ελληνική υπηρεσία πληροφοριών From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (Ε.Υ.Π.) είναι η κύρια υπηρεσία συγκέντρωσης, επεξεργασίας και διανομής πληροφοριών, στα αρμόδια στελέχη της Ελληνικής Κυβέρνησης.
ΕΥΠ | |
Το αρχηγείο της ΕΥΠ στην Αθήνα | |
Γενικές πληροφορίες | |
---|---|
Σύσταση | Φεβρούαριος 1949 | (ως Κ.Υ.Π.Ε.)
Πρώην φορείς | Τμήμα Πληροφοριών Κέντρο Πληροφοριών Κέρκυρας Υπηρεσία Εθνικής Ασφάλειας Υπηρεσία Αμύνης του Κράτους Υπηρεσία Προστασίας Στρατεύματος |
Δικαιοδοσία | Ελληνική Δημοκρατία |
Έδρα | Παναγιώτη Κανελλόπουλου 4, Αθήνα 37.99044738338479°N 23.777017626961403°E |
Ρητό | λόγων ἀπορρήτων ἐκφορὰν μὴ ποιοῦ (Περίανδρος) |
Υπάλληλοι | (περίπου) 1.800 |
Ετήσιος προϋπολογισμός | 37.779.000 € (2024)[1] |
Διοικητής | Θεμιστοκλής Δεμίρης[2] |
Υποδιοικητής Εξωτ. Υποθέσεων | Ραπτάκης Ιωάννης[3] |
Υποδιοικητής Εσωτ. Ασφάλειας | Αντώνιος Τζιτζής[3] |
Υπαγωγή | Πρωθυπουργός της Ελληνικής Δημοκρατίας |
Ιστότοπος | nis.gr |
Σημειώσεις | |
Η Υπηρεσία υποβάλλει εκθέσεις στη Βουλή των Ελλήνων και εκδίδει ετήσιες εκθέσεις δραστηριότητας[4] | |
δεδομένα ( ) |
Οι κύριες δραστηριότητες της ΕΥΠ αποτελούν τη συλλογή, επεξεργασία και διανομή, στις αρμόδιες αρχές, πληροφοριών οι οποίες αφορούν στην εθνική ασφάλεια της Ελλάδας, αλλά και την αντιμετώπιση της κατασκοπευτικής, σε βάρος της χώρας, δραστηριότητας ξένων υπηρεσιών πληροφοριών.[4]
Η πρώτη σύγχρονη υπηρεσία πληροφοριών, το Τμήμα Πληροφοριών του Υπουργείου Εξωτερικών δημιουργήθηκε τον Φεβρουάριο του 1908. Επικεφαλής του ήταν ο Παναγιώτης Δαγκλής, στρατιωτικός και μέλος του Μακεδονικού Κομιτάτου. Στόχος του Τμήματος Πληροφοριών ήταν η προώθηση της ελληνικής προπαγάνδας καθώς και η συλλογή οικονομικών και στρατιωτικών πληροφοριών, μέσω ενός δικτύου ελληνικών προξενείων στην ελεγχόμενη από τους Οθωμανούς Μακεδονία. Το Τμήμα δεν απορρόφησε ούτε συνεργάστηκε με ιδιωτικές ελληνικές μυστικές οργανώσεις που συνέχιζαν να δρουν ανεξάρτητα. Γεγονότα όπως το Κίνημα στο Γουδί και η Επανάσταση των Νεότουρκων, προκάλεσαν μια απότομη μείωση της ελληνικής δραστηριότητας στη Μακεδονία με την τελική διάλυση του Τμήματος τον Νοέμβριο του 1909.[5]
Το 1923, η Ιταλία κατέλαβε την Κέρκυρα αφού κατηγόρησε την τελευταία ότι δολοφόνησε τον Ιταλό στρατηγό Ενρίκο Τελίνι. Το περιστατικό στην Κέρκυρα ώθησε την Ελλάδα να δημιουργήσει το Κέντρο Πληροφοριών Κερκύρας υπό τον Γεώργιο Φεσσόπουλο. Το κέντρο ήταν επιφορτισμένο με την αντιμετώπιση της ιταλικής προπαγάνδας, τη διακοπή του εμπορίου με την Ιταλία, τον περιορισμό του καθολικού προσηλυτισμού και της χρήσης της ιταλικής γλώσσας. Εκτός από αυτό, το κέντρο παρακολουθούσε επίσης τις δραστηριότητες των Αρμενίων προσφύγων και ειρηνιστών που κατοικούσαν στο νησί, από φόβο μήπως ήταν πράκτορες κομμουνιστών.
