Remove ads
παραλιακή κωμόπολη στην Εύβοια From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Κύμη είναι κωμόπολη της Στερεάς Ελλάδας στην Περιφερειακή Ενότητα Εύβοιας[1][2] ενώ από το 2010 αποτελεί την ιστορική έδρα του Δήμου Κύμης Αλιβερίου[3][4].
Κύμη Εύβοιας | |
---|---|
Άποψη της Κύμης | |
Χάρτης | |
Διοίκηση | |
Χώρα | Ελλάδα |
Αποκεντρωμένη Διοίκηση | Θεσσαλίας-Στερεάς Ελλάδας |
Περιφέρεια | Στερεάς Ελλάδας |
Περιφερειακή Ενότητα | Ευβοίας |
Δήμος | Κύμης–Αλιβερίου |
Δημοτική Ενότητα | Κύμης |
Γεωγραφία | |
Γεωγραφικό διαμέρισμα | Στερεά Ελλάδα |
Νομός | Ευβοίας |
Υψόμετρο | 221 μέτρα |
Πληθυσμός | |
Μόνιμος | 2.352 |
Έτος απογραφής | 2021 |
Πληροφορίες | |
Ταχ. κώδικας | 340 03 |
Τηλ. κωδικός | 2222 |
Σχετικά πολυμέσα | |
Η Κύμη βρίσκεται κοντά στα ανατολικά παράλια, στο κεντρικό τμήμα της Εύβοιας[1] και είναι κτισμένη σε ύψωμα σε υψόμετρο 213 μέτρα[5]. Απέχει περίπου 80 χλμ. Α.-ΒΑ. από τη Χαλκίδα. Η γύρω της περιοχή είναι πολύ εύφορη και οι κάτοικοί της καλλιεργούν ελαιόδενδρα, αμπέλια, σύκα (φημίζονται ιδιαίτερα), λαχανικά και κηπευτικά.[1]
Επίνειό της είναι η Παραλία Κύμης σε απόσταση 5 χλμ. και έχει ιστορία αιώνων ως ναυτική πόλη. Αποτελεί επίσης την έδρα της Μητροπόλεως Καρυστίας και Σκύρου.
Η προέλευση του ονόματος Κύμη δεν είναι γνωστή. Ο Στράβων αναφέρει για την Κύμη στην Ιταλία ότι το όνομα προέρχεται από τη λέξη κύμα, καθώς η παραλία της ήταν εκτεθειμένη στην άγρια θάλασσα. Μια άλλη άποψη, που εκφράστηκε από τον Γιάννη Παπαδημητρίου, αναφέρει ότι στην περιοχή της Κύμης είχαν αναπτυχθεί πολλοί μικροί οικισμοί ή αλλιώς κώμες και το όνομα Κύμη προέρχεται από τη λέξη Κώμη. Η λέξη Κύμη είναι αιολικής προέλευσης.[6]
Σύμφωνα με την μυθολογία στην περιοχή νότια από το σημερινό Αυλωνάρι ζούσε η Αμαζόνα Λάμια, η οποία μετά από συνεύρεσή της με τον Ποσειδώνα γέννησε την Αμαζόνα Κύμη, από την οποία πήρε το όνομά της η Κύμη.[6]
Η ύπαρξη πόλης στην αρχαιότητα με το όνομα Κύμη προκύπτει από τον Στράβωνα, ο οποίος ανέφερε ότι η πόλη Κύμη (Cuma) στην Καμπανία της Ιταλίας ήταν αποικία της Εύβοιας, και συγκεκριμένα των πόλεων Χαλκίδα και Κύμη και πήρε το όνομά της από την Κύμη Ευβοίας.[7] . Θεωρείται η πρώτη ελληνική αποικία στη Δύση και ιδρύθηκε τον 8ο αιώνα π.Χ.[8] από τον Μεγασθένη τον Χαλκιδέο και τον Ιπποκλή τον Κυμαίο.[9]
Η ύπαρξη αρχαίας πόλης στην Κύμη όμως αμφισβητήθηκε από τα τέλη του 19ου αιώνα και έπειτα, καθώς η Ευβοϊκή Κύμη αναφερόταν ελάχιστα στις αρχαίες πηγές και δεν είχαν βρεθεί λείψανα οικισμού ο οποίος θα μπορούσε να ταυτοποιηθεί ως η αρχαία Κύμη.[9] Ο Αδαμάντιος Σάμψων ανέφερε ότι η αρχαία πόλη δεν υπήρχε με το όνομα Κύμη, καθώς δεν αναφέρεται στις αρχαίες πηγές, και ότι η Κύμη στην Καμπανία και η Κύμη στην Αιολίδα ιδρύθηκαν από κατοίκους της περιοχής της Κύμης (Κυμαϊκή Χώρα). Παρόμοια άποψη είχε εκφράσει και ο Γιάννης Παπαδημητρίου, ο οποίος αναφέρει ότι η περιοχή ήταν οργανωμένη σε κώμες, από τις οποίες προέρχεται ετυμολογικά και το όνομα Κύμη.[10]
