From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Νέστορ Ιβάνοβιτς Μαχνό (Не́стор Іва́нович Махно́, 7 Νοεμβρίου 1888 - 6 Ιουλίου 1934), γνωστός και ως «Μπάτκο Μαχνό», δηλ. πατερούλης Μαχνό (από το батько, υποκοριστικό του πατέρας), ήταν Ουκρανός επαναστάτης, αναρχοκομμουνιστής, Αταμάνος και διοικητής ενός ανεξάρτητου στρατού χωρικών στην Ουκρανία κατά τη διάρκεια του Ρωσικού Εμφυλίου Πολέμου του 1917-1922.
Νέστορ Μαχνό | |
---|---|
Διοικητής του Επαναστατικού Εξεγερσιακού Στρατού της Ουκρανίας | |
Διοικητής της Ελεύθερης Περιοχής της Ουκρανίας | |
Προσωπικά στοιχεία | |
Γέννηση | 7 Νοεμβρίου 1888, Χουλιαϊπόλε, Ρωσική Αυτοκρατορία |
Θάνατος | 6 Ιουλίου 1934 (45 ετών) Παρίσι, Τρίτη Γαλλική Δημοκρατία |
Εθνότητα | Ουκρανός |
Υπηκοότητα | Λαϊκή Δημοκρατία της Ουκρανίας και Ρωσική Αυτοκρατορία |
Πολιτικό κόμμα | Κανένα (Αναρχοκομμουνιστής) |
Σύζυγος | Αγκάφια "Γκαλίνα" Αντρέγεβνα Κουζμένκο |
Παιδιά | Γιελένα |
Κατοικία | Ελεύθερη Περιοχή Ουκρανίας(Ντονέτσκ,Ζαπορίζια), Ουκρανία |
Επάγγελμα | Επαναστάτης,Ζωγράφος, Συγγραφέας, Ποιητής, Αγρότης |
Θρήσκευμα | Καμία (Άθεος) |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ως διοικητής στρατού στην Ουκρανία, που πιο συχνά αναφέρεται ως Μαχνοβτσίνα (το κίνημα του Μαχνό) ή μερικές φορές Ελεύθερη Περιοχή, ο Μαχνό οδήγησε ένα στρατό ανταρτών κατά τη διάρκεια του Ρωσικού Εμφύλιου Πολέμου. Ο Μαχνό ήταν σύμμαχος του Κόκκινου στρατού και πολέμησε εναντίον Ουκρανών εθνικιστών, δυνάμεων Γερμανίας και της Αυστροουγγαρίας, τη Δημοκρατία του Χέτμαν, τον Λευκό Στρατό, μικρότερες δυνάμεις υπό την ηγεσία των Ουκρανών Αταμάνων ενώ κατέστειλε τη φιλογερμανική μειονότητα των Μεννονιτών.
Τον Νοέμβριο του 1920 οι Μπολσεβίκοι τελικά επιτέθηκαν εναντίον του Μαχνό. Αφού διέφυγε εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, όπου συμμετείχε σε αναρχική ομάδα και απεβίωσε το 1934.
Γεννήθηκε σε φτωχή οικογένεια αγροτών στο Χουλιαϊπόλε, στο Κυβερνείο του Εκατερίνοσλαβ της Ρωσικής Αυτοκρατορίας (σημερινή περιφέρεια Ζαπορίζιας, Ουκρανία). Ήταν ο νεότερος από πέντε παιδιά. Τα αρχεία της εκκλησίας δείχνουν ημερομηνία βάφτισης την 27 Οκτώβρη 1888, όμως οι γονείς του Νέστορ Μαχνό καταχώρησαν ως χρονολογία γέννησής του το 1889 ώστε να αναβάλουν τη στρατολόγηση του.
