Παραμυθιά Θεσπρωτίας
κωμόπολη στην Ελλάδα From Wikipedia, the free encyclopedia
κωμόπολη στην Ελλάδα From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Παραμυθιά είναι κωμόπολη και έδρα του δήμου Σουλίου, της περιφερειακής ενότητας Θεσπρωτίας, της περιφέρειας Ηπείρου.
Παραμυθιά Θεσπρωτίας | |
---|---|
Άποψη της πόλης από τον άνω περιφερειακό. Στο βάθος το δάσος στο βορειοδυτικό τμήμα της. | |
Χώρα | Ελλάδα |
Περιφέρεια | Ηπείρου |
Διοικητική υπαγωγή | Δήμος Σουλίου |
Πληθυσμός | 2.608 (2021) |
Ταχ. κωδ. | 462 00 |
Τηλ. κωδ. | 2666 |
Σχετικά πολυμέσα | |
Το όνομά της προέρχεται από την Παναγιά την Παραμυθία (Παρηγορίτισσα), τη «μεγάλη εκκλησιά» που σώζεται σε άριστη κατάσταση στο κέντρο της πόλης. Κατά μια άλλη έωλη εκδοχή, το όνομα προέρχεται από τοπικό προσδιορισμό (παρά τον Θύαμη = δίπλα από τον Καλαμά = Παραμυθιά).
Η έκταση της πόλης φτάνει τα 31.680 στρέμματα, ενώ ο πληθυσμός της αριθμεί 2.862 κατοίκους. Είναι κτισμένη στη θέση της αρχαίας Εύροιας, που κατέστρεψαν το 551 μ.Χ. οι Γότθοι του Τωτίλα. Πολιούχος της πόλης είναι ο Άγιος Δονάτος.
Η Παραμυθιά ήταν μια μικρή βυζαντινή πόλη, κτισμένη το 1.000 π.Χ. Απλώνεται αμφιθεατρικά στο υψόμετρο των 350μ, στους πρόποδες του Γκορίλα (Γκορίλας, Γορίλας αλλά και Κουρίλας• προέρχεται από το παλαιοσλαβικό Gor, που σημαίνει βουνό), ανάμεσα στους ποταμούς Αχέροντα, που πηγάζει από τα όρη του Σουλίου και εκβάλλει στο Ιόνιο Πέλαγος κοντά στο χωριό Σπλάντζα, και του Καλαμά. Η οροσειρά Κορύλα (υψ. 1.658 μ.) βρίσκεται στην ανατολική πλευρά της πόλης.
Στη δυτική πλευρά βρίσκονται οροσειρές που τη χωρίζουν από την Ηγουμενίτσα, το Μαργαρίτι και άλλες περιοχές. Στα όρια της πόλης βρίσκεται ο ποταμός Κωκυτός, γνωστός από τη μυθολογία σαν το ποτάμι που δημιουργήθηκε από τα δάκρυα των συγγενών των νεκρών, όταν ο Άδης οδηγούσε τις ψυχές στον Άδη μέσω της Αχερουσίας λίμνης. Ανάμεσα στα αξιοθέατα της πόλης μπορούμε να δούμε τα βυζαντινά λουτρά, το κάστρο Κούλια, το κάστρο της Παραμυθιάς και το κάστρο της Ελέας, το μοναδικό για την κατασκευή του ρολόι, ενώ αξέχαστη θα σας μείνει η ορεινή Θεσπρωτία, το χωριό Σούλι, αλλά και οι γύρω παραθαλάσσιες περιοχές στην Πάργα, στα Σύβοτα, στην Πέρδικα. Χαρακτηριστική αρχιτεκτονική παρουσιάζουν τα κτίσματα στο κέντρο της πόλης με την πλακόστρωτη αγορά. Το μεγαλύτερο μέρος του δήμου -με εξαίρεση τις κοιλάδες των ποταμών Καλαμάς και Κωκυτός- είναι ορεινό και ημιορεινό με τις υψηλότερες κορυφές Χιονίστρα (1.644μ) και Κορύλα (1.658μ) ΒΑ και Α της Παραμυθιάς. Η κοιλάδα της Παραμυθιάς είναι μια από τις μεγαλύτερες της Θεσπρωτίας και η σημαντικότερη οικιστική και πολιτιστική περιοχή στην Ήπειρο.