Το 1984 στην περιοχή Βιγλατούρι, κοντά στον Οξύλιθο, εντοπίστηκαν ερείπια οικισμού των μυκηναϊκών και γεωμετρικών χρόνων τα οποία ταυτίστηκαν με την αρχαία Κύμη και η ανασκαφή τους διήρκησε μια δεκαετία. Η θέση έχει θέα στη θάλασσα και βρίσκεται σε εύφορη κοιλάδα και κοντά στον ποταμό Μανικιάτη. Τα παλαιότερα ίχνη κατοίκησης είναι κεραμικά θραύσματα που χρονολογήθηκαν στην τελική νεολιθική περίοδο. Η παλαιότερη οικιστική φάση χρονολογήθηκε στη μεσοελλαδική εποχή (1900-1650 π.Χ.) και αναγνωρίστηκαν ως βιοτεχνίες. Λείψανα μικρού αριθμού κτιρίων και κεραμική υποδεικνύουν ότι ο λόφος συνέχισε να κατοικείται στη μυκηναϊκή περίοδο.[9] Επιπροσθέτως στην περιοχή της Ποταμίας και της Ενορίας έχουν βρεθεί τάφοι της μυκηναϊκής εποχής.[6] Ο οικισμός στο Βιγλατούρι φαίνεται να άκμασε κατά τους γεωμετρικούς χρόνους. Ο οικισμός βρισκόταν στη νοτιοδυτική πλευρά του λόφου και πιθανότατα ήταν περιτειχισμένος. Είναι κτισμένος πάνω σε παλαιότερα κτίρια, ακολουθώντας το οικοδομικό τους ιστό, και διέθετε ιερό οίκο και τέμενος. Τα πλούσια ευρήματα υποδεικνύουν την ύπαρξη σημαντικής πόλης με εμπορικούς δεσμούς με πολλές άλλες περιοχές.[9]
Η αρχαία Κύμη δεν αναφέρεται κατά την περίοδο ακμής της Χαλκίδας και της Ερέτριας και δεν αναφέρεται επίσης στους φορολογικούς καταλόγους των Αθηνών από τον 5ο αιώνα π.Χ., όπου αναφέρεται το πόλισμα Γρύγχες, το οποίο βρισκόταν στα όρια της Κυμαϊκής περιοχής, όπως και δεν αναφέρεται στους καταλόγους δήμων της αρχαίας Ερέτριας. Όλα αυτά τα στοιχεία υποδηλώνουν ότι η αρχαία Κύμη δεν υπήρχε τότε.[11]
Κατά τους βυζαντινούς χρόνους αναφέρεται μόνο από τον Στέφανο Βυζάντιο, ο οποίος στο λεξικό του αναφέρει μόνο «Κύμη πέμπτη της Ευβοίας», πιθανόν μετά τη Χαλκίδα, την Ιστιαία, την Κάρυστο και την Ερέτρια. Η περιοχή στη συνέχεια ερήμωσε λόγω των επιδρομών τον 7ο και 8ο αιώνα μ.Χ. και σύμφωνα με την παράδοση έμειναν μόνο μερικές οικογένειες οι οποίες εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της σύγχρονης κωμόπολης, δημιουργώντας έναν οικισμό που ονόμασαν Κύμη. Ο οικισμός αυτός μεγάλωσε, καθώς εγκαταστάθηκαν περισσότερες οικογένειες. Ο οικισμός αυτός μάλλον ερήμωσε τον 14ο αιώνα, μετά από Τουρκικές επιδρομές.[12]
Σύμφωνα με την παράδοση, μετά το 1453, στη θέση Κελιά εγκαταστάθηκαν οικογένειες Κρητικών, οι οποίοι ασχολήθηκαν με την κτηνοτροφία και τη γεωργία και σύντομα εγκαταστάθηκαν και οικογένειες από τα χωριά της περιοχής. Ο οικισμός πιθανότατα ονομάστηκε Κύμη, διατηρώντας το όνομα του βυζαντινού οικισμού. Έκτισαν τους ναούς της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και του Αγίου Νικολάου.[12] Ο οικισμός προστατευόταν από το κάστρο του Αγίου Γεώργιου, πάνω από τη σημερινή μονή του Σωτήρος.