From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Βικτωρία (γερμανικά: Victoria von Sachsen-Coburg-Saalfeld, 17 Αυγούστου 1786 - 16 Μαρτίου 1861) του Οίκου της Σαξονίας-Κοβούργου-Ζάαλφελντ ήταν πριγκίπισσα της Σαξονίας-Κοβούργου-Ζάαλφελντ, έπειτα πριγκίπισσα του Λάινινγκεν και μετά δούκισσα του Κεντ και του Στράθερν. Ήταν η μητέρα της Βικτωρίας του Ηνωμένου Βασιλείου.
Βικτωρία | |
---|---|
Πριγκίπισσα της Σαξονίας-Κοβούργου-Ζάαλφελντ Πριγκίπισσα του Λάινινγκεν Δούκισσα του Κεντ και του Στράθερν | |
Η Δούκισσα του Κεντ σε πορτραίτο του Ρίτσαρντ Ρόθγουελ (1831). | |
Γέννηση | 17 Αυγούστου 1786 Κοβούργο, Σαξονία-Κόμπουργκ-Ζάαλφελντ |
Θάνατος | 16 Μαρτίου 1861 (74 ετών) Οικία Φρόγκμορ, Ουίνσδορ |
Τόπος ταφής | 25 Μαρτίου 1861 Παρεκκλήσι του Αγίου Γεωργίου, Κάστρο του Ουίνδσορ 1 Αυγούστου 1861 Μαυσωλείο Δούκισσας του Κεντ, Φρόγκμορ, Μπέρκσιρ |
Σύζυγος | Έμιχ Κάρολος του Λάινινγκεν (1803-1814) Εδουάρδος, Δούκας του Κεντ & Στράθερν (1818-1820) |
Επίγονοι | Κάρολος Θεοδώρα Βικτωρία |
Πλήρες όνομα | |
Μαρία Λουίζα Βικτωρία Γερμανικά: Marie Luise Viktoria | |
Οίκος | Σαξονίας-Κόμπουργκ-Ζάαλφελντ (από την γέννηση) Λάινινγκεν (από τον γάμο) Αννοβέρου (από τον γάμο) |
Πατέρας | Φραγκίσκος της Σαξονίας-Κοβούργου-Ζάαλφελντ |
Μητέρα | Αυγούστα Ρόις του Έμπερσντορφ |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Η Μαρία Λουίζα Βικτωρία γεννήθηκε στις 17 Αυγούστου 1786 στο Κοβούργο της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ήταν η τέταρτη κόρη και το έβδομο παιδί του Φραγκίσκου της Σαξονίας-Κοβούργου-Ζάαλφελντ και της Αυγούστας, κόρης του Ερρίκου ΚΔ΄ του Ρόυς-Έμπερσντορφ.
Αδέλφια της ήταν ο Ερνέστος Α΄ της Σαξονίας-Κοβούργου & Γκότα, ο Φερδινάνδος, ιδρυτής του κλάδου του Κοχάρυ, και ο Λεοπόλδος Α΄, ιδρυτής του βελγικού βασιλείου. Αδελφές της ήταν Σοφία, Κόμισσα του Μένσντορφ-Πουιγύ, η Αντωνία, Δούκισσα της Βυρτεμβέργης, και η Ιουλιανή (μετέπειτα Άννα Φεοντόροβνα), Μεγάλη Δούκισσα της Ρωσίας.
Η Βικτωρία παντρεύτηκε στις 21 Δεκεμβρίου 1803 στο Κοβούργο τον Έμιχ Κάρολο, 2ο Πρίγκιπα του Λάινινγκεν. Απέκτησαν δύο τέκνα:
Μέσω αυτού του γάμου είναι πρόγονος διαφόρων βασιλέων της Ευρώπης, όπως του Κάρολου ΙΣΤ΄ Γουσταύου της Σουηδίας, του Φίλιππου ΣΤ΄ της Ισπανίας και του Κωνσταντίνου Β΄ της Ελλάδας.
Μετά το τέλος του πρώτου συζύγου της, υπήρξε επίτροπος του πριγκιπάτου του Λάινινγκεν έως την ενηλικίωση του γιου της.
