Δημήτρης Κιτσίκης
Έλληνας ιστορικός From Wikipedia, the free encyclopedia
Remove ads
Ο Δημήτρης Κιτσίκης (Αθήνα, 2 Ιουνίου 1935-28 Αυγούστου 2021) ήταν Έλληνας ιστορικός, τουρκολόγος και διεθνολόγος καθηγητής του Πανεπιστημίου της Οττάβας στον Καναδά από το 1970, μέλος της Καναδικής Ακαδημίας (Royal Society of Canada) από το 1999, με δημοσιευμένη (το 1963) διδακτορική διατριβή του 1962 από τη Σορβόννη των Παρισίων.
![]() |
Το λήμμα πιθανόν να περιλαμβάνει πληροφορίες που αποτελούν πρωτότυπη έρευνα, που δεν έχουν προηγουμένως δημοσιευτεί ή δεν έχουν ελεγχθεί από ειδικούς. |
Remove ads
Remove ads
Βιογραφία
Ο Δημήτρης Κιτσίκης ήταν γιός του Νίκου Κιτσίκη (1887-1978),[1] γεννημένου στο Ναύπλιο, καθηγητή και πρύτανη του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου, κορυφαίου Έλληνα πολιτικού μηχανικού, ο οποίος ήταν επίσης γερουσιαστής και βουλευτής.[2] Ο θείος του, Κωνσταντίνος Κιτσίκης (1893-1969), νεότερος αδελφός του Νικολάου, αρχιτέκτων, ήταν και αυτός καθηγητής στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Ο παππούς του, Δημήτρης Κιτσίκης ο πρεσβύτερος (1850-1898), είχε εγκατασταθεί στην Αθήνα το 1865 από τη Λέσβο και είχε νυμφευθεί την Κασσάνδρα, αδελφή του βουλευτή Δημητρίου Χατσοπούλου, 1844-1913, από το Καρπενήσι.[3] Η μητέρα του, η φεμινίστρια και ελασίτισσα αγωνίστρια κατά της γερμανικής κατοχής, Μπεάτα Κιτσίκη, το γένος Πετυχάκη, καταγόταν από το Ηράκλειο, από πλούσια κρητική οικογένεια και Ελληνο-ιταλούς ορθοδόξους και καθολικούς ευγενείς από την Τεργέστη.[4] Ο πατέρας της, Εμμανουήλ Πετυχάκης, ήταν βιομήχανος στο Κάϊρο της Αιγύπτου και ο πατριός της, ο Αριστείδης Στεργιάδης ήταν ύπατος αρμοστής της Ελλάδας στη Σμύρνη το 1919-1922.[5] Η δεύτερη γυναίκα του Δημήτρη, η Άντα (Αδαμαντία) το γένος Νικολάρου, είναι κόρη αγρότη από τον Μυστρά, και από την οποία απέκτησε δύο παιδιά, τον Άγι και την Κρανάη. Επίσης, ήταν Γάλλος και Καναδός υπήκοος.[6]
Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, στα δώδεκα του χρόνια, εστάλη εσωτερικός σε σχολείο της Γαλλίας, από τον διευθυντή του Γαλλικού Ινστιτούτου Οκτάβιο Μερλιέ,[7] γιατί η μητέρα του, ως κομμουνίστρια, είχε καταδικαστεί σε θάνατο από στρατιωτικό δικαστήριο.[8] Παρέμεινε στο Παρίσι για 23 χρόνια μαζί με τη Βρεταννίδα γυναίκα του, την Άννα Χάμπαρντ (Anne Hubbard), κόρη Άγγλου δικαστή στην αποικιακή Νιγηρία, την οποία νυμφεύτηκε το 1955 στη Σκωτία,[9] και με τα δύο πρώτα του παιδιά, την Τατιάνα και τον Νίκο. Κατά τον ίδιο, απολύθηκε από το γαλλικό πανεπιστήμιο λόγω της καθοριστικής συμμετοχής του ως μαοϊκού στην εξέγερση των Γάλλων φοιτητών του Μάη 1968.