Στις 25 Σεπτεμβρίου 1925, ο Θεόδωρος Πάγκαλος ίδρυσε την Υπηρεσία Εθνικής Ασφαλείας υπό την αιγίδα της Ελληνικής Χωροφυλακής.[6] Στις 27 Δεκεμβρίου, ο Φεσσόπουλος ανέλαβε την ΥΕΑ και στις 29 Ιανουαρίου 1926 μετονομάζεται σε Υπηρεσία Γενικής Ασφάλειας του Κράτους (ΥΓΑΚ), η οποία τώρα υπαγόταν στο Υπουργείο Εσωτερικών. Η ΥΓΑΚ συνέχισε να συγκεντρώνει πληροφορίες για κομμουνιστές και λαθρομετανάστες με την κύρια αποστολή της να είναι «η παρακολούθησις των πάσης φύσεως προπαγανδών των ενεργούμενων εναντίον της Ασφαλείας του Κράτους και η υπόδειξις μέτρων προς εξουδετέρωσιν αυτών». Τον Αύγουστο του 1926 ο Πάγκαλος ανετράπη με αντιπραξικόπημα από τον Γεώργιο Κονδύλη. Ο οποίος διέλυσε την ΥΓΑΚ λόγω της στενής της σχέσης με τον Πάγκαλο, αφήνοντας την Ελλάδα χωρίς υπηρεσία πληροφοριών για τα επόμενα 10 χρόνια.[7][8]
Τον Ιανουάριο του 1936 ιδρύθηκε η Υπηρεσία Αμύνης του Κράτους (ΥΑΚ) με υπαγωγή στο Υπουργείο Στρατιωτικών, που λογοδοτούσε απευθείας στον Υπουργό Άμυνας. Στις αρμοδιότητές της περιελάμβανε «παρακολούθηση της ξένης προπαγάνδας που διεξάγεται κατά του Κράτους, της μετακίνησης και διαμονής ξένων υπηκόων στη χώρα, της συλλογής πληροφοριών σχετικά με την ασφάλεια του κράτους και της εισαγωγής αντίμετρων». Στις 5 Νοεμβρίου του ίδιου έτους, η υπηρεσία διαλύθηκε από το καθεστώς Μεταξά και αντικαταστάθηκε από το Υφυπουργείο Δημοσίας Ασφαλείας.[8][9]
Το 1944, κάνει την εμφάνισή της η Υπηρεσία Προστασίας Στρατεύματος, με πρωτοβουλία του Σοφοκλή Βενιζέλου. Το 1945 μετονομάζεται σε Διεύθυνση Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΔΥΠΛ).[10]
Τον Φεβρουάριο του 1949, ιδρύεται η Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών και Ερευνών (Κ.Υ.Π.Ε), κατά το πρότυπο της CIA.[11] Με το νομοθετικό διάταγμα 2421 της 9ης Μαΐου 1953, λαμβάνει πλέον τη γνωστή ονομασία, Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών.[12] Η αποστολή της οποίας είναι όμως διαφορετική από αυτή της CIA, αφού σκοπός της είναι η αντιμετώπιση από την μία της εσωτερικής απειλής του κομμουνισμού, και από την άλλη των Ελλήνων κομμουνιστών του εξωτερικού.[13] Πρώτος διοικητής της ΚΥΠ ανέλαβε ο Συνταγματάρχης Πυροβολικού (αργότερα Αντιστράτηγος) Αλέξανδρος Νάτσινας (1908-1997), στις 6 Ιουνίου του ίδιου χρόνου.[14] Καθ' όλη τη διάρκεια των κυβερνήσεων Παπάγου και Καραμανλή, η ελληνική ΚΥΠ ήταν υπό τον απόλυτο έλεγχο της αμερικανικής CIA, η οποία υποστήριζε το καθεστώς.[15] Ακόμη και οι μισθοί των πρακτόρων πληρώνονταν απευθείας από τους Αμερικανούς, χωρίς καμία ανάμειξη του ελληνικού κράτους.[16][17] Κάτι το οποίο συνεχίστηκε και μετά τη Χούντα, με τον βουλευτή του ΕΔΗΚ, Κωσταντίνο Μπαντουβά, να δηλώνει το 1977 πως υπάλληλοι της ΚΥΠ χρηματοδοτούνται από την CIA.[18]
Οι Αμερικάνοι σύμφωνα με τον ίδιο τον Πρόεδρο Ρίτσαρντ Νίξον, ο οποίος άλλωστε είχε συμπάθεια ως προς το καθεστώς[19][20], χρειαζόντουσαν την Ελλάδα λόγω της τότε[lower-greek 1] στρατιωτικής της ισχύς και της γεοπολιτικής της θέσεως.[21]
«The major difference is that in the 1950’s it was unfashionable to support Communists but it is no longer so. People now say they don’t care about the security of Europe; they want the Greeks to be pure. I don’t know what would happen at the lower levels in Europe. I know what I’d do—we need the Greeks because of 10 divisions, and the Mid-east. We don’t like the government but we’d like its successor less. We can’t do this, of course. Papandreou is a coldeyed tough guy of the left. We have to do it right. Constantine should come back for his interest and Greece’s interest and tell them we believe they should move and say they will move».