Ο θάνατος το 1817 της Καρλόττας, Πριγκίπισσας της Ουαλίας, μοναδικής (νόμιμης) κόρης του Γεωργίου, Πρίγκιπα της Ουαλίας (μελλοντικού Γεωργίου Δ΄) και συζύγου του αδελφού της Βικτωρίας, Λεοπόλδου, χωρίς να αφήσει απογόνους προκάλεσε μία κρίση διαδοχής, ενώ τρεις από τους θείους της Καρλόττας, οι γιοι του Γεωργίου Γ΄ του Ηνωμένου Βασιλείου, ήταν έτοιμοι να νυμφευτούν. Ένας από αυτούς, ο Εδουάρδος, Δούκας του Κεντ & του Στράθερν, έκανε πρόταση γάμου στη Βικτωρία και αυτή δέχτηκε.
Το ζευγάρι παντρεύτηκε στις 29 Μαΐου 1818 στο Άμορμπαχ και πάλι στις 11 Ιουλίου 1818 στο Παλάτι Κιού,[1] όπου η δεύτερη τελετή ήταν κοινή, στην οποία ο αδελφός του Εδουάρδου, ο Γουλιέλμος, Δούκας του Κλάρενς (αργότερα Γουλιέλμος Δ΄), νυμφεύτηκε την Αδελαΐδα της Σαξονίας-Μάινινγκεν. Η οικογένεια του Εδουάρδου δεν αποδέχθηκε ποτέ τη Βικτωρία. Λίγο μετά τον γάμο, το ζεύγος μετακόμισε στη Γερμανία, όπου το κόστος ζωής θα ήταν μικρότερο. Λίγο αργότερα, η Βικτωρία έμεινε έγκυος και ο Δούκας και η Δούκισσα, αποφασισμένοι να γεννήσουν το παιδί τους στην Αγγλία, επέστρεψαν στο Ντόβερ στις 23 Απριλίου 1819 μαζί με τα δύο παιδιά της Βικτωρίας και μετακόμισαν στο Παλάτι του Κένσινγκτον, όπου σύντομα γεννήθηκε η κόρη τους:
Στην προσπάθειά τους να ζήσουν χωρίς πολλά έξοδα, ώστε να αποπληρώσουν τα χρέη του Εδουάρδου, μετακόμισαν στην Αγροικία Γούλμπρουκ στο Σίντμουθ του Ντέβον.
Το 1820 ο σύζυγός της πέθανε από πνευμονία, έξι ημέρες πριν τον γηραιό πατέρα του. Παρότι η Βικτωρία θα μπορούσε να επιστρέψει στην πατρίδα της, όπου είχε κατοικία και τη δυνατότητα να ζει με οικονομία, καθώς δεν μιλούσε αγγλικά, παρέμεινε στη Βρετανία διότι η διαδοχή του αγγλικού θρόνου δεν ήταν εξασφαλισμένη. Ο νέος βασιλιάς, Γεώργιος Δ΄, δεν είχε νόμιμα επιζώντα τέκνα και, όπως και ο διάδοχος και αδελφός του, Φρειδερίκος, Δούκας της Υόρκης, ήταν αποξενωμένος από τη σύζυγό του. Ο τρίτος αδελφός, Γουλιέλμος, Δούκας του Κλάρενς, δεν είχε επιζώντα τέκνα, συνεπώς η μικρή Βικτωρία βρισκόταν τρίτη στη σειρά διαδοχής. Έτσι, η Δούκισσα του Κεντ αποφάσισε να μείνει στο Ηνωμένο Βασίλειο και να προωθήσει τη διαδοχή της κόρης της. Προσπάθησε να εξοφλήσει τα χρέη που της άφησε ο Εδουάρδος μέσω της οικονομικής στήριξης από το Κοινοβούλιο, αλλά δεν έλαβε βοήθεια.
