From Wikipedia, the free encyclopedia
Η μάχη της Αβρίττου[1],[2] επίσης γνωστή ως μάχη του Forum Terebronii,[3] έγινε κοντά στην πόλη Άβριτο (σημερινό Ράζγκραντ Βουλγαρίας), στη ρωμαϊκή επαρχία Κάτω Μοισία, το καλοκαίρι του 251. Η συμπλοκή έγινε μεταξύ των Ρωμαίων και μίας ομοσπονδίας Γοτθικών και Σκυθικών φυλών υπό τον Γότθο βασιλιά Κνίβα. Οι τρεις λεγεώνες, που αποτελούσαν τον ρωμαϊκό στρατό, ηττήθηκαν βαριά και οι Ρωμαίοι Αυτοκράτορες Τραϊανός Δέκιος και ο γιος του Ερέννιος Ετρούσκος σκοτώθηκαν και οι δύο στη μάχη. Έγιναν οι πρώτοι Ρωμαίοι Αυτοκράτορες, που σκοτώθηκαν από ξένο εχθρό. Ήταν μία από τις χειρότερες ήττες, που υπέστη η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία εναντίον των Γερμανών, αξιολογήθηκε από τον Ρωμαίο ιστορικό Aμμιανό Μαρκελίνο ως αντίστοιχη με τη μάχη του Τευτοβούργιου Δρυμού το 9 μ.Χ., τη Μαρκομανική εισβολή στη Ρωμαϊκή Ιταλία το 170 και τη μάχη της Αδριανούπολης το 378.
Η ήττα ήταν καταστροφή για τη Ρώμη. Οι θάνατοι των Αυτοκρατόρων οδήγησαν σε μεγαλύτερη πολιτική αστάθεια στο εσωτερικό και η απώλεια των τριών λεγεώνων επέτρεψε επαναλαμβανόμενες επιδρομές βαρβάρων στην περιοχή για τις επόμενες δύο δεκαετίες.
Ο νέος Ρωμαίος Αυτοκράτορας Tρεβωνιανός Γάλλος αναγκάστηκε να επιτρέψει στους Γότθους να επιστρέψουν στα σπίτια τους με τα λάφυρα και τους αιχμαλώτους τους. Οι βάρβαροι δεν θα εκδιώκονταν από το ρωμαϊκό έδαφος μέχρι το 271 [4].
Η πολυσυζητημένη τοποθεσία της Αβρίττου θεωρήθηκε ότι ήταν 1 χλμ. ανατολικά της πόλης Ράζγκραντ μετά από ανασκαφές του T. Iβάνοβ το 1969 και το 1971.[5] Ωστόσο πρόσφατη εργασία έδειξε, ότι έλαβε χώρα περίπου 15 χλμ. βορειοδυτικά της Αβρίττου, στην κοιλάδα του ποταμού Μπέλι Λομ, στα νότια του χωριού Ντρυάνοβετς, κοντά στην τοποθεσία που είναι τοπικά γνωστή ως "Poletο" (το Πεδίο).[6]
Αυτό αποδεικνύεται από τον μεγάλο αριθμό ρωμαϊκών νομισμάτων και όπλων, συμπεριλαμβανομένων ξιφών, ασπίδων, λογχών, πανοπλιών, αρμάτων, ακόμη και στρατιωτικών στηριγμάτων σκηνών, που βρέθηκαν από αρχαιολόγους και ντόπιους στην τοποθεσία, που πρέπει να ήταν το τελευταίο ρωμαϊκό στρατόπεδο.[6] Για παράδειγμα, το 1952 βρέθηκε ένα κεραμικό αγγείο στο «Poleto» που περιείχε περίπου 30 aurei σε καλή κατάσταση, που χρονολογούνται από τον Γόρδιο Γ΄ έως τον Τραϊανό Δέκιο.[7]