Ο πατέρας του πέθανε όταν ήταν δέκα μηνών και λόγω της ακραίας φτώχειας δούλεψε ως βοσκός σε ηλικία επτά ετών.[1] Στα οκτώ του χρόνια, τον χειμώνα πήγαινε στο δημοτικό σχολείο του Χουλιαϊπόλε και κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού εργαζόταν για τοπικούς γαιοκτήμονες. Εγκατέλειψε το σχολείο στην ηλικία των δώδεκα ετών και εργαζόταν ως εργάτης γης σε κτήματα ευγενών και σε γεωργικές επιχειρήσεις Μεννονιτών αγροτών.
Στα δεκαεπτά του χρόνια εργάστηκε στο Χιουλάι-Πόλιε ως μαθητευόμενος ζωγράφος, ενώ στη συνέχεια ως εργάτης σε τοπικό χυτήριο σιδήρου. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ασχολήθηκε με την πολιτική επαναστατικών ομάδων. Η συμμετοχή του προέκυψε βάση των εμπειριών του από την αδικία στην εργασία καθώς και την τρομοκρατία του τσαρικού καθεστώτος στη διάρκεια της επανάστασης του 1905. Το 1906 ο Μαχνό προσχώρησε στην αναρχική οργάνωση του Χιουλάι-Πόλιε. Συνελήφθη το 1906 και αθωώθηκε ενώ συνελήφθη ξανά το 1907, αλλά δεν μπόρεσαν να τον κατηγορήσουν και οι κατηγορίες αποσύρθηκαν.[2]
To 1908 συνελήφθη πάλι για τη δολοφονία ενός αστυνομικού και αυτή τη φορά καταδικάστηκε σε θάνατο δι' απαγχονισμού. Η ποινή του μετατράπηκε σε ισόβια κάθειρξη στη φυλακή Butyrskaya στη Μόσχα όπου γνώρισε τον αναρχικό Πιοτρ Αρσίνοφ και έγιναν φίλοι. Αφέθηκε ελεύθερος -όπως όλοι οι πολιτικοί κρατούμενοι-[3] μετά την επανάσταση του Φεβρουαρίου του 1917 και επέστρεψε στο Χουλιαϊπόλε.[1]
Επέστρεψε στη γενέτειρα του το 1917 και εκεί οργάνωσε με αναρχικό τρόπο, το κίνημα των αγροτών που ζητούσαν άμεση διαχείριση της γης που καλλιεργούσαν.[4] Εκλέχθηκε πρόεδρος ένωσης εργατών γης και τον Αύγουστο του 1917 ως πρόεδρος του Σοβιέτ της περιοχής του δημιούργησε ένοπλη ομάδα χωρικών με στόχο την απαλλοτρίωση της γης, η οποία πραγματοποιήθηκε τον Σεπτέμβρη του 1917. Οι κοινότητες που δημιουργήθηκαν λειτούργησαν ικανοποιητικά. Ο Μάχνο διέδωσε τις αναρχικές ιδέες και επεδίωξε τη συνεργασία με σοσιαλεπαναστάτες. Οι Μπολσεβίκοι στη περιοχή του παρακολουθούσαν την αύξηση της δύναμης του αλλά τον ανέχτηκαν καθώς είχαν κοινούς εχθρούς.[5]
Το 1918 οι μπολσεβίκοι, με την υπογραφή της Συνθήκη του Μπρεστ - Λιτόφσκ, παρέδωσαν την Ουκρανία στους Γερμανοαυστριακούς προκαλώντας την έντονη απογοήτευση του Μάχνο[6] Ακολούθησε η εισβολή του στρατού των Κεντρικών δυνάμεων στην περιοχή της δράσης του και ο Μαχνό απέφυγε τη σύλληψη από τις δυνάμεις κατοχής καταφεύγοντας στη Μόσχα τον Ιούνιο του 1918, όπου συναντήθηκε με τον Λένιν -ο οποίος προσφέρθηκε να τον βοηθήσει να γυρίσει στη περιοχή του-, τον Γιάκοβ Σβερντλόφ, τον Κροπότκιν καθώς και άλλους αναρχικούς[4]. Εφοδιασμένος με πλαστό διαβατήριο από τους Μπολσεβίκους γύρισε και βρήκε καμένο το σπίτι της μητέρας του καθώς τον ανάπηρο από τον πόλεμο αδερφό του εκτελεσμένο.[7] Ξεκίνησε να οργανώνει το αγροτικό στρατιωτικό κίνημα γνωστό ως Μαχνοβτσίνα ως αντάρτικη ομάδα κατά των Γερμανοαυστριακών.[1] Οι αναρχικοί είχανε βρει από τα αρχεία της αστυνομίας που είχαν κατασχεθεί διπλούς πράκτορες ανάμεσα τους και η θέση του Μάχνο ήταν να τους εκτελέσουν.[8]
Ο Μαχνό από τον Νοέμβριο του 1918 λειτουργούσε ως ντε φάκτο σύμμαχος των Μπολσεβίκων[9] αν και από τότε θεωρούσε τους Μπολσεβίκους ως ανίκανους να καθοδηγήσουν την επανάσταση[10]. Ο στρατός του Μαχνό και του Νικηφόρ Γκριγκόριεφ ήταν το κύριο τμήμα του στρατού των Μπολσεβίκων που επιτέθηκε στο Κιέβο στα τέλη του 1918, υπό τον Βλαντίμιρ Αντόνοφ-Οβσέγενκο[11].