Ζούσε στο Παλάτι του Κένσινγκτον μαζί με άλλα μέλη της βασιλικής οικογένειας που δεν είχαν σημαντικούς πόρους. Τη χρηματοδοτούσε κυρίως ο αδελφός της, Λεοπόλδος, που δεν είχε χάσει το σημαντικό ετήσιο επίδομα που έλαβε όταν παντρεύτηκε την Πριγκίπισσα της Ουαλίας. Η οικονομική κατάσταση της Βικτωρίας άλλαξε με την ανάρρηση του νέου βασιλιά, Γουλιέλμου Δ΄, στο θρόνο το 1831. Η πριγκίπισσα Βικτωρία ήταν πλέον η διάδοχος και το Κοινοβούλιο της παραχώρησε ετήσιο επίδομα έχοντας ακυρώσει το επίδομα του Λεοπόλδου που ήταν πλέον βασιλιάς του Βελγίου.
Η Δούκισσα του Κεντ είχε κρατήσει τον Τζον Κόνροϋ, πρώην γραμματέα του συζύγου της, ως διαχειριστή των οικονομικών της. Ο Κόνροϋ είχε απόλυτη επιρροή στη Δούκισσα, γεγονός που της επεσήμαναν άλλα μέλη της βασιλικής οικογένειας χωρίς αποτέλεσμα. Ο Κόνροϋ και η Δούκισσα επέβαλαν το αυστηρό "σύστημα Κένσινγκτον" στη μικρή Βικτωρία, το οποίο επέβαλε την απομόνωσή της από άλλα παιδιά (με εξαίρεση την ετεροθαλή αδελφή της και την κόρη του Κόνροϋ, Βικτουάρ) και τη βασιλική Αυλή και τη συνεχή επίβλεψή της από τη μητέρα της, τον προσωπικό της δάσκαλο ή τις γκουβερνάντες της. Ακόμη, προόριζε τη μητέρα της στη θέση της αντιβασίλισσας και του Κόνροϋ σε εκείνη του προσωπικού γραμματέα της βασίλισσας, σε περίπτωση που η Βικτωρία ανέβαινε στο θρόνο ως ανήλικη. Ο βασιλιάς Γουλιέλμος και η βασίλισσα Αδελαΐδα αγαπούσαν πολύ τη νεαρή Πριγκίπισσα, αλλά η συμπεριφορά της Δούκισσας του Κεντ δεν επέτρεπε τη δημιουργία στενού οικογενειακού δεσμού.
Το 1837 λίγο μετά τα 18 γενέθλιά της, η πριγκίπισσα Βικτωρία του Κεντ διαδέχθηκε το θείο της στο θρόνο. Μία από τις πρώτες ενέργειές της ήταν να απομακρύνει τον Κόνροϋ που αντιπαθούσε σφοδρά, ο οποίος παρέμεινε διαχειριστής του νοικοκυριού της μητέρας της. Η Δούκισσα του Κεντ επίσης απομακρύνθηκε από την κόρη της και αναγκάστηκε να μένει σε ξεχωριστά διαμερίσματα στα Ανάκτορα του Μπάκιγχαμ, καθώς τα ήθη της εποχής επέβαλαν τη συγκατοίκησή τους όσο η βασίλισσα Βικτωρία παρέμενε ανύπαντρη. Η καταπιεστική συμπεριφορά της Δούκισσας προς την κόρη της δημιούργησε ρήγμα στις σχέσεις τους που ήταν πλέον περισσότερο τυπικές.
Ήδη από το 1821 είχε ήδη προταθεί ο γάμος μεταξύ της πριγκίπισσας Βικτωρίας και του πρώτου εξαδέλφου της, Αλβέρτου της Σαξονίας-Κοβούργου & Γκότα. Ο Αλβέρτος ήταν ο δευτερότοκος γιός του αδελφού της δούκισσας Βικτωρίας, Ερνέστου, και το 1836 ο έτερος αδελφός της, Λεοπόλδος του Βελγίου, κανόνισε τη συνάντηση των ξαδελφών παρουσία της Δούκισσας. Η ένωση αυτή δεν ήταν αποδεκτή από το βασιλιά Γουλιέλμο που αντιπαθούσε τον Οίκο των Κοβούργων, όμως η πριγκίπισσα Βικτωρία είχε συμπαθήσει τον Αλβέρτο, και η επόμενη συνάντησή τους το 1839 έφερε τον αρραβώνα τους. Παντρεύτηκαν το Φεβρουάριο το 1840 και η δούκισσα Βικτωρία εξορίστηκε από το παλάτι και μετακόμισε στην Οικία Ιντζέστρ στην πλατεία Μπέλγκρεηβ στο κέντρο του Λονδίνου. Το Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς, η θεία της βασίλισσας Βικτωρίας, Αυγούστα, πέθανε και η Βασίλισσα έδωσε τις κατοικίες της (Οικία Κλάρενς, Οικία Φρόγκμορ) στη μητέρα της.
