1835 με την ονομασία Μεσσάπιον να ορίζεται έδρα του ομώνυμου δήμου. Το 1840 με το ΦΕΚ 22Α - 18/12/1840 μετονομάστηκε σε Γαλαξείδιον (γραμμένο με -ει-) ενώ το 1940 διορθώνεται στο σημερινό Γαλαξίδιον.[28] Σύμφωνα με το σχέδιο Καλλικράτης μαζί με τις νησίδες Άγιος Γεώργιος και Αψηφιά αποτελούν την κοινότητα Γαλαξιδίου που υπάγεται στη Δημοτική Ενότητα Γαλαξιδίου του Δήμου Δελφών και σύμφωνα με την απογραφή 2011 έχει πληθυσμό ως δημοτική ενότητα 2.989 κατοίκους, ως κοινότητα 2.011 και ως οικισμός 2.011 αντίστοιχα.[29]
Οι απογραφές πληθυσμού μετά τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο είναι:
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.