— Ρίτσαρντ Νίξον, Foreign Relations, 1969–1976, Volume XXIX, σελ.722, ενότητα 283. Editorial Note, 1970-06-17[21]
Οι ηγέτες της Χούντας των Συνταγματαρχών αναδείχθηκαν μέσω της ΚΥΠ. Ο Συνταγματάρχης Πυροβολικού Γεώργιος Παπαδόπουλος υπηρέτησε εκεί για πέντε χρόνια (1959-1964) και εθεωρείτο «άνθρωπος κλειδί» ώντας κλαδάρχης Αντικατασκοπείας.[22] Όπως και ο Νάτσινας, έτσι και ο ίδιος αναμείχθηκε στην προετοιμασία του Σχεδίου Περικλής και διατέλεσε προσωπικός γραμματέας του, επικεφαλής του Β' Κλάδου, που είχε να κάνει με την εσωτερική ασφάλεια της χώρας και σύνδεσμος μεταξύ ΚΥΠ και CIA.[22] Ο επίσης Συνταγματάρχης Πυροβολικού Νικόλαος Μακαρέζος διορίστηκε το 1966 επί κυβερνήσεων των «αποστατών», επικεφαλής του επίλεκτου Α' Κλάδου της ΚΥΠ, που ήταν υπεύθυνος για τους Έλληνες κατασκόπους σε ξένες χώρες.[23] Επί Χούντας Παπαδόπουλου, την ΚΥΠ διοίκησαν διαδοχικά ο Ταξίαρχος Πυροβολικού Αλέξανδρος Χατζηπέτρος, γόνος αρχοντικής στρατιωτικής οικογένειας, της οποίας γενάρχης ήταν ο Χριστόδουλος Χατζηπέτρος, και ο Αντισυνταγματάρχης Πυροβολικού (αργότερα Υποστράτηγος) Μιχάλης Ρουφογάλης.[21][24][25] Ο Ρουφογάλης ήταν γνωστός περισσότερο για την κοσμική ζωή του και την αδυναμία του στο ωραίο φύλο και λιγότερο για τις κατασκοπευτικές του ικανότητες. Το βάρος της καταστολής του αντιδικτατορικού κινήματος ανέλαβε η ΕΣΑ του Δημήτρη Ιωαννίδη, και όχι τόσο η ΚΥΠ.[26] Επειδή όμως υπήρχε μεγάλη αντιζηλία μεταξύ της ΚΥΠ και της ΕΑΤ-ΕΣΑ,[26] μετά την ανατροπή του Παπαδόπουλου το 1973 ο Ιωαννίδης αντικατέστησε τον Ρουφογάλη με τον Λάμπρο Σταθόπουλο.[26]
Ο επόμενος μεγάλος σταθμός στην ιστορία της Υπηρεσίας είναι το 1981. Ο Ανδρέας Παπανδρέου είναι αποφασισμένος να ελέγξει απόλυτα τις υπηρεσίες πληροφοριών και ασφάλειας. Στην ηγεσία της ΚΥΠ τοποθετείται ο απόστρατος Αντιστράτηγος Πεζικού Γεώργιος Πολίτης, στενός φίλος του Στρατηγού και Υπουργού του ΠΑΣΟΚ, Αντώνη Δροσογιάννη. Υπαρχηγός αναλαμβάνει ο Ταξίαρχος Βασίλης Τσαγρής, που στη διάρκεια της Χούντας είχε δραπετεύσει στην Ιταλία και είχε αναλάβει το παραστρατιωτικό τμήμα του ΠΑΚ.[27] Το 1986, με τον νόμο 1645, η υπηρεσία που έως τότε συνέχισε να ονομάζεται «Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών» (Κ.Υ.Π.) μετονομάσθηκε σε «Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών» (Ε.Υ.Π.) και αποτελεί αυτοτελή πολιτική δημόσια υπηρεσία με έργο τη συλλογή, επεξεργασία και διανομή πληροφοριών που αφορούν στην ασφάλεια της χώρας. Το καθεστώς λειτουργίας της ΕΥΠ ρυθμίζεται από προεδρικά διατάγματα που εκδίδονται κατ' εφαρμογή του ιδρυτικού της νόμου. Πρώτος Διοικητής της νέας ΕΥΠ διορίζεται με απόφαση του Ανδρέα Παπανδρέου, ο Κώστας Τσίμας.
Ο πολιτικός προϊστάμενος της ΕΥΠ ήταν, μεταξύ 1996 και 2019, ο εκάστοτε αρμόδιος υπουργός για θέματα Δημοσίας Τάξεως/Προστασίας του Πολίτη. Από τον Αύγουστο του 2019, βάσει του Ν.4622/2019, υπήχθη εκ νέου στην Προεδρία της Κυβερνήσεως.
Η ΕΥΠ λειτουργεί ως εθνική αρχή CRYPTO (κρυπτασφάλεια) και INFOSEC (ασφάλεια Η/Υ) στην Ελλάδα , παρέχοντας κρυπτογραφικά κλειδιά και πιστοποιώντας συστήματα κρυπτογράφησης, ενώ παράλληλα παρέχει οδηγίες και τεχνική υποστήριξη σε θέματα Ασφάλεια επικοινωνιών – πληροφορικής|ασφάλειας επικοινωνιών – πληροφορικής για τους φορείς του Δημοσίου και τις Ένοπλες Δυνάμεις.[28] Σχετικά με το ρόλο της ως εθνική αρχή TEMPEST, η Υπηρεσία αναφέρει: «Στην περίπτωση πληροφοριών με διαβάθμιση ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΙΚΟ και άνω, πρέπει να εφαρμόζονται μέτρα ασφάλειας κατά της διαρροής αυτών των πληροφοριών μέσω ακούσιων ηλεκτρομαγνητικών εκπομπών. Αυτά τα μέτρα ασφάλειας είναι γνωστά ως μέτρα ασφάλειας TEMPEST.»[29]
Η ΕΥΠ συγκροτείται από την Κεντρική Υπηρεσία και τις Περιφερειακές Μονάδες Υποστήριξης (Π.Μ.Υ.) και τα κλιμάκια τους.[31]
Η Υπηρεσία διαχωρίζεται σε οκτώ διευθύνσεις μεταξύ άλλων και συγκερκιμένα περιλαμβάνει:[31]
Στην Ε.Υ.Π. λειτουργούν επίσης:
Η ΕΥΠ έχει τον γενικό συντονισμό των υπηρεσιών ασφαλείας της χώρας, και σε αυτήν υπάγεται το Συμβούλιο Πληροφοριών. Στο Συμβούλιο μετέχουν:[33]
Οι διατελέσαντες διοικητές της ΚΥΠ και της ΕΥΠ είναι οι εξής[14][lower-greek 2]:
Η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών έχει διεξάγει πλήθως επιχειρήσεων από την δημιουργία της εώς και σήμερα, ενώ ανά τα χρόνια έχει υπάρξει και αντικείμενο διαφόρων σκανδάλων, είτε λόγω του τρόπου διεξαγωγής μυστικών της επιχειρήσεων, είτε εξ'αιτίας λοιπών δραστηριοποιήσεων των μελών της. Στο ακόλουθο κεφάλαιο, παρατίθονται μερικές από τις δραστηριότητές της με χρονολογική σειρά.