[12] Το χωριό αναφέρεται σε οθωμανικό φορολογικό κατάστιχο του 1474 με το όνομα Kumi στον ναχιγιέ Μονοδρύου, ο οποίος είχε έδρα το Μονόδρυ. Σύμφωνα με το κατάστιχο, είχε 29 σπίτια πλήρωνε φόρο 1.984 ακτσέδες.[13] Το 1521 αναφέρεται ο οικισμός Αγία Κούμη μαζί με την Ποταμία, με συνολικά 113 σπίτια.[12] Ο οικισμός αυτός, όπως και άλλοι στην περιοχή, καταστράφηκε μετά την αποτυχημένη επανάσταση του Μοροζίνι το 1688. Οι κάτοικοί του διέφυγαν στα Ψαρά και στη Σάμο, όπου έφτιαξαν το χωριό Κουμέικα και έτσι ο τόπος ερήμωσε.[12]
Περί το 1715 ο Βελισσαράκης από την Αττική απέκτησε άδεια εγκατάστασης στην επαρχία Καρυστίας από τον Πασά του Εγρίπου, ο οποίος μετακινήθηκε εκεί μαζί με την οικογένειά του και τα κοπάδια του και εγκαταστάθηκε εκεί όπου σήμερα είναι η περιοχή Ποταμιάνικα, βόρεια της Αγίας Τριάδας. Έκτισε ένα σπίτι για την οικογένειά του, μαντριά και άρχισε να καλλιεργεί τη γη.[12] Ονόμασε τον νέο οικισμό Κύμη, καθώς άκουσε κατοίκους της ευρύτερης περιοχής να λένε ότι εκεί υπήρχε πόλη με αυτό το όνομα.[14] Σύντομα στην περιοχή εγκαταστάθηκε ο Δημήτρης Κωνσταντίνου ή Γραμματικός, ο οποίος καταζητούταν στην Κρήτη και έφυγε κρυφά. Το καράβι του αγκυροβόλησε στο λιμάνι της Κύμης λόγω κακοκαιρίας και τελικά αποφάσισε σε συνεννόηση με τον Βελισσαράκη να εγκατασταθεί εκεί. Σύμφωνα με μια άλλη παράδοση, ο σύγχρονος οικισμός δημιουργήθηκε από την εγκατάσταση 9 οικογενειών από τον Οξύλιθο περί το 1700.[14] Επειδή ήταν απόμερη περιοχή σύντομα εγκαταστάθηκαν και κάτοικοι άλλων περιοχών της Ευβοίας και των Σποράδων. Μετά την επανάσταση του 1821 στην περιοχή έμεναν περίπου 4.000 άτομα, καθώς είχαν έρθει και κάτοικοι των χωριών του Δύστου, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στη συνοικία Ερειτσιά ή Αρβανιτομαχαλάς.[14]
Στα χρόνια πριν την επανάσταση του 1821 η Κύμη είχε αναπτυχθεί σε ακμάζον ναυτικό κέντρο, 25 πλοία χωρητικότητας 4.500 τόνων το 1813, σύμφωνα με τον Πουκεβίλ, τα οποία έφτασαν τα 55 λίγο πριν το 1821, και είχε οικονομική ευμάρεια και πλήρωνε τους φόρους της χωρίς να έχει Τούρκους στρατιώτες. Οι πρώτοι που μυήθηκαν στη Φιλική Εταιρεία ήταν οι έμποροι Ιωάννης και Νικόλαος Ζαχαρόπουλος. Η επανάσταση κηρύχθηκε στον λόφο Ίντζιου μεταξύ 11 Απριλίου και 10 Μαΐου και συστάθηκε τριμελής επιτροπή με αρχηγό τον Γεώργιο Παπά. Ο Ομέρ μπέης της Καρύστου κινήθηκε εναντίον της Κύμης, αλλά τη βρήκε ερειπωμένη και έκαψε τα μισά σπίτια, προτού υποχωρήσει και στρατοπεδεύσει στο Οριό. Προέλασε άλλη μια φορά στην Κύμη, την οποία βρήκε ξανά άδεια, την λεηλάτησε και απήγαγε 70 γυναίκες, από τις οποίες απελευθέρωσε στη συνέχεια τις 65.[15]