Λίγο μετά την άνοδο του Τρ. Δέκιου στο θρόνο το 249, βαρβαρικές φυλές εισέβαλαν στις ρωμαϊκές επαρχίες της Δακίας, της Άνω Μοισίας και της Κάτω Μοισίας. Δύο παράγοντες είχαν συμβάλει στην αυξανόμενη αναταραχή στην περιοχή βόρεια του Δούναβη. Πρώτον, ο προκάτοχος του Δέκιου, ο Φίλιππος ο Άραβας είχε αρνηθεί να συνεχίσει τις πληρωμές, που είχαν καθιερωθεί από τον Αυτοκράτορα Μαξιμίνο τον Θράκα το 238, για ετήσιες επιδοτήσεις προς τις επιθετικές φυλές της περιοχής.[8] Δεύτερο και σημαντικότερο, υπήρχαν συνεχείς μετακινήσεις νέων λαών από την εποχή του Αυτοκράτορα Σεβήρου Αλέξανδρου.[9] Ο Τ. Δέκιος μπορεί επίσης να πήρε μαζί του στρατεύματα από τα σύνορα του Δούναβη, για να καθαιρέσει τον Φίλιππο το 249. Πιθανότατα είχε μαζί του τρεις λεγεώνες: τη λεγεώνα XIV Δίδυμη από το Καρνούντον, τη λεγεώνα IV Φλαβία Φέλιξ από το Σινγίδουνον (Bελιγράδι) και τη λεγεώνα VΙΙ Κλαυδία από το Βιμινάκιον και/ή τα βοηθητικά αποσπάσματα (vexillationes) τους.[10]
Το προκύπτον στρατιωτικό κενό θα προσέλκυε αναπόφευκτα εισβολείς.[11]
Το 250 ένας φυλετικός συνασπισμός υπό τον Κνίβα διέσχισε τα ρωμαϊκά σύνορα του Δούναβη, προχωρώντας πιθανώς σε δύο στήλες. Το αν αυτοί αποτελούνταν μόνο από Γότθους είναι μάλλον απίθανο, επομένως η ονομασία «Σκύθες» με την οποία τους αποκαλούν οι ελληνικές πηγές (γεωγραφικός ορισμός) φαίνεται πιο κατάλληλη.[12] Είναι πολύ πιθανό ότι άλλοι άνθρωποι γερμανικής και σαρματικής καταγωγής (όπως οι Bαστάρναι, Tάιφαλς και Ασδίγιοι Βάνδαλοι), ίσως και Ρωμαίοι λιποτάκτες, είχαν προσχωρήσει στους εισβολείς.[13] Ωστόσο, το όνομα του βασιλιά είναι πράγματι γοτθικό και πιθανότατα γνήσιο.[14] Εν τω μεταξύ, οι Κάρπιοι εισέβαλαν στη Δακία, στην ανατολική Άνω Μοισία και στη δυτική Κάτω Μοισία.[15]
Η πρώτη στήλη του στρατού του Κνίβα, ένα απόσπασμα περίπου 20.000 ανδρών με επικεφαλής τους οπλαρχηγούς Aργκάιθ και Γκουντέρικ, πολιόρκησε τη Mαρκιανούπολη, χωρίς επιτυχία.[16] Τότε μάλλον κατευθύνθηκαν νότια για να πολιορκήσουν τη Φιλιππούπολη (τώρα Πλόβντιβ στη Βουλγαρία). Η κύρια στήλη του Κνίβα των 70.000 υπό τον ίδιο τον βασιλιά διέσχισε τον Δούναβη στο Οescus και στη συνέχεια κατευθύνθηκε προς τα ανατολικά προς τη Novae, όπου απωθήθηκε από τον κυβερνήτη της επαρχίας (και μελλοντικό αυτοκράτορα) Tρεβωνιανό Γάλλο.[15][17] Στη συνέχεια οι εισβολείς κατευθύνθηκαν νότια για να λεηλατήσουν τη Νικόπολη επί του Ίστρου, όπου ο Δέκιος τους νίκησε σε μάχη, αλλά όχι αποφασιστικά.[18]
Μετά από αυτές τις αρχικές αποτυχίες, οι βάρβαροι κινήθηκαν προς τα νότια μέσω του όρους Αίμου και ο Δέκιος τους καταδίωξε (πιθανότατα μέσω του περάσματος Shipka για να σώσει τη Φιλιππούπολη.[19] Αυτή τη φορά ο στρατός του Δέκιου αιφνιδιάστηκε, ενώ ξεκουραζόταν στη Βερόη /Αυγούστα Τραϊάνα (νυν Στάρα Ζαγόρα). Οι Ρωμαίοι ηττήθηκαν βαριά στη μάχη της Βερόης που ακολούθησε. Ο Δέκιος αναγκάστηκε να αποσύρει τον στρατό του προς τα βόρεια στο Oescus, αφήνοντας άφθονο χρόνο στην Κνίβα για να λεηλατήσει τη Μοισία και τελικά να καταλάβει τη Φιλιππούπολη το καλοκαίρι του 251, εν μέρει με τη βοήθεια του διοικητή της, κάποιου Τίτου Ιούλιου Πρίσκου που είχε αυτοανακηρυχτεί αυτοκράτορας.