Ο Ρίτσαρντ Νίξον μεταξύ 1968 και 1972, χρηματοδοτήθηκε από τον προϋπολογισμό της τότε ακόμη χουντικής ΚΥΠ. Ο ίδιος υποστήριζε το καθεστώς στην Ελλάδα[19], και μέσω του Τομ Πάπας, παρέλαβε πάνω από 100.000 δολάρια, με μερικές αναφορές να φτάνουν εώς και τα 500.000 δολάρια.[34][35][36] Τα χρήματα αυτά ο Νίξον τα αξιοποίησε στις προεκλογικές του εκστρατείες.[37]
«I want you to know that ... I'm aware of what you're doing to help out in some of these things that Maury's people and others are involved in, I won't say anything further, but it's very seldom you find a friend like that, believe me.»
Με τη σύναψη της Συμφωνία των Αδανών|Συμφωνίας των Αδανών[lower-greek 3] απαγορεύτηκε η είσοδος και παραμονή του PKK – όπως και του Οτζαλάν συγκεκριμένα, στη Συρία.[38][39] Έτσι, αεροπορικώς ο διωκόμενος ιδρυτής και ηγέτης του κουρδικού απελευθερωτικού κινήματος, Αμπντουλάχ Οτζαλάν, εγκαταλείπει την Συρία και φτάνει στην Αθήνα στις 9 Οκτώβρη του 1998 – με την τότε κυβέρνηση να αρνείται να του επιτρέψει την παραμονή στη χώρα. Με εκμίσθωση αεροπλάνου η ΕΥΠ τον στέλνει στη Μόσχα με τον Καλεντερίδη να τον συνοδεύει.[40][41] Διέμεινε εκεί για λίγους μήνες, και έπειτα στην Ιταλία[42], ενώ μετά, παρόλο της απαγόρευσης, επέστρεψε στην Ελλάδα από το Μινσκ συνοδευόμενος από τον ε.α.[lower-greek 4] πλοίαρχο Αντώνη Ναξάκη στις 29 Ιανουαρίου του 1999.[43][44][45]
Στις 2 Φεβρουαρίου 1999, μεταφέρεται κατόπιν εντολής του Αρχηγού της Υπηρεσίας Πληροφοριών, Χαράλαμπου Σταυρακάκη – και μετά από αποκάλυψη της παρουσίας του από τα ελληνικά ΜΜΕ – αεροπορικώς στην ελληνική πρεσβευτική κατοικία στο Ναϊρόμπι της Κένυας, συνοδευόμενος από τον αποσπασμένο στην Υπηρεσία ταγματάρχη Σάββα Καλεντερίδη.[40] Σε συνέντευξή του στο Militaire[46], ο Καλεντερίδης αναφέρει πως πρωτοέμαθε για τον προορισμό τους αφότου βρισκόντουσαν ήδη στο αεροπλάνο, λόγω του ότι οι αρχικές εντολές ήταν απλά να τον συνοδεύσει ως το αεροπλάνο και όχι ως τον τελικό του προορισμό στην Κένυα. Αναφέρει επίσης ότι όταν ειδοποίησε την Αθήνα μέσω κρυπτογραφημένης συσκευής της Ελληνικής Πρεσβείας στο Ναϊρόμπι όπου και είχαν μεταβεί, πήραν εντολή από την Κρυπτογραφική Υπηρεσία του Υπουργείου Εξωτερικών και τον Διευθυντή του Διπλωματικού Γραφείου του Πάγκαλου, από τούτο και στο εξής να μην ξαναγράψουν τίποτα για αυτή την υπόθεση, «ουδέν γραπτών» χαρακτηριστικά. Μετά από αυτό το συμβάν ο Καλεντερίδης αναφέρει πως κατάλαβε ότι η αποστολή του Οτζαλάν στη Κένυα πρόκειτο για παγίδα, και είπε στον Πρέσβη να καταγράφονται όλες οι συνομιλίες και επικοινωνίες από τότε και στο εξής, ωστέ να αποφευχθεί το να γίνουν οι παρευρισκόμενοι και ακολούθοι της επιχείρησης της ΕΥΠ αποδιοπομπαίοι τράγοι.[46]
«[...] είπα στον Πρέσβη, τότε τον γνώρισα τον άνθρωπο, και στον άλλο διπλομάτη "ό,τι γίνεται θα καταφράφεται", όποιος μας παίρνει τηλέφωνο - τι ώρα μας πήρε, τι είπε [...] θα καταγράφονται κάθε μέρα σε ημερολόγιο, για να ξέρουμε τι θα πούμε όταν κληθούμε — γιατί εμέις θα πάμε κατηγορούμενοι να το θυμάστε»
— Σάββας Καλεντερίδης, Συνέντευξη στο Militaire News[46]
Όταν έγινε αντιληπτό από τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες ότι ο Οτσαλάν βρίσκεται στη Κένυα, η Αθήνα προσπάθησε να τον απομακρύνει με κάθε μέσον από την ελληνική πρεσβεία.[46] Στις 13 Φεβρουαρίου αναφορικά:
«Άρχισαν σταδιακά οι πιέσεις [για] να φύγει. [...] η μοναδική περίπτωση για να σωθεί ο Οτζαλάν στην Αφρική, ήταν να πάει στα Ηνωμένα Έθνη. Πήγαμε μαζί με τον Πρέσβη, κάναμε μία αναγνώριση. Υπήρχε γκαράζ, θα έμπαινε μέσα με το διπλωματικό αυτοκίνητο που είχε ασυλία, και από εκεί θα έμπαινε στο ασανσέρ, θα πήγαινε στον όροφο που ήταν το γραφείο του Βοηθού Γενικού Γραμματέα [...] και θα παρουσιαζόταν εκεί και θα έλεγε ζητάω άσυλο. Εάν γινόταν αυτό δεν υπήρχε ούτε μία στο εκατομμύριο περίπτωση ο ΟΗΕ να παραδώσει έναν αιτούντα άσυλο.»