Υπό την ονομαστική αρχηγία του Πάβελ Ντιμπένκο, ενώθηκαν οι δυνάμεις των Νικηφόρ Γκριγκόριεφ, Μαχνό και Ντιμπένκο σε χαλαρή οργάνωση στις αρχές του 1919.[12] Από τις μεγαλύτερες συνεισφορές του Μαχνό στις δυνάμεις του Κόκκινου Στρατού, ήταν η συμβολή του στην προσχώρηση του αταμάνου Νικηφόρ Γκριγκόριεφ στη πλευρά των Σοβιετικών στις αρχές του 1919, ο οποίος τελικά εκτελέστηκε από τις δυνάμεις του Μαχνό τον Ιούλη του 1919.[13] Μετά την εκτέλεση του Γκριγκόριεφ, ο Μαχνό έφτασε να διοικεί 100.000 βετεράνους αξιόμαχους στρατιώτες ενώ πολλοί λιποτάκτες του Κόκκινου στρατού εντάχθηκαν στις τάξεις του. Παρόλο όμως που η μονάδα του Μαχνό λόγω των νικών της είχε τιμηθεί με το Κόκκινο Λάβαρο και είχε γίνει ανεξάρτητη μεραρχία του Κόκκινου στρατού[14] το καλοκαίρι του 1919, κατηγορήθηκε για υπονόμευση των Σοβιετικών αρχών και διακόπηκε η συνεργασία κατόπιν εντολής του Λένιν και του Τρότσκι, παρά την υποστήριξη του Αντόνοφ-Οβσέγενκο που καθαιρέθηκε. Ο Τρότσκι αποφάσισε να σταματήσει η συνεργασία γιατί οι αναρχικές ιδέες γίνονταν δημοφιλείς στο σοβιετικό στρατό και επειδή οι αναρχικοί δεν κατάφεραν να κρατήσουν τη γραμμή του δυτικού μετώπου.
Ο Μαχνό συνέχισε τις επιθέσεις εναντίον του στρατού του Αντόν Ντενίκιν, που εντυπωσίασαν τους αξιωματικούς του Λευκού Στρατού.[15] Έδωσε σημαντική και αυτόκλητη βοήθεια στους μπολσεβίκους όταν πολεμούσαν εναντίον του Αντόν Ντενίκιν στο Κιέβο στα τέλη του 1919.[16]
Το καλοκαίρι του 1920 η συνεργασία του στρατού του Μαχνό και των μπολσεβίκων συνεχίστηκε εναντίον του στρατηγού Πιότρ Βράνγκελ στην Κριμαία, αλλά μετά την επιτυχή απώθηση του, η Μαχνοβτσίνα κηρύχθηκε πάλι παράνομη.