[10] Από το 1958, ο Δημήτρης Κιτσίκης ταξίδευε στη Λαϊκή Κίνα όπου έγινε Μαοϊκός.[11] Κατόπιν προσκλήσεως του Πανεπιστημίου της Οττάβας, προβιβάστηκε σε associate professor και αργότερα σε τακτικό καθηγητή και το 1996 σε professor emeritus. Από το 1965 ζει και εργάζεται συνάμα στο Παρίσι, την Οττάβα και την Αθήνα.[12]
Από την παιδική του ηλικία, ο Δημήτρης Κιτσίκης είχε μια ιδέα συμφιλίωσης όχι μόνον των Ελλήνων με τους Τούρκους αλλά και να τους ενώσει σε μία ελληνοτουρκική συνομοσπονδία και να επανιδρύσει με τον τρόπο αυτό, υπό σύγχρονη μορφή, την Οθωμανική Αυτοκρατορία.[13] Ως ορθόδοξος Χριστιανός, μελέτησε την τουρκική θρησκεία του Μπεκτασισμού-Αλεβισμού[14] και επιδίωξε να στήσει γέφυρα με την Ορθοδοξία, για να σχηματιστεί μία βάση μελλοντικής ενώσεως Αγκύρας και Αθηνών. Ο Κιτσίκης πίστευε στη δυνατότητα συνεργασίας διαφόρων θρησκειών, όπως τα μιλλέτια στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, και γι’ αυτό συνεργάστηκε στενά με τους Σιΐτες του Ιράν,[15] τους Εβραίους του Ισραήλ[16] και τους βαϊσνάβους Ινδουϊστές της Ινδίας[17] ενώ πάντοτε συμπαθούσε το κίνημα των Παλαιοημερολογιτών.[18]
Από το 1970, δίδαξε στα πανεπιστήμια της Δύσης την ιστορία της Κίνας και της Τουρκίας, πολιτικές ιδεολογίες και γεωπολιτική.[19] Τα βιβλία του έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες και έχουν δημοσιευτεί για το πρόσωπό του και το έργο του άρθρα στα κινεζικά, στα τουρκικά, στις βαλκανικές γλώσσες, τα γερμανικά, τα γαλλικά, τα αγγλικά, τα ισπανικά, τα πορτογαλικά και τα ρωσικά.[20] Δίδαξε επίσης στα πανεπιστήμια του Μπογάζιτσι (Boğaziçi) στην Κωνσταντινούπολη, του Μπιλκέντ στην Άγκυρα και Γκεντίζ στην Σμύρνη, όπου έγινε ένας από τους στενότερους φίλους και "πνευματικός πατέρας" του προέδρου της Τουρκικής Δημοκρατίας, τον Τουργκούτ Οζάλ.[21] Στην Ελλάδα, υπήρξε εντεταλμένος ερευνών στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών και δίδαξε στο Κολλέγιο Deree, στην Αθήνα.[22]
Ως δημόσιο πρόσωπο στην Ελλάδα, υπήρξε στενός φίλος και σύμβουλος του Κωνσταντίνου Καραμανλή του πρεσβυτέρου, στις δεκαετίες του 1960 και του 1970.[23] Συνέβαλλε τακτικά με άρθρα σε ελληνικά περιοδικά, και από το 1996 εξέδιδε στην Αθήνα το τριμηνιαίο περιοδικό γεωπολιτικής, Ενδιάμεση Περιοχή, από το όνομα του πολιτισμικού μοντέλου που ο ίδιος επινόησε.