Μετά τη δημιουργία του ελληνικού κράτους και την απομάκρυνση των Τούρκων, οι κάτοικοι της Κύμης επέστρεψαν και επισκεύασαν τα σπίτια τους. Το 1835 ορίστηκε έδρα της επαρχίας Καρυστίας. Η Κύμη αναπτύχθηκε γρήγορα και το 1889 διέθετε 4.400 κατοίκους και ήταν ο δεύτερος μεγαλύτερος οικισμός της Εύβοιας μετά τη Χαλκίδα.[16] Το 1841 επισκέφτηκε την Κύμη ο βασιλιάς Όθωνας για την ίδρυση των ανθρακωρυχείων στην περιοχή.[17] Το 1856 ορίστηκε έδρα της επισκοπής Καρυστίας. Η επισκοπή συγχωνεύθηκε το 1869 με την επισκοπή Χαλκίδας και επανασυστάθηκε το 1922 με έδρα την Κύμη.[18]
Μετά την ελληνική επανάσταση η Κύμη αναδείχθηκε σε ναυτιλιακό κέντρο της Ελλάδας και το 1854 διέθετε 400 ιστιοφόρα πλοία. Παράλληλα αναπτύχθηκε και η γεωργία, με κύριες καλλιέργειες τα αμπέλια και τις ελιές. Από τα αμπέλια παραγόταν μούστος (κοκκινέλι), ο οποίος εξαγόταν στη Γαλλία και άλλες χώρες, με αποτέλεσμα πλούτος να εισρέει στην περιοχή. Η περίοδος ανάπτυξης διήρκησε μέχρι το 1930, οπότε και τα ιστιοφόρα είχαν αντικατασταθεί από μηχανοκίνητα πλοία, με αποτέλεσμα ο εμπορικός στόλος της Κύμης να εκμηδενιστεί, ενώ τα αμπέλια καταστράφηκαν την ίδια περίοδο από φυλλοξήρα. Τότε πολλοί κάτοικοί της την εγκατέλειψαν για να εγκατασταθούν σε πόλεις.[16] Τα λιγνιτωρυχεία σταμάτησαν να λειτουργούν οριστικά το 1961 επειδή η εκμετάλλευσή τους κρίθηκε οικονομικά ασύμφορη.[19]
Από το 1955 λειτουργεί στην Κύμη η Δημόσια Σχολή Εμπορικού Ναυτικού ή Σχολή Εμποροπλοιάρχων.[19]
Αναφέρεται επίσημα, μετά την Επανάσταση του 1821 και την ενσωμάτωση της Εύβοιας, το 1835 να ορίζεται έδρα του τότε δήμου Κυμαίων. Υπήρξε έδρα της τέως επαρχίας Καρυστίας και έως τις 31 Δεκεμβρίου 2010 απετέλεσε έδρα του ομώνυμου Δήμου, ο οποίος περιελάμβανε τα δημοτικά διαμερίσματα Κύμης, Ανδρονιάνων, Άνω Ποταμιάς, Βιτάλων, Ενορίας, Καλημεριάνων, Μαλετιάνων, Μετοχίου Διρφύων, Οξυλίθου, Πλατάνας, Πύργου και Ταξιαρχών. Αποτελεί δημοτική κοινότητα του διευρυμένου Δήμου Κύμης - Αλιβερίου, του οποίου αποτελεί την ιστορική έδρα.[4]
Οι απογραφές πληθυσμού μετά τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο είναι:
Στη Κύμη βρίσκεται το Λαογραφικό Μουσείο Κύμης. Το μουσείο άρχισε να λειτουργεί το 1981 και είναι το μεγαλύτερο και καλύτερα οργανωμένο στην Εύβοια. Στις συλλογές του έχει περισσότερα από 1.600 αντικείμενα.[26] Τα αντικείμενα αυτά είναι παραδοσιακές φορεσιές (βλ. γυναικεία ενδυμασία Κύμης) και ενδυμασίες, υφαντά (κυρίως αραχνοϋφαντα μεταξωτά και τιριπλένια), κεντήματα, μεταλλικά και κεραμικά αντικείμενα και έργα τέχνης τοπικών καλλιτεχνών, όπως πίνακες ζωγραφικής, ξυλόγλυπτα και λίθινα γλυπτά. Στο υπόγειο βρίσκεται το κυροπλαστείο. Πέρα από εκθεσιακούς χώρους, το μουσείο διαθέτει γραφείο με βιβλιοθήκη και αρχεία, φωτογραφικό εργαστήριο, αίθουσα πολλαπλών χρήσεων, αποθήκη και συντηρητήριο.[27]
Το μουσείο στεγάζεται σε τριώροφο νεοκλασικό κτίριο του 19ου αιώνα, το οποίο προηγουμένως ανήκει στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας.[26] Στην αυλή βρίσκεται θέατρο χωρητικότητας 250 ατόμων, το οποίο χρησιμοποιείται για διάφορες εκδηλώσεις, όπως θεατρικές παραστάσεις, συναυλίες και κινηματογραφικές προβολές.[27]
