From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Κοππέλια ή Το κορίτσι με μάτια από σμάλτο (γαλλ. Coppélia, ou La fille aux yeux d'émail) είναι ένα κωμικό μπαλέτο παντομίμας σε δύο πράξεις και τρεις σκηνές, σε πρωτότυπη χορογραφία του Αρτύρ Σαιν-Λεόν και μουσική του Λεό Ντελίμπ. Το λιμπρέττο των Σαρλ-Λουί-Ετιέν Νουιττέ και Αρτύρ Σαιν-Λεόν είναι εμπνευσμένο από την πρώτη ιστορία της συλλογής Νυχτερινά του Ε. Τ. Α. Χόφμαν, Ο Ζάντμαν,[1] που δημοσιεύτηκε το 1816. Η παγκόσμια πρεμιέρα δόθηκε στις 25 Μαΐου 1870 στην Όπερα του Παρισιού.
Στην πρώτη παράσταση στην Όπερα του Παρισιού, τα σκηνικά δημιουργήθηκαν από τους Σαρλ Καμπόν, Εντουάρ Ντεπλεσέν και Ζαν Μπατίστ Λαβάστρ, τα κοστούμια από τον Πωλ Λορμιέ. Η Τζουζεππίνα Μποτζάκι χόρεψε τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Σουανίλντα, ενώ η Εζενί Φιόκρ έπαιξε τον ρόλο του Φραντς «en travesti»[2]. Τον Δόκτορα Κοππέλιους ερμήνευσε ο Φρανσουά-Εντουάρ Ντωτύ.
Στις 25 Μαΐου 1870, δόθηκε η παγκόσμια πρεμιέρα παρουσία του Ναπολέοντα Γ΄, σημειώνοντας σημαντική επιτυχία, η οποία επαναλήφθηκε τις επόμενες εβδομάδες. Τον Ιούλιο του ίδιου έτους ξέσπασε ο Γαλλοπρωσικός Πόλεμος. Οι παραστάσεις συνεχίστηκαν μέχρι τον Αύγουστο, όταν έκλεισε η Όπερα του Παρισιού. Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του Παρισιού, η Όπερα είχε σταματήσει να πληρώνει μισθούς στα μέλη του θιάσου και η Τζουζεππίνα Μποτζάκι, εξασθενημένη από την έλλειψη τροφής, αρρώστησε και προσβλήθηκε από ευλογιά. Πέθανε το πρωί των 17ων γενεθλίων της, στις 23 Νοεμβρίου 1870, λίγο μετά το θάνατο του Αρτύρ Σαιν-Λεόν από καρδιακή ανακοπή.[3]
Στη Σκάλα του Μιλάνου το μπαλέτο παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στις 26 Ιανουαρίου 1896. Στη Νέα Υόρκη η πρώτη παράσταση του μπαλέτου έγινε στις 11 Μαΐου 1887, ενώ στο Λονδίνο μόλις στις 14 Μαΐου 1906 στο Empire Theatre. Οι σύγχρονες παραγωγές προέρχονται παραδοσιακά από τη νέα χορογραφία που παρουσίασε ο Μαριούς Πετιπά με το Αυτοκρατορικό Μπαλέτο της Αγίας Πετρούπολης (νυν Μαριίνσκυ) το 1885. Η αναθεώρησή του έχει χρησιμεύσει ως βάση για σχεδόν κάθε εκδοχή που παρουσιάστηκε στη συνέχεια, από πολλούς χορογράφους, όπως ο Ζορζ Μπαλανσίν και η Νινέτ ντε Βαλουά. Ο Μπαλανσίν, που χορογράφησε μια εκδοχή για το Μπαλέτο της Νέας Υόρκης το 1974, είχε πει ότι αν η Ζιζέλ αντιπροσωπεύει τη μεγάλη τραγωδία του μπαλέτου, η Κοππέλια είναι η μεγάλη κωμωδία του.[3] Η αναγέννησή του στο σύγχρονο ρεπερτόριο αναμφίβολα οφείλεται στην έκδοση που υπέγραψε το 1975 ο Ρολάν Πετί, μια έκδοση που αποτυπώνει τέλεια το πνεύμα του μπουλβάρ του πρωτότυπου.