Η περιοχή είναι πλούσια σε κοιτάσματα ουρανίου, (περιοχές Νεράιδας, Μενίνας) μέτρησης 9.550 Μπεκερέλ ανά κυβικό μέτρο (όριο επιφυλακής 150 Μπεκερέλ) συνολικού αποθέματος τουλάχιστον 50.000 τόνων, τα οποία παραμένουν ανεκμετάλλευτα (εμπορική αξία αναλόγως πυκνότητας: 1.000 - 27.000 δολάρια Η.Π.Α. το γραμμάριο).[1]
Παρακάτω παρουσιάζεται η εξέλιξη του πληθυσμού της Παραμυθιάς:
Πηγή: Ε.Σ.Υ.Ε
Σήμερα τα ήθη και τα έθιμα σώζονται αναλλοίωτα και χαρακτηριστικές είναι οι εκδηλώσεις στη μνήμη του Αγ. Δονάτου (30/4), το εβδομαδιαίο μπαζάρ με την ονομασία Λάμποβος (1η Κυριακή κάθε Οκτωβρίου), οι αποκριάτικες εκδηλώσεις, οι εκδηλώσεις που γίνονται στη μνήμη 49 Προκρίτων που εκτελέσθηκαν κατά τη διάρκεια της κατοχής, οι γιορτές Σουλίου στη μνήμη των ηρώων του 21 κ.ά.
Τα αρχαιολογικά κατάλοιπα -λίθινα εργαλεία, κεραμική από την πεδιάδα της Παραμυθιάς, την πλουσιότερη περιοχή της Ελλάδας σε λίθινα εργαλεία χρονολογούμενα από τη νεότερη παλαιολιθική μέχρι την εποχή του χαλκού- επιβεβαιώνουν την αδιάκοπη κατοίκηση στο χώρο σε όλη τη διάρκεια της εποχής του λίθου. Στην περιοχή Τσαρδάκια, νότια της σύγχρονης πόλης της Παραμυθιάς, η ύπαρξη πολυγωνικού τείχους και κιβωτιόσχημου τάφου της ύστερης εποχής του χαλκού είναι από τα λιγοστά δείγματα του μυκηναϊκού πολιτισμού στη Θεσπρωτία. Κατά τους ιστορικούς χρόνους, στην ανατολική όχθη του Καλαμά, σε φυσικά οχυρούς λόφους ή πλαγιές από βουνά, δημιουργήθηκαν οχυρωμένοι οικισμοί (Πέντε Εκκλησίες, Πετροβίτσα, Γκουσμπάνι, Πλακωτή, Καλλιθέα κλπ.), που έλεγχαν την κοιλάδα του Καλαμά. Την ίδια περίοδο αναπτύχθηκε σειρά οικισμών στις ανατολικές πλαγιές της κοιλάδας του Κωκυτού (Παραμυθιά, Ελέα, Άγιος Δονάτος Ζερβοχωρίου) κάποιοι λιγότεροι στη δυτική πλευρά της κοιλάδας του Κωκυτού (Γκρίκα, Σεβαστό, Κυρά Παναγιά) και, τέλος, κάποιοι μικρότεροι στον ορεινό όγκο των βουνών της Παραμυθιάς (Σαλονίκη, Αγία Κυριακή). Η περιοχή του δήμου, που στο μεγαλύτερό της τμήμα καλύπτει την αρχαία Ελεάτιδα, όπου κατοικούσε το φύλο των Ελεατών Θεσπρωτών, ήταν από τις πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές του θεσπρωτικού χώρου και γνώρισε μεγάλη ακμή κατά τους ελληνιστικούς χρόνους.