Οι μπολσεβίκοι εδραιώθηκαν το φθινόπωρο του 1920 στην κεντρική Ρωσία και μπόρεσαν να ελέγξουν και την Ουκρανία, έτσι με αφορμή τη μη προσβολή των δυνάμεων του Πιότρ Βράνγκελ από τις δυνάμεις του Μαχνό[17] ζήτησαν να ενταχθεί η Μαχνοβτσίνα στον Κόκκινο Στρατό, κάτι που δεν έγινε αποδεκτό με αποτέλεσμα η συμμαχία να λήξει οριστικά το φθινόπωρο του 1920[18] και οι δυο στρατοί να συγκρουστούν καθώς ξεκίνησαν εκκαθαρίσεις εναντίον των Μαχνοβιτών από την Τσεκά.[19]
Τους επόμενους μήνες και έπειτα από διαδοχικές μάχες που έδωσε με τις Σοβιετικές δυνάμεις, ο Μαχνό τραυματίστηκε και κατέφυγε στη Ρουμανία και από εκεί στη Πολωνία όπου συνελήφθη κατηγορούμενος για συμμετοχή σε φιλοσοβιετικές ενέργειες γεγονός που αρνήθηκε[20] ενώ στο Γκντανσκ τον συνέλαβαν οι Γερμανικές αρχές κατηγορώντας του για τις διώξεις στους Γερμανικής καταγωγής πολίτες, φυλακίστηκε αλλά κατάφερε να αποδράσει.[21]
Το πρόγραμμα του Μαχνό, επηρεασμένο από τους αναρχικούς και τους σοσιαλεπαναστάτες ήταν να υπάρχουν "ελεύθερα Σοβιέτ", όπου οι συμμετέχοντες θα μπορούσαν να εκλέγουν οι ίδιοι τους αντιπροσώπους τους, σε συνδιάσκεψη του Σοβιέτ της περιοχής του αποφασίστηκε η απόρριψη της δικτατορίας του ενός κόμματος όπως στόχευαν οι μπολσεβίκοι, η κολλεκτοβιοποιήση εδαφών και επιχειρήσεων καθώς και η δημιουργία συνεταιρισμών. Τα πολιτικά κόμματα απαγορεύτηκαν και σε αντίθεση με τους μπολσεβίκους, η Μαχνοβτσίνα ισχυρίστηκε ότι άφησε τους εργάτες να είναι αυτόνομοι δηλαδή να λειτουργούν χωρίς την καθοδήγηση κάποιου κόμματος. Όπως έγραφαν σε προκήρυξη τους: «Οι Μαχνοβίτες δεν μπορούν παρά να δώσουν συμβουλή και βοήθεια...Σε καμία περίπτωση δεν θα κυβερνήσουν, ούτε επιθυμούν κάτι τέτοιο.»[22]Στις περιοχές που έλεγχε ο στρατός του Μαχνό, γίνανε προσπάθειες για τερματιστεί ο καπιταλισμός, δημιουργήθηκαν συνελεύσεις, η γη από τους γαιοκτήμονες να περάσει στα χέρια των πολλών, ενώ έγιναν προσπάθειες να δημιουργηθεί εκπαιδευτικό σύστημα σύμφωνα με τις αρχές του ελευθεριακού παιδαγωγού Φρανσίσκο Φερέρ.[23] Επέτρεψε την ελευθερία του Τύπου, αλλά όχι των πολιτικών οργανώσεων.[24]
Ο Μαχνό αποθάρρυνε την ομάδα του από το να κατάσχει αγαθά από τους χωρικούς και για αυτό το λόγο είχε τη φήμη του λιγότερου αγρίου από τις άλλες αντάρτικες ομάδες αν και τελικά οι πράξεις ήταν παρόμοιες.[25] Στις τάξεις της Μαχνοβτσίνα είχαν συρρεύσει αναρχικοί από τη Ρωσία. Παρόλο που μαζεύτηκαν και λίγα εγκληματικά στοιχεία, όπως έγινε σε όλες τις παρατάξεις, το κίνημα του Μαχνό στεκόταν στο ύψος των αξιών του αναρχισμού.[23][ασαφές] Ο Μαχνό απέφυγε να χρησιμοποιήσει στις τάξεις του κινήματος, τους αναρχικούς των πόλεων καθώς πίστευε ότι δεν θα μπορούσαν να καθοδηγήσουν τους αγρότες, ενώ απέφυγε να δρα κοντά σε κατοικημένες περιοχές λόγω του φόβου των αντιποίνων σε αμάχους.[26] Οι Σοβιετικοί όταν ήταν σύμμαχοι μαζί του τον παρουσίαζαν ως λαϊκό ήρωα ενώ μετά τη διάρρηξη των σχέσεων τους τον δυσφημούσαν.[27] Η μπολσεβίκικη προπαγάνδα κατηγόρησε τον Μαχνό για αντισημιτισμό όμως κάτι τέτοιο είναι ανυπόστατο καθώς αρκετές φορές κατέκρινε τον αντισημιτισμό, αν και άντρες του συμμετείχαν σε αντισημιτική βία[28].