— Σάββας Καλεντερίδης, Συνέντευξη στο Militaire News[46]
Πρότειναν στην Αθήνα αυτό το σχέδιο, το οποίο απερρίφθη. Οι υπουργοί Αλέκος Παπαδόπουλος, Φίλιππος Πετσάλνικος και Θεόδωρος Πάγκαλος σε επικοινωνία με τον Καλεντερίδη, λένε «πέταξέ τον έξω» εννοώντας τον Οτζαλάν, ανέφερε ο ίδιος, άλλα και ο Αντώνης Ναξάκης. Ο Καλεντερίδης αρνήθηκε να εκτελέσει αυτή τη διαταγή και εν συνεχεία διέταξαν τον Πρέσβη της Κένυας να νοικίασει «φουσκωτούς»[lower-greek 5], αλλά αρνήθηκε. Ακολούθως, εστάλει κλιμάκιο αποτελούμενο από τέσσερις άνδρες της ΕΥΠ με επικεφαλής τον αστυνομικό Ι. Μπόμπο φθάνει στο Ναϊρόμπι, ενώ την επόμενη ημέρα συλλαμβάνονται από τις Κενυακές Αρχές και περνούν μία νύχτα στο κρατητήριο πρωτού τους απελαύνουν από τη χώρα.[44][47][48]
«Εν συνεχεία ανακαλύφθηκε μέσω του δικού μας υπουργείου, μια δήθεν πτήση ότι πάει στην Ολλανδία για να βγει [ο Οτζαλάν] από το ελληνικό έδαφος της Πρεσβίας της Κένυα»
— Αντώνης Ναξάκης, Συνέντευξη στο Militaire News.[βίντεο]. (12:45-13:17). (2019)[46]
Σύμφωνα με τον Καλεντερίδη, υπήρχε σχέδιο για την ακολουθία του Οτζαλάν στο αεροδρόμιο. Ο Οτζαλάν θα επέβαινε το πρεσβευτικό αυτοκίνητο λόγω του ότι έχει ασυλία και μόλις έφταναν στο αεροδρόμιο, θα οδηγούταν το αυτοκίνητο παράλληλα της πόρτας του αεροπλάνου, ώστε να επιβιβαστεί αμέσως. Το αεροπλάνο και οι πιλότοι του θα ελεγχόταν από τον Καλεντερίδη, πρωτού ανέβει ο Οτζαλάν. Τελικά όμως, αφού ήταν έτοιμοι να αναχωρίσουν για το αεροδρόμιο, τους είπαν ότι δεν μπορούν να πάρουν δικό τους αυτοκίνητο, και για «λόγους ασφαλείας» θα πάρουν αυτοκίνητα της Κενυατικής αστυνομίας. Η Αθήνα ζητούσε τον αριθμό του αεροπλάνου με το οποίο θα πετούσαν, αλλά οι Κενυάτες δεν τους τον έδιναν. Κάτι το οποίο συνδιαστικά με το άλλο συμβάν δημιούργησε υποψίες στην ακολουθία του Οτζαλάν[lower-greek 6], αλλά λόγω της έλλειψης χρόνου και μετά από την κάθετη αντίρρηση των Κενυάτων για την μεταφορά του Οτζαλάν με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, αναγκάστηκαν να συμφωνήσουν. Τελικά δεν επετράπη σε υπολοίπους η επιβίβασή τους στο ίδιο αυτοκίνητο με τον Οτζαλάν από τους Κενυάτες. Η αυτοκινητοπομπή αποτελούταν από πέντε αυτοκίνητα, με τον Οτζαλάν στο μεσαίο και τον Καλεντερίδη, Ναξάρκη και Πρέσβη στο ακριβώς από πίσω, ώστε να έχουν οπτική επαφή. Κάποια στιγμή, κοντά στο αεροδρόμιο, το μεσαίο αυτοκίνητο που τον μετέφερε επιτάγχυνε και ελίχθηκε εκτός των υπολοίπων αυτοκινήτων. Ο οδηγός του αυτοκινήτου που επέβαινε ο Καλεντερίδης και η υπόλοιπη ομάδα, ανέφερε ότι δεν μπορεί να επιταγχύνει περισσότερο για να τον προλάβει. Έτσι ο Οτζαλάν, την ημέρα εκείνη, 15 Φεβρουαρίου 1999, απήχθη από Τούρκους πράκτορες της MİT.[44][46][49] Έπειτα φυλακίστηκε[lower-greek 7] στις φυλακές του Ιμραλί.[47] Στις 20 Φεβρουαρίου 1999, Αμερικανοί αξιωματούχοι αναγνώρισαν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες εργάστηκαν επί μήνες για να συνδράμουν στην σύλληψή του.[51]
«Μια αμερικανική ομάδα στελεχών των μυστικών υπηρεσιών και της αστυνομίας, που βρισκόταν στο Ναϊρόμπι ερευνώντας τη βομβιστική επίθεση στην αμερικανική πρεσβεία, ανακάλυψαν γρήγορα την άφιξή του Οτσαλάν και έθεσαν την ελληνική πρεσβεία υπό παρακολούθηση , επιβλέποντας τις τηλεφωνικές του συνομιλίες, ενώ πραγματοποιούσε συνομιλίες με πολιτικές επαφές.»
