Remove ads
πανεπιστήμιο με έδρα του Σικάγο From Wikipedia, the free encyclopedia
Το Πανεπιστήμιο του Σικάγου (αγγλ. University of Chicago) είναι ιδιωτικό πανεπιστήμιο με έμφαση στην έρευνα, που έχει έδρα την πόλη Σικάγο των ΗΠΑ. Ιδρύθηκε το 1890 και αποτελείται από το Κολέγιο του Πανεπιστημίου του Σικάγου (για όλες τις προπτυχιακές σπουδές), τις μεταπτυχιακές σχολές, διεπιστημονικές επιτροπές οργανωμένες σε 4 ακαδημαϊκά ερευνητικά τμήματα, και επτά επαγγελματικές σχολές. Εκτός από τις επιστήμες του ανθρώπου και τις θετικές επιστήμες, το Πανεπιστήμιο είναι πολύ γνωστό και για τις επαγγελματικές σχολές, όπως την Ιατρική Σχολή (Pritzker School of Medicine), τη Σχολή Επιχειρήσεων (Booth School of Business) και τη Νομική Σχολή. Σήμερα το Πανεπιστήμιο του Σικάγου έχει περί τους 6000 προπτυχιακούς φοιτητές και περίπου 15 χιλιάδες συνολικά.
University of Chicago | |
Ρητό | Crescat scientia; vita excolatur |
---|---|
Ρητό στα ελληνικά | «Ας αυξάνεται η γνώση - για να εμπλουτίζει τη ζωή» |
Τύπος | ιδιωτικό |
Ίδρυση | 1890 |
Ιδρυτής | Home Mission Society |
Επιδότηση | 7,55 δισεκατομμύρια $ |
Πρύτανης | Έρικ Άιζακς |
Ακαδημαϊκό προσωπικό | 2.205 |
Διοικητικό προσωπικό | 14.772 (με το προσωπικό του ιατρικού κέντρου) |
Φοιτητές | 15.312 |
Προπτυχιακοί | 5.724 |
Μεταπτυχιακοί | 9.588 |
Τοποθεσία | Σικάγο, Ιλινόι |
Χρώματα | Καστανέρυθρο και λευκό |
Ιστότοπος | http://www.uchicago.edu |
Το Τμήμα Φυσικής του Πανεπιστημίου του Σικάγου διεδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην επίτευξη της πρώτης τεχνητής αυτοσυντηρούμενης αλυσιδωτής πυρηνικής αντιδράσεως στην ιστορία, κάτω από το γήπεδο τένις Stagg του ιδρύματος[1]. Το ερευνητικό έργο του Πανεπιστημίου έχει βοηθηθεί από μοναδικές συνεργασίες με παγκόσμιου κύρους ιδρύματα, όπως το γειτονικό Φέρμιλαμπ και το Εθνικό Εργαστήριο Αργκόν. Διαθέτει επίσης τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις του Σικάγου (University of Chicago Press), που είναι ο μεγαλύτερος πανεπιστημιακός εκδοτικός οίκος στις ΗΠΑ[2]. Το 2020 εκτιμάται ότι θα ολοκληρωθεί το «Προεδρικό Κέντρο Μπαράκ Ομπάμα», που θα στεγασθεί στο Πανεπιστήμιο και θα περιλαμβάνει την Προεδρική Βιβλιοθήκη Ομπάμα και τα γραφεία του Ιδρύματος Ομπάμα[3].
Το Πανεπιστήμιο του Σικάγου ιδρύθηκε από τη Home Mission Society, την Εκπαιδευτική Εταιρεία των Αμερικανών Βαπτιστών, με ιδρυτική δωρεά από τον μεγιστάνα του πετρελαίου και (θεωρούμενο ως) πλουσιότερο άνθρωπο στην ιστορία, τον Τζον Ντάβισον Ροκφέλερ. Ο Γουίλιαμ Ρ. Χάρπερ (William Rainey Harper) υπήρξε ο πρώτος Πρόεδρος του ιδρύματος, το 1891, ενώ τα πρώτα μαθήματα έλαβαν χώρα το 1892. Το Πανεπιστήμιο του Σικάγου έγινε ένα από τα 14 ιδρυτικά μέλη της Ενώσεως Αμερικανικών Πανεπιστημίων, ενός διεθνούς οργανισμού ερευνητικών ΑΕΙ, το 1900.[4] Από το Πανεπιστήμιο του Σικάγου έχουν αποφοιτήσει πολλές εξέχουσες προσωπικότητες. Μέχρι στιγμής υπάρχουν 89 κάτοχοι Βραβείου Νόμπελ[5] που με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο συνδέονται με το Πανεπιστήμιο. Επιπλέον, οι απόφοιτοι του ιδρύματος περιλαμβάνουν 9 κατόχους του Μεταλλίου Φιλντς (του «νόμπελ» των μαθηματικών)[6], 13 δισεκατομμυριούχους και πληθώρα μελών του αμερικανικού κοινοβουλίου και πολιτικών ηγετών άλλων χωρών του κόσμου[7].
Το Πανεπιστήμιο του Σικάγου ιδρύθηκε ως μη θρησκευτικό ίδρυμα μικτής φοιτήσεως ανδρών και γυναικών[8] το έτος 1890 από την American Baptist Education Society, την Εκπαιδευτική Εταιρεία των Αμερικανών Βαπτιστών, με ιδρυτική δωρεά από τον μεγιστάνα του πετρελαίου και (θεωρούμενο ως) πλουσιότερο άνθρωπο στην Ιστορία, τον Τζον Ντάβισον Ροκφέλερ, πάνω σε γη που δωρήθηκε από τον επιχειρηματία Μάρσαλ Φηλντ[9]. Ενώ η δωρεά του Ροκφέλερ εξασφάλισε την ακαδημαϊκή λειτουργία και τη μακροπρόσθεσμη «προίκα» του ιδρύματος, προβλεπόταν στους όρους της ότι δεν θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την ανέγερση κτηρίων. Η αρχική πανεπιστημιόπολη χρηματοδοτήθηκε από δωρεές πλούσιων κατοίκων του Σικάγου, όπως του Σίλας Κομπ (Silas B. Cobb, 1812-1900), που έκτισε το πρώτο κτίσμα του ιδρύματος, το Cobb Lecture Hall, ισοφαρίζοντας την αξία της δωρεάς του Φηλντς, 100 χιλιάδες δολάρια της εποχής. Ανάμεσα στους άλλους ευεργέτες ήταν και οι επιχειρηματίες Τσαρλς Λ. Χάτσινσον (Charles L. Hutchinson), Μάρτιν Α. Ράιερσον (Martin A. Ryerson), Λέων Μάντελ (Leon Mandel), και Τζωρτζ Γουόκερ, συγγενής του Κομπ που τον ενθάρρυνε στην αρχική δωρεά του[10].
Οργανωμένο ως ανεξάρτητο Α.Ε.Ι., το νέο ίδρυμα αντικατέστησε το «Παλαιό Πανεπιστήμιο του Σικάγου», θρησκευτικό ίδρυμα των Βαπτιστών ιδρυθέν το 1857, που είχε κλείσει το 1886 εξαιτίας εκτεταμένων οικονομικών και διοικητικών προβλημάτων[11]. Ο Γουίλιαμ Ρέινυ Χάρπερ (William Rainey Harper, 1856-1906) υπήρξε ο πρώτος πρόεδρος του καινούργιου ιδρύματος, αναλαμβάνοντας καθήκοντα την 1η Ιουλίου 1891, ενώ το νέο πανεπιστήμιο άρχισε να προσφέρει μαθήματα την 1η Οκτωβρίου 1892.[11].