Με την επιρροή του πρίγκιπα Αλβέρτου στη βασίλισσα Βικτωρία, οι σχέσεις μεταξύ μητέρας και κόρης βελτιώθηκαν. Σημαντική ήταν και η απόλυση της γκουβερνάντας της Βικτωρίας, Βαρόνης φον Λέζεν, μετά από την επιμονή του Αλβέρτου. Η Βαρόνη αντιπαθούσε τη Δούκισσα και τον Κόνροϋ και μετέδιδε φήμες εναντίον τους· η απομάκρυνσή της αύξησε την επιρροή του Αλβέρτου στη Βικτωρία, ενώ ο εξορισμός του Κόνροϋ στην ηπειρωτική Ευρώπη είχε συνεισφέρει στη βελτίωση της κατάστασης. Η γέννηση του πρώτου παιδιού της Βασίλισσας, Βικτωρίας, Βασιλικής Πριγκίπισσας, το Νοέμβριο του 1840 έφερε τη δούκισσα Βικτωρία στον ενδότερο κύκλο της κόρης της, ενώ έγινε μία από τους αναδόχους στη βάπτιση της μικρής πριγκίπισσας το 1841. Έγινε ακόμη ανάδοχος του τελευταίου παιδιού της κόρης της, Βεατρίκης, ενώ εκπροσώπησε τις αναδόχους των προηγούμενων εγγονών της.
Όταν ο Κόνροϋ πέθανε το 1854, έχοντας επιστρέψει στη Βρετανία με τον τίτλο του βαρονέτου, η Δούκισσα πείσθηκε να ανοίξει τα αρχεία της οικονομικής διαχείρισης του νοικοκυριού της και διαπίστωσε τη ζημιά που είχε προκαλέσει ο τέως σύμβουλός της. Με τη βοήθεια των συμβούλων της Βασίλισσας, τα οικονομικά της Δούκισσας βελτιώθηκαν μετά από την πολυετή κατασπατάλησή τους από τον Κόνροϋ.
Το 1856 ο γιος της, Κάρολος, 3ος Πρίγκιπας του Λάινινγκεν, πέθανε από αποπληξία σε ηλικία 52 ετών, αφήνοντας πίσω τη σύζυγό του και δύο γιους.
Στις αρχές του 1861 η Δούκισσα του Κεντ ασθένησε και η κόρη της βρισκόταν στο πλευρό της, ενώ μεγάλη ανακούφιση της προσέφερε και η δεύτερη εγγονή της, Αλίκη, που τη φρόντιζε και της έπαιζε πιάνο. Απεβίωσε στις 16 Μαρτίου 1861 στην Οικία Φρόγκμορ σε ηλικία 74 ετών.
Τάφηκε στο Παρεκκλήσιο του Αγίου Γεωργίου στο Κάστρο του Ουίνδσορ και την 1η Αυγούστου 1861 μεταφέρθηκε στο Μαυσωλείο της Δούκισσας του Κεντ, στο Φρόγκμορ. Η κόρη της και ο σύζυγός της, Αλβέρτος, αφιέρωσαν ένα παράθυρο στο Βασιλικό Παρεκκλήσιο των Αγίων Πάντων στο Μεγάλο Πάρκο του Ουίνδσορ στη μνήμη της.[2]
Η βασίλισσα Βικτωρία επηρεάστηκε πολύ από το τέλος της μητέρας της. Ήταν η αρχή ενός καταστροφικού έτους, το οποίο θα τελείωνε με το πρόωρο τέλος του Αλβέρτου εννέα μήνες αργότερα.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.