Επίσης, ο Δημήτρης Κιτσίκης ο νεότερος, τιμήθηκε το 2008, με την ίδρυση και χρηματοδότηση από τον δήμο Ζωγράφου, Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου και Βιβλιοθήκης "Ίδρυμα Δημήτρη Κιτσίκη".[24]

Remove ads
Φιλοσοφία, σκέψη και επιτεύξεις
Από τη δεκαετία του 1960, ο Δημήτρης Κιτσίκης ήταν αναγνωρισμένος θεωρητικός, πρώτα στην Ελλάδα και μετά στην Τουρκία, της ιδέας της ελληνοτουρκικής συνομοσπονδίας, την οποία προώθησε επηρεάζοντας ηγέτες, πολιτικούς, δημοσιογράφους, καλλιτέχνες και διανοουμένους και στις δύο χώρες.[25] Τα βιβλία του στα τουρκικά είχαν μεγάλη επιτυχία στην γείτονα χώρα και εξυμνήθηκαν από τον ίδιο τον πρωθυπουργό της Τουρκίας, Μεσούτ Γιλμάζ.[26] Κράτησε στενές επαφές με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή τον πρεσβύτερο και τον Τουργκούτ Οζάλ,[27] Τα βιβλία του προκάλεσαν μία από τις μεγαλύτερες θύελλες της ελληνικής ιστοριογραφίας. Συζητήθηκαν με επερώτηση ακόμα και στην ελληνική Βουλή.[28] Στα βιβλία του αμφισβητούνται οι καθιερωμένες ιδέες περί ελληνικής δουλείας επί Τουρκοκρατίας, καθώς και η ιστορικότητα του «κρυφού σχολειού».[29] Αλλά παρά του ότι ο πατέρας του, Νίκος Κιτσίκης, υπήρξε κοινοβουλευτικός άνδρας της Αριστεράς, ο Δημήτρης Κιτσίκης είχε μία απέχθεια προς τον κοινοβουλευτισμό, τον οποίον θεωρούσε τελείως ξένο προς το ελληνικό λαοκρατικό πρότυπο.[30] Οι απόψεις του έχουν χαρακτηριστεί ως μετα-φασιστικές.
Στη Γαλλία, κατά τη μαρτυρία των Ρενουβέν (Pierre Renouvin) και Ντιροζέλ (Jean-Baptiste Duroselle), υπήρξε ο θεμελιωτής, στην Ιστορία των Διεθνών Σχέσεων, του κλάδου της προπαγάνδας και των πιέσεων, ως κρατικού όπλου εξωτερικής πολιτικής.[31] Επίσης, μελέτησε τον ρόλο της τεχνοκρατίας στη διεθνή πολιτική.[32] Θεωρεί πως ανέκαθεν η θρησκεία απετέλεσε ουσιώδες στοιχείο της διεθνούς πολιτικής και γι' αυτό επεδίωξε με συνέδρια και αλλά μέσα να προωθήσει τη συνεργασία μεταξύ των τεσσάρων μεγάλων θρησκειών του Ιουδαϊσμού, του Χριστιανισμού, του Ισλάμ και του Ινδουϊσμού.[33] Οργάνωσε διάλογο της Ορθοδοξίας με τους Σιίτες του Ιράν, τους Ινδουϊστές της Ινδίας και έχει συνεργαστεί με τους Εβραίους του Ισραήλ και τους φονταμενταλιστές Καθολικούς του Κεμπέκ, όπου με πρώην φοιτητές του εξέδωσε στα γαλλικά ένα τριμηνιαίο περιοδικό με τίτλο Ακιλά (Aquila, δηλαδή αετός) με τον δικέφαλο στο εξώφυλλο, με στόχο την προώθηση στους καθολικούς κύκλους του Κεμπέκ (Québec) της βυζαντινής αυτοκρατορικής ιδέας. Παντού και πάντοτε η άποψη περί «πλανητικού ελληνισμού» είναι παρούσα στο έργο του και στη διδασκαλία του.[34] Είναι ένθερμος υποστηρικτής του Τούρκου σούφη ιμάμη Φετουλάχ Γκιουλέν και μέλος της αδελφότητάς του, της Χιζμέτ[35]
Δημιούργησε ένα μοντέλο[36] για τη συστηματική μελέτη των τριών πολιτικών ιδεολογιών του φιλελευθερισμού, του φασισμού και του κομμουνισμού και συνέγραψε πολλές μελέτες για την ιστορία της Κίνας. Ίδρυσε δε τον κλάδο της φωτοϊστορίας.[37] Είναι αναγνωρισμένος ποιητής με έξι ποιητικές συλλογές που έχουν δημοσιευτεί στις Εκδόσεις Pierre Jean Oswald, Naaman, Κέδρος, Εστία και Ακρίτας.[38] Το 1991 έλαβε το πρώτο βραβείο ποίησης Αμπντί Ιπεκτσί (Abdi İpekçi, Τούρκος δημοσιογράφος που δολοφονήθηκε από τρομοκράτες).[39] Μερικά από τα βιβλία του ποιημάτων, τα Omphalos (1977), l’Orocc dans l’âge de Kali (1985), και le Paradis perdu sur les barricades (1989-1993) ανθολογήθηκαν μεταξύ 32 ποιητών του Καναδά[40] στο βιβλίο των H. Bouraoui et J. Flamand. Το ποιητικό του έργο συμπεριελήφθη στο Dictionnaire des citations littéraires de l’Ontario français, depuis 1960, που εξέδωσαν οι M. et P. Karch, το 1996, εκδόσεις L’Interligne, στην Οττάβα.[41] Η ποίησή του χρησιμοποιήθηκε επίσης στα βιβλία της Ελληνίδας ζωγράφου Γεωργίας Καμπάνη[42] (Georgette Kambani).