Σύμφωνα με μυστική εσωτερική έρευνα του 2004 από την ίδια την ΕΥΠ, την οποία αποκάλυψε η Υπηρεσία πέντε χρόνια αργότερα στον προϊστάμενο της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Ι. Σακελλάκο, δύο υψηλόβαθμα πρώην μέλη της εμπλέκονταν στο σκάνδαλο Siemens και στο σκάνδαλο προμήθειας - για τους Ολυμπιακούς Αγώνες - του ηλεκτρονικού συστήματος ασφαλείας C4Ι της εταιρείας Science Applications International Corporation.[52][53]
Επιχείρηση της ΕΥΠ που έλαβε χώρα το 2011 για την διερεύνηση στημένων ποδοσφαιρικών αγώνων σε συνεργασία με την UEFA με την χρήση κοριών.[54]
Μεταξύ 2015 και 2017, η ΕΥΠ πραγματοποίησε έρευνα για τη διαφθορά στην Ελληνική Αστυνομία και διασυνδέσεις της με την Ελληνική μαφία. Η έρευνα διεξήχθη μέσω τοποθέτηση κοριών, τηλεφωνικών και φυσικών παρακολουθήσεων υπόπτων δικηγόρων, απόστρατων και εν ενεργεία αξιωματικών της αστυνομίας, καθώς και ιδιωτών, οι οποίοι φέρονταν να εμπλέκονται σε υποθέσεις διαφθοράς. Βάσει του πορίσματος, αστυνομικοί κεντρικών τμημάτων της Αθήνας πληρωνώντουσαν, ώστε να αποφεύγονται έλεγχοι σε παράνομους οίκους ανοχής και χαρτοπαικτικές λέσχες, οι οποίες ελέγχονταν από το οργανωμένο έγκλημα.[55]
Στις 9 Δεκεμβρίου του 2016 υπεβλήθη από την διοίκηση της Υπηρεσίας μέρος του υλικού στην προϊσταμένη της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, Ξένη Δημητρίου, που το διαβίβασε στην Εισαγγελία Διαφθοράς. Το καλοκαίρι του 2020, 30 άτομα κλήθηκαν σε κατάθεση και 19 εξ' αυτών παραπέμφθηκαν σε δίκη ένα χρόνο αργότερα.[56] Ακολούθως, το 2023 όλοι οι κατηγορούμενοι μιας δίκης που είχε ξεκινήσει το 2022[ασαφές], κρίθηκαν αθώοι λόγω της αδυναμίας αξιοποίησης των στοιχείων που περιέχονταν στη δικογραφία.[57][58]
Αξιοσημείωτη είναι η «προχειρότητα και ανευθυνότητα» των απομαγνητοφωνημένων συνομιλιών, όπως ανέφεραν ο Παναγιώτης Μεϊδάνης, εισαγγελέας τηε έδρας, καθώς και οι συνήγοροι υπεράσπισης τον Ιούνιο του 2022, κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας της δίκης. Σύμφωνα με την Εφημερίδα των Συντακτών, η ΕΛ.ΑΣ δεν μετέτρεψε τα πληροφοριακά δελτία της ΕΥΠ σε ανακριτικά δελτία στη δικογραφία εγκαίρως, με αποτέλεσμα τα στοιχεία αυτά να μην μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τη Δικαιοσύνη.[59]
Η επιχειρήσεις με την κωδική ονομασία «Αλκμήνη»[lower-greek 8] - 1 και 2 αντιστοίχως - ήταν έρευνες της ΕΥΠ σε συνεργασία με την ΕΛ.ΑΣ., με σκοπό την αποκάλυψη Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων που διακινούν μετανάστες και πρόσφυγες.[lower-greek 9]Η «Αλκμήνη 1» έλαβε χώρα μεταξύ 23 Μαίου και 12 Αυγούστου του 2020[60] ενώ η «Αλκμήνη 2» διεξήχθη μεταξύ Ιουλίου 2021 και 3 Φεβρουαρίου 2022. Μέσω παρακολούθησης, συλλογής πληροφοριών και επιστράτευση αλλοδαπών[60], η έρευνα της ΕΥΠ φαίνεται να αποκάλυψε ότι μέλη κάποιων ΜΚΟ καθοδηγούσαν τους μετανάστες μέσω κινητού τηλεφώνου, δίνοντάς τους πληροφορίες για τις κινήσεις σκαφών του Λιμενικού, και καθοδηγόντας τους προς φυσικά καταλύματα, όπως παραθαλάσσιες σπηλιές ή απομονωμένες δασικές περιοχές. Εκεί, σύμφωνα με την έρευνα, μέλη των ΜΚΟ τους υποδέχονταν.[61]
Επίσης διαπιστώθηκε ότι 35 μέλη τεσσάρων ΜΚΟ διευκόλυναν τη διακίνηση μεταναστών και προσφύγων μεταξύ της Τουρκίας και της Λέσβου, χρησιμοποιώντας «παράνομες μεθόδους και διαδικασίες» με την χρήση της εφαρμογής «AlarmPhone».[62][63]
Πιο συγκεκριμένα κατά την ΕΥΠ οι εμπλεκόμενες ΜΚΟ είναι η Mare Liberum, η Sea Watch, η Josoor, και η AlarmPhone[64], τα μέλη των οποίων κατηγορήθηκαν ότι παρακολουθούσαν, αποτύπωναν και κατέγραφαν συστηματικά της επικοινωνίες του Λιμενικού Σώματος κατά την επιχειρησιακή του δράση για την προστασία των θαλάσσιων συνόρων.[65][66] Τον Απρίλιο του 2024 οι κατηγορούμενοι, οι οποίοι κατηγορούνταν για «συμμετοχή σε διεθνές κύκλωμα κατασκοπίας και διακίνησης προσφύγων», κρίθηκαν αθώοι λόγω έλλειψης αποδεικτικών στοιχείων.[67][68][69]