Υπήρχε επίσης μυστική αστυνομία επιφορτισμένη να βρίσκει τους αντιπάλους στο αναρχικό στρατόπεδο αφού ο Μάχνο ήταν αναγκασμένος να προστατέψει το στρατόπεδο των αναρχικών από μυστικούς πράκτορες των αντιπάλων του.[23] Παρά την προσπάθεια του Μάχνο να αποφύγει τη στρατιωτικοποίηση, σημαντικοί αξιωματικοί διορίζονταν από τον ίδιο ενώ οι υπόλοιποι εκλέγονταν από τις συνελεύσεις στρατιωτών ενώ παράλληλα ο στρατός του λειτουργούσε με την παραδοσιακή στρατιωτική πειθαρχεία των Κοζάκων.[29] Ο Μαχνό έκανε υποχρεωτική στρατολόγηση αν και ήθελε να παραμείνει ο στρατός του εθελοντικός, όμως αυτό το έκανε σε ένα βαθμό γιατί οι επιστρατευμένοι αγρότες θα μπορούσαν να δικαιολογηθούν για να μην γίνονταν αντεκδικήσεις.[30] Διατηρούσε ειδικό σώμα 200 περίπου σωματοφυλάκων που πιθανόν έπαιρνε μέρος σε ειδικές αποστολές.[31] Ο Μαχνό εξέδωσε νόμισμα και αργότερα το αποκήρυξε[32].
Πιστώνεται την εφεύρεση της τατσάνκα (tachanka), ενός κάρου που έφερε τοποθετημένο ένα βαρύ πολυβόλο.[33]
Η ανάμειξη των Ελλήνων στο συγκεκριμένο κίνημα εντάσσεται στις ευρύτερες πολιτικές ζυμώσεις που έλαβαν χώρα στις ελληνικές περιοχές της νότιας Ουκρανίας και ιδιαίτερα της Μαριούπολης με τα 25 ελληνικά χωριά την περίοδο 1918-19. Ήδη από το 1918 αντάρτικα αποσπάσματα μαχνοβιτών δρούσαν στα ελληνικά χωριά Μαγκούς, Γιάλτα, Μ. Γιανισόλ, Σ. Κερεμεντσίκ κ.ά.[34]
Οι Μεννονίτες ήταν μια εύπορη θρησκευτική ομάδα Αναβαπτιστών Χριστιανών Γερμανικής καταγωγής, η οποία συνεργάστηκε με τις Γερμανικές κατοχικές δυνάμεις καθώς και τον Λευκό στρατό[35]. Με τη Συνθήκη του Μπρεστ - Λιτόφσκ, ξαναπήραν τα εδάφη που ήταν παλιότερα δικά τους και οργάνωσαν παραστρατιωτικές μονάδες ("Selbstschutz")[36] με τη βοήθεια των κεντρικών δυνάμεων και επιτέθηκαν στις δυνάμεις που υποστήριζαν την επανάσταση. Από την περίοδο της κατοχής είχαν γίνει στόχοι επιδρομών των δυνάμεων του Μαχνό και η παραδοσιακή φιλειρηνική μειονότητα διχάστηκε ως προς τις επιλογές αντίδρασής της. Μεταξύ άλλων έγιναν στόχος λόγω του πλούτου τους, της κοινωνικής θέσης τους αλλά και την υποστήριξη τους στις δυνάμεις που ήταν εχθρικές απέναντι στην επανάσταση.[37] Ειδικότερα κατά το 1919 γίνανε στόχοι καταστροφικών επιδρομών.[38] Για τη μειονότητα το πρόσωπο του Μαχνό αποτελεί μια καθολικά αρνητική προσωπικότητα, ενώ στην αναρχική ιστοριογραφία απουσιάζουν τα γεγονότα που περιλαμβάνουν τους Μεννονίτες [39] επιπλέον οι Μεννονίτες δεν αναφέρονται με το ονομα τους, αλλά ως "γερμανοί αποικιοκράτες" ή "καπιταλιστές εκμεταλλευτές".