[20] Φαίνεται ότι ο Πρίσκος, αφού έλαβε την είδηση της ήττας στη Βερόη, σκέφτηκε ότι οι Γότθοι θα του χάριζαν τη ζωή και την πόλη. Έκανε λάθος και μάλλον σκοτώθηκε, όταν έπεσε η πόλη.[21] Τότε μερικές από τις δυνάμεις του Κνίβα άρχισαν να επιστρέφουν στην πατρίδα τους, φορτωμένες με λάφυρα και αιχμαλώτους, ανάμεσά τους και πολλοί συγκλητικοί.[19]
Στο μεταξύ ο Δέκιος είχε επιστρέψει με τον αναδιοργανωμένο στρατό του, αποτελούμενο από 80.000 άνδρες σύμφωνα με τον Δέξιππο, συνοδευόμενος από τον γιο του Ερέννιο Ετρούσκο και τον στρατηγό Τρεβωνιανό Γάλλο, με σκοπό να νικήσει τους εισβολείς και να ανακτήσει τη λεία. [4] Ο Δέκιος είχε χάσει μία δύναμη βοηθητικών στρατιωτών λόγω «λάθους» τους, σύμφωνα με τον Δέξιππο. [4] Η αρχαιολογία αποκάλυψε την παρουσία τριών λεγεώνων στη μάχη.[22]
Είτε τον Ιούνιο,[23] τον Ιούλιο,[24] ή τον Αύγουστο [25] του 251, ο ρωμαϊκός στρατός συγκρούστηκε με τις δυνάμεις υπό την Κνίβα κοντά στην Άβριττο. Οι δυνάμεις των εμπόλεμων δυνάμεων είναι άγνωστες, αλλά γνωρίζουμε ότι ο Κνίβα χώρισε τις δυνάμεις του σε τρεις μονάδες, με ένα από αυτά τα μέρη να κρύβεται πίσω από έναν βάλτο.[26] Φαίνεται ότι ο Κνίβα ήταν ικανός στην τακτική τού πολέμου και ότι ήταν πολύ εξοικειωμένος με το περιβάλλον.[13] Ο Ιορδάνης και ο Αυρήλιος Βίκτωρ ισχυρίζονται, ότι [27] ο Ερέννιος Ετρούσκος σκοτώθηκε από ένα βέλος κατά τη διάρκεια μίας αψιμαχίας πριν από τη μάχη, αλλά ο πατέρας του απευθύνθηκε στους στρατιώτες του σαν να μην είχε σημασία η απώλεια τού γιου του. Ο ίδιος φέρεται να είπε «Να μην θρηνήσει κανείς. Ο θάνατος ενός στρατιώτη δεν είναι μεγάλη απώλεια για τη Δημοκρατία». Ωστόσο, άλλες πηγές αναφέρουν ότι ο Ερέννιος παπεβίωσε μαζί με τον πατέρα του.[28]
Οι δυνάμεις του Δεκίου αρχικά νίκησαν τους αντιπάλους τους στην πρώτη γραμμή, αλλά έκαναν το μοιραίο λάθος να καταδιώξουν τον εχθρό τους, που διέφυγε στον βάλτο, όπου τους είχε στηθεί ενέδρα και κατατροπώθηκαν εντελώς κάτω από έναν ορυμαγδό γοτθικών βλημάτων. Η τεράστια σφαγή που ακολούθησε, σηματοδότησε μία από τις πιο καταστροφικές ήττες στην ιστορία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.[26] Ο Δέκιος απεβίωσε στη μέση του χάους και της σφαγής, θαμμένος κάτω από τη λάσπη. Τα πτώματα του Δέκιου και του Ερέννιου δεν βρέθηκαν ποτέ.
Οι Γότθοι κατέλαβαν το θησαυροφυλάκιο του Δέκιου με τόνους χρυσών νομισμάτων και πολλά όπλα, τα οποία έκτοτε έχουν ανακαλυφθεί σε πολλές τοποθεσίες στα γοτθικά εδάφη.[29]
Αυτός και ο γιος του και ένας μεγάλος αριθμός Ρωμαίων έπεσαν στην ελώδη περιοχή. όλοι τους χάθηκαν εκεί, δεν βρέθηκε κανένα από τα σώματά τους, καθώς ήταν καλυμμένοι από τη λάσπη.