Η Επιχειρηματική Σχολή του Πανεπιστημίου (σήμερα Booth School of Business) ιδρύθηκε το 1898 και η Νομική Σχολή το 1902.[12] Μερικά χρόνια αργότερα, το 1919, ιδρύθηκε το «Ινστιτούτο Ανατολικών Σπουδών» για τη στήριξη και ερμηνεία αρχαιολογικών ανασκαφών στην περιοχή που ήταν τότε γνωστή ως Εγγύς Ανατολή[13].
Πριν ακόμα το 1900, το Πανεπιστήμιο του Σικάγου, φοβούμενο ότι η μελλοντική ανάπτυξή του θα οδηγούσε στην καχεξία μικρότερες σχολές και κολέγια της περιοχής απορροφώντας τους καλούς φοιτητές, συνδέθηκε με συμφωνίες συνεργασίας με αρκετά περιφερειακά ιδρύματα, όπως τα Κολέγια Ντε Μόιν, Σάιμερ (Shimer College) και Καλαμαζού, το Πανεπιστήμιο Μπάτλερ και το Πανεπιστήμιο Στέτσον. Κατά τους όρους της συνεργασίας, τα άλλα ιδρύματα ήταν υποχρεωμένα να έχουν μαθήματα συγκρίσιμα με αυτά του Πανεπιστημίου του Σικάγου, να ενημερώνουν πρώτα αυτό για διορισμούς ή απολύσεις μελών του διδακτικού προσωπικού, να μη προβαίνουν σε διορισμούς χωρίς την έγκρισή του και να του αποστέλλουν αντίγραφα των θεμάτων των εξετάσεων για προτάσεις. Το Πανεπιστήμιο του Σικάγου με τη σειρά του συμφωνούσε να δίνει τίτλο σπουδών σε κάθε φοιτητή από συνδεόμενη σχολή που είχε βαθμό A και στα 4 έτη των σπουδών του, καθώς και σε όποιον είχε πάρει 12 εβδομάδες (1 εξάμηνο) πρόσθετων μαθημάτων στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου. Το τελευταίο παρείχε επίσης βιβλία και επιστημονικό εξοπλισμό στα άλλα ιδρύματα σε τιμή κόστους, ειδικευμένους διδάσκοντες δωρεάν (εκτός από τα μεταφορικά έξοδα) και από ένα αντίγραφο κάθε βιβλίου και περιοδικού που θα εξέδιδαν οι Πανεπιστημιακές Εκδόσεις του Σικάγου δωρεάν. Το κάθε μέρος μπορούσε να τερματίσει τη συνεργασία μετά από έγκαιρη ειδοποίηση. Αρκετοί καθηγητές του μεγάλου πανεπιστημίου ωστόσο αντιπαθούσαν τη συνεργασία αυτή, καθώς αναγκάζονταν να εργάζονται επιπλέον χωρίς πρόσθετη αμοιβή και πίστευαν ότι μείωνε την ακαδημαϊκή φήμη του Πανεπιστημίου του Σικάγου. Το πρόγραμμα συνεργασιών τερματίσθηκε έτσι το 1910.[14]
Ο δεύτερος σημαντικός πρόεδρος του Πανεπιστημίου του Σικάγου μετά τον Χάρπερ ήταν ο Ρόμπερτ Μέιναρντ Χατσινς που ανέλαβε καθήκοντα το 1929 και επέφερε πολλές αλλαγές στο ίδρυμα κατά τα 24 χρόνια που προήδρευε. Προκειμένου να δώσει έμφαση στην ακαδημαϊκή έναντι της αθλητικής δραστηριότητας στο Πανεπιστήμιο, έφθασε να καταργήσει το ποδόσφαιρο στο ίδρυμα[15] και θέσπισε έναν «Κοινό Πυρήνα» μαθημάτων προπτυχιακών σπουδών[16], ενώ οργάνωσε το μεταπτυχιακό πρόγραμμα μαθημάτων στις σημερινές 4 κατευθύνσεις του[15]. Το 1933 πρότεινε χωρίς επιτυχία ένα σχέδιο για τη συγχώνευση του Πανεπιστημίου του Σικάγου με το παλαιότερό του Πανεπιστήμιο Νορθγουέστερν σε ένα ενιαίο πανεπιστήμιο[17]. Επί της προεδρίας του τα πανεπιστημιακά νοσοκομεία (σήμερα «Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου») ολοκληρώθηκαν και ενέγραψαν τους πρώτους φοιτητές της ιατρικής σχολής[18].
Το Πανεπιστήμιο του Σικάγου επέζησε της οικονομικής υφέσεως του 1929 χάρη σε χρηματικά αποθέματα που είχαν συγκεντρωθεί από το 1920 και μετά, και στην οικονομική στήριξη από το Ίδρυμα Ροκφέλερ[15]. Κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο το Πανεπιστήμιο συνεισέφερε σημαντικά στο Πρόγραμμα Μανχάταν[19]. Σε χώρους του απομονώθηκε για πρώτη φορά το στοιχείο πλουτώνιο και επιτεύχθηκε η πρώτη τεχνητή αυτοσυντηρούμενη αλυσιδωτή πυρηνική αντίδραση στην ανθρώπινη Ιστορία, από τον Ενρίκο Φέρμι το 1942.[19][20].
Στις αρχές της δεκαετίας του 1950 οι αιτήσεις φοιτητών για εγγραφή στο πανεπιστήμιο μειώθηκαν ως αποτέλεσμα αυξανόμενης εγκληματικότητας και παρακμής στη γειτονιά του Χάιντ Παρκ του Σικάγου. Ως αντίδραση, το ίδρυμα έγινε μεγάλος χορηγός σε ένα σχέδιο αστικής αναπλάσεως, που μετέβαλε σημαντικά την αρχιτεκτονική και τις οδούς της περιοχής[21].
Το Πανεπιστήμιο του Σικάγου είχε τις δικές του εμπειρίες από τις φοιτητικές εξεργέρσεις της δεκαετίας του 1960, με αρχή το 1962, όταν οι φοιτητές έκαναν κατάληψη (sit-in) στο γραφείο του προέδρου Τζωρτζ Μπηντλ (George Beadle), διαμαρτυρόμενοι για την πόλιτική ενοικίων του ιδρύματος εκτός πανεπιστημιοπόλεως. Μετά από συνεχείς αναστατώσεις, μία επιτροπή του ιδρύματος εξέδωσε το 1967 τη λεγόμενη «Αναφορά Κάλβεν», μία δισέλιδη ανακοίνωση της πολιτικής του Πανεπιστημίου όπου αναφερόταν ότι: «Για να επιτελέσει την αποστολή του στην κοινωνία, ένα πανεπιστήμιο πρέπει να διατηρεί ένα ασυνήθιστο περιβάλλον ελευθερίας της αναζητήσεως και μία ανεξαρτησία από πολιτικές φατρίες, πάθη και πιέσεις.»[22] Η αναφορά αυτή χρησιμοποιήθηκε έκτοτε για να δικαιολογήσει αποφάσεις όπως π.χ. η άρνηση του ιδρύματος να αποσύρει επενδύσεις από τη ρατσιστική Νότια Αφρική τη δεκαετία του 1980 και από το Νταρφούρ το 2008.[23]
Το 1969 περισσότεροι από 400 φοιτητές, με αφορμή την άδικη κατά τη γνώμη τους αποπομπή μιας δημοφιλούς καθηγήτριας της κοινωνιολογίας, της Μαρλήν Ντίξον, κατέλαβαν το κτήριο διοικήσεως επί 2 εβδομάδες. Μετά τη λήξη της κατάληψης, που έγινε όταν η Ντίξον αρνήθηκε να επαναπροσληφθεί για ένα έτος, 42 φοιτητές αποβλήθηκαν δια παντός από το Πανεπιστήμιο και άλλοι 81 προσωρινά[24]. Αυτή ήταν η σκληρότερη αντίδραση σε φοιτητικές καταλήψεις σε οποιοδήποτε αμερικανικό πανεπιστήμιο τα χρόνια εκείνα[25].