Ο σημερινός μητροπολιτικός ναός, αφιερωμένος στον Άγιο Αθανάσιο, κτίστηκε το 1932. Πιθανόν είναι ο τρίτος ναός στη θέση. Ο πρώτος ήταν ένας μικρός ναός που κτίστηκε στο κοιμητήριο Κύμης στις αρχές του 19ου αιώνα, καθώς τότε η περιοχή βρισκόταν στα όρια του οικισμού. Ο δεύτερος ναός ήταν μια τρίκλιτη βασιλική που άρχισε να κατασκευάζεται το 1852. Χαρακτηριστικό ήταν το τετραώροφο καμπαναριό του. Ο ναός αυτός κατεδαφίστηκε το 1930. Ο σύγχρονος ναός είναι κτισμένος σε νεοβυζαντινό ρυθμό, στον τύπο του εγγεγραμμένου σταυροειδούς με τρούλο, με δύο καμπαναριά στη δυτική πρόσοψη και πρόπυλο. Χαρακτηριστικά είναι τα μεγάλα τρίλοβα παράθυρα στη βόρεια και στη νότια κεραία. Η φέρουσα κατασκευή είναι κτισμένη από οπλισμένο σκυρόδεμα.[28]
Ο ναός τοιχογραφήθηκε σε δύο φάσεις. Στην πρώτη, το 1930 τοιχογραφήθηκε το τύμπανο και το εσωράχιο του ιερού από ανώνυμο αγιογράφο. Οι υπόλοιπες τοιχογραφίες, στον τρούλο, το ιερό, τα εγκάρσια κλίτη και τις κατώτερες ζώνες, φιλοτεχνήθηκαν το 1983 από τον Λάζαρο Κοκκινίδη (1943-2010). Στο εσωτερικό του ναού βρίσκεται το ξυλόγλυπτο τέμπλο του προηγούμενου ναού, το οποίο χρονολογείται από το 1869, με διάφορα μπαρόκ, ροκοκό, νεοκλασικά και βυζαντινότροπα διακοσμητικά στοιχεία. Χαρακτηριστικό είναι το αέτωμά του, στο οποίο υπάρχει παράσταση του Θεού Πατέρα. Ακριβώς από κάτω βρίσκεται ορθογώνιο πλαίσιο με τρία οβάλ πλαίσια, στα οποία απεικονίζονται ο Μυστικός Δείπνος και οι απόστολοι Πέτρος και Παύλος. Πολλές από τις εικόνες του τέμπλου του είναι έργα του Ι. Κ. Μπασδέκη και φιλοτεχνήθηκαν το 1869. Ο άμβωνας είναι και αυτός ξυλόγλυπτος και ίσως κατασκευάστηκε την ίδια περίοδο με το τέμπλο. Ο ξυλόγλυπτος δεσποτικός θρόνος ολοκληρώθηκε το 1876. Στον ναό βρίσκονται και πολλές φορητές εικόνες, συμπεριλαμβανομένων τεσσάρων του Φώτη Κόντογλου.[28]
Η Παναγία Λιαουτσάνισσα είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου και βρίσκεται στο πρώτο νεκροταφείο Κύμης. Ο ναός, διαστάσεων 20 επί 12,5 επί 18 μέτρων, κτίστηκε το 1849 δεν ανήκει σε κάποιο συγκεκριμένο αρχιτεκτονικό σχέδιο. Στο εσωτερικό βρίσκεται μαρμάρινο γλυπτό τέμπλο και μαρμάρινα κιονόκρανα κορινθιακού ρυθμού από έγχρωμο μάρμαρο Σκύρου. Στο τέμπλο και στον άμβωνα εργάστηκε ο γλύπτης Γιαννούλης Χαλεπάς το 1892, και κάτω από τον άμβωνα διακρίνεται η επιγραφή ΕΓΛΥΦΗ ΥΠΟ ΙΩ. ΧΑΛΕΠΑ. ΕΝ ΕΤΕΙ 1891. ΔΑΠΑΝΗ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ Γ. ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ 1892. ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΑΛΕΠΑΣ ΤΗΝΙΟΣ ΕΠΟΙΕΙ. Ο δεσποτικός θρόνος είναι έργο του ντόπιου χαράκτη Γανώση και οι τοιχογραφίες φιλοτεχνήθηκαν από τον Γεώργιο Μπιλιλή.[29] Ο ναός έχει χαρακτηριστεί μνημείο από το 1965.