Ο Κιτσίκης θεωρούσε την ελληνική γλώσσα ως τον ακρογωνιαίο λίθο του πλανητικού πολιτισμού και γι’ αυτό υποστηρίζει ότι είναι μεγάλη τιμή να μπορεί κανείς να γράφει στα ελληνικά. Ισχυριζόταν πως η ελληνική γλώσσα πρέπει να αφαιρεθεί από τα χέρια της στρατιάς των Ελλήνων φιλολόγων που την καταστρέφουν. Υπερασπιζόταν την πολυτονική γραφή και την παραδοσιακή ορθογραφία ως και την ελευθερία να χρησιμοποιεί κανείς οιοδήποτε γλωσσικό ύφος επιθυμεί. Λάθος νοείται γι’ αυτόν, μόνον ό,τι δεν χρησιμοποιήθηκε στην ελληνική γλώσσα από την εποχή του Ομήρου μέχρι σήμερα.[43]
Ήταν ο επινοητής τεσσάρων εννοιών οι οποίες επιδιώκουν να θέσουν σε νέες βάσεις την ιστορία του ελληνοτουρκικού χώρου:
- Ενδιάμεση Περιοχή πολιτισμού, η οποία επεκτείνεται από την Αδριατική θάλασσα μέχρι τον Ινδό ποταμό, μεταξύ της ευροαμερικανικής Δύσεως και της ινδοκινεζικής Ανατολής. Μία δημοσιευμένη γερμανική διδακτορική διατριβή πήρε ως θέμα τη θεωρία αυτή του Κιτσίκη,[44] και η Καναδική Ακαδημία (Royal Society of Canada), αναγνωρίζοντας την πρωτοτυπία της θεωρίας αυτής, εξέλεξε τον Κιτσίκη τακτικό μέλος της, το 1999.[45]
- Ανατολική Παράταξη στην Ελλάδα σε αντίθεση με τη Δυτική Παράταξη, ως δίπολο.[46]
- Ελληνοτουρκισμός ως ιδεολογία και ως πολιτισμική πραγματικότητα για τα τελευταία χίλια χρόνια.[47]
- Μπεκτασική-αλεβηδική προέλευση της Οθωμανικής Δυναστείας, της οποίας ο εξισλαμισμός επεβλήθη από τους Ευρωπαίους μαζί με την εκκοσμίκευση και τη δυτικοποίησή της.[48]
Το 2007 κυκλοφόρησε το βιβλίο του περί Κίνας. Είναι το μόνο βιβλίο σε οιαδήποτε γλώσσα που ασχολείται, όχι απλώς με την αρχαιότητα, αλλά με όλη την πορεία των δύο αυτών πολιτισμών μέχρι σήμερα[εκκρεμεί παραπομπή]. Η μελέτη επικεντρώνεται σε δύο μόνον έννοιες - α) στον πλανητικό ελληνοκινεζικό πολιτισμό και β) στην πολιτική του έκφραση, επί δυόμιση χιλιετίες, την οικουμενική αυτοκρατορία, ως ιδανικό οργανωτικό πρότυπο.[49]
Remove ads
Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου (ΝΠΔΔ) "Ίδρυμα Δημήτρη Κιτσίκη"
Το προεδρικό διάταγμα υπ΄αριθμ. 129, που δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ), αρ. φύλλου 190, της 15ης Σεπτεμβρίου 2008, κατοχυρώνει επισήμως το Ίδρυμα Δημήτρη Κιτσίκη.[50]
Παραπομπές
Βιβλιογραφία
Άρθρα σε περιοδικά
Δείτε επίσης
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
Wikiwand - on
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Remove ads