Τον Ιούλιο του 2022, η ΕΥΠ παραδέχθηκε κατά τη διάρκεια κλειστής συνεδρίασης στην Βουλή, μέσω του Παναγιώτη Κοντολέοντα, ότι προχώρησε σε παρακολούθηση του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη με την αιτιολόγηση ότι πρόκειται περί εθνικής απειλής.[70][71][72][73]
Η Ελληνική κυβέρνηση σε συνδυασμό με την ΕΥΠ βρέθηκαν επίσης στο στόχαστρο ερευνών για πιθανή χρήση του κακόβουλου λογισμικού παρακολούθησης Predator, το οποίο χρησιμοποιείται για τηλεφωνικές υποκλοπές. Η ΕΥΠ αρνήθηκε την χρήση του Predator.[70] Σύμφωνα με έρευνες ξένων μέσων και οργανισμών, το κινητό τηλέφωνο του Θανάση Κουκάκη μολύνθηκε με το Predator,[74] ενώ το ίδιο επιβεβαιώθηκε και στην περίπτωση του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ, Νίκου Ανδρουλάκη, τον Σεπτέμβριο του 2021 όταν και έγινε ανεπιτυχής απόπειρα. Αργότερα, ο Νίκος Ανδρουλάκης απέστειλε αίτημα στην ΕΥΠ ζητώντας διευκρινίσεις για την υπόθεση.[75] Ύστερα από ημέρες διαψεύσεων από την κυβέρνηση και σειρά φιλικά προσκείμενων ΜΜΕ, τα οποία υποστήριξαν ότι δεν υπήρξε παραδοχή του αρχηγού της ΕΥΠ για τις υποκλοπές, το πρακτορείο Reuters επιβεβαίωσε[76] το ρεπορτάζ κάνοντας λόγο για πλήρη ανάληψη ευθύνης της ΕΥΠ κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης.
Στις 4 Αυγούστου 2022, Η Εφημερίδα των Συντακτών και οι Reporters United προχώρησαν σε δημοσίευση έρευνας για τις παρακολουθήσεις. Συγκεκριμένα, τα δύο μέσα έκαναν αναφορές σε συνδέσεις του Γενικού Γραμματέα του Πρωθυπουργού, Γρηγόρη Δημητριάδη, με την εταιρία λογισμικού που διανέμει το λογισμικό Predator στην Ελλάδα.[77] Στις 5 Αυγούστου 2022, ο πρόεδρος της ΕΥΠ, οι Παναγιώτης Κοντολέων και Γρηγόρης Δημητριάδης δήλωσαν αμφότεροι παραίτηση - ο πρώτος λόγω των χειρισμών του,[78] ενώ ο δεύτερος έκανε λόγο για «τοξικότητα» γύρω από το όνομα του και τόνισε ότι δεν σχετίζεται με την υπόθεση.[79] Οι εξηγήσεις τόσο των δύο πολιτικών, αλλά και της κυβέρνησης, έλαβαν έντονη κριτική από μεγάλη μερίδα του Ελληνικού και ξένου τύπου,[80][81][82][83][84] που μεταξύ άλλων κατηγόρησαν την κυβέρνηση για αποπροσανατολισμό της κοινής γνώμης και αδιαφανείς πρακτικές. Σε δηλώσεις του στην εφημερίδα ΒΗΜΑ της Κυριακής που κυκλοφόρησε στις 7 Αυγούστου, ο πρωθυπουργός απολογήθηκε στον Νίκο Ανδρουλάκη, τονίζοντας ότι δεν γνώριζε για τις παρακολουθήσεις, αλλά υποσχέθηκε ότι θα χυθεί φως στην υπόθεση.[85][86] Παράλληλα, αρνήθηκε ότι η κυβέρνηση χρησιμοποιεί το κακόβουλο λογισμικό Predator. Την ίδια ημέρα, το γραφείο του πρωθυπουργού αρνήθηκε ότι οι δηλώσεις αυτές έγιναν στον δημοσιογράφο του Βήματος.[87]
Ο Ανδρουλάκης μαζί με άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης κατηγόρησαν την κυβέρνηση για άμεση εμπλοκή στις παρακολουθήσεις της ΕΥΠ,[88][89] ενώ στις 5 Αυγούστου ξεκίνησαν διαδικασίες σύστασης εξεταστικής επιτροπής από την Βουλή για την διαλεύκανση της υπόθεσης.[90] Παράλληλα, το ΠΑΣΟΚ με ανακοίνωση του[91] αναφέρθηκε σε δημοσιεύματα περί επαφών του Νίκου Ανδρουλάκη με «Αρμένιους, Ουκρανούς και Κινέζους» που φέρεται ότι οδήγησαν στην (νόμιμη, σύμφωνα με την κυβέρνηση) παρακολούθηση του. Με ανακοίνωση της πρεσβείας της Αρμενίας οι ισχυρισμοί της ΕΥΠ περί εντολής παρακολούθησης, διαψεύστηκαν.[92] Το ΠΑΣΟΚ αποκάλεσε τις εξηγήσεις της ΕΥΠ «άθλια προπαγάνδα».[93] Αργότερα, η κυβέρνηση ανακοίνωσε την παρέμβαση του Αρείου Πάγου με σκοπό να ερευνηθούν οι διαρροές από την ΕΥΠ, καθώς και οι τρόποι με τους οποίους δημοσιογράφοι απέκτησαν πρόσβαση σε πληροφορίες για τις υποκλοπές και παρακολουθήσεις.[94]