Σε μια μόνο περιοχή 100 γυναίκες είχαν σύφιλη από τους βιασμούς του στρατού του Μαχνό. Ενώ κατά την οπτική Μεννονιτών, "κληρονομιά" των Μαχνοβιτών ήταν η επιδημία τύφου του 1920[40][41] καθώς με τους βιασμούς διαδόθηκε ο τύφος και άλλα σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα.[42]
Τον Νοέμβρη του 1919 δυνάμεις του Μαχνό απέκλεισαν το χωριό Άιχενφελντ[43] από όλες τις εξόδους και εκτέλεσαν 70 άντρες και 5 γυναίκες ενώ υπήρξαν πολλοί βιασμοί γυναικών. Ενώ τις επόμενες ημέρες τα θύματα φτάσανε τους 136. Το γεγονός αναφέρεται ως σφαγή του Άιχενφελντ[44]. Μια εκτίμηση υπολογίζει ότι υπήρξαν μεταξύ 2.000 με 3.000 συνολικά τα θύματα της μειονότητας[45].
Τελικά, διέφυγε στο Παρίσι το 1925. Εκεί συμμετείχε σε ομάδα Ρώσων αναρχικών εξόριστων, οι οποίοι εξέδιδαν το περιοδικό Dielo Truda από το οποίο πήρε το όνομα και η ομάδα. Εξέδωσαν το φυλλάδιο για την "Οργανωτική Πλατφόρμα της Γενικής Ένωσης Αναρχικών" το 1926, με το οποίο καλούσαν για καλύτερη οργάνωση των αναρχικών[46] και τον συντονισμό μέσω κεντρικής επιτροπής[47]. Το κείμενο προκάλεσε αρκετές συζητήσεις και αντιδράσεις (από τους Ερρίκο Μαλατέστα, Βολίν, Έμμα Γκόλντμαν), με κύριο επιχείρημα ότι εισήγαγε εξουσιαστικές ιδέες. Βασική εναντίωση του Μαλατέστα ήταν η αρχή της συλλογικής ευθύνης όπου η κάθε ένωση θα ήταν συλλογικά υπεύθυνη για τις πράξεις του κάθε μέλους.[48] Ο Μαλατέστα συμφώνησε πάντως πως υπήρχε ανάγκη για οργανωτική ενότητα των αναρχικών, ενώ κρίνοντας από τον 21ο αιώνα, οι Μίχαελ Σμιτ και Λούσιεν φαν ντερ Βαλτ θεωρούν πως οι ιδέες του κειμένου δεν ξέφυγαν από τις κλασσικές αναρχικές παραδόσεις.[49]
Πέθανε στο Παρίσι, όπου ζούσε σε πολύ δύσκολες συνθήκες με τη γυναίκα του και την κόρη του[47], από φυματίωση[50] ή κατά άλλους από το ποτό και τη φτώχεια[51].