Σύμφωνα με την παράδοση, η εικόνα της Παναγίας ξεβράστηκε στην περιοχή της Πλατάνας την περίοδο της επανάστασης του 1821. Η εικόνα μεταφέρθηκε αρχικά στον ναό του αγίου Αθανασίου, αλλά το επόμενο πρωί βρέθηκε κοντά στον ναό του αγίου Χαραλάμπου, όπου και κτίστηκε ο σημερινός ναός.[30]
Η γυναικεία Μονή Σωτήρος βρίσκεται τέσσερα χιλιόμετρα βόρεια της Κύμης. Η μονή δεν είναι γνωστό πότε ιδρύθηκε, πιθανόν τον 16ο ή 17ο αιώνα, και αναπτύχθηκε γρήγορα. Η μονή είναι κτισμένη σε πλαγιά και έχει φρουριακή μορφή, με τέσσερις πτέρυγες κτιρίων. Στο κέντρο της μονής είναι το καθολικό, αφιερωμένο στην Μεταμόρφωση του Σωτήρος. Η μονή συντηρεί βιβλιοθήκη και κάποια χειρόγραφα χρονολογούνται από τον 18ο αιώνα.[31]
Άλλοι ναοί στην Κύμη περιλαμβάνουν τους ενοριακούς ναούς των Ταξιαρχών, της Αγίας Τριάδας, των Εσοδίων της Θεοτόκου (στο Β΄ νεκροταφείο) και του Προφήτη Ηλία (στο παλιό νεκροταφείο).[32] Ο σημερινός ναός της Αγίας Τριάδας κτίστηκε στη θέση παλαιότερου ναού, σε σχέδιο Κώστα Μπίρη, το οποίο όμως δεν ακολουθήθηκε όσον αφορά τα διακοσμητικά του στοιχεία, για οικονομικούς λόγους, και τις αναλογίες του τρούλου. Ο ναός ολοκληρώθηκε το 1954. Αρχιτεκτονικά είναι τρίκλιτος ναός με τρούλο, με τοξωτές στοές βόρεια και νότια και νάρθηκα στα δυτικά. Η τοιχοποιία αποτελείται από γκρι και ερυθρές τοπικές ηφαιστειακές πέτρες. Το τέμπλο πιθανόν προέρχεται από τον προηγούμενο ναό.[33]
Τα εξωκλήσια της περιοχής είναι ο Άγιος Ιωάννης ο Νηστευτής, ο Άγιος Γεώργιος στο ομώνυμο κάστρο, οι Άγιος Χαράλαμπος και Άγιος Πολύκαρπος κοντά στη Λιαουτσάνισσα, ο Άγιος Νικόλαος στο Ρίχτη, η Αγία Αικατερίνη στη Δεξαμενή, ο Άγιος Δημήτριος (κτίσμα μάλλον του πρώτου μισού του 19ου αιώνα) και ο Άγιος Γρηγόριος στον Κάμπο, ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, ο Άγιος Νεκτάριος στο Χωνευτικό, κτισμένος στο 1972, και η Κυρά Παναγιά στα Αξάνεμα. Στη θέση Κελλιά, παλαιότερη θέση του οικισμού της Κύμης, βρίσκονται οι Ναοί της Κοίμησης της Θεοτόκου και του Αγίου Νικολάου.[29] Ο ναός του Αγίου Νικολάου είναι τρίκλιτη βασιλική μάλλον των αρχών του 19ου αιώνα, στο εσωτερικό της οποίας σώζονται τοιχογραφίες του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα.[34]
Στην Κύμη το αγιορείτικο τάγμα του Αγίου Παντελεήμονα διατηρεί στο Μυλωνοπούλειο Ίδρυμα τα παρεκκλήσια του Αγίου Παντελεήμονα, Ιωάννη του Προδρόμου, Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, Αγίου Αντωνίου και Αγίων Αναργύρων.[29]
Το κτίριο του δημαρχείου Κύμης έχει χαρακτηριστεί έργο τέχνης επειδή έχει αρχιτεκτονικό και μορφολογικό ενδιαφέρον (επιμέλεια στη δόμηση των πλαισίων των ανοιγμάτων και των γωνιών του κτιρίου με κανονικούς ορθογώνιους λαξευμένους δόμους από τοπικό άσπρο πέτρωμα, ωραίες υδατογραφίες στα ταβάνια κλπ). Επιπλέον το παραπάνω κτίριο είναι ένα από τα ελάχιστα παλαιά κτίσματα του είδους αυτού που απόμειναν στην Κύμη Ευβοίας.[35]
Το Πρώτο Δημοτικό Σχολείο Κύμης έχει χαρακτηριστεί μνημείο διότι διαθέτει αξιόλογα αρχιτεκτονικά και μορφολογικά στοιχεία, βρίσκεται σε κομβικό σημείο της Κύμης, αντικατοπτρίζει την αποδοχή και ενσωμάτωση των αρχιτεκτονικών ρευμάτων της εποχής στην περιοχή, και συνεπώς αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της κοινωνικής και ιστορικής φυσιογνωμίας της.[36]