Ένας βυζαντινός λόγιος του 6ου αι., ο Ζώσιμος, περιέγραψε επίσης την ολοκληρωτική σφαγή των στρατευμάτων του Δεκίου και την πτώση του ειδωλολάτρη Αυτοκράτορα: «Προχωρώντας λοιπόν απρόσεκτα σε ένα άγνωστο μέρος, αυτός και ο στρατός του μπλέχτηκαν στο βούρκο, και σε αυτό το μειονέκτημα βρισκόταν όταν δέχθηκαν την επίθεση των Βαρβάρων, που ούτε ένας από αυτούς δεν γλίτωσε τη ζωή του. Έτσι τελείωσε ο εξαίρετος Αυτοκράτορας Δέκιος». Ο Λακτάντιος, ένας από τους πρώτους χριστιανούς του 4ου αι. και σύμβουλος του Ρωμαίου Αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Α΄, περιέγραψε το τέλος τού Αυτοκράτορα ως εξής:[30]
Ξαφνικά περικυκλώθηκε από τους βαρβάρους και σκοτώθηκε μαζί με μεγάλο μέρος τού στρατού του. Δεν μπορούσε να τιμηθεί με την ανέγερση μνημείου του, αλλά,απογυμνωμένος, ήταν ξαπλωμένος για να τον κατασπαράξουν άγρια θηρία και πουλιά, ένα κατάλληλο τέλος για τον εχθρό του Θεού.
Ο Ντ. Σ. Πότερ απορρίπτει την ιστορία του Zωσίμου [31] για τον Tρεβωνιανό Γάλλο, ο οποίος υποτίθεται ότι συνωμότησε με τους εχθρούς των Ρωμαίων για να παραδώσει τον στρατό του Δέκιου στη Γοτθική παγίδα, καθώς φαίνεται αδύνατο ότι, στη συνέχεια, οι συντριμμένες ρωμαϊκές λεγεώνες ανακήρυξαν ως Αυτοκράτορα τον προδότη, που ήταν υπεύθυνος για την απώλεια τόσων στρατιωτών από τις τάξεις τους. Ένα άλλο δυνατό σημείο ενάντια στην προδοσία του Γάλλου είναι το γεγονός, ότι υιοθέτησε τον Οστιλιανό, τον νεότερο γιο του Δέκιου, μετά την επιστροφή του στη Ρώμη.[28][32]
Ο Τρεβ. Γάλλος, ο οποίος έγινε Αυτοκράτορας μετά το θάνατο του Δέκιου, διαπραγματεύτηκε μία συνθήκη με τους Γότθους υπό πίεση, η οποία τους επέτρεψε να κρατήσουν τα λάφυρά τους και να επιστρέψουν στα σπίτια τους στην άλλη πλευρά του Δούναβη. Είναι επίσης πιθανό, ότι συμφώνησε να πληρώσει έναν ετήσιο φόρο, σε αντάλλαγμα για την υπόσχεση των Γότθων να σεβαστούν τη ρωμαϊκή επικράτεια.[33] Αυτή η ταπεινωτική συνθήκη, η σύγχρονη εξάπλωση της πανώλης του Κυπριανού με τις καταστροφικές επιπτώσεις της και η χαοτική κατάσταση στην Ανατολή με τις επιδρομές των Σασσανιδών, άφησαν τον Γάλλο με πολύ κακή φήμη μεταξύ των μεταγενέστερων Ρωμαίων ιστορικών. Ωστόσο, ο Ντ. Σ. Πότερ προτείνει ότι, πριν από την ήττα στην Άβριττο, η κατάσταση δεν ήταν τόσο σοβαρή που οι διαθέσιμες ρωμαϊκές δυνάμεις δεν θα μπορούσαν να διαχειριστούν τις εισβολές. Ως εκ τούτου, η κακή στρατηγική του Δέκιου είναι αυτή, που ευθύνεται για την καταστροφική τροπή των γεγονότων.[34] Σε κάθε περίπτωση ο Τρεβ. Γάλλος δεν είχε άλλη επιλογή, από το να απαλλαγεί από τους Γότθους το συντομότερο δυνατό.[19]
Το 271 ο Αυτοκράτορας Αυρηλιανός νίκησε οριστικά τους Γότθους και σκότωσε τον βασιλιά τους Κανοβάουδη στη μάχη. Με βάση την ομοιότητα των ονομάτων, αυτός ο βασιλιάς μπορεί να συμπίπτει με τον βασιλιά Κνίβα, που νίκησε τον Δέκιο στην Άβριττο.[35]
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.