Επέδειξε ιδιαίτερη ικανότητα στη στρατιωτική ηγεσία ενώ η προσωπικότητα του μαγνήτιζε ανθρώπους, από την άλλη πλευρά είχε ευμετάβλητο και οξύθυμο χαρακτήρα και ήταν καχύποπτος[3]. Ημερολόγιο της εποχής στελέχους της Μαχνοβίτικης αντικασκοπείας ανέφερε ότι ο Μαχνό απείλησε με εκτέλεση αξιωματικό που φλέρταρε τη γυναίκα του.[52]
Ο Βολίν όντας στην εξορία και έχοντας πλέον εχθρικές σχέσεις με τον Μαχνό, τον κατηγόρησε για τα πεπραγμένα του στον Μαύρο στρατό, για εξουσιαστική νοοτροπία, υπερβολική βία, βιασμούς[53] και συνεχή μέθη. Κατηγορίες τις οποίες υιοθέτησαν και άλλα στελέχη του Μαύρου Στρατού και άλλοι αναρχικοί.[54][55] Αντίθετα η Ίντα Μετ ανέφερε ότι η γυναίκα του Μαχνό ήταν συνέχεια δίπλα του, και είχε ενεργή δράση εναντίον των βιαστών και κάτι τέτοιο ήταν ανυπόστατο. Ο Αλεξάντερ Μπέρκμαν σε γράμμα του ανέφερε ότι ο Μαχνό είχε στρατιωτική ιδιοσυγκρασία και βρισκόταν στην απόλυτη επιρροή του Αρσίνοφ.[56]
Ο Ιστορικός του αναρχικού κινήματος Τζωρτζ Γούντκοκ σε βιβλίο του 1962 του πιστώνει εξαιρετικές στρατιωτικές ικανότητες αλλά του χρεώνει ότι ο στρατός του ήταν ελευθεριακός μόνο κατ' όνομα.[57] Ο Πήτερ Μάρσαλ αναφέρει ότι την περίοδο 1918-9 ο Μαχνό συνέβαλε στο αναρχικό όραμα μιας ελεύθερης κοινωνίας βασισμένης σε κοινότητες αλλά ύστερα από τα μέσα του 1919 ουσιαστικά ξεκίνησε μια χαλαρή διακυβέρνηση από τον ίδιο και τους συντρόφους του.[58] Ο Τζέημς Τζολ τον χαρακτηρίζει "άγριο μπεκρή" και γυναικά αλλά του αναγνωρίζει ότι πέτυχε μοναδικό επίτευγμα στην ιστορία του αναρχισμού.[59] Αντίθετα κατά τον Αλεξάντρ Σκιρντά δεν υπάρχουν ασφαλή στοιχεία που να τεκμηριώνουν ότι είχε τη συνήθεια να πίνει.[60] Ο Michael Malet αναφέρεται στο ευρύτερο πρόβλημα του αλκοολισμού που υπήρχε στο στρατό του Μαχνό.[61]
Αν και πολλές μαρτυρίες δεν διασώθηκαν λόγω του ψυχολογικού τραύματος θυμάτων[62], συγγραφείς με οπτική φιλική στους Μεννονίτες έχουν αμφισβητήσει την αναρχική ιδεολογία του Μαχνό ενώ παράλληλα αναρχικοί συγγραφείς έχουν επικριθεί ως απολογητές του.[63] Η οπτική ορισμένων από τη μειονότητα των Μεννονιτών είναι ότι δέχτηκαν πρώτοι επίθεση από τις δυνάμεις του Μαχνό και ύστερα φτιάξανε τάγματα ασφαλείας για τη προστασία τους.[64]
Στα τέλη του 2013 η Ουκρανική κεντρική τράπεζα ανακοίνωσε την κυκλοφορία νομίσματος με την εικόνα του Νέστορ Μαχνό. [65]
Οι «9 ζωές του Νέστορ Μαχνό» (Девять жизней Нестора Махно) είναι μια σειρά 12 επεισοδίων για τον ουκρανό επαναστάτη Μαχνό και το αγροτικό μαχνοβίτικο κίνημα. Γυρίστηκε στην Ουκρανία το 2005 και προβλήθηκε από τη ρώσικη κρατική τηλεόραση 2 χρόνια αργότερα. Βλέπε: «Οι 9 Ζωές του Νέστορ Μαχνό» (τηλεοπτική σειρά – ελληνικοί υπότιτλοι)
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.