Νόσος του Κρον
φλεγμονώδης νόσος του εντέρου / From Wikipedia, the free encyclopedia
Η νόσος του Κρον ή κοκκιωματώδης κολίτιδα ή τοπική εντερίτιδα είναι μια φλεγμονώδης νόσος του εντέρου άγνωστης αιτιολογίας, η οποία προκαλεί φλεγμονή του βλεννογόνου και αφορά σε όλο το τοίχωμα του εντέρου αλλοιώσεις, οδηγώντας σε απειλητικές για τη ζωή επιπλοκές. Ονομάσθηκε έτσι προς τιμή του Νεοϋορκέζου ιατρού Μπάριλ Κρον (Burrill Crohn), ο οποίος παρουσίασε το 1932 μαζί με τους συνεργάτες του μια σειρά ασθενών με αυτήν την πάθηση. Μπορεί να επηρεάσει οποιοδήποτε μέρος του γαστρεντερικού σωλήνα από το στόμα ως τον πρωκτό, προκαλώντας μια ευρεία ποικιλία συμπτωμάτων. Προκαλεί κυρίως κοιλιακό άλγος, διάρροια (η οποία μπορεί να είναι αιματηρή), ναυτία, τάση προς έμμετο, απώλεια βάρους, κόπωση, αδυναμία. Επιπλέον μπορεί να προκαλέσει επιπλοκές εκτός του γαστρεντερικού σωλήνα (εξωεντερικές εκδηλώσεις), όπως εξανθήματα στο δέρμα, αρθρίτιδα, ιριδοκυκλίτιδα (φλεγμονή στον οφθαλμό), κόπωση και έλλειψη συγκέντρωσης. Η νόσος του Κρον προκαλείται από αλληλεπιδράσεις μεταξύ περιβαλλοντικών, ανοσολογικών και βακτηριακών παραγόντων σε γενετικά ευαίσθητα άτομα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα μια χρόνια φλεγμονώδη διαταραχή, στην οποία το ανοσοποιητικό σύστημα του σώματος επιτίθεται στο γαστρεντερικό σωλήνα.[2][3]