Σε αυτό το μπαλέτο οι αναφορές σε υπερφυσικά πνεύματα, όπως οι συλφίδες και οι νεράιδες, τόσο αγαπητές στον Ρομαντισμό, εξαφανίζονται για να δημιουργηθεί χώρος για τις περιπέτειες, διανθισμένες με χιούμορ, μιας κουρδιστής κούκλας. Ως εκ τούτου, το μπαλέτο αντιπροσωπεύει μια τολμηρή ρήξη με τον θλιβερό και ζοφερό κόσμο που είναι χαρακτηριστικός στα ρομαντικά μπαλέτα όπως η Ζιζέλ ή Η Συλφίδα. Η Κοππέλια είναι μια χαλαρή προσαρμογή του διηγήματος του Χόφμαν, διήγημα που διαπνεόταν από σκοτεινό ρομαντισμό και διηγούταν τον καταστροφικό εμμονικό έρωτα ενός άνδρα, του Ναθαναέλ, με παιδικά τραύματα, ρομαντική ψυχή και ζωηρή φαντασία, για μια κουρδιστή κούκλα και τον παραλογισμό των αλχημιστών δημιουργών της, Κοππέλιους και Σπαλλαντσάνι, να την ζωντανέψουν. Οι λιμπρετίστες του μπαλέτου κράτησαν μόνο το μέρος που αφορά στον έρωτα του Ναθαναέλ με την Ολύμπια, που στο μπαλέτο γίνονται Φραντς και Κοππέλια, ενώ η Κλάρα, η κοπέλα του Ναθαναέλ, γίνεται Σουανίλντα.[3] Η ανάλαφρη και διασκεδαστική εκδοχή του λιμπρέτου της Κοππέλια και ο πρωταγωνιστικός ρόλος που έχουν σε αυτήν την εκδοχή οι κουρδιστές κούκλες, είναι και ο λόγος που πολλές φορές έχει παρουσιαστεί το έργο σε παιδικές παραστάσεις[4] ή έχει εκδοθεί ως παραμύθι.[5]
Ο Τσάρντας (Czardas), ένας ουγγρικός χορός, και η μαζούρκα, ένας πολωνικός χορός, δημοφιλείς χοροί τον 19ο αιώνα, εισήχθησαν για πρώτη φορά στο μπαλέτο. Από τότε, μέρη λαϊκών χορών έγιναν χαρακτηριστικά του κλασικού μπαλέτου.[6]
Το μπαλέτο διαδραματίζεται σε ένα μικρό χωριό της Γαλικίας, μιας αγροτικής περιοχής στα Καρπάθια της κεντρικής Ευρώπης.
Πλατεία ενός χωριού, με δύο σπίτια εκατέρωθεν. Το ένα είναι του Δόκτορα Κοππέλιους, ενός παράξενου χαρακτήρα, ενός παιχνιδοποιού που είναι και λίγο εφευρέτης και λίγο μάγος, και το άλλο είναι της Σουανίλντα, μιας νεαρής κοπέλας, που ζει εκεί με τους γονείς της και είναι η κοπέλα του Φραντς.
Η Σουανίλντα, βγαίνοντας έξω, βλέπει κάτι περίεργο. Στο μπαλκόνι του σπιτιού του Δόκτορα Κοππέλιους υπάρχει μια όμορφη κοπέλα που κάθεται και διαβάζει ένα βιβλίο. Θα μπορούσε να είναι η Κοππέλια, η μυστηριώδης κόρη του γιατρού, που κανείς στο χωριό δεν έχει δει ποτέ. Η Σουανίλντα προσπαθεί μάταια να τραβήξει την προσοχή της, αλλά όταν βλέπει τον Φραντς να εμφανίζεται, κρύβεται για να του κάνει έκπληξη. Μόλις ο Φραντς φτάνει στην πλατεία, την προσοχή του αιχμαλωτίζει η Κοππέλια: ο Φραντς, μαγεμένος, της στέλνει φιλιά. Η Σουανίλντα βγαίνει από την κρυψώνα της και επιτίθεται με ζήλια στον Φραντς.