Επιπλέον, το κτίριο στην οδό Αγίας Τριάδας 17 έχει χαρακτηριστεί έργο τέχνης γιατί είναι ένα αξιόλογο παραδοσιακό λιθόκτιστο κεραμοσκέπαστο σπίτι κτισμένο το 1873, όπως αναγράφεται σε εντοιχισμένη πλάκα στην πρόσοψή του, και αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα λαϊκής αρχιτεκτονικής.[37] Το διώροφο κτίριο επί της Λεωφ. Παραλίας και Κωστή Παλαμά έχει χαρακτηριστεί μνημείο διότι είναι χαρακτηριστικό δείγμα τοπικής αρχιτεκτονικής των τελευταίων δεκαετιών του 19ου αι. στην περιοχή της Κύμης, διασώζει ενδιαφέροντα μορφολογικά και δομικά στοιχεία και διατηρεί την αυθεντικότητά του.[38]
Σε κοντινή απόσταση από τη μονή Σωτήρος και δυτικά αυτής σώζονται τα ερείπια του βυζαντινού κάστρου του Αγίου Γεωργίου. Από τη θέση του εποπτεύει το στενό μεταξύ Ευβοίας και Σποράδων. Το κάστρο με βάση την τοιχοποιία του έχει χρονολογηθεί στον 11ο αιώνα, αν και το κάστρο δεν έχει γίνει αντικείμενο επιστημονικής έρευνας. Πιθανόν ανακατασκευάστηκε τον 13ο αιώνα, όταν η Εύβοια πέρασε στην κατοχή των Λατίνων. Το κάστρο εγκαταλείφθηκε και αχρηστεύτηκε μετά την οθωμανική κατάκτηση της Εύβοιας το 1470. Ο ρόλος ήταν πιθανόν να δρα σαν παρατηρητήριο ή προκεχωρημένο φυλάκιο σε περίπτωση που εντοπιζόταν κίνδυνος από θαλάσσης. Σώζονται τα ανατολικά τείχη, μήκους 70 μέτρων σε ύψος μέχρι 4 μέτρων και στη νοτιοδυτική άκρη διέθετε αμυντικό πύργο ή προμαχώνα. Στο εσωτερικό του διακρίνονται ίχνη κτιρίων, πιθανόν για τη διαμονή της φρουράς, και ενός ναΰδριου.[39]
Στην κεντρική πλατεία της Κύμης, γνωστή ως Πλατεία Παπανικολάου, βρίσκεται το Ηρώο της Κύμης, του 1939, και χάλκινη προτομή του Γεώργιου Παπανικολάου.
Στην καρδιά της Κύμης βρίσκεται και το σπίτι όπου μεγάλωσε ο παγκόσμιού φήμης Έλληνας ιατρός, βιολόγος και ερευνητής Γεώργιος Παπανικολάου. Το πατρικό του δεν είναι ακόμα διαθέσιμο για το κοινό, αλλά περπατώντας στον δρόμο κάτω από την κεντρική πλατεία είναι ευδιάκριτο στα αριστερά του δρόμου με την επιγραφή του ονόματός του εξωτερικά του κτιρίου.
Τρία χιλιόμετρα από την Κύμη βρίσκεται η ιαματική πηγή Χωνευτικό, εντός ρεματιάς η οποία καταλήγει στο φαράγγι του Αποκλείστη. Ανατολικά της Κύμης βρίσκεται η παραθαλάσσια περιοχή Σουτσίνι, όπου είναι το παραθεριστικό κέντρο της Κύμης. Είναι πευκόφυτη και προσήνεμη, καθώς προστατεύεται από τον κάβο της Κύμης.[40]
Η οικονομία της Κύμης άνθισε κατά τον 19ο αιώνα, χάρις στον εμπορικό στόλο των κατοίκων της και την αμπελουργία, αλλά παρήκμασε μετά τα πρώτα χρόνια του 20ού αιώνα, καθώς ο στόλος δεν εκσυγχρονίστηκε και δεν είχε δημιουργηθεί κάποια βιομηχανία στην περιοχή, ενώ τα αμπέλια καταστράφηκαν από τη φυλλοξήρα.[16] Σήμερα, ιδιαίτερο τοπικό προϊόν της περιοχής αποτελούν τα σύκα, τα οποία αποξηραίνονται και καπνίζονται με θείο, αποκτώντας ιδιαίτερο χρώμα και υπόξινη γεύση, από τον τοπικό συνεταιρισμό. Αν και καταναλώνονται κυρίως στη εγχώρια αγορά, μέρος της παραγωγής εξάγεται.[41] Τα ξερά σύκα Κύμης έχουν χαρακτηριστεί προϊόν προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης (ΠΟΠ).[42] Η περιοχή είναι επίσης γνωστή για τα παραδοσιακά γλυκά, όπως αμυγδαλωτά, μπακλαβάς και γλυκά του κουταλιού.[43]