Τον Δεκέμβριο του 2022, υπήρξαν δημοσιεύματα που ανέφεραν ότι παρακολουθούσε το τηλέφωνο του Αρχηγού ΓΕΕΘΑ, Κωνσταντίνου Φλώρου, χωρίς η κυβέρνηση ή το γραφείο του πρωθυπουργού, στο οποίο υπάγεται η ΕΥΠ, να διαψεύδουν ή να επιβεβαιώνουν το γεγονός[95][96][97][98], ενώ τον Ιανουάριο του 2023 το ΚΥΣΕΑ ανακοίνωσε την ανανέωση της θητείας του Κωνσταντίνου Φλώρου για έναν ακόμη χρόνο.[99] Στις 10 Μαΐου του 2023, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στο προεκλογικό ντιμπέιτ που διεξήχθη ενόψει των βουλευτικών εκλογών, σε ερώτηση της Ράνιας Τζίμα για τον λόγο όπου παρακολουθήθηκε ο Αρχηγός του Στρατεύματος, ένας πολιτικός αρχηγός και ένας υπουργός της κυβέρνησης απάντησε μεταξύ άλλων ότι: «Οι εξηγήσεις που δόθηκαν για αυτές τις παρακολουθήσεις δεν ήταν επαρκείς. Ο κ. Ανδρουλάκης δεν αποτελεί κανέναν απολύτως κίνδυνο για ασφάλεια της χώρας και δεν έπρεπε ποτέ να είναι υπό καθεστώς παρακολούθησης.[...]».[100][101] Επίσης, σύμφωνα με δημοσίευση της Καθημερινής, στις αρχές του Δεκεμβρίου 2023 η ΕΥΠ έστειλε έγγραφο σε υπουργούς της κυβέρνησης, προειδοποιόντας τους ότι η τηλεφωνικές τους συνομιλίες και η ανταλλαγή γραπτών μηνυμάτων μέσω των ήδη γνωστών εφαρμογών δεν είναι ασφαλείς, και προτρέποντάς τους να τις υποκαταστήσουν με μία άλλη, η οποία όμως δεν ονομάστηκε από την εφημερίδα.[102][103]
Στις 30 Ιουλίου του 2024, η Εισαγγελεία του Αρίου Πάγου, μέσω ανακοίνωσης, γνωστοποίησε την περάτωση της έρευνας για την υπόθεση των υποκλοπών. Σύμφωνα με αυτή δεν βρέθηκε καμία ένδειξη εμπλοκής με το κατασκοπευτικό λογισμικό Predator ή οποιοδήποτε άλλο παρόμοιο λογισμικό από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών ή άλλες κρατικές υπηρεσίες.[104][105]
Η ΚΥΠ (και μετέπειτα ΕΥΠ) αρχικά υπήχθη στον Πρωθυπουργό. Η υπαγωγή αυτή διατηρήθηκε επί 43 συναπτά έτη, έως ότου η Α΄ Κυβέρνηση Κώστα Σημίτη την μετέθεσε στο Υπουργείο Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης. Κατόπιν, η ΕΥΠ άλλαξε ξανά υπαγωγή 4 φορές μέσα σε διάστημα 14 ετών (2001-2015), κυρίως λόγω των διοικητικών ανακατατάξεων που αφορούσαν το χαρτοφυλάκιο της Δημόσιας Τάξης (μετέπειτα Προστασίας του Πολίτη). Το 2009, ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης υπερασπίστηκε την μεταφορά της εποπτείας της ΕΥΠ στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη , λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «μια σοβαρή χώρα πρέπει να έχει ολοκληρωμένη πολιτική ασφάλειας και όλα τα σώματα να βρίσκονται κάτω από μία ομπρέλα».[118]
Αν και η ΕΥΠ υπήρξε τυπικά ανεξάρτητη από τον Πρωθυπουργό, το Μάιο του 2015, ο διοικητής της ΕΥΠ Γιάννης Ρουμπάτης δήλωσε - με αφορμή τη συμμετοχή του σε συνεδριάσεις Υπουργικών Συμβουλίων- ότι «Έχω υποχρέωση να ενημερώνω το προϊστάμενό μου, που δεν είναι άλλος από τον Αλέξη Τσίπρα».[119]
Το 2019, η ΕΥΠ πέρασε ξανά στην υπαγωγή του Πρωθυπουργού. O ΣΥΡΙΖΑ αντέδρασε σε αυτή την επιλογή της Κυβέρνησης Μητσοτάκη, αναφέροντας σε ανακοίνωσή του ότι «αντιλαμβάνεται [...] και την εθνική ασφάλεια ως κομματικά λάφυρα».[120] Η απόφαση επανήλθε στο πολιτικό προσκήνιο με την αποκάλυψη του σκανδάλου τηλεφωνικών υποκλοπών.[121] Ο Κυριάκος Μητσοτάκης υπερασπίστηκε την απόφασή του, υπογραμμίζοντας ότι «σε καμία περίπτωση δεν πρέπει η ΕΥΠ να υπάγεται στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη. Η ΕΥΠ πρέπει να στρέφει τις επιχειρησιακές της δυνατότητες εκτός Ελλάδος. Η εγχώρια έννομη τάξη είναι αρμοδιότητα του Προστασίας του Πολίτη».[122]
Από τον Ιούνιο του 2023 έως και την παραίτησή του τον Μάρτιο του 2024, την εποπτεία της ΕΥΠ και των λοιπών υπηρεσιών της ευθύνης του Πρωθυπουργού, ασκούσε ο Υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ, Γιάννης Μπρατάκος.[123]
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.