Εν τω μεταξύ η πλατεία του χωριού γεμίζει, ο δήμαρχος πρέπει να κάνει μια σημαντική ανακοίνωση: ο δούκας του κοντινού κάστρου δώρισε μια νέα καμπάνα για την εκκλησία και την επόμενη μέρα θα οργανωθεί γιορτή προς τιμήν του. Ο Δούκας θα δώσει ένα σακούλι χρυσάφι σε όποιον παντρευτεί την επόμενη μέρα. Η Σουανίλντα χορεύει με τις φίλες της και μετά μαζεύει ένα στάχυ: ένας παλιός θρύλος λέει ότι αν ένα κορίτσι ακούσει το στάρι να αντηχεί στο στέλεχος του σταχιού, σημαίνει ότι η αγάπη του μνηστήρα της είναι αληθινή. Ωστόσο, η Σουανίλντα δεν ακούει τίποτα και πείθεται ότι ο Φραντς δεν την αγαπά. Οι κάτοικοι του χωριού χορεύουν μια μαζούρκα και οι ευγενείς έναν κομψό ουγγαρέζικο παραδοσιακό χορό.
Καθώς σκοτεινιάζει και η πλατεία αδειάζει, ο Κοππέλιους βγαίνει από το σπίτι του και απομακρύνεται, χωρίς να συνειδητοποιεί ότι έχει χάσει το κλειδί του. Η Σουανίλντα και οι έξι φίλες της καταφθάνουν αμέσως μετά, βλέπουν το κλειδί και αποφασίζουν να μπουν στο σπίτι του γιατρού για να μάθουν ποια είναι η Κοππέλια. Μετά από λίγο ο Κοππέλιους επιστρέφει, ανακαλύπτει ότι η πόρτα είναι ανοιχτή και αποφασίζει να στήσει μια παγίδα στους εισβολείς. Στο μεταξύ, ο Φραντς χώνεται κρυφά στο σπίτι από το μπαλκόνι, χρησιμοποιώντας μια σκάλα.
Στο εργαστήριο του Δόκτορα Κοππέλιους επικρατεί σκοτάδι και ατμόσφαιρα μυστηρίου. Σε μια γωνιά υπάρχει μια κουρτίνα, πίσω από την οποία η Σουανίλντα βρίσκει την Κοππέλια, πάντα καθιστή να διαβάζει ένα βιβλίο. Αγγίζοντάς την, η Σουανίλντα ανακαλύπτει ότι η αιτία της ζήλειας της είναι στην πραγματικότητα μια κουρδιστή κούκλα. Όσο η Σουανίλντα πανηγυρίζει από χαρά, οι φίλες της βάζουν σε λειτουργία όλες τις μηχανικές κούκλες στο εργαστήριο, αλλά εκείνη τη στιγμή ο Κοππέλιους μπαίνει στο δωμάτιο και κυνηγάει τα κορίτσια. Μόνο η Σουανίλντα μένει, κρυμμένη πίσω από την κουρτίνα, έχοντας πάρει τη θέση της Κοππέλια. Εκείνη τη στιγμή ο Φραντς μπαίνει από το παράθυρο και ανακοινώνει στον Κοππέλιους τον έρωτά του για την κόρη του. Ο μάγος αρχικά προσπαθεί να τον διώξει, αλλά μετά αλλάζει γνώμη και του προσφέρει ένα ποτήρι κρασί που περιέχει υπνωτικό. Ο Φραντς αποκοιμιέται και ο Κοππέλιους φέρνει την κούκλα δίπλα του (στην πραγματικότητα είναι τώρα η Σουανίλντα) ελπίζοντας να μπορέσει, μέσω της τέχνης της μαγείας, να μεταφέρει τη ζωή από το νεαρό άνδρα στην Κοππέλια. Η Σουανίλντα παίζει τον ρόλο της κούκλας και μαγεύει τον Δόκτορα με έναν ισπανικό και έναν σκωτσέζικο χορό. Το κορίτσι στη συνέχεια ξυπνά τον Φραντς, τον ενημερώνει για την εξαπάτηση και μαζί του δραπετεύει από το εργαστήριο. Το μόνο που απομένει στον Κοππέλιους, είναι να σφίγγει απογοητευμένος στην αγκαλιά του την άψυχη κούκλα του.[3]
Στην πλατεία του χωριού έχουν ξεκινήσει οι εορτασμοί για την παράδοση της καμπάνας. Μερικά ζευγάρια παντρεύονται, μεταξύ αυτών και ο Φραντς με τη Σουανίλντα. Το γλέντι συνεχίζεται με διάφορους χορούς.
i. Prélude et Mazurka |
i. Entr'acte et Valse |
i. Introduction |
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.