Οι πρώτοι κάτοικοι της Θεσπρωτίας στην αρχαιότητα ήταν οι Χάονες ένα από τα τρία κύρια φύλλα της αρχαίας Ηπείρου, στη θέση Τσακαλιά υπήρχε μυκηναϊκός οικισμός.[2][3] Η Παραμυθιά βρισκόταν στην τοποθεσία της αρχαίας πόλης Φωτικής, πήρε το όνομα της από τον Φώτιο έναν αρχηγό των Χαόνων.[4]
Μετά την καταστροφή των πόλεων της Ηπείρου από τους Ρωμαίους (το 167 π.Χ.), δεν υπήρχε στην περιοχή κανένα αστικό κέντρο, τουλάχιστον ως τα μέσα περίπου του 1ου π.Χ. αιώνα που ιδρύθηκε η ρωμαϊκή αποικία (colonia romana) της Φωτικής. Με βάση τα αρχαιολογικά ευρήματα, η θέση της έχει εντοπιστεί στους νότιους πρόποδες του Κορίλα, περίπου τέσσερα (4) χιλιόμετρα βορειοδυτικά από τη σημερινή Παραμυθιά και συγκεκριμένα στις τοποθεσίες Λάμποβο και Λιμπόνι, όπου παλιότερα είχαν βρεθεί επιγραφές (ελληνικές και λατινικές) που μνημονεύουν το εθνικό των κατοίκων της («Φωτικήνσιοι» και «Photicenses»). Το όνομα της Φωτικής (ή Φωτιστικής) ετυμολογείται από το ρήμα «φωτίζω» (= λάμπω) και είναι πολύ πιθανό ότι διασώθηκε, στο πέρασμα τόσων αιώνων, στα νεότερα τοπωνύμια «Λάμπ-οβο», «Λαμπ-οβήθρα» και «Λιμπ-όνι».[5]
Η επικράτεια της Φωτικής, που εκτιμάται ότι είχε συνολική έκταση 1.700 τετρ. χλμ., περιλάμβανε στο έδαφός της ολόκληρο το σημερινό νομό Θεσπρωτίας, καθώς και το βορειοδυτικό τμήμα του νομού Πρέβεζας. Μέσα στα όριά της έχουν επισημανθεί περίπου σαράντα (40) θέσεις ρωμαϊκών οικισμών και κάστρων: στη σημερινή Ηγουμενίτσα, στην Πάργα και κοντά στα σημερινά χωριά Χρυσαυγή (αρχαία Ελέα-Velia), Γεροπλάτανος (αρχαία Φανοτή), Μεσοπόταμος (αρχαία Κίχυρος-Εφύρα), Καστρί (αρχαία Πανδοσία), Γλυκή (αρχαία Εύροια), Γαρδίκι, Μαζαρακιά, Μαργαρίτι κ.ά.[5]
Τη δεκαετία του 1790 βρέθηκε ρωμαικός μπρούτζινος θησαυρός του 2ου αιώνα μ.Χ. με 19 μπρούτζινα αγάλματα, ο θησαυρός μετέβη στην Αγία Πετρούπολη και τον πήρε στη συλλογή της η Αικατερίνη Β΄ της Ρωσίας. Μετά τον θάνατό της διανεμήθηκε στις ευρωπαικές χώρες, τα 14 αγάλματα βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο.[6]
Η Παραμυθιά από τη δημιουργία της υπάγονταν στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Το 1330 βρίσκεται στην κυριαρχία Ιωάννη Β΄ Ορσίνι, δεσπότη της Ηπείρου. Το 1337 ανακαταλήφθηκε από τον αυτοκράτορα του Βυζαντίου Ανδρόνικο Γ΄ Παλαιολόγο και το 1349 βρίσκεται στην κυριαρχία του Στέφανου Δουσάν, τσάρου των Σέρβων. Στα επόμενα χρόνια η Παραμυθιά μαζί με τις νότιες περιοχές των Ιωαννίνων κατακλύζεται από Αρβανίτες που εγκατέλειψαν τη Βόρεια Ήπειρο. Πιο συγκεκριμένα η Παραμυθιά και το Δέλβινο βρίσκονται στην κυριαρχία του ηγεμόνα Ιωάννη Μπούα Σπάτα. Το 1367 η Παραμυθιά αποτελεί τμήμα του Σέρβου ηγεμόνα των Ιωαννίνων Θωμά Β΄ Πρελιούμποβιτς.