Η Κύμη διαθέτει τεχνητό λιμάνι, το οποίο κατασκευάστηκε την περίοδο 1886-1900, για την εξυπηρέτηση του εμπορικού στόλου και των ακτοπλοϊκών συνδέσεων. Μετά την κατασκευή αμαξιτού δρόμου στα μέσα του 20ού αιώνα, οι περισσότερες ακτοπλοϊκές συνδέσεις διακόπηκαν (πχ. με τον Πειραιά το 1960), και διατηρήθηκε μόνο η ακτοπλοϊκή σύνδεση με τη Σκύρο. Το 2004 συνδέθηκε ακτοπλοϊκά με Λήμνο, Σαμοθράκη και Νέα Μουδανιά.[44] Η Κύμη διαθέτει μεγάλο αλιευτικό στόλο.[45]
Το 1964 ιδρύθηκε με το ΦΕΚ 87/Α/1964 το Γενικό Νοσοκομείο Κύμης, το οποίο εγκαινιάστηκε το 1980. Διαθέτει 40 κλίνες, με κλίνες για αιμοκάθαρση και δυνατότητα χειρουργικών επεμβάσεων. Λειτουργεί παράλληλα και ως κέντρο υγείας.[46]
Το 1836 ιδρύθηκε στην Κύμη σχολαρχείο. Το πρώτο δημοτικό σχολείο στην Κύμη ιδρύθηκε το 1840 ως οκταθέσιο. Το 1902 κατασκευάστηκε νέο κτίριο από δωρεά του Ανδρέα Συγγρού. Το δεύτερο δημοτικό σχολείο της Κύμης ιδρύθηκε το 1860 ως τετραθέσιο και απέκτησε νέο κτίριο το 1961. Το 1962 δημιουργήθηκε διθέσιο νηπιαγωγείο.[47] Όσον αφορά το 2014, στην Κύμη λειτουργούν δύο νηπιαγωγεία, το ένα ολοήμερο,[48] δύο δημοτικά σχολεία,[49] γυμνάσιο και λύκειο.
Το 1894 λειτούργησε στην Κύμη η πρώτη σχολή εμποροπλοιάρχων, δημιουργημένη από τον Παπαγιώργη Οικονόμου.[17] Το 1955 δημιουργήθηκε στην Κύμη επί υπουργίας στο υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας, του Γεωργίου Βογιατζή, με καταγωγή από την Κύμη, σχολή εμποροπλοιάρχων. Ήταν η τρίτη σχολή εμπορικού ναυτικού που δημιουργήθηκε στην Ελλάδα και συνέβη σε μία φάση που η ελληνική ναυτιλία γνώριζε ραγδαία ανάπτυξη και είχε ανάγκη από έμψυχο δυναμικό. Οι πρώτοι σπουδαστές εισήλθαν το 1956 και το κτίριο της σχολής εγκαινιάστηκε το 1958 και συνέχισε να λειτουργεί παρά τις δυσκολίες που προέκυψαν λόγω απόστασης από τα μεγάλα αστικά κέντρα.[50]
Το 1893 ιδρύθηκε ο Γ.Σ. Κύμης, ο οποίος δημιούργησε γυμναστήριο και βιβλιοθήκη.[17] Ο Γυμναστικό Σύλλογος Κύμης ήταν ιδρυτικό μέλος του ΣΕΓΑΣ, αλλά με το πέρασμα των δεκαετιών αδρανοποιήθηκε.[51] Ο σύλλογος ανασυστάθηκε το 2010 από παρέα ερασιτεχνών αθλητών που εξασφάλισαν το καταστατικό του παλαιού συλλόγου από τον τότε κάτοχο του, στον οποίο είχε περάσει από γενιά σε γενιά. Το πρώτο τμήμα που δημιουργήθηκε ήταν αυτό της ανδρικής καλαθοσφαίρισης.[51] Ο σύλλογος παρουσίασε ανοδική πορεία έφτασε να αγωνίζεται στην Α1 το 2016. Η έδρα της ομάδας ήταν το κλειστό γήπεδο «Νίκος Μαρίνος», χωρητικότητας 500 θέσεων, το οποίο όμως κρίθηκε ακατάλληλο για αγώνες της Α1 και η οροφή του κατέρρευσε έπειτα από βαριά χιονόπτωση τον χειμώνα του 2017. Ως προσωρινή έδρα χρησιμοποίησε το Κλειστό Γυμναστήριο Κανήθου «Τάσος Καμπούρης», κοντά στην Χαλκίδα.[52]
Στην Κύμη εδρεύει επίσης ο ποδοσφαιρικός σύλλογος Α.Ο. Κύμης, ο οποίος ιδρύθηκε το 1957.
Στον δρόμο που συνδέει την Κύμη με το Λιμάνι διεξάγεται ο αυτοκινητιστικός αγώνας «Ανάβαση Κύμης», ο οποίος είναι τμήμα του Πανελληνίου Πρωταθλήματος Αναβάσεων & Ιστορικών Αυτοκινήτων 2021.[53]
Κυμαίοι στην καταγωγή τους οι:
Η Κύμη έχει αδελφοποιηθεί με τις πόλεις:
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.