Το 1999 ο τότε πρόεδρος Χιούγκο Φ. Σόνενσαϊν ανακοίνωσε σχέδια ελαφρύνσεως του διάσημου πλέον «Κοινού Πυρήνα» μαθημάτων, μειώνοντας τον αριθμό των υποχρεωτικών μαθημάτων του από 21 σε 15. Μεγάλες εκδόσεις, όπως οι The New York Times και The Economist, ανέδειξαν αυτό το θέμα και τότε το Πανεπιστήμιο του Σικάγου έγινε το επίκεντρο μιας πανεθνικής συζητήσεως για την εκπαίδευση. Οι αλλαγές τελικώς έγιναν, αλλά ο θόρυβος γύρω από το θέμα διεδραμάτισε έναν ρόλο στην απόφαση του Σόνενσαϊν να παραιτηθεί το επόμενο έτος[26].
Από το 2004 και μετά το ίδρυμα άρχισε μερικά επεκτατικά προγράμματα προϋπολογισμού πολλών δεκάδων εκατομμυρίων δολαρίων. Το 2008 ανακοινώθηκε η ίδρυση του «Ινστιτούτου Μίλτον Φρίντμαν», κάτι που δημιούργησε και πάλι αντιπαραθέσεις μεταξύ υποστηρικτών και αντίθετων στο γεγονός καθηγητών και φοιτητών[27][28]. Το κέντρο αυτό στοίχισε 200 εκατομ. δολάρια και κατέλαβε τα κτήρια της Θεολογικής Σχολής. Το ίδιο έτος ο μεγαλοεπενδυτής Ντέιβιντ Μπουθ δώρισε 300 εκατομμύρια στην Επιχειρηματική Σχολή, που κατόπιν αυτού πήρε το όνομά του: επρόκειτο για τη μεγαλύτερη δωρεά στην ιστορία του Πανεπιστημίου και για τη μεγαλύτερη σε οποιαδήποτε Επιχειρηματική Σχολή στην ιστορία[29]. Το 2009 πολλά νέα κτήρια σχεδιάζονταν ή βρίσκονταν υπό ανέγερση. Σήμερα κατασκευάζεται το δεκαώροφο «Κέντρο Jules & Gwen Knapp για τη Βιοϊατρική Ανακάλυψη», ενώ ταυτόχρονα έγιναν και άλλες προσθήκες στο Ιατρικό Κέντρο (Σχολή) του ιδρύματος[30].
Η κύρια πανεπιστημιόπολη καταλαμβάνει έκταση 854 στρεμμάτων στις συνοικίες Χάιντ Παρκ και Γούντλων του Σικάγου, 11 χιλιόμετρα νότια του κέντρου της πόλεως. Χωρίζεται σε βόρειο και νότιο τμήμα από το μεγάλο γραμμικό πάρκο Midway Plaisance, που δημιουργήθηκε για την Παγκόσμια Έκθεση του Σικάγου του 1893. Το 2011 το περιοδικό Travel+Leisure της Νέας Υόρκης κατέταξε την πανεπιστημιόπολη ως μία από τις ομορφότερες στις ΗΠΑ[31].
Τα αρχικά κτίσματα, που συναποτελούν το «Κύριο Ορθογώνιο», σχεδιάσθηκαν από τον αρχιτέκτονα του Σικάγου Χένρυ Άιβς Κομπ (1859-1931)[33]. Αποτελούν μίγμα του βικτωριανού γοτθικού και του «κολεγιακού γοτθικού» ρυθμού, με πρότυπο τα κολέγια του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης[33] (π.χ. ο Πύργος Μίτσελ μιμείται τον Μαγδαλήνιο Πύργο της Οξφόρδης[34]).
Μετά το 1950 ο γοτθικός ρυθμός άρχισε να παραχωρεί τη θέση του σε σύγχρονους ρυθμούς[33]. Το 1955 ο Έερο Σάαρινεν ανέλαβε την ανάπτυξη ενός δεύτερου βασικού σχεδίου, που οδήγησε στην κατασκευή κτηρίων όπως το σύμπλεγμα Laird Bell της Νομικής Σχολής[33] και ένα κτίσμα που σχεδιάσθηκε από τον Λούντβιχ Μις φαν ντερ Ρόε για να στεγάσει τη Σχολή Διοικήσεως Κοινωνικών Υπηρεσιών[33], αλλά και το μεγαλύτερο οικοδόμημα στην πανεπιστημιόπολη, τη Βιβλιοθήκη Ρέγκενσταϊν σε σχέδια Walter Netsch και μπρουταλιστικό στιλ, που συμπληρώθηκε το 2011 με τον γυάλινο θόλο της «Βιβλιοθήκης Joe & Rika Mansueto», που λειτουργεί ως αναγνωστήριο και ταυτόχρονα αποθετήριο βιβλίων.
Η τοποθεσία της πρώτης πυρηνικής αντιδράσεως («Chicago Pile-1») έχει ανακηρυχθεί National Historic Landmark και διακοσμείται από το γλυπτό του Χένρυ Μουρ με τίτλο «Πυρηνική Ενέργεια»[35]. Το ίδιο και ο Οίκος Ρόμπι (Robie House), έργο του Φρανκ Λόιντ Ράιτ που αγοράσθηκε από το πανεπιστήμιο το 1963, αλλά και το Δωμάτιο 405 του Εργαστηρίου Τζωρτζ Χέρμπερτ Τζόουνς, όπου ο Γκλεν Θ. Σίμποργκ και η ομάδα του έγιναν οι πρώτοι άνθρωποι στην Ιστορία που παρήγαγαν πλουτώνιο[36].
Το Πανεπιστήμιο του Σικάγου διατηρεί και εγκαταστάσεις έξω από την κύρια πανεπιστημιόπολη. Η Επιχειρηματική Σχολή έχει πανεπιστημιοπόλεις στηΣιγκαπούρη, το Λονδίνο και στο κέντρο του Σικάγου (στη Στρήτερβιλ). Διάφορα προγράμματα σπουδών στεγάζονται στο Κέντρο των Παρισίων, στην αριστερή όχθη του Σηκουάνα[38]. Το φθινόπωρο του 2010 το Πανεπιστήμιο άνοιξε και ένα Κέντρο Σπουδών στο Πεκίνο, το 2014 στο Νέο Δελχί και το 2015 στο Χονγκ Κονγκ.
Το Πανεπιστήμιο του Σικάγου διοικείται από ένα διοικητικό συμβούλιο, που επιβλέπει τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη και αποτελείται από 50 μέλη, συμπεριλαμβανομένου του προέδρου του Πανεπιστημίου[39]. Απευθείας υφιστάμενοι του προέδρου είναι ο πρύτανης (provost), 14 αντιπρόεδροι, οι διευθυντές των Εργαστηρίων Φέρμιλαμπ και Αργκόν, ο γραμματέας του ιδρύματος και ο συνήγορος του φοιτητή[40] Σημερινός πρύτανης είναι ο καθηγητής της φυσικής Έρικ Άιζακς και πρόεδρος ο μαθηματικός Ρόμπερτ Ζίμερ.
Το αποθεματικό του ιδρύματος ήταν το 2013 το 12ο μεγαλύτερο εκπαιδευτικού ιδρύματος στις ΗΠΑ[41], εκτιμώμενο σε περίπου 6,6 δισεκατομμύρια δολάρια[42].
Τα ακαδημαϊκά σώματα του Πανεπιστημίου του Σικάγου είναι το Κολέγιο του Πανεπιστημίου του Σικάγου (για όλες τις προπτυχιακές σπουδές), 4 ακαδημαϊκά μεταπτυχιακά-ερευνητικά τμήματα και επτά επαγγελματικές σχολές. Υπάρχουν επίσης το σύστημα βιβλιοθηκών, οι Πανεπιστημιακές Εκδόσεις του Σικάγου, οι Εργαστηριακές Σχολές και το Ιατρικό Κέντρο, ενώ συνδέεται με ανεξάρτητα ερευνητικά ιδρύματα, όπως το Φέρμιλαμπ, το Εθνικό Εργαστήριο Αργκόν και το Εργαστήριο Θαλάσσιας Βιολογίας του Γουντς Χόουλ.
Το ακαδημαϊκό έτος του πανεπιστημίου διαιρείται σε 4 τρίμηνα (και όχι σε δύο εξάμηνα): Το θερινό (Ιούνιος-Αύγουστος), το φθινοπωρινό (Σεπτέμβριος–Δεκέμβριος), το χειμερινό (Ιανουάριος-Μάρτιος) και το εαρινό (Απρίλιος-Ιούνιος)[43]. Οι προπτυχιακοί φοιτητές παίρνουν τρία ή 4 μαθήματα κάθε τρίμηνο[44] των περίπου 11 εβδομάδων. Συνήθως το ακαδημαϊκό έτος αρχίζει στα τέλη Σεπτεμβρίου και λήγει στα μέσα Ιουνίου[43].
Το Κολέγιο του Πανεπιστημίου του Σικάγου δίνει πτυχία σε 50 επιστήμες[45]. Υποδιαιρείται σε 5 ακαδημαϊκούς τομείς (divisions): Βιολογικών, φυσικών, κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών, καθώς και τον Νέο Τομέα[46], που χορηγεί διεπιστημονικά πτυχία και πτυχία σε ειδικότητες που δεν αντιστοιχούν σε κάποιον από τους άλλους 4 τομείς[47].
Οι προπτυχιακοί φοιτητές είναι όλοι υποχρεωμένοι να πάρουν τα μαθήματα του «Κοινού Πυρήνα» (βλ. παραπάνω), που το 2012-2013 διδάσκονταν σε τάξεις των 17 φοιτητών το πολύ[48]. Σήμερα αυτά τα υποχρεωτικά μαθήματα είναι 15 συν απόδειξη της ευχέρειας σε μία ξένη γλώσσα[49]. Τα προπτυχιακά μαθήματα στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου είναι γνωστά για τον εξαιρετικά απαιτητικό χαρακτήρα τους, τις πολλές εργασίες και την ακαδημαϊκή τους δυσκολία: σύμφωνα με τον βρετανικό οδηγό Uni in the USA, «ανάμεσα στην ακαδημαϊκή αφρόκρεμα των αμερικανικών πανεπιστημίων – Χάρβαρντ, Γέιλ, Πρίνστον, MIT και Σικάγου – είναι το Παν/μιο του Σικάγου που μπορεί πειστικότερα να ισχυρισθεί ότι παρέχει την αυστηρότερη και εντονότερη μαθησιακή εμπειρία»[50].
Οι μεταπτυχιακές σχολές και επιτροπές διαιρούνται επίσης σε 4 τομείς (divisions): Βιολογικών, φυσικών, κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών. To 2014, το Πανεπιστήμιο είχε εγγεγραμμένους 3.468 μεταπτυχιακούς φοιτητές: 461 στις βιλογικές επιστήμες, 819 στις ανθρωπιστικές, 1.024 στις φυσικές και 1.164 στις κοινωνικές[51].
Υπάρχουν επίσης αρκετές επιτροπές για διεπιστημονικές μελέτες, όπως π.χ, την Επιτροπή Κοινωνικής Σκέψεως.
Το Πανεπιστήμιο έχει επτά επαγγελματικές σχολές: την Ιατρική Σχολή «Πρίτσκερ» (Pritzker School of Medicine), την Επιχειρηματική Σχολή «Booth» (Booth School of Business), τη Νομική Σχολή, τη Θεολογική Σχολή, τη Σχολή Δημόσιας Πολιτικής «Harris» (Harris School of Public Policy Studies), ηΣχολή Επαγγελματικών Σπουδών «Graham» (Graham School of Continuing Liberal and Professional Studies) και η Σχολή Διοικήσεως Κοινωνικών Υπηρεσιών (School of Social Service Administration).
Το Πανεπιστήμιο έχει και άλλα ινστιτούτα και ακαδημαϊκούς θεσμούς πέρα από τις προπτυχιακές και μεταπτυχιακές του Σχολές. Λειτουργεί το Πειραματικό Σχολείο του Πανεπιστημίου του Σικάγου (University of Chicago Laboratory Schools), ένα ιδιωτικό ολοήμερο σχολείο που καλύπτει την εκπαίδευση από το νηπιαγωγείο μέχρι το αντίστοιχο της τρίτης Λυκείου συν ημερήσια φροντίδα των μαθητών[52], το Ορθογενικό Σχολείο «Σόνια Σάνκμαν» (Sonia Shankman Orthogenic School) για παιδιά και εφήβους με προβλήματα συμπεριφοράς και συναισθηματικές διαταραχές[53] και 4 δημόσια σχολεία στο Σάουθ Σάιντ του Σικάγου, που διοικούνται από το Ινστιτούτο Αστικής Εκπαιδεύσεως του Πανεπιστημίου[54]. Επιπροσθέτως, λειτουργεί το Hyde Park Day School για μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες μέσα στην πανεπιστημιούπολη[55]. Υπάρχει επίσης ένα πρόγραμμα που αποκαλείται «Συμβούλιο Προχωρημένων Μελετών στις Κοινωνικές Επιστήμες», το οποίο διευθύνει διεπιστημονικά εργαστήρια που παρέχουν ένα φόρουμ παρουσιάσεως ερευνών σε εξέλιξη για μεταπτυχιακούς φοιτητές, καθηγητές και επισκέπτες επιστήμονες[56]. Το Πανεπιστήμιο κατέχει επίσης τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις του Σικάγου (University of Chicago Press), που είναι ο μεγαλύτερος πανεπιστημιακός εκδοτικός οίκος στις ΗΠΑ[57].
Το σύστημα βιβλιοθηκών του Πανεπιστημίου αποτελείται από 6 βιβλιοθήκες, οι οποίες περιέχουν συνολικά 9,8 εκατομμύρια τόνους, τον 11ο μεγαλύτερο αριθμό βιβλίων σε σύστημα βιβλιοθηκών στις ΗΠΑ[58]. Η κύρια βιβλιοθήκη του ιδρύματος είναι η Βιβλιοθήκη Ρέγκενστάιν (Regenstein), που περιέχει μία από τις μεγαλύτερες συλλογές τυπωμένων τόμων στις ΗΠΑ. Η Βιβλιοθήκη «Joe & Rika Mansueto» λειτουργεί από το 2011 ως αναγνωστήριο και στεγάζει ένα αυτόματο σύστημα αποθηκεύσεως και ανακτήσεως βιβλίων. Η Βιβλιοθήκη «John Crerar» περιέχει πάνω από 1,3 εκατομμύριο τόμους βιολογικών και ιατρικών επιστημών, καθώς και συλλογές γενικής επιστήμης και φιλοσοφίας και ιστορίας της επιστήμης και τεχνολογίας[59]. Υπάρχουν επίσης ειδικότερες βιβλιοθήκες, όπως η Νομική Βιβλιοθήκη «D'Angelo» και η Βιβλιοθήκη «Eckhart» για τα μαθηματικά και την επιστήμη υπολογιστών[60]. Η Βιβλιοθήκη Χάρπερ (Harper Memorial Library) δεν φιλοξενεί πια βιβλία, αλλά παρέχει, όπως και η Ρέγκενστάιν, έναν χώρο μελέτης στην παν/πολη ανοικτό 24 ώρες το εικοσιτετράωρο.
Το οικονομικό έτος 2006 το Πανεπιστήμιο του Σικάγου δαπάνησε 305,3 εκατομμύρια δολάρια για επιστημονική έρευνα[61] Χαρακτηρίζεται από το Carnegie Foundation for the Advancement of Teaching ως ίδρυμα με «πολύ υψηλή ερευνητική δραστηριότητα»[62] και αποτελεί ιδρυτικό μέλος της Ενώσεως Αμερικανικών Πανεπιστημίων.
Το Πανεπιστήμιο έχει 12 ερευνητικά ινστιτούτα και 113 ερευνητικά κέντρα στην πανεπιστημιόπολη[63]. Ανάμεσα σε αυτά συγκαταλέγονται το Ινστιτούτο Ανατολικών Σπουδών (ταυτόχρονα μουσείο και ερευνητικό κέντρο) και το Κέντρο Μελετών Μέσης Ανατολής. Το Πανεπιστήμιο είναι επιπλέον συνδεδεμένο με άλλα ερευνητικά ιδρύματα: Διοικεί μερικώς το Εθνικό Εργαστήριο Αργκόν (που συνιστά μέρος του «εθνικού συστήματος εργαστηρίων» του αμερικανικού Υπουργείου Ενέργειας) και είναι συνιδιοκτήτης του εργαστηρίου σωματιδιακής φυσικής Φέρμιλαμπ και του Αστεροσκοπείου του Απάτσι Πόιντ στο Νέο Μεξικό. Το 2013 το Πανεπιστήμιο ανακοίνωσε ότι συνδεόταν με το πρώην ανεξάρτητο Θαλάσσιο Βιολογικό Εργαστήριο του Γουντς Χόουλ[64].
Το Πανεπιστήμιο του Σικάγου υπήρξε η τοποθεσία στην οποία έλαβαν χώρα μερικά σημαντικά επιστημονικά πειράματα και εξελίξεις. Στα οικονομικά το ίδρυμα διεδραμάτισε σπουδαίο ρόλο στη διαμόρφωση των θεωριών της ελεύθερης αγοράς[65]. Εκεί αναπτύχθηκε η λεγόμενη «οικονομική σχολή του Σικάγου», το ρεύμα οικονομικής σκέψεως που υποστηρίχθηκε από τον Μίλτον Φρίντμαν και άλλους οικονομολόγους. Το Τμήμα Κοινωνιολογίας του πανεπιστημίου υπήρξε το πρώτο ανεξάρτητο τμήμα για την επιστήμη αυτή στις ΗΠΑ και δημιούργησε τη λεγόμενη «σχολή του Σικάγου στην κοινωνιολογία»[66]. Στη φυσική κατασκευάσθηκε ο πρώτος πρωτόγονος πυρηνικός αντιδραστήρας, ο «Chicago Pile-1», με τον οποίο επιτεύχθηκε η πρώτη τεχνητή αυτοσυντηρούμενη αλυσιδωτή πυρηνική αντίδραση στην ανθρώπινη Ιστορία, μέρος του Προγράμματος Μανχάταν, το 1942. Επίσης εδώ έλαβε χώρα το περίφημο πείραμα σταγονιδίων λαδιού του Μίλικαν που προσδιόρισε το ηλεκτρικό φορτίο του ηλεκτρονίου[67] και η ανάπτυξη της τεχνικής χρονολόγησης με ραδιάνθρακα από τον Γουίλαρντ Λίμπυ το 1947. Το χημικό πείραμα Miller-Urey, που δοκίμασε να αναπαραγάγει το τρόπο με τον οποίο δημιουργήθηκε η ζωή πάνω στη Γη, διεξάχθηκε στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου, όπως και τα πειράματα των Ναθάνιελ Κλάιτμαν και Γιουτζήν Ασερίνσκυ που οδήγησαν στην ανακάλυψη του ύπνου REM το 1953.
Το Τμήμα Αστρονομίας και Αστροφυσικής του Πανεπιστημίου έχει στην ιδιοκτησία του το Αστεροσκοπείο Γιέρκς Γουίλιαμς Μπέι της πολιτείας του Ουισκόνσιν από το 1897, στο οποίο βρίσκεται το μεγαλύτερο διοπτρικό τηλεσκόπιο του κόσμου εδώ και πάνω από έναν αιώνα.
Το πρόγραμμα τεχνών του Πανεπιστημίου ενώνει τμήματα και επιμέρους προγράμματα στον Τομέα Ανθρωπιστικών Επιστημών και στο προπτυχιακό κολέγιο με επαγγελματικούς οργανισμούς όπως το Θέατρο Court του Σικάγου, το Μουσείο Τέχνης Σμαρτ στην πανεπιστημιόπολη και το μουσείο σύγχρονης τέχνης «Renaissance Society», καθώς και φοιτητικές καλλιτεχνικές ενώσεις. Υπάρχουν ειδικοί σε τομείς όπως η κριτική της σύγχρονης τέχνης και η ιστορία του κινηματογράφου. Το Πανεπιστήμιο προσφέρει διδακτορικό στη μουσική σύνθεση από το 1933 και στις «σπουδές κινηματογράφου και media» από το 2000. Ακόμα, έχει προπτυχιακά προγράμματα που προσφέρουν πτυχία στις εικαστικές τέχνες, στη μουσική, στην ιστορία της τέχνης κ.ά., και πιο πρόσφατα στις θεατρικές σπουδές (2002). Τα υποχρεωτικά μαθήματα του «Κοινού Πυρήνα» των προπτυχιακών σπουδών περιλαμβάνουν τις «Δραματικές, μουσικές και εικαστικές τέχνες», οπότε οι φοιτητές μελετούν ιστορία των τεχνών, γλυπτική κλπ.. Several thousand major and non-major undergraduates enroll annually in creative and performing arts classes.[68]. Το Πανεπιστήμιο του Σικάγου θεωρείται συχνά ο τόπος όπου γεννήθηκε η αμερικανική αυτοσχέδια κωμωδία (improvisational comedy), με τον φοιτητικό θίασο «Compass Players» το 1959. Τον Οκτώβριο του 2012 άνοιξε το Κέντρο Τεχνών «Reva & David Logan» μετά από δωρεά 35 εκατομμυρίων δολαρίων από το ομώνυμο ζευγάρι το 2007. Το κέντρο αυτό, που είναι κτισμένο εξ ολοκλήρου από γυαλί, περιλαμβάνει χώρους για εκθέσεις, παραστάσεις, μαθήματα και παραγωγή media.
Το Πανεπιστήμιο του Σικάγου ως σύνολο κατατάχθηκε το 2015 ως το τέταρτο καλύτερο στις ΗΠΑ από το U.S. News & World Report και το όγδοο καλύτερο στις ΗΠΑ από την Κατάταξη της Σαγκάης (Academic Ranking of World Universities, ARWU). Παγκοσμίως, το ίδιο έτος κατατάχθηκε ένατο από την ARWU και δέκατο από τα QS World University Rankings και τους Times (Times Higher Education World University Rankings). Ακόμα σημαντικότερο είναι το ότι οι παραπάνω και άλλοι οργανισμοί και συστήματα κατατάξεως έχουν τοποθετήσει διαχρονικά πολλάκις το Πανεπιστήμιο του Σικάγου ανάμεσα στα δέκα καλύτερα του κόσμου.
Ειδικότερα, το ίδρυμα έχει ισχυρή φήμη για την ανάδειξη επιτυχημένων επιχειρηματιών και δισεκατομμυριούχων[69][70][71]. Κατατάχθηκε το όγδοο καλύτερο παγκοσμίως από το Business Insider[72]. Η Επιχειρηματική του Σχολή (Booth School of Business) έχει αναγνωρισθεί ως η καλύτερη στον κόσμο.
Ως προς τις άλλες μεταπτυχιακές και επαγγελματικές Σχολές, η Νομική και η Ιατρική κατέχουν συνήθως μία θέση μέσα στις 5 και στις 10 καλύτερες των ΗΠΑ, αντιστοίχως[73]. Ιδιαίτερη επίσης είναι η φήμη του Πανεπιστήμιο του Σικάγου στις κοινωνικές επιστήμες, με πολλές κατατάξεις να το κατατάσσουν ανάμεσα στα 5 καλύτερα στον κόσμο σε αυτό το πεδίο[74].
Το 2012 το 56,3% του συνόλου των φοιτητών του Πανεπιστημίου ήταν άνδρες και το 43,7% γυναίκες. Στο προπτυχιακό Κολέγιο, το ποσοστό των γυναικών ανερχόταν στο 48,7%, ενώ στις μεταπτυχιακές σχολές ήταν 41,7% και στις επαγγελματικές μόλις 38,8%.
Το ίδιο έτος, οι διεθνείς φοιτητές και φοιτήτριες (μη Αμερικανοί πολίτες) αντιπροσώπευαν το 18,9% του φοιτητικού σώματος. Το ποσοστό αυτό ήταν 9,7% στις προπτυχιακές σπουδές, ενώ στις μεταπτυχιακές ανερχόταν στο 31,2%. Το 4,3% των φοιτητών (και φοιτητριών) ήταν Αφροαμερικανοί.
Σε απόλυτους αριθμούς, το φθινόπωρο του 2014 το Πανεπιστήμιο του Σικάγου ενέγραψε 5.792 φοιτητές και φοιτήτριες στο προπτυχιακό κολέγιο, 3.468 στους 4 μεταπτυχιακούς τομείς και 5.984 στις επαγγελματικές του σχολές, συνολικά 15.244 άτομα. Η εισαγωγή για προπτυχιακές σπουδές γίνεται όλο και πιο επιλεκτική: το 2015 το προπτυχιακό κολέγιο του Πανεπιστημίου δέχθηκε για εγγραφή μόλις το 7,8% όσων είχαν υποβάλει αίτηση, που είναι το χαμηλότερο ποσοστό στην ιστορία του[75].
Το Πανεπιστήμιο του Σικάγου διαθέτει σήμερα 19 αθλητικές ομάδες, 10 ανδρικές και 9 γυναικείες[76], γνωστές με το συλλογικό όνομα «Maroons» (οι «καστανέρυθροι»), στις οποίες συμμετείχαν 502 φοιτητές και φοιτήτριες τη χρονιά 2012–2013[76].
Οι Maroons αγωνίζονται στη Γ΄ Κατηγορία του NCAA ως μέλη του University Athletic Association (UAA). Το πανεπιστήμιο υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Περιφέρειας «Big Ten» και συμμετείχε στην Α΄ Κατηγορία των Κολεγιακών Πρωταθλημάτων καλαθοσφαιρίσεως και αμερικανικού ποδοσφαίρου με ακμή στη δεκαετία του 1930, οπότε ο ποδοσφαιριστής Τζέι Μπεργουάνγκερ έγινε ο πρώτος στην ιστορία που βραβεύθηκε με το Βραβείο Χάισμαν. Ωστόσο, το πανεπιστήμιο αποσύρθηκε από το πρωτάθλημα το 1946, καθώς ο πρόεδρος του ιδρύματος Ρόμπερτ Μέιναρντ Χάτσινς επέλεξε να μη δίνει έμφαση στον πανεπιστημιακό αθλητισμό ήδη από το 1939 και να καταργήσει το ποδόσφαιρο από το πανεπιστήμιο[77]. Το 1969 το Πανεπιστήμιο του Σικάγου επανέφερε το ποδόσφαιρο με ομάδα πλέον στην Γ' Κατηγορία και έδρα της ομάδας το νέο στάδιο Σταγκ (Stagg Field).
Οι φοιτητές στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου λειτουργούν περισσότερους από 400 συλλόγους και οργανώσεις, γνωστές ως «Αναγνωρισμένες Φοιτητικές Οργανώσεις» (Recognized Student Organizations, RSOs).[78][79] Αυτές περιλαμβάνουν πολιτιστικούς συλλόγους, θρησκευτικές, ακαδημαϊκές και άλλες ομάδες και ομάδες κοινών ενδιαφερόντων[79]. Αξιοσημείωτα παραδείγματα είναι η ανταγωνιστική ομάδα προσομοιώσεως των Ηνωμένων Εθνών, η κορυφαία στη Βόρεια Αμερική το 2013-14 και το 2014-2015, η παλαιότερη συνεχώς σε λειτουργία φοιτητική κινηματογραφική λέσχη στις ΗΠΑ (Doc Films).
Φοιτητικά ΜΜΕ στο Πανεπιστήμιο είναι η δισεβδομαδιαία εφημερίδα The Chicago Maroon, που ιδρύθηκε το 1892, η «εναλλακτική» εβδομαδιαία εφημερίδα South Side Weekly, που ιδρύθηκε το 1995, και ο ραδιοφωνικός σταθμός WHPK, που ιδρύθηκε το 1968.
Οι προπτυχιακοί φοιτητές του Πανεπιστημίου του Σικάγου που διαμένουν στην πανεπιστημιόπολη μοιράζονται σε κοιτώνες και σε μικρότερες μονάδες στο εσωτερικό των κοιτώνων που ονομάζονται «σπίτια». Κατά μέσο όρο καθένα από τα 38 σπίτια φιλοξενεί 70 φοιτητές[80]. Οι πρωτοετείς φοιτητές απαιτείται να διαμένουν σε κοιτώνες, και το Πανεπιστήμιο εγγυάται τη στέγασή τους για όλα τα έτη των σπουδών τους.[81]. Περί το 60% των προπτυχιακών φοιτητών διαμένουν μέσα στην πανεπιστημιόπολη[81].
Για τους μεταπτυχιακούς φοιτητές το πανεπιστήμιο έχει στην ιδιοκτησία του και λειτουργεί 28 κτήρια διαμερισμάτων κοντά στην πανεπιστημιόπολη[82].
89 βραβευμένες με Nobel προσωπικότητες συνδέονται με το Πανεπιστήμιο του Σικάγου με κάποιο τρόπο[83], οι 19 εκ των οποίων ήταν καθηγητές ή ασχολούνταν με επιστημονική έρευνα στο ίδρυμα την ημέρα της ανακοινώσεως της απονομής του Βραβείου σε αυτούς.[84]
Το 2004 το Πανεπιστήμιο του Σικάγου ισχυριζόταν ότι έχει 133.155 αποφοίτους εν ζωή[85]. Παρά το ότι ο πρώτος στην ιστορία πρόεδρος του ιδρύματος, ο Γουίλιαμ Ρ. Χάρπερ, τόνιζε τη σημασία της θεωρητικής γνώσεως σε σχέση με την πρακτικότητα στο πρόγραμμα πανεπιστημιακών μαθημάτων, αυτό δεν εμπόδισε τους αποφοίτους του πανεπιστημίου από το να συγκαταλέγονται ανάμεσα στους πλουσιότερους στον κόσμο[69][70][71].
Στον χώρο των επιχειρήσεων, αξιοσημείωτοι απόφοιτοι είναι μεταξύ άλλων ο διευθύνων σύμβουλος της Micosoft Σάτια Ναντέλα, ο ιδρυτής της Oracle Corporation και τρίτος πλουσιότερος άνθρωπος στις ΗΠΑ Λάρυ Έλισον, ο διευθύνων σύμβουλος της Goldman Sachs και πρώην κυβερνήτης του Νιου Τζέρσεϊ Τζον Κορζάιν, και ο επίτροπος του NBA Άνταμ Σίλβερ.
Στην εκπαίδευση, ξεχωρίζει ενδεικτικά η Ρεμπέκα Τσοπ, απόφοιτος της θεολογικής σχολής και η πρώτη γυναίκα πρύτανης του Πανεπιστημίου του Ντένβερ. Στον δικαστικό κλάδο, κορυφαίοι δικαστές και εισαγγελείς, όπως οι Γενικοί Εισαγγελείς των ΗΠΑ Ρόμπερτ Μπορκ και Ράμσεϋ Κλαρκ, ο δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου Τζων Πωλ Στήβενς
Στην πολιτική και διακυβέρνηση αξιοσημείωτοι απόφοιτοι του Πανεπιστημίου του Σικάγου είναι ο Σωλ Αλίνσκυ, ο Ντέιβιντ Άξελροντ (σύμβουλος προεκλογικής εκστρατείας του Ομπάμα και κορυφαίος πολιτικός σύμβουλος του Προέδρου Μπιλ Κλίντον), ο πρωθυπουργός του Καναδά Μακένζι Κινγκ, ο πρωθυπουργός της Πολωνίας Μάρεκ Μπέλκα, ο διοικητής της Τράπεζας της Ιαπωνίας Μασαάκι Σιρακάβα, η πρώτη στην ιστορία γυναίκα Αφροαμερικανίδα γερουσιαστής στις ΗΠΑ Κάρολ Μόζελεϋ Μπράουν, ο γερουσιαστής του Βερμόντ και υποψήφιος για το χρίσμα του Δημοκρατικού Κόμματος το 2016 Μπέρνι Σάντερς, και ο πρώην πρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας Πωλ Γούλφοβιτς.
Στη δημοσιογραφία, αξιοσημείωτοι απόφοιτοι είναι, μεταξύ άλλων, ο αρθρογράφος των New York Times και τηλεσχολιαστής Ντέιβιντ Μπρουκς, η εκδότρια της Washington Post Κάθριν Γκράχαμ, ο ερευνητής δημοσιογράφος και πολιτικός συγγραφέας Σέυμουρ Χερς, ο τετράκις τιμηθείς με Βραβείο Πούλιτζερ δημοσιογράφος Ρικ Άτκινσον, και ο στατιστικός αναλυτής και ιδρυτής του ιστοτόπου δημοσκοπήσεων «538» Νέιτ Σίλβερ.
Στη λογοτεχνία και τη διανόηση, απόφοιτοι του ιδρύματος είναι η συγγραφέας της μεγάλης επιτυχίας Πριν φύγω Λόρεν Όλιβερ, ο μυθιστοριογράφος Φίλιπ Ροθ, ο Αμερικανοκαναδός βραβευμένος με Νόμπελ λογοτέχνης Σολ Μπέλοου, ο πολιτικος φιλόσοφος και συγγραφέας του The Closing of the American Mind Άλαν Μπλουμ, ο συγγραφέας του The Good War Σταντς Τερκέλ, η δοκιμιογράφος, σκηνοθέτιδα και ακτιβίστρια Σούζαν Σόνταγκ, ο αναλυτικός φιλόσοφος Ρίτσαρντ Ρόρτυ και ο συγγραφέας Κουρτ Βόνεγκατ.
Στις τέχνες και την ψυχαγωγία, απόφοιτοι ή πρώην φοιτητές που δεν ολοκλήρωσαν τις σπουδές τους είναι ο μινιμαλιστής συνθέτης Φίλιπ Γκλας, η χορεύτρια και χορογράφος Κάθριν Ντάναμ, ο ιδρυτής της εταιρείας βιντεοπαιχνιδιών Bungie `Αλεξ Σερόπιαν (απόφοιτος του Τμήματος Μαθηματικών), ο ηθοποιός Εντ Άσνερ, ο βραβευμένος κριτικός Ρότζερ Ίμπερτ, ο σκηνοθέτης και ηθοποιός Μάικ Νίκολς, ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος Φίλιπ Κάουφμαν και ο φωτογράφος και συγγραφέας Καρλ βαν Βέχτεν.
Στις φυσικές επιστήμες απόφοιτοι του Πανεπιστημίου του Σικάγου είναι, μεταξύ άλλων, ο διάσημος εκλαϊκευτής αστρονόμος Καρλ Σέιγκαν, ο πρωτοπόρος της παρατηρησιακής κοσμολογίας Έντγουιν Χαμπλ, ο φυσικός και αστροναύτης Τζων M. Γκρούνσφελντ, ο κορυφαίος βιολόγος Τζέιμς Γουάτσον, συμμέτοχος στην ανακάλυψη της δομής του DNA, ο πειραματικός φυσικός Λούις Άλβαρεζ, ο ζωολόγος και ακτιβιστής οικολόγος Ντέιβιντ Σουζούκι, η βιολόγος Λυν Μάργκουλις, ο μαθηματικός και επιστήμονας υπολογιστών Ρίτσαρντ Χάμινγκ («κώδικες Hamming»), ο εφευρέτης της μπαταρίας λιθίου Τζων Γκούντιναφ (John Goodenough), ο μαθηματικός Πωλ Κοέν, ο γεωχημικός Κλαιρ Κάμερον Πάτερσον, γεωλόγος Κινγκ Χάμπερτ και ο πυρηνικός φυσικός Στάντον Φρήντμαν.
Στα οικονομικά, απόφοιτοι είναι οι βραβευμένοι με Βραβείο Νόμπελ Οικονομικών Επιστημών Μίλτον Φρίντμαν, Τζωρτζ Στίγκλερ, Γκάρυ Μπέκερ, Χέρμπερτ Σάιμον, Πολ Σάμιουελσον (ο πρώτος στην ιστορία Αμερικανός που κέρδισε το βραβείο) και Γιουτζήν Φάμα. Επίσης, ο οικονομολόγος και πολιτικός φιλόσοφος Τόμας Σόουλ (Thomas Sowell).
Εξέχοντες απόφοιτοι είναι επίσης οι ανθρωπολόγοι Ντέιβιντ Γκρέιμπερ και Ντόναλντ Τζόχανσον, γνωστοί από την ανακάλυψη του θηλυκού αυστραλοπίθηκου «Λούσυ» στην Αιθιοπία, ο συμπεριφοριστής ψυχολόγος Τζων Γουάτσον, ο Καναδός θεωρητικός της επικοινωνίας Χάρολντ Ίνις, ο σκακιστής Σάμουελ Ρεσέφσκι (σπούδασε λογιστική) και ο γνωστός για τη θεωρία των συγκρούσεων των πολιτισμών ειδικός επί των διεθνών σχέσεων Σάμιουελ Χάντιγκτον.
Ο καθηγητής σε γυμνάσιο του Τενεσί Τζων Σκόουπς, πρωταγωνιστής στην περίφημη «Δίκη των Πιθήκων», έκανε μεταπτυχιακές σπουδές γεωλογίας στο ίδρυμα μετά τη δίκη.
Ο διασημότερος φανταστικός απόφοιτος του πανεπιστημίου είναι ο αρχαιολόγος Ιντιάνα Τζόουνς, ήρωας των ομώνυμων κινηματογραφικών ταινιών.
Αξιόλογοι καθηγητές ή ερευνητές στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου υπήρξαν, μεταξύ άλλων, 28 βραβευθέντες με Βραβείο Νόμπελ Οικονομικών[86], περισσότεροι από κάθε άλλο ΑΕΙ παγκοσμίως: οι Φρίντμαν, Στίγκλερ, Μπέκερ, Τζέιμς Χέκμαν, Ρόμπερτ Φόγκελ, Φρίντριχ Χάγιεκ και Ρόμπερτ Λούκας υπήρξαν από τους θεμελιωτές της λεγόμενης «σχολής του Σικάγου». Εκτός από το Νόμπελ, το Μετάλλιο Τζων Μπέιτς Κλαρκ, που απονέμεται ετησίως στον καλύτερο οικονομολόγο κάτω των 40 ετών, έχει απονεμηθεί σε 7 μέλη ΔΕΠ του ιδρύματος.
Αξιοσημείωτα μέλη ΔΕΠ στη φυσική υπήρξαν ο Α.Α. Μάικελσον, ο Ρόμπερτ Άντριους Μίλικαν, ο Άρθουρ Κόμπτον, ο Ενρίκο Φέρμι, ο Έντουαρντ Τέλερ, ο Λούις Άλβαρεζ, ο Μάρεϋ Γκελ-Μαν, η Μαρία Γκέπερτ-Μάγιερ, ο Ινδοαμερικανός αστροφυσικός Σουμπραμανιάν Τσαντρασέκαρ και ο νεότερος Αμερικανός που βραβεύθηκε ποτέ με Νόμπελ (31 ετών), ο Τσουνγκ Ντάο Λι.
Στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου του Σικάγου έχουν διδάξει ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα, ο περισσότερο ετεροαναφερόμενος ως προς τις επιστημονικές δημοσιεύσεις του νομικός του 20ού αιώνα Ρίτσαρντ Πόουζνερ, οι δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ Έλενα Κέιγκαν και Άντονιν Σκαλία, αλλά και ο βραβευμένος με Βραβείο Νόμπελ Οικονομικών Βρετανός Ρόναλντ Κόους.
Ο σημαντικός Αμερικανός φιλόσοφος Τζον Ντιούι, ο εκ των ιδρυτών της κοινωνικής ψυχολογίας Τζωρτζ Χ. Μηντ, οι φιλόσοφοι Χάνα Άρεντ και Μπέρτραντ Ράσελ, καθώς και οι λογοτέχνες Τ.Σ. Έλιοτ, Ραλφ Έλισον και Τζον Μάξγουελ Κούτσι, έχουν επίσης διδάξει στο Πανεπιστήμιο.
Διακεκριμένοι επιστήμονες του περασμένου αιώνα που υπήρξαν καθηγητές του ιδρύματος ήταν επίσης ο αιγυπτιολόγος Τζέιμς Χένρυ Μπρέστηντ, ο Αργεντινοαμερικανός μαθηματικός Αλμπέρτο Καλντερόν, ο μετεωρολόγος «δόκτωρ Σίφουνας» Τεντ Φουτζίτα, οι χημικοί Γκλεν Θ. Σίμποργκ και Γιουάν Τ. Λη, οι ερευνητές του καρκίνου Τσαρλς Μπρέντον Χάγκινς and Τζάνετ Ρόουλυ, ο Ολλανδοαμερικανός αστρονόμος Γκέραρντ Κάιπερ, ο πρωτοπόρος της γλωσσολογίας Έντουαρντ Σαπίαρ. Δίδαξαν επίσης ο βραβευμένος με Νόμπελ λογοτέχνης Σολ Μπέλοου, ο πολιτικός φιλόσοφος και συγγραφέας Άλαν Μπλουμ, και ο ιδρυτής του διεθνούς οίκου αξιολόγησης McKinsey & Co., Τζέιμς Μακίνσεϋ.
Σημερινοί ή πρόσφατοι καθηγητές είναι ο ανθρωπολόγος Μάρσαλ Σάλινζ, ο ιστορικός Ντιπές Τσακραμπάρτυ, οι παλαιοντολόγοι Νηλ Σούμπιν και Πωλ Σερήνο, ο εξελικτικός βιολόγος Τζέρυ Κόυν, ο βραβευμένος με Νόμπελ φυσικός Τζέιμς Κρόνιν, ο συγγραφέας του Freakonomics οικονομολόγος Στήβεν Λέβιτ, ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας της Ινδίας Ραγκουράμ Ράτζαν και οι πολιτικοί επιστήμονες Τζων Μερσάιμερ και Ρόμπερτ Πέιπ.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.