Από το 1449 μέχρι στις 23 Φεβρουαρίου 1913 η Παραμυθιά βρίσκεται, μαζί με ολόκληρη την επαρχία της στην οθωμανική αυτοκρατορία, έγινε τμήμα στο σαντζάκι των Ιωαννίνων.[7][8][9] Η Παραμυθιά εξεγέρθηκε στην οθωμανική αυτοκρατορία (1572), σύμφωνα με πηγές από τη δημοκρατία της Βενετίας ο οπλαρχηγός Πέτρος Λάντζας θανάτωσε τον Οθωμανό διοικητή της Παραμυθιάς.[10] Στα τέλη του 16ου αιώνα και στις αρχές του 17ου αιώνα το μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού της Παραμυθιάς ήταν χριστιανοί, τα περισσότερα ονόματα των οικογενειών ανήκαν σε εκχριστιανισμένους Αλβανούς. Οι περισσότεροι κάτοικοι της Παραμυθιάς μιλούσαν την αλβανική γλώσσα, υπήρχαν ωστόσο ελληνόγλωσοι και δίγλωσοι.[11] Όλη αυτή την περίοδο οι Παραμυθιώτες δεν έπαψαν να αγωνίζονται κατά του κατακτητή. Μέχρι το 1604 δεν υπάρχουν στοιχεία για την ιστορική διαδρομή της Παραμυθιάς και της γύρω περιοχής. Τον Νοέμβριο του 1604 ο μητροπολίτης Τρίκης Διονύσιος ο Φιλόσοφος βρίσκεται στο χωριό Χόικα Παραμυθιάς και συγκεντρώνει γύρω του αρκετούς χωρικούς στους οποίους μιλάει για λευτεριά και επανάσταση. Η προσπάθεια προδόθηκε ο δε μητροπολίτης έφυγε στην Ισπανία. Το 1609 ο Διονύσιος ο Φιλόσοφος επιστρέφει και έχοντας έδρα αυτή τη φορά το μοναστήρι του Αγίου Δημητρίου του Διχουνιού, που υπάγονταν στην επισκοπή Παραμυθιάς οργανώνει επανάσταση η οποία και γίνεται το 1611. Όμως και αυτή η προσπάθεια αποτυγχάνει με επακόλουθο τα αμέτρητα και απάνθρωπα δεινά για όλους τους. Τότε ακολούθησε η αναγκαστική αλλαγή θρησκεύματος των κατοίκων και οι διωγμοί τους συμβάλλοντας στην ίδρυση της Σουλιώτικης Συμπολιτείας. Τη μεγαλύτερη περίοδο της Τουρκοκρατίας την εξουσία κατείχαν στην Παραμυθιά μουσουλμάνοι Αλβανοί γαιοκτήμονες που έμειναν γνωστοί σαν Τσάμηδες.[12] Ο Αλή Πασάς που ήταν μπέης στο πασαλίκι των Ιωαννίνων συγκρούστηκε με τις αλβανικές οικογένειες που κυβερνούσαν την Παραμυθιά και το Μαργαρίτι Θεσπρωτίας, οι οικογένειες αυτές κατείχαν το 90% του εδάφους της.[13] Ο διαχωρισμός ανάμεσα σε μουσουλμάνους γαιοκτήμονες και χριστιανούς δούλους αγρότες οδήγησε πολλούς χριστιανούς στα τέλη του 19ου αιώνα να μεταναστεύσουν στο βασίλειο της Ελλάδας.[14]
Στην Παραμυθιά κτίστηκε ελληνικό σχολείο (1682) που έκλεισε στα μέσα του 18ου αιώνα.[15] Ένα άλλο ελληνικό σχολείο κτίστηκε στα τέλη του 17ου αιώνα που επεκτάθηκε με πρόσθετες τάξεις (1842).[16] Το 1812 με σουλτανική έγκριση προσαρτώνται στα Ιωάννινα η επαρχίες Παραμυθιάς, Φιλιατών και Μαργαριτίου, οι οποίες μέχρι τότε υπάγονταν στο Δέλβινο. Το 1831 λόγω της συμμετοχής των μουσουλμάνων Τσάμηδων της Παραμυθιάς εναντίον των σουλτανικών στρατευμάτων στη μάχη της Βελτίστας, δέχεται επίθεση του Ιμίν Πασά των Ιωαννίνων και πολιορκείται για δυο μήνες το κάστρο της. Ακολουθεί μεγάλη καταστροφή των περιουσιών των Παραμυθιωτών και εξορίζονται οι αρχηγοί τους στη Σόφια. Στην Επανάσταση της Ηπείρου (1854) συμμετείχε ενεργά και η Παραμυθιά, οι Σουλιώτες κατέλαβαν για μικρό διάστημα την πόλη απαιτώντας την ένωσή τους με τη μητέρα Ελλάδα.[17][18] Πολλά υπέφεραν οι Παραμυθιώτες και οι γύρω περιοχές στα επόμενα χρόνια και ειδικότερα στον πόλεμο Ελλάδος Τουρκίας το 1897. Από το 1908 η επαρχία Παραμυθιάς κατευθύνεται από τον χριστιανικό πληθυσμό της πόλης, τους δημογέροντες, τον μητροπολίτη και τους υπόλοιπους προκρίτους. Τα βουνά γεμίζουν με αντάρτικα σώματα και στις 23 Φεβρουαρίου 1913 η Παραμυθιά αποκτά επιτέλους την ελευθερία της. Την περίοδο της κατοχής (1941-1944) η Παραμυθιά όπως και όλη σχεδόν η Ελλάδα περνά νέα δεινά με αποκορύφωμα την εκτέλεση 49 προκρίτων στις 29 Σεπτεμβρίου 1943 από τους Γερμανούς και τις συμμορίες των Αλβανών Τσάμηδων, ενώ απελευθερώνεται από τις κατοχικές δυνάμεις από τον ΕΔΕΣ στις 27 Ιουνίου 1944.[19]
Η Παραμυθιά για αιώνες ήταν μεγάλο κέντρο εμπορικής και οικονομικής δραστηριότητας. Επιπλέον έπαιξε σημαντικό ρόλο στην εκπαίδευση και πολιτιστική ανάπτυξη των κατοίκων της περιοχής.Το 1681 ιδρύεται η Δημόσια Ελληνική Σχολή με δαπάνες των πνευματικών αρχηγών της και των προκρίτων. Η σχολή αυτή μέχρι το 1750 και αργότερα μετά το 1842 που λειτούργησε ταυτόχρονα και παρθεναγωγείο, περιλαμβάνεται από τον ακαδημαϊκό Σπύρο Μελά, στις σχολές που συντήρησαν την πνευματική ελληνική παράδοση κατά τους χρόνους της Τουρκοκρατίας. Το 1919 ιδρύεται το γυμνάσιο Παραμυθιάς το μοναδικό στη Θεσπρωτία μέχρι το 1944 περίπου στο οποίο φοιτούσαν μαθητές όχι μόνο από τη Θεσπρωτία αλλά και από τις περιοχές Πρέβεζας και Ιωαννίνων. Το γεγονός αυτό από μόνο του φανερώνει την πολιτισμική ακμή της Παραμυθιάς η οποία πρωτοστατούσε στην τέχνη τα γράμματα και το εμπόριο. Σε αυτήν οφείλει σε μεγάλο βαθμό η Ήπειρος την πολιτισμική της κληρονομιά.
Η Παραμυθιά και η ευρύτερη περιοχή προσφέρουν στον επισκέπτη, μια σειρά από δραστηριότητες εναλλακτικού τουρισμού. Πεζοπορία, extreme games, επισκέψεις σε περιοχές με αρχαίο και ιστορικό ενδιαφέρον είναι ορισμένες μορφές εναλλακτικού τουρισμού που βρίσκονται στη διάθεση του επισκέπτη της περιοχής. Ο αγροτουρισμός είναι μια εναλλακτική μορφή τουρισμού για τη διατήρηση και την προβολή της παραδοσιακής και αγροτικής ζωής της Ελλάδας.
Ναοί και μοναστήρια χτισμένα σε ρυθμό βυζαντινό, βασιλικής και ελληνιστικό, είναι διάσπαρτα σε όλη την έκταση του δήμου. Ο βυζαντινός ναός της Παναγίας της Παραμυθιάς (Κοίμησης της Θεοτόκου), ο μητροπολίτικος ναός του Αγίου Δονάτου, ο ναός του Προδρόμου Ιωάννη, η Παναγία η Λαμποβίθρα, ο ναός της Αγίας Κυριακής, ο ναός της Αγίας Σοφίας, η σπηλιά του Αγίου Αρσένη, ο Ναός του Αγίου Ηλία, ο ναός της Αγίας Μαύρας, είναι ορισμένοι από τους χαρακτηριστικούς χώρους λατρείας του ορθόδοξου